Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

TΑ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΑ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΟΥΝΙΑΣ: Τόμος πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως (ἐν Τιργοβίστῳ τῆς Μολδοβλαχίας, 1616)

 
 
Εἰσαγωγικά
 
Οὐνία εἶναι ἐκείνη ἡ θρησκευτικὴ ὀργάνωσι, ποὺ ἐνῷ ἐξωτερικῶς φέρει ὀρθόδοξο ἔνδυμα, ἐσωτερικῶς καὶ οὐσιαστικῶς ἀνήκει στὸν παπισμὸ ἢ ῥω­μαιοκαθολικισμό. ῞Οσοι ἀκολουθοῦν τὸ «σχῆμα τῆς οὐνίας» ὀνομάζονται «οὐνῖ­τες» ἢ μὲ τοὺς παραπλανητικοὺς ὅρους «ἐλληνόρρυθμοι» χριστιανοὶ ἢ «ἑλληνο­καθολικοὶ» κ.ἄ., διατηροῦν δὲ ναούς, ἱερεῖς, ἄμφια, λειτουργικὰ βιβλία καὶ ἐκκλη­σιαστικὸ τυπικὸ ὅμοια μὲ αὐτὰ τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ἀλλὰ δέχονται τὸν πάπα ῾Ρώμης ὡς ἀρχηγὸ τῆς ἐκκλησίας τους, καὶ μάλιστα ἀλάθητο, καθὼς καὶ ὅ­λες τὶς ὑπόλοιπες λατινικὲς κακοδοξίες.
Καμμία ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία στὸν κόσμο δὲν ἀναγνωρίζει τοὺς οὐνῖτες ὡς ὀρθοδόξους, τοὺς ἀναγνωρίζουν ὅμως ἐπισήμως οἱ παπικοὶ ὡς μέλη τῆς δικῆς των ἐκκλησίας, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἀποδέχονται εὐαρέστως καὶ οἱ ἴδιοι οἱ οὐνῖτες· καὶ αὐτὸ βεβαίως τὰ λέει ὅλα!
῾Η οὐνία ἐμφανίστηκε ὡς γεγονὸς καὶ ὠργανώθηκε ὡς θεσμὸς τὶς τελευ­ταῖες δεκαετίες τοῦ 16ου αἰῶνος στὸ τότε ἑνιαῖο βασίλειο τῆς Πολωνίας καὶ τῆς Λιθουανίας. ᾿Εκείνη τὴν ἐποχὴ αὐτὸ ἦταν ἕνα μεγάλο σλαυικὸ κράτος (ἀπὸ τὰ ἰσχυρότερα τῆς Εὐρώπης), ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σημερινὴ Πολωνία (Λεχία) καὶ τὴν Λιθουανία περιελάμβανε ἐπίσης τὴν Πρωσσία, τὴν Λευκορρωσία, τὴν Λετονία (Λατβία), τὴν Λιβονία (βόρεια Λετονία καὶ νότια ᾿Εσθονία), λίγα τμήματα τῆς ῾Ρωσίας, καὶ μέρος τῆς Μικρᾶς ῾Ρωσίας (σημερινῆς Οὐκρανίας) –ἰδίως τὴν μητρό­πολι Κιέβου, ἡ ὁποία ὅμως ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικῶς στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρ­χεῖο (Κωνσταντινουπόλεως)–.
῾Η ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία ἀντέδρασε ἄμεσα στὴν ἐμφάνισι τοῦ θεσμοῦ τῆς οὐνίας, ξεκινῶντας ἕναν πνευματικὸ ἀγῶνα γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ὀρθοδόξων πληθυσμῶν τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος αἰῶνες ἀργότερα συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τὰ ὀρθόδοξα πατριαρχεῖα μὲ συντονισμένες ἐνέργειες καὶ ἀποστολὲς προσ­πάθησαν νὰ ἐνημερώσουν καὶ νὰ προφυλάξουν τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα. Τὸ 1595 ὁ πατριάρχης ᾿Αλεξανδρείας Μελέτιος Πηγᾶς, ὁ ἀξιολογώτερος ἐκκλησιαστικὸς ἄν­δρας τῆς ἐποχῆς καὶ ἡγετικὴ φυσιογνωμία τῆς τότε ὀρθοδοξίας, ἔστειλε στὴν Πο­λωνία ὡς πατριαρχικὸ ἔξαρχο τὸν Κύριλλο Λούκαρι, ὁ ὁποῖος συνεργάστηκε μὲ τὸν ἔξαρχο τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου, καὶ ἀμφότεροι ἀγωνίστηκαν σθενα­ρῶς καὶ ἐπιδεξίως ἐναντίον τῆς οὐνίας καὶ τοῦ ῥωμαιοκαθολικισμοῦ. ῞Ομως τὸ 1597 ὁ Λούκαρις ἀναγκάζεται νὰ ἀποδράσῃ ἀπὸ τὴν Πολωνία, μόλις προλαβαί­νοντας νὰ διαφύγῃ τὴν φυλάκισι καὶ τὴν θανάτωσί του.
Τὸ 1599 ὁ πατριάρχης Μελέτιος ξαναστέλνει τὸν Λούκαρι στὴν Πολωνία, ὅπου παρέμεινε μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ 1601, ἐνῷ κατόπιν μετέβη στὴν Μολδοβλαχία, γιὰ νὰ στηρίξῃ καὶ ἐκεῖ τοὺς χειμαζομένους ᾿Ορθοδόξους. Τὴν ἴδια χρονιὰ ὁ Μελέτιος Πηγᾶς ἐκοιμήθη, καὶ τὸν διαδέχτηκε στὸ πατριαρχεῖο ᾿Αλεξανδρείας ὁ Κύριλλος Λούκαρις, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε ἐπίσης σὲ κορυφαία πλὴν τραγικὴ ἐκκλησιαστικὴ φυσιογνωμία. Διετέλεσε ὁ Λούκαρις πατριάρχης ᾿Αλεξανδρείας μέχρι τὸ 1620, ὁπότε ἐξελέγη Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, θέσι στὴν ὁποία παρέμει­νε –μὲ κάποια διαλείμματα– μέχρι τὶς 20 ἰουνίου 1638, ὅταν καὶ ἐπαύθη ὁριστι­κῶς. Μία ἑβδομάδα μετὰ οἱ Τοῦρκοι τὸν στραγγάλισαν μέσα στὴν φυλακὴ ὅπου ἐκρατεῖτο.
῾Ο Λούκαρις καὶ ἀπὸ τὶς δύο πατριαρχικὲς θέσεις του συνέχισε μὲ σθένος τὸν ἀγῶνα κατὰ τῆς οὐνίας καὶ τοῦ παπισμοῦ, ὥστε νὰ καταστῇ ὁ πιὸ μισητὸς ἱε­ράρχης γιὰ τοὺς τότε Λατίνους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἡσύχασαν, ἕως ὅτου τελικῶς ἐ­πέτυχαν τὴν ἐκθρόνισί του καὶ τὴν φυσικὴ ἐξόντωσί του. Κατὰ τὸν ἀγῶνά του ἐναντίον τῆς οὐνίας καὶ τῆς λατινικῆς (ἰδίως τῆς ἰησουϊτικῆς) προπαγάνδας ὁ Λούκαρις θὰ ἐνδιατρίψῃ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα στὴν Μολδοβλαχία καὶ τὸ 1616 θὰ συντάξῃ στὴν τότε πρωτεύουσα Τιργόβιστον ἕνα σύντομο κείμενο, ποὺ τὸ ὀνομάζει Τόμο καὶ περιέχει 9 ἀναθέματα ἐναντίον τῆς οὐνίας καὶ τῶν λατι­νοφρόνων. Τόμος στὴν ἐκκλησιαστικὴ ὁρολογία λέγεται τὸ ἐπίτομο κείμενο ὅπου ἕνας ἐξέχων ἐκκλησιαστικὸς ἄνδρας διατυπώνει συνοπτικὰ τί πιστεύει καὶ τί φρονεῖ γιὰ κάποιο δογματικὸ θέμα. ᾿Απὸ ἐδῶ προέρχονται καὶ τὸ παράγωγο ῥῆ­μα ὀρθοτομῶ καὶ τὸ ἐπίθετο ὀρθοτόμος. Τόμος δηλαδὴ εἶναι ἡ δήλωσι, τὸ μανι­φέστο, ἡ δογματικὴ ὁμολογία, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ χρησιμεύσῃ καὶ ὡς ὑπόδειγμα πίστεως γιὰ τὸ πλήρωμα τῆς ᾿Εκκλησίας ἀλλὰ καὶ ὡς κριτήριο γιὰ τὸν ἔλεγχο τῆς πίστεως κάποιου τρίτου. ᾿Ακριβῶς τέτοιος Τόμος εἶναι καὶ τὸ κείμενο τοῦ Κυρίλ­λου Λουκάρεως ποὺ ἀκολουθεῖ.
᾿Εφέτος (2016) συμπληρώνονται 400 χρόνια ἀπὸ τὴν συγγραφὴ καὶ δημοσίευ­σι αὐτοῦ τοῦ Τόμου, τὸ περιεχόμενο τοῦ ὁποίου παραμένει ἐπίκαιρο. Γι᾿ αὐτὸ παρουσιάζω ἐδῶ τὸ σημαντικὸ αὐτὸ κείμενο σὲ νεοελληνικὴ μετάφρασι, παρ᾿ ὅτι θὰ προτιμοῦσα νὰ μποροῦσε ἡ πλειοψηφία τῶν σημερινῶν ἀναγνωστῶν νὰ προσ­εγγίσῃ ἀπευθείας τὸ πρωτότυπο, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ βρῇ ὁ ἐνδιαφερόμενος στὸν «Τόμο ᾿Αγάπης» τοῦ Δοσιθέου ᾿Ιεροσολύμων (ἐν ἔτει 1698, σελ. 552-554) καθὼς καὶ στὴν διαδικτυακὴ ἱστοσελίδα τῆς «Συμβολῆς» (ἐδῶ). ᾿Επειδὴ ὁ Λούκαρις γράφει τὸν πρόλογό του σὲ ἀρχαΐζουσα γλῶσσα καὶ τὸ ὑπόλοιπο κεί­μενο σὲ ἁπλούστερη μορφή, μεταφράζω καὶ ἐγὼ τὸν μὲν πρόλογο σὲ ἁπλὴ καθα­ρεύουσα τὰ δὲ ὑπόλοιπα σὲ δημοτική.
 
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης
δρ φιλοσοφικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν,
πτυχιοῦχος κοινωνικῆς θεολογίας
 
 
Τόμος πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως
(ἐν Τιργοβίστῳ τῆς Μολδοβλαχίας, 1616)
 
Κύριλλος ἐλέῳ Θεοῦ πάπας καὶ Πατριάρχης
τῆς μεγάλης πόλεως ᾿Αλεξανδρείας καὶ κριτὴς τῆς οἰκουμένης,
 
Πρὸς ὅλους τοὺς ἐν τῷ Τιργοβίστῳ ὀρθοδόξους χριστιανούς, κληρι­κοὺς καὶ λαϊκούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι γνήσια τέκνα τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς (= παγκοσμίου καὶ ὀρθοδόξου) ᾿Εκκλησίας τῆς ἀνατολικῆς καὶ διὰ τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου δικαίως ἀποστρέ­φονται καὶ ἀποβάλλουν κάθε κενὸν λόγον καὶ προσθήκην τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι ὑπούλως πολεμοῦν τὴν ἡμετέραν ὀρθο­δοξίαν·
Χάρις νὰ εἶναι σὲ σᾶς καὶ εἰρήνη καὶ ἔλεος ἀπὸ τὸν παντοκράτορα Θεὸν καὶ τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστὸν τὸν σωτῆρα ἡμῶν.
 
Μεγάλη ζάλη εἶχε καταλάβει ἐκείνην τὴν παλαιὰν κιβωτὸν (τοῦ Νῶε), ὅταν ἐκλυδωνίζετο μὲ σφοδρότητα καὶ ἀντιμετώπιζε τὰ κύματα ἐπὶ τῶν ὑδάτων ὅπου ἔπλεε, τότε ὅτε κατὰ θείαν παραχώρησιν οἱ κα­ταρράκται (τοῦ οὐρανοῦ) ἔστελναν ῥαγδαίας βροχὰς καὶ σχεδὸν ἀπει­λοῦσαν τοὺς εὑρισκομένους ἐντὸς τῆς κιβωτοῦ. Καὶ δὲν ἐφαίνετο καμ­μία ἐλπὶς εἰς τοὺς κεκλεισμένους ἐντὸς αὐτῆς ὅτι θὰ εὕρουν σωτηρίαν, ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν ἐνεθυμεῖτο τὸν πηδαλιουχοῦντα Νῶε καὶ δὲν ἔστεργε νὰ κοπάσῃ τὸ ὕδωρ. Νομίζω ὅτι ἐκεῖνα ἦσαν τύποι τῶν δεινῶν ποὺ ἔχουν καταλάβει τό γε νῦν τὴν νέαν κιβωτόν, τὴν καθ᾿ ἡμᾶς δηλαδὴ ᾿Εκκλησί­αν· τὰ ὁποῖα δεινὰ δὲν προσδοκῶμεν νὰ παύσουν, παρὰ μόνον ἂν ὁ Θε­ὸς αὐτοὺς τοὺς πονηροὺς καταρράκτας, ποὺ λυμαίνονται ἀκόμη καὶ τὰς ἀκεραιοτέρας ψυχάς, δὲν θελήσῃ νὰ κατασιγάσῃ καὶ καταστρέψῃ. Διότι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐφθόνησαν τὴν βαθεῖαν εἰρήνην τῆς ᾿Εκκλησίας ἐν τῇ πόλει ταύτῃ, ἤγειραν ἄσπονδον πόλεμον ἐναντίον ἡμῶν καὶ ἐπεχείρησαν νὰ διαταράξουν τὴν ἐνταῦθα γαλήνην. ᾿Επειδὴ λοιπὸν ἔχομεν σκοπὸν νὰ ἀφήσωμεν ἐναντίον αὐτῶν τὸν παρόντα Τόμον, ὥστε νὰ εἶναι δι᾿ ὅλους σας πανοπλία, καὶ μὲ ὅσα εἶναι γεγραμμένα εἰς αὐτὸν νὰ δύνασθε νὰ ὑπερασπίζεσθε μὲ περισσοτέραν ἀσφάλειαν τὴν ὀρθοδοξίαν σας ἐναν­τίον τῶν τέτοιων ἐχθρῶν, ἐθεωρήσαμεν ὀρθόν, διὰ νὰ μὴ εἶναι δυσνόη­τον τὸ σύγγραμμα διὰ τοὺς ἁπλουστέρους, νὰ σᾶς ἐκθέσωμεν εἰς ἁπλῆν διάλεκτον τὴν ὅλην ὑπόθεσιν, ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἀκολούθως.
Ἀπὸ τὴν παλαιὰ ῾Ρώμη (τῆς ᾿Ιταλίας) ἦρθαν κάποιοι ποὺ ἔμαθαν ἐκεῖ νὰ λατινοφρονοῦν. Καὶ τὸ κακὸ εἶναι πὼς ἀπὸ ῾Ρωμαῖοι (= ῾Ρωμιοί, Βυζαντινοί), γέννημα καὶ θρέμμα τῆς ῾Ρούμελης (= τῆς ῾Ρωμανίας, δηλαδὴ τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους), ποὺ οἱ γονεῖς τους μπορῶ νὰ πῶ ποτὲ δὲν εἶδαν Φράγγον, μὲ τὸ νὰ μεταβοῦν στὴν ῾Ρώμη, ὄχι μόνον ἄλλαξαν τὴν πίστι τους, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦν τὰ δόγματα τὰ ἀληθινὰ καὶ ὀρθόδοξα τῆς ἀνατολικῆς ᾿Εκκλησίας, ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ ἴδιος ὁ Χρι­στός, οἱ θεῖοι καὶ ἱεροὶ μαθηταὶ τοῦ Σωτῆρος, καὶ οἱ σύνοδοι τῶν ἁγίων πατέρων. ᾿Επειδὴ λοιπὸν πρόκειται ἐμεῖς νὰ ἀπουσιάσουμε ἀπὸ ἐδῶ, παραγγέλνουμε στὴν ἀγάπη σας νὰ στέκεστε στερεοὶ στὴν εὐσέβειά σας καὶ στὴν ὀρθοδοξία σας. Καὶ οἱ τέτοιοι λατινόφρονες καὶ φθορεῖς τῶν συνειδήσεών σας νὰ μὴν ἔχουν καθόλου τὴν προσοχή σας, ἀλλὰ ὡς αἱ­ρετικοὺς καὶ ἐχθροὺς τῆς σωτηρίας σας νὰ τοὺς διώχνετε μακριά σας, ὅσες φορὲς σᾶς συναντοῦν καὶ σᾶς μιλοῦν ἐνάντια σὲ ὅσα γράφουμε στὴν συνέχεια· ἀλλὰ ἐσεῖς νὰ πιστεύετε ἔτσι.
Καὶ πρῶτον. ῞Οποιος δὲν ὁμολογεῖ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὸ στόμα, καὶ μάλιστα ὅποιος λέγεται ῾Ρωμαῖος (= ῾Ρωμιὸς) καὶ τῆς ἀνατολικῆς ᾿Εκκλησίας παιδί, καὶ εἶναι βαπτισμένος ῥωμαϊκὰ χριστιανικὰ ὅπως ἐ­μεῖς, ἀλλὰ δὲν ὁμολογεῖ ὅτι τὸ πανάγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται (ὑπαρ­κτικῶς) ἀπὸ τὸν Πατέρα μόνο, ὡς πρὸς τὴν οὐσία καὶ τὴν ὑπόστασι, καὶ ὅτι ὡς πρὸς τὴν χρονικὴ παρουσία του (ἀποστέλλεται)ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό, ὅποιος δὲν δίνει αὐτὴν τὴν ὁμολογία, ἀλλὰ λέγει ὅτι τὸ Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ (= Φιλιόκβε), ἐκεῖ­νος ἂς εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία μας, καὶ νὰ μὴν ἔχῃ μαζί μας κοινωνία, καὶ ἂς εἶναι ἀνάθεμα.
Δεύτερον. ῞Οποιος δὲν ὁμολογεῖ ὅτι στὸ μυστήριον τῆς κοινωνίας πρέπει καὶ οἱ λαϊκοὶ νὰ μεταλαμβάνουν τὸ τίμιον καὶ ἄχραντον σῶμα καὶ τὸ αἷμα, παρὰ ἰσχυρίζεται πὼς (οἱ λαϊκοὶ) τὸ ἄχραντον σῶμα μόνον πρέπει νὰ κοινωνοῦν, καὶ ὄχι καὶ τὸ αἷμα, ἂς εἶναι ἐκτὸς τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ἀνάθεμα. Καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὸ ὅποιος λέγει πὼς ἀρκεῖ νὰ μεταλάβῃ μόνον τὴν σάρκα (τοῦ Χριστοῦ), διότι ἐκεῖ εἶναι καὶ τὸ αἷμα, παρόλο ποὺ ὁ Χριστὸς χωριστὰ χωριστὰ παρέδωκε τὸ καθένα, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν τὸ τηροῦν, (ἂς εἶναι) ἀνάθεμα.
Τρίτον. ῞Οποιος λέγει ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς στὸν μυ­στικὸ δεῖπνο εἶχε (ἄρτον) ἄζυμο σὰν τοὺς ᾿Ιουδαίους, καὶ ὄχι ἄρτον ἔν­ζυμο, δηλαδὴ ψωμὶ φουσκωτό, ἐκεῖνος ἂς εἶναι μακριὰ ἀπὸ μᾶς, καὶ ἂς εἶναι ἀνάθεμα πάνω του, διότι ἔχει φρόνημα ἰουδαϊκὸ καὶ τοῦ ᾿Απολι­ναρίου καὶ τῶν ᾿Αρμενίων τὰ δόγματα παρεισάγει στὴν ᾿Εκκλησία μας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δεύτερη φορὰ λέμε· ἀνάθεμα.
Τέταρτον. ῞Οποιος λέγει ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ὅταν ἔρθῃ νὰ κρίνῃ, δὲν ἔρχεται γιὰ τὶς ψυχές, ἀλλὰ θὰ ἔρθῃ νὰ ἀποφασίσῃ μόνο γιὰ τὰ σώματα, ἀνάθεμα.
Πέμπτον. ῞Οποιος λέγει πὼς οἱ ψυχὲς τῶν χριστιανῶν ποὺ μετανόη­σαν στὸν κόσμο τοῦτο, ἀλλὰ δὲν ὡλοκλήρωσαν τὸν κανόνα τους, πηγαί­νουν σὰν χωριστοῦν ἀπὸ τὸ σῶμα σὲ καθαρτήριον πῦρ, ποὺ εἶναι φωτιὰ καὶ κόλασι καὶ τιμωρία, πρᾶγμα ποὺ εἶναι μῦθος εἰδωλολατρικός, ἀνά­θεμα. Διότι δίνουν τὴν ἐλευθερία στοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἁμαρτάνουν.
Ἕκτον. ῞Οποιος λέγει πὼς ὁ πάπας τῆς ῾Ρώμης εἶναι κεφαλὴ τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ὄχι ὁ Χριστός, ἀνάθεμα.
Ὅποιος ἐναντιώνεται σ᾿ αὐτά, γιὰ νὰ τὰ ἀνατρέψῃ καὶ νὰ τὰ ἀκυ­ρώσῃ, ἀνάθεμα.
Ἐσεῖς, χριστιανοί μου, σᾶς παρακαλῶ γιὰ τὸν Κύριο καὶ γιὰ τὸ συμφέρον τῆς ψυχῆς σας, νὰ φυλάγεστε ἀπὸ τοὺς λύκους τούτους, ὅποιοι καὶ ἂν εἶναι, καὶ τοῦτον τὸν Τόμο νὰ τὸν διαβάζετε συχνὰ στὴν ᾿Εκκλησία, γιὰ νὰ γνωρίζετε τὰ κεφάλαια στὰ ὁποῖα προσπαθοῦν νὰ σᾶς πολεμοῦν οἱ τέτοιοι. Αὐτοὶ σὲ ὅλη τους τὴν ζωὴ δὲν ἔμαθαν τίποτε ἄλλο παρὰ πῶς νὰ ἐναντιώνωνται σ᾿ ἐμᾶς τοὺς ὀρθοδόξους Χριστια­νούς, γιὰ νὰ γίνεται πάλι ἡ φθορὰ καὶ ἡ συμφορὰ στὸ γένος μας ἀπὸ ῾Ρωμαίους (= ῾Ρωμιούς). ᾿Αλλὰ ἐμεῖς χωρὶς νὰ τοὺς ἀκοῦμε, ἂς στέκου­με σταθεροὶ κατὰ τὸ δυνατόν, καὶ παρακαλᾶτε τὸν Θεὸν νὰ μὴν εἰσέλ­θετε σὲ πειρασμὸ γιὰ τὴν πίστι· ἀλλὰ ὅταν παραστῇ ἀνάγκη, τὸ αἷμά του νὰ χύσῃ ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὴν εὐσέβειά του εἶναι πολὺ γλυκό. ῞Ομως ὁ Θεὸς δὲν θὰ παραχωρήσῃ νὰ φτάσῃ τὸ πρᾶγμα μέχρι ἐκεῖ, γιὰ νὰ εἶναι οἱ ἀντίθετοί μας τιποτένιοι καὶ μὲ τὴν χάρι τοῦ Χριστοῦ ἀμα­θεῖς καὶ τυφλοί.
Πάντως νὰ φυλάγεστε καὶ νὰ προσέχετε ἀπὸ τοὺς τέτοιους. Καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς νὰ σᾶς βοηθᾷ, νὰ σᾶς εὐλογῇ καὶ νὰ σᾶς χαρίζῃ εἰρηνικὴ κατάστασι· συνάμα καὶ ἡ εὐχὴ τῆς ἡμῶν μετριότητος νὰ εἶναι μὲ ὅλους ἐσᾶς· ἀμήν.
 
 
«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 462, 28/5/2016
 
 
 
ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ "ΤΟΜΟΥ" (ΑΠΟ ΕΔΩ):
 
 
Τόμος πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως
 
(ἐν Τιργοβίστῳ τῆς Μολδοβλαχίας, 1616)
 
 
 
Κύριλλος ἐλέῳ Θεοῦ πάπας καὶ Πατριάρχης
τῆς μεγάλης πόλεως ᾿Αλεξανδρείας καὶ κριτὴς τῆς οἰκουμένης
 
Πᾶσι τοῖς ἐν τῷ Τιργοβίστῳ ὀρθοδόξοις χριστιανοῖς, τοῦ τε ἱεροῦ κατα­λόγου καὶ τῆς κοσμικῆς τάξεως, γνησίοις τέκνοις τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας τῆς ἀνατολικῆς, τοῖς δικαίως πᾶσαν κενὴν φωνὴν καὶ προσθήκην τῶν τε αἱρετικῶν καὶ τῶν λατίνων τῶν ὑπού­λως τὴν ἡμετέραν ὀρθοδοξίαν πολεμούντων ἀποστρεφομένοις καὶ ἀποβάλ­λουσι διὰ τὴν ἀλήθειαν τὴν εὐαγγελικήν· χάρις εἴη καὶ εἰρήνη καὶ ἔλεος παρὰ θεοῦ παντοκράτορος καὶ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν.
Οὐ μικρά τις ζάλη τὴν παλαιὰν κιβωτὸν ἐκείνην κατέλαβεν, ὅτε σφο­δρῶς κλυδωνιζομένη καὶ κυμαινομένη ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐφέρετο, τῶν κα­ταρρακτῶν διὰ παραχώρησιν θείαν ῥαγδαίους ὑετοὺς καταπεμπόντων καὶ οἷον ἀπειλούντων καὶ τοῖς ἐν τῇ κιβωτῷ. καὶ ἦν ἐλπὶς οὐδεμία τοῖς ἐν αὐ­τῇ κεκλεισμένοις εὑρήσειν ἀπαλλαγήν, εἰ μὴ μνησθεὶς τοῦ πηδαλιουχοῦντος Νῶε ὁ θεὸς εὐδοκήσειε κοπάσαι τὸ ὕδωρ. τύποι, ὡς οἶμαι, ταῦτ᾿ ἦσαν τῶν κατεχόντων τό γε νῦν δεινῶν τὴν νέαν κιβωτόν, τὴν καθ᾿ ἡμᾶς δηλαδὴ ἐκκλησίαν· ἅ τινα δεινὰ οὐ παύσεσθαι προσδοκῶμεν, εἰ μὴ <ὁ> θεὸς τοὺς πονηροὺς καταρράκτας τούτους τῶν ἀκεραιοτέρων ψυχῶν λυμεῶνας κατα­σιγάσειε καὶ καταστρέψειε. ἐπεὶ ἄσπονδον πόλεμον, τὴν ἐν τῇ πόλει ταύ­τῃ βαθεῖαν εἰρήνην τῆς ἐκκλησίας φθονήσαντες, ἤγειραν καθ᾿ ἡμῶν καὶ τα­ράξαι συνέσχοντο τὴν ἐνταῦθα γαλήνην. κατὰ τούτων οὖν σκοπὸν ἔχοντες τὸν παρόντα Τόμον ἐγκαταλιπεῖν, ὡς εἴη πᾶσιν ὑμῖν πανοπλία καὶ τοῖς ἐν τούτῳ γεγραμμένοις ἔχετε κατὰ τῶν τοιούτων ἀσφαλεστέρως τὴν ὑμετέραν ὀρθοδοξίαν συνηγορεῖν, ᾠήθημεν, ἵνα μὴ τοῖς ἁπλουστέροις φορτικὸν εἴη τὸ σύγγραμμα, ἁπλῇ διαλέκτῳ πᾶσαν ὑμῖν τὴν ὑπόθεσιν καταστρῶσαι, ἥ τις ἔχει οὑτωσί.
᾿Απὸ τὴν παλαιὰν ῾Ρώμην ἤλθασι τινὲς ὁποὺ ἔμαθαν ἐκεῖ νὰ λατινοφρο­νοῦσι. καὶ εἶναι τὸ κακὸν πὼς ἀπὸ ῾Ρωμαῖοι τῆς ῾Ρούμελης γέννημα καὶ θρέμμα, ὁποὺ οἱ γονεῖς τους –ἠμπορῶ νὰ εἰπῶ– Φράγγον ποτὲ δὲν εἶδαν, μὲ τὸ νὰ διαβοῦν εἰς τὴν ῾Ρώμην, ὄχι μόνον ἄλλαξαν τὴν πίστιν τους, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦσι τὰ δόγματα τὰ ἀληθινὰ καὶ ὀρθόδοξα τῆς ἀνατολικῆς ἐκ­κλησίας, ὁποὺ μᾶς ἐπαράδωκεν αὐτὸς ὁ Χριστός, οἱ θεῖοι καὶ ἱεροὶ μαθη­ταὶ τοῦ σωτῆρος, καὶ αἱ σύνοδοι τῶν ἁγίων πατέρων. ἐπειδὴ μέλλομεν λοιπὸν ἡμεῖς νὰ λείψωμεν ἀπ᾿ ἐδῶ, παραγγέλλομεν τῇ ὑμετέρᾳ ἀγάπῃ νὰ στέκεσθε στερεοὶ εἰς τὴν εὐσέβειάν σας καὶ ὀρθοδοξίαν σας, καὶ οἱ τοιοῦ­τοι λατινόφρονες καὶ φθορεῖς τῶν ὑμετέρων συνειδήσεων νὰ μὴν ἔχουν πο­σῶς ἀκρόασιν ἀπὸ λόγου σας, ἀλλ᾿ ὡς αἱρετικοὺς καὶ ἐχθροὺς τῆς σωτηρί­ας σας νὰ τοὺς ἀποβάλλετε, ὅσαις φοραῖς σᾶς συντυχαίνουν ἐνάντια ἀπὸ τοῦτα ὁποῦ γράφομεν ἐδῶ κάτω· ἀλλὰ νὰ φρονῆτε οὕτω.
Καὶ πρῶτον· ὅποιος ἐκεῖνος δὲν ὁμολογεῖ καρδίᾳ καὶ στόματι, μάλιστα ὅποιος λέγεται ῾Ρωμαῖος καὶ τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας παιδί, καὶ εἶναι βα­πτισμένος ῥωμάϊκα χριστιανικὰ ὡς ἡμεῖς, ἔπειτα νὰ μὴν ὁμολογῇ ὅτι τὸ πανάγιον πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ πατρὸς μόνου οὐσιωδῶς καὶ ὑπο­στατικῶς, καὶ ὅτι χρονικῶς ἐκ πατρὸς καὶ υἱοῦ· ὅς τις δὲν ὁμολογεῖ οὕτως, ἀλλὰ λέγει· «ἐκ πατρὸς καὶ υἱοῦ ἐκπορεύεται τὸ πνεῦμα», ἐκεῖνος ἂς εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν μας καὶ νὰ μὴν ἔχῃ μαζί μας κοινωνίαν, καὶ ἔστω ἀνάθεμα.
Δεύτερον· ὅποιος δὲν ὁμολογεῖ ὅτι εἰς τὸ μυστήριον τῆς κοινωνίας πρέ­πει καὶ οἱ κοσμικοὶ νὰ μεταλαμβάνουν τὸ τίμιον καὶ ἄχραντον σῶμα καὶ τὸ αἷμα, ἀμὴ λέγουν πὼς τὸ ἄχραντον σῶμα μόνον πρέπει νὰ κοινωνοῦσι, καὶ ὄχι καὶ τὸ αἷμα, ἔστω ἔξω τῆς ἐκκλησίας καὶ ἀνάθεμα. καὶ σιμὰ εἰς αὐτὸ ὅποιος λέγει πὼς ἀρκεῖ νὰ μεταλάβῃ μοναχὴν τὴν σάρκα, ὅτι εἶναι ἐκεῖ καὶ τὸ αἷμα, ὅπου ὁ Χριστὸς χωριστὰ χωριστὰ ἔδωκε κάθε ἕνα, καὶ αὐτοὶ δὲν τὸ φυλάγουν, ἀνάθεμα.
Τρίτον· ὅποιος λέγει ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς τὸν μυστι­κὸν δεῖπνον εἶχεν ἄζυμον σὰν τοὺς ᾿Ιουδαίους καὶ ὄχι ἄρτον ἔνζυμον, ἤγουν ψωμὶ ἀνεβατόν, ἐκεῖνος ἂς εἶναι μακρὰν ἀπὸ λόγου μας, καὶ ἔστω ἀνάθε­μα αὐτῷ ὡς ἰουδαϊκὰ φρονοῦντι, καὶ τοῦ ᾿Απολιναρίου καὶ τῶν ᾿Αρμένηδων δόγματα παρεισφέροντι εἰς τὴν ἐκκλησίαν μας· διὰ τοῦτο καὶ ἐκ δευτέρου ἀνάθεμα.
Τέταρτον· ὅποιος λέγει ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ὅταν ἔλθῃ νὰ κρίνῃ, δὲν ἔρχεται διὰ τὰς ψυχάς, ἀλλ᾿ ἔρχεται νὰ ἀποφασίσῃ τὰ κορμία, ἀνάθεμα.
Πέμπτον· ὅποιος λέγει πῶς αἱ ψυχαὶ τῶν Χριστιανῶν ὁποὺ ἐμετανόη­σαν εἰς τὸν κόσμον τοῦτον, ἀμὴ δὲν ἔκαμαν τὸν κανόνα τους, παγαίνουν, σὰν χωριστοῦν ἀπὸ τὸ κορμί, εἰς καθαρτήριον πῦρ, ὁποὺ εἶναι φωτία καὶ κόλασις καὶ τιμωρία, ὁποὺ εἶναι μῦθος ἑλληνικός, ἀνάθεμα. ἐπειδὴ δίδουν ἐλευθερίαν εἰς τὸ ἁμαρτάνειν τοῖς Χριστιανοῖς.
Ἕκτον· ὅποιος λέγει πῶς ὁ πάπας τῆς ῾Ρώμης εἶναι κεφαλὴ τῆς ἐκκλη­σίας καὶ ὄχι ὁ Χριστός, ἀνάθεμα.
Ὅποιος ἐναντιώνεται εἰς ταῦτα, διὰ νὰ τὰ ἀνατρέψῃ καὶ νὰ τὰ χαλάσῃ, ἀνάθεμα.
Ἐσεῖς, χριστιανοί μου, σᾶς παρακαλῶ διὰ τὸν Κύριον καὶ διὰ τὸ συμ­φέρον τῆς ψυχῆς σας, νὰ φυλάγεσθε ἀπὸ τοὺς λύκους τούτους, ὅποιοι καὶ ἂν εἶναι, καὶ τοῦτον τὸν Τόμον συχνὰ νὰ τὸν διαβάζετε εἰς τὴν ἐκκλησίαν, διὰ νὰ γνωρίζετε τὰ κεφάλαια, εἰς τὰ ὁποῖα ἔχουν νὰ σᾶς πολεμοῦν οἱ τοιοῦτοι· οἱ ὁποῖοι ὅλην τους τὴν ζωὴν δὲν ἔμαθαν ἄλλο παρὰ πῶς τοὺς ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ἐμᾶς νὰ ἐναντιοῦνται· διὰ νὰ γίνεται πάλιν ἡ φθορὰ καὶ ἡ κακοσύνη εἰς τὸ γένος μας ἀπὸ ῾Ρωμαίους. ἀλλ᾿ ἡμεῖς δὲν ἀ­κούοντάς τους ἂς στέκωμεν στερροὶ κατὰ τὸ δυνατόν μας· καὶ παρακαλεῖ­τε τὸν θεὸν νὰ μὴν εἰσέλθητε εἰς πειρασμὸν διὰ τὴν πίστιν. ἀλλ᾿ ὅταν εἶναι χρεία, πολλὰ γλυκὺ εἶναι νὰ χύσῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ αἷμά του διὰ τὴν εὐ­σέβειάν του. ὅμως εἰς τόσον πρᾶγμα δὲν θέλει τὸ παραχωρήσῃ ὁ θεός, διὰ νὰ εἶναι οἱ ἐναντίοι οὐδέ τι ποτένιοι, καὶ χάριτι Χριστοῦ ἀμαθεῖς καὶ τυ­φλοί. πλὴν φυλάγεσθε καὶ προσέχετε ἀπὸ τῶν τοιούτων.
Καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστὸς νὰ σᾶς βοηθᾷ, νὰ σᾶς εὐλογᾷ καὶ νὰ σᾶς χαρίσῃ εἰρηναίαν κατάστασιν· ἅμα δὲ καὶ ἡ εὐχὴ τῆς ἡμῶν μετριό­τητος εἴη μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.





ΠΗΓΗ: ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

 

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΔΗΘΕΝ ''ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ'' ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ!

ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ: ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες αρνήθηκαν να υπογράψουν το τελικό κείμενο «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ» τουλάχιστον οκτώ Μητροπολίτες.
Από την αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν υπέγραψε ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, ο οποίος διετύπωσε την ρητή επιφύλαξή του και στα κείμενα «H AΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟΝ ΚΟΣΜΟΝ» και «ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ».


Το τελικό Κείμενο «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ» δεν υπέγραψαν, επίσης, οι Μητροπολίτες Λεμεσού κ. Αθανάσιος, Μόρφου κ. Νεόφυτος, Κωνσταντίας και Αμμοχώστου κ. Βασίλειος, Αμαθούντος κ. Νικόλαος, Λήδρας κ. Επιφάνιος και Νεαπόλεως κ. Πορφύριος (από την αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Κύπρου), καθώς και ο Μητροπολίτης Μπάτσκας κ. Ειρηναίος (από την αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Σερβίας).
Αποδεικνύεται, έτσι εκ των πραγμάτων, πως ο καινοφανής, για τα ορθόδοξα δεδομένα, Κανονισμός Λειτουργίας της Μεγάλης Συνόδου, που δεν έδινε δικαίωμα ψήφου στους Επισκόπους, αλλά μόνο στους Προκαθημένους, είχε ακριβώς αυτό τον σκοπό, την φίμωση, δηλαδή, των Επισκόπων και την κατασκευή μια τεχνητής ομοφωνίας, που έτσι κι αλλιώς δεν υφίσταται λόγω της αποχής τεσσάρων τοπικών Εκκλησιών από την Σύνοδο.




ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΘΛΙΒΕΡΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ



ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ ''ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ'': ΟΡΘΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΟΜΩΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΑΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΖΕΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΙ ΜΕΛΛΕΙ ΓΕΝΕΣΘΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ. ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΤΡΩΓΕΙ  ΚΑΡΠΟΥΣ ΕΚ ΤΟΥ ΣΑΠΡΟΥ ΔΕΝΔΡΟΥ  Η ΘΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕΙ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ; ΔΙΟΤΙ ΟΤΑΝ ΤΡΩΓΕΙΣ ΤΟΙΑΥΤΟΥΣ ΣΑΠΡΟΥΣ ΚΑΡΠΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΕΚ ΣΑΠΡΟΥ ΔΕΝΔΡΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΛΥΝΣΕΩΣ.... Ο ΝΟΩΝ ΝΟΕΙΤΩ!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών της Ι.Μ. Πειραιώς
Με πολύ θλίψη και οδύνη ψυχής παρακολουθήσαμε από τα ΜΜΕ την έναρξη της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου αρχής γενομένης από την Θεία Λειτουργία της Κυριακής της Πεντηκοστής και καταθέτουμε με πολλή συντομία στις γραμμές που ακολουθούν στον πιστό λαό του Θεού τις πρώτες διαπιστώσεις μας.
Πρώτη θλιβερή διαπίστωση, η παρουσία και συμπροσευχή κατά τον Όρθρο και την Θεία Λειτουργία της μεγάλης αυτής Δεσποτικής εορτής στον Ιερό Ναό του Αγίου Μηνά Ηρακλείου, των αιρετικών Παπικών, Προτεσταντών και Μονοφυσιτών, κάτι το οποίον, όπως είναι γνωστό σε όλους, απαγορεύεται από τους Ιερούς Κανόνες.
Οι Ορθόδοξοι προκαθήμενοι και οι άλλοι συμμετάσχοντες ιεράρχες καταπάτησαν Ιερούς Κανόνες, Αποστολικούς και Συνοδικούς, θέλοντας έτσι εκ προοιμίου να στείλουν ένα μήνυμα σ’ όλο τον κόσμο, πόσο σέβονται τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και κατ’ επέκτασιν τον Συνοδικό Θεσμό, για τον οποίο κόπτονται και ομιλούν με μεγαλόστομες διακηρύξεις.
Δεύτερη θλιβερή διαπίστωση, η παρουσία κατά την έναρξη των εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου ως επισήμων προσκεκλημένων των αντιπροσωπειών, που έστειλαν οι αιρετικές κοινότητες των Παπικών, Προτεσταντών, και Μονοφυσιτών, κάτι που είναι μια πρωτοφανής καινοτομία, ξένη προς την Συνοδική μας Παράδοση.
Μάλιστα οι εν λόγω αντιπρόσωποι προσφωνήθηκαν ως «εκπρόσωποι αδελφών Εκκλησιών» από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, προτού ακόμη η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος αποφανθεί περί της εκκλησιαστικότητος, η μη των εν λόγω αιρετικών κοινοτήτων.
Έτσι ο κ. Βαρθολομαίος δημιουργώντας ένα τετελεσμένο γεγονός, έστειλε ένα δεύτερο μήνυμα, στα μέλη της Συνόδου αυτή τη φορά, ότι δεν έχει καμιά διάθεση να ονομάσει τους ετεροδόξους αιρετικούς, αλλά αδελφές Εκκλησίες. Ποτέ στην ιστορία των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων της βυζαντινής περιόδου δεν υπήρξε το φαινόμενο των «παρατηρητών».
Το να παρίστανται δηλαδή ως τιμώμενα πρόσωπα αιρετικοί, των οποίων οι αιρετικές διδασκαλίες έχουν καταδικασθεί από προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους.
Οι αιρετικοί προσκαλούντο μεν, αλλ’ ως υπόδικοι, προκειμένου να απολογηθούν και όχι ως τιμώμενα πρόσωπα. Μόνο στην Α΄ και Β΄ Βατικανή Σύνοδο εμφανίστηκε το καθεστώς των «παρατηρητών». Είναι φανερό ότι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος αντιγράφει παπικά πρότυπα.
Άλλη θλιβερή διαπίστωση, αυτή καθ’ εαυτήν η έναρξη της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου.
Το γεγονός δηλαδή ότι η Σύνοδος αυτή ξεκίνησε τις εργασίες της κατά παράβασιν του Κανονισμού Οργανώσεως και Λειτουργίας, που υπογράφηκε κατά την Σύναξη των Προκαθημένων τον Ιανουάριο του 2016.
Ο εν λόγω Κανονισμός μεταξύ άλλων προβλέπει ότι η Σύνοδος «συγκαλείται υπό της Α. Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου, συμφρονούντων και των Μακαριωτάτων Προκαθημένων πασών των υπό πάντων ανεγνωρισμένων κατά τόπους Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών» (αρθ.1).
Ώστε λοιπόν τώρα που τέσσαρες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, (Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας και Αντιοχείας), διαφωνούν αιτιολογημένα ως προς την σύγκληση της Συνόδου και ζητούν στην παρούσα φάση την αναβολή της, δεν πληρούται ο όρος: «συμφρονούντων και των Μακαριωτάτων Προκαθημένων».
Επομένως δεν δικαιούνται, βάσει του ως άνω Κανονισμού, ούτε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, ούτε όλες μαζί οι υπόλοιπες τοπικές Εκκλησίες να συγκροτήσουν Σύνοδο, αν θέλουν βέβαια να είναι συνεπείς με τον Κανονισμό, τον οποίον υπέγραψαν.
Κατά τα άλλα καυχώνται οι Προκαθήμενοι και τα μέλη της Συνόδου ότι τηρούν επακριβώς Κανονισμό.
Άλλη θλιβερή διαπίστωση το γεγονός ότι η Σύνοδος ξεκίνησε το έργο της χωρίς προηγουμένως να επικυρώσει τους Συνοδικούς Όρους και τους Συνοδικούς Ιερούς Κανόνες όλων των προγενεστέρων Οικουμενικών Συνόδων, έτσι ώστε να είναι όντως και η παρούσα Αγία και Μεγάλη Σύνοδος οργανική συνέχεια όλων των προγενεστέρων.
Σημειωτέον ότι η αναφορά αυτή στις προγενέστερες Οικουμενικές Συνόδους ήταν μια πάγια τακτική που τηρείτο από τους αγίους Πατέρες των εν λόγω Συνόδων.
Με την τακτική αυτή οι άγιοι Πατέρες ήθελαν να διακηρύξουν ότι αποδέχονται όσα οι προηγούμενες Οικουμενικές Σύνοδοι δογμάτισαν και προτίθενται να συνεχίσουν το έργο εκείνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αναγνώριση της Συνόδου του 787 μ. Χ. ως Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου υπό της Η΄ Οικουμενικής Συνόδου του αγίου Φωτίου το 879-880 μ. Χ.
Άλλη θλιβερή διαπίστωση το γεγονός ότι η Σύνοδος ξεκίνησε το έργο της επί τη βάσει ενός Κανονισμού Οργανώσεως και Λειτουργίας ο οποίος δεν έγινε ομοφώνως αποδεκτός από όλους τους προκαθημένους κατά την Σύναξη αυτών του Ιανουαρίου 2016, αφού η Εκκλησία της Αντιοχείας δεν τον υπέγραψε.
Η αρχή όμως της ομοφωνίας είναι απαραίτητος όρος και απαραίτητη προϋπόθεση για να συγκληθεί η Σύνοδος, η οποία προβλέπεται στον ως άνω Κανονισμό.
Επίσης ξεκίνησε το έργο της με βάση τα ομοφώνως αποδεκτά εξ κείμενα της Ε΄ Προσυνοδικής Διασκέψεως.
Η βάση όμως αυτή δεν αποδείχθηκε ασφαλής, στέρεη και αμετακίνητη, όπως φάνηκε εκ των υστέρων.
Και τούτο διότι τα έξι προσυνοδικά κείμενα έγιναν μεν αποδεκτά ομοφώνως από τους εκπροσώπους της Ε΄ Προσυνοδικής και από την Σύναξη των Προκαθημένων, (του Ιανουαρίου 2016), αλλά όχι και από όλες τις Ιεραρχίες των κατά τόπους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Οι Εκκλησίες αυτές όταν παρέλαβαν από τους Προκαθημένους τα εξ προσυνοδικά κείμενα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στην Ε΄ Προσυνοδική, στη συνέχεια τα μελέτησαν συνοδικώς.
Πολλές από αυτές, όπως η Εκκλησία της Βουλγαρίας, της Ελλάδος, της Γεωργίας κλπ.) κατά την συνοδική μελέτη των κειμένων διαπίστωσαν κενά, ασάφειες, κακόδοξες διατυπώσεις κλπ., οπότε επέβαλαν τροποποιήσεις και διορθώσεις.
Για τις Εκκλησίες λοιπόν αυτές που επέβαλαν τις εν λόγω διορθώσεις και τροποποιήσεις μετά από συνοδική μελέτη, είναι αυτονόητο ότι δεν ισχύουν πλέον τα προσυνοδικά κείμενα στην μορφή που αυτά είχαν κατά την Ε Προσυνοδική, αλλά στη νέα μορφή που πήραν μετά τις διορθώσεις.
Το γεγονός ότι οι προκαθήμενοι υπέγραψαν τα εξ κείμενα της Ε΄ προσυνοδικής ομοφώνως, (όπως και τον κανονισμό λειτουργίας της Συνόδου), αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ιεραρχίες των κατά τόπους εκκλησιών δεσμεύονται από τις υπογραφές των προκαθημένων, για να δεχθούν τα κείμενα αυτά όπως έχουν.
Η προσωπική γνώμη ενός Προκαθημένου σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δεσμεύσει και να υποχρεώσει τη Σύνοδο της Ιεραρχίας, στην οποία αυτός ανήκει σε συμμόρφωση και αποδοχή της γνώμης του.
Διότι τότε καταργείται ο Συνοδικός Θεσμός και ο κάθε προκαθήμενος μεταβάλλεται σε Πάπα, ο οποίος αποφασίζει και επιβάλλεται κυριαρχικά.
Το ανώτατο όργανο διοικήσεως των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, δεν είναι ο Προκαθήμενος αλλά η Σύνοδος της Ιεραρχίας.
Μετά από όσα αναφέραμε προηγουμένως γίνεται πλέον κατανοητό, ότι είναι πέρα για πέρα εσφαλμένος ο ισχυρισμός του Οικ. Πατριάρχου στην εισαγωγική του ομιλία: «Χωρούμεν, συνεπώς, επί το έργον ημών επί τη βάσει ομοφώνως εγκεκριμένων υπό των Εκκλησιών ημών Κειμένων, άτινα εκάστη Εκκλησία έχει ήδη αποδεχθή».
Εδώ ο Οικουμενικός ως «ομοφώνως εγκεκριμένα κείμενα» εννοεί προφανώς τα κείμενα της Ε΄ Προσυνοδικής, που υπεγράφησαν από την Σύναξη των Προκαθημένων, (Ιανουάριος 2016), τα οποία όμως δεν ισχύουν για ορισμένες Εκκλησίες, μετά τις διορθώσεις και αλλαγές, που αυτές επέβαλαν συνοδικώς.
Φυσικά θα πρέπει να λεχθεί επίσης, ότι δεν ισχύει και η ομοφωνία, για την οποία ομιλεί ο Οικουμενικός, αφού ορισμένες εκκλησίες διαφοροποιούνται.
Περιττό να λεχθεί επίσης ότι ο παρά πάνω εσφαλμένος ισχυρισμός του Οικ. Πατριάρχου, δεν ήταν ο μόνος στην εισαγωγική ομιλία του. Υπάρχουν και άλλα σημεία στην εν λόγω ομιλία του, τα οποία χρήζουν κριτικής, και τα οποία ασφαλώς θα επισημάνουν άλλοι εν Χριστώ αδελφοί.
Άλλη θλιβερή διαπίστωση το γεγονός ότι οι τέσσερις Εκκλησίες που δεν συμμετείχαν στη Σύνοδο, διασύρθηκαν διεθνώς.
Η απουσία τους παρουσιάσθηκε τόσον από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, όσο και από άλλους προκαθημένους, στις εισαγωγικές των ομιλίες, ως τελείως αδικαιολόγητη και κατακριτέα.
Και ούτε λίγο ούτε πολύ οι Εκκλησίες αυτές εμφανίσθηκαν με την απουσία τους ως ένοχες και υπόλογοι για δημιουργία σχισμάτων και διαιρέσεων.
Ωστόσο, οι εν λόγω Εκκλησίες τελικά δεν συμμετείχαν, όχι διότι έτσι τους «κάπνισε», αλλά διότι, όπως εξηγήσαμε παρά πάνω, διαπίστωσαν μετά από συνοδικό έλεγχο ότι τα προσυνοδικά κείμενα πάσχουν.
Και όπως ήταν πολύ φυσικό, ζήτησαν την αναβολή της Συνόδου, προκειμένου να μελετηθούν αυτά βαθύτερα, να γίνουν οι αναγκαίες διορθώσεις, και να παραχθούν έτσι νέα κείμενα, τα οποία θα γίνουν ομοφώνως αποδεκτά από όλες τις κατά τόπους Εκκλησίες. Επειδή όμως δεν έγινε δεκτή η πρότασή τους περί αναβολής της Συνόδου, επόμενο ήταν οι Εκκλησίες αυτές να μην συμμετάσχουν.
Άλλη θλιβερή διαπίστωση, ίσως η πιο θλιβερή από όλες τις προηγούμενες, η μέσω μιας σκοτεινής και γριφώδους νέας διατυπώσεως στο κείμενο: «Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», ουσιαστική αναγνώριση εκκλησιαστικότητος στους ετεροδόξους αιρετικούς.
Ιδού πια διατύπωση έγινε ομοφώνως αποδεκτή από την Σύνοδο: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν άλλων ετεροδόξων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών», αντί της διατυπώσεως: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών».
Δηλαδή η λέξις «ύπαρξις» αντικαθίσταται με την λέξη «ονομασία» και στη φράση «Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών» προστίθεται ο προσδιορισμός «ετεροδόξων».
Την εν λόγω αλλαγή στη διατύπωση πρότεινε ο Μακ. Αρχ. Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, μετά από πολύωρες συζητήσεις και διαβουλεύσεις κατά τις οποίες εκφράσθηκαν πολλές αντικρουόμενες απόψεις.
Με την νέα διατύπωση ισχυρίζεται ο Μακ. Αρχ. Αθηνών ότι «πετυχαίνουμε μία συνοδική απόφαση που για πρώτη φορά στην ιστορία περιορίζει το ιστορικό πλαίσιο των σχέσεων προς τους ετεροδόξους όχι στην ύπαρξη, αλλά ΜΟΝΟ στην ιστορική ονομασία αυτών ως ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών η Ομολογιών».
Εδώ αναφύεται το εύλογο ερώτημα: Πως είναι δυνατόν να ονομάσει κανείς οτιδήποτε, ενώ παράλληλα απορρίπτει την ύπαρξή αυτού, το οποίον ονομάζει; Αντιφατική και απαράδεκτη επίσης από δογματικής απόψεως είναι και αποδοχή του όρου «ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών η Ομολογιών».
Οι ετερόδοξες ομολογίες, δεν μπορούν να ονομασθούν «Εκκλησίες» επειδή ακριβώς αποδέχονται έτερα, αιρετικά δόγματα και ως αιρετικές δεν μπορούν να αποτελούν «Εκκλησίες». Πολύ λυπηρό επίσης είναι το γεγονός, ότι η αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν παρέμεινε πιστή και αμετακίνητη στις αποφάσεις της Συνόδου της Ιεραρχίας της 24ης και 25ης Μαΐου ε. ε. όπως όφειλε να πράξει, σχετικά με το εν λόγω θέμα.
Η Σύνοδος της εν λόγω Ιεραρχίας είχε αποφασίσει την αντικατάσταση της φράσεως «ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Οµολογιων» με την φράση «ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Οµολογιών και Κοινοτήτων».
Τέλος μια άλλη θλιβερή διαπίστωση, τα όσα διεκήρυξε, με ιδιαιτέρα μάλιστα καύχηση ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος κατά την λήξη των εργασιών.
Μεταξύ άλλων διεκήρυξε ότι «το Οικουμενικόν Πατριαρχείον υπήρξε πρωτοπόρον στον χώρο της Οικουμενικής Κινήσεως».
Αναφέρθηκε επίσης στην παναιρετική Εγκύκλιο του 1920 «η οποία από πολλούς χαρακτηρίζεται ως ο Καταστατικός χάρτης του αργότερον ιδρυθέντος Π.Σ.Ε.» και ότι το «Οικουμενικόν Πατριαρχείον υπήρξεν εκ των ιδρυτικών μελών του Π.Σ.Ε. εις το Άμστερνταμ…».
Περιοριστήκαμε προς το παρόν μόνο στα παρά πάνω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εδώ τελειώνει ο κατάλογος των θλιβερών διαπιστώσεων. Εύλογα, μετά από όσα αναφέραμε παρά πάνω, γεννάται το ερώτημα: Από μια Σύνοδο που ξεκίνησε και προχώρησε με τέτοιο τρόπο, τι μπορεί κανείς να περιμένει;
Όπως επισημαίνει ο Κύριος: «Ου γαρ εστι δένδρον καλόν ποιούν καρπόν σαπρόν, ουδέ δένδρον σαπρόν ποιούν καρπόν καλόν· έκαστον γαρ δένδρον εκ του ιδίου καρπού γινώσκεται» (Λουκ.6,43-44). Ο κάθε αναγνώστης ας βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του.