Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

ΑΛΗΘΕΥΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ?


 ΤΟ ΟΛΙΣΘΗΜΑ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ      


Σὰν σύλλογος Φιλῶν τοῦ Ἅγιου Ὅρους ποὺ εἴμαστε ἀποφασίσαμε νὰ γράψουμε  ἕνα μικρὸ ἄρθρο σχετικὰ μὲ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ κ.Βαρθολομαίου στὴν Ἀθωνικὴ Πολιτεία .



Θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ὀλίσθημα τῶν ἁγιορειτῶν Πάτερων διότι τοῦ κ. Βαρθολομαίου εἶναι γνωστὸ πιὰ σὲ ὅλους μὲ τὶς συμπροσευχες καὶ τὰ συλλείτουργα μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοδόξους !


Εἴδαμε  μία φιέστα νὰ διαδραματίζεται αὐτὲς τὶς ἥμερες στὸ Ἅγιο Ὅρος μὲ τὴν εἴσοδο τοῦ κ.Βαρθολομαίου καὶ τὴν ὑποδοχή του ἀπὸ τοὺς ἀγορειτες νὰ τὴν παρουσιάζουν σὰν τὸ γεγονὸς τῆς χρόνιας ἐνῷ στὴν πραγματικότητα μία ἀκόμη ὀλίσθηση ἐπάνω στὸ πραγματικὸ <πνεῦμα> τῆς Ὀρθοδοξίας ἐνῷ εἶχαν καὶ τὴν συγκαληψη ὅλων τῶν Μ.Μ.Ε. σχεδὸν γιὰ τὰ εὐτράπελα ποὺ δημιουργήθηκαν καὶ δὲν θέλησαν νὰ τὰ βγάλουν στὴν δημοσιότητα !


Θὰ ξεκινήσουμε μὲ τὰ γνωστὰ σὲ ὅλους πρῶτα καὶ μετὰ θὰ πᾶμε σὲ κάτι ποὺ {ἂν καὶ εἶναι λυπηρο}εχουμε τὴν ἀποκλειστικότητα στὸ μπλόκ μας διότι μία παροιμία λέει <ὁ Θεὸς ἀγαπάει τὸν κλεφτὴ ἀλλὰ ἀγαπάει καὶ τὸν νοικοκύρη>.


Ὅλοι εἴδαμε πιστεύω τὴν τεράστια ἐπιχειρήση φύλαξης τοῦ κ. Βαρθολομαίου μὲ ἀστυνομικὲς δυνάμεις ἔνστολους ἀλλὰ καὶ μὲ πολιτικὰ ,εἰδικὲς δυνάμεις τοῦ λιμενικοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ στρατοῦ [Ο.Υ.Κ.] ,σωματοφύλακες διάφορων διαστάσεων καὶ κατὰ πάσα δυνατότητα συμμε τειχε καὶ ἡ ἀντιτρομοκρατικὴ καὶ ἐμεῖς λεμὲ ΓΙΑΤΙ τί φοβᾶται ὁ ὑποτιθέμενος <ἄνθρωπος τοῦ θεοῦ > καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη δὲν μποροῦσαν οἱ ἁγιορεῖτες νὰ τὸν προστατέψουν ἀλλὰ δέχτηκαν ὅλη αὐτὴν ΦΥΛΑΞΗ χωρὶς κανένα λόγο;


Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ μὲ χαρὰ δεχτήκαμε τὴν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κωνσταμονιτου ποὺ ὡς ἔνδειξη διαμαρτυρίας στὴν κατάντια τοῦ πατριαρχείου ἀποφάσισε νὰ μὴν συμμετέχει σὲ αὐτὴν τὴ φιέστα καὶ εὐχομεθα νὰ συνεχίσουν τὴν ἀντίσταση τοὺς …ἐὰν ἀντέξουν!!!


Καὶ τελευταῖο θὰ σᾶς δείξουμε κάτι τὸ ὅποιο δὲν σᾶς ἔδειξε κανεὶς ἕως τώρα ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἔφερε μαζί του ὁ κ. Βαρθολομαῖος καὶ οἱ ἁγιορεῖτες κράτησαν <σιγὴ ἰχθύος > ἀντὶ νὰ ξεσηκωθοῦν καὶ νὰ διαμαρτυρηθοῦν διὰ τὴν ἀσέβεια αὐτὴ στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας !!!


Οἱ φωτογραφίες ποὺ θὰ σᾶς δείξουμε φυσικὰ εἶναι ἡ ἀδιάψευστη πραγματικότητα καὶ δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ ἕνα <ἐπίσκοπό > της αἵρεσης τῶν Μονοφυσιτῶν [κόπτες ]





Η πρωτη  εικονα ειναι στους  δρομους των Καρυων και η δευτερη  ειναι στο Πρωτατο που εκει οπως βλεπετε εχει εντολη να βγαλει το κουκουλι για να μην προκαλει και παντα υπο το αγρυπνο βλεμμα του σωματοφυλακα του

















Τὰ σχόλια δικά σας ἐμεῖς πιὰ δὲν ἔχουμε νὰ ποῦμε τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ βάλει ὁ Θεὸς τὸ χέρι του νὰ ἀντέξουμε γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ ἔρχονται διότι ὅλα ξεκινᾶνε ἀπὸ τὴν <πνευματικὴ πτώση> τόσο τοῦ ράσου ὅσο καὶ τῆς δίκης μας ποὺ δεχόμαστε ὅλα αὐτὰ !!!





ΠΗΓΗ ''ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ''

Περί τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς (2ο ΜΕΡΟΣ)

15. Κατά τήν ἀντιπαραδοσιακή καί ἀντιπατερική λογική, πού ἀναπτύσσουν οἱ κατήγοροί μας, θά ἀρκοῦσε ἡ κοινωνία καί μέ ἓνα μόνον ἱερέα τῶν Ρώσσων τῆς Διασπορᾶς, γιά νά χαθεῖ ἡ ἱερωσύνη (!!!), γιατί ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ ἀκοινώνητος ἒστω, κατά τούς Ἁγίους Πατέρες.
            Ἄν ὅμως ἦταν ἔτσι καί τόσο ἁπλά τά πράγματα διά τῆς ἀλληλοδιαδόχου κοινωνίας (Συλλειτουργήσεως κατά τόν Ἃγιον Θεόδωρον τόν Στουδίτην.), θά χανόταν ἀναδρομάδην ἡ ἱερωσύνη ἀπό ὃλη τήν Ἐκκλησία, ὃπως τονίζει ὁ Μέγας Ὁμολογητής Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης! 
                        Ὃπερ ἂτοπον. («...Ἐκζητήσωμεν οὒν καί πολυ-πραγμονήσωμεν παρ’ οὗ ὀφείλομεν κοινω-νῆσαι, εἰ τήν πίστιν ὁμολογοίη ὀρθήν, εἰ μή χρήμασι κεχειροτόνηται, εἰ μή τι ἂλλο τῶν κατά τόν βίον αὐτοῦ ὑποπτευομένων καί ἠκουσμένων σφαλερῶν, ἀληθές.
Εἰ δέ τήν χειροτονίαν καταγομένην
ἒχει ἀπό τοῦ δεῖνος,
εἲτε ἐξ αἱρετικοῦ,
εἲτε ἐκ χρηματοχειροτονήτου,
αὐτός δέ οὒτε αἱρετικός
οὒτε ἐν γνώσει ἐκ χρηματολήπτου, εἲτ’ οὒν Σιμωνιανοῦ, κεχειροτονημένος, ὁμολογοίη δ’ ὃμως τήν πᾶσαν ἀλήθειαν, τήν τε πίστιν φυλάττειν καί τούς κανόνας ἀπαρατρώτους, τούς τε κατ’ ἀμφότερα παρατετραμμένους ἀποβαλλόμενος, οὐδείς ἡμῖν λόγος ἀποχῆς πρός αὐτόν. Ἀκατάγνωστος γάρ ὁ τοιοῦτος κατά τούς προδεδηλωμένους Ἁγίους (σ.σ. Ἃγιον Γρηγόριον τόν Θεολόγον καί Ἃγιον Ἰωάννην τόν Χρυσόστομον) καί δι’ αὐτῶν κατά πάντας. Οὓτω τοίνυν καί κοινωνοῦμεν, καί ὑμῖν αὐτό ποιεῖν συμβεβουλεύμεθα. Ἐπεί εἰ περισσότερον διερεύνηται, ἀποκρούεται μέν, ὡς δέδεικται, τά τῶν Πατέρων παραγγέλματα, ἐκλιμπάνει δέ τοσοῦτον τό τῆς ἱερωσύνης δῶρον, ἐφ’ ὃ τό Χριστιανοί καλεῖσθαι ἒχομεν, ὡς εἰς ἐθνικήν ἡμᾶς μεταπεσεῖν λατρείαν, ὃπερ ἂτοπον. Πρός γε καί ἀκριβομένους, οὓτω μηδέ ἐν Δύσει καί Ἀνατολῇ ἀφικομένους εὑρίσκειν τό ζητούμενον, ἀναδρομάδην καθαιρουμένων πάντων διά τῆς ἀλληλούχου συλλειτουργήσεως, ἐπειδή προφανῶς τῷ Ρωμαίων προέδρῳ ἐπί Ταρασίου συνιεράτευσαν οἱ ἐκ τῶνδε ἀποκρισάριοι ἀποσταλέντες, κἀκείνου τάχα τοῖς τῆς Ἐώας καί φροῦδα ἐντεῦθεν τά τῆς ἱερωσύνης, ὃ ἀπαγορεύσαντες πάντως, καταδεξόμεθα τῷ προειρημένῳ κατά τούς ἁγίους μέτρῳ στῆναι. Διότι πολλά συνέβη καί συμβαίνει τοιαῦτα παραπτώματα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἃ οὐδείς τῶν ἁγίων εὑρηται οὓτω διερευνήσας, ὃτι μηδέ οἷόν τε, οὒτε μήν ἐπέδωκε φυλάττειν ἡμᾶς. Ἒχει μέν ταῦθ’ οὓτως)

      16. Ἐμᾶς, βεβαίως, δέν μᾶς κλονίζει τό γεγονός ὃτι μεμονωμένοι Ρῶσσοι τῆς Διασπορᾶς εἶχαν ἔμμεση καί ὅχι εὐθεῖα κοινωνία μέ τούς Νεοημερολογίτες καί Οἰκουμενιστές, κατ' ἐξοχήν μέσῳ τῶν Σέρβων καί τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ἁγίας Σιῶν, καί κάποιες ἀντιπαραδοσιακές ἐνέργειες ἐπισκόπων, ὅπως τοῦ Θεοφίλου Ἰονέσκο καί τοῦ Ἀντωνίου τῆς Γενεύης, πού δέν ἐξέφραζαν τήν Σύνοδο, καί οἱ ὁποῖοι ὑπέστησαν τίς κανονικές τιμωρίες καί ἐπιπλήξεις.
            Ἡ βασική ὅμως θέση τῆς Συνόδου τῶν Ρώσσων τῆς Διασπορᾶς, ὡστόσο, ἦταν ἀντιοικουμενιστική.
            Τό συνεχές κήρυγμά τους ἦταν ἡ  προσήλωση στίς παραδόσεις τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας, ἡ καταδίκη τοῦ Οἰκου-μενισμοῦ καί ἡ πάσῃ θυσίᾳ ἐμμονή τους στό Ἑορτολόγιο τῶν Πατέρων.

            Αὐτόματη, βέβαια, καί γενική ἀπώλεια τῆς χάριτος σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει, λόγῳ κάποιων μεμονωμένων καί σποραδικῶν παραβάσεων τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῆς πίστεως ἀπό κληρικούς!
Αὐτό διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μέ τόν Μέγα Ὁμολογητή Ἃγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, ἑρμηνεύοντας αὐθεντικά τίς ἀποφάσεις τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου;
            Τό νά ποῦμε ὅτι ἡ χάρις τῆς Ἱερωσύνης καί τῶν Μυστηρίων ἀπώλυται αὐτομάτως, ὁδηγεῖ σέ κατάλυση τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἐάν δηλ. ἐκλείπει αὐτομάτως καί ἀμέσως ἡ Χάρις τῆς Ἱερωσύνης μέ τήν ἀντικανονική συλλειτουργία ἤ συμπροσευχή, τότε χάνεται τό δῶρον τῆς Ἱερωσύνης καί μεταπίπτουμε στήν εἰδωλολατρεία, πρᾶγμα τό ὁποῖον εἶναι ἂτοπο.
            Δηλ. ἡ χριστιανική λατρεία μεταβάλλεται σέ εἰδωλολατρική, στερουμένη Ἱερωσύνης, «ὡς ἀναδρομάδην καθαιρουμένων πάντων διά τῆς ἀλληλούχου συλλειτουργήσεως».
           Ἐπειδή πολλές φορές ἐπικράτησαν οἱ αἱρετικοί στήν Ἐκκλησία, καί μάλιστα γιά μεγάλα χρονικά διαστήματα, ὃσοι ἓλκουν ἀπό αὐτούς τήν χειροτονία καί οἱ μετά τῶν δευτέρων τούτων συλλειτουργή-σαντες, θά πρέπει νά θεωρηθοῦν, κατά τήν ἀνορθόδοξη καί ἀθεολόγητη γνώμη τινῶν, αὐτόματα καθηρημένοι, ἐάν ἡ καθαίρεση ἐπέρχεται ἀμέσως μέ αὐτήν τήν σοβαρή μέν καί ἀντικανονική (μεμονωμένη ὅμως) παράβαση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως.
   Ἑπομένως, ὃλοι τότε θά εἶναι καθηρη-μένοι, οὐδαμοῦ θά εὑρίσκεται ἡ Ἱερωσύνη καί θά εἶχε πρό πολλοῦ ἐκλείψει ἡ Ἱερωσύνη πάνω στή γῆ καί ἡ σώζουσα Θεία Χάρις ἀλλά καί αὐτή ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία!

            17. Ἡ κακοδοξία πού ὑποστηρίζουν, θά ἐξάλειφε τήν Χάρη καί τήν Ἐκκλησία πάνω στή γῆ. Διότι, ὃπως σημειώνει ὁ Ἃγιος Μέγας Ὁμολογητής Θεόδωρος, «πολλά συνέβη καί συμβαίνει τοιαῦτα παραπτώματα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ».
            Γιαὐτό τό λόγο δέν βρέθηκε καί οὒτε βρίσκεται κανένας Ἃγιος, πού νά διερεύνησε τά πράγματα μέ αὐτόν τόν ἀνορθόδοξο τρόπο καί οὒτε μᾶς παρέδωσε νά φυλάσσουμε τέτοια παράδοση:
            «Οὐδείς τῶν Ἁγίων εὓρηται οὓτω διερευνήσας ταῦτα, ὃτι μηδέ οἷόν τε οὒτε μήν ἐκδέδωκε φυλάττειν ἡμᾶς». Οὔτε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος οὔτε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξέτασαν ἔτσι τά πράγματα, ὅταν συνέβησαν παρόμοια παραπτώματα στήν Ἐκκλησία, οὔτε κανείς ἄλλος Ἅγιος.
            Καί αὐτή εἶναι ἡ γνώμη καί τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράζεται ἀπό τόν Μεγάλο Ὁμολογητή Ἅγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, στήν καταλυτική του ἐπιστολή "Στεφάνῳ ἀναγνώστῃ καί τοῖς σύν αὐτῷ" (PG 99, 1105.).  



           18. Δέν χάθηκε, ἑπομένως, ἡ χάρις οὔτε στήν περίπτωση τῆς Συνόδου τῶν Ρώσσων τῆς Διασπορᾶς, ἀπό τίς μεμονωμένες καί σποραδικές παραβάσεις πού ἔγιναν, γιατί ἡ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων ἔδειξε, ποιό ἦταν τό πραγματικό τους φρόνημα, ἡ ἀγάπη τους δηλ. πρός τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ἀγάπη τους στήν παράδοση καί στό Ἑορτολόγιο τῶν Πατέρων ἀπό τό ὁποῖο ποτέ δέν παρεξέκκλιναν, καί τελικά, ἡ Συνοδική καταδίκη, κάτω ἀπό τήν ἡγεσία ἑνός συγχρόνου Ἁγίου καί Ὁμολογητοῦ, τοῦ Ἁγίου Φιλαρέτου, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στό Μόντρεαλ τοῦ Καναδᾶ τό 1983.



          Γιατί, πῶς ἀλλιῶς θά μποροῦσαν νά εἶναι τά πράγματα;
            Μέσα στήν ἐκκλησία γεννήθηκαν οἱ αἱρέσεις καί μέχρι αὐτές νά γίνουν εὐρύτερα γνωστές καί νά συνειδητο-ποιηθοῦν, βρίσκονταν πάντοτε ὅλοι σέ διακοινωνία.
            Μέσα ἀπό αὐτή τήν Μία Ἐκκλησία, πού βρίσκεται σέ διακοινωνία μέχρι ἐκείνη τήν στιγμή καί μέ τούς αἱρετικούς, ἀναδεικνύονται οἱ ἄνδρες τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητος, οἱ Ὁμολογητές, πού πρωτοστατοῦν στόν ἀγῶνα γιά τήν διαφύλαξη τῆς ἀκεραιότητας τῆς πίστεως καί τῆς ἁγίας παραδόσεως καί τῆς συνέχειας τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας, ἀπαλλαγμένης ἀπό τήν αἵρεση καί τήν κακοδοξία.   




ΠΗΓΗ ''ΑΓΙΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ'' ΑΝΟΙΞΗ 2013


Περί τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς (1ο ΜΕΡΟΣ)

Ὑπάρχουν πολλές καί σημαντικές ἀλλά καί καταλυτικές συνιστῶσες, πού παραθεωροῦνται ὅταν ἐξεταζεται ἡ περίοδος κατά τήν ὁποία πήραμε οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Ἑλλάδος τήν ἀρχιερωσύνη ἀπό τούς Ρώσσους τῆς Διασπορᾶς, πού διαφοροποιοῦν τίς ἀντικειμενικές ἀξιολογήσεις ἀπό ἐκεῖνες τῶν Καινοτόμων, οἱ ὁποῖοι μᾶς κατηγοροῦν ὅτι πήραμε τήν ἀποστολική διαδοχή ἀπό "κοινωνικούς" πρός ἐκείνους ἐπισκόπους.
           
            Ὑπερτονίζεται ἀπό τούς Καινοτόμους, ὅτι οἱ Ρῶσσοι τῆς διασπορᾶς ἦταν σέ ἔμμεση κοινωνία, (μέσῳ τῶν σλαυοφώνων ἐκκλησιῶν, κυρίως τοῦ Πατριαρχείου τῆς Σερβίας), μέ τούς καινοτόμους Νεοημερολογίτες καί καταλογίζεται - (παλαιότετρα ἀπό τόν σχολαστικό καί σέ κοινωνία μέ τήν αἵρεση ἀποβιώσαντα Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο!) - σέ βάρος τοῦ Ἱεροῦ μας ἀγῶνα, ὅτι ὁ Ρουμάνος ἐπίσκοπος Θεόφιλος Ἰονέσκο, πού μαζί μέ τόν λίαν ἀσκητικό καί μεγάλο θεολόγο ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ Σικάγο ἔκαναν τίς πρῶτες χειροτονίες, ἦταν Νεοημερολογίτης. Ἀνῆκε ὡστόσο στήν Σύνοδο πού διακρατοῦσε τό Πάτριο Ἑορτολόγιο, πού τόν οἰκονομοῦσε μέ τίς ἐνορίες του, μέ σκοπό νά ἐπανέλθουν στήν πατρώα εὐσέβεια. (Οἱ Ρουμάνοι εἶχαν ἀλλάξει τό Ἑορτολόγιο ἕνα χρόνο πρίν ἀπό τούς Ἕλληνες, τό 1923!)

            1. Θά πρέπει νά τονιστεῖ, ὡστόσο, ὅτι ἡ ρωσσική Σύνοδος τῆς διασπορᾶς κατά τήν ὑπό συζήτηση περίοδο ἦταν ἐμπερίστατη καί καταδιωκόμενη ἀπό τούς πράκτορες τοῦ διεθνοῦς Σιωνιστικοῦ Μπολσεβικισμοῦ καί ὄφειλε νά ἐλίσσεται καί νά κρατάει ἐπικίνδυνες ἰσορροπίες.

            2. Πάντως εἶναι ἀδιαμφισβήτητο ὅτι Ρωσσική Σύνοδος:

            εἶχε διακόψει τήν κοινωνία μέ τήν λεγόμενη "κόκκινη ἐκκλησία", γιά τήν ὁποία ὁ τελευταῖος μεγάλος στάρετς τῆς Ὄπτινα Νεκτάριος (+1927) εἶχε διατυπώσει τήν ἄποψη ὅτι στερεῖται τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιατί συνεργαζόταν στενά μέ τό ἄθεο κομμουνιστικό καθεστώς, (αἵρεση τοῦ Σεργιανισμοῦ), καί εἶχε ἀπαγορεύσει στά πνευματικά του παιδιά νά εἰσέρχονται κἄν σέ ναούς τῆς κόκκινης ἐκκλησίας.

            3. Εἶχε προηγηθεῖ ὁ ἀφορισμός τοῦ Μπολσεβικισμοῦ καί τῶν συνεργατῶν τοῦ ἀθέου καθεστῶτος ἀπό τόν Ἅγιο Πατριάρχη καί ἱερομάρτυρα Τύχωνα, πού εὐλόγησε καί τόν ἀγῶνα τῶν Ρώσσων ἐπισκόπων κατά τοῦ ἀθέου καθεστῶτος. Τόν ὁδήγησαν οἱ Σιωνιστές στή φυλακή, καί ἀπό τά μαρτύρια καί τίς συνεχεῖς διώξεις, στίς ὁποῖες τόν ὑπέβαλλαν οἱ ἐχθροί τῆς Μεγάλης Ἁγίας Ρωσσίας Σιωνιστές-Κομ-μουνιστές κοιμήθηκε μαρτυρικά  (+1925).

            4. Ἔκτοτε οἱ Ὀρθόδοξοι Ρῶσσοι ἐπίσκοποι τῆς νόμιμης Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας, μέ τήν εὐλογία τοῦ ἁγίου πατριάρχη Τύχωνα, ὅσοι ἐπέζησαν, αὐτοεξορίστηκαν βρῆκαν κατα-φυγή στό Πατριαρχεῖο τῆς Σερβίας (στό Κάρλοβιτς).
            Γιά τόν λόγο αὐτόν, (ἀπό εὐγνω-μοσύνη καί ἀναγνώριση τῆς φιλαδελφίας), διατηροῦσαν τήν κοινωνία μέ τό πατριαρχεῖο τῆς Σερβίας, πού ἀκολουθοῦσε, ὡστόσο, τό Πάτριο Ἑορτολόγιο.

            5. Στή συνέχεια ἔφυγαν πρός τήν Δυτική Εὐρώπη, στίς Βερσαλίες, στήν Ὁλλανδία, στή Γερμανία καί σέ ἄλλες χῶρες τῆς δυτικῆς Εὐρώπης, καί τελικά μετανάστευσαν στήν μεγάλη χώρα τῆς Ἀμερικῆς, ὅπου συγκρότησαν Σύνοδο καί ὀργάνωσαν τήν Ἐκκλησία τους, διϊστάμενοι σαφῶς καί αὐστηρά ἀπό τούς συνεργάτες τῶν Μπολσεβίκων ψευδο-κληρικούς καί πράκτορες τοῦ ἀθεϊστικοῦ σιωνιστικοῦ καθεστῶτος τῆς Μετροπόλια καί τοῦ αἱρετικοῦ Σεργιανιστικοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας.

            6.Ἤδη ἐξ ἀρχῆς ἀπέφευγαν προσεκτικά καί τήν κοινωνία μέ τούς κοινωνικούς πρός τό ἄθεο καθεστώς τῆς Ρωσσίας Νεοημερολογίτες τῆς Ἀμερικῆς καί τοῦ πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἦσαν, ὅμως, ἐμπερίστατοι καί μέχρι νά σταθεροποιηθοῦν στήν νέα ἥπειρο, ἦσαν διαλακτικοί καί συγκαταβατικοί.

