Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Περί των κεκοιμημένων



 Δεν νοιώθουμε ότι υπάρχει άλλη ζωή, αιώνια, γιατί ζούμε στη φυλακή, στο σκοτάδι των παθών μας. Όταν (και εάν) με τον αγώνα μας κατά των παθών και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος οδηγηθούμε στην απάθεια, βγαίνουμε από τη φυλακή αυτή και ζούμε στο Φως του Χριστού. Τότε μ' αυτό το φως κατανοούμε την αιώνια ζωή και θαυμάζουμε!

Για να καταλάβουμε κάπως, πρακτικά, τα ανωτέρω, μπορούμε να σκεφθούμε ότι όλοι μας στον ύπνο είδαμε και ζήσαμε ευχάριστες ή και δυσάρεστες περιπέτειες, Το σώμα μας σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι στο κρεβάτι ακίνητο, κοιμώμενο (σαν νεκρό), τα αυτιά μας όμως και τα μάτια μας ακούνε και βλέπουν. Δηλ. σε κάθε τέτοιο γεγονός ο άνθρωπος έχει μία ζωή ανεξάρτητη από το σώμα του, χωρίς το σώμα του!

Το ίδιο, κατά κάποιο τρόπο, συμβαίνει και μετά το θάνατο. Θα βλέπουμε με άλλα μάτια και θ' ακούμε με άλλα αυτιά. Το σώμα μας θα κείται στον τάφο και εμείς θα ζούμε χωρίς το σώμα μας. Θα ζούμε με την ψυχή μας που είναι αθάνατη!

Δεν μπορεί λοιπόν κανείς σώφρων άνθρωπος να ζει, χωρίς να σκέπτεται την αιώνια ζωή και επομένως χωρίς να τον απασχολεί ο θάνατος (σ' αντίθετη περίπτωση η ζωή του ανθρώπου γίνεται αβίωτη - με το άγχος του θανάτου), «καθ' όσον απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Έβρ. θ', 27). Το ότι θα πεθάνουμε κανείς δεν αμφιβάλλει, (ασχέτως εάν δεν θέλουμε να το σκεπτόμαστε), το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ακολουθεί κρίση.

     Θα δώσουμε λόγο στο Θεό για τις πράξεις μας. Και όταν κανείς πρόκειται να λογοδοτήσει, προετοιμάζεται ...

  «Ο πραγματικά συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος είναι εκείνος που αντιλήφθηκε καλά ότι υπάρχει τέρμα της παρούσης ζωής και σπεύδει να θέση και αυτός τέρμα στα σφάλματα και ελαττώματά του»(Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).

  Η Εκκλησία προσεύχεται υπέρ των ζώντων αλλά προσεύχεται και «υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων»και εκφράζει με αυτό τον τρόπο την πλήρη αγάπης κοινωνία των ζώντων προς τους κεκοιμημένους. Και δέχεται ότι «μεγίστη ωφέλεια έχουν οι Ψυχές υπέρ των οποίων γίνεται η δέηση στις Θείες Λειτουργίες»(Αγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων). «Ακόμη και αυτοί που λόγω της άτακτης ζωής τους είναι
για κλάματα, δέχονται και αυτοί κάποια μικρή βοήθεια, η οποία όμως είναι αρκετή για να τους αναπαύει την ώρα που προσφέρεται» (Ι. Χρυσόστομος). Πίστη της Εκκλησίας είναι ότι «όντως ωφελούν οι προσευχές και οι ελεημοσύνες, τόσο εκείνους που τα προσφέρουν, όσο και εκείνους για τους οποίους προσφέρονται» (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός). Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ιερός Χρυσόστομος ομιλεί όχι περί απαλλαγής των κεκοιμημένων από την κόλαση, αλλά για τέτοια δυνατότητα «εάν θέλομεν κούφην ( κενή) γενέσθαι την κόλασιν».

   Και ενώ αυτή είναι η θέση και η πίστη της Εκκλησίας, στη συνέχεια θα αναφερθούν και άλλες περιπτώσεις , οι οποίες είναι σπάνιες, αλλά δυνατές. Στην άλλη ζωή δεν υπάρχει μετάνοια, αλλά ο πανάγαθος Θεός επεμβαίνει όπως αυτός κρίνει, δεχόμενος τις προσευχές των δικαίων, αλλά και τις συγκινητικές πολλές φορές ελεημοσύνες τους.

   Οι Άγιοι Πατέρες μας τονίζουν ότι η κατάσταση της τελευταίας στιγμής του κάθε ανθρώπου, («ο υπομείνας εις τέλος ούτως σωθήσεται» Ματ. ι', 22) και οι πράξεις του ζυγίζονται σε μια «ζυγαριά». Και εάν η ζυγαριά κλίνει προς τα δεξιάς είναι φανερό ότι την Ψυχή αυτή θα την πάρουν οι δεξιοί Άγγελοι (Κρίση του Θεού δίκαιη). Εάν η ζυγαριά ισορροπεί, τότε νικά η φιλανθρωπία του Θεού (Κρίση φιλάνθρωπη). Αλλά και αν η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τα αριστερά, τότε το λίγο έλλειμμα το συμπληρώνει η ευσπλαχνία του Θεού (Υπεράγαθη κρίση). Υπάρχει όμως και η τέταρτη κρίση όταν οι πονηρές πράξεις είναι βαρύτερες. Τότε αλίμονο, αδελφοί μου! Όμως και εδώ η κρίση του Θεού είναι δίκαιη, αφού αποδίδει με δικαιοσύνη όσα ανήκουν στον καθένα ...

  Τον κάθε άνθρωπο που φρόντισε ν' αυξήσει τα τάλαντά του ζώντας μυστηριακή ζωή (Εξομολόγηση, Θ. Κοινωνία, κλπ, αλλά δεν πρόλαβε να φθάσει εκεί που ήθελε ή εκεί που έπρεπε και τον πρόλαβε ο θάνατος, αυτόν δεν πρόκειται να τον λησμονήσει ο δίκαιος Κριτής. «Στην περίπτωση αυτή θα παρακινήσει μετά το θάνατό του τους δικούς του φίλους και συγγενείς και θα συγκινήσει τις Ψυχές τους, για να τον βοηθήσουν. Αυτοί θα τρέξουν να καλύψουν το μικρό κενό εκείνου που πέθανε. Αντιθέτως για εκείνον που έζησε μέσα στην αμαρτία ... με κανένα ενδιαφέρον για την Ψυχή του, με φρόνημα καθαρά κοσμικό και σαρκικό, σ' αυτόν κανείς δεν θα δώσει χέρι βοηθείας ... ούτε οι φίλοι ούτε οι συγγενείς ούτε κανένας»1.

