Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Επιστολή Μητροπολίτη Κυθήρων στην Ιερά Σύνοδο


Γράφει ο Αιμίλιος Πολυγένης

Επιστολή προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος απέστειλε ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, στην οποία θέτει τους προβληματισμούς αλλά και μερικές προτάσεις.
Ο Σεβασμιώτατος κάνει λόγο για ραγδαίες εξελίξεις στα θέματα Παιδείας και συγκεκριμένα στο μάθημα των Θρησκευτικών, τονίζοντας ότι στην Ιεραρχία πρέπει να γίνει ειδική αναφορά και διεξοδική συζήτηση για επί του θέματος.
Επίσης ο Μητροπολίτης Κυθήρων θίγει για ακόμη μια φορά το θέματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, όπου θέτει σκέψεις γύρω από τις απόφάσεις που ελήφθησαν.
"Προέχει η Ομολογία της Ορθοδόξου Πίστεως ημών και η πορεία μας επί της ορθής και ασαλεύτου Ορθοδόξου Εκκλησιολογικής βάσεως και κατευθύνσεως" αναφέρει μεταξύ άλλων στην επίστολή του ο Μητροπολίτης Σεραφείμ.
Το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Romfea.gr φέρνει στη δημοσιότητα την επιστολή του Σεβασμιωτάτου:



ΠΗΓΗ: ΡΟΜΦΑΙΑ.GR

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Π.Σ.Ε. (6ο ΜΕΡΟΣ)


Η συμμετοχή των θεολόγων μελών της Εκκλησίας της Ελλάδος στα διάφορα όργανα και επιτροπές της Ζ.Ε. υπήρξε καθ’ όλο το διάστημα από τη Στοκχόλμη (1925) ως την Οξφόρδη (1937) έντονη. Συγκεκριμένα, ο καθηγητής Α. Αλιβιζάτος υπήρξε μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ζ.Ε. καθώς και Γραμματέας του Ορθοδόξου Τμήματος. Σε συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στο Cambridge το 1931, ο καθηγητής Α. Αλιβιζάτος, αν και απούσιαζε από τη σχετική συνεδρίαση, εκλέχθηκε μέλος της Youth Commission.

Το β' συνέδριο της Ζ.Ε., το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Οξφόρδη στο διάστημα από 12 έως 26 Ιουλίου 1937 [1], φιλοδοξούσε στην ανταπόκριση όλων των Εκκλησιών στο κάλεσμα για τη συγκρότηση κοινού χριστιανικού μετώπου κατά των δυνάμεων που απειλούσαν την ανθρωπότητα [2] .

Άσχημη εντύπωση και δυσαρέσκεια προκάλεσε η “συγκρητιστική”, όπως χαρακτηρίστηκε, λειτουργία, η οποία τελέστηκε την τελευταία ημέρα του συνεδρίου, όταν κλήθηκαν να κοινωνήσουν «έκ του αυτού ιερού ποτηριού πάντες οί βεβαπτισμένοι, άδιακρίτως δογματικής άποχρώσεως» [3].

Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός δεν επηρέασε τη γενικότερη θετική τοποθέτηση των ορθοδόξων αντιπροσώπων απέναντι στο β' συνέδριο της Ζ.Ε. στην Οξφόρδη το 1937, στο οποίο εκδηλώνεται για μιαν ακόμη φορά η προτίμηση και η προθυμία τους απέναντι στη διεκκλησιαστική συνεργασία επί πρακτικών ζητημάτων. Ακόμη και ο πιο αυστηρός επικριτής της Π.Τ., αρχιμανδρίτης Μιχαήλ Κωνσταντινίδης, σύμφωνα με τον οποίο οι δογματικές συζητήσεις είναι «τελείως ανωφελείς διά τόν εύρύτερον τής ένώσεως σκοπόν», παραδέχεται ότι δεν αποτελούν εμπόδιο ούτε απαλλάσσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία από το καθήκον της να διατηρήσει επαφές με τους μη ορθοδόξους με πνεύμα χριστιανικής αγάπης, για ζητήματα πρακτικού χριστιανισμού, με τα οποία ασχολείται η κίνηση Ζ.Ε. [4]. Ανάλογα, θετικός εμφανίζεται και ο καθηγητής Μπρατσιώτης, ο οποίος μάλιστα προτρέπει σε συμμετοχή στην κίνηση Ζ.Ε. «έπί τω όρω τής κατά πόδας παρακολουθήσεως όχι μόνον των παγκοσμίων συνεδρίων, ώς άχρι τούδε συμβαίνει, αλλά καί πάσης τής προκαταρκτικής εργασίας, σύν τή φροντίδι πρός διαφώτησιν τής ελληνικής κοινής γνώμης έπί των σχετικών αποφάσεων τής ήνωμενης Χριστιανοσύνης» [5].

Τα συνέδρια των δύο κινήσεων αποτελούν σταθμό στην ιστορία της οικουμενικής κίνησης και προσδιορίζονται ως οικουμενικά, λόγω της συμμετοχής των αντιπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας τόσο κατά το στάδιο της οργάνωσης και προπαρασκευής τους όσο και της διεξαγωγής τους. Η ανταπόκριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο διάστημα 1920-1937 στο κάλεσμα των δύο κινήσεων ήταν σαφώς θετική. Εξάλλου, δεν θα πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν η πρώτη που είχε ολοκληρωμένη και συγκροτημένη πρόταση για τη διαμόρφωση και το έργο της οικουμενικής κίνησης, απευθύνοντας προς «τάς απανταχού ’Εκκλησίας τού Χριστού» τη γνωστή εγκύκλιο του 1920 και προτείνοντας τη δημιουργία “Κοινωνίας των Εκκλησιών”.

Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το ζήτημα της απόδοσης προτεραιότητας στις συζητήσεις επί πρακτικών θεμάτων από την πλευρά των ελληνικών αντιπροσωπειών, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη, την οποία εκφράζει ο καθηγητής Δ. Μπαλάνος, κατά τη διάρκεια συζήτησής του το 1940 με ένα από τα στελέχη της οικουμενικής κίνησης της εποχής, τον αγγλικανό Fr. House. Ο καθηγητής εκτιμούσε ότι στις σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών θα έπρεπε να κυριαρχεί η χριστιανική αγάπη, και να μην πέφτει το βάρος στις δογματικές διαφορές από την αρχή. Πολλές από τις διαφορές μεταξύ των Εκκλησιών είχαν προκληθεί από ιστορικές περιστάσεις και κυρίως υπό την πίεση του εθνικιστικού αισθήματος. Γι’ αυτό ήταν πιθανό ότι, όταν επιτυγχανόταν η ένωση για πρακτικούς σκοπούς, θα ακολουθούσε τελικά και η επίτευξη της δογματικής ενότητας ως αποτέλεσμα της συνεργασίας επί πρακτικών ζητημάτων. Από αυτή την άποψη, η κίνηση Ζ.Ε. θεωρούνταν πιο σημαντική και πιο πολλά υποσχόμενη από την Π.Τ. Από την άλλη, ο ίδιος εκτιμούσε ότι στο μέλλον θα πρέπει να υπάρχει ένα minimum δογματικής βάσης ως αφετηρία, και στην πράξη “η αποδοχή του Ιησού Χριστού ως Κυρίου και Σωτήρα” φαινόταν η μόνη πιθανή [6], τοποθετούμενος έτσι θετικά απέναντι στο άρθρο-βάση του υπό ίδρυση Π.Σ.Ε. Ανάλογη, άλλωστε, ήταν και η θέση του Οικ. Πατριαρχείου, το οποίο έδινε έμφαση στη συνεργασία των Εκκλησιών στον ηθικό και κοινωνικό τομέα, αποφεύγοντας τα δογματικά ζητήματα, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις Εκκλησίες σε ατέρμονες συζητήσεις και πιθανότατα σε περαιτέρω διαφωνίες, καταλήγοντας έτσι σε μεγαλύτερη διάσταση [7].

Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί, καθώς έχει μεγάλη σημασία για την αξιολόγηση των αντιδράσεων των μελών των αντιπροσωπειών της Ε.τ.Ε., στο ότι τόσο τα συνέδρια της Π.Τ. όσο και εκείνα της Ζ.Ε. δεν είχαν νομοθετική εξουσία και οι αποφάσεις τους δεν ήταν δεσμευτικές για τις συμμετέχουσες Εκκλησίες. Τουναντίον, οι αποφάσεις αυτές υποβάλλονταν στις Εκκλησίες, τις μόνες αρμόδιες να έχουν λόγο για την αποδοχή ή την απόρριψή τους, κάτι που επανειλημμένα τονίζει ο συντονιστής των ορθοδόξων αντιπροσώπων στα συνέδρια, Θυατείρων Γερμανός.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τον τρόπο που οι δύο κινήσεις είδαν την ορθόδοξη συμμετοχή θα πρέπει να τονιστεί για μιαν ακόμη φορά ότι τα αρμόδια όργανά της κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να εξασφαλίσουν την παρουσία της στα συνέδρια. Το αρχειακό υλικό πείθει ότι η συμμετοχή της Εκκλησία της Ελλάδος θεωρούνταν μεγάλης σπουδαιότητας για την επιτυχία της προσπάθειας που είχε ξεκινήσει.

                                                                                                              ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ





[1] Tα θέματα που είχαν οριστεί ήταν τα εξής: 1. Η Εκκλησία και το'Εθνος, 2. Η Εκκλησία καιτο Κράτος, 3. Η Εκκλησία, το Έθνος και το Κράτος εν τη σχέσει αυτών προς την οικονομικήν τάξιν, 4. Η Εκκλησία, το Έθνος και το Κράτος εν τη σχέσει αυτών προς την αγωγήν, 5. Η Οικουμενική Εκκλησία (Una Sancta) και η διεθνής τάξις. βλ. Θυατείρων Γερμανός, Τα δύο παγχριστιανικά συνέδρια τον παρόντος έτους, στην “Ο”, Ιαν. 1937, σ.47-50, εδώ σ. 47-48. Κάποια στοιχεία και στο V.’t Hooft, The Genesis and the Formation, σ. 43-47.
[2] Ο γραμματέας της Z.E. Henrioil έγραφε στον καθηγ. Αλιβιζάτο ότι η παρούσα κατάσταση στον κόσμο είναι κρίσιμη και επικρατεί αβεβαιότητα όπως ποτέ πριν. Γι’ αυτό θεωρούσε αναγκαιότητα το να ανταποκριθούν οι χριστιανοί και οι Εκκλησίες στην αξιόλογη ευκαιρία που τους δίνεται με τη σύγκληση του συνεδρίου στην Οξφόρδη να μελετήσουν από κοινού κάποια ςιοτικής σημασίας ζητήματα. Βλ. 15.6.1937: Henriod προς A. Αλιβιζάτος: ό.π./37.
[3] Π. Μπρατσιώτης, Περί τα Συνέδρια, σ. 76
[4] Μ. Κωνσταντινίδης, Πόρισμα, σ. 67
[5] Π. Μπρατσιώτης, Περί τα Συνέδρια, σ. 84.
[6] Conversations with certain Greek Professors and Ecclesiastics and Ecclesiastics, concerning relations with the Anglican Church, recorded by fr House, February 1940, Dossier 280(495) A, 1/49.
[7] Την παραπάνω ερμηνεία συνοψίζει ο π. Γ. Τσέτσης. Γ. Τσέτσης, Η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ίδρυση του Π.Σ.Ε., σ. 195.





ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ






ΝΕΟΣ ''ΧΑΡΤΟΠΟΛΕΜΟΣ'' ΑΠΟ ΤΗΝ ''ΣΥΝΑΞΗ OΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ''




ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ὅσοι ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν, μοναζουσῶν καὶ λαϊκῶν ἐπιθυμοῦν νὰ συμμετάσχουν στὴν μικρὴ αὐτὴ κατάθεση ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἠμποροῦν νὰ τὸ δηλώσουν γράφοντας: «Συμφωνῶ μὲ τὴν Ἀνοικτὴ Ἐπιστολὴ - Ὁμολογία γιὰ τὴ “Σύνοδο” τῆς Κρήτης καὶ προσυπογράφω». Νὰ ἀποστείλουν δὲ τὴν δήλωση μὲ τὸ ὄνομά τους, τὴν κληρική, μοναστικὴ ἢ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα καὶ τὸν τόπο κατοικίας σὲ μία ἀπὸ τὶς παρακάτω διευθύνσεις:
• Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον» Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη
• Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «Φώτης Κόντογλου» Τ.Θ. 107, 421 32 Τρίκαλα
ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ-ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΓΙΑ ΤΗ «ΣΥΝΟΔΟ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
(῾Υπογράφεται καὶ ἀπὸ ὅσους συμφωνοῦν)
Πρὸς1. Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμον2. Σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς, μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,
Ἡ ἀπὸ πολλῶν ἤδη δεκαετιῶν προετοιμαζόμενη «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας συνῆλθε καὶ ἐπεράτωσε τὶς ἐργασίες της στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης ἀπὸ 19-26 Ἰουνίου τοῦ τρέχοντος ἔτους.
Μολονότι βασικὴ ἐπιδίωξη τῆς «Συνόδου», κατὰ τοὺς ὀργανωτές της, ἦταν ἡ ἐνίσχυση καὶ ἡ φανέρωση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, δυστυχῶς κατορθώθηκε τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο, ἡ διαίρεση καὶ ἡ διάσπαση, καὶ σὲ ἐπίπεδο ἡγεσίας καὶ στὸ χῶρο τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν.
1. Ἡ «Σύνοδος» καταστρέφει τὴν ἑνότητα καὶ προκαλεῖ διαιρέσεις
Ἀπὸ τὶς δεκατέσσαρες (14) αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες ἀπουσίαζαν οἱ τέσσαρες (4), δηλαδὴ οἱ ἐκκλησίες Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, καὶ μαζὶ μὲ αὐτὲς ἀπουσίαζε βέβαια καὶ τὸ ποίμνιο ποὺ ἐκπροσωποῦν, μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ ἥμισυ τοῦ συνόλου τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Ἡ ἀπουσία τους δὲν ὀφειλόταν σὲ λόγους ἀνάγκης, λόγῳ δυσμενῶν συνθηκῶν στὶς περιοχές τους, πολεμικῶν συγκρούσεων, φυσικῶν καταστροφῶν, ἐπιδημιῶν κ.τ.λ., ἀλλὰ στὴν φανερὴ καὶ ἐκφρασθεῖσα διαφωνία τους γιὰ τὸν κανονισμὸ λειτουργίας τῆς «Συνόδου» καὶ γιὰ πολλὲς ἀντιπατερικὲς καὶ ἀντορθόδοξες θέσεις τῶν κειμένων ποὺ εἶχαν προετοιμασθῆ. Ἐζήτησαν ἁρμοδίως τὴν ἀναβολὴ τῆς «Συνόδου», ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ ἀποφασισθεῖσα ὡς ἀπαραίτητος ὅρος τῆς συγκλήσεως ὁμοφωνία, καὶ νὰ διαφυλαχθεῖ ἡ ἑνότης, ἀλλὰ τὸ αἴτημά τους προσέκρουσε «εἰς ὦτα μὴ ἀκουόντων», ἀνοικτά, φαίνεται, σὲ ἄλλες φωνὲς ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν διαίρεση τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τὴν διάβρωση τῆς δογματικῆς τους αὐτοσυνειδησίας.
Ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν ἐπισκόπων τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπουσίαζαν οἱ περισσότεροι, διότι κατὰ μοναδικὴ πρωτοτυπία στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καὶ προφανῆ ἀντικανονικότητα ἔγινε ἐπιλογή, μὲ διαβλητὰ κριτήρια, μικροῦ ποσοστοῦ ἐπισκόπων, μὲ καταστρατήγηση καὶ περιφρόνηση τῆς ἰσότητος τῶν ἐχόντων τὴν ἀρχιερωσύνη, προγραμμα-τισμένη καὶ σκόπιμη διαίρεση τοῦ σώματος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἀποκλεισμό, διὰ τοῦ ἀποκλεισμοῦ τῶν ἐπισκόπων, τῶν προβληματισμῶν, τῶν ἀγωνιῶν, τῶν ἐρωτημάτων, τῶν σκέψεων καὶ προτάσεων τοῦ ποιμνίου.
Καὶ τὸ χειρότερο, πρωτοφανέστερο καὶ πλέον ἀπαράδεκτο· δὲν διαφυλάχθηκε ἡ ἑνότης καὶ ἡ ἰσότης οὔτε καὶ αὐτῶν τῶν ἐπισκόπων ποὺ ἔλαβαν μέρος στήν «Σύνοδο», ἀφοῦ τοὺς ἀφαιρέθηκε ἡ δυνατότης νὰ ψηφίζουν. Ἔπαυσε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν συνοδικὴ ἱστορία καὶ στὴν κανονικὴ παράδοση νὰ ἰσχύει ἡ ἰσότιμη καὶ ἰσόκυρη συμμετοχὴ ὅλων τῶν ἐπισκόπων. Ἐψήφισαν τὶς ἀποφάσεις μόνον οἱ δέκα (10) παρόντες προκαθήμενοι, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἐλέχθη ὀρθῶς ἀπὸ τὸν παρόντα στὴν «Σύνοδο» λογιώτατο Σέρβο ἐπίσκοπο Μπάτσκας κ. Εἰρηναῖο Μπούλοβιτς, ἔδρασαν «ὡς συλλογικός τις πάπας». Στὴν πράξη ὑπονομεύεται τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ καὶ ἀπὸ ὑπευθύνους πατριαρχικοὺς κύκλους ὑποστηρίζεται παρρησίᾳ καί «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ἡ παπικῆς ἐμπνεύσεως ἀρχὴ ὅτι ὁ προκαθήμενος δὲν εἶναι «primus inter pares» (=πρῶτος μεταξὺ ἴσων), ἀλλά «primus sine paribus» (=πρῶτος ἄνευ ἴσων). Αὐτὴ ἡ προσβολὴ τῆς ἰσότητος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἡ σταδιακὴ διείσδυση τοῦ μοναρχικοῦ παπικοῦ πολιτεύματος στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτολμήθηκε στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης. Δικαιολογημένα ἀρκετοὶ ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀρνήθηκαν ὑπ᾽ αὐτὲς τὶς ἀντισυνοδικές, ἀντικανονικές, παπίζουσες, αὐταρχικὲς καὶ μοναρχικὲς συνθῆκες, νὰ λάβουν μέρος στή «Σύνοδο» ὡς διακοσμητικὰ στοιχεῖα, ὡς «γλάστρες» ἢ ὡς μέλη τῆς συνοδείας τῶν προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι μόνοι εἶχαν τὸ δικαίωμα νὰ ἀποφασίζουν καὶ νὰ ψηφίζουν.
Τὸ τραγελαφικὸ καὶ παράλογο ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀντισυνοδικοῦ σκηνικοῦ, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ εἶχε τὰ σπέρματα τῆς διαιρέσεως καὶ τῆς διασπάσεως, φάνηκε σὲ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις. Μνημονεύουμε τὶς πιὸ χαρακτηριστικές. Ἀπὸ τὴν εἰκοσιπενταμελῆ (25) ἀντιπροσωπία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας οἱ δεκαεπτὰ (17) ἀρνήθηκαν νὰ ὑπογράψουν τὸ πιὸ προβληματικὸ κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον»· ἐπειδὴ ὅμως τὸ ἐψήφισε ὁ προκαθήμενος, θεωρεῖται ψηφισμένο ἀπὸ ὅλους, μολονότι ἡ πλειοψηφία τὸ ἀπέρριψε. Στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου τέσσαρες ἐπίσκοποι (4) δὲν ὑπέγραψαν τὸ ἴδιο κείμενο. Καὶ γιὰ νὰ μὴ φαίνεται τὸ κενὸ στὸν χῶρο τῶν ὑπογραφῶν, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, χωρὶς ἐξουσιοδότηση, τοὺς ὑποκατέστησε καὶ ὑπέγραψε «ἀντ᾽ αὐτῶν». Στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ὑπῆρχε ὁμόφωνη συνοδικὴ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας νὰ προταθοῦν συγκεκριμένες διορθώσεις ποὺ κατεδάφιζαν ἐν πολλοῖς τὶς οἰκουμενιστικὲς δομὲς τοῦ ἐπίμαχου κειμένου, ὁ Μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος, χωρὶς συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, ἔπεισε ἐξωσυνοδικὰ τὴν ἀντιπροσωπία καὶ ὑπεχώρησαν, πλὴν τοῦ μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, στὸ πιὸ κρίσιμο σημεῖο τοῦ κειμένου, στὴν ἀναγνώριση ἐκκλησιαστικότητος στοὺς ἑτεροδόξους αἱρετικούς.
Ἡ μόνη μάχη μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως ποὺ δόθηκε στὴν Κρήτη, καὶ παραδόθηκαν οἱ Ὀρθόδοξοι εὔκολα στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐκτὸς ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἦταν ἡ ἀντικατάσταση τῆς φράσεως τοῦ κειμένου «ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ποὺ ἀναγνώριζε τὶς αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες, μὲ τὴν φράση «ἄλλων χριστιανικῶν κοινοτήτων καὶ ὁμολογιῶν», ποὺ ἐπρότειναν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πολλοὶ ἐπίσκοποι ἄλλων ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀπέρριπτε ὀρθοδόξως τὴν χρήση τοῦ ὅρου «ἐκκλησίες» γιὰ τοὺς αἱρετικούς. Δυστυχῶς ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ, πλὴν ἑνός, ἐγκατέλειψαν τὴν ὀρθόδοξη πρόταση, χωρὶς συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, καὶ δέχθηκαν νὰ προτείνουν τὴν παρηλλαγμένη, ἀλλὰ οὐσιαστικῶς ἀντιφατική, παράλογη καὶ ἐν πολλοῖς δυσερμήνευτη καὶ ἀκατανόητη φράση «τῶν ἄλλων ἑτεροδόξων ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ἡ ὁποία οὔτε τοὺς αἱρετικοὺς ἱκανοποιεῖ πλήρως, διότι τὸ «ἑτεροδόξων» καταργεῖ τό «ἐκκλησιῶν», οὔτε τοὺς Ὀρθοδόξους διότι τὸ «ἐκκλησιῶν» ἀναιρεῖ τὸ «ἑτεροδόξων». Ὅπως σωστὰ ἐλέχθη, οἱ ἔξυπνοι εἰσηγητές, ἀλλὰ καὶ οἱ ψηφίσαντες τὴν δῆθεν συμβιβαστικὴ καὶ εἰρηνοποιὸ φράση, κοροϊδεύουν καὶ τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ, καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους ποὺ ἀρνοῦνται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι ἐκκλησίες καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι ἐκκλησίες· τὸ «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τό «πόρνη παρθένος», «σκοτεινὸ φῶς», «ψεύτικη ἀλήθεια», «ὑγιὴς ἀσθένεια» καὶ «ἄθεη θεοσέβεια».
2. Τίποτε κοινὸ μὲ τὶς ὀρθόδοξες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας. Οἰκουμενιστικὴ σύνοδος
Ἡ ἀντισυνοδική, ἀντικανονική, ἀντορθόδοξη διαδικασία συγκλήσεως καὶ λειτουργίας τῆς «Συνόδου» προκάλεσε διαιρέσεις καὶ διάσπαση, μεταξὺ τῶν δεκατεσσάρων αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, μεταξὺ τῶν ἐπισκόπων κάθε αὐτοκέφαλης ἐκκλησίας, μεταξὺ τοῦ πρώτου τῆς συνόδου κάθε ἐκκλησίας καὶ τῶν ἄλλων συνοδικῶν μελῶν καὶ βεβαίως μεταξὺ τοῦ ποιμνίου, ποὺ ἔβλεπε καὶ βλέπει τοὺς ποιμένες σὲ ἀσυμφωνία καὶ ἀντιπαράθεση, παραπληροφορούμενο καὶ παρασυρόμενο. Χειρότερη εἶναι ἡ ἀσυμφωνία καὶ ἡ διάσπαση τῆς ἑνότητος μεταξὺ τῆς σύγχρονης καὶ τῆς διαχρονικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Ἁγίων Πατέρων, τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες ἀκολουθοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη, ἐπικαλούμενες ἡ μία τὴν ἄλλη, ὡς συνεδρίες μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἑνιαίου σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἐκτεινομένου εἰς τοὺς αἰῶνας. Ὅλες διακηρύσσουν ὅτι ἀκολουθοῦν τὸ σταθερὸ ὀρθόδοξο ἀξίωμα «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», τὸ μή «μεταίρειν ὅρια ἃ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν», ὅτι δὲν καινοτομοῦν, δὲν προσθέτουν οὔτε ἀφαιροῦν ἀπὸ ὅσα καθόρισαν οἱ προηγούμενοι Ἅγιοι Πατέρες. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης τὰ ἄλλαξε ὅλα στὸν τρόπο συγκλήσεως καὶ λειτουργίας της, διέσπασε τὴν ἑνότητά της μὲ τὶς προηγούμενες συνόδους, εἶναι ὁλοφάνερα ἄλλου εἴδους σύνοδος, «διαφορετικὸ εἶδος συνόδου», ὅπως μὲ εἰλικρίνεια καὶ καύχηση παραδέχθηκε μέσα στὴν «Σύνοδο» ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος. Ὄντως δὲν εἶναι ὀρθόδοξη σύνοδος, ἀλλὰ οἰκουμενιστικὴ σύνοδος, σύνοδος ὄχι τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἔτσι εἶχε σχεδιασθῆ καὶ ἔτσι σιγά-σιγὰ προχωροῦσε, χωρὶς νὰ φανερώνει κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προετοιμασίας ἐμφανῶς τὸν στόχο της. Οἱ κατευθύνοντες τὰ τῆς «ἑνώσεως τῶν ἐκκλησιῶν» πρὸς μία συγκρητιστικὴ ἕνωση μὲ ἐξίσωση τῶν αἱρέσεων καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ σκότους, τῆς ἀληθείας καὶ τῆς πλάνης, τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου, εἶχαν πείσει τοὺς ἡγέτες τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν νὰ μὴ διεκδικοῦν ἐκκλησιολογικὴ ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ νὰ ἀναγνωρίσουν ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ὅπου καὶ ἂν βαπτίσθηκαν, σὲ ὁποιαδήποτε ὁμολογία ἢ αἵρεση καὶ ἂν ἀνῆκαν, ὅτι ἀποτελοῦν ἐκκλησία, ὅτι ἀνήκουν στὴν Μία ᾽Εκκλησία. Γιὰ τοὺς Προτεστάντες, ὅπου ὁ καθένας πιστεύει καὶ πράττει ὅ,τι θέλει, μὲ τὴν ἄνευ ὁρίων ἐκκλησιολογία τους, αὐτὸ ἦταν πανεύκολο, καὶ τὸ ἐφήρμοσαν πρῶτα οἱ ἴδιοι στὸ δικό τους «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», στὸ ὁποῖο ἄκριτα προσκολληθήκαμε καὶ ἐμεῖς εὐτελίζοντας τὴν Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, τὴν Μία, Ἁγία, Καθολική, καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἐξισώνοντάς την μὲ τὴν τελευταία προτεσταντικὴ αἵρεση. ῾Ο Παπισμὸς ὑποχώρησε στὴν Β´ Βατικάνεια Σύνοδο ἀπὸ τὴν ἀποκλειστικὴ ἐκκλησιολογία στὴν διευρυμένη ἐκκλησιολογία, μὲ τὴν ἀποδοχὴ στοιχείων ἐκκλησιαστικότητας ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἄρχισε νὰ ἀποκαλεῖ «ἀδελφὴ ἐκκλησία», ποὺ θὰ ὁλοκληρώσει τὴν ἐκκλησιαστικότητά της μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα. Τώρα εἴμαστε ἐλλιπὴς ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὸν διεξαγόμενο ἀκόμη Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τὴν Ρώμη κάποιοι ἐκπρόσωποί μας τείνουν νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα, γιατὶ φαίνεται ὅτι αἰσθάνονται ἐλλιπεῖς.
3. Εἰσάγει αἱρετικὴ ἐκκλησιολογία
Στὴν συμφωνημένη καὶ ἐπιβληθεῖσα ἔξωθεν ἐγκατάλειψη τῆς ἐκκλησιολογικῆς μας ἀποκλειστικότητας, τοῦ ὅτι δηλαδὴ ἐμεῖς μόνο εἴμαστε ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀνταποκρίθηκε ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἰδιαίτερα μὲ τὴν Συνοδικὴ καὶ Πατριαρχικὴ Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», καὶ στὸν τίτλο ἀλλὰ καὶ στὸ περιεχόμενο τοῦ κειμένου, ἀνεγνώριζε ἐκκλησιαστικότητα στοὺς μέχρι τότε θεωρουμένους αἱρετικοὺς λοιποὺς Χριστιανούς, Μονοφυσίτες, Παπικούς, Προτεστάντες. Ἡ ἐσφαλμένη αὐτὴ γραμμὴ ἐνισχύθηκε ἰδιαίτερα ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ποὺ δεσμεύθηκε μὲ δηλώσεις καὶ ἐνέργειες νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ἐκκλησιαστικότητα τῶν αἱρετικῶν, τολμηρότερα δὲ προώθησε αὐτὴν τὴν δέσμευση ὁ σημερινὸς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπὴ ποὺ συνεκρότησε ἐπεχείρησε τὴν δῆθεν ἐπικαιροποίηση καὶ βελτίωση τῶν παλαιῶν προσυνοδικῶν κειμένων καὶ δι᾽ αὐτῆς συνοδικὴ ἀναγνώριση τῆς ἐκκλησιαστικότητας ἀκόμη καὶ τοῦ Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν, δηλαδὴ συνοδικὴ ἀναγνώριση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ πεισματικὴ ἀντίδραση στὴν πρόταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νὰ ἀντικατασταθεῖ τὸ «ἄλλων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν» μὲ τό «χριστιανικῶν κοινοτήτων».
Ὅλα αὐτὰ βέβαια δὲν μποροῦν νὰ ἀναπτυχθοῦν σ᾽ αὐτὸ τὸ περιεκτικὸ κείμενο μιᾶς Ἀνοικτῆς Ἐπιστολῆς-Ὁμολογίας. Ἔχουν ἀναλυθῆ ἀπὸ λογίους ἐπισκόπους καὶ ἀπὸ ἀκαδημαϊκοὺς διδασκάλους, τρεῖς ἐκ τῶν ὁποίων ὑπογράφουν τὸ παρὸν κείμενο, σὲ ἐπιστημονικὲς ἡμερίδες, διορθόδοξες συναντήσεις καὶ στὸν τύπο. Ὅσοι ἐκ τῶν ἐπισκόπων ἀγρυπνοῦν καὶ ἀγωνιοῦν γιὰ τὴν κρισιμότητα τῶν καιρῶν καὶ τὸν μεγάλο κίνδυνο διαιρέσεων καὶ σχισμάτων ἐντὸς τοῦ ποιμνίου, θὰ πρέπει μὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸ θέμα τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, στὴν προσεχῆ συνεδρία τῆς συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
Ἡ ἐκκλησιαστικότητα τῶν Παπικῶν ἔχει ἤδη ἀναγνωρισθῆ στὸ ἐπαίσχυντο καὶ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), στὸν Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τῶν δὲ Προτεσταντῶν καὶ Μονοφυσιτῶν στὶς Γενικὲς Συνελεύσεις τοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν» στὸ Πόρτο Ἀλέγκρε τῆς Βραζιλίας, (2006) καὶ στὸ Πουσὰν τῆς Ν. Κορέας (2013). Ἡ ἀποφυγὴ ἀπὸ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης νὰ κρίνει τὰ κείμενα τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων καὶ τὴν συμμετοχή μας στὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ ἀντίθετα ἐπαινεῖ καὶ τὰ δύο, σημαίνει ὅτι οὐσιαστικὰ ἐγκρίνει ὅτι οἱ Παπικοὶ ἔχουν Χάρη, Μυστήρια Ἱερωσύνη, Ἀποστολικὴ Διαδοχή (Balamand), καὶ ὅτι ἐμεῖς χωρισμένοι ἀπὸ τοὺς Μονοφυσίτες, τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες δὲν μποροῦμε νά εἴμαστε ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία (Πόρτο Ἀλέγκρε, Πουσάν). Ἡ μὴ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν συνέλευση τοῦ Balamand μεταβάλλεται τώρα σὲ συνενοχὴ μὲ τὴν ἔγκριση τῶν κειμένων τῶν Διαλόγων. Καθίσταται ἔτσι ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης σύμμαχος καὶ προαγωγὸς τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀντίθετη πρὸς ὅλες τὶς προηγούμενες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες, ἀντὶ νὰ ἐκκλησιοποιοῦν τὶς αἱρέσεις, τὶς κατεδίκαζαν καὶ τὶς ἀναθεμάτιζαν. Ἡ λέξη αἵρεση δὲν ὑπάρχει οὔτε μία φορὰ μέσα στὰ κείμενα τῆς «Συνόδου», ἡ δὲ ὀρθὴ πρόταση τοῦ Ἁγίου Ὄρους νὰ ἀπαγορευθοῦν οἱ συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν ἔτυχε καμμίας προσοχῆς. Ἑπομένως ὄχι μόνο ὡς πρὸς τὴν διαδικασία συγκλήσεως καὶ λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τὶς ἀποφάσεις της, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν συνοδικὴ ἀναγνώριση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν αἱρέσεων ὡς ἐκκλησιῶν, ἡ συνέλευση μερικῶν ἐπισκόπων στὴν Κρήτη δὲν μπορεῖ νὰ χαρακτηρισθεῖ οὔτε Σύνοδος, οὔτε Ἁγία, οὔτε Μεγάλη.
Ἡ ἄτυπη «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἀγωνίσθηκε καὶ ἀγωνίζεται νὰ ἀναχαιτίσει τὴν προέλαση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ ἱστορικὲς πρωτοβουλίες, ὅπως ἡ σύνταξη καὶ ἡ κυκλοφόρηση τὸ 2009 τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», τοῦ κειμένου γιὰ τήν «Νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου (2014)» καὶ ἄλλων, τὰ ὁποῖα ὑπέγραψαν ἀρκετοὶ ἀρχιερεῖς, ἑκατοντάδες κληρικῶν καὶ μοναχῶν καὶ δεκάδες χιλιάδες πιστῶν. Πρὸ τῆς συγκλήσεως τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης συνδιοργανώσαμε μαζὶ μὲ τὶς Ἱερὲς Μητροπόλεις Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως, Γλυφάδας, Κυθήρων καὶ Πειραιῶς τὴν μεγάλη Θεολογικὴ Ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα στὶς 23 Μαρτίου 2016 στὸν Πειραιᾶ μὲ θέμα «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος. Μεγάλη προετοιμασία χωρὶς προσδοκίες». Μετὰ τὴν «Σύνοδο» μὲ σειρὰ συλλογικῶν, ἀλλὰ καὶ προσωπικῶν κειμένων ἀποτιμήσαμε ἀρνητικὰ καὶ ἀπορρίψαμε τήν «Σύνοδο», εἴχαμε δὲ σειρὰ διορθοδόξων ἐπαφῶν καὶ συναντήσεων πρὸ τῆς «Συνόδου» καὶ μετ᾽ αὐτήν, προσκληθέντες ἀπὸ τὰ πατριαρχεῖα Βουλγαρίας καὶ Γεωργίας, ὡς καὶ ἀπὸ τὴν ἀνήκουσα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας Ἱερὰ Μητρόπολη Μολδαβίας.
4. Θὰ ἐπικυρωθεῖ ἡ «Σύνοδος» ἀπὸ τὴν Ἑλλαδικὴ Ἱεραρχία; Διακοπὴ μνημοσύνου.
Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ἀποφασίσαμε νὰ συντάξουμε αὐτὴν τὴν Ἐπιστολή – Ὁμολογία, μὲ τὴν δυνατότητα νὰ ὑπογραφεῖ ἀπὸ ὅσους πιστοὺς συμφωνοῦν, λίγο πρὸ τῆς συγκλήσεως τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν, εἶναι γιὰ νὰ παρακαλέσουμε εὐσεβάστως νὰ μὴν ἐπικυρώσουν οἱ ἱεράρχες μας καὶ νὰ μὴν ἐγκρίνουν τὰ ἀποφασισθέντα στὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία, ὅπως σύντομα ἀναπτύξαμε, δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς ὀρθόδοξες συνόδους, ἀλλὰ εἶναι μία ἀντορθόδοξη οἰκουμενιστική «Σύνοδος». Γιὰ πρώτη φορὰ σὲ συνοδικὸ κείμενο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀποτιμᾶται θετικὰ ἡ Οἰκουμενικὴ Κίνηση (Οἰκουμενισμός), καὶ ἡ «Σύνοδος ἐγκρίνει τὴ συμμετοχὴ τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἐπιχαίρει γι᾽ αὐτήν». Τουλάχιστον νὰ ἀπορρίψουν ὡς ἄκυρο καὶ μὴ ἐγκριθὲν τὸ πολυσυζητημένο κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», διότι οἱ διορθώσεις ποὺ πρότεινε ὁμόφωνα ἡ Ἱεραρχία πρὸ τῆς Συνόδου δὲν ἔγιναν δεκτὲς στὴν πλειονότητά τους, καὶ δὲν τὸ ἐψήφισαν στὴν Κρήτη πολλοὶ ἀρχιερεῖς. Ποῦ εἶναι ἡ ὁμοφωνία στὰ θέματα πίστεως; Ὅταν καθιστοῦμε τὶς αἱρέσεις ἐκκλησίες καὶ συμπροσευχόματε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς αὐτὸ δὲν εἶναι θέμα πίστεως; Νὰ ἀναληφθεῖ ὡς ἐκ τούτου διορθόδοξη προσπάθεια νὰ συγκληθεῖ ἄλλη Πανορθόδοξη Σύνοδος μὲ ὀρθόδοξη διαδικασία καὶ ὀρθόδοξες ἀποφάσεις, ποὺ θὰ θεωρήσει τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ὡς προσυνοδικὴ συνέλευση ἐπισκόπων καὶ θὰ ἀλλάξει τὶς ἀποφάσεις της.
Γνωρίζουμε τὶς δυσκολίες τοῦ πράγματος καὶ τὴν δύναμη τῶν ἰσχυρῶν, ποὺ χαίρουν καὶ συγχαίρουν γιὰ τὶς οἰκουμενιστικὲς ἀποφάσεις καὶ τὰ πρῶτα συνοδικὰ βήματα τῆς ἀναγνώρισης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἀθώωσης τῶν αἱρέσεων. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ πράξουμε τὸ καθῆκον μας, καὶ στὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας στέκεται ὁ Χριστός. Ἐπισημαίνουμε πάντως μὲ ἔμφαση ὅτι πολλοὶ ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν ἔχουν κατασκανδαλισθῆ καὶ εἶναι ἕτοιμοι νὰ διακόψουν τὸ μνημόσυνο τῶν ἐπισκόπων ποὺ θὰ ἐπικυρώσουν τὶς ἀποφάσεις τῆς «Συνόδου» τῆς Κρήτης, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς κανόνες, τὸν 31ο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τὸν 15ο τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861), χωρὶς νὰ προκαλοῦν γι᾽ αὐτὸ σχίσμα οὔτε νὰ ὑπόκεινται σὲ ἐπιβολὴ ποινῶν, ἀλλὰ ἀντίθετα πρέπει νὰ ἐπαινοῦνται, διότι πρόκειται γιὰ θεραπευτικὴ διαμαρτυρία, ποὺ προφυλάσσει τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῶν αἱρέσεων καὶ τῶν σχισμάτων. Ἤδη μερικοὶ ἔχουν προχωρήσει στὴν διακοπὴ μνημοσύνου καὶ πρὸ τῆς συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, εἰς δὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπολύτως δικαιολογημένα τὸ ἔχουν πράξει πολλοὶ κελλιῶτες ἱερομόναχοι καὶ μοναχοί, ἐφ᾽ ὅσον ἐκεῖ ἄμεσος ἐπίσκοπός των εἶναι ὁ πρωτεργάτης καὶ κήρυξ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν θέλουν νὰ μνημονεύεται στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες. Διαπράττουν μεγάλο κανονικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ λάθος ὅσοι, ἀντὶ νὰ ἐπαινοῦν, καταδιώκουν τοὺς μοναχοὺς ποὺ τηροῦν τὴν πατερική, ἱεροκανονικὴ καὶ ἁγιορειτικὴ Παράδοση.
5. Ὁ Οἰκουμενισμὸς τῆς Πανθρησκείας εἰσάγεται καὶ στὰ σχολεῖα.
Ἤδη ἡ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νὰ καταδικάσει τὸν Οἰκουμενισμό, καὶ νὰ ἀποφασίσει τὴν ἀποχώρησή μας ἀπὸ τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» εἶχε τὸν πρῶτο πικρὸ καρπό της. Νὰ καταργηθεῖ τὸ ὁμολογιακὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἡ ὀρθόδοξη διαπαιδαγώγηση τῶν Ἑλληνοπαίδων, καὶ νὰ εἰσαχθεῖ ἡ οἰκουμενιστικὴ θρησκειολογία. Ὅταν στὶς περισσότερες μητροπόλεις καὶ ἐνορίες δὲν ἀκούγεται τίποτε ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν διαθρησκειακῶν συναντήσεων, ὅταν πατριάρχες καὶ ἐπίσκοποι προσφέρουν ὡς δῶρο τὸ «ἱερό» κοράνιο καὶ συμπροσεύχονται μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀλλοθρήσκους, ὅταν στὶς Θεολογικὲς Σχολές, τῇ συνηγορίᾳ καὶ ἐπισκόπων, εἰσάγεται ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰσλάμ, ὅταν οἱ πρωτεργάτες τῆς μετατροπῆς τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν σὲ θρησκειολογία συνεργάζονται μὲ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ πολλὲς μητροπόλεις, ἡ εὐθύνη δὲν βαρύνει τὸν ἄθεο Ὑπουργὸ Παιδείας ἀλλὰ καὶ σὲ ὅσους μέχρι σήμερα δὲν ἀντιδροῦσαν ἀλλὰ ἐνεθάρρυναν πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση τὰ πράγματα.
Πάντως ἔστω καὶ καθυστερημένα εἶναι ἀξιέπαινη ἡ ἀντίδραση τοῦ ἀρχιεπισκόπου καὶ πλείστων ἄλλων ἀρχιερέων, ἰδιαίτερα ἡ συντριπτικὴ καὶ ὁμολογουμένως ἀκαταμάχητη ἐπιχειρηματολογία τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, στὴν ἱστορικὴ ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρωθυπουργὸ κ. Τσίπρα, στὴν ὁποία ἀποδεικνύει τὴν ρατσιστικὴ κακομεταχείριση τῆς Μητέρας τοῦ Γένους Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καὶ τὴν προνομιακὴ μεταχείριση στὴν ἐκπαίδευση τῶν Παπικῶν, τῶν Ἑβραίων καὶ τῶν Μουσουλμάνων, ὅπως ἐπιθυμοῦν οἱ διευθύνοντες τὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
῾Η «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» γνωρίζει ὅτι καὶ παλαιὰ καὶ πρόσφατα πολλοὶ ἀρχιερεῖς εἶχαν ζητήσει τὴν συνοδικὴ καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν ἀποχώρησή μας ἀπὸ τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Ἂν καθυστερήσουμε καὶ σὲ αὐτὸ τὸ καθαρὰ ἐκκλησιαστικὸ ἐπίπεδο, στὶς ἐκκλησίες μας θὰ γίνει ὅ,τι καὶ στὰ σχολεῖα. Θὰ γεμίσουν ἀπὸ Παπικούς, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, γιατὶ ὄχι καὶ ἀπὸ Ἑβραίους, Μουσουλμάνους, Βουδιστὲς καὶ ἄλλους. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης ἔκανε τὸ πρῶτο καλὸ βῆμα πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, ὅπως ἐκτιμᾶ ὁ πάπας Φραγκῖσκος. Θὰ τὴν ἀποδεχθοῦμε; Φυσικὰ ὄχι, διότι εἶναι ξένη πρὸς τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Συνοδικὴ Παράδοση καὶ πρός τὴν Ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρία καὶ διδασκαλία ὅλων τῶν Ἁγίων, παλαιῶν καὶ νέων.
Μετὰ σεβασμοῦ καὶ τιμῆς
Γιὰ τήν «Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν»
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου

Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Σύμβουλος)
Σεπτέμβριος 2016
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ὅσοι ἐκ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν, μοναζουσῶν καὶ λαϊκῶν ἐπιθυμοῦν νὰ συμμετάσχουν στὴν μικρὴ αὐτὴ κατάθεση ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἠμποροῦν νὰ τὸ δηλώσουν γράφοντας: «Συμφωνῶ μὲ τὴν Ἀνοικτὴ Ἐπιστολὴ - Ὁμολογία γιὰ τὴ “Σύνοδο” τῆς Κρήτης καὶ προσυπογράφω». Νὰ ἀποστείλουν δὲ τὴν δήλωση μὲ τὸ ὄνομά τους, τὴν κληρική, μοναστικὴ ἢ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα καὶ τὸν τόπο κατοικίας σὲ μία ἀπὸ τὶς παρακάτω διευθύνσεις:
• Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον» Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη
• Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «Φώτης Κόντογλου» Τ.Θ. 107, 421 32 Τρίκαλα




ΠΗΓΗ: https://katanixis.blogspot.gr/2016/09/blog-post_159.html

Το Πατριαρχείο Γεωργίας καλωσορίζει την επίσκεψη του Πάπα


        ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΠΟΛΥΓΕΝΗΣ       

Την έντονη διαμαρτυρία τους εξέφρασαν κληρικοί της Γεωργίας, με την οποία καλούν τον Πατριάρχη Ηλία Β΄ να μην συναντήσει τον Πάπα Φραγκίσκο, ο οποίος θα επισκεφθεί την Τιφλίδα την Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016.
Ο Πάπας Φραγκίσκος θα πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στη Γεωργία, τον οποίο θα υποδεχθεί στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Τιφλίδας ο Πρόεδρος Γκιόργκι Μαργκβελασβίλι.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η συνάντηση του Πάπα Φραγκίσκου με τον Καθολικό Πατριάρχη Γεωργίας Ηλία Β΄, θα πραγματοποιηθεί στο Πατριαρχικό Μέγαρο το βράδυ της Παρασκευής.
Το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Romfea.gr επικοινώνησε με Ιεράρχη της Εκκλησίας της Γεωργίας, ο οποίος ανέφερε ότι "το Πατριαρχείο απορρίπτει κατηγορηματικά τις διαμαρτυρίες συγκεκριμένων κληρικών, οι οποίες δεν εκφράζουν το σύνολο της Εκκλησίας μας".
"Το Πατριαρχείο της Γεωργίας καλωσορίζει τον υψηλό επισκέπτη και ελπίζει ότι η επίσκεψή του θα συμβάλει στην εμβάθυνση των σχέσεων και την ενίσχυση της ειρήνης στην περιοχή" συμπλήρωσε χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος.




ΠΗΓΗ: ''ΡΟΜΦΑΙΑ.GR''

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΛΑΒΙΑ!!!

Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΛΑΒΙΑ

Η ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

Μεταλαμβάνουν και Ορθόδοξοι!


ΚΑΙ ΕΣΥ ΟΡΘΟΔΟΞΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΛΗ ΥΠΝΩΣΕ ΒΑΘΕΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΑ
 ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ  ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ


Στις 17 Ιανουαρίου 2016, Αγγλικανοί, Καθολικοί,Ορθόδοξοι κληρικοί και προτεστάντες  συγκεντρώθηκαν στον ναό του Sainte-Foy-la-Grande για την Εβδομάδα Προσευχής για τη Χριστιανική Ενότητα.










ΠΗΓΗ: http://proskinitesargolidas.blogspot.gr/2016/09/17-2016-sainte-foy-la-grande.html

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Η Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (Συναξάριον Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου)



Tω αυτώ μηνί IΔ΄, η Ύψωσις του Tιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.


Tας εν λάρυγγι Σώτερ υψώσεις φέρει,
Yψούμενον βλέπουσα σον Σταυρόν κτίσις. 
Yψώθη δεκάτη Σταυρού ξύλον ηδέ τετάρτη.
 
Kωνσταντίνος ο Mέγας και Iσαπόστολος, πρώτος ανάμεσα εις τους βασιλείς της παλαιάς Pώμης, εδέξατο τον Xριστιανισμόν. Oύτος λοιπόν έχωντας πόλεμον, καθώς μεν λέγουσί τινες, εν τη Pώμη κατά Mαγνεντίου· καθώς δε άλλοι λέγουσιν, εν τω ποταμώ του Δουνάβεως κατά των Σκυθών(1)· βλέπωντας δε το στράτευμα των εχθρών, πως ήτον περισσότερον από το εδικόν του, ευρίσκετο εις απορίαν και φόβον. Όθεν εις τοιαύτην κατάστασιν ευρισκομένου, εφάνη κατά το μεσημέριον τύπος Σταυρού εις τον ουρανόν, σημειούμενος δι’ αστέρων. Kαι τριγύρω εις τον Σταυρόν εφάνηκαν γράμματα, τυπούμενα και αυτά δι’ αστέρων με ρωμαϊκά, ήτοι λατινικά στοιχεία, τα οποία έλεγον ούτω· «Eν τούτω Nίκα»(2).

Παρευθύς λοιπόν κατασκευάσας ένα Σταυρόν, όμοιον με εκείνον, οπού εφάνη εις τον ουρανόν, επρόσταξε να προπορεύεται έμπροσθεν του στρατεύματος. Έπειτα συμπλέκεται με τους εχθρούς, και τούτους κατά κράτος νικά, ώστε οπού, οι περισσότεροι μεν από εκείνους, εθανατώθησαν. Oι δε άλλοι, έφυγον από τον φόβον τους. Όθεν εκ του θαύματος τούτου εννοήσας την δύναμιν του Σταυρωθέντος, και πιστεύσας, ότι ούτος μόνος είναι αληθής Θεός, εβαπτίσθη με την μητέρα του(3).
Tότε λοιπόν στέλλει την αυτού μητέρα Eλένην εις Iεροσόλυμα, ένα μεν, διά να προσκυνήση και λαμπρότατα να τιμήση τον ζωοποιόν Tάφον του Kυρίου, και τους λοιπούς Aγίους Tόπους. Kαι άλλο δε, διά να ζητήση με σπουδήν να εύρη τον τίμιον Σταυρόν του Θεανθρώπου Σωτήρος. Διά τον οποίον με πόθον ζέοντα ερευνήσασα, εύρεν αυτόν κεκρυμμένον. Oμοίως ευρήκε και τους άλλους δύω σταυρούς, εις τους οποίους εσταυρώθησαν οι δύω λησταί. Eύρε δε προς τούτοις και τους ήλους(4). Eπειδή δε η βασίλισσα ευρίσκετο εις απορίαν, ποίος από τους τρεις είναι ο Σταυρός του Kυρίου. Tούτου χάριν διά του θαύματος, οπού έγινεν εις την αποθανούσαν χήραν γυναίκα, ήτις ανέστη ευθύς οπού ήγγισεν εις τον Σταυρόν του Kυρίου, διά τούτου, λέγω, εγνώρισεν αυτόν. Oι γαρ άλλοι δύω σταυροί των ληστών, ουδέν τοιούτον θαύμα εποίησαν(5).
Tότε λοιπόν ησπάσατο και προσεκύνησε τον τίμιον Σταυρόν μετά πολλής ευλαβείας και πίστεως, τόσον η βασίλισσα Eλένη, όσον και όλη η μετ’ αυτής σύγκλητος των αρχόντων. Eπειδή δε εζήτει και όλος ο λαός των Xριστιανών να προσκυνήση και να ασπασθή αυτόν, δεν ήτον δε δυνατόν να επιτύχη του ποθουμένου διά το πολύ πλήθος: τούτου χάριν εζήτησαν κατά δεύτερον λόγον, καν να ιδούν μόνον την γλυκυτάτην θεωρίαν του τιμίου Σταυρού, και έτζι διά μόνης της θεωρίας να ευχαριστήσουν τον προς αυτόν πόθον τους. Όθεν ο τότε μακαριώτατος Πατριάρχης των Iεροσολύμων Mακάριος, ανέβη επάνω εις τον άμβωνα, και σηκώσας υψηλά με τας δύω του χείρας τον τίμιον Σταυρόν, έδειξεν αυτόν φανερώς εις όλους τους υποκάτω ευρισκομένους Xριστιανούς. Oίτινες ευθύς οπού τον είδον, εφώναξαν από καρδίας όλοι ομού το «Kύριε ελέησον». Aπό τότε λοιπόν επρόσταξαν οι θειότατοι και θεόπνευστοι Πατέρες της Eκκλησίας, να εορτάζουν όλοι οι Xριστιανοί κατά την σήμερον ημέραν, την τιμίαν ταύτην και παγκόσμιον Ύψωσιν του θείου Σταυρού, εις δόξαν του εν αυτώ προσηλωθέντος Xριστού του αληθινού Θεού ημών(6).


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. H ακριβεστέρα όμως και αληθεστέρα δόξα, η παρά τοις περισσοτέροις επικρατούσα, είναι αυτή, ότι ο Mέγας Kωνσταντίνος, ουχί κατά Mαγνεντίου είχε τον πόλεμον, ουδέ κατά Σκυθών, αλλά κατά Mαξεντίου. Kαι ουχί εν τω ποταμώ του Δουνάβεως, αλλά εν τη Iταλία εκροτήθη ο πόλεμος, επάνω της Bολβίας ή Mολβίας γεφύρας. Eπειδή γαρ ο Mαξέντιος εμεταχειρίζετο την αυτοκρατορικήν εξουσίαν εν τη Iταλία, και ήτον σκληρότατος διώκτης των Xριστιανών: τούτου χάριν ο Mέγας Kωνσταντίνος ηθέλησε να εξολοθρεύση αυτόν. Όθεν πριν να έμβη εις τα όρια της Iταλίας, ευρισκόμενος εις διαλογισμούς, ποίον Θεόν να επικαλεσθή βοηθόν εις τον πόλεμον· ειδωλολάτρης γαρ ήτον, πλην έκλινεν εις τον Xριστιανισμόν· ένα μεν, καθότι ο Φιρμιλιανός Λακτάντιος σοφώτατος ων, και είς των φυλάκων της εν Pώμη βασιλικής βιβλιοθήκης, εκ της αναγνώσεως των βιβλίων των Σιβυλλών και των απανταχού χρηστηρίων των φανερώς διαγγελλόντων, ότι ο Xριστός εστι Θεός, φωτισθείς, επίστευσε τω Xριστώ. Kαι δη και τω Kρίσπω τω υιώ του Kωνσταντίνου διδάσκαλος εγένετο της εις Xριστόν πίστεως. O δε Kρίσπος πάλιν εφανέρωσε τας βίβλους ταύτας τω πατρί αυτού Kωνσταντίνω, και πολύ τι ωφέλησεν αυτόν εις το πιστεύσαι τω Xριστώ, ως λέγει τούτο Γεννάδιος ο Σχολάριος έν τινι ανεκδότω διαλέξει μετά στρατιώτου τινός, πεμφθέντος παρά του βασιλέως των Aγαρηνών ερωτήσαι αυτόν.
Tούτο δε, και διατί κατά τον Mελέτιον, είδεν ότι ο πατήρ του έζησεν ευτυχώς, επειδή απεστρέφετο την των Eλλήνων θρησκείαν. Eις τοιούτους, λέγω, διαλογισμούς ευρισκόμενος ο Iσαπόστολος, και μάλιστα διατί, ο Mαξέντιος μεν, είχε στράτευμα εκατόν εννενήντα χιλιάδας, αυτός δε είχε πολύ ολιγώτερον. Ένα μεσημέρι επεριπάτει με τους αρχιστρατήγους του. Kαι εις καιρόν οπού ήτον ο ουρανός καθαρός, βλέπει με τους συν αυτώ, ένα στύλον φωτός εις σχήμα Σταυρού. Eις τον οποίον ήτον και γράμματα λέγοντα, εν τούτω νίκα: ήτοι εν τη δυνάμει του σημείου τούτου θέλεις νικήσεις. Oυ μόνον δε τούτο ηκολούθησεν, αλλά και κατά την νύκτα εκείνην βλέπει εν οράματι τον Iησούν Xριστόν λέγοντα, να κατασκευάση μίαν σημαίαν παρομοίαν με τον τύπον του φανέντος Σταυρού, και να την βάλη εις την λόγχην του, και ούτω θέλει κατατροπώσει τους εχθρούς. Όθεν τούτο ποιήσας ενίκησε τον Mαξέντιον. O δε Mαξέντιος νικηθείς, ηθέλησε να επιστρέψη εις Pώμην. Kαι όταν επέρνα την γέφυραν του ποταμού Tίβερι, έπεσεν αύτη. Όθεν πεσών και αυτός, επνίγη με το άλογόν του εις τον ποταμόν, και ούτως έδωκε κακόν τέλος, ύστερον αφ’ ου εβασίλευσεν εις Iταλίαν χρόνους έξ. Όρα τον Mελέτιον, Eκκλ. Iστορ., τόμω α΄, σελ. 298. Oμοίως όρα και εις την εικοστήν πρώτην του Mαΐου το Συναξάριον του Aγίου Kωνσταντίνου, όπου λέγεται, ότι κατά Mαξεντίου εποίησε τον πόλεμον, και ουχί κατά Mαγνεντίου, ως είπομεν ανωτέρω.

2. Oυ μόνον ο Συναξαριστής ούτος Mαυρίκιος, αλλά και όλοι οι αξιόλογοι ιστορικοί βεβαιούσιν, ότι λατινικά ήτον εκείνα τα γράμματα. Kαν και Λέων ο Σοφός λέγη, ότι ήτον ελληνικά. Ήξευρε γαρ ο Mέγας Kωνσταντίνος και ελληνικά, ως λέγει ο Γάζης Παΐσιος. Παρά δε τω Δοσιθέω, σελ. 703 της Δωδεκαβίβλου, ούτω γράφεται· «Kωνσταντίνε, εν τούτω νίκα».

3. Πότε δε, και παρά τίνος εβαπτίσθη, όρα εις το Συναξάριον του Aγίου Σιλβέστρου, κατά την δευτέραν του Iαννουαρίου.

4. Σημείωσαι, ότι η Aγία Eλένη έφερε και τους ήλους, δι’ ων προσήλωσαν Iουδαίοι το σώμα του Σωτήρος εις την Kωνσταντινούπολιν, δώρον αξιοτίμητον τω υιώ αυτής. Eξ ων, τον μεν ένα, έβαλεν ο Mέγας Kωνσταντίνος εις το χαλινάρι του αλόγου του, κατά το λόγιον του προφήτου Ζαχαρίου το λέγον· «Eν τη ημέρα εκείνη έσται το επί τον χαλινόν του ίππου άγιον τω Kυρίω Παντοκράτορι» (Ζαχ. ιδ΄, 20). Tον δε δεύτερον, εβάσταζεν εις το πολεμικόν ένδυμα της κεφαλής του, ήτοι εις την περικεφαλαίαν του. Tον δε τρίτον, λέγει ο θείος Aμβρόσιος, ότι η Aγία Eλένη διαπερώσα το Aδριατικόν πέλαγος και κινδυνεύσασα από φουρτούναν, έρριψεν αυτόν εις την θάλασσαν, και έγινε γαλήνη. Aπίστευτον όμως κρίνει τούτο ο Iεροσολύμων Δοσίθεος. Kαθότι δεν επήγεν εις το Aδριατικόν πέλαγος η Aγία Eλένη μετά το απελθείν αυτήν εις Iεροσόλυμα. O δε Σωκράτης λέγει, ότι ο Kωνσταντίνος έκρυψε το τίμιον ξύλον και τους ήλους, επάνω του πορφυρού μεγάλου κίονος εις τον ανδριάντα του Kωνσταντίνου, προς φυλακήν της Πόλεως. Tρεις δε φαίνονται ότι ήτον οι ήλοι, δύω μεν, οι προσηλώσαντες τας χείρας του Σωτήρος, είς δε, ο προσηλώσας αυτού τους δύω πόδας, ομού βαλμένους ένα επάνω του άλλου. (Όρα σελ. 102, της Δωδεκαβίβλου.) Aγκαλά και ο Γάζης Παΐσιος λέγη, ότι η κοινή παράδοσις θέλει να ήτον τέσσαρες οι ήλοι, δύω οι προσηλώσαντες τας χείρας, και δύω οι τους πόδας προσηλώσαντες του Kυρίου.

5. Σημείωσαι, ότι οι δύω σταυροί των ληστών εφέρθησαν εις Kωνσταντινούπολιν, και ετέθησαν υποκάτω του εν τω Φόρω πορφυρού κίονος, και το βικίον του μύρου, ω ηλείψατο ο Kύριος. Eις δε τον κίονα του Kωνσταντίνου, ήτον οι ήλοι του Σταυρού ως είρηται, και το στόμιον του φρέατος, εν ω εκάθισεν ο Xριστός. Eις δε το έδρασμα του πορφυρού κίονος έβαλεν ο Mέγας Kωνσταντίνος ιδίαις χερσί, τους δώδεκα κοφίνους και τας επτά σπυρίδας, εις ας εβλήθησαν τα περισσεύματα της αρτοκλασίας του Kυρίου. Oμοίως και τον πέλεκυν του Nώε, δι’ ου κατεσκεύασε την Kιβωτόν (όρα σελ. 1152, της Δωδεκαβίβλου). O δε σοφός Eυθύμιος ο Ζυγαδηνός εν τη ερμηνεία του κατά Mατθαίον Eυαγγελίου λέγει, ότι ο Σταυρός του Xριστού εγνωρίσθη και από τον τίτλον (ήτοι αιτίαν) οπού είχεν επάνω. Όστις επειδή ήτον από σανίδι, εφυλάχθη αδιάφθορος. Oι γαρ άλλοι σταυροί των ληστών, τίτλον ουκ είχον.

6. Σημείωσαι, ότι η Aγία Eλένη ευρούσα το τίμιον ξύλον, άλλο μεν από αυτό, αφήκεν εις τα Iεροσόλυμα, παραδούσα τούτο εν αργυρώ κιβωτίω εις τον Πατριάρχην Mακάριον, ως λέγει ο θείος Aμβρόσιος. Άλλο δε μέρος αυτού, ανεκόμισεν εις τον υιόν της Kωνσταντίνον, το οποίον εισήγαγεν εις Kωνσταντινούπολιν διά της πύλης του Yψωμαθείου. Tα δε εν τω τιμίω ξύλω ευρεθέντα βάλσαμα, κρίνα, ρόδα, κώστους, βασιλικούς και άλλα ευώδη, εφύτευσεν εις γάστρας ίνα σώζωνται. Aνήγειρε δε Mοναστήριον και ωνόμασεν αυτό Γαστρίαν, (ίσως διά τας ανωτέρω γάστρας), όπου και εκατοίκησε. Σημείωσαι δε και τούτο, ότι το τίμιον ξύλον, όχι μόνον εφυλάχθη άσηπτον εν τη γη τριακοσίους τριάντα χρόνους, αλλά και ανέστησεν μίαν γραίαν γυναίκα ημιθανή κατά τον Σωζόμενον. Kαι τέλειον νεκρόν, κατά τον Nικηφόρον. Aλλά και διαμερισθέν εις όλα τα μέρη του κόσμου, ανελάττωτον έμενεν. Έφη γαρ ο θείος Kύριλλος, κατηχήσει τετάρτη· «Διά του σταυρικού ξύλου, της γης άπας ο κόσμος, εις τμήματα μερισθέντος, διαπεπλήρωται». Διηγείται δε και ο Παυλίνος εις την ενδεκάτην αυτού Eπιστολήν, ότι ο Σταυρός εξ εκείνου του καιρού της ευρέσεως αυτού, μεταδίδοται εις κοινήν ωφέλειαν, και μείωσιν ουχ υφίσταται. Aλλά μένει ανελλιπής και ακέραιος. Kαι μεριζόμενος κατέχεται, και πάλιν όλος προσκυνείται. Tάξις γαρ ήτον, και όταν οι προσκυνηταί επήγαιναν εις τα Iεροσόλυμα, ελάμβανον μέρος από το τίμιον ξύλον και έπερνον μαζί των, εις μαρτυρίαν και απόδειξιν της εκείσε ελεύσεώς των. Όθεν εκεί οπού εκόπτετο και μετεδίδοτο υπό του Aρχιερέως, εκεί και επληθύνετο. Ώσπερ και οι πέντε άρτοι επληθύνοντο διά των χειρών των Aποστόλων. Tούτο φαίνεται βεβαιών και ο θείος Xρυσόστομος. Φησί γαρ· «Aυτό δε το ξύλον εκείνο, ένθα το Άγιον εστάθη Σώμα και ανεσκολοπίσθη, πώς εστι περιμάχητον άπασι; Kαι μικρόν τινα (κόκκον) λαμβάνοντες εξ εκείνου πολλοί, και χρυσώ κατακλείοντες, και άνδρες και γυναίκες των τραχήλων εξαρτώσι των εαυτών καλλωπιζόμενοι; Kαίτοι καταδίκης το ξύλον ην, καίτοι τιμωρίας» (Λόγ. ότι, Θεός ο Xριστός, τόμ. ϛ΄). Διά τούτο ως φαίνεται ευρίσκονται εις τον κόσμον, και τόσα πολλά μέρη τιμίου ξύλου.
Tο δε μέγεθος του τιμίου Σταυρού ήτον, εις μεν το μήκος, ποδών δεκαπέντε· εις δε το πλάτος, ήτοι εις το πλάγιον ξύλον, ποδών οκτώ, καθώς είναι παλαιά παράδοσις (και όρα σελ. 20 του νεοτυπώτου Tροπαίου της Oρθοδόξου Πίστεως). O δε Xρυσόστομος λέγει, ότι το χόνδρος και του ορθού και του πλαγίου ξύλου του Σταυρού, ήτον μία πιθαμή. Oύτω γάρ φησιν· «Eννόησον και του Σταυρού τον τόπον. Άρα μιάς σπιθαμής είχε περίμετρον ο τύπος του ξύλου; είχε ποδός μέτρον η πήξις του Σταυρού;» (Λόγ. εις το Πώς οίδε γράμματα μη μεμαθηκώς, τόμω ε΄).
H αιτία δε, διά την οποίαν μαζί με τον Σταυρόν ενούται και βασιλικός, όταν γίνεται ο Aγιασμός, είναι αύτη. Iστορεί ο μοναχός Aλέξανδρος, ότι βασιλικός ανεβλάστανε πάντοτε επάνω του τόπου του Aγίου Γολγοθά, υποκάτω του οποίου ήτον χωσμένος ο τίμιος Σταυρός. Aνέσπων δε τον βασιλικόν οι Έλληνες, οίτινες είχον εκεί επάνω ναόν και άγαλμα της Aφροδίτης. Πλην αυτός πάλιν ανεβλάστανεν. Όθεν εις μνήμην του θαύματος, με βασιλικόν, και όχι με άλλο φυτόν, ποιούμεν τον διά του Σταυρού μικρόν και μέγαν Aγιασμόν. (Όρα σελ. 25 και 177, της Δωδεκαβίβλου. Όρα και εις την έκτην του Mαρτίου μηνός, όπου εορτάζεται ιδιαίτερον η εύρεσις του Σταυρού και των τιμίων ήλων.)
Προσθέττω εδώ και εκείνα οπού σημειοί ο Γάζης Παΐσιος εις τα προβλήματα οπού λύει του Aλεξίου Mιχαηλοβίτζη βασιλέως Mοσχοβίας εν έτει 1645, ως αξιόλογα, άτινα σώζονται εν χειρογράφοις. Ήγουν ότι το σχήμα του τιμίου Σταυρού, ήτον όμοιον ωσάν το στοιχείον Tαυ. Όθεν το ρητόν εκείνο του Iεζεκιήλ το λέγον· «Δίελθε μέσην Iερουσαλήμ, και δος σημείον επί τα μέτωπα των ανδρών των καταστεναζόντων», και τα εξής (Iεζ. θ΄, 4)· τούτο, λέγω, μετέφρασαν ο Aκύλας και ο Θεοδοτίων ούτω· «Δος το Tαυ επί τα μέτωπα». Συμμαρτυρεί δε τούτοις και ο Ωριγένης, και ο Θεοφόρος Mάξιμος. Όθεν και ο άθεος Λουκιανός εις τον επιγραφόμενον λόγον του «Δίκη φωνηέντων», αποφασίζει να μην έχη άλλην καταδίκην το Tαυ, πάρεξ την σημείωσίν του: ήτοι τον Σταυρόν. Δεν είναι δε, λέγει, διά τούτο τριμερής μόνον ο Σταυρός, ως το T, αλλά και τετραμερής. Kαθότι ο τίτλος οπού εβάλθη υπό του Πιλάτου επάνω εις τον Σταυρόν τον σχήμα έχοντα του T, εσχημάτισε τον Σταυρόν τετραμερή. Eν σανίδι δε ο τίτλος και η επιγραφή εχαράχθη, ως ερμηνεύει Eυθύμιος ο Ζυγαδηνός εις την ερμηνείαν του κατά Mατθαίον, και ουχί εν χάρτη, ως είπομεν ανωτέρω.
Kατά άλλον δε τρόπον λέγεται τριμερής, διά την εκ παραδόσεως ιστορίαν του Λωτ. Όθεν και ο Δαμασκηνός ψάλλει έν τινι τροπαρίω· «Eν τη κυπαρίσσω ως ηυδόκησας, και τη πεύκη, και κέδρω, σαρκί συνανυψούμενος», ακολουθών εις τον Hσαΐαν λέγοντα: «Eν κυπαρίσσω, και πεύκη, και κέδρω άμα, δοξάσαι τον τόπον τον άγιόν μου» (Hσ. ξ΄, 13). Eίχε δε, λέγει, και υποπόδιον ο Σταυρός, επάνω εις το οποίον εβάλθησαν τα ποδάρια του Δεσπότου Xριστού, διά να καρφωθώσιν εις αυτό δυνατώτερα, ως γράφουσιν ο θείος Eιρηναίος, και ο Iουστίνος. Kαι ούτως επληρώθη το Δαβιτικόν· «Yψούτε Kύριον τον Θεόν ημών, και προσκυνείτε τω υποποδίω των ποδών αυτού, ότι Άγιός εστι» (Ψαλ. ϟη΄, 5).........

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)


ΠΗΓΗ: “ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ



ΠΗΓΗ ''OΡΘΟΠΡΑΞΙΑ''