            7. Φρόντιζαν οἱ Μπολσεβίκοι στήν Ρωσσία νά ἔχουν σέ θέσεις κλειδιά δικούς τους πράκτορες, ὅπως μέχρι πρόσφατα τόν προτελευταῖο ψευδοπατριάρχη Ἀλέξιο, πού, ὅπως ἀποκαλύφθηκε, ἦταν πράκτορας τῆς Κά Γκέ Μπέ καί ἔφερε τό κωδικό ὄνομα "Δρόσωφ".

            8. Διατηροῦσαν, λοιπόν, κοινωνία, ὅπως σημειώθηκε, μέ τούς Σέρβους, ἀφ' ἑνός γιά λόγους εὐγνωμοσύνης καί ἀφ' ἑτέρου, γιατί οἱ Σέρβοι διακρατοῦσαν τό παλαιό ἡμερολόγιο! Στήν Ἁγία Γῆ, στά Ἱεροσόλυμα, μνημόνευαν ὡς ὑπέρτατη πνευματική ἀρχή τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ἁγίας Σιών τόν πατριάρχη Ἱεροσολύμων. (Τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων, ὅμως, ἀκολουθοῦσε καί ἀκολουθεῖ μέχρι σήμερα τό Πάτριο Ἑορτολόγιο!).

            9. Ὁπωσδήποτε μέσα στίς τάξεις τῆς Συνόδου τῶν Ρώσσων ἐπισκόπων ὑπῆρχαν καί ἐλάχιστοι ἐπίσκοποι μέ ἀμβλυμένο τό Ὀρθόδοξο φρόνημα, πού ἔφταναν ἴσως καί σέ κάποια πνευματική κοινωνία καί μέ τούς Νεοημερολογίτες. (Σχετικά καί γιά συλλείτουργα μέ τούς Νεοημερολογίτες δέν ἔχουμε καμμία μαρτυρία.) Ἀναφέρονται κάποιες, πάντως, συμπροσευχές ἑνός ἤ δύο ἐπισκόπων ἀκόμη καί μέ Λατίνους καί Προτεστάντες!
            Τέτοιοι ἐπίσκοποι, μέ ἀμβλυμένο τό Ὀρθόδοξο αἰσθητήριο, ἦταν ὁ Ἀντώνιος Γενεύης καί ὁ Θεόφιλος Ἰονέσκο. Ὁ Φιλόθεος Γερμανίας, προκάτοχος τοῦ νῦν ἀρχιεπισκόπου Μάρκου, ἦταν ἐπίσης κάπως πιό διαλλακτικός πρός τούς Δυτικούς, ἀλλά δέν ἀναφέρεται ἐπίσημη λατρευτική συμπροσευχή του μέ αὐτούς, ἐκτός τοῦ ὅτι ἐπέτρεψε σέ ἐκπροσώπους τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν νά βρίσκονται κάποτε στό Ἱερό, κατά τήν τέλεση μιᾶς ἀκολουθίας.

            10. Ἡ κυριαρχοῦσα τάση στίς τάξεις τῶν Ὀρθοδόξων Ρώσσων ἐπισκόπων τῆς Συνόδου τοῦ Ἀναστασίου, ἀλλά κυρίως τοῦ Ἁγίου Φιλαρέτου ἦταν ἡ σταθερή πίστη καί προσήλωση στό Ἑορτολόγιο τῶν Πατέρων ἀλλά καί ἡ ἀπαγόρευση καί ἡ καταδίκη τῶν συμπροσευχῶν μέ τούς αἱρετικούς ἑτεροδόξους (βλ. σχετικές ἀναφορές πιό κάτω στίς Sorrowful Epistles, (=Ἐπιστολές πόνου), τοῦ Μεγάλου Προέδρου τῆς Ρωσσικῆς Συνόδου).
            Ἦταν φυσικό, λοιπόν, οἱ Ρῶσσοι νά μή ἀνέχονται οἰκουμενιστικές ἐνέργειες καί ἀνεπίτρεπτες καινοτομίες μέσα στήν λίαν παραδοσιακή τους καί Ὀρθόδοξη Σύνοδο καί γιά τόν λόγο αὐτό καθαίρεσαν ἀργότερα τόν Θεόφιλο Ἰονέσκο, πού παρεξέκλινε ἐντελῶς ἀπό τίς ἀρχές καί τά δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀποδειχθείς ὡς Οἰκουμενιστής,  (1972).
            Πολλές φορές καί ὁ Ἀντώνιος Γενεύης κλήθηκε νά δώσει ἐξηγήσεις, καί ἡ Ρωσσική Σύνοδος τόν ἐπέπληξε αὐστηρά ἀρκετές φορές γιά τίς οἰκουμενιστικές του θέσεις.
            Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς εἶχε ὑπό τήν δικαιοδοσία του γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα, (24 χρόνια), ἀρκετές ἐνορίες, πού ἀκολουθοῦσαν τό Νέο Καλενδάριο.
            Ὁ ποιμαντικός σκοπός του, βέβαια, ἦταν νά τίς ἐπαναφέρει μέ τήν κατήχηση, τήν ἀγάπη, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τίς συνεχεῖς ἐξηγήσεις ἀλλά κυρίως μέ τήν ἀπέραντη ὑπομονή του, στήν τάξη τῶν Πατέρων μας. Πρᾶγμα πού ἐν μέρει κατόρθωσε στή Δυτική Εὐρώπη, ὅπου ἔζησε.

            11. Μέσα, λοιπόν, στίς τόσο δύσκολες γιά ὅλο τόν κόσμο τότε συνθῆκες, μετά τήν Σιωνιστική - Μπολσεβικιστική ἐπανάσταση στή Ρωσσία, ὅπου ἀνεδεί-χθησαν ἑκατομμύρια μάρτυρες, καί κατ' ἐξοχήν μετά τόν Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ἔπρεπε νά σταθεῖ ὄρθια καί ἡ Σύνοδος τῶν Ρώσσων τῆς Διασπορᾶς, πολεμούμενη πανταχόθεν κυρίως ἀπό τούς πράκτορες τοῦ διεθνοῦς Σιωνισμοῦ καί νά κρατήσει λεπτές ἰσορροπίες στίς νέες χῶρες, στίς ὁποῖες ἔπρεπε νά ἑδραιωθεῖ καί νά ἀναπτυχθεῖ, διαποιμαίνοντας μέ μεγάλους ἱεράρχες τό ποίμνιο τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ρωσσική Σύνοδος ἀπέφευγε, ὅπως σημειώσαμε, κάθε σχέση μέ τούς προδότες καί πράκτορες τοῦ πατριαρχειου τῆς Μόσχας, (οὐσιαστικά μέ τήν αἵρεση τοῦ Σεργιανισμοῦ τῆς "κόκκινης ἐκκλησίας").