13. Βλέπε Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Περί των εν πίστει κεκοιημένων» Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη» 1995 ,σελ. 22.

  Επειδή ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και η τελική κρίση (της Δευτέρας Παρουσίας) ακόμη δεν έγινε, για τις περιπτώσεις που η ζυγαριά κλίνει λίγο προς τα αριστερά, για τις περιπτώσεις που ο άνθρωπος δεν πρόλαβε να φθάσει όπου έπρεπε, αλλά και για όλες τις άλλες περιπτώσεις των κεκοιμημένων μας, (μόνο ο Θεός γνωρίζει πού κατατάσσεται ο κάθε άνθρωπος. Ποιος γνωρίζει τί συνέβη στο εσωτερικό της Ψυχής του κατά τις τελευταίες στιγμές της ζωής του θετικά ή και αρνητικά. Γι' αυτό στην άλλη ζωή αναμένονται και εκπλήξεις!) υποβάλλουμε αίτηση χάριτος στο Δίκαιο και Φιλάνθρωπο Κριτή, (με τους τρόπους που μας υποδεικνύει η Εκκλησία Του), να τάξει τους κεκοιμημένους μας «εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναφύξεως, ένθα απέδρα (δεν υπάρχει) οδύνη, λύπη και στεναγμός... » (Ευχή Τρισάγιου).

 Με την ενέργεια αυτή παριστάνουμε εμείς το Συνήγορο υπερασπίσεως, διότι οι κεκοιμημένοι άνθρωποί μας δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους, (στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια). Από εμάς τους ζώντες περιμένουν οποιαδήποτε βοήθεια και σε μας στηρίζονται. Εάν ο «δικηγόρος» είναι καλός και έχει παρρησία στον Θεό, (εάν δηλ. οι προσευχές μας ακούονται λόγω της ευάρεστης στον Θεό ζωής μας), ο «κατηγορούμενος» βοηθιέται και αναπαύεται περισσότερο, ενώ, εάν είναι δίκαιος, απολαμβάνει μεγαλύτερη πνευματική δόξα.

 Τους κεκοιμημένους μας τους θυμόμαστε και τους βοηθούμε με προσευχές και ελεημοσύνες. «Ακούστηκε η προσευχή σου και ο Θεός θυμήθηκε τις ελεημοσύνες σου και γι' αυτό πραγματοποιεί τους πόθους σου» (Πρ. ι', 31)14. 2

2. Ο Γέροντας Ζαχαρίας προσευχόταν για τους γονείς του μετά το θάνατό τους και ιδιαίτερα για τον πατέρα του, επειδή ήταν μέθυσος και έβριζε. Όταν έγινε Στάρετς, μία ημέρα μιλούσε με ένα δαίμονα και τον ερώτησε: Έχετε πολλούς χριστιανούς στην κόλαση;

- Βέβαια, απάντησε ο δαίμονας και ο πατέρας σου ήταν εκεί, αλλά τον έβγαλες εσύ με τις ελεημοσύνες που έδωσες για την ψυχή του και με τις προσευχές σου.

- Και η μητέρα μου;

- Η μητέρα σου δεν ήταν εκεί ... δεν είδαμε πού πέρασε, ενώ ψάξαμε πάρα πολύ. («Ο Στάρετς Ζαχαρίας» Έκδοση Ι. Μετοχίου Ορμύλιας Χαλκιδικής 2002 σελ. 34).


α. Προσευχές

Με τις ακόλουθες πέντε ενέργειες θυμόμαστε και βοηθούμε τους κεκοιμημένους μας:

    (1) Με την καθημερινή μας προσευχή πρωί και βράδυ, όπως κάνουμε και για τους ζώντες: «Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσον τον δούλον σου (τάδε), το οποίο επαναλαμβάνουμε, όσες φορές θέλουμε. «Και ο Θεός θα εκτελέσει το θέλημα εκείνων, οι οποίοι Τον φοβούνται και θ' ακούσει τη δέησή τους και θα τους σώσει» (Ψαλ. ρμδ, 19). Ιδιαίτερα δηλ. ακούονται οι προσευχές, όταν βγαίνουν από χείλη καθαρά και όταν η ζωή μας είναι σύμφωνη με το Θείο θέλημα. 

Σ' αυτές τις περιπτώσεις ο Θεός για το χατίρι του ενός σώζει και τον άλλο ή και τούς άλλους.

Στο βίο της αγίας Θέκλας αναφέρεται το έξης χαρακτηριστικό γεγονός: Μία χήρα γυναίκα είχε μία θυγατέρα, τη Φαλκονίλα, ειδωλολάτρισσα, που πέθανε και κολάστηκε! Η νεκρή Φαλκονίλα παρουσιάζεται στον ύπνο της μητέρας της
και της λέει: «Μήτερ μου, αγάπα αυτή την ξένη Θέκλα και έχε την άντ' εμού θυγατέρα σου, διότι είναι δούλη του Θεού και δύναται να κάνει δέηση και να με βάλει ο Κύριος στον τόπο των Δικαίων». Πράγματι. Με τις προσευχές της Αγίας Θέκλας η Φαλκονίλα από την κόλαση πήγε στον Παράδεισο!! (Μ. Συναξαριστής, Σεπτέμβριος, σ. 508).

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ διηγείται: «Εκοιμήθησαν δύο μοναχές που είχαν χρηματίσει και Ηγουμένες. Ο Κύριος μου αποκάλυψε ότι οι Ψυχές τους περνώντας μέσα από τα εναέρια τελώνια δυσκολεύτηκαν. Τρία ημερονύκτια προσευχόμουν ο ταπεινός και ικέτευα την Παναγία για τη σωτηρία τους. Η αγαθότης του Κυρίου δι' ευχών της Υπεραγίας Θεοτόκου, τελικά τις ελέησε. Πέρασαν τα εναέρια τελώνια και έλαβαν την άφεση των αμαρτιών» (Άρχ. Τιμοθέου, Όσιος Σεραφείμ, σελ. 232). Σκέψου! Ενώ ο Θεός μπορούσε μόνος Του να τις σώσει, το απεκάλυψε στον Όσιο, για να ακουστούν οι ανθρώπινες προσευχές επί τρία ημερονύκτια! Φαντάσου πόσο πρέπει εμείς να προσευχόμαστε και πόσο καθαρή ζωή να έχουμε για ν' ακούγονται οι προσευχές μας!

(2) Με το πρόσφορο που στον Εσπερινό του Σαββάτου προσφέρουμε στον Ιερό Ναό, για να μνημονεύσει ο Λειτουργός την επόμενη το πρωί στην Αγία Προσκομιδή τα ονόματα των κεκοιμημένων μας. Και είναι μεγάλη η βοήθεια αυτή, όπως φαίνεται καθαρά στο ζωντανό - σύγχρονο παράδειγμα που ακολουθεί.

Ο Αντισυνταγματάρχης Α.Γ. το έτος 1984 άρχισε να θρησκεύει σωστότερα και όταν έμαθε τα ανωτέρω, άρχισε να προσφέρει κάθε Σάββατο ένα πρόσφορο για την ψυχή του κεκοιμημένου πατέρα του. Μετά από λίγο καιρό παρουσιάστηκε ο πατέρας του στον ύπνο της μητέρας του και της είπε : «Πολύ μ' ευχαριστεί ο Α. μ' αυτό που μου στέλνει». Όταν αυτά τα ανακοίνωσε τηλεφωνικά στο γιο της, ο Α. δεν έδωσε σημασία στα λόγια της, διότι δεν είχε σχετικές εμπειρίες. Όταν όμως μετά από ένα διάστημα για δεύτερη φορά επαναλήφθηκε η εμφάνιση του πατέρα στον ύπνο της μητέρας του, μετά το δεύτερο τηλεφώνημα της μητέρας, ερώτησε τον Πνευματικό του, για να του εξηγήσει αυτός το φαινόμενο. Και ο Γέροντας απάντησε: «Το πρόσφορο, παιδί μου, που φέρνεις στο Ναό, μεταφέρεται πνευματικά στον ουρανό, όταν εγώ μνημονεύω το όνομά του στην Ιερά Πρόθεση και αυτό ευχαριστεί και αναπαύει τον πατέρα σου »

(3) Με τα κόλλυβα στα Τρισάγια τα οποία μπορούμε τακτικά να τελούμε στον Ι. Ναό της ενορίας μας πρωί ή απόγευμα ή στα Μνημόσυνα το Σάββατο πρωί, όποτε θέλουμε. Η βοήθεια και σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι μεγάλη, όπως φαίνεται από τη διήγηση του Παπαδημήτρη Γκαγκαστάθη στο ομώνυμο βιβλίο, σελ. 81: «Το 1946 με ειδοποίησαν ότι σε μία χαράδρα κοντά στο χωριό Λιόπρασο, υπάρχουν τα οστά τεσσάρων ανθρώπων που δολοφονήθηκαν το 1944 από κομμουνιστές αντάρτες, Αποφάσισα να τα μεταφέρω μαζί με χωριανούς στο οστεοφυλάκιο του Ναού. Μόλις φθάσαμε, ακούσαμε γογγυσμούς και φωνές, όπως προφανώς ακούγονταν την ώρα που τους βασάνιζαν και ξεψυχούσαν. Η παρέα μου άρχισε να φοβάται. Τους καθησύχασα και τους απέδειξα πόσο ζωντανή είναι η θρησκεία μας. Μόλις άρχισα το Τρισάγιο, σταμάτησαν οι φωνές. Περίμεναν ν' ακούσουν τις σχετικές συγχωρητικές ευχές!!! Τα τρισάγια και τα μνημόσυνα είναι σωστά και άγια. Είναι δε ανάγκη να γίνονται. Ήταν σοφοί και άγιοι οι. Πατέρες της Εκκλησίας που τα καθιέρωσαν».

Είναι αυτονόητο ότι η Εκκλησία τελεί μνημόσυνα μόνο υπέρ των κεκοιμημένων εν πίστει, δηλ. υπέρ των ανθρώπων που έχουν κοινωνία προς αυτήν. Επομένως δεν τελεί μνημόσυνα σε μη ορθοδόξους χριστιανούς, σε αιρετούς , σε αφορισμένους και σε αυτόχειρες.

Τέλος μνημόσυνα δεν τελούνται στις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι την Κυριακή του Θωμά.

(4) Με τέλεση ιδιαίτερου Σαρανταλείτουργου αμέσως μετά το θάνατο τους ή με την πρώτη ευκαιρία. Δηλ. τελούμε σαράντα Θειες Λειτουργίες, κατά τις οποίες μνημονεύεται καθημερινά το όνομα του κεκοιμημένου μας. .

Τα Σαρανταλείτουργα καθιερώθηκαν στην αρχή μόνο για τους κεκοιμημένους. Αργότερα στα ονόματα των τεθνεώτων πρόσθεσαν και τα ονόματα ζώντων, διότι η Θεία λειτουργία τελείται και για την επίγεια και για την ουράνια Εκκλησία. Είναι μεγάλη βοήθεια για την ανάπαυση της Ψυχής του κοιμηθέντος ανθρώπου μας, αλλά και για την προσωρινή κρίση του, από τον Θεό που γίνεται την τεσσαρακοστή ημέρα από του θανάτου του, η μνημόνευση των ονομάτων σε 40 συνεχείς Θ. Λειτουργίες. (Σαρανταλείτουργο έγινε και για την Ψυχή του γνωστού μεγάλου Γέροντα π. Παϊσίου!)

(5) Με τέλεση ιδιαίτερης Θείας Λειτουργίας κατά την οποία, προετοιμαζόμενοι αναλόγως, κοινωνούμε όλοι και οι ζώντες και (με μυστικό - πνευματικό τρόπο που ο Χριστός γνωρίζει), οι κεκοιμημένοι μας. Είναι η πιο ευπρόσδεχτη θυσία και προσφορά στον Θεό. Γι' αυτό τα τριήμερα, τα εννιάμερα, τα τεσσαρακονθήμερα, τα τρίμηνα, τα εξάμηνα και τα ετήσια μνημόσυνα είναι προτιμότερο να γίνονται με Θεία Λειτουργία.
β. Ελεημοσύνες

'Ελεημοσύνη είναι η βοήθεια που προσφέρουμε στους πτωχούς σε χρήμα ή σε είδος. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή η Εκκλησία του Χριστού δια των Άγιων Πατέρων, καθόρισε ο κάθε Χριστιανός να δίδει κατ' ελάχιστον το ένα δέκατο (τη λεγόμενη «δεκάτη») από τα έσοδά του (μισθό, ενοίκια κ.λπ.) στον Θεό, δηλ. πτωχές οικογένειες, Ιδρύματα, Φιλανθρωπικούς συλλόγους, Οικοτροφεία, εξωτερικές 'Ιεραποστολές, στο παγκάρι του Ναού, σε πρόσωπα εμπιστοσύνης που αυτά μπορούν να τα διαθέσουν κ.λπ.

Για την άξία και ωφέλεια της ελεημοσύνης σε ζώντες και κεκοιμημένους μιλούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Χρυσόστομος γράφει: «Ας προσφέρουμε γι' αυτούς που έφυγαν ελεημοσύνες και προσφορές διότι πραγματικά αυτές τούς εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση, κέρδος και ωφέλεια. Γιατί αυτά ούτε νομοθετήθηκαν ούτε παραδόθηκαν στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς Μαθητές Του έτσι άσκοπα και τυχαία».3 Και άλλού: «Εάν δεν πρόλαβες να ρυθμίσεις όλα τα ζητήματα της Ψυχής σου όσο ζούσες, τότε φρόντισε, έστω και στα τελευταία σου, να αφήσεις εντολή στους δικούς σου να σου στείλουν όλα τα δικά σου μαζί σου, για να σε βοηθήσουν. Εννοώ βεβαίως τις ελεημοσύνες και τις προσφορές. 'Έτσι θα μαλακώσεις τον Λυτρωτή απέναντί σου, αφού με αυτά ευχαριστιέται και τα δέχεται».

«Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήσει μαζί με τα παιδιά σου και ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μην παραλείπεις τους πτωχούς».

15. Το κείμενο αυτό και τα λοιπά τέσσερα που ακολουθούν ευρίσκονται στο μνημoνευθέν έργο του Αγ. Ιωάννη του Δαμασκηνού.


Και ο Άγιος Γρήγορος ο Διάλογος τονίζει: «Δεν πρέπει να περάσει από το μυαλό κανενός ότι αυτά που προσφέρονται με πίστη στον Θεό δεν φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή, τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται. Παράδειγμα: εκείνος που θα αλείψει κάποιον άρρωστο με μύρο ή αγιασμένο λάδι πρώτα δέχεται ο ίδιος τη χρίση (στα χέρια του) και στη συνέχεια χρίει τον άρρωστο. Έτσι αυτός που τρέχει για τη σωτηρία του πλησίον, πρώτα ωφελεί τον εαυτό του και μετά τον πλησίον. Ο Θεός δεν είναι άδικος, για να ξεχνάει το έργο που γίνεται».

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης γράφει: «Το ‘το καθένας θα θερίσει ό,τι έσπειρε΄’ και τα άλλα παρόμοια, λέχθηκαν οπωσδήποτε για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου και για την κρίση που θα κάνει τότε ... 'Έτσι προτού φθάσει εκείνη η ώρα, ας βοηθήσουμε ο ένας; τον άλλον και ας προσφέρουμε στον Θεό τη φιλαδελφία μας. Γιατί δέχεται ευχαρίστως όσα προσφέρουμε για όσους δεν πρόλαβαν, δηλ. για όσους έφυγαν απροετοίμαστοι, και τα λογαριάζει σαν να ήταν έργα και προσφορές που έγιναν απ’ αυτούς».

Η δύναμη της προσευχής, της νηστείας και ιδιαιτέρως της ελεημοσύνης φαίνεται καθαρά στο θαυμαστό και διδακτικό δράμα που ακολουθεί:

Μία μητέρα υπερβολικά όμορφη έμεινε πολύ νέα χήρα με ένα παιδί μικρό. Για να ζήσουν προτίμησε την εύκολη ζωή, την άσωτη, από την οποία απέκτησε πλούτη πολλά. Όταν ο γιος της μπήκε στην εφηβεία, πέθανε και αυτή, με αποτέλεσμα να μείνει όλη η περιουσία στα χέρια του. Όταν ο νέος κατάλαβε τη ματαιότητα αυτής της ζωής και το ανώφελον του πλούτου, εφόσον ο άνθρωπος τίποτε δεν παίρνει μαζί του σαν πεθάνει, μοίρασε όλα τα χρήματα στις εκκλησίες και τα κτήματα στους πτωχούς για την ψυχή των γονέων του και ιδιαίτερα της μητέρας και πήγε στην έρημο να προσευχηθεί μαζί με τους Μοναχούς για τη σωτηρία τους. Παράλληλα του γεννήθηκε η απορία: Δέχτηκε άραγε ο Θεός τις ελεημοσύνες μου και θ' ακούσει τις προσευχές μου; Και ρωτούσε για να πληροφορηθεί.

Στα Ιεροσόλυμα που πήγε, για να λύσει την απορία του, ο Πατριάρχης τον έστειλε στους Μοναχούς της έρημου της Θηβαϊδας και αυτοί, με τη σειρά τους, στη βαθιά έρημο, διότι, όπως του είπαν: «αυτό που θέλεις να μάθεις δεν είναι μικρό και ανάμεσά μας δεν θα βρεις κανένα που να μπορεί να σου δώσει θετικές πληροφορίες».

Μετά από πορεία τριάντα ήμερων βρέθηκε μπροστά σε μια σπηλιά από την οποία βγήκε ένας ασπρομάλλης Γέροντας, μία μορφή εξαϋλωμένη. Αφού εξήγησε το πρόβλημα και ερώτημά του, ο Γέροντας, μετά την ανάπαυση που έδωσε στην ψυχή και στο σώμα του νέου, με πολλή ταπείνωση του είπε:

- Αδελφέ αυτό που ζητείς από μένα, είναι πολύ μεγάλο. Υπερβαίνει κατά πολύ την ανθρώπινη δύναμη. Είναι έργο καθαρά του Θεού. Αλλά ας παρακαλέσουμε μαζί τον Θεό, αφού έκανες τον κόπο και ήλθες μέχρις εδώ, να μας φανερώσει την αλήθεια και να λύσει τις απορίες που έχεις.

Βγήκε έξω από τη σπηλιά, έκανε ένα κύκλο πάνω στη γη με το γεροντικό μπαστούνι του και του είπε να μείνει μέσα στον κύκλο αυτό όρθιος, επί επτά ήμερες και νύκτες, χωρίς να φάει ή να πιει τίποτε, αλλά παρακαλώντας τον Θεό με θερμή προσευχή και δάκρυα. Το ίδιο θα έκανε και ο ίδιος μέσα στη σπηλιά, για να κάνει ο Πανοικτίρμων Θεός το έλεός Του και να τούς φανερώσει, εάν είναι θέλημά Του, αυτό που ζητά να μάθει ο νέος.

Την έβδομη νύχτα ο νέος ήρθε σε έκσταση και είδε το ακόλουθο όραμα: Δίπλα του στα αριστερά είδε μία πολύ μεγάλη λίμνη η οποία ήταν γεμάτη ακαθαρσίες, βορβός και λάσπη και έβγαζε ανυπόφορη βρώμα και δυσωδία. Μέσα στη λάσπη αυτή διέκρινε ανθρώπινα κεφάλια που ανέβαιναν στην επιφάνεια και κατέβαιναν, ακριβώς όπως το νερό βράζει και κοχλάζει. Κάποια στιγμή παρατηρώντας βλέπει να ανεβαίνει και η μητέρα του, η οποία τον ανεγνώρισε και άρχισε να φωνάζει απελπισμένα:

- Παιδί μου, βοήθησέ με και σώσε με! Και όπως τα έλεγε αυτά, ο βρασμός την κατέβασε πάλι στο βυθό. Σε λίγο ο βρασμός την ξανανέβασε και τότε φώναξε πάλι:

- Παιδάκι μου, αγαπητό, βοήθησε με! Δεν πρόλαβε να πει τίποτε άλλο και ο βρασμός την κατάπιε. Όταν για τρίτη φορά ξαναήλθε στην επιφάνεια μέχρι το στήθος με θρήνους και αναστεναγμούς φώναξε:

- Σπλαχνίσου με, παιδάκι μου και μη μ' αφήνεις σ' αυτή τη βρωμιά, σε τέτοιο πόνο και φρικτό μαρτύριο της κολάσεως.

Τότε, ο νέος από τον πολύ πόνο και αγάπη για τη μητέρα του, άπλωσε το χέρι του, χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο μήπως και αυτός παρασυρθεί, την άρπαξε από τα μαλλιά και την ώρα που βυθιζόταν με πολύ κόπο την έβγαλε έξω από τη βρωμερή λίμνη. Εκείνη τη στιγμή στα δεξιά του, βλέπει μία χρυσή κολυμβήθρα, όπου την έπλυνε και την τοποθέτησε ανάμεσα σε λαμπροφορεμένους νέους που ήσαν δίπλα από την κολυμβήθρα, ενώ η μητέρα του με δάκρυα ευγνωμοσύνης υμνολογούσε τον Κύριο και Θεό και Σωτήρα μας Χριστό και ευχαριστούσε το γιο της που με το έλεος και την πολλή ευσπλαχνία του Θεού την έβγαλε από τη βρωμερή εκείνη κόλαση.

Το πρωί, όταν ξημέρωσε η ευλογημένη εκείνη ήμερα, ο άγιος Ερημίτης άκουσε το δράμα που του διηγήθηκε ο νέος, τον βεβαίωσε ότι και εκείνος είδε ακριβώς τα ίδια και με δάκρυα στα μάτια δόξαζαν και υμνολογούσαν τον Δεσπότη Χριστό που δείχνει στους δούλοι»; Του την ευσπλαχνία Του και λυτρώνει με τέτοιους τρόπους από τον Άδη Ψυχές, που γι' αυτές έχυσε το Πανάγιο Αίμα Του πάνω στο Σταυρό!

Μνημόσυνα τριήμερα, εννιάμερα, σαραντάμερα

α. Τα τριήμερα μνημόσυνα που κάνουμε μετά το θάνατο του ανθρώπου μας, τελούνται κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδος και δια τον τριημέρως εγερθέντα Χριστό, τον Οποίο παρακαλούμε να αναπαύσει τον κοιμηθέντα μετά των δικαίων.

β. Τα εννιάμερα τελούνται επειδή στις εννέα ήμερες αρχίζει να διαλύεται ο κοιμηθείς «εις τα εξ ών συνετέθη» και παρακαλούμε τον Θεό να τον συγκαταριθμήσει με τα εννέα άϋλα τάγματα των Αγγέλων.

γ. Τα σαραντάμερα ή τεσσαρακονθήμερα τελούνται επειδή την τεσσαρακοστή ήμερα λαμβάνεται η απόφαση για τον κοιμηθέντα και απέρχεται όπου κρίνει ο φιλάνθρωπος Θεός (εκ δεξιών ή εξ αριστερών), ανάλογα με τη ζωή και τα έργα του και παραμένει εκεί μέχρι την ήμερα της τελικής κρίσεως. Με αυτά παρακαλούμε τον Θεό να καθαρίσει την ψυχή του ανθρώπου, να την κρίνει επιεικώς και να την τάξει μετά των δικαίων.

Προσφορές - Κόλλυβα

Άλλο δώρο πάμε στο φίλο ή συγγενή μας και άλλο πολύ μεγαλύτερο - στον 'Υπουργό ή Στρατηγό. Οι προσφορές μας λοιπόν προς τον Θεό πρέπει να είναι ανάλογες προς τη μεγαλοπρέπεια του Θεού. Επίσης πρέπει η διάθεση και τα αισθήματά μας να κατέχουν στην ψυχή μας τη θέση και προτεραιότητα που αρμόζει στον Θεό.

Ο γεωργός Κάιν πρόσφερε στον Θεό θυσία από τα προϊόντα του μόχθου του. Αλλά η θυσία του ήταν πρόχειρη, τυπική και όχι αντάξια του Θεού. Αυτό που έκανε δεν κατείχε στην ψυχή του την πρώτη θέση. Φαίνεται ότι θεωρούσε τον εαυτόν του δωρητή στον Θεό! Γι' αυτό η θυσία του δεν έγινε αποδεκτή από τον Θεό και δεν εισακούστηκαν οι προσευχές του.

Ο βοσκός Άβελ πρόσφερε ταπεινά, με πίστη, όπως αναφέρει ο Απ. Παύλος (Έβρ. ια, 4), ό,τι ωραιότερο, ό,τι πολυτιμότερο, ό,τι εκλεκτότερο είχε στο ποίμνιό του, τα άριστα των αρίστων! Και φαίνεται ότι τον εαυτό του δεν τον θεωρούσε δωρητή, αλλά τον Θεό θεωρούσε δωρητή και ευεργέτη του! Γι' αυτό εισακούστηκε η προσευχή του και ευαρέστησε στον Θεό.

Επειδή ο Κάιν έχει και σήμερα μιμητές, γι' αυτό ας φροντίζουμε όλοι μας ν' αποφεύγουμε το παράδειγμά του και να μιμούμεθα τη θυσία - προσφορά του Άβελ, είτε κάνουμε κόλλυβα, είτε πρόσφορα, είτε όποιες άλλες προσφορές ... Ιδιαίτερα ας προσέχουμε τα κόλλυβα που κάνουμε προς τιμή του εορταζόμενου Αγίου, ή προς τον Θεό για τις Ψυχές των κεκοιμημένων μας (τρισάγια ή μνημόσυνα) να γίνονται με ανάλογη διάθεση και κατάλληλα υλικά, το καλύτερο σιτάρι και τους καλύτερους και ακριβότερους ξηρούς καρπούς. Μερικές γυναίκες παρασκευάζουν κόλλυβα με τόσο πλούσια υλικά, με τέτοια επιμέλεια (και συχνότητα), ώστε προτιμάς να φας αυτά τα κόλλυβα, παρά παντεσπάνι ή πάστα!

Οδυνηρός θάνατος

Τις δοκιμασίες ασθενειών ή διωγμών πρέπει να τις δεχόμαστε, όπως δεχόμαστε και την ταλαιπωρία των εγχειρήσεων με τις οποίες εξασφαλίζουμε τη σωματική μας υγειά, ενώ στις δοκιμασίες την πνευματική.

Όλοι μας γνωρίζουμε πολλές περιπτώσεις Όχι μόνο ενάρετων, αλλά και άγιων ανθρώπων, οι οποίοι, πριν πεθάνουν, υπέφεραν και κυριολεκτικά βασανίστηκαν από επώδυνες δοκιμασίες. Σχεδόν όλοι οι Άγιοι Απόστολοι και Μάρτυρες της Εκκλησίας μας, αλλά και πρόσφατα, οι σύγχρονοι μεγάλοι Γέροντες π. Επιφάνιος, π. Πορφύριος, π. Ιάκωβος, π. Παϊσιος, υπέφεραν ποικίλες δοκιμασίες κατά το θέλημα του Θεού.

Αυτές οι περιπτώσεις μας διδάσκουν ότι: α. Δεν πρέπει να παραπονούμαστε η να προβληματιζόμαστε, όταν εμείς οι ίδιοι ή δικοί μας άνθρωποι που πιστεύουν και ζουν κατά Θεόν δοκιμάζονται και υποφέρουν ποικιλοτρόπως πριν πεθάνουν.

β. Όταν οι δίκαιοι και ενάρετοι άνθρωποι υποφέρουν πριν από το θάνατό τους, αυτό συμβαίνει, «για να καθαριστούν και από τα ελάχιστα ίχνη των παθών τους και για να πάρουν μεγαλύτερο στεφάνι στον ουρανό. Εξ άλλου, αφού στον Υιό Του τον αγαπητό επέτρεψε να υποφέρει και να πεθάνει επάνω στο Σταυρό, τί να πούμε για τους ανθρώπους, οι οποίοι, όσο άγιοι και αν είναι, έχουν ρύπους και κηλίδες από αμαρτίες;» (Γέρ. Επιφάνιος. Υποθήκες Ζωής σ. 139).

γ. Όλες οι δοκιμασίες αποδεικνύονται (και σ' αυτή τη ζωή) ή θ' αποδειχθούν (στην αιώνια ζωή), ευεργεσίες του Θεού για μας.

Επομένως ο οδυνηρός θάνατος ενός Χριστιανού δεν είναι κάτι κακό, το οποίο πρέπει να παρεξηγούμε ή να φοβόμαστε. Παρακαλούμε τον Θεό να μας δίνει υπομονή, για να σηκώνουμε το σταυρό μας αγόγγυστα, χωρίς να απογοητευόμαστε. Υποφέρουμε λίγους μήνες ή λίγα χρόνια, αλλά στην ουράνια Βασιλεία Του ο Θεός μας ετοιμάζει αιώνια αγαθά και βραβεία. Άλλωστε οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες που αντιμετωπίζουμε είναι στα ανθρώπινα μέτρα μας. «Και ο Θεός που κρατάει τις υποσχέσεις Του, δε θα επιτρέψει σε κανένα πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας αλλά όταν έρθει ο πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε» (Α Κορ. ι' , 13) .

Κακό είναι να πεθάνει κανείς (είτε με δοκιμασίες είτε χωρίς δοκιμασίες) «εν αμαρτίαις», δηλ. αμετανόητος, χωρίς να έχει εξομολογηθεί και χωρίς να έχει κοινωνήσει.

Άδικος θάνατος δικαίων

Άδικος θάνατος είναι π.χ. του Άβελ. Ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του όχι διότι τον ζημίωσε ή τον έβλαψε , αλλά, επειδή ο Άβελ τίμησε με θυσία τον Θεό όπως έπρεπε, και έγινε δεκτή η προσευχή του. Οργίστηκε ο Κάιν, μίσησε τον αδελφό του και τελικά τον σκότωσε. 

Ο Θεός δεν εμπόδισε να γίνει ο πρώτος αυτός φόνος στη γη, επειδή ακριβώς αγαπούσε τον Άβελ και όχι επειδή τον μισούσε. Λέγει σχετικά ο Άγιος Χρυσόστομος ότι ο Θεός θέλησε «από της αδικωτάτης αυτής σφαγής» να του κάνει λαμπρότερο το στεφάνι στην αιώνια ζωή.

Επομένως Ισχύουν και για τον άδικο θάνατο των δικαίων, όσα αναφέραμε και για τον οδυνηρό θάνατο και δεν πρέπει να έχουμε λογισμούς γιατί αδικοπεθαίνουν ορισμένοι δίκαιοι.

Αιφνίδιος θάνατος

Η Εκκλησία, παρ' ότι γνωρίζει ότι ο Θεός «παίρνει» τον άνθρωπο στην καλύτερή του ώρα, απεύχεται τον αιφνίδιο θάνατο και δέεται «υπέρ του διαφυλαχθήναι ημάς από λοιμού, λιμού, σεισμού ... και αιφνιδίου θανάτου». Δηλ. εύχεται να μας φυλάξει ο Θεός από αιφνίδιο θάνατο, επειδή συνήθως είμαστε απροετοίμαστοι γι' αυτόν.

Για τρεις λόγους ο Θεός μπορεί να επιτρέψει ένα αιφνίδιο θάνατο (καρδιακή προσβολή, τροχαίο ατύχημα κ.λπ.):

α. Όταν ο άνθρωπος είναι άγιος, δηλ. ζει μία υψηλή πνευματική ζωή και θέλει ο Θεός, για λόγους που ο ίδιος γνωρίζει, να τον πάρει κοντά Του, ώστε να συνεχίσει να ζει αίωνίω τη μακαρία αυτή ζωή, (περίπτωση σπάνια).

β. Όταν ο άνθρωποι; έχει μερικά καλά, αλλά ο Θεός βλέπει ότι πρόκειται να περιπέσει σε βαριά αμαρτία, εξαιτίας της οποίας θα χάσει τον Παράδεισο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις επιτρέπει, δηλ. δεν εμποδίζει τον αιφνίδιο θάνατο, όποτε και αυτός ο άνθρωπος για τα λίγα καλά του (και φυσικά με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες των δικών του, όπως σημειώσαμε παραπάνω), αποφεύγει την κόλαση και «εξασφαλίζει» τον Παράδεισο, (πολύ συνηθισμένη περίπτωση).

γ. Όταν ο άνθρωπος είναι αμετανόητος και δεν ενδιαφέρεται για την ψυχή του. Σ' αυτές τις περιπτώσεις υφίσταται αιφνίδιο θάνατο σαν συνέπεια των πράξεών του και ο Θεός δεν τον εμποδίζει, γνωρίζοντας την αμετανοησία του. (Είναι η τρίτη περίπτωση, χωρίς να μπορούμε εμείς να προσδιορίσουμε ποιος υπάγεται σ' αυτήν. Διότι δεν γνωρίζουμε τί συμβαίνει στις ψυχές των ανθρώπων τις τελευταίες ώρες ή και τα τελευταία λεπτά της ώρας, πριν παραδώσουν την ψυχή τους).

Ποιὸς μπορεῖ πιὰ νὰ μὲ παρηγορήσει;


Κανεὶς δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ μὲ παρηγορήσει»· «ὅλα τελείωσαν»· «ὅλα  ἔχουν χαθεῖ». Τέτοιες καὶ παρόμοιες ἐκφράσεις λένε μὲ πόνο κάποιες φορὲς  ἄνθρωποι ἀπελπισμένοι, ποὺ ὑποφέρουν μέσα σὲ μεγάλες δοκιμασίες καὶ θλίψεις στὴν ἀπαράκλητη σκληρὴ ἐποχή μας. Ἄνθρωποι ποὺ ἔκαναν ὄνειρα γιὰ τὸ μέλλον τους καὶ εἶδαν ξαφνικὰ μέσα σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ σωριάζονται ὅλα σὲ ἐρείπια. Ἢ κάποιοι ποὺ βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μὲ θλίψεις, ἀρρώστιες, οἰκογενειακὰ ἢ οἰκονομικὰ προβλήματα μεγάλα καὶ ἄλυτα.
Πόσο μικροὶ εἴμαστε οἱ ἄνθρωποι! Πόσο ἀδύναμοι! Κι ἐνῶ κάποτε νομίζουμε ὅτι ἔχουμε δυνάμεις, χρήματα, γνώσεις, ἱκανότητες, κάποια στιγμὴ κουρελιάζονται ὅλα μπροστὰ στὰ ἀπρόοπτα τῆς ζωῆς. Καὶ τότε;
Πῶς νὰ παρηγορήσει κανεὶς ἕναν οἰκογενειάρχη ποὺ ἔμεινε ἄνεργος, κι ὁ ἴδιος καὶ ἡ σύζυγός του; Πῶς νὰ στηρίξεις ἕνα παιδὶ ποὺ ἔχασε τὴ μάνα του; Πῶς νὰ ἐνισχύσεις ἕναν ἀδελφὸ ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ ἀνίατη ἀρρώστια;


Κι ὅταν πάλι μᾶς τσακίζουν κάποιες πνευματικὲς πτώσεις καὶ ἀδυναμίες, τότε... τότε ποιὸς θὰ μᾶς στηρίξει, ποιὸς θὰ μᾶς παρηγορήσει;  Ξέρουμε ποιός... Τὸ καταλαβαίνουμε. Ἀλλὰ δυστυχῶς μόνο θεωρητικά. Στὴ δύσκολη ὥρα τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν δοκιμασιῶν τὰ χάνουμε, μελαγχολοῦμε. Μέχρι νὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ μέσα στὸ καμίνι τῶν θλίψεων θὰ νιώσουμε τὸ ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ. Θὰ αἰσθανθοῦμε τὴν παρουσία Του ὡς «φωνὴ αὔρας λεπτῆς» (βλ. Γ΄ Βασ. ιθ΄ 12) νὰ ἔρχεται καὶ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο μας. Εἶναι ἡ ὥρα ποὺ θὰ καταλάβουμε ἔμπρακτα ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς ξεκουράσει, νὰ μᾶς εἰρηνεύσει. Ὅταν μᾶς ἀπογοητεύσουν πλήρως οἱ γύρω μας ἄνθρωποι, ὅταν χάσουμε κάθε ἀποκούμπι, τότε καταλαβαίνουμε ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μᾶς ἀπέμεινε.
Διότι μόνο Αὐτὸς εἶναι ποὺ ξέρει πραγματικὰ τὶς δυσκολίες μας, μόνο Αὐ τὸς θέλει καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει. Διότι Αὐτὸς εἶναι «ὁ πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως» (Β΄ Κορ. α΄ 3). Αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ ἐλέους. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἔστειλε τὸν Υἱό Του τὸν Μονογενὴ στὴ γῆ μας, γιὰ νὰ σηκώσει Ἐκεῖνος ὅλες τὶς πτώσεις μας καὶ τοὺς πόνους μας. Καὶ πόνεσε ὁ Ἴδιος ὅσο κανεὶς ἄλλος. Καὶ ξέρει κι ἀπὸ τὸν δικό Του πόνο νὰ ἁπαλύνει τὸν ἀσυγκρίτως μικρότερο δικό μας. Αὐτὸς μᾶς ἔστειλε καὶ τὸν Παράκλητο, τὸν Παρηγορητή, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, γιὰ νὰ μᾶς παρηγορεῖ σὲ κάθε δοκιμασία καὶ θλίψη.
Καὶ μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεὸς ὄχι μόνο σὲ κάποιες συγκεκριμένες στιγμὲς τῆς ζωῆς μας ἀλλὰ διαρκῶς. Ἀκόμη κι ὅταν ἐμεῖς δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Διότι Αὐτὸς εἶναι ὁ «παρακαλῶν ἡμᾶς ἐν πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν» (Β΄ Κορ. α΄ 4). Καὶ μᾶς παρηγορεῖ ὄχι ἀντίστοιχα μὲ τὸ βάρος τῶν θλίψεών μας ἀλλὰ πολὺ περισσότερο. «Διὰ Χριστοῦ περισσεύει ἡ παράκλησις ἡμῶν» (Β΄ Κορ. α΄ 5). Μπορεῖ νὰ εἶναι πολλές, ἀμέτρητες οἱ δοκιμασίες μας. Ἀλλὰ εἶναι ἀσυγκρίτως περισσότερες καὶ οἱ παρακλήσεις καὶ οἱ ἐπισκέψεις τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας.
Καὶ πῶς μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεός; Ἄλλοτε μὲ τὶς μυστικὲς ἐμπνεύσεις καὶ τὴ χάρη Του ποὺ στέλνει στὶς ψυχές μας· κι ἄλλοτε διὰ τῶν Ἁγίων Του, καὶ ἰδιαιτέρως διὰ τῆς Παναγίας Μητέρας μας, τῆς μόνης ἀκαταισχύντου ἐλπίδος καὶ παραμυθίας μας· διότι κι αὐτὴ δοκίμασε πόνο ὅσο κα-μιὰ ἄλλη μητέρα στὸν κόσμο· πόνο δυσβάστακτο, ποὺ σὰν πύρινη ρομφαία τρύπησε τὴν καρδιά της. Γι’ αὐτὸ καὶ ξέρει νὰ παρηγορεῖ καὶ νὰ στηρίζει τὶς ψυχὲς ποὺ πονοῦν καὶ ὑποφέρουν. Μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεὸς καὶ μὲ τὸν θεῖο του λόγο, μᾶς μεταγγίζει τὴ χάρη Του ὅταν ἐμεῖς μελετοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἄλλα πνευματικὰ βιβλία. Κι ἄλλοτε πάλι μᾶς στέλνει τοὺς ἀνθρώπους Του γιὰ νὰ μᾶς μεταγγίσουν τὴ δική Του παρηγορία.
Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἄλλωστε ὑπάρχει εἰδικὸ χάρισμα παρηγορίας. Καὶ τὸ χάρισμα αὐτὸ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα στοιχεῖα γιὰ τὴν προσέγγιση τῶν πονεμένων ἀνθρώπων (Α΄ Κορ. θ΄ 22). Τέτοιο χάρισμα εἶχε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος παρηγοροῦσε τὸν καθένα ξεχωριστά (Α΄ Θεσ. β΄ 11). Καὶ τοὺς προέτρεπε ὅλους νὰ κάνουν μὲ τὴ σειρά τους τὸ ἴδιο: «Παρακαλεῖτε ἀλλήλους» ἔλεγε (δ΄ 18). Καὶ γι’ αὐτὸ ἔστελνε στὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες τοὺς μαθητές του γιὰ νὰ παρηγοροῦν τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν (Ἐφ. ς΄ 22, Κολ. δ΄ 8). Τέτοιο χάρισμα εἶχε ἰδιαιτέρως καὶ ὁ ἀπόστολος Ἰωσῆς, ὁ ὁποῖος ὀνομάσθηκε ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους καὶ Βαρνάβας, «υἱὸς παρακλήσεως», δηλαδὴ «ἄνθρωπος τῆς παρηγοριᾶς» (Πράξ. δ΄ 36).
Γιὰ νὰ μπορέσει ὅμως κανεὶς νὰ παρηγορήσει τοὺς ἄλλους, πρέπει πρῶτα νὰ πονέσει ὁ ἴδιος καὶ νὰ δεχθεῖ τὴν παρηγορία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μόνο θὰ μπορέσει κατόπιν νὰ τὴν μεταδώσει πειστικὰ σ’ ὅσους πονοῦν. Γι’ αὐτὸ λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Θεὸς «μᾶς παρηγορεῖ σὲ κάθε θλίψη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς μὲ τὴ σειρά μας νὰ παρηγοροῦμε τοὺς ἄλλους στὶς θλίψεις τους» (Β΄ Κορ. α΄ 4). Τότε μποροῦμε νὰ μιλοῦμε πειστικὰ γιὰ τὴν παρηγοριὰ ποὺ δίνει ὁ Θεός, ὅταν μιλοῦμε ἀπὸ προσωπικὴ πείρα καὶ διηγούμαστε βιωματικὰ στοὺς ἄλλους πῶς ὁ Θεὸς παρηγόρησε καὶ μᾶς, ὅταν βρισκόμασταν σὲ μεγάλες δοκιμασίες.
Στὴν ἀπαράκλητη καὶ ἐγωκεντρικὴ ἐποχή μας, στὴν ἀποστατημένη Ἑλλάδα μας, ποὺ ταλανίζεται ἀπὸ μιὰ κρίση ποὺ δείχνει νὰ μὴν ἔχει διέξοδο, μέρα μὲ τὴ μέρα οἱ ἄνθρωποι βυθίζονται σὲ μεγαλύτερες θλίψεις καὶ δοκιμασίες. Στὶς δύσκολες αὐτὲς ὧρες ἔχουμε χρέος ὅλοι μας νὰ διακηρύττουμε στοὺς ἄλλους ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μᾶς ἀπέμεινε καὶ ὅτι μόνο Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς παρηγορήσει. Ἀλλὰ νὰ γίνουμε καὶ μεῖς «υἱοὶ παρακλήσεως», νὰ παρηγοροῦμε καὶ νὰ στηρίζουμε μὲ τὴ σειρά μας τοὺς ἀδελφούς μας, πρὶν καταρρεύσουν μέσα στὶς δοκιμασίες τους. Μέχρι νὰ μᾶς λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ φέρει καιροὺς ἀναψύξεως στὴ ζωή μας.




Περιοδικό ”Ο ΣΩΤΗΡ”