Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Π.Σ.Ε. (8ο ΜΕΡΟΣ)


Σταθμό στη διαμόρφωση και εξέλιξη του Π.Σ.Ε. αποτελεί η πρώτη συνεδρίαση στο διάστημα μετά τον πόλεμο, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη από 21-23 Φεβρουαρίου 1946. Ήταν η πρώτη φορά που ηγέτες των Εκκλησιών, εκτός της Ρωμαιοκαθολικής, συναντήθηκαν ξανά, επιθυμώντας να συζητήσουν με ειλικρίνεια για τη διεθνή κατάσταση και να λάβουν αποφάσεις για το μέλλον του Π.Σ.Ε. Από την ορθόδοξη πλευρά συμμετείχαν ο αρχιεπίσκοπος Θυατείρων Γερμανός και ο Α. Αλιβιζάτος.
Μία από τις διαπιστώσεις που προβλημάτισε ιδιαίτερα τη συνεδρίαση αφορούσε στο ότι, ενώ οι ορθόδοξοι ηγέτες συμμετείχαν πλήρως στις εργασίες της Π.Ε. και άλλες δραστηριότητες του υπό ίδρυση Π.Σ.Ε., εντούτοις οι Ορθόδοξες Εκκλησίες γνώριζαν ελάχιστα σχετικά, και πολύ λίγες από αυτές είχαν αποδεχτεί πρόσκληση συμμετοχής σε αυτό. Έτσι, η Π.Ε. ανέθεσε στα αρμόδια όργανά της να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για προσέγγιση των Ορθοδόξων Εκκλησιών με την ελπίδα ότι αυτές θα ανταποκριθούν θετικά, ώστε να αποκτήσουν τη θέση που τους ανήκε μέσα στο Π.Σ.Ε. Το πρώτο που θα έπρεπε να γίνει, σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης, ήταν να ενημερωθούν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες για τη φύση του Π.Σ.Ε., κάτι που αποτελούσε επιτακτική ανάγκη, κυρίως σε ό,τι αφορούσε την Εκκλησία της Ρωσίας. Το ίδιο ίσχυε και στην περίπτωση των ελληνόφωνων Εκκλησιών, για τις οποίες προτάθηκε η αποστολής αντιπροσωπείας του Π.Σ.Ε., με σκοπό να καταστεί σαφές ότι η συμμετοχή τους στο νέο όργανο της οικουμενικής κίνησης ήταν απολύτως αναγκαία. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη συνεδρίαση αυτή εκδόθηκε επιστολή-πρόσκληση που απευθυνόταν στις Εκκλησίες για συμμετοχή στο Π.Σ.Ε., που έφερε τις υπογραφές, μεταξύ άλλων, του Θυατείρων Γερμανού και του G. Florovsky, καθώς και το σχέδιο- πρόταση για το Καταστατικό του Π.Σ.Ε. Σύμφωνα με αυτό οι Ορθόδοξες Εκκλησίες θα μοίραζαν όπως εκείνες ήθελαν τις 85 θέσεις που αναλογούσαν σε αυτές στη Γ.Σ. Σε ό,τι αφορούσε τα μέλη της Κ.Ε., τα τρία από αυτά θα έπρεπε να είναι λαϊκοί.
Την παραπάνω απόφαση της Π.Ε. για την πραγματοποίηση επίσκεψης στις Ορθόδοξες Εκκλησίες ακολούθησαν εκατέρωθεν συντονισμένες προσπάθειες για την διοργάνωση και επιτυχία της. Το γεγονός ότι επρόκειτο για ιδέα που είχε εκφραστεί ήδη από το 1938, ευνόησε τη δημιουργία προϋποθέσεων για την αίσια έκβασή της. Ο Visser’ t Hooft στράφηκε για μιαν ακόμη φορά στον καθηγητή Αλιβιζάτο, προσβλέποντας στη συνεργασία του [1]. Έτσι, ο ρόλος που διαδραματίζει ο καθηγητής προσωπικά [2], αλλά και η Εκκλησία της Ελλάδος, όπως θα φανεί στη συνέχεια, ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Ορθοδοξίας και Π.Σ.Ε. αποδεικνύεται καθοριστικός για την εξέλιξη των πραγμάτων.
Επίσημα η Π.Ε. απευθύνθηκε προς τις ελληνόφωνες Ορθόδοξες Εκκλησίες με επιστολή του Γ.Γ., Visser’ t Hooft, στις 4 Ιουνίου 1946 [3] και απασχόλησε την I. Σύνοδο σε συνεδρίασή της στις 21 Σεπτεμβρίου 1946. Η συζήτηση διεξήχθη βάση εμπιστευτικού υπομνήματος, που είχε συντάξει ο καθηγητής Αλιβιζάτος, και κατέληξε σε απόφαση της I. Συνόδου να προχωρήσει η Ε.τ.Ε. σε στενότερη και επίσημη συνεργασία με το Π.Σ.Ε. και να υποδεχτεί την επικείμενη επίσκεψη αντιπροσωπείας του, συζητώντας μαζί της σχετικά με τη μελλοντική συνεργασία τους. Σχετική συζήτηση πραγματοποιήθηκε και στο πλαίσιο της Συνοδικής Επιτροπής επί των σχέσεων με τις ξένες Εκκλησίες με αποτελέσματα ιδιαίτερα ικανοποιητικά για το μέλλον των σχέσεων των δύο πλευρών. Οι παραπάνω αποφάσεις της Ε.τ.Ε. αναμενόταν να επηρεάσουν καταλυτικά τη στάση των άλλων ελληνορθόδοξων Εκκλησιών. Εξάλλου, αυτές είχαν ήδη παραλάβει αντίγραφο του αυστηρά εμπιστευτικού υπομνήματος του Α. Αλιβιζάτου, ενώ ο ίδιος ήταν επιφορτισμένος, ως εκπρόσωπος της I. Συνόδου της Ε.τ.Ε., με το καθήκον να έλθει σε επαφή μαζί τους [4]. Οι παραπάνω εξελίξεις αντιμετωπίστηκαν με ενθουσιασμό και από την πλευρά των ιθυνόντων της Π.Ε. και αξιολογήθηκαν ως ορόσημο στην ιστορία της οικουμενικής κίνησης. Η θετική ανταπόκριση της Ε.τ.Ε. [5] κρίθηκε αποφασιστική για τη στάση και των υπολοίπων ελληνόφωνων Εκκλησιών της Ανατολής, οι απαντήσεις των οποίων υπήρξαν εντέλει επίσης θετικές [6].  



Ενδεικτικό της θετικής διάθεσης, αλλά και της αποφασιστικότητας της ελλαδικής Εκκλησίας σε ό,τι αφορούσε τη συμμετοχή και συνεργασία της Ορθοδοξίας με το Π.Σ.Ε. είναι το γεγονός ότι ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός ήταν έτοιμος να μεσολαβήσει προσωπικά, πραγματοποιώντας ο ίδιος επίσκεψη, παρά τις δύσκολες καταστάσεις της εποχής, προς τους Πατριάρχες, προκειμένου να διασαφηνίσει τα πράγματα και να δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες αν κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο. Η οργάνωση της παραπάνω επίσκεψης και γενικότερα οι σχέσεις με την Ορθόδοξη Εκκλησία αποτέλεσαν για την Π.Ε. ζήτημα άμεσης προτεραιότητας . Βασικός συνεργάτης από την ορθόδοξη πλευρά υπήρξε ο καθηγητής Αλιβιζάτος, ο οποίος προέβη σε προτάσεις για το χρόνο και τον τρόπο διεξαγωγής της επίσκεψης, καθώς και για το διάστημα παραμονής της αντιπροσωπείας στην κάθε Εκκλησία. Μετά από κοπιώδεις προσπάθειες και προετοιμασίες, η πραγματοποίηση της επίσκεψης στις ελληνορθόδοξες Εκκλησίες ορίστηκε για το διάστημα από τις 5 Φεβρουάριου έως τις 4 Μαρτίου 1947 [7], αρχής γενομένης, για πρακτικούς λόγους, από την Αθήνα. Μέλη της αντιπροσωπείας ορίστηκαν [8] ο σουηδός επίσκοπος Brilioth, ο αγγλικανός επίσκοπος του Worchester (Αγγλία), ο καθηγητής Αλιβιζάτος, ο βοηθός Γ.Γ. του Π.Σ.Ε. και γραμματέας του World Council British Office αιδ. Oliver Tomkins, ο καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Berkley Divinity School, Ed. Hardy, του οποίου οι γνώσεις σε ό,τι αφορούσε τις Ορθόδοξες Εκκλησίες αποτελούσαν μεγάλο πλεονέκτημα για το έργο της αντιπροσωπείας.




[1] Δεν είναι τυχαίο ότι ο V.’ t Hooft στέλνει αμέσως στον καθηγ. Αλιβιζάτο αντίγραφα των επιστολών προς τα τέσσερα Πατριαρχεία της Ανατολής και την Ε.τ.Ε. [για το περιεχόμενο των επιστολών αυτών, που απεστάλησαν στις 4.6.1946 ßL Γ. Τσέτσης, Η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σ. 141], επισημαίνοντας ότι οι απαντήσεις από την πλευρά τους θα πρέπει να ληφθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα [ßL 6.6.1946: V‘ t Hooft προς Αλιβιζάτο: Dossier W.C.C., Alivisatos, /67).
[2] Δεν είναι λίγες οι φορές που ζητάται η -γνωμοδότηση ή μεσολάβησή του για το χειρισμό των σχέσεων του Π.Σ.Ε. με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Για παράδειγμα, ο καθηγητής υποδεικνύει ότι παρόμοια επιστολή εκ μέρους της Π.Ε. θα έπρεπε να σταλεί και στην Εκκλησία της Κύπρου (12.7.1946: Αλιβιζάτος προς το Γ.Γ. του Π.Σ.Ε., Visser ‘t Hooft: Dossier ό.π. /74).
[3] Βλ. σχετικά Γ. Τσέτσης, Η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σ. 141.
[4] Ο καθηγητής προσδοκούσε όχι μόνο τη θερμή και επίσημη εκ μέρους των Εκκλησιών αυτών συνεργασία με το Π.Σ.Ε., αλλά και σημαντικές εξελίξεις στη συνέχεια. Επιπλέον, εξέφραζε τη χαρά του, επειδή είχε το προνόμιο να συμμετέχει στις προσπάθειες -για την πιο σημαντική και για αιώνες επιθυμητή προσέγγιση Ανατολής-Δύσης. Εκφράζεται με μεγάλο ενθουσιασμό, θεωρώντας ότι πρόκειται -για αξιοθαύμαστο επίτευγμα, που θα αποτελέσει την αρχή μεγάλων εξελίξεων προς όλες τις κατευθύνσεις, τόσο εντός όσο και εκτός των πλαισίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. BL 21.9.1946: Αλιβιζάτος προς το Γ.Γ. του Π.Σ.Ε.: Dossier ό.π. /85.
[5] Πράγματι, το κείμενο της απάντησης του αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού απεστάλη στον V.’ t Hooft και φυλάσσεται, σε μετάφραση στα αγγλικά, στο Αρχείο του Π.Σ.Ε. Φέρει ημερομηνία 5.11.1946 και απευθύνεται στο προεδρείο του “Οικουμενικού Συμβουλίου των Εκκλησιών”, σύμφωνα με την ορολογία της εποχής, εκ μέρους του ίδιου του αρχιεπισκόπου, αλλά και της I. Συνόδου της Ε.τ.Ε. Στην αρχή, ο αρχιεπίσκοπος επιβεβαιώνει ότι η Ε.τ.Ε. γνωρίζει καλά τα σχετικά με την ίδρυση και τη δραστηριότητα του Συμβουλίου και για τις κινήσεις Π.Τ., Ζ.Ε., οι οποίες το συγκροτούν, ήδη από τις απαρχές τους, μέσω των αντιπροσώπων της που συνεργάστηκαν σε αυτές, κυρίως τον μητροπ. Θυατείρων Γερμανό και τον καθηγ. Αλιβιζάτο. Ο αρχιεπίσκοπος εκφράζει το σεβασμό του για την θεάρεστη προσπάθεια, που σκοπό έχει την κατανόηση μεταξύ του χριστιανικού κόσμου και το θρίαμβο του πραγματικού χριστιανικού πνεύματος. Παράλληλα, δηλώνει τη λύπη του για το γεγονός ότι, λόγω των περιστάσεων και των αναγκών του πολυβασανισμένου ποιμνίου της στις οποίες όφειλε να ανταποκριθεί, η Ε.τ.Ε. δεν συμμετείχε όσο Ou επιθυμούσε στις συνεδριάσεις και τις διασκέψεις της οικ. κίνησης. Παρόμοια, η Ε.τ.Ε. διαπιστώνει ότι παρά το τέλος του πολέμου, η απελευθέρωση δεν έφερε την πλήρη αποκατάσταση και την απαλλαγή της ανθρωπότητας από τις δυνάμεις του κακού, αφού ο άνθρωπος βρισκόταν επί αιώνες μακριά από την αγάπη του Χριστού, οπότε δεν έχει γνώση της αλήθειας. Γιά το λόγο αυτό κρίνεται απαραίτητο να γίνει μια συστηματική και συντονισμένη προσπάθεια, στην οποία θα συμμετάσχουν όλες οι Εκκλησίες του Θεού. Βλέποντας το έργο που ήδη έχει γίνει από τις αδελφές Εκκλησίες της Δύσης, η Ε.τ.Ε. αποφάσισε, συνεχίζει η επιστολή, να συνεργαστεί σε αυτήν την προσπάθεια και να συνεισφέρει όσο μπορεί, ώστε όλοι να συνειδητοποιήσουν το συντομότερο δυνατό την ανάγκη για μεταστροφή της ανθρωπότητας στο δρόμο του Θεού. Αναγνωρίζεται ότι οι δυνάμεις της Ε.τ.Ε. είναι ίσως περιορισμένες και η πνευματική συνεισφορά της πιθανώς αδύναμη, αλλά από τη στιγμή που διαθέτει τον πολύτιμο θησαυρό της αληθινής πίστης και της μακραίωνης και πλούσιας παράδοσής της σε ό,τι αφορά την πίστη και την εκκλησιαστική ζωή, είναι πεισμένη ότι θα μπορέσει να προσφέρει πολλά για την αφύπνιση του χριστιανικού πνεύματος, της αμοιβαίας κατανόησης και της ενότητας, σύμφωνα με τη θέληση του Κυρίου. Στο κυρίαρχο αυτό και επιτακτικό καθήκον των Εκκλησιών του Θεού η Ε.τ.Ε. δεν θα ήθελε να μείνει πίσω και γι’ αυτό, ο αρχιεπίσκοπος καταλήγει, ότι θα συνεργαστεί στενότερα με το Π.Σ.Ε. Ακόμη, θα δεχτεί θερμά τους εκπροσώπους του και θα συζητήσει μαζί τους για τον τρόπο και το βαθμό συνεργασίας της Ε.τ.Ε. με το Π.Σ.Ε. και για την προώθηση των σκοπών που αναφέρθηκαν παραπάνω. Βλ. 5.11.1946: Damascenos, Archbishop of Athens, President of the Holy Synod, προς The Presidency, The Oecumenical Council of Churches in Geneva (σε αγγλική μετφρ.): Dossier Orth. 33, 4/31.
[6] Στην αποστολή τους σημειώθηκε καθυστέρηση, καθώς μέχρι το φθινόπωρο του 1946 δεν είχαν φτάσει στον αποστολέα τους, εκτός από εκείνη του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειάς. Και σε αυτό το σημείο ζητήθηκε η συμβολή του καθηγ. Αλιβιζάτου, να γνωμοδοτήσει, αν θα έπρεπε να σταλούν και νέες επιστολές από τον V.’ t Hooft, και να μεσολαβήσει, ώστε να διαπιστώσει τι συμβαίνει [βλ. 26.9.1946: V.’ t Hooft προς Αλιβιζάτο: Dossier W.C.C., Alivisatos, /83). Ο καθηγητής δραστηριοποιήθηκε άμεσα, στέλνοντας τηλεγραφήματα προς τις Εκκλησίες αυτές και συζητώντας σχετικά με τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό, ο οποίος προσφέρθηκε να μεσολαβήσει προσωπικά προς τους Πατριάρχες (βλ. 3.11.1946: Αλιβιζάτος προς V.’ t Hooft: Dossier W.C.C., Alivisatos, /89). Τελικά, ο λόγος για την καθυστέρηση των απαντήσεων από την πλευρά των Εκκλησιών αυτών δεν ήταν η απροθυμία, αλλά οι χαρακτηριστικά αργοί ρυθμοί εξέλιξης των πραγμάτων στην Ανατολή (βλ. 13.11.1946: Αλιβιζάτος προς V.’ t Hooft: Dossier W.C.C., Alivisatos, /84).
[7] Γ. Τσέτσης, Η συμβολή της Εκκλησίας Κύπρου εις την ίδρυσιν του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, Ανάτυπον εκ του περιοδικού “Απ. Βαρνάβας”, Λευκωσία 1976, σ. 7.
[8] Τα μέλη όρισε η Διαχειριστική Επιτροπή της Π.Ε. κατά τη συνεδρίασή της στο Horsham τον Αύγουστο του 1946. Βλ σχετικά την έκθεση που υπέβαλαν τα μέλη της αντιπροσωπείας προς την Π.Ε. [(Report to the Provisional Committee of the Delegation to the Orthodox and Eastern Churches of Greece and the Near East-February 5th to March -Ith, 1947, σ. l(To κείμενο φέρει την ένδειξη: Private circulation only) στο Dossier της Γενικής Γραμματείας αριθ. 262.5.281], η οποία παρουσιάστηκε κατά την δσυνεδρίασή της το 1947 και συμπεριελήφθη στα πρακτικά (βλ Minutes and Reports of the Meeting of the Provisional Committee of W.C.C., Buck Hill Falls, Penn., April 1947, W.C.C. Route lie Malagnou 17 Geneve, Switzerland, σ. 104).


ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ









ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ ΣΤΙΣ ''ΔΙΑΣΑΦΗΣΕΙΣ'' ΤΟΥ Π. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ''ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ''



Είδαμε την δημοσίευση του ιστολογίου ''Πατερική Παράδοσις'' που αφορά και πάλι το ιστολόγιο ''Κρυφό Σχολειό'' και περιλαμβάνει κείμενο του π. Ευθυμίου Τρικαμηνά.

Αυτό που μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση εις τα γραφόμενα του π. Ευθυμίου και που μας αφορά άμεσα, (διότι αυτό ακριβώς περιελάμβανε ο διάλογος του δικού μας ιστολόγιου με τον π. Ευθύμιο) είναι το εξής:

Λέγει ο π. Ευθύμιος:

«Στό τέλος δέ τῶν ἀπαντήσεών μου σᾶς ἔθεσα καί ἐγώ, ὅπως ἦτο φυσικό, μία μόνη ἐρώτησι.  Αὐτή ἀφοροῦσε τήν ἑρμηνεία, τήν ὁποία ἔκανε ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, εἰς τήν ὑποσημείωσι τοῦ Ζ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος, τῶν λόγων τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.  Μάλιστα ὁ Ἅγ. Νικόδημος ἀνέφερε καί παράδειγμα συγκλονιστικό καί σύγχρονο προκειμένου νά κατανοήσωμε τά λόγια τοῦ Χρυσορρήμονος Ἁγίου. Αὐτό ἀφοροῦσε τό Πάσχα τῶν Παπικῶν (Λατίνων). Καί εἶπε ὅτι δέν ἀποτελεῖ σφάλμα (σύμφωνα μέ τόν Χρυσόστομο Ἅγιο) τό νά ἑορτάση κάποιος τό Πάσχα μέ τό ἡμερολόγιο τῶν Λατίνων ἤ μέ τό ἡμερολόγιο τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά εἶναι ἀσυγχώρητο σφάλμα καί ἄξιον κολάσεως τό νά φιλονικῆ κάποιος δι’ αὐτό τό πρᾶγμα καί νά ἀποτειχίζεται ἐξ αἰτίας του».

Αυτό λοιπόν είναι το επίμαχο σημείο που ερώτησε και εμάς προ