Το μήνυμα του Ταιζέ στους νέους
Διεθνές Θεολογικό Συμπόσιο «Η συμβολή του αδελφού Ροζέ στη θεολογική σκέψη» Taizé 30 Αυγ. – 6 Σεπτ. 2015
Της καθηγήτριας του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Δήμητρας Κούκουρα
Το μήνυμα
«Αδελφέ Ροζέ, εάν έχετε το κλειδί για να μεταδίδετε την πίστη στους νέους, να μου το πήτε!». Του απάντησα: «Θα ήθελα πολύ να είχα αυτό το κλειδί, αλλά δεν το είχα ποτέ ούτε θα το αποκτήσω. Στο Ταιζέ δεν έχουμε μέθοδο, για να μεταδίδουμε την πίστη».
Ο διάλογος είναι ανάμεσα στον Πάπα Παύλο Στ’ και τον ιδρυτή της κοινότητας του Ταιζέ[1]. Ο Ποντίφικας είχε ιδιαίτερη ευαισθησία για την ποιμαντική των νέων. Τον Δεκέμβριο του 1972 στο πλαίσιο μιας ειδικής ακρόασης που του παρεχώρησε στο Βατικανό, καθώς επίσης και στην τράπεζα που ακολούθησε, το ερώτημα προς τον συνομιλητή του ήταν σταθερό: «πώς θα κατανοήσουμε τη νοοτροπία των νέων της εποχής μας, χωρίς να την απορρίψουμε;»
Η απάντηση του αδελφού Ροζέ προς τον υψηλό συνομιλητή του ήταν καταφατική και συγχρόνως αποφατική. Το μήνυμα είναι η πίστη. Η μέθοδος απροσδιόριστη, το κλειδί ανύπαρκτο.
Η πίστη στον Ιησού Χριστό διατρέχει όλες τις σελίδες των βιβλίων του αδ. Ροζέ[2], όπου με μία αφοπλιστική απλότητα αναφέρεται στην προσωπική του πορεία προς τον Χριστό από τα παιδικά του χρόνια, τη ζωή της προσευχής και την άνευ όρων εμπιστοσύνη στον Ιησού. Όμως, όπως ο ίδιος σημειώνει, η απλότητα της καρδιάς πρέπει να εξωτερικεύεται, για να γνωρίζουν οι άνθρωποι και κυρίως οι νέοι ότι υπάρχει ελπίδα και νόημα στη ζωή. Αυτή η πεποίθησή του προσδιόρισε και την αποστολή που επέλεξε για τον ίδιο και την αδελφότητα που τον ακολούθησε: άνοιγμα προς τους νέους για να τους ακούσουν και να μοιραστούν μαζί τους τη χαρά και τη βεβαιότητα της ἐν ἡμῖν παρουσίας του Θεού.
Επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Οι νέοι έρχονται και μας ρωτούν: πού θα βρω νόημα στη ζωή μου; Άλλοι προχωρούν περισσότερο και ζητούν να μάθουν: τί ζητάει ο Θεός από μένα; Ποιο είναι το κάλεσμά του για μένα;»
Όπως διαφαίνεται από τα κείμενά του, ο ίδιος τους ακούει με υπομονή, προσοχή και σεβασμό. Τους απαντά με τα λόγια του Χριστού. Τις περισσότερες φορές τα παραφράζει με δικά του απέριττα σχόλια που επιβεβαιώνουν την αλήθειά τους, όπως και ο ίδιος τη βιώνει. Σπανιότερα παραπέμπει σε αυτούσια βιβλικά χωρία. Οι απαντήσεις του είναι λακωνικές, βέβαιες, χωρίς περιθώρια δισταγμών:
«Εκείνο που σου ζητάει ο Θεός είναι να τον αγαπήσεις και να εμπιστευθείς τον Ιησού. Ο Θεός μας γνωρίζει πριν από εμάς έστω και αν εμείς τον αγνοούμε. Μας περιμένει, έστω και αν η πίστη μας είναι αναιμική. Το φως του ανάστατος Ιησού υπάρχει μέσα μας, έστω και αν εμείς δεν το συνειδητοποιούμε».
«Μην κοιτάτε πίσω όσα λάθη κι αν έχετε κάνει. Ο Θεός δεν είναι βασανιστής. Δεν είναι τιμωρός αλλά σωτήρας. Είναι αγάπη, συγγνώμη και εμπιστοσύνη».
Το μήνυμά του είναι η απεριόριστη εμπιστοσύνη σ’ έναν Θεό οικείο, που ενοικεί μέσα σε κάθε άνθρωπο, που αγαπά συγχωρεί και διαρκώς περιμένει να τον συνειδητοποιήσει και να τον αποδεχτεί. Θεό συγχρόνως και άνθρωπο σταυρωμένο και αναστημένο, που φωτίζει με το φως της Αναστάσεως κάθε άνθρωπο. Το μόνο που χρειάζεται είναι η ανταπόκριση στο κάλεσμά του.
Το ύφος
«Δεν χρειάζονται πολλές επεξηγήσεις. Λίγα λόγια αρκούν». Πρόκειται για σαφή σύντομη δήλωση του αδελφού Ροζέ, η οποία ταιριάζει και με το γενικότερο γλωσσικό του ύφος. Είναι λιτό με οικείο λεξιλόγιο και μικρές παρατακτικές προτάσεις. Είναι απλό, ανεπιτήδευτο και αληθινό. Όπως ταιριάζει στον λόγο της αλήθειας, η οποία από τη φύση της είναι απλή και δεν χρειάζεται σοφίσματα για να γίνει πειστική[3]. Το γλωσσικό ύφος έχει προσωπικό χαρακτήρα και ταυτίζεται με τον ίδιο τον άνθρωπο[4]. Ο αδελφός έχει απλότητα καρδίας (Εφ.6,5, Β’Κορ 11,3) και γι αυτό τα λόγια του είναι απλά. Αναβλύζουν απ’ ευθείας από την εσωτερική του ειρήνη και τη βεβαιότητα της παρουσίας του Ιησού. Ο ίδιος γράφει: δεν έχω ετοιμαστεί για να μιλώ μπροστά σε δημόσια ακροατήρια. Γι αυτό προτίμησα να μιλώ με την καρδιά.
Η μέθοδος
Η καρδιά όμως δεν είναι μία ευκαταφρόνητη επιλογή επικοινωνίας. Στα βιβλικά κείμενα και στην πατερική γραμματεία η καρδιά είναι ο κατ’ εξοχήν δέκτης και μεταδότης της παρουσίας του Θεού. Ο Χριστός μακαρίζει τους καθαρούς τη καρδία, διότι αυτοί θα δουν τον Θεό. Βεβαίως η γνώση του Θεού «πρόσωπον προς πρόσωπον» επιφυλάσσεται για τα έσχατα, εφόσον τώρα προσεγγίζεται «δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι (Κορ. Α΄ 13,12). Παρ’ όλα αυτά, όσοι τον αγάπησαν εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της διανοίας τους, αξιώνονται να τον βιώνουν μέσα στην ύπαρξή τους στη διάρκεια του πρόσκαιρου βίου τους. Ο Θεός φανερώνεται σε εκείνους που τον εκζητούν και τους χαρίζει το φως του, ώστε με αυτό να μπορούν να αντικρύζουν το φως της δικής του αναστημένης παρουσίας. Όμως, όταν οι πράοι και ταπεινοί τη καρδία (Μτ. 11,29) αξιώνονται να δέχονται αυτή την πρόγευση της ουράνιας βασιλείας, δεν κρατούν τη δωρεά για τον εαυτό τους, αλλά τη μοιράζονται με τους εγγύς και τους μακράν. Δίνουν την αδιάψευστη μαρτυρία του Θεού, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού και θα αναστήσει και όλους εμάς δια του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά του (Β’Κορ. 4,14).
Οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος, η αγάπη του, το έλεός του, η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η χαρά, η πραότητα, η ελπίδα, βλαστάνουν στα εύφορα εδάφη της απλότητας που έχουν καλλιεργηθεί με την προσευχή, τη μετάνοια, την ταπείνωση και την ανύστακτη μέριμνα για τους ελάχιστους αδελφούς του Κυρίου. Καρποφορούν στους πεινώντες και διψώντες τη δικαιοσύνη (Μτ. 5.6), οι οποίοι από το περίσσευμά τους τις μεταδίδουν στην καρδιά εκείνων που τις αναζητούν. Τις μεταφέρουν με σύντομες λέξεις και προτάσεις, απλές στο άκουσμα βαρυσήμαντες στο περιεχόμενο, κατάφορτες από την προσωπική εμπειρία του νοήματός τους. Πρόκειται για την κατά χάριν βίωση της δόξας του θεού, την αληθινή θεολογία που είναι δοξολογία[5]. Όποιος όμως έχει δεχτεί παρόμοιο θησαυρό αυτομάτως τον μοιράζεται, για να πολλαπλασιαστεί το τάλαντο και να πληθαίνουν όσοι «δέχονται τον φωτισμό του θεού και γνωρίζουν τη δόξα του στο πρόσωπο του Χριστού» (Β’Κορ, 4,6).
Η απάντηση του αδελφού Ροζέ στον Πάπα Παύλο Στ’ ήταν αληθινή. Στο Ταιζέ δεν εφαρμόζεται μία συγκεκριμένη μέθοδος, για να πιστέψουν οι νέοι. Δεν υιοθετείται κάποιο σύστημα, για να διδάσκονται οι νέοι τους τρόπους που διερευνάται ένα αντικείμενο γνώσης. Ούτε επαληθεύονται τα συμπεράσματα μιας νοητικής διεργασίας με το πείραμα, την παρατήρηση ή τον ορθό λόγο.
Στο Ταιζέ οι νέοι δεν οδηγούνται να γνωρίσουν τον Θεό με τη λογική τους. Δεν καλούνται να ασκούν τις νοητικές τους ικανότητες και να επινοούν λογικά επιχειρήματα για να αποδείξουν την ύπαρξη του Θεού. Αυτή η οδός είναι αξιόλογη, διότι στοχεύει στην μέγιστη απόδοση της ανθρώπινης νόησης, που αναζητεί να ερμηνεύσει το μυστήριο του Θεού. Ανέδειξε διανοούμενους, στοχαστές, φιλοσόφους, όμως ποτέ δεν προσέγγισε τον Θεό. Διότι όσο και αν είναι το μεγαλείο της λογικής, άλλο τόσο είναι συνταρακτική η διαχρονική διαπίστωση ότι «Ἄπειρον τό θεῖον καί ἀκατάληπτον· καί τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἀκαταληψία»[6]
Ο νους ανήκει στην κτιστή πεπερασμένη δημιουργία, ως εκ τούτου δεν έχει καμία δυνατότητα να συλλάβει τον Θεό που είναι άκτιστος, άχρονος, αχώρητος, απερινόητος, αναλλοίωτος. Και η ανθρώπινη καρδιά είναι επίσης κτιστή. Έχει όμως το προνόμιο, όταν είναι απλή και καθαρή από την αλαζονεία και την εγωπάθεια, να δέχεται ευκολότερα τις άκτιστες δωρεές του Αγίου Πνεύματος που είναι μεθεκτές για τους ανθρώπους κατά χάριν.
Η λέξη «μέθοδος», όπως και η «μεθοδολογία» που παράγεται από αυτή, δεν έχει μόνον μία σημασία, που συναντάται στις Φυσικές και Ανθρωπιστικές επιστήμες.
Ο αδ. Ροζέ δεν δίδαξε σε σπουδαστήρια, δεν έγραψε συγγράμματα Συστηματικής Θεολογίας, δεν ασχολήθηκε με την επεξεργασία των λογικών επιχειρημάτων που κατά καιρούς επιστρατεύθηκαν ως μέσα πειθούς και αλαζονικής αυτάρκειας για την ύπαρξη του Θεού. Ο ίδιος ακολούθησε τους μοναστικούς κανόνες των αναχωρητών της Ανατολής και τη δική τους μεθοδολογία τους. Οι ίδιοι αναδείχτηκαν καθηγητές της ερήμου, πραγματικοί θεολόγοι, καθώς έδωσαν την προτεραιότητα στον Θεό να τους μιλήσει και να τους φανερωθεί. Προσεύχονται, ασκούνται, απομακρύνονται από όλα όσα τους αποσπούν από την προσήλωσή τους στον Θεό και σιωπούν, για να ακούσουν τη φωνή του μέσα στην ύπαρξή τους, στο μεγαλείο της φύσης, στους πάσχοντες ανθρώπους.
Και στη συνέχεια, όταν έρχεται η ώρα, όσα ο Θεός τους αποκαλύπτει τα μεταδίδουν με τον ανθρώπινο λόγο και τα ανθρώπινα έργα[7]. Αυτό όμως που μεταδίδεται είναι η πνευματική τους εμπειρία εξ αποκαλύψεως και όχι το κατόρθωμα της δικής τους πεπερασμένης νοητικής επεξεργασίας[8].
Οι αγωγοί μεταφοράς του μηνύματος
Το μήνυμα στο Ταιζέ είναι η μαρτυρία του ζώντος Θεού που ενοικεί μέσα στον κάθε άνθρωπο και το κάλεσμα των νέων να τον αναζητήσουν και να του εμπιστευθούν τη ζωή τους. Μεταφέρεται με ποικίλους τρόπους. Πρωτίστως με τον προφορικό απλό λόγο του ιδρυτή και των μελών της κοινότητας που εμπνεύσθηκαν από το παράδειγμά του. Είναι λόγος που απαντά σε ερωτήματα και ανησυχίες και έχει δυσανάλογο μήκος και έκταση, αν συγκριθεί με όσα πολλά ο κάθε αδελφός στο Ταιζέ ακούει από τους νεαρούς συνομιλητές του. Ή τώρα πλέον διαβάζει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πρόκειται για μία επιτυχή μέθοδο ποιμαντικής προσέγγισης, εφόσον οι νέοι εκείνο που επιθυμούν είναι πρώτα να μιλήσουν σε κάποιον, ο οποίος θα διαθέσει αποκλειστικό χρόνο για να τους ακούσει. Οι ίδιοι τον ακούνε στη συνέχεια.
Το μήνυμα μεταδίδεται με την ομαδική προσευχή, τη θεία κοινωνία[9] και τους ύμνους της κοινότητας, που επενδύουν το απλό της μήνυμα με εξίσου απλή μελωδία, η οποία εύκολα προσλαμβάνεται. Το αποτέλεσμα είναι οι σύντομοι ύμνοι και το περιεχόμενό τους να διαδίδονται σε όλα τα μέρη της γης και να ψάλλοντα από χείλη αναρίθμητων ανθρώπων σε πολλές γλώσσες. Ακόμη και η νεκρή πλέον λατινική γλώσσα ζωντανεύει και γίνεται άλλοτε κάλεσμα, για να δοξασθεί ο Θεός “Laudate omnes gentes, laudate Dominum” και άλλοτε υπενθύμιση για τους πάσχοντες, με τους οποίους ταυτίζεται ο Θεός της αγάπης και του ελέους: “ubi caritas et amor, Deus ibi est”.
Το μήνυμα μεταφέρεται με το χαμόγελο, την ευγένεια, την προθυμία, την κατανόηση των μελών της κοινότητας. Κυρίως με τη συνέπειά τους στις μοναχικές τους υποσχέσεις και στη διακονία που ανέλαβαν να προσφέρουν στη νεολαία, ώστε να γίνονται κοινωνοί της θείας δόξης. Βεβαίως τα μαζικά μέσα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταφέρουν το μήνυμά τους σε ακόμη περισσότερους αποδέκτες. Με τον τρόπο αυτό, εκτός από εκείνους που ήδη έχουν διαμείνει στην κοινότητα και μεταφέρουν τις εμπειρίες τους σε άλλους, προσελκύονται ακόμη περισσότεροι, για να την επισκεφτούν από κοντά και να ακούσουν μία ενδιαφέρουσα, ίσως κατ’ αρχάς, πρόταση ζωής.
Οι αποδέκτες
Ανάμεσα στις χιλιάδες των νέων που επισκέπτονται κάθε χρόνο την κοινότητα ή συμμετέχουν στις ετήσιες πολυπληθέστατες συνάξεις προσευχής της σε μεγάλες πόλεις στις πέντε ηπείρους την περίοδο των Χριστουγέννων, υπάρχουν οι παλαιότεροι φίλοι που ξεκίνησαν τη γνωριμία τους με τον Χριστό στην κοινότητα και παρέμειναν συνδεδεμένοι μαζί της. Υπάρχουν εκείνοι που αναζητούν έναν δείκτη πορείας στη ζωή τους και μία ουσιαστική απάντηση για τους νεανικούς προβληματισμούς τους. Αυτοί που είναι περαστικοί και διερχόμενοι, που όμως φεύγουν προβληματιζόμενοι για την πίστη. Υπάρχουν και οι νέοι που είναι συνειδητά μέλη της εκκλησίας και της χριστιανικής παράδοσης στην οποία ανήκουν και ευχαρίστως συμμετέχουν στα εβδομαδιαία προγράμματα φιλοξενίας διαχριστιανικού χαρακτήρα. Η μελέτη της Αγίας Γραφής, οι καθορισμένες ώρες του «ασματικού τυπικού[10]», οι συζητήσεις με τους αδελφούς της κοινότητας διευκολύνουν τη γνωριμία με άλλους συνομήλικους, καλλιεργούν τη φιλία, διευρύνουν τους ορίζοντές τους και τους αφυπνίζουν για το χρέος της κοινής χριστιανικής μαρτυρίας στον σύγχρονο κόσμο.
Γνωριμία, προσέγγιση και φιλία στη νεανική ηλικία είναι μία πολύτιμη επένδυση για την προώθηση των επισήμων διμερών και πολυμερών διαλόγων ανάμεσα στις χριστιανικές παραδόσεις, που στοχεύουν στην προσέγγιση των Χριστιανών και την ποθητή εκπλήρωση της αρχιερατικής προσευχής του Ιησού( Ιω, 17.21).
Άλλωστε και πριν από μισό αιώνα ο ιστορικός διάλογος που εγκαινιάστηκε από τους κορυφαίους Προκαθημένους της Ρώμης και της Κωνσταντινουπόλεως Πάπα Παύλο Στ’ και Αθηναγόρα Α’ στον ίδιο στόχο στηρίχτηκε: τη γνωριμία, την προσέγγιση και τη φιλία. Μονολεκτικά στην αγάπη.
Η απλότητα, η αλήθεια και η καλοσύνη είναι αυτό που ζητούν και οι νέοι στο βάθος της καρδιάς τους, καθώς όλοι οι φλοιοί του εγκεφάλου τους δέχονται διαρκώς καταιγισμό εικόνων και πληροφοριών, από τις ατέλειωτες ώρες στον κυβερνοχώρο, μέσα στη μοναξιά της δήθεν επικοινωνίας. Η νεανική τους ορμή για να αλλάξουν τον κόσμο όχι σπάνια διαψεύδεται από την υποκρισία των ισχυρών της γης και ακόμη συχνότερα η επανάστασή τους πνίγεται από το αμείλικτο συμφέρον των ισχυρών. Γι αυτό ψάχνουν την ειλικρίνεια, τη χαρά και επί τέλους κάτι που να το δουν ότι είναι αληθινό στο πρόσωπο εκείνων που το βιώνουν.
Το κλειδί
Στο Ταιζέ δεν έχουν το κλειδί, για να ανοίξουν την καρδιά των νέων και να τους μεταφέρουν την πίστη. Έχουν μοναστική συνέπεια , προσευχή, καλοσύνη, γνώση του σύγχρονου κόσμου, αγάπη, χαμόγελο, κατανόηση, διάθεση για να ακούσουν και να συνομιλήσουν. Αυτά όλα εκπέμπονται σε ένα μήκος κύματος που συντονίζεται με τις πιο λεπτές χορδές της νεανικής καρδιάς και την κάνουν να πάλλεται, ώστε από μόνη της να ανοίγει.
[1] Fr. Roger, de Taizé, Pressens-tu un bonheur ? Ateliers et presses de Taizé, 2005, p. 120-121.
[2] See Les sources de Taizé (2001), Dieu ne peut qu’aimer (2001), Pressens-tu un bonheur, (2005), passim.
[3] «ἁπλοῦς ὁ μῦθος τῆς ἀληθείας ἔφυ», Ευριπίδου, Φοίνισσες 470.
[4] « Le style est l’homme même », Buffon, Discours sur le style (1795).
5] Νικολάου Νησιώτη, Η θεολογία ως επιστήμη και ως υμνολογία, Σύναξη 37, Ιανουάριος-Μάρτιος 1991, σελ. 5-9
[6] (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου πίστεως)
[7] Για τη διπλή μεθοδολογία των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, την αποφατική και την καταφατική, βλέπε Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογίας Β’, Εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1999.
[8] users.auth.gr/martzelo/index.files/docs/62.doc
[9] Για τους Ορθοδόξους νεαρούς επισκέπτες η θεία λειτουργία τελείται σε Ορθόδοξο ναό από παρεπιδημούντες Ορθοδόξους ιερείς
[10] Αναλογική χρήση του όρου. Εννοούνται προσευχές σε τακτές ώρες της ημέρα με κύριο χαρακτηριστικό αδόμενους ψαλμούς.
ΠΗΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: ''ΑΜΕΝ.GR''