Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Εκπρόσωπος Ουκρανικής Εκκλησίας για την Πανορθόδοξη: Υπάρχουν φήμες για αλλαγές στο δόγμα!

Τον έντονο προβληματισμό του για το σκοπό και τις προθέσεις της Πανορθόδοξης Συνόδου εξέφρασε σύμφωνα με πληροφορίες του ΕΚΚΛΗΣΙΑonline ο επικεφαλής του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων της κανονικής Ουκρανικής Εκκλησίας,  Μητροπολίτης Mitrofan (YURCHUK) 
Μιλώντας για τις πρόσφατες προπαρασκευαστικές συναντήσεις εργασίας μεταξύ των εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών έκανε λόγο για θεμελιώδεις διαφορές απόψεων σχετικά με τις αρχές που θα διέπουν την Πανορθόδοξη Σύνοδο και τις αποφάσεις που θα ληφθούν σε αυτή.
"Βασικά είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι εξακολουθεί να μην υπάρχει συναίνεση μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών για θέματα που σχετίζονται με το εορτολόγιο, την Ορθόδοξη Διασπορά, τα εμπόδια στην θρησκευτικών γάμων. Επίσης, περί του εγγράφου που συντάχθηκε και αφορά στην αποστολή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο. Το έγγραφο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά συναίνεση όσον αφορά το περιεχόμενό του δεν υπάρχει ακόμη", - είπε ο Μητροπολίτης Mitrofan.
Σύμφωνα με τον Επίσκοπο, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει και την ανησυχία της και για φήμες που διαδίδονται μεταξύ των πιστών ότι σε αυτή τη Πανορθόδοξη Σύνοδο θα εγκριθούν αλλαγές στο δόγμα.
"Πολλοί άνθρωποι αποστέλλουν στον Μακαριώτατο Μητροπολίτη Ονούφριο διάφορες ερωτήσεις του γι 'αυτό. Ως εκ τούτου, η Σύνοδος θεώρησε καθήκον της να ηρεμήσει το ποίμνιο, και συνάμα απευθύνεται σε εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την προετοιμασία του Συμβουλίου, ζητώντας να γίνουν όλα στο πλαίσιο της προετοιμασίας σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα", - δήλωσε ο επικεφαλής του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (UOC).

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

Ο Μητροπολίτης Ελπιδοφόρος της Προύσας και γραμματέας της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, παρακολούθησε τη Θεία Λειτουργία στον ουνίτικο (Arbereshe) Καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου



Την Κυριακή, 25 Οκτωβρίου του 2015, Ο Μητροπολίτης  Ελπιδοφόρος της Προύσας  και γραμματέας της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, παρακολούθησε τη Θεία Λειτουργία στον ουνίτικο (Arbereshe) Καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου των Μύρων Lungro (Επαρχία Cosenza - Καλαβρία - Ιταλία)!!!!!!!




ΠΗΓΗ ''ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ''

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΠΑΣΧΑ!

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ COPTIC SOLIDARITY:

Ο Πάπας Francis έχει συμφωνήσει με την πρόταση που του εγινε πέρυσι από τον Κοπτη Ορθόδοξο Πατριαρχη Tawadros ΙΙ για την ενοποίηση της ημερομηνίας του Πάσχα, έτσι ώστε οι χριστιανικές Εκκλησίες σε όλο τον κόσμο να γιορτάσουν την Ανάσταση του Χριστού την ίδια ημερομηνία. Η πρόταση έχει ήδη γίνει δεκτή από τον κοπτη Aphrem ΙΙ Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο.

Η πρόταση εμπίπτει στις κοινές προσπάθειες του ΚΟΠΤΗ πατριαρχη Πάπα Tawadros και του Πάπα Francis να εργαστούν προς την ενοποίηση της Εκκλησίας. Ο κοπτης πατριαρχης  Tawadros πρότεινε την  δεύτερη Κυριακή του Απριλίου για να γιορτάσουν απο κοινού το Πάσχα.





ΠΗΓΗ : ''ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ''

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Στις φλόγες της πίστης,της αγάπης,της προσευχής…( τρεις ιστορίες από τα Χριστούγεννα της Κατοχής)

Τρεις αληθινές ιστορίες Ορθοδόξων Χριστιανών 

που συνεχώς προσηύχοντο κι αγρυπνούσαν


Η γιαγιά μέσα στις φλόγες!


Μια κυρία μου διηγείτο, όταν ήτο επτά χρονών περίπου, συνέβη κάτι το συνταρακτικό την παραμονή των Χριστουγέννων.

Σε μια επαρχιακή πόλη της Μακεδονίας, στη μαύρη και φοβερή Κατοχή του ’41 με ’42, όπου οι εκτελέσεις και οι σφαγές των αθώων ανθρώπων ήσαν ανελέητες και αθρόες, οι φυλακίσεις και οι εξορίες φοβερές, το ξύλο και τα βασανιστήρια τρομακτικά, και η πείνα ως γνωστόν θέριζε τους πάντες. Σε όλα αυτά δυστυχώς έχω και γω προσωπική πείρα διότι πολλά είδαν τότε τα παιδικά μου μάτια.
Η οικογένεια της κυρίας αυτής όταν ήτο παιδούλα, ήτο πολύ ευσεβής και ακόμα ευσεβέστεροι ο παππούς και η γιαγιά. Άνθρωποι της πολλής προσευχής και της πολλής ελεημοσύνης.
Το βράδυ που ξημέρωνε Χριστούγεννα, η πεντάχρονη αδελφή της ξύπνησε και της ζήτησε να βγουν έξω στην αυλή, για να πάει στην τουαλέτα. Δυστυχώς εκείνη την εποχή οι τουαλέτες ήσαν έξω στις αυλές. Έξι παιδιά κοιμόντουσαν όλα κάτω στο πάτωμα, στρωματσάδα, – δεν υπήρχαν κρεβάτια και πούπουλα και παπλώματα σαν τα σημερινά.
Σιγά σιγά βγήκαν έξω στο μικρό διάδρομο. Απέναντί τους ήταν το δωμάτιο του παππού και της γιαγιάς.
Ξαφνιάστηκαν όμως γιατί είδαν, έντονο φως να βγαίνει από τις χαραμάδες και από τα πολλά ανοίγματα της σαραβαλιασμένης πόρτας. Πλησίασαν πιο κοντά και είδαν έντρομοι τη γιαγιά τους τυλιγμένη στις φλόγες. Άρχισαν να τσιρίζουν δυνατά, και η μεγάλη να φωνάζει:
– Φωτιά, φωτιά, η γιαγιά καίγεται!
Ξύπνησαν βέβαια όπως ήταν επόμενο όλοι, και πρώτοι έτρεξαν οι γονείς, οι οποίοι άνοιξαν την πόρτα, κοίταξαν μέσα, και ύστερα την έκλεισαν απαλά και σιγά σιγά. Γύρισαν στα παιδιά και τους είπαν:
– Μη φοβάστε, δεν είναι φωτιά.
Και με σιγανή φωνή είπε ο πατέρας στα παιδιά του:
– Αυτό που είδατε παιδιά μου, δεν είναι φωτιές. Είναι οι φλόγες του Αγίου Πνεύματος που μοιάζουν με φωτιές. Για κοιτάξτε τώρα… Σιγά σιγά σβήνουν. Έτσι γίνεται πάντοτε. Όταν η γιαγιά και ο παππούς προσεύχονται και μάλιστα τις πιο πολλές φορές όλη τη νύχτα. Διότι αν δεν ηπροσηύχονταν τόσο πολύ, ο παππούς και η γιαγιά, όπως και ποιος ξέρει, πόσοι άλλοι άγνωστοι χριστιανοί, δεν θα μας είχαν πετσοκόψει όλους τα Βουλγαρικά τότε στρατεύματα κατοχής. Από τέτοιες προσευχές και αγρυπνίες δεν θα αφήσει να χαθεί ποτέ η Ελλάδα η πατρίδα μας, ούτε και η Ορθοδοξία.
«Αυτά ήσαν τα λόγια του πατέρα μας, την αξέχαστη εκείνη νύχτα των Χριστουγέννων», μου είπε η κυρία και συνέχισε λέγοντας:
«Πολλές φορές από τότε, είδα τον παππού και τη γιαγιά να προσεύχονται όλη την νύχτα. Και όσες φορές επέτρεψε ο Θεός, στην παιδική μου τότε αθωότητα, έβλεπα να καίγονται σαν λαμπάδες από τις φλόγες της Πεντηκοστής. Έτσι μας έμαθαν να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οι γονείς μας. Με προσευχή και με Δοξολογία. Με εκκλησιασμό και Θεία Κοινωνία».
Και η κυρία αναλύθηκε σε λυγμούς.

Και τώρα να σας ρωτήσω χριστιανοί μου.
Ποιος άραγε από μας τους σημερινούς χριστιανούς, περιμένει τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά το βράδυ με προσευχή;

Πόσοι και πόσοι από τους σημερινούς παππούδες και γιαγιάδες, σηκώνονται για να προσευχηθούν κατά την διάρκειαν της νύχτας; Να ανάψουν το καντήλι και να θυμιατίσουν;

Πόσοι γονείς και πόσοι πατέρες και μητέρες αγρυπνούν την νύχτα για να κάνουν μετάνοιες, σταυρωτά κομποσχοίνια, να κλάψουν, να συντριβούν και να προσευχηθούν πολύ;

Αλήθεια, πόσοι από τους σημερινούς Νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς που έχουν άλλοι παιδιά, και άλλοι παιδιά και εγγόνια, πονάνε, κλαίνε και αγρυπνούν, έστω για μια ώρα, για το ηθικό κατρακύλισμα των παιδιών μας, για την διαφθορά και τις εκτρώσεις, για την αναρχία και τα ναρκωτικά, για τα εύκολα διαζύγια, και τα νόθα παιδιά, για τις αιρέσεις και τα σκάνδαλα, που κλονίζουν κάθε τόσο χιλιάδες αδύνατες ψυχούλες;

Πόσοι αλήθεια χριστιανοί αγρυπνούν σήμερα;

Όχι αδελφοί μου. Δυστυχώς σήμερα οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν προσεύχονται. Καιόμως περνούν ατέλειωτες ώρες μπροστά στην τηλεόραση. Άντρες, γυναίκες και παιδιά, παππούδες και γιαγιάδες, όλοι χαζεύουν και αποβλακώνονται και διαστρέφονται μπροστά σ’ αυτό το διαβολοκούτι. Έτσι όχι μόνον δεν προσεύχονται και δεν αγρυπνούν οι Νεοέλληνες σήμερα Ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά ούτε και εγκρατεύονται. Δεν νηστεύουν! Και αν δεν μπορούν λόγω υγείας, δεν νηστεύουν τουλάχιστον στις αισθήσεις τους. Δε νηστεύουν με τη γλώσσα τους. Δε θυμιατίζουν το σπίτι πρωί και βράδυ, δεν μελετάνε Αγία Γραφή, δεν κάνουν προσευχή στο τραπέζι, δεν εκκλησιάζονται κάθε Κυριακή τουλάχιστον ένας από κάθε οικογένεια. Δεν εξομολογούνται. Δε συμμετέχουν στην Θεία Κοινωνία. Δεν σέβονται τις παραδόσεις. Δεν τηρούν τις Ευαγγελικές εντολές και δεν πολεμούν τα πάθη και τόσα άλλα.

Και επειδή ακριβώς δεν σηκώνουμε τα χέρια μας κάθε βράδυ στο Χριστό με καθαρή καρδιά, γι’ αυτό και βλέπουμε τόσα ερείπια και τόσα ηθικά ναυάγια να συσσωρεύονται γύρω μας.
Πάμε δυστυχώς κάθε μέρα απ’ το κακό στο χειρότερο…
Ο Θεός να μας λυπηθεί.


_MG_0577


Γεμάτα τα ράφια με ψωμί, τυρί και λάδι!…


Η δεύτερη ιστορία από την ίδια κυρία.
Η γιαγιά και ο παππούς όπως και οι γονείς των ήσαν πολύ ελεήμονες. Ελεούσαν τους πάντες, όσους ζητούσαν βοήθεια, στα μαύρα εκείνα χρόνια της Κατοχής. Ήσαν φτωχοί. Αλλά ελεούσαν όμως, όπως και όσο μπορούσαν.
Κάποτε πέρασαν από την γειτονιά τους δυο τρείς ρακένδυτοι ζητιάνοι. Φαινόντουσαν όμως πολύ καθαρά ότι ήσαν και άρρωστοι. Τα χέρια, τα πόδια και το πρόσωπό τους, ήταν γεμάτο πληγές και πύον. Ήσαν μάλλον λεπροί. Γι’ αυτό και όλοι τους έκλειναν τις πόρτες. Όπως και στη γειτονιά τους.
Εκείνη την ώρα έφτανε ο παππούς που ήταν κάπου έξω, και είδε και είχε ακούσει τι είχε γίνει. Τους φώναξε, τους έβαλε στην αυλή γιατί ήταν καλοκαίρι, και με τη βοήθεια της γυναίκας του, της γιαγιάς, έπλεναν τις πληγές και το πύον, κατόπιν τους τάισαν, με ψωμί και ελιές και τους έδωσαν και το λίγο τυράκι που είχε απομείνει. Φεύγοντας τους έδωσαν και ένα μπουκάλι λάδι, το τελευταίο που υπήρχε απομείνει στο φτωχό ράφι της κουζίνας.
Τα παιδιά του βέβαια μουρμούριζαν όλα. Τα παντρεμένα παιδιά εννοώ.
– Και τώρα τι θα γίνει; Πώς θα ταΐσουμε τα μωρά μας; Τι θα δώσουμε στα παιδιά μας;
Και η απάντησις του παππού.
Έχει ο Θεός!… Έχει ο Θεός.
«Έχει ο Θεός». Το πίστευε αυτό. Εμείς το λέμε αλλά δεν το πιστεύουμε.
Και ξεπροβόδησε τους τρείς αυτούς λεπρούς.
Οι γείτονες βγήκαν στις πόρτες, και άρχισαν να τον κακίζουν και να τον κατηγορούν. Όχι μόνον για την αδιακρισία του, όπως έλεγαν, αλλά γιατί μπορούσε και αυτός να κολλήσει αρρώστιες …
– Και μας θα μας κολλήσεις, του έλεγαν συνεχώς. Φτάνει που θα αφήσεις και τα παιδιά σου νηστικά.
Μπροστά σ’ αυτή τη διαγωγή, και του παππού βέβαια, και της γιαγιάς, όλοι είχαν μείνει, όλοι, με ανοιχτό το στόμα. Ο παππούς δεν είπε τίποτα. Έκανε το σταυρό του και μπήκε μέσα στο σπίτι.
Και σε λίγο βγήκε τρέχοντας! Τρέχοντας και φωνάζοντας:
– Τρέξτε παιδιά μου, τρέξτε γείτονες! Όλα τα ράφια είναι γεμάτα και από ψωμιά!, και από τυρί!, και λάδια! … Ο Θεός έκανε το θαύμα Του. Ο Θεός ελεεί τους πιστούς του δούλους Του. Ελάτε να πάρετε όλοι σας.

Ναι χριστιανοί μου. Ο Θεός, έκαμε το θαύμα του, όπως το κάνει και κάθε μέρα σε όλους εκείνους που ελεούν με όλη τους την καρδιά. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός». Και άλλωστε βεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος ότι μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται.
Και τώρα σας ρωτώ χριστιανοί μου:
Είμαστε εμείς ελεήμονες; Δυστυχώς οι περισσότεροι από τους Νεοέλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς δεν είναι. Ελεήμονες σαν τον παππού και σαν τη γιαγιά, με αυτόν τον τρόπο εννοώ ελεήμονες. Δυστυχώς εμείς είμαστε οι κασιάρηδες. Άκαρδοι, άσπλαχνοι και τσιγκούνηδες. Και δεν ήσαν μόνο τα γερόντια αυτά, άνθρωποι της προσευχής, της αγρυπνίας και της ελεημοσύνης, αλλά ήσαν και σωστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, διότι τηρούσαν τις αργίες και τις νηστείες, έστω και στα γερατιά τους. Εκκλησιάζονταν κάθε Κυριακή και τις μεγάλες γιορτές. Εξομολογούντο και κοινωνούσαν των θείων μυστηρίων τακτικά. Έκαμαν πνευματικό αγώνα τη νύχτα και είχαν φόβον Θεού και πολλή αγάπη.




Ο ξένος που βοήθησε τον παππού με τα ξύλα…


Τρίτη ιστορία από την ίδια κυρία.
Ο χειμώνας βαρύς. Το χιόνι πολύ, και το κρύο τσουχτερό. Τα περισσότερα σπίτια ήσαν παγωμένα από την έλλειψη φωτιάς – και αυτό το έζησα παιδί.
Στο σπίτι για το οποίο μιλάμε είχε πέσει μεγάλη αρρώστια. Αφενός μεν από δυσεντερία, αφετέρου δε από ελονοσία. Μικροί και μεγάλοι στρωματσάδα, οι μόνοι όρθιοι που είχαν μείνει ήταν ο παππούς και η γιαγιά.
Ένα πρωί λέγει ο παππούς:
– Θα πάω να φέρω ξύλα από το απέναντι δάσος.
– Που θα πας ευλογημένε, του λέει η γιαγιά, γέρος άνθρωπος; Το δάσος απέχει δύο ώρες, εσύ θα κάνεις τρείς. Και πόσα ξύλα μπορείς να φέρεις εσύ, γέρος άνθρωπος; Ύστερα θα σε πιάσουν και οι Βούλγαροι.. Πού πάς;
– Όχι, θα πάω.
Έκανε την προσευχή του, αφού την είχε κάνει και όλη τη νύχτα. Έκανε το σταυρό του, και ξεκίνησε.
Πέρασε το μεσημέρι, κόντευε έτσι απόγευμα, τρείς – τέσσερεις, και δεν είχε φανεί. Έβγαινε η γιαγιά κάθε τόσο και κοίταζε στο βάθος του χωραφόδρομου.
Σε λίγο περνάει ένας γείτονας φορτωμένος στην πλάτη με λίγα ξύλα.
– Έρχεται, της λέγει, ο μπάρμπα Μήτσος. Τον βοήθησε πολύ και ένας ξένος.
Τελικά βλέπει η γιαγιά τον παππού μαζί με τον ξένο, να σέρνουν με σχοινιά δυο μεγάλα δένδρα.
Πώς τα είχαν κόψει; Μάλλον ο ξένος θα τάκοψε.
Πλησίασαν, τα έβαλαν εκεί έξω από την αυλή, τους καλωσόρισε η γιαγιά και τους κάλεσε μέσα. Εκείνη θα έκοβε μερικά κλαδιά και θα άναβε την σόμπα, για να ζεσταθούν, και οι άρρωστοι, και ο ξένος, και ο κατάκοπος παππούς.
Μπήκε μέσα ο παππούς, έκατσε σε ένα σκαμνί και λέγει:
– Άντε βρε γυναίκα κάνε λίγο τσάι ζεστό και φέρε λίγο ψωμί.
-Περίμενε, του λέει, ώσπου νάρθει ο ξένος.
– Ποιος ξένος;
– Να, αυτός που έσερνε μαζί σου τα δένδρα.
– Κανένας ξένος δεν ήταν μαζί μου. Μόνος μου έσερνα τα δένδρα.
– Πώς δεν ήταν, του λέει. Αφού σε είδε ο γείτονας. Και μάλιστα να κόβει τα δένδρα. Να τα φορτώνεται μαζί σου, να τα σέρνετε μαζί. Μα σε είδα και γω. Και τον καλωσόρισα και έξω απ’ την αυλή.
– Τι λές βρέ γυναίκα. Μόνος μου ήμουνα.
Και στάθηκε για λίγο.
Ξαφνικά φωτίστηκε το πρόσωπό του και φωνάζει:
– Άγγελος θα ήταν γυναίκα! Άγγελος θα ήταν! Γι’ αυτό λοιπόν τόσο γρήγορα τα τελείωσα και τάσερνα λές και ήταν πούπουλα. Άγγελος θα ήταν! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Έλα τώρα γυναίκα να κάνουμε και εκατό μετάνοιες για να ευχαριστήσουμε τον Θεόν.
Και εκατό μετάνοιες, για να πουν ευχαριστώ στο Θεό. Μάλιστα.



Αυτές είναι οι ζωντανές ιστορίες των αληθινών Ορθοδόξων Χριστιανών.
Αυτή ήταν η Τρίτη ιστορία.
Ιστορίες γεμάτες πίστη! Και αγάπη, και προσφορά και θυσία αλλά και σκέπη αγία του Αγίου μας Θεού.

Χριστιανοί μου, ο Θεός τα πιστά Του παιδιά δεν τα εγκαταλείπει. Τα βοηθάει ποικιλοτρόπως. Τα βοηθάει κάθε μέρα με θαύματα ανεξήγητα. Άλλη φορά φανερά και άλλη φορά κρυφά. Διότι Αυτός είναι η σκέπη μας, η βοήθειά μας, το καταφύγιό μας. […] Αυτός που συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Κάθε φορά που αμαρτάνουμε αλλά και μετανοούμε, που μας ελεεί, που μας αγαπά μέχρι Σταυρού.

Και που θα Τον βρούμε αυτόν τον Χριστόν; Που θα Τον βρούμε; Μα στην Εκκλησία! Στην Ορθόδοξη πίστη, στον εκκλησιασμό και στην Θεία Κοινωνία, στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοση. Στην Ιερά Εξομολόγηση και στα υπόλοιπα των Αγίων Μυστηρίων. Στην προσευχή, στις Ευαγγελικές εντολές, στην ελεημοσύνη, στην αγάπη προς τους εχθρούς, στην ήσυχη συνείδηση, στην ήρεμη καρδιά… Ναι, τον Χριστό θα Τον βρούμε μέσα στις καρδιές μας, διότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί.



ΠΗΓΗ: ''ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ''

Μνήμες από τα Χριστούγεννα της Κατοχής…



Φωτογραφία από:parathyri.blogspot.com


Του Ευαγγέλου Ζύμαρη συνταξιούχου Δασκάλου

Παραμονές Χριστουγέννων.

Ήμουν τότε οκτώμισι χρόνων. Πήγαινα τρίτη δημοτικού, στο τρίτο δημοτικό σχολείο Βουνακιού. Οι μικρομπακάληδες του Φραγκομαχαλά είχαν παραλάβει να μοιράσουν δωρεάν με κουπόνια απορίας, σκουπόσπορο για να κάνουν οι ταλαίπωροι σκλάβοι καμιά μαύρη τηγανίτα, όσοι είχαν λάδι. Δεν θυμούμαι από ποιόν οργανισμό είχε δοθεί.

Κατ` άτομο έδιναν εκατό δράμια (σημερινά 320 γραμμάρια ) αλεύρι κόκκινο, γιατί το σιτάρι και το κριθάρι ήταν δυσεύρετα. Τα είχαν κατάσχει οι Γερμανοί ή τα κατείχαν μερικοί πλούσιοι μαυραγορίτες.

Θυμούμαι και το γράφω για πρώτη φορά, τον πατέρα μου τον συχωρεμένο που μου είπε: Δες να το λες και να το διηγείσαι. Αντί να δώσουν στους ανθρώπους λίγο τυρί ή κρέας μέρες που είναι δίνουν σκουπόσπορο που έτρωγαν τα ζώα…

Κάποια άλλα Χριστούγεννα της κατοχής πριν τις διακοπές (δεν θυμάμαι αν ήταν του 41 ή του 43) το συσσίτιο του σχολείου ήταν πιο πλούσιο. Μας έδωσαν ένα σικλάκι φασολάδα στον κάθε μαθητή (δυο μερίδες ) και το σπουδαιότερο, περίπου μισή οκά (640 γραμμάρια) σύκα ζαχαρένια σαν αυτά που πουλούν τα καταστήματα ξηρών καρπών. Όμως, στη διαδρομή μου για το σπίτι μέσω της οδού Αγίων Αποστόλων λίγα μέτρα πριν την σημερινή κλινική του Αυγουστή, ένας εικοσάχρονος νέος πεινασμένος, μου τ` άρπαξε και εξαφανίστηκε στο στενό. Δεν θα ξεχάσω την πίκρα και τα κλάματά μου. Γιατί εκτός από `μένα περίμεναν κι άλλοι τρεις στο σπίτι (γονείς και μικρή αδελφή), ν` απολαύσουν αυτό το ωραίο γλύκισμα…

Εκείνες τις μέρες ευτυχώς, είχαμε πουλήσει κάποια καλή κουβέρτα για δυο οκάδες κουκιά. Δεν φαντάζεσθε τι συμβούλια επί συμβουλίων έγιναν για το πως να τα απολαύσουμε. Ένα μέλος της οικογένειας έλεγε να τα βράζουμε λίγα-λίγα για να περάσουμε μια εβδομάδα τρώγοντας όποτε πεινούμε ένα πιάτο με πολύ ζουμί. άλλο, να τα φαμε μονομερίς τα μισά τα Χριστούγεννα και τα μισά το Πάσχα. Γιατί ποιος ξέρει αν ξαναβρίσκαμε άλλο τέτοιο κελεπούρι.Τελικά επικράτησε η δεύτερη γνώμη και κάναμε Χριστούγεννα και Πάσχα με κουκιά και μπόλικο λάδι.
Διότι κάναμε το παν να μη στερηθούμε το ευλογημένο λαδάκι. Χωρίς αυτό, (όσοι το στερήθηκαν) πρηζόταν και πέθαιναν με αργό θάνατο. Ενώ έχοντας το λαδάκι με χόρτα ακόμα και με τσουκνίδες ξεγελούσαμε την πείνα μας.

Ήρθαν τα Χριστούγεννα. Με συσκοτισμένα τα σπίτια (βάζοντας στα πορτοπαράθυρα μπλε χαρτί είτε σεντόνια, διαταγή του κατακτητή) περιμέναμε τα λίγα τολμηρά παιδιά, να μας πουν τα κάλαντα. Το φιλοδώρημα που έπαιρναν μ` ευχαρίστηση απ` όσους είχαν, ήταν μια φούχτα τσίκουδα, λίγα κουντουρούδια ή το καλύτερο, λίγα ξερά σύκα.

Που να βρεθούν γλυκά; Από τι αλεύρι; Αφού κι ο καφές που σέρβιραν κάποτε (στους επισκέπτες) ήταν κριθαρίτικος και για ζάχαρη η νοικοκυρά κοπάνιζε χαρούπια και τα ζεματούσε με νερό για να βγάλουν το λίγο μελάκι που είχαν μέσα…

Αυτά τα λίγα περιστατικά, λόγω σεβασμού στο χώρο του εξαίρετου περιοδικού «Δάφνη», επέλεξα απ` τα τόσα παράδοξα που πέρασε η γενιά μας στην κατοχή αυτές τις άγιες μέρες αλλά και όλη την τετραετία της Γερμανικής σκλαβιάς, για να εκτιμούν οι νεώτεροι και προ πάντων τα παιδιά και τα εγγόνια μας τι παράδεισο αφθονίας έχουμε τώρα και να δοξάζουν το Θείο Βρέφος της Βηθλεέμ και Σωτήρα Χριστό που μας χαρίζει την ελευθερία μας με τα πλούσια αγαθά της.

Να τα απολαμβάνουν με αγάπη και χαρά χωρίς να γκρινιάζουν και να εκτιμούν αυτά που έχουν, ευχόμενοι να μην ξαναέλθουν στο λαό μας αλλά και σε κανένα λαό του κόσμου τέτοιες δυσβάσταχτες εποχές δυστυχίας και στέρησης.




ΠΗΓΗ: ''ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ''

“Πώς γλύτωσε το σπίτι μας από την επίταξη των Γερμανών…” (διήγηση για θαυμαστή επέμβαση της Παναγίας


Κυδαθηναίων 9 είναι το σπίτι όπου ζούσε ο Γεώργιος Σεφέρης, όταν ήταν στην Ελλάδα, και από πάνω ζούσε η αδελφή του Ιωάννα με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο Τσάτσο.

Κυδαθηναίων 9 είναι το σπίτι όπου ζούσε ο Γεώργιος Σεφέρης, όταν ήταν στην Ελλάδα, και από πάνω ζούσε η αδελφή του Ιωάννα με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο Τσάτσο.



25 Απρίλη 1943


Πώς χτυπούσαν έτσι τα κουδούνια της πάνω και της κάτω εξώπορτας του σπιτιού. Έτρεξα να ανοίξω η ίδια . Ήταν δυο Γερμανοί αξιωματικοί και ένας Έλληνας. Ο ένας αξιωματικός κρατούσε τυλιγμένο σύρμα στα χέρια του.

-«Θέλομε το σπίτι σου», είπε ξεκάθαρα ο ρωμηός.

Μπήκαν μέσα και προχωρούσαν στα σαλόνια και στα δωμάτια, σαν να ήταν όλα δικά τους. Τους ακολουθούσα, χωρίς να καταλαβαίνω  καλά καλά τι συμβαίνει. Ανέβηκαν στην ταράτσα. Ο αξιωματικός που κρατούσε το σύρμα, έδεσε την μιαν άκρη σε ένα στύλο, κι έριξε το δέμα προς την ταράτσα του πλαϊνού σπιτιού, που ήταν επιταγμένο κι αυτό. Έμοιαζαν ευχαριστημένοι. Τους άρεσε το περιβολάκι. Μου είπαν πως θα έρθουν το απόγευμα μαζί με τους άλλους και έφυγαν.

Έμεινα στήλη άλατος. Και τώρα πού θα πάμε; Τι να μεταφέρω και πού να τα μεταφέρω; Είναι και το σπίτι του πατέρα από κάτω, γεμάτο πράγματα αξίας, σαν μουσείο.

Το κεφάλι μου και η ψυχή μου είναι άδεια.

Εμείς οι γυναίκες έχουμε καμιά φορά ανάποδη ιεραρχία αξιών. Πόλεμος είναι, σκλαβιά, θανατικό, μα το σπίτι είναι σπίτι. Χωρίς αυτό είμαστε γυμνοί, ζητιάνοι.

Τι να κάνω; Νιώθω απόγνωση.

Γονατίζω μπροστά στην Παναγία. Μου φαίνεται πως μαζί με τον Χριστό κρατά την καρδιά μου στα  χέρια Της.

Δεν έφαγα το μεσημέρι. Το κεφάλι μου πονούσε πολύ. Νόμιζα πως είχα πάθει συμφόρηση. Ξάπλωσα μια στιγμή και θα αποκοιμήθηκα βέβαια. Γιατί όνειρο ήταν. Ό,τι με κρατούσε πάνω στην σκληρή, στέρεη γη, είχε σπάσει. Βρέθηκα μόνη μέσα στο δυνατόν αέρα που βούιζε. Τρεμάμενη, στο σκοτεινό διάστημα, ήρθες Εσύ Μεγάλη Σκιά ,να με βοηθήσεις. Κι έβλεπα στρατό, πολύ στρατό να προχωρεί στην οδό Κυδαθηναίων (σ. η οδός όπου βρισκόταν το σπίτι τους). Μια γυναίκα όμως με σκούρα πέπλα άνοιγε τα μπράτσα Της και έκλεινε το δρόμο. Τα μπράτσα Της και τα πέπλα γίνονταν τείχος αδιαπέραστο. Κανείς δεν μπορούσε να εισχωρήσει.

Σηκώθηκα, βαριά, με κόπο, και γονάτισα μπροστά στην εικόνα Της, με μιαν εμπιστοσύνη απέραντης γλύκας. Δεν ξαναφάνηκαν. Και μέσα μου έχω την σιγουριά πώς δεν θα ξαναφανούν.

Από το βιβλίο Φύλλα Κατοχής, της Ιωάννας Τσάτσου, εκδόσεις Εστίας, σ. 89-91





ΠΗΓΗ: ''ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ''

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ ΩΣ ΕΠΙΤΙΜΟΥ ΔΙΔΑΚΤΟΡΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΙΦΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ «ΣΟΦΙΑ»

Με την ευκαιρία της ανάθεσης ως Επίτιμου Διδάκτορα του Πολιτισμού της Ενότητας εις την Αγιότητά Του Βαρθολομαίο Α', Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικού Πατριάρχη, από το Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Σοφία, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω για την πνευματική μου εγγύτητα και απευθύνω τους πιο θερμούς χαιρετισμούς μου σε όλους τους παρόντες.

Στέλνω ειδικούς χαιρετισμούς στον αγαπημένο μου αδελφό Βαρθολομαίο, με τον οποίο μπορώ να ανανεώσω συναισθήματα βαθιά και με ειλικρινή εκτίμηση. Είμαι ικανοποιημένος με αυτό το βραβείο, που, εκτός του ότι είναι μια νόμιμη αναγνώριση της προσήλωσής του στην προώθηση του πολιτισμού της ενότητας, συμβάλλει θετικά στην κοινή διαδρομή των εκκλησιών μας για την πλήρη και ορατή ενότητα, στην οποία τείνουμε με αφοσίωση και επιμονή.
Εύχομαι το Πανεπιστημιακό Ίδρυμα Σοφία, να ακολουθήσει το χάρισμα του Κινήματος Focolare και να παραμένει ανοικτή εις την δράση του Πνεύματος, και να συνεχίσει να είναι ένας τόπος συνάντησης και διαλόγου μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και θρησκειών.
Με τη διαβεβαίωση των προσευχών μου, και σας ζητάω να προσεύχεστε και σεις για μένα, μεταδίδω την ευλογία μου σε όλους τους παρευρισκομένους.
Πάπας Φραγκίσκος



ΠΗΓΗ: http://en.radiovaticana.va/news/2015/10/26/pope_sends_message_as_patriarch_receives_honorary_doctorate/1182240 ΚΑΙ http://fanarion.blogspot.com/feeds/posts/default?alt=rss

Συνάντηση Οικουμενικού Πατριάρχη με τον Καρδινάλιο της Φλωρεντίας





Τη σημασία του διαλόγου στην πορεία της προσέγγισης ανάμεσα στην Ρωμαιοκαθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία υπογράμμισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην ομιλία του κατά τον εσπερινό που τέλεσε, το απόγευμα της Κυριακής, ο Καρδινάλιος της Φλωρεντίας, Τζουζέπε Μπετόρι, στο περίλαμπρο Βαπτιστήριο του Αγίου Ιωάννου με τα περίφημα βυζαντινά ψηφιδωτά.

Στον εσπερινό παρέστησαν οι Μητροπολίτες Γέρων Δέρκων Απόστολος και Ιταλίας Γεννάδιος και μέλη της συνοδείας του Οικουμενικού Πατριάρχη, εκπρόσωποι των Αρχών της πόλης, ο Πρωτοσύγκελλος της Ι.Μ.Ιταλίας Αρχιμ.Ευάγγελος Υφαντίδης, Κληρικοί της Ι.Μ.Ιταλίας, μέλη της Ορθόδοξης Κοινότητας της Φλωρεντίας και πλήθος πιστών.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε τη σημασία της οδού του διαλόγου και για την επίλυση διαφορών υπενθυμίζοντας  τη δοκιμασία των χριστιανών στη Μέση Ανατολή. Όπως είπε μόνο ο διάλογος μπορεί να οδηγήσει στην ειρήνη ενώ αντιθέτως ο φανατισμός, η καταπίεση, η στέρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων οδηγούν στην άρνηση της ανθρωπίνης υπάρξεως που αποτελεί την εικόνα του Θεού.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη πρώτη συνάντηση των Ιεροσολύμων, το 1964, του Πάπα Παύλου Στ και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα αλλά και σε εκείνη που είχε με τον Πάπα Φραγκίσκο, 50χρόνια μετά, τον Μάιο του 2014.

Ο Καρδινάλιος Μπετόρι αναφέρθηκε στην ιστορικότητα του χώρου και στα περίφημα βυζαντινά ψηφιδωτά του  που αποτελούν ένα κοινό στοιχείο παράδοσης της Δυτικής και Ανατολικής Εκκλησίας.

Αμέσως μετά επισκέφθηκαν τον παρακείμενο Καθεδρικό Ναό της πόλης όπου ο Οικουμενικός Πατριάρχης είχε την ευκαιρία να δει τα ιερά λείψανα Αγίων της αδιαίρετης Εκκλησίας, όπου φυλάσσονται στα παρεκκλήσια του Ναού, μεταξύ των οποίων και η κάρα του Αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.

Νωρίτερα ο Καρδινάλιος Μπετόρι και ο δήμαρχος της Φλωρεντίας υποδέχθηκαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στο Επισκοπείο της τοπικής Εκκλησίας. Ακολούθησε ιδιαίτερη συνάντηση του Οικουμενικού Πατριάρχη με τον Καρδινάλιο της Φλωρεντίας ενώ στη συνέχεια ο Πατριάρχης είχε την ευκαιρία να συναντήσει τις Αρχές της πόλης στην Αίθουσα υποδοχών του Επισκοπείου. 

ΠΗΓΗ ''AMEN.GR''

Το ’40 στα σχολικά βιβλία Γλώσσας: δειλία, ηττοπάθεια και διασυρμός του Έπους!


Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος - Κιλκίς




Όσο παραμένει, στα σχολικά βιβλία, η μαγαρισιά, που ατιμάζει την επέτειο, θα επιμένουμε στην επισήμανσή της. Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε πέρυσι στο περιοδικό «ΑΦΥΠΝΙΣΗ» της ιεράς μονής αγίου Νικοδήμου στο όρος Πάικο του Κιλκίς.

Στον πανηγυρικό λόγο που εκφώνησε στην Ακαδημία Αθηνών, στις 27 Οκτωβρίου του 1960, ο μεγάλος μας λογοτέχνης Στρατής Μυριβήλης, μεταξύ των άλλων σπουδαίων ανέφερε και ένα συγκλονιστικό γεγονός, που διαδραματίσθηκε, όχι «στο διάσελο της Ιστορίας» (Βρεττάκος), στις αετοράχες της Πίνδου, αλλά στα μετόπισθεν, όπου απόλεμος πληθυσμός της πατρίδας μας συναγωνιζόταν την ανδρεία των μαχητών. Το μεταφέρω:

«Είχε οργανωθή, κατά τη διάρκεια του αγώνα υπηρεσία μεταγγίσεως αίματος, απ’ τον Ερυθρό Σταυρό της Ελλάδος. Είχα και ένα φίλο γιατρό, σ’ αυτή την υπηρεσία, λοιπόν πήγαινα κάπου-κάπου να τον δω και να τα πούμε. Ο κόσμος έκαμε ουρά κάθε μέρα για να δώση το αίμα του για τους τραυματίες μας. Ήταν εκεί νέοι, κοπέλες, γυναίκες, μαθητές, παιδιά που περίμεναν τη σειρά τους. Μια μέρα, λοιπόν, ο επί της αιμοδοσίας φίλος μου γιατρός, είδε μέσα στην σειρά των αιμοδοτών που περίμεναν, να στέκεται και ένα γεροντάκι.

- Εσύ, παππούλη, του είπε ενοχλημένος, τι θέλεις εδώ;
Ο γέρος απάντησε δειλά:
- Ήρθα κι εγώ, γιατρέ, να δώσω αίμα.
Ο γιατρός τον κοίταξε αυστηρά με απορία και συγκίνηση. Ο γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Η φωνή του έγινε πιο ζωηρή.
- Μη με βλέπεις έτσι, γιατρέ μου. Είμαι γερός, το αίμα μου είναι καθαρό, και ακόμα ποτές μου δεν αρρώστησα. Είχα τρεις γιούς. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας. Όμως μου είπαν πως οι δύο πήγαν από αιμορραγία. Λοιπόν, είπα στη γυναίκα μου, θα ‘ναι κι άλλοι πατεράδες, που μπορεί να χάσουν τα παλληκάρια τους, γιατί δε θα ‘χουν οι γιατροί μας αίμα να τους δώσουν. 

Να πάω να δώσω κι εγώ το δικό μου. Άιντε, πήγαινε, γέρο μου μού είπε κι ας είναι για την ψυχή των παιδιών μας. Κι εγώ σηκώθηκα κι ήρθα». («Η 28η Οκτωβρίου 1940», πανηγυρική λόγοι ακαδημαϊκών, επιμέλεια Πέτρος Χάρης, Αθήνα 1978, σ. 322).

Τι μεγάλη ψυχή ο γέροντας της ιστορίας! Τρεις γιούς και… χαλάλι της πατρίδας! Προσθέτει ένα νέο στοιχείο τούτη η διήγηση, όπως το γράφει ο Μυριβήλης:

Ανδρείους μπορεί να βγάλει κάθε πατρίδα. Αγίους όμως μόνον αυτές που καταυγάζονται από το φως της Ορθοδοξίας, από το φώς του Χριστού και η Ελλάδα ανήκει -θέλουν δεν θέλουν οι εκκλησιομάχοι- σ’αυτήν την εκλεκτή μερίδα!

Γιορτάζουμε του «ΟΧΙ», τρία γράμματα, μια ελαχιστότατη λέξη που περικλείει μέσα της το μεγαλείο της ελληνικής ιστορίας!! Με τα «ΟΧΙ» ανήλθαμε στις κορυφές της δόξας!! Με τα «ΝΑΙ» και τις προδοσίες των διαχρονικών Νενέκων (ή μήπως Ναιναίκων;) μας σαβάνωσε η ντροπή και η υποτέλεια. 

Θα ξεδιπλωθούν και οι σημαίες στα μπαλκόνια των σπιτιών -όσων καίγονται από αγάπη για το «ιερό πανί» και όχι όσων τις καίνε- θα ακούσομε και τον Εθνικό μας Ύμνο, που δεν είναι ύμνος εις την Ελλάδα, αλλά Ύμνος εις την Ελευθερίαν. Για τον εθνικό μας ποιητή είναι αξεδιάλυτα -ένα αυτά τα δύο. 
Και λέγεται πως, όταν το 1826 ο τότε πρωθυπουργός της Αγγλίας, Κάνιγκ, διάβασε τον Ύμνο του Σολωμού, συγκλονίστηκε και συνέταξε το Πρωτόκολλο με το οποίο αναγνώριζε τον αιμόφυρτο τόπο μας ως κράτος. 
Γιατί οι μεγάλοι του κόσμου συναγάγουν συμπεράσματα για την πολιτική τους, όχι με κριτήριο την «ετοιμότητα υποκλίσεων», αλλά με κριτήριο την αποφασιστικότητα των λαών και των κυβερνήσεών τους, να υπερασπίσουν την εθνική τους αξιοπρέπεια με θυσίες και με το αίμα τους, αν χρειαστεί!

Το ’40 νικήσαμε γιατί ο λαός και οι μαχητές του μέθυσαν με τ’ αθάνατο κρασί του ’21. Γιατί έβλεπαν την Παναγία να περπατά πάνω στα χιόνια, γιατί ντρέπονταν να ντροπιαστούν!

Στην τότε εφημερίδα «Πρωΐα» δημοσιεύτηκε επιστολή μιας μάνας χήρας από τα Μέγαρα, που μόλις είχε λάβει τον πολεμικό σταυρό ανδρείας του σκοτωμένου γιού της. (Δεν πήγαν να σκοτώσουν εκείνα τα παιδιά, πήγαν να πεθάνουν για την πατρίδα τους!). Έγραφε η χαροκαμένη μάνα στην επιστολή: 

«Ο Δημητρός μου, ο μοναχογιός μου, προστάτης των τριών κοριτσιών μου, έπεσε υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Χαλάλι της πατρίδος ο Δημητρός μου. Ας ήτανε να πέθαινα κι εγώ πολεμώντας μαζί του. Ζήτω η Ελλάς». Τέτοιοι γονείς που χαλάλιζαν τα παιδιά τους στην πατρίδα, ανάγκασαν σοφό της εποχής να αναφωνήσει: «Βγάλτε τα στεφάνια της νίκης από τα κεφάλια των στρατιωτών μας και φορέστε τα στα κεφάλια των γονιών τους»!

Και όταν φύγει το ψευτορωμαίικο, όπως το έλεγε ο Πατροκοσμάς, το λυμφατικό χαρτοβασίλειο του «ΝΑΙ» που ζούμε τώρα και έλθει το πραγματικό ρωμαίικο και αποκτήσουν τα παιδιά, οι μαθητές μας τα βιβλία που πρέπει, τέτοια θα διαβάζουν, με τέτοια παραδείγματα θα γαλουχούνται και θα μορφώνονται.

«Όταν θ’ ανθίσουν τούτοι οι τόποι
όταν θα ‘ρθούνε καινούργιοι άνθρωποι
θα συνοδεύσουν την βλακεία.
στην τελευταία της κατοικία».

(Ν.Γκάτσος)

Γιατί σήμερα η βλακεία, η προδοσία και η δειλία κυριαρχούν στα «περιοδικά ποικίλης ύλης», που τα ονομάζουν ευφημιστικώς βιβλία Γλώσσας! Είναι η πρώτη φορά από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους, που δεν σέβονται οι συγγραφικές ομάδες και παρέες του υπουργείου πρώην εθνικής και νυν νεοταξικής εκπαίδευσης τους αγώνες, τις επετείους του λαού μας!

Συγκεκριμένα:

Στην Γ’ Δημοτικού, στο α’ τεύχος του βιβλίου Γλώσσας, σελ.79, το αφιέρωμα στο Έπος του ’40, περιορίζεται στη εξής αναφορά: «Από το ημερολόγιο της Ροζίνας, μιάς δεκάχρονης εβραιοπούλας από τη Θεσσαλονίκη. Οκτώβριος 1940: Τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 δεν πήγαμε σχολείο. Είχε κηρυχτεί ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος. Αναστατωμένα ήμασταν εμείς τα παιδιά. Οι Ιταλοί βομβάρδισαν τη Θεσσαλονίκη. Στο μαγαζί του πατέρα μου γίνηκαν πολλές καταστροφές». Και τέλος! Τίποτε άλλο! Αυτό μαθαίνουν χιλιάδες Ελληνόπουλα για το Σαράντα! Αναστάτωση (όπως λέμε «συνωστισμός») και καταστροφή ενός εβραϊκού μαγαζιού! Σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, όπως στην Πάτρα, σκοτώθηκαν πολλοί άνθρωποι και παιδιά από ιταλικά βομβαρδιστικά. Έγραψαν γι’ αυτό οι εφημερίδες της εποχής. Γιατί δεν συμπεριέλαβαν ένα τέτοιο συμβάν;

Το επόμενο όμως αφιέρωμα της Ε’ Δημοτικού είναι εξοργιστικότατο! Στην σελίδα 44 του α’ τεύχους του βιβλίου Γλώσσας - δηλητηρίασης των παιδιών και μαγαρίσματος της μνήμης περιέχεται κείμενο με τίτλο:

«Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο!» Και υπότιτλο: «Κι εμείς πήγαμε στο υπόγειο». Και αφού κρύφτηκαν στο υπόγειο, διαμείβονται οι εξής άθλιοι διάλογοι:

«Μετά γύρισε (ο μπαμπάς) στη μανά και της είπε πώς θα τρέξει στην τράπεζα να σηκώσει λεφτά. «Δεν έχουμε δραχμή», είπε κι έφυγε τρέχοντας στη σκάλα…». Όταν ο προκομμένος ο μπαμπάς γύρισε από την τράπεζα απογοητευμένος, γιατί η τράπεζα ήταν κλειστή και δεν μπόρεσε «να σηκώσει λεφτά», πήγαν σ’ ένα υπόγειο, «στης κυρίας Γιαννοπούλου, γιατί τα σπίτι της έχει υπόγειο και το λιακωτό της είναι τσιμεντένιο και δεν μπορούν να το τρυπήσουν οι μπόμπες». Και ο μπαμπάς –πρότυπο ήρωα- πήρε στην αγκαλιά του τον αφηγητή, παιδί μικρό και του είπε:

«- Άκη, από σήμερα θα γίνεις άντρας». Και ο Άκης, εμπνεόμενος από την «γενναιότητα» του πατέρα του, απάντησε:

«Εγώ τότε φοβήθηκα πάρα πολύ, γιατί δεν ήθελα να γίνω σήμερα άντρας…». Βεβαίως, γιατί οι άντρες στρατεύονται και πολεμούν! Ενώ όσοι δεν θέλουν να γίνουν άντρες, παίρνουν το Ι5 (γιώτα πέντε) χαρτί απόλυσης και σπεύδουν στα υπόγεια και άσε τα κορόιδα να κατασκοτώνονται για την τιμή της πατρίδας!

Τι κείμενο είναι αυτό; Ποιο μήνυμα περνά; Πριν σχολιάσω να τονίσω το εξής: Όλοι οι ειδικοί επιστήμονες που ασχολούνται με την γλώσσα και την διδακτική της, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν αθώα παραμυθάκια και ότι κάθε γλωσσικό κείμενο, ακόμα και ένα πρόβλημα μαθηματικών, προάγει συγκεκριμένες αξίες και στάσεις ζωής, πρότυπα δηλαδή.

Τι «προάγει» το προαναφερόμενο σκουπίδι; Πρώτον: Την δειλία, την ηττοπάθεια, την αφιλοπατρία, το ψεύδος! Γνωρίζουμε από τα «επίκαιρα» της εποχής ότι την ημέρα που κηρύχθηκε ο πόλεμος και η γενική επιστράτευση ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους πανηγυρίζοντας! Έξαρση, ενθουσιασμός, φιλοπατρία, πίστη για το δίκαιο του αγώνα, θάρρος, ένα πραγματικό γλέντι του λαού, που είχε απηυδήσει από τις προκλήσεις του ιταμού και ολιγόνου Μουσολίνι! Και οι μπαμπάδες δεν κρύβονταν σαν λαγοί στα υπόγεια ούτε έτρεχαν στις τράπεζες! Αυτά τα σκέφτονται οι Γραικύλοι της σήμερον που γράφουν τα βιβλία! Να γλιτώσουν τις καταθέσεις τους και τα παλιοτόμαρά τους και η πατρίδα ας χαθεί! Εκείνοι οι μπαμπάδες, οι παππούδες μας, ντύνονταν στα χακί, και πήγαιναν, «με το χαμόγελο στα χείλη», μπροστά, στα μαρμαρένια αλώνια του Γένους! Καλά το γράφει ο ποιητής:

«Με ζήλο στα σκολειά της προδοσίας
του σάπιου αιώνα σέπεται η γενιά!».
(Κ.Βάρναλης, «Αιδώς, Αργείοι!»)

Σημειωτέον ότι στο ίδιο βιβλίο το αφιέρωμα για το «Πολυτεχνείο» καλύπτει επτά (7) σελίδες! Το αφιέρωμα στο ’40, πέντε (5)! Το να δίνεται στην 17η Νοεμβρίου 1973 ο χαρακτήρας μιας εθνικής επετείου και μάλιστα ισάξιας και ανώτερης -κρίνοντας από τον αριθμό των σελίδων- είναι από τα «πρωτότυπα» ευρήματα της νέας, νεοταξικής ιδεολογίας που διαπερνά τα βιβλία και προβληματικό από κάθε άποψη, που δεν έχει καμμία θέση σε σχολικό βιβλίο! Κι αν δεν κάνω λάθος, τη λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου», τύπου Δαμανάκη, Λαλιώτη και χιλιάδων άλλων «αντιστασιακών», ακόμη την χρυσοπληρώνει ο ελληνικός λαός…

Το εξευτελιστικό για την ιστορία μας κείμενο για το «υπόγειο» χάσκει εδώ και 10 περίπου χρόνια στα βιβλία-πανέρια με οχιές. Κάποιες αντιδράσεις υπάρχουν, όμως οι αόρατος αυθέντες του τόπου, που κυκλοφορούν σε διάφορες «Στοές» δεν συγκινούνται. Μας προκαλούν, ένα ολόκληρο λαό, που ήπιε προφανώς το «τρελλό νερό» (Κόντογλου) της αφασίας και της απάθειας, γι’ αυτό και συνεχίζεται το μάθημα γενιτσαρισμού. Οι αυριανοί «πορκουάδες» ετοιμάζονται…

Να κλείσω «φτύνοντας» το ψεύδος και το ατίμασμα της ηρωικής γενιάς του ’40, παραπέμποντας σε ένα κείμενο αυτόπτη μάρτυρα της ημέρας που οι Ιταλοί μας κήρυξαν τον πόλεμο. Τότε που ο λαός μας, κατά το ρυπαρογράφημα, «έτρεχε να κρυφτεί στα υπόγεια»:

«Σιγά σιγά η Αθήνα παίρνει το ύφος των μεγάλων εθνικών εορτών, κάτι που θυμίζει λ.χ. τα Εκατόχρονα της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά πιο αυθόρμητα και πιο νεανικά. Καιρός θαυμάσιος, καταγάλανος ουρανός. Πλήθη νέων […] έχουν χυθεί στους κεντρικούς δρόμους, με λάβαρα, σημαίες, δάφνες, μουσικές. […] Ο κόσμος συμμετέχει σ’ αυτές τις εκδηλώσεις, χειροκροτεί, ζητωκραυγάζει. Είχα πολλά, πάρα πολλά χρόνια να δω τέτοιον ενθουσιασμό στην Αθήνα. Αισθάνεται κανείς ένα πάθος μες στον αέρα, ένα φανατισμό, μία λεβεντιά. Ξύπνησε το ελληνικό φιλότιμο, είναι κάτι ωραίο. Και μία τέλεια εθνική ενότητα. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που αισθάνομαι τέτοιαν ομόνοια να βασιλεύει στον τόπο. (Γ.Θεοτοκάς, Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953, Βιβλιοπωλείον της Εστίας)



ΠΗΓΗ ''ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ''