Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΕΙΣ ΤΗΝ (ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΤΩΣΕΩΣ) ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΥΓΕΙΑ (7ο ΜΕΡΟΣ)




Η βούληση γιά θεραπεία 


Όπως παρατηρεί ό Άγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος, «ουκ άρκεί μόνον ημίν προς σωτηρίαν τό βάπτισμα» (ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Ήθικά, 1Ο, 448). Θά μπορούσαμε να πούμε το ίδιο για καθένα απο τα υπόλοιπα μυστήρια, καθώς καί γιά τά μυστήρια στό σύνολό τους. Ό άνθρωπος πού τά έλαβε γίνεται πραγματικά καινή κτίση, σύμμορφος τω Χριστώ, υπό τήν προϋπόθεση ότι ανοίγει τήν ύπαρξή του κατά πάντα στή χάρη πού του έχει δοθεί άπό τό Άγιο Πνεύμα καί στρέφει όλες τίς δυνάμεις καί τή ζωή του καθολοκληρία προς τό Θεό. Μ' άλλα λόγια, οι άντικειμενικές προϋποθέσεις της θεραπείας καί της θέωσής μας, τά μυστήρια δηλαδή, πρέπει νά συνοδεύονται καί άπό ύποκειμενικές προϋποθέσεις: τήν ελεύθερη συμμετοχή μας, τήν εκούσια καί προσωπική συνεργασία μας. Τά μυστήρια μας προσφέρουν τήν έν Χριστώ ζωή μέ συγκεκριμένη όμως συνδρομή του άνθρωπου, όπως σημειώνει ό Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας πού λέγει ακόμη ότι ή έν Χριστώ ζωή έγκειται στή συνεργασία του θείου παράγοντα με τον ανθρώπινο: ό πρώτος εξαρτάται φανερά άπό τό Θεό, ένώ ό δεύτερος περιλαμβάνει τη φιλοτιμία μας, τήν προσπάθεια καί τό ζήλο μας.

Ό Θεός σέβεται τήν ελευθερία του άνθρωπου δέ θά μπορούσε συνεπώς νά του επιβάλλει τή χάρη Του καί νά τόν μεταμορφώσει χωρίς νά τό επιλέγει καί νά τό επιθυμεί μέ όλο του τό είναι· δέ θά μπορούσε ό Θεός νά υποκαθιστά τόν άνθρωπο ή νά ενεργεί αντί αυτού. Ό Άγιος Μακάριος ο Μέγας γράφει: «Τήν έπιτήδευσιν [Σ.τ.μ. Εκούσια δραστηριότητα, ασχολία, φροντίδα] έχει ό άνθρωπος κατά φύσιν, και ταύτην ό Θεός επιζητεί. Παραγγέλλει ούν [ή Γραφή], ίνα πρώτον νοήση καί νοήσας άγαπήση καί θελήματι επιτηδεύση. Τό δέ ένεργηθήναι τόν νουν ή ύπομείναι τόν κόπον ή τελέσαι τόν κόπον ή τελέσαι τό έργον ή χάρις του Κυρίου παρέχει τω θελήσαντι καί πιστεύσαντι. Τό ούν θέλημα του ανθρώπου εστί ώς παράστασις υποστατική· μή παρόντος δέ του θελήματος, ουδέ αυτός ό Θεός τί ποιεί, καίπερ δυνάμενος, διά τό αύτεξούσιον. Ή ούν τελεσιουργία του Θεου έν τω θελήματι του άνθρωπου κείται» (ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή II), 37,10. ) Μ' άλλα λόγια, αν καί ή θεραπεία καί ή σωτηρία πηγάζουν αποκλειστικά άπό τό Χριστό καί μας χορηγούνται μόνο έν τη Εκκλησία καί διά του Αγίου Πνεύματος, προϋποθέτουν τή συγκατάθεση καί μάλιστα τήν ενεργό συνεργασία τοΥ άνθρωπου. Απαιτούν, σύμφωνα μέ διατύπωση του Αγίου Μακαρίου του Μεγάλου, ό άνθρωπος «τω θελήματι αυτού» νά «εξακολουθεί [καί] συνεργός της συνούσης του Πνεύματος χάριτος γίγνηται» (ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή II), 15,5. ) Πραγματοποιούνται λοιπόν μέ τή συνεργία θείας χάρης καί ανθρώπινης προσπάθειας. Ό Άγιος Μακάριος λέγει ότι [η ψυχή] «ει συνεργός της συνούσης του Πνεύματος χάριτος ού γίγνεται, τότε μετά ύβρεως άπρεπώς ατιμάζεται καί αφορίζεται της ζωής, ώς [...] γενομένη άνεπιτήδειος τή κοινωνία τοϋ επουρανίου βασιλέως». Σέ όλα τά μυστήρια, καί ιδιαίτερα στό Βάπτισμα, ό Θεός δίνει τή χάρη Του στον άνθρωπο χωρίς κανένα περιορισμό. Είναι όμως ευθύνη του άνθρωπου νά τή διατηρήσει, νά τήν οικειοποιηθεί, νά τήν αφομοιώσει καί νά τήν κάνει νά καρποφορήσει μέσα του: τό πετυχαίνει όταν ανοίγεται σ' αυτήν, όταν τήν αφήνει να εισέρχεται μέσα του και να τον μεταμορφώνει, όταν υποτάσσεται σ' αυτή, όταν κατευθύνει όλο του τό είναι καί τήν ύπαρξη σέ συμφωνία μ αυτή. Ομιλώντας για το Βάπτισμα ό Αγιος Διάδοχος παρατηρεί:«Αναγεννώμεθα γάρ διά του ύδατος, έν τή ενεργεία του Αγίου καί Ζωοποιού Πνεύματος· όθεν ευθέως και την ψυχήν και τό σώμα, είπερ έξ ολοκλήρου διαθέσεως προσερχώμεθα τω Θεώ, καθαριζόμεθα» (ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγος ασκητικός, 78).

Ό άνθρωπος αφενός μέν οφείλει νά προσπαθεί νά διατηρήσει τή χάρη πού δέχεται. Γι' αύτό ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας γράφει: «Επειδή δέ τό μέν συστήναι τήν ζωήν έξ αρχής της του Σωτήρος χειρός έξήρτηται μόνης, τό γε μήν φυλάξαι παγείσαν καί μείναι ζώντας καί τής ημετέρας έργον σπουδής. Ανάγκη δέ [έστι] καί τών ανθρωπίνων ενταύθα καί του παρ' ημών συντελούντος, ώστε μή διαφθείραι λαβόντας [τήν χάριν], αλλά διά τέλους σώσαι [ταύτην]»(ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ, Έν Χριστώ ζωή, 6,1. ). Βέβαια, αυτό δέ σημαίνει ότι ή χάρη πού δέχεται ό άνθρωπος μέ τό Βάπτισμα, είναι δυνατόν αποσύρεται άπό αυτόν: είναι αχώριστη καί σύμφυτη αυτού, πού τή δέχεται ό,τιδήποτε καί αν συμβεί όπως μ' έμφαση υπογραμμίζει ό Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ (ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΑΡΩΦ, Διάλογος μέ τό Μοτοβίλωφ). Ό άνθρωπος όμως είναι δυνατόν νά τή χάσει. Εξηγεί σχετικά ό Άγιος Μακάριος ό Μέγας: «Έπεί πως γέγραπται: "τό Πνεύμα μή σβέννυτε"; (Α' Θεσ. 5,19). 'Εκείνο ασβεστόν έστι καί φωτεινόν, άλλα σύ τώ σώ θελήματι αμελών καί μή συμφωνών κατασβέννυσαι έκ του Πνεύματος» (ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή Π), 27,9. ).

Αφετέρου ό άνθρωπος οφείλει νά προσπαθεί ν' άναπτύξει τή χάρη. Αυτό δέ σημαίνει ότι ή χάρη λογίζεται ποσοτικά στον άνθρωπο ή ότι του έχει δοθεί μερικώς. Μέ τό Βάπτισμά του λαμβάνει τό πλήρωμα τής χάρης. Σ' αυτόν όμως εναπόκείται ν αναπτύξει το είναι του συμφωνά προς αυτή, εν εαυτή καί δι' εαυτής. Νά γιατί ό Άγιος Γρηγόριος Νύσσης παρατηρεί: «ή γάρ διά τής αναγεννήσεως γινομένη τής ζωής ημών μεταποίησις ούκ αν είη μεταποίησις, εί έν ώ έσμεν διαμένοιμεν» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Λόγος κατηχητικός, 40)· 

καί φθάνει μέχρι του σημείου νά πεί ότι «εί ό μετά τήν μύησιν βίος συμβαίνοι [Σ.τ.μ.: Συμβαδίζει, δέ μεταβάλλεται σέ σχέση μέ...] τώ άμυήτω βίω», έάν δέν προσπαθούμε ώστε τό είναι καί ή ζωή μας συνολικά νά συμμορφώνονται προς τήν ανακαινισμένη μέσα μας εικόνα του Θεού, «έπί τούτων τό ύδωρ [του Βαπτίσματος] ύδωρ έστίν».
Μ' άλλα λόγια, ό,τι ό άνθρωπος είναι «δυνάμει έκ φύσεως διά τής χάριτος», οφείλει νά γίνει επίσης προσωπικά και «ενεργεία» σ' όλο τό είναι καί τή ζωή του, καθώς ό Άγιος Γρηγόριος Νύσσης προειδοποιεί: «Ό γάρ μή γέγονας, ούκ εί». Από τήν πλευρά του ό Άγιος Διάδοχος Φωτικής προσδιορίζει ότι άν τό πρώτο αγαθό πού παρέχεται μέ τή χάρη του Βαπτίσματος εΐναι ή άμεση ανακαίνιση καί αποκατάσταση τής εικόνας του Θεού, τό δεύτερο, πού είναι ή ομοίωση προς τό Θεό, «ενδέχεται ίνα σύν ημίν έργάσηται» (ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγος ασκητικός, 89. ).

Χωρίς αμφιβολία άπ' όλους τους Πατέρες ό Άγιος Μάρκος ό Ερημίτης είναι αυτός, πού ιδιαίτερα στό έργο του «Περί Βαπτίσματος» υπογράμμισε μέ μεγάλη ακρίβεια καί δύναμη όλα αυτά. Επιμένει στό γεγονός ότι «τό άγιον Βάπτισμα τέλειόν έστι»· ό άνθρωπος δέχεται μ' αύτό τήν τέλεια χάρη του Αγίου Πνεύματος, τήν πλήρως καθαρτική, τήν εντελώς έλευθερωτική, τήν καθολοκληρία άγιαστική. 'Αν μετά τό Βάπτισμα συνεχίζουμε ν' άμαρτάνουμε, να ζούμε έμπαθώς, νά είμαστε ύπό τήν επήρεια του πονηρού, νά πάσχουμε πνευματικά, όλα αυτά δέ σημαίνουν καθόλου ότι εξακολουθούμε νά υφιστάμεθα τίς συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος, καθώς έχουμε καθαριστεί άπό αύτό· ούτε βεβαίως συνεπάγεται ότι μας έχουν επιβληθεί απο το διάβολο, καθώς έχουμε ελευθερωθεί άπό τήν τυραννία του. Όφείλεται απλώς στή δική μας προσωπική αμέλεια· καί τή δική μας ευθύνη αυξάνει αποκλειστικά. Ή χάρη πού λάβαμε είναι τέλεια καί πλήρης, εμείς αποδεικνυόμαστε ανεπαρκείς ώς προς αύτή. Ή χάρη πού κατέχουμε πλήρως, φανερώνεται καί εκδηλώνει τίς ενέργειές της μόνο στό μέτρο τής πίστης μας, της ελπίδας μας καί γενικά τής εφαρμογής των έντολών. Μέ τό Βάπτισμα, ό Θεός μας έδωσε τό πλήρωμα τής χάρης Του, κατοικεί μέσα μας, όμως δέν μας επιβάλλεται. Σεβόμενος τήν ελευθερία μας, δέν μας πιέζει νά δεχθούμε τίς ενέργειες της [Σ.τ.μ.: Τής χάρης]. Ό άνθρωπος τέλεια κεκαθαρμένος μέ τό Βάπτισμα, παραμένει ελεύθερος ν' άμαρτάνει· καί άν άμαρτάνει μολύνεται καί ρυπαίνεται, όπως προηγουμένως. Είναι λοιπόν αναγκαίος γι' αύτόν ό άγωνας, ώστε νά μήν επιστρέψει στην παλαιά κατάσταση καί νά μήν ξαναπέσει πάλι στίς αμαρτίες καί τά πάθη.




ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