            12. Οἱ Ρῶσσοι ἱεράρχες, σχεδόν ὅλοι, ἦσαν πολύ καλοί θεολόγοι καί ἂνθρωποι μεγάλης μορφώσεως, ὅπως ὁ Μητροπολίτης Ἀντώνιος, πού ὑπῆρξε καί καθηγητής τῆς δογματικῆς στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Κιέβου, ὁ Ἀναστάσιος καί ὁ πολύς Ἅγιος Φιλάρετος.
            Καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βιτάλιος, μετέπειτα προκαθήμενος Μητροπολίτης τῆς Ρωσσικῆς Συνόδου, ὡς ἀρχιεπίσκοπος Καναδᾶ ἦταν ἀκραιφνής Ὀρθόδοξος ([1] Βλ. Ἔκθεση τοῦ ἀρχιεπισκόπου Καναδᾶ Βιταλίου (Vitaly), πρός τήν Σύνοδο τῶν ἐπισκόπων τῆς Ὑπερορίου Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας (Full Sobor) τό 1967, πού δημοσιεύθηκε καί στόν "Ὀρθόδοξο Τύπο" τῆς 10ης Φεβρουαρίου-20ης Μαΐου 1970,  σέ μετάφραση ἀπό τό "Orthodox Word".
Σημείωνε στήν ἔκθεσή του ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βιτάλιος χαρακτηριστικά: "... πρέπει νά εἴμεθα τελείως ἀσυνθηκολόγητοι μέ τόν Οἰκουμενισμό, τό μεγαλύτερο σύγχρονο κακό". Γιά τό Π.Σ. σημείωσε: "ὁ πλησιέστερος κατά τό πνεῦμα, πλέον συγγενής πρός αὐτόν, (τόν Ἀντίχριστον!), εἶναι τό Π.Σ. τῶν Ἐκκλησιῶν"!
Βλ. καί Father Michael Askoul, PhD: "Τhe sorrowful epistle of Metropolitan Philaret. A rejoinder to Fr. Alexander Schmemann, " Orthodox Word" 1970, p. 137-8: " Οἰκουμενισμός, ἐπειδή εἶναι πανπεριεκτική διαστροφή τοῦ Χριστιανικοῦ δόγματος, πλήττει αὐτήν ταύτην ) καί μεγάλος ἀγωνιστής! ἱεράρχης αὐτός, ὅπως καί οἱ περισσότεροι Ρῶσσοι ἱεράρχες, ἐμφορεῖτο ἀπό ἀντιοικουμενιστικό πνεῦμα καί ἀγωνιζόταν γιά τήν διατήρηση τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος. ( Βλ. σχετικά ἐπαινετικές ἀναφορές στόν ἀγωνιστή ἱεράρχη στό: Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα (σέ ἀλλεπάλληλες ἐκδόσεις) τοῦ π. Χαράλαμπου Βασιλόπουλου.)

            13. Μετά τήν συγκρότηση τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἑδραίωσή τους στό Νέο Κόσμο, οἱ Ρῶσσοι ἐπίσκοποι καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἐπισκόπους τους παρουσίασαν παγκοσμίως τίς θέσεις τῆς ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μένον-τας σταθεροί στό Πάτριο Ἑορτολόγιο καί βδελυσσόμενοι τήν καινοτομία τοῦ Νέου ἡμερολογίου, ἀποδεικνυόμενοι στήν συντριπτική τους πλειψηφία ἀντιοικουμενιστές καί γνήσιοι τηρητές τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης.
            Δέν κοινωνοῦσαν μέ τούς Νεοημερολογίτες τῆς Ἀμερικῆς καί οὔτε μνημόνευαν τούς, στό Κανονικό Δίκαιο χαρα-κτηριζομένους, ὡς "κανονικούς", (Νεο-ημερολογίτες διακόνους, ἱερεῖς καί ἐπισκόπους), στήν Προσκομιδή, ἔστω καί ἄν δέν εἶχαν διακόψει ἐπισήμως τήν κοινωνία μέ αὐτούς, ἐκτός ἀπό τήν ἐπίσημη διακοπή τῆς κοινωνίας τους μέ τό Πατριαρχεῖο τῆς Μόσχας. (Βλ. καί "π. Σεραφείμ Ρόουζ, Ἡ ζωή καί τά ἔργα του", Τόμος Β΄, Ἀθῆνα, 2006, σελ. 255, 256. Καί St. Philaret, An Appeal to the Primates of the Holy Churches of God, and their Eminences the Orthodox Hierarchs, Dec. 6, 1975.)

14. Εἶναι πέραν κάθε ἀμφισβητήσεως τό γεγονός, ὅτι οἱ Ρῶσσοι τῆς Διασπορᾶς μέχρι τό 1983, πού καί ἀναθεμάτισαν τόν Οἰκουμενισμό ἐν Συνόδῳ ὑπό τόν Ἃγιον Φιλάρετον, ἀκολουθοῦσαν τό Πάτριον Ἑορτολόγιο καί κρατοῦσαν αὐστηρή ὁμολογιακή καί λίαν ἐπικριτική στάση ἒναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ὁ ἀναθεματισμός τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἦταν μία ὥριμη πράξη τῆς Ρωσσικῆς Συνόδου τῆς Διασπορᾶς καί ἦλθε σάν ἀποτέλεσμα τῆς παραδοσιακῆς καί ἀντιοικουμενιστικῆς δράσεώς τους.



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ





Η Ορθοδοξία ως Θεραπεία (π. Γεώργιος Μεταλληνός)


Τί είναι η θεραπεία μέσω της πίστης μας; Γιατί λέμε ότι η ορθοδοξία θεραπεύει; Ας δούμε τι μας λέει ο π.Γεώργιος Μεταλληνός*, Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

π. Γ. Δ. Μεταλληνού Κοσμήτορα της Θεολ. Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

«Σκοπός της παρουσίας της Εκκλησίας, ως εν Χριστώ κοινωνίας στον κόσμο, είναι η θεραπεία του ανθρώπου, με την αποκατάσταση της καρδιακής κοινωνίας του με τον Θεό, της νοεράς δηλαδή λειτουργίας. Κατά τον καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη «η πατερική παράδοσις δεν είναι ούτε κοινωνική φιλοσοφία, ούτε ηθικόν σύστημα, ούτε θρησκευτικός δογματισμός, αλλ’ είναι θεραπευτική αγωγή. Εις το σημείο αυτό ομοιάζει πολύ με την Ιατρική και κυρίως με την Ψυχιατρική.»

Αν θέλαμε να ορίσουμε συμβατικά τον Χριστιανισμό, ως Ορθοδοξία, θα λέγαμε ότι είναι η εμπειρία της παρουσίας του Ακτίστου (του Θεού) [1] μέσα στην ιστορία και η δυνατότητα του κτιστού (του ανθρώπου) να γίνει Θεός «κατά χάριν». Με δεδομένη την διηνεκή παρουσία του Θεού εν Χριστώ, στην ιστορική πραγματικότητα, ο Χριστιανισμός προσφέρει στον άνθρωπο την δυνατότητα θεώσεως, όπως η Ιατρική Επιστήμη του παρέχει την δυνατότητα διατήρησης ή αποκατάστασης της υγείας του μέσα από μια ορισμένη θεραπευτική διαδικασία και ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Ο γράφων είναι σε θέση να κατανοήσει τη σύμπτωση ιατρικής και εκκλησιαστικής ποιμαντικής επιστήμης στο σημείο αυτό, διότι ως διαβητικός και ως χριστιανός γνωρίζει, ότι και στις δύο περιπτώσεις οφείλει να ακολουθήσει πιστά τα οριζόμενα εκατέρωθεν για την επίτευξη του διπλού στόχου.

Ο μοναδικός και απόλυτος στόχος της εν Χριστώ ζωής είναι η θέωση, η ένωση δηλαδή με τον Θεό, ώστε ο άνθρωπος, μετέχοντας στην άκτιστη ενέργεια του Θεού, να γίνει «κατά χάριν», αυτό που ο Θεός είναι από την φύσιν του (άναρχος και ατελεύτητος). Αυτή είναι χριστιανικά η έννοια της σωτηρίας. Δεν πρόκειται για μια ηθική βελτίωση του ανθρώπου, αλλά για την εν Χριστώ ανα-δημιουργία, ανά-πλαση ανθρώπου και κοινωνίας μέσα από την υπαρκτική και υπαρξιακή σχέση με το Χριστό, ο Οποίος είναι η ένσαρκη φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Αυτό εκφράζει η φράση του απ. Παύλου (Β΄ Κορ. 5,17): «ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις». Ο ενωμένος με τον Χριστώ είναι καινούργιο δημιούργημα. Γι’ αυτό χριστιανικά η ενανθρώπιση του Θεού Λόγου, η λυτρωτική «εισβολή» του Αιωνίου και Υπέρχρονου μέσα στον ιστορικό χρόνο, είναι η αρχή ενός νέου κόσμου, μιας κυριολεκτικά «Νέας Εποχής» (New Age), που συνεχίζεται ως τα πέρατα των αιώνων, στα πρόσωπα των αυθεντικών χριστιανών, δηλαδή των Αγίων.


Η Εκκλησία ως «σώμα Χριστού» και εν Χριστώ κοινωνία υπάρχει στον κόσμο, για να προσφέρει την σωτηρία, ως ένταξη σε αυτή την αναγεννητική διαδικασία.[2] Το σωστικό αυτό έργο της Εκκλησίας επιτελείται με μια συγκεκριμένη θεραπευτική μέθοδο, ώστε ουσιαστικά η Εκκλησία να ενεργεί ως ένα παγκόσμιο θεραπευτήριο. «Ιατρείον Πνευματικόν» (Πνεματικό Νοσοκομείο) ονομάζεται η Εκκλησία από τον ιερό Χρυσόστομο (†407). Στην συνέχεια θα δοθεί απάντηση στα ερωτήματα 1) Ποια είναι η αρρώστια την οποία θεραπεύει η χριστιανική Ορθοδοξία; 2) Ποια είναι η θεραπευτική μέθοδος που εφαρμόζει; 3) Ποια είναι η ταυτότητα του αυθεντικού χριστιανισμού, που τον διαφοροποιεί ριζικά από τις αιρετικές αποκλίσεις του, αλλά και από κάθε μορφή θρησκείας;[3]

1. Η αρρώστια της ανθρώπινης φύσης είναι η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου και συνάμα και όλης της κτίσεως, που συμπάσχει («συστενάζει και συνωδίνει» Ρωμ. 8.22) μαζί του. Η διάγνωση αυτή αφορά σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από το αν είναι χριστιανός ή όχι, αν πιστεύει ή όχι, λόγω της φυσικής ενότητας σύννομη της ανθρωπότητας. (βλ. Πραξ.17.26). η Χριστιανική Ορθοδοξία δεν κλείνεται στα στενά όρια ενός θρησκεύματος, που ενδιαφέρεται μόνο για τους οπαδούς του, αλλά, όπως ο Θεός, «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωση αληθείς ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2.4), αφού ο Θεός είνα «σωτήρ πάντων ανθρώπων» (Α΄ Τιμ. 4.10). η αρρώστια λοιπόν για την οποία μιλάει ο Χριστιανισμός είναι πανανθρώπινη (Ρωμ. 5.12: «...εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ’ ω (= λόγω του οποίου θανάτου) πάντες ήμαρτον» (=αστόχησαν στην πορεία τους προς την θέωση. Όπως δε η πτώση (δηλαδή η αρρώστια) είναι πανανθρώπινη, έτσι και η σωτηρία – θεραπεία εξαρτάται άμεσα από τη λειτουργία του εσωτερικού του κάθε ανθρώπου.

Η φυσική (αυθεντική) κατάσταση του ανθρώπου προσδιορίζεται, αγιοπατερικά, από την λειτουργία μέσα του, τριών μνημονικών συστημάτων, δύο από τα οποία γνωρίζει και ελέγχει η επιστήμη της ιατρικής, ενώ το τρίτο είναι υπόθεση της ποιμαντικής θεραπευτικής. Το πρώτο είναι η κυτταρική μνήμη (DNA), που καθορίζει τα πάντα στον ανθρώπινο οργανισμό. Το δεύτερο είναι η εγκεφαλική κυτταρική μνήμη, η λειτουργία του εγκεφάλου, που ρυθμίζει την σχέση μας με τον εαυτό μας και το περιβάλλον. Τα δύο αυτά συστήματα γνωρίζει η επιστήμη της ιατρικής και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία τους.

Η εμπειρία των Αγίων γνωρίζει ένα ακόμη μνημονικό σύστημα, την καρδιακή ή νοερά μνήμη, που λειτουργεί μέσα στην καρδιά. Η καρδιά, στην Ορθόδοξη παράδοση, δεν λειτουργεί μόνο φυσικά, ως αντλία διακίνησης του αίματος. Ακόμη κατά την πατερική διδασκαλία, δεν είναι ο εγκέφαλος και το νευρικό σύστημα το κέντρο της αυτοσυνειδησίας μας, αλλά η καρδιά. Διότι πέρα από τη φυσική έχει και μια υπερφυσική λειτουργία. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις γίνεται χώρος κοινωνίας με τον Θεό, με την άκτιστη δηλαδή ενέργειά Του. Βέβαια αυτό γίνεται αντιληπτό μέσα από την εμπειρία των Αγίων και όχι με τη λογική λειτουργία και τη διανοητική θεολόγηση. 

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (†1809), ανακαιφαλαιώνοντας όλη την πατερική παράδοση, στο έργο του «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιον» ονομάζει την καρδιά κέντρο φυσικό, υπερφυσικό, αλλά και παραφυσικό, όταν η υπερφυσική λειτουργία αδρανεί, διότι η καρδιά κυριαρχείται από τα πάθη. Η υπερφυσική λειτουργία της καρδιάς είναι η απόλυτη προϋπόθεση για την τελείωση, την ολοκλήρωση του ανθρώπου, δηλαδή την θέωση του, ως πλήρη ένταξή του στην εν Χριστώ κοινωνία.

Στην υπερφυσική της λειτουργία η καρδιά γίνεται χώρος ενεργοποίησης του νου. Στον γλωσσικό κώδικα της Ορθοδοξίας ο νους (στην Κ.Δ. ονομάζεται «πνεύμα» του ανθρώπου και «οφθαλμός της ψυχής») είναι ενέργεια της ψυχής, με την οποία ο άνθρωπος γνωρίζει τον Θεό, φθάνοντας στην θέα του Θεού ή θεοπτία. Βέβαια πρέπει να διευκρινήσουμε ότι η γνώση του Θεού δεν σημαίνει γνώση της αμέθεκτης και απρόσιτης θείας ουσίας, αλλά της θείας ενέργειας. Η διάκριση ουσίας και ενέργειας στον Θεό είναι η ουσιαστική διαφορά της Ορθοδοξίας από κάθε άλλη εκδοχή του Χριστιανισμού. Η ενέργεια του νου μέσα στην καρδιά ονομάζεται «νοερά λειτουργία» (noetic faculty) της καρδιάς. Διευκρινίζουμε, και πάλι, ότι Νους και Λόγος (Λογική) ορθόδοξα δεν ταυτίζονται, διότι η λογική ενεργείται στον εγκέφαλο, ενώ ο νους στην καρδιά.

Η νοερά λειτουργία πραγματώνεται ως αδιάλειπτη προσευχή (πρβλ. Α΄Θεσσ. 5,17) του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά (πρβλ. Γαλ. 4,6 · Ρωμ.8,26· Α΄Θεσσ. 5,19), και ονομάζεται από τους αγίους πατέρες μας «μνήμη Θεού». Έχοντας ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του τη «μνήμη του Θεού», ακούοντας δηλαδή στην καρδιά του την «φωνή» (Α΄ Κορ. 14,11ε. Γαλ. 4,6.κ.α.) έχει αίσθηση της «ενοικήσεως» του Θεού μέσα του (Ρωμ. 8,11). Ο Μ. Βασίλειος στη Β΄ επιστολή του λέγει, ότι η μνήμη του Θεού μένει αδιάλειπτη, όταν δεν διακόπτεται από τις γήινες φροντίδες, αλλά ο νους «αναχωρεί» προς τον Θεό. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι ο ενεργούμενος από την θεία ενέργεια πιστός αποφεύγει τις αναγκαίες φροντίδες της ζωής, μένοντας στην απραξία ή σε κάποια εκ-στάση, αλλά την απελευθέρωση του νου από τις φροντίδες αυτές, με τις οποίες ασχολείται η λογική. 

Για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα που μας αγγίζει: Ένας επιστήμονας που έχει αποκτήσει και πάλι την νοερά λειτουργία, με την λογική ασχολείται με τα προβλήματα του, ενώ ο νους μέσα στην καρδιά διατηρεί αδιάλειπτη τη μνήμη του Θεού. Ο άνθρωπος που διασώζει και τα τρία παραπάνω μνημονικά συστήματα είναι ο Άγιος. Αυτός είναι ορθόδοξα ο υγιής (normal) άνθρωπος. Γι’ αυτό η θεραπεία της Ορθοδοξίας συνδέεται με την πορεία του ανθρώπου προς την αγιότητα.

Η μη λειτουργία ή υπολετουργία της νοεράς ενέργειας του ανθρώπου είναι η ουσία της πτώσεως. Το περιβόητο «προπατορικό αμάρτημα» είναι ακριβώς η αστοχία του ανθρώπου, στην αρχή ακόμα της ιστορικής του παρουσίας, να διασώσει την μνήμη του Θεού, την κοινωνία δηλαδή με τον Θεό, στην καρδιά του. Σ’ αυτή την νοσηρά κατάσταση μετέχουν όλοι οι απόγονοι των πρωτοπλάστων, διότι δεν είναι κάποιο ηθικό, προσωπικό δηλαδή, αμάρτημα, αλλά νόσος της φύσεως του ανθρώπου («Νενόσηκεν ημών η φύσις την αμαρτίαν», παρατηρεί ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, †444 ) και μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο όπως η αρρώστια κάποιου δέντρου μεταδίδεται σε όσα άλλα προέρχονται από αυτό.

Η αδρανοποίηση της νοεράς λειτουργίας ή της μνήμης του Θεού και η σύγχυσή της με την λειτουργία του εγκεφάλου, όπως συμβαίνει με όλους μας, υποδουλώνει τον άνθρωπο στο άγχος και στο περιβάλλον και στην εκζήτηση της ευδαιμονίας μέσα από τον ατομικισμό και της αντικοινωνικότητα. Στην κατάσταση της νόσου της πτώσεως ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τον Θεό και τον συνάνθρωπο για την κατοχύρωση της προσωπικής του ασφάλειας και ευτυχίας. Η χρήση του Θεού γίνεται με την «θρησκεία» (προσπάθεια απόσπασης της δύναμης του Θεού), που μπορεί να εκφυλιστεί σε αυτοθεοποίηση του ανθρώπου («αυτείδολον εγενόμην» λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης στον «Μέγαν Κανόνα» του). Η χρήση του συνανθρώπου και κατ' επέκταση της κτίσης γίνεται με την εκμετάλλευση της με κάθε δυνατό τρόπο. Αυτή, λοιπόν, είναι η νόσος, την οποία ζητεί να θεραπεύσει ο άνθρωπος, εντασσόμενος ολόκληρος [4] στο «πνευματικό θεραπευτήριο» της Εκκλησίας.



2. Σκοπός της παρουσίας της Εκκλησίας, ως εν Χριστώ κοινωνίας στον κόσμο, είναι η θεραπεία του ανθρώπου, με την αποκατάσταση της καρδιακής κοινωνίας του με τον Θεό, της νοεράς δηλαδή λειτουργίας. Κατά τον καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη «η πατερική παράδοσις δεν είναι ούτε κοινωνική φιλοσοφία, ούτε ηθικόν σύστημα, ούτε θρησκευτικός δογματισμός, αλλ’ είναι θεραπευτική αγωγή. Εις το σημείο αυτό ομοιάζει πολύ με την Ιατρική και κυρίως με την Ψυχιατρικήν. Η νοερά ενέργεια της ψυχής, που προσεύχεται νοερώς και αδιαλείπτως εις την καρδίαν, είναι ένα φυσιολογικό όργανον, που όλοι το έχουν και το οποίο χρειάζεται θεραπεία. Ούτε η φιλοσοφία, ούτε καμία των γνωστών θετικών ή κοινωνικών επιστημών δύναται να θεραπεύσει το όργανον αυτό [...] Δια τούτο ο αθεράπευτος δεν γνωρίζει ούτε καν την ύπαρξη αυτού του οργάνου».

Η ανάγκη θεραπείας του ανθρώπου, κατά τα παραπάνω, είναι πανανθρώπινη υπόθεση, σχετιζόμενη πρώτα με την αποκατάσταση του κάθε ανθρώπου στη φυσική του ύπαρξη με την ενεργοποίηση και της τρίτης μνημονικής λειτουργίας. Επεκτείνεται όμως και στην κοινωνική παρουσία του ανθρώπου. Για να μπορεί ο άνθρωπος να κοινωνεί ως αδερφός με τον συνάνθρωπό του, πρέπει η ιδιοτέλειά του, που λειτουργεί τελικά ως φιλαυτία, να μεταβληθεί σε ανιδιοτέλεια (πρβλ Α΄ Κορ. 13,8: «η αγάπη... ου ζητεί τα εαυτής». Ανιδιοτελής είναι η αγάπη του Τριαδικού Θεού (Ρωμ.5,8· Α΄ Ιωαν.5,7 ε.), που δίνει τα πάντα χωρίς αντάλλαγμα. Γι’ αυτό και το κοινωνικό ιδανικό της χριστιανικής Ορθοδοξίας δεν είναι η «κοινοκτημοσύνη», αλλά η «ακτημοσύνη», ως αυτοπαραίτηση από κάθε απαίτηση. Διότι μόνον τότε είναι δυνατή η δικαιοσύνη.

Η μέθοδος θεραπείας, που προσφέρεται από την Εκκλησία, είναι η πνευματική ζωή, ως ζωή εν Αγίω Πνεύματι. Η πνευματική ζωή βιώνεται ως άσκηση και μετοχή στην παρεχόμενη μέσω των μυστηρίων άκτιστη Χάρη. Η άσκηση είναι βιασμός της αυτονομημένης και νεκρωμένης από την αμαρτία φύσεώς μας, που πορεύεται προς τον πνευματικό ή αιώνιο θάνατος, τον αιώνιο δηλ. χωρισμό από την Χάρη του Θεού. Η άσκηση αποβλέπει στη νίκη πάνω στα πάθη, για να νικηθεί η εσωτερική δουλεία στις νοσογόνες εστίες του ανθρώπου και να μετάσχουμε στο σταυρό του Χριστού και στην ανάστασή του. Ο Χριστιανός ασκούμενος υπό την καθοδήγηση του Θεραπευτή- Πνευματικού του, γίνεται δεκτικός της Χάρης που δέχεται με την μετοχή του στην μυστηριακή ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. Χριστιανός ανάσκητος δεν μπορεί να υπάρξει, όπως δεν υπάρχει θεραπευμένος άνθρωπος, που δεν τηρεί τη θεραπευτική αγωγή, που του όρισε ο γιατρός του.

3. Τα παραπάνω οδηγούν σε κάποιες σταθερές, που τεκμηριώνουν την ταυτότητα της χριστιανικής Ορθοδοξίας:

α) Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, λειτουργεί ως θεραπευτήριο-Νοσοκομείο. Διαφορετικά δεν είναι Εκκλησία αλλά θρησκεία. Οι κληρικοί, εκλεγόταν αρχικά από τους θεραπευμένους, για να λειτουργούν ως θεραπευτές. Η θεραπευτική λειτουργία της Εκκλησίας σώζεται σήμερα κυρίως στις Μονές, που αντέχοντας ακόμη στην εκκοσμίκευση (secularism) συνεχίζουν την Εκκλησία των Αποστολικών χρόνων.

β) Οι επιστήμονες της Εκκλησιαστικής θεραπείας είναι ήδη θεραπευμένοι. Όποιος δεν έχει εμπειρία της θεραπείας δεν μπορεί να είναι θεραπευτής. Αυτή είναι η ουσιαστική διαφορά μεταξύ ποιμαντικής θεραπευτικής και ιατρικής επιστήμης. Οι επιστήμονες της ιατρικής θεραπευτικής (Πατέρες και Μητέρες) αναδεικνύουν άλλους θεραπευτές, όπως οι Καθηγητές της Ιατρικής αναδεικνύουν τους διαδόχους τους.

γ) Ο περιορισμός της Εκκλησίας στην απλή συγχώρηση αμαρτιών για την είσοδο μετά θάνατον στον παράδεισο συνιστά αλλοτρίωση και ισοδυναμεί με το να συγχωρεί η ιατρική επιστήμη τον ασθενή, για να θεραπευθεί μετά θάνατον! Η Εκκλησία δεν μπορεί να στείλει κάποιον στον παράδεισο ή στην κόλαση. Παράδεισος και κόλαση, άλλωστε, δεν είναι τόποι, αλλά τρόποι υπάρξεως. Η Εκκλησία, θεραπεύοντας τον άνθρωπο, τον προετοιμάζει να βλέπει τον Χριστό αιώνια μέσα στο άκτιστο Φώς Του ως παράδεισος και όχι ως κόλαση, δηλαδή «πυρ καταναλίσκον» (Εβρ. 12,29). Και αυτό, φυσικά, αφορά σε κάθε άνθρωπο, διότι ΟΛΟΙ οι άνθρωποι θα βλέπουν αιώνια τον Χριστό, ως «Κριτή» του κόσμου.

δ) Η εγκυρότητα της επιστήμης τεκμηριώνεται από την επίτευξη των στόχων της (π.χ. στην ιατρική, από τη θεραπεία του ασθενούς). Έτσι, διαφοροποιείται η αυθεντική επιστημονική ιατρική από τον κομπογιαννιτισμό. Κριτήριο της ποιμαντικής θεραπευτικής της Εκκλησίας είναι η επίτευξη της πνευματικής θεραπείας, με το άνοιγμα της πορείας προς την θέωση. Η θεραπεία δεν μετατίθεται στην μεταθανάτια ζωή, αλλά συντελείται στη ζωή του ανθρώπου σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο (hinc et nunc). Αυτό διαπιστώνεται από τα άφθαρτα λείψανα των Αγίων, που νικούν την βιολογική φθορά, όπως αυτά των Αγίων της Επτανήσου: Σπυρίδωνος, Γερασίμου, Διονυσίου και Θεοδώρας της Αυγούστας. 

Τα άφθαρτα ιερά λείψανα είναι στη παράδοση μας οι αδιαφιλονείκητες τεκμηριώσεις της θεώσεως, της ολοκληρώσεως δηλαδή της ασκητικής θεραπευτικής της Εκκλησίας. Θα παρακαλούσα δε τον ιατρικό κόσμο της Χώρας μας να προσέξει ιδιαίτερα την περίπτωση των ακεραίων ιερών λειψάνων, διότι όχι μόνο δεν έχουν δεχτεί επιστημονική επέμβαση, αλλά φανερώνεται σ’ αυτά η ενέργεια της θεϊκής Χάρης, διότι τη στιγμή ακριβώς που αρχίζει η διάλυση του κυτταρικού συστήματος, σταματά αυτόματα και αντί δυσοσμίας εκπέμπεται ευωδία. Περιορίζομαι στα ιατρικά συμπτώματα, και δεν επεκτείνομαι στα θαύματα ως αποδείξεις της θεώσεως διότι ανήκουν σε άλλη σφαίρα.

ε) Τα ιερά κείμενα της Εκκλησίας (Γραφή, συνοδικά και πατερικά κείμενα) δεν κωδικοποιούν κάποια Χριστιανική ιδεολογία, αλλά έχουν θεραπευτικό χαρακτήρα λειτουργώντας όπως τα πανεπιστημιακά συγγράμματα στην ιατρική επιστήμη. Αυτό ισχύει και για τα λειτουργικά κείμενα, λ.χ. τις Ευχές. Η απλή ανάγνωση μιας Ευχής (προσευχής), χωρίς παράλληλη ένταξη του πιστού στη θεραπευτική διαδικασία της Εκκλησίας, δεν θα διέφερε από την περίπτωση που ο ασθενής καταφεύγει στον γιατρό με ισχυρούς πόνους, και εκείνος αντί να επέμβει δραστικά, περιορίζεται στο να τον ξαπλώσει στο χειρουργικό κρεβάτι και να του διαβάσει το σχετικό με τη νόσο του κεφάλαιο.

Αυτή με λίγα λόγια είναι η Ορθοδοξία. Δεν έχει σημασία αν την αποδέχεται κανείς ή όχι. Αναφερόμενος όμως σε επιστήμονες προσπάθησα, ως εν επιστήμη συνάδελφος, να απαντήσω επιστημονικά στο ερώτημα «τι είναι η Ορθοδοξία». Κάθε άλλη εκδοχή για τον Χριστιανισμό συνιστά παραποίηση και διαστροφή του, έστω και αν θέλει να προβάλλεται σαν Ορθοδοξία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ Π. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας. Θσσαλινίκη 1984.

Του ιδίου, Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της., στον τόμο. Ορθοδοξία, Ελληνισμός... Εκδ. Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου, Β΄ τόμος, 1996, σ.67-87.

Του ιδίου Church synods and Civilisation, στη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, τ.63 (1992) 421-450 και Ελληνικά, τ.66 (1995) 646-680.

Π Ιερόθεου Βλάχου (τώρα μητροπ. Ναυπάκτου), Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Έδεσσα 1986.

Του ιδίου, Μικρά είσοδος στην Ορθόδοξη Πνεύματικότητα, Αθήνα 1992.

Του ιδίου, Υπαρξιακή Ψυχολογία και Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Λειβαδιά 1995.

Ακόμη οι σχετικές κατά καιρούς δικές μας μελέτες, όπως π.χ. Γ. Δ. Μεταλληνού, Ορθόδοξη θεώρηση της Κοινωνίας, Αθήνα 1986. Θεολογική μαρτυρία της εκκλησιαστικής λατρείας, Αθήνα 1996 κ.α. Στα βιβλία αυτά βρίσκει κανείς και τη λοιπή βιβλιογραφία.

Σημειώσεις- επεξηγήσεις
1. Άκτιστος (=αδημιούργητος. άπλαστος στην λαϊκή γλώσσα) είναι μόνο ο Τριαδικός Θεός. Κτιστή είναι η κτίση, δημιουργία, με κορυφαίο τον άνθρωπο. Ο Θεός δεν είναι «συμπαντική» δύναμη κατά την γλώσσα της Νέας Εποχής («όλοι ένα, όλοι Θεός!»), διότι ως δημιουργός υπέρκειται του σύμπαντος, όντας στην ουσία Του «Κάτι» εντελώς άλλο (Das ganz Andere). Ουδεμία αναλογική σχέση υπάρχει μεταξύ κτιστού και Ακτίστου. Και γι’ αυτό το Άκτιστο, γνωρίζεται με την αυτοαποκάλυψη (αυτοφανέρωσή) Του.

2. Ένα σημαντικό χριστιανικό κείμενο του Β΄ αιώνα, Ο Ποιμήν του Ερμά, λέγει ότι, για να γίνουμε μέλη του Σώματος του Χριστού, πρέπει να είμαστε «λίθοι τετράγωνοι» (οικοδομήσιμοι) και όχι «στρογγυλοί»!

3. Κατά τον π. Ι. Ρωμανίδη, στον οποίο κυρίως οφείλουμε την επιστροφή στη «φιλοκαλική» (θεραπαυτικοακουστική) θεώρηση της Πίστης μας, σε ακαδημαϊκό μάλιστα επίπεδο, «θρησκεία» είναι κάθε «ταύτιση» Ακτίστου και κτιστού, όπως συμβαίνει στην ειδωλολατρεία. Ο «θρησκευτικός» άνθρωπος προβάλει τις «προλήψεις» του (σκέψεις-νοήματα) στο χώρο του θείου, «κατασκευάζοντας» αυτός τον Θεό του (Αυτό μπορεί να συμβεί και στη μη Πατερική Ορθοδοξία.). σκοπός του είναι η «εξιλέωση», ο «εξευμενισμός» του «θείου» και, τελικά, η «χρήση» του θεού προς ίδιον όφελος (μαγική σχέση: do, ut des ). Στη δική μας, όμως, παράδοση, ο Θεός μας δεν έχει ανάγκη «εξευμενισμού» διότι «Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α΄ Ιωάν. 4,19). Ο Θεός μας ενεργεί ως «Αγάπη» (Α΄Ιωάν. 4,16) και μάλιστα ανιδιοτελής. Δίδει τα πάντα και δεν ζητεί τίποτε από τα πλάσματά Του. Γι’ αυτό και η ανιδιοτέλεια είναι η ουσία της χριστιανικής αγάπης που υπερβαίνει την πρακτική μιας δοσοληψίας.

4. Αυτό εκφράζει ο γνωστός και συχνά επαναλαμβανόμενος λόγος: «Εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Η πλήρης ένταξη γίνεται κατά κανόνα στις Μονές, όταν λειτουργούν Ορθόδοξα, φυσικά. Γι’ αυτό οι Μονές (π.χ. οι αγιορείτικες) μένουν πρότυπα για τις ενορίες του «κόσμου».




ΠΗΓΗ ''ΑΕΝΑΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ''