Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, Ἡ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος πιστὴ διάκονος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. (7ον- Τελευταίον)





Εν Πειραιεί τὴ 30η Σεπτεμβρίου 2015.

Ἡ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος πιστὴ διάκονος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
(Προσδοκίες-Ἱστορικὴ πορεία-Γενικὲς Ἐκτιμήσεις-Συμπεράσματα)


(7ον- Τελευταίον)

μέγας καὶ ὁμολογητὴς Ἅγιος τῆς ἐποχῆς μας Ἰουστῖνος Πόποβιτς, παρακολουθώντας ἐκ τοῦ σύνεγγυς τὴν ὅλη πορεία τῶν ἀλλεπαλλήλων Πανορθοδόξων Διασκέψεων καὶ διαβουλεύσεων γιὰ τὴν προετοιμασία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, διέκρινε μὲ τὸν θεῖο φωτισμό, ποὺ εἶχε πλούσια μέσα του, τὴν ὀλέθρια οἰκουμενιστικὴ γραμμή, πάνω στὴν ὁποία βάδιζε ἐν λόγῳ προετοιμασία, καὶ τὰ σαθρὰ οἰκουμενιστικὰ θεμέλια, πάνω στὰ ὁποῖα στηρίχθηκε ὅλη προσπάθεια, καὶ προεῖδε, ὅτι μέλλουσα νὰ συγκληθεῖ, ἄν ποτε συγκληθεῖ, Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος, δὲν θὰ εἶναι ἄλλο τίποτε παρὰ μιὰ οἰκουμενιστική-αἱρετικὴ Ψευδοσύνοδος


Γι’ αὐτὸ καὶ συναισθανόμενος τὴν εὐθύνη του, ὑπέβαλε, τὸ 1971, πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας «Ὑπόμνημα» μὲ τίτλο: «Περὶ τὴν μελετωμένην “Μεγάλην Σύνοδον” τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».
Πρόκειται γιὰ ἕνα ἱστορικῆς σημασίας κείμενο λαμπρᾶς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας, στὸ ὁποῖο ὁ θεοφόρος Πατὴρ ἐπισημαίνει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς: «…Εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ὁ Θεάνθρωπος εἶναι τὸ πᾶν καὶ τὰ πάντα, οὐδὲν ἐπιτρέπεται νὰ ρυθμίζεται “κατὰ ἄνθρωπον”, “κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν”... Ἐὰν καὶ τὰ σύγχρονα προβλήματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δὲν λύωνται μὲ τὸν Θεάνθρωπον καὶ κατὰ τὸν θεανθρώπινον, ἀποστολικόν, ἁγιοπατερικὸν τρόπον, εἶναι ἀδύνατον νὰ λυθοῦν ὀρθοδόξως καὶ  θεαρέστως…Προσωπικῶς δὲν βλέπω, ὅτι κατὰ τὰς σημερινὰς περιστάσεις ὑπάρχει πράγματι ἀναπόφευκτος ἀνάγκη διὰ τὴν σύγκλησιν τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχῃ, ἡ παροῦσα στιγμὴ εἶναι ἡ πλέον ἀκατάλληλος εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας μας… Πᾶσα  νέα Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν θὰ εἶναι οὔτε Ἁγία, οὔτε Οἰκουμενική, οὔτε Ὀγδόη, ἐὰν πρωτίστως δὲν δεχθῇ τὰς προγενεστέρας οἰκουμενικὰς καὶ ἀσαλεύτους ἀποφάσεις των».  Διέβλεπε δηλαδὴ ὁ Ὅσιος μὲ τὸν θεῖο φωτισμό, ποὺ διέθετε, ὅτι δὲν ὑπάρχουν οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις γιὰ τὴ σύγκληση μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐπειδὴ ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχή του κυριαρχοῦσε ὁ Οἰκουμενισμὸς σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες, καὶ συνεπῶς, ἐὰν ἐπραγματοποιεῖτο ἡ σύγκλησή της,  δὲν θὰ ἦταν Σύνοδος ἁγίων Πατέρων, ἀλλὰ μιὰ Ψευδοσύνοδος οἰκουμενιστῶν ἀρχιερέων. Ἐὰν ὅμως οἱ τότε περιστάσεις ἦταν κατὰ τὴν ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου ἀκατάλληλες, τί θὰ ἔλεγε ἄραγε, ἐὰν ζοῦσε σήμερα, ὅπου ἡ θύελλα τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει σαρώσει τὰ πάντα καὶ ἔχει λάβει πολὺ μεγαλύτερες διαστάσεις;
Ἀναφερόμενος ὁ Ἅγιος στὸν τότε Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κυρὸ Ἀθηναγόρα γράφει τὰ ἑξῆς συγκλονιστικὰ καὶ ἀποκαλυπτικά: «Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως; Αὐτὸς μὲ τὴν νεοπαπιστικὴν συμπεριφοράν του εἰς τοὺς λόγους καὶ εἰς τὰς πράξεις σκανδαλίζει ἐπὶ μίαν ἤδη δεκαετίαν τὰς Ὀρθοδόξους συνειδήσεις, ἀρνούμενος τὴν μοναδικὴν καὶ πανσωστικὴν Ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ πίστεως, ἀναγνωρίζων τὰς Ρωμαϊκὰς καὶ ἄλλας αἱρέσεις ὡς ἰσοτίμους μὲ τὴν ἀλήθειαν, ἀναγνωρίζων τὸν Ρωμαῖον Ἄκρον Ποντίφηκα μὲ ὅλην τὴν δαιμονικὴν ἀντιεκκλησιαστικὴν ὑπερηφάνειάν του. Καὶ προετοιμάζει μὲ αὐτοκτονικὴν ταχύτητα καὶ ἐπιπολαιότητα, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Βατικανοῦ, αὐτὴν τὴν ἰδικήν του λεγομένην “Μεγάλην Πανορθόδοξον Σύνοδον”, ὄχι ὅμως μὲ τὸ βασικὸν εὐαγγελικὸν καὶ ἁγιοπαραδοσιακὸν θέμα τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μὲ καθαρῶς σχολαστικο-προτεσταντικὴν θεματολογίαν. Τὴν προετοιμάζει μάλιστα εἰς τὸν πύργον τῆς Βαβὲλ τοῦ συγχρόνου ἀναρχικοῦ καὶ μηδενιστικοῦ κόσμου ἄνευ τῆς συμμετοχῆς τῶν πραγματικῶν Ὀρθοδόξων ὁμολογητῶν, φορέων τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, Θεολογίας, Παραδόσεως καὶ Ἐκκλησιαστικότητος. Τὸν τελευταῖον καιρὸν αὐτὸς ἔχει γίνει πηγὴ ἀναρχισμοῦ καὶ μηδενισμοῦ εἰς τὸν Ὀρθόδοξον κόσμον. Οἱ Ἁγιορεῖται δικαίως τὸν ὀνομάζουν αἱρετικὸν καὶ ἀποστάτην εἰς τὰς ἐπιστολάς των, τὰς ἀπευθυνομένας πρὸς αὐτὸν ἀνοικτῶς διὰ τοῦ τύπου…».  Καὶ κατακλείει τὸ ἱστορικὸ Ὑπόμνημά του, μὲ τοὺς ἑξῆς προφητικοὺς λόγους: «Ἀλλὰ τέλος εἶναι γνωστὸν εἰς τοὺς ἀγγέλους καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως εἰς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ὅτι εἰς αὐτὴν τὴν ἀποκαλυπτικὴν ἐποχὴν εἶναι δύσκολον, ἢ μᾶλλον ἀδύνατον εἰς πολλοὺς ἱεράρχας τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, λόγῳ ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν, νὰ ὁμολογήσουν ὀρθοδόξως καὶ ἁγιοπατερικῶς εἰς αὐτὴν τὴν ἐνδεχομένως μέλλουσαν νὰ συνέλθῃ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον, τὰ ὀρθόδοξα Δόγματα καὶ τὰς κανονικὰς Ἀληθείας. Ἕνεκα τούτου, τὸ ὀρθοδοξότερον θὰ ἦτο νὰ μὴ συγκληθῇ καθόλου ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἢ τουλάχιστον νὰ μὴ συμμετάσχῃ τις εἰς αὐτήν».
Ὁ ὅσιος Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς παρακολουθοῦσε ἐναγωνίως τὶς ἐξελίξεις σχετικὰ μὲ τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο, σὲ ἀπόλυτη συμφωνία μὲ τὸν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, γράφει σὲ σχετικὸ ἄρθρο του μὲ τίτλο «Περὶ  Οἰκουμενικῆς Συνόδου» τὰ ἑξῆς:  «Ὥστε ὅλως περιττὴ νομίζομεν ὅτι εἶναι ἡ σύγκλησις Οἰκουμενικῆς Συνόδου περὶ ζητημάτων, εἰς τὰ ὁποῖα ἔχουν ἀποφανθεῖ διὰ τῶν Ἱερῶν Κανόνων οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι καὶ θεόσοφοι Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας».
Πῶς ὅμως εἶναι δυνατὸ νὰ καταδικασθεῖ ἡ παναίρεση αὐτὴ ὑπὸ ἱεραρχῶν, οἱ ὁποῖοι στὴ συντριπτική τους πλειοψηφία, εἴτε τὴν ἀποδέχονται σιωπηρά, εἴτε τὴν προωθοῦν φανερά; Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο! Ἡ παρὰ πάνω θλιβερὴ ὄντως διαπίστωση ἔγινε ἀκόμη πιὸ ξεκάθαρη μετὰ τὴ βαρυσήμαντη ἐπιστολὴ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Σεραφείμ (Μάϊος 2013), πρὸς τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καὶ τὰ μέλη τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μὲ θέμα τὴν ἀνάγκη συγκλήσεως τοπικῆς Συνόδου γιὰ τὴν καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπου καὶ εὐθέως λέγεται: «Ταπεινῶς φρονοῦμε ὅτι ἐπιβάλλεται ἡ ὅσο τὸ δυνατὸν συντομότερα σύγκληση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, γιὰ νὰ ἐξετάσει καὶ ἐρευνήσει τὰ ἀνωτέρω καυτὰ καὶ φλέγοντα θέματα, πάντοτε ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ἁγιογραφικῆς, Ἁγιοπατερικῆς καὶ Ἱεροκανονικῆς διδασκαλίας καὶ παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, νὰ λάβει καταδικαστικὴ ἀπόφαση ἐναντίον τόσο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅσο καὶ τῶν ἀκολουθούντων, διδασκόντων καὶ μεταλαμπαδευόντων τὴν παναίρεση αὐτή, γιὰ νὰ παύσουν τὰ σκάνδαλα καὶ ἡ σύγχυση κλήρου καὶ λαοῦ».  Ἀλλά,  δυστυχῶς, ἡ ἱστορικῆς σημασίας αὐτὴ ἐπιστολὴ ἤχησε εἰς ὦτα ἀρχιερέων, (ἐκτὸς ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων), μὴ ἀκουόντων, ἀδρανούντων καὶ μακαρίως καθευδόντων, ἤ εἰς ὦτα ἀρχιερέων προωθούντων τὴν αἵρεση. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπερρίφθη, ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο, ὥστε νὰ ἐπαληθευθοῦν οἱ παρὰ πάνω ἀναφερθέντες προφητικοὶ λόγοι τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς.
Περιγράψαμε ἤδη συνοπτικῶς τὴν μέχρι σήμερα πορεία τῆς πολυπόθητης καὶ διακαῶς ὑπὸ τῶν οἰκουμενιστῶν προσδοκώμενης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ τὶς ἐργώδεις καὶ συντονισμένες προσπάθειες γιὰ τὴν πραγματοποίησή της, ποὺ συμπλήρωσαν  περίπου ἕναν αἰώνα, καὶ ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ τὶς ἀντιπαραβάλλουμε μὲ τὶς προσπάθειες ἀνοικοδομήσεως τοῦ πύργου τῆς Βαβέλ, τῆς γνωστῆς Βιβλικῆς διηγήσεως. Περιγράψαμε ἀκόμη τὸν οἰκουμενιστικὸ χαρακτήρα τῶν «Συνεδρίων» καὶ τῶν «Πανορθοδόξων» καὶ «Προσυνοδικῶν Διασκέψεων» καὶ ἀναφερθήκαμε στὴν καθιέρωσή τους ὡς θεσμῶν στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, μὲ ταυτόχρονη παραθεώρηση καὶ ὑποβάθμιση τοῦ Συνοδικοῦ Θεσμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει εὐθεῖα ἀναγωγὴ στὴν ἀποστολικὴ καὶ ἁγιοπατερικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀναφερθήκαμε στὰ οἰκουμενιστικὰ κριτήρια ἐπιλογῆς τῶν προσώπων, ποὺ συμμετέχουν στὶς «Συνεδριακὲς Διασκέψεις», στὴ θεματολογία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου καὶ στὸ ζήτημα τῆς ἐπισήμου ἀναγνωρίσεως ὡς Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Η΄ καὶ τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς, ὡς «προαπαιτούμενο». Τέλος παραθέσαμε κρίσεις  καὶ ἀπόψεις ἁγίων ἀνδρῶν τῆς ἐποχής μας, σχετικὰ μὲ τὴ σύγκληση τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σύνοδου. 
Τὸ τελικὸ συμπέρασμα  ἀπὸ ὅλα ὅσα ἐλέχθησαν γιὰ τὴν προσδοκώμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο εἶναι,  ὅτι τὸ ὅραμα καὶ ὁ διακαὴς πόθος τῶν οἰκουμενιστῶν γιὰ τὴν πραγματοποίησή της κατέληξε, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, σὲ δραματική ἀποτυχία.Και ἡ δραματική αὐτή ἀποτυχία δείχνει πλέον ξεκάθαρα, μὲ τρόπο  ποὺ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εὐλόγησε τὶς προσπάθειές τους, παρὰ τὸ γεγονός, ὅτι  ἦταν καὶ μακροχρόνιες, καὶ ἐργώδεις, καὶ συντονισμένες!  Καὶ δὲν εὐλόγησε ὁ Θεός, ὄχι διότι θέλησε να καταργήσει τον  Συνοδικὸ Θεσμό στὴν Ἐκκλησία Του, ποὺ λειτούργησε ἐπὶ αἰῶνες στὴν ἐποχὴ τῆς βυζαντινῆς περιόδου, οὔτε πάλι διότι δὲν εἶναι ἀναγκαία ἡ σύγκληση μιᾶς νέας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ θὰ ἀνακεφαλαίωνε τὴν Πίστη τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικῆς Ἐκκλησίας μας, θὰ ἀνανέωνε τὴν καταδίκη του ἀμετανόητου Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ καὶ θὰ καταδίκαζε ἐπὶ πλέον ὅλες τὶς νεοφανεῖς αἱρέσεις στὶς ὁποῖες ἀναφερθήκαμε προηγουμένως. Ἀλλὰ διότι, οἱ προσπάθειες τῶν οἰκουμενιστῶν οἰκοδομήθηκαν πάνω σε σαθρὰ οἰκουμενιστικὰ θεμέλια. Διαποτίσθηκαν ἔντονα ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ ἰδεολογία καὶ πρακτικὴ τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Στηρίχθηκαν σὲ σχέδια καὶ καινοτομίες ξένες πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες. Προωθήθηκαν ἀπὸ πρόσωπα, ποὺ ὑπῆρξαν θερμοὶ θιασῶτες τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁρισμένα δε ἐξ αὐτῶν, ὅπως οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες Μελέτιος (Μεταξάκης) καὶ Ἀθηναγόρας (Σπύρου), ὑπῆρξαν μέλη τῆς σατανοκίνητης Μασονίας, γεγονός ποὺ προκαλεῖ φρίκη καὶ μόνο στὸ ἄκουσμα! Πῶς λοιπὸν ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει μιὰ τέτοια προσπάθεια;

Κατακλείοντας τὴν παροῦσα μελέτη μας, ἐπαναλαμβάνουμε τὴν προφητικὴ ρήση τοῦ Ὁσίου Πατρὸς Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς,  τὴν ἀναφερόμενη στὴ σύγκληση Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου: «Ἡ παροῦσα στιγμὴ εἶναι ἡ πλέον ἀκατάλληλος εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας μας». Διότι ὄχι μόνο δὲν ὑπάρχουν οἱ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις, ἀλλὰ καὶ διότι ἐάν τυχόν ἐπραγματοποιείτο μιά τέτοια Σύνοδος,  δὲν θὰ ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ μιὰ αἱρετικὴ οἰκουμενιστική  ψευδοσύνοδος, χειρότερη καὶ ἀπὸ ἐκείνη τῆς Φεράρας - Φλωρεντίας, μὲ συνέπεια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ νέο σχίσμα, χειρότερο καὶ ἀπὸ ἐκείνο τοῦ παλαιοημερολογητικοῦ. Μελετώντας λοιπὸν τὶς παρακαταθῆκες τῶν ἁγίων ἀνδρῶν τῆς ἐποχῆς μας, ἃς φυλάξουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τοὺς ὅρους τῆς ἀποστολικῆς καὶ ἁγιοπατερικὴς παραδόσεώς μας, καὶ ἃς προσευχόμαστε στὸν Θεὸ νὰ διασκορπίσει τὶς «βουλὲς» τῆς οἰκουμενιστικῆς κακοδοξίας. Καλοῦμε δὲ τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ σὲ διαρκῆ ἐπαγρύπνηση καὶ ἀγωνιστικότητα, ὥστε ἐὰν τελικὰ πραγματοποιηθεῖ καί  ἀποδειχθεῖ ὄντως ψευδοσύνοδος, νὰ μὴν τὴν ἀποδεχθεῖ.

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΩΝ ΔΙΔΥΜΩΝ ΠΥΡΓΩΝ



Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, κ. Δημήτριος, εκπροσώπησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά την Διαθρησκειακή συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στο Μνημείο των Διδύμων Πύργων, στο Σημείο Μηδέν. Μάλιστα, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής διάβασε τους «Μακαρισμούς» στα ελληνικά από το κατά Ματθαίου Ευαγγέλιο.




ΠΗΓΗ: ''ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ''

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος, Ἡ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος πιστὴ διάκονος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. (6ον)





Εν Πειραιεί τη 27η Σεπτεμβρίου 2015.

Ἡ προετοιμαζόμενη Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος πιστὴ διάκονος τοῦ παναιρετικοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
(Προσδοκίες-Ἱστορικὴ πορεία-Γενικὲς Ἐκτιμήσεις-Συμπεράσματα)

(6ον)


Μιὰ ἄλλη θλιβερὴ διαπίστωση, ἀπὸ τὰ μέχρι σήμερα γενόμενα Συνέδρια καὶ Διασκέψεις, εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι τὰ ἐπιλεχθέντα πρόσωπα εἶχαν οἰκουμενιστικὸ φρόνημα καὶ προέρχονταν κατὰ προτίμηση ἀπὸ τὸν ἀκαδημαϊκὸ χῶρο


Ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἐπιλεγέντας ἀντιπροσώπους διέκριναν τοὺς οἰκουμενιστικοὺς στόχους τῶν Διασκέψεων καὶ τόλμησαν νὰ διαφοροποιηθοῦν, ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὶς Διασκέψεις, ἢ παραιτήθηκαν ἀπὸ μόνοι τους. Τὰ οἰκουμενιστικὰ κριτήρια ἐπιλογῆς τῶν προσώπων δείχνουν ἀκόμη κάτι πολύ σημαντικό: ὅτι ἡ λογικοκρατούμενη σκέψη καὶ ἡ ἀκαδημαϊκὴ θεολογία ἔρχονται οὐσιαστικά νὰ ἀντικαταστήσουν τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Παύει δηλαδὴ νὰ προέχει ἡ ἀναζήτηση ἁγίων καὶ θεοφόρων ἀνδρῶν, μὲ θεῖο φωτισμό, μὲ ἀληθινὰ Ὀρθόδοξο, ὁμολογιακὸ-μαρτυρικὸ φρόνημα, καὶ ἀποκλείεται ἡ συμμετοχή τους ἀπὸ τὶς Διασκέψεις, ἐνῶ ἐπιλέγονται  πρόσωπα μὲ πανεπιστημιακὲς ἐπιδόσεις καὶ περγαμηνές, ποὺ ἐμπνέονται καὶ ἐκφράζουν τὸ οἰκουμενιστικὸ πνεῦμα τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ τῆς Νέας Εποχής.
Ἀλλὰ τὸ ἐξ ἴσου θλιβερὸ εἶναι καί τὸ γεγονός, ὅτι ἀκόμη καὶ στὴ μέλλουσα νὰ συγκληθεῖ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο δὲν θὰ συμμετάσχουν ὅλοι οἱ ἐν ἐνεργείᾳ ἐπίσκοποι τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ μόνο ἕνας μικρὸς ἀριθμὸς ἀντιπροσώπων ἀπὸ  κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία. Ἡ τελικὴ ἀπόφαση τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων, (6-9 Μαρτίου 2014), νὰ ἐκπροσωπηθεῖ ἡ κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία μὲ ἕνα πολὺ περιορισμένο ἀριθμὸ μελῶν, (24 μέλη), καὶ ἡ κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία νὰ ἔχει δικαίωμα μόνο μιᾶς ψήφου, ἀποτελεῖ πρωτοφανῆ καινοτομία, ξένη πρὸς τὴν ἀρχαία παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
Καὶ γεννῶνται εὔλογα τὰ ἐρωτήματα: Πότε στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἀποκλείσθηκαν κανονικοὶ ἐπίσκοποι ἀπὸ Τοπική, ἢ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο; Ἂν στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ἐφαρμοζόταν τὸ σύστημα τῶν ἀντιπροσωπειῶν τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, τότε οἱ αἱρετικοὶ ἀρχιεπίσκοποι θὰ ἔστελναν ὡς ἀντιπροσώπους τοὺς ὁμόφρονές τους ἐπισκόπους καὶ θὰ ἐπικρατοῦσε ἡ πλάνη. Ἀλλὰ καὶ μὲ ποιά κριτήρια θὰ ἐπιλεγοῦν οἱ ἀντιπρόσωποι; Θὰ ψηφισθοῦν ἀπὸ τὶς κατὰ τόπους Συνόδους, ἢ θὰ ὁρισθοῦν μὲ κριτήριο τὴν ἐνδοτικότητα σε θέματα πίστεως; 


 Ὅπως ἀναφέραμε, κατάλογος τῶν θεμάτων, ποὺ κατήρτισε Προπαρασκευαστικὴ Διορθόδοξος Ἐπιτροπὴ τοῦ 1930, ἀναθεωρήθηκε ἀπὸ τὴν Α΄ Πανορθόδοξο Διάσκεψη τοῦ 1961, ὁποία κατήρτισε νέο κατάλογο, ποὺ καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του ἀναθεωρήθηκε μὲ νέο κατάλογο, πιὸ συνεπτυγμένο, ἀπὸ τὴν Α΄ Προσυνοδικὴ Πανορθόδοξο Διάσκεψη τοῦ 1976. Ἀπὸ τὰ δέκα θέματα τοῦ καταλόγου αὐτοῦ, τὰ τέσσερα πρῶτα, δηλαδή: Ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά, τὸ Αὐτοκέφαλον καὶ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ, τὸ Αὐτόνομον καὶ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ καὶ τὰ Δίπτυχα, ἀναφέρονται στὶς διορθόδοξες σχέσεις και στὴν διορθόδοξη ἑνότητα, καὶ ἀποσκοποῦν στὴν ἐπίλυση ζητημάτων ποὺ σχετίζονται μὲ τὶς κατὰ τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες· Τὰ τρία ἑπόμενα: Τὸ ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἡμερολογίου, κωλύματα γάμου, ἀναπροσαρμογὴ τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων, ἀφοροῦν σὲ ζητήματα ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας καὶ πρακτικὰ προβλήματα ποιμαντικῆς φύσεως· τὰ δύο ἑπόμενα: Σχέσεις Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον καὶ Ὀρθοδοξία καὶ Οἰκουμενικὴ Κίνησις, ἀναφέρονται στὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ τὶς χριστιανικὲς αἱρέσεις καὶ στὴν προώθηση τῆς παγχριστιανικῆς ἑνότητος, μὲ βάση τὶς ἀρχές τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τὸ τελευταῖο ἀπὸ τὰ θέματα: Συμβολὴ τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τὴν ἐπικράτησιν τῶν χριστιανικῶν ἰδεωδῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀδελφοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν λαῶν, καὶ ἄρσιν τῶν φυλετικῶν διακρίσεων, ἀφορᾶ στὴν προώθηση τῶν Διαθρησκειακῶν Διαλόγων στὰ πλαίσια τοῦ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μὲ ἀπώτερο στόχο τὴν οἰκουμενιστικοῦ τύπου «πανθρησκειακὴ ἑνότητα».
Ἀπὸ τὰ παρὰ πάνω θέματα, τὰ τέσσερα πρῶτα ὑπῆρξαν τὰ πιὸ ἀκανθώδη καὶ δυσεπίλυτα, καὶ προκάλεσαν τὶς περισσότερεςδιαφωνίες, (ἰδίως μεταξύ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας), ἐξακολουθοῦν δέ ἐν πολλοῖς, μὲ ἐξαίρεση ἴσως αὐτὸ τῆς Διασπορᾶς, νά παραμένουν ἄλυτα μέχρι σήμερα, παρὰ τὶς μέχρι τώρα γενόμενες συζητήσεις καὶ προταθεῖσες λύσεις. Καὶ ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται δὲν πρόκειται νὰ βρεθεῖ λύση, ἂν δὲν γίνουν ἀμοιβαῖες ὑποχωρήσεις.
Τὸ ζήτημα τοῦ ἡμερολογίου ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει μέχρι σήμερα μιὰ ἀνοικτὴ πληγὴ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ προκλήθηκε  ἀπὸ τὴν ὅλως ἄκριτη, ἐπιπόλαιη καὶ βεβιασμένη ἐνέργεια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νὰ υἱοθετήσει τὸ νέο ἡμερολόγιο,συμπαρασύροντας καὶ ὁρισμένες τοπικὲς Ἐκκλησίες, χωρὶς τὴν ὁμόφωνη γνώμη ὅλων τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργήσει σχίσματα καὶ διαιρέσεις στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὰ ζητήματα τῶν κωλυμάτων τοῦ γάμου, καὶ τῆς ἀναπροσαρμογῆς τῶν περὶ νηστείας ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων, ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἤδη ἀποφανθεῖ μὲ ἱεροὺς κανόνες Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι, ἐπειδὴ ἔχουν διαχρονικὸ χαρακτήρα, δὲν ἐπιδέχονται τροποποιήσεις καὶ ἀλλαγές.
Τὰ τρία τελευταῖα θέματα, ποὺ ἔχουν ἐμφανῆ καὶ ἔντονο οἰκουμενιστικὸ χαρακτήρα, ἀποσκοποῦν στὴν ἑδραίωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ Διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Γιὰ τὴν ἐπίτευξή τους τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο κινήθηκε πάνω σὲ δύο βασικοὺς ἄξονες: α) Στὴν προώθηση τῶν Διαλόγων μἐ τὶς διάφορες χριστιανικὲς ὁμολογίες-αἱρέσεις, μὲ σκοπὸ τὴν οἰκουμενιστικοῦ τύπου ἕνωση μὲ βάση τὶς ἀναπτυχθεῖσες αἱρετικὲς θεωρίες καὶ ἰδίως τοῦ δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ καὶ τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας, καὶ β) στὴν προετοιμασία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, ἡ ὁποία θὰ προσέδιδε τὸ ἀπαιτούμενο ἐκκλησιαστικὸ κῦρος καὶ νομιμότητα στὴν ἐπιχειρούμενη διά μέσου τῶν διαλόγων ἕνωση τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὶς χριστιανικὲς ὁμολογίες-αἱρέσεις χωρὶς δογματικὴ συμφωνία καὶ ἐπιστροφὴ στὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ προδοτικὲς ἄλλωστε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία συμφωνίες στὸ Διάλογο μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν, ποὺ ἐπιχειρήθηκαν στὴν 7η Γενικὴ Συνέλευση τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς στὸ Balamand, τὸ 1993, καὶ οἱ ἐξ ἴσου προδοτικὲς συμφωνίες στὸ Διάλογο μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Προτεσταντῶν στὰ πλαίσια τῆς 9ης Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Π.Σ.Ε., ποὺ ἐπιχειρήθηκαν στὸ Porto Alegre τῆς Βραζιλίας, τὸ 2006, ἐπιβεβαιώνουν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές.
Μιὰ πολὺ βασικὴ διαπίστωση, σχετικὰ μὲ τὸ περιεχόμενο τῆς θεματολογίας τοῦ παρὰ πάνω καταλόγου, εἶναι ἡ παντελὴς ἀπουσία φλεγόντων ζητημάτων δογματικῆς φύσεως καὶ ἡ  παντελὴς ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος καὶ μερίμνης γιὰ τὴν καταπολέμηση τῶν ποικίλων συγχρόνων αἱρέσεων, ποὺ μαστίζουν τὴν Ἐκκλησία. Στὶς ἀρχαῖες Οἰκουμενικὲς Συνόδους, βασικὴ μέριμνα τῶν ἁγίων Πατέρων, ποὺ συγκροτοῦσαν τὶς Συνόδους, ἦταν κατὰ πρῶτο λόγο ἡ καταπολέμηση καὶ ἐξουδετέρωση τῶν αἱρέσεων, ποὺ ἐμφανιζόταν στὴν ἐποχή τους, καὶ κατὰ δεύτερο λόγο ἡ ρύθμιση τῶν ἄλλων ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων. Συνεπῶς καὶ στὴν ἐποχή μας, ἡ πρώτη καὶ βασικὴ μέριμνα τῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἡ καταπολέμηση τῶν ποικίλων συγχρόνων αἱρέσεων, ὅπως εἶναι ὁ Παπισμός, ὁ ὁποῖος παρὰ τοὺς Διαλόγους ἐξακολουθεῖ μέχρι σήμερα νὰ ἐμμένει στὴν πλάνη  καὶ νὰ ἀσκεῖ δόλιο προσηλυτισμὸ εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ ὁ Προτεσταντισμός, ὁ Χιλιασμός, ὁ Μαρξισμὸς καὶ ἡ λοιπὴ Ἀθεΐα,  ὅπως εἶναι ὁ Νεοπαγανισμός, ἡ Μασονία, ὁ Διεθνὴς Σιωνισμός, ἡ Θεοσοφία καὶ ἡ Νέα Ἐποχή, τὸ Ἰσλάμ, οἱ Σέκτες, οἱ Καταστροφικὲς Λατρεῖες, ὁ Νεοσατανισμός, ἀλλὰ καὶ ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ οἱ ἄλλες πλάνες τῆς «κενῆς ἀπάτης» αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἡ προρρηθεῖσα Σύνοδος, καθ’ ὅσον δὲν προτάσσει καὶ δὲν προτίθεται νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὰ μνημονευθέντα θέματα πίστεως καὶ αἱρέσεων, ἐπ’ οὐδενὶ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἀληθὴς Ὀρθόδοξος Σύνοδος καὶ συνέχεια τῶν ἀρχαίων μεγάλων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, μὲ συνέπεια νὰ ἀπορριφθεῖ ὡς Ψευδοσύνοδος ἀπό τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.[1]


  Ἕνα ἄλλο πρωταρχικῆς σημασίας ζήτημα, μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχοληθήκαμε καὶ σὲ παλαιότερες δημοσιεύσεις μας, εἶναι τὸ ζήτημα τῆς ἐν τῇ μελλούσῃ Συνόδῳ ἐπισήμου ἀνακηρύξεως καὶ ἀναγνωρίσεως: α) τῆς ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου συγκληθείσης Συνόδου, τὸ 879-880, ὡς Η΄ Οἰκουμενικῆς καὶ β) τῆς ἐπὶ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ συγκληθείσης Συνόδου, τὸ 1351, ὡς Θ΄ Οἰκουμενικῆς.
Ἀμφότερες οἱ Σύνοδοι αὐτὲς ἔχουν ὅλα ἐκεῖνα τὰ στοιχεῖα καὶ τὶς προϋποθέσεις, ποὺ ἀπαιτοῦνται, γιὰ νὰ θεωρηθοῦν ὡς Οἰκουμενικές, ὅπως κατέδειξαν σχετικὲς μελέτες τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου καὶ Γόρτυνος κ. Ἱερεμίου. Σχετικὸ αἴτημα τῶν παρὰ πάνω ἱεραρχῶν γιὰ Συνοδικὴ ἐξέταση τοῦ θέματος ἀπὸ τή Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, μὲ βάση τὶς εἰσηγήσεις τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου καὶ Γόρτυνος κ. Ἱερεμίου, τελικὰ ἀπερρίφθη καὶ δὲν συζητήθηκε, μὲ τὴν πρόφαση, ὅτι ἡ τοπικὴ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἀναρμοδία νὰ εἰσηγηθεῖ τὴ συμπερίληψη στὴν ἡμερησία διάταξη τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τέτοιου θέματος. Ἡ πραγματικὴ ὅμως αἰτία εἶναι ἄλλη· ὅπως σημειώνει σὲ σχετικὸ ἄρθρο του ὁ Σεβασμιώτατος κ. Σεραφείμ: «Εἶναι προφανὲς καὶ πρόδηλο ὅτι ἡ μὴ τυπικὴ ἀναγνώριση γίνεται γιὰ νὰ μὴ “λυπηθοῦν” οἱ ἀντιθέως καὶ δαιμονιωδῶς καθυβρίζοντες τοὺς Ἁγίους προεξάρχοντας τῶν δύο Οἰκουμενικῶν Συνόδων Ἱερὸ καὶ Μέγα Φώτιο καὶ Ἅγιο Γρηγόριο Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τὸν Παλαμᾶ ὡς δῆθεν αἱρεσιάρχας, ὅπως αὐταποδείκτως προκύπτει ἀπὸ τὴν “Δογματικὴ διδασκαλία” τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς παρασυναγωγῆς».[2] Ἐπὶ πλέον μάλιστα καὶ γιὰ νὰ μὴ λυπηθοῦν οἱ Οἱκουμενιστὲς ἀρχιερεῖς, οἱ προωθοῦντες τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τόσο οἱ ἀνήκοντες στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ὅσο καὶ οἱ ἀνήκοντες στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Διότι γνωρίζουν πολὺ καλὰ οἱ ἐν λόγῳ Οἰκουμενιστὲς ἀρχιερεῖς, ὅτι μιὰ τέτοια ἀναγνώριση θὰ σημάνει τὸ ὁριστικὸ τέλος τῶν Διαλόγων μὲ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ παρασυναγωγή. Περὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ σημειώνει σὲ πρόσφατη δημοσίευσή του καὶ ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός: «Ἑτοιμάζεται αὐτὴ ἡ Σύνοδος, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει, ὅπως διαβάζουμε καὶ ὅπως βλέπουμε, στὴν ἀποδοχὴ τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ ὡς αὐθεντικῶν χριστιανισμῶν. Αὐτὸ εἶναι τὸ τραγικό. Εὔχομαι νὰ μὴν γίνει ποτέ. Ἀλλὰ ἐκεῖ ὁδηγοῦνται τὰ πράγματα. Ἐὰν λοιπὸν συνέλθει ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, ποὺ θὰ ἔχει τὸν χαρακτήρα γιὰ μᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐὰν συνέλθει καὶ δὲν δεχθεῖ μεταξὺ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τὴν Η΄ καὶ τὴν Θ΄, θὰ εἶναι ψευδοσύνοδος . . . Ἡ μέλλουσα νὰ συνέλθει λοιπὸν  Πανορθόδοξος Σύνοδος θὰ κριθεῖ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ἐὰν παρακάμψει αὐτὲς τὶς δύο Συνόδους, ποὺ τοποθετοῦν τὴν Ὀρθοδοξία ἀπέναντι στὸν Δυτικὸ Χριστιανισμό».[3](Συνεχίζεται).



[1] Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι μία ἀπὸ τὶς κατευθυντήριες γραμμές ποὺ  ἐδόθησαν στὶς ἐργασίες τῆς Α΄ Πανορθοδόξου Προσυνοδικῆς  Διασκέψεως (1976), ἦταν ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος νὰ ἀσχοληθεῖ  «μὲ περιωρισμένον ἀριθμόν θεμάτων καὶ δὴ οὐχὶ ἀμιγῶς δογματικῆς καὶ θεωρητικῆς φύσεως», καθόσον «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ἔχει  ἀνάγκην νέας Ὁμολογίας πίστεως» (Γραμματεία ἐπὶ τῆς  προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας, ΣΥΝΟΔΙΚΑ  ΙΙ, ……….ο.π. , σελ. 42).
[2]Βλ. Ανακοινωθέν του Μητροπολίτου Πειραιώς Σεραφείμ, με τίτλο «Ἀπάντησις στόν Αἰδεσιμ. Πρωτοπρ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου π. Γεώργιον Τσέτσην» (30.1.2014), δημοσιευθέν σε θρησκευτικά ιστολόγια.
[3]Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁμοτ. Καθηγητοὺ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς Πατέρας τῆς Θ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Ἱερὰ Μονὴ Μεγάλου Μετεώρου 2009, σελ. 28-29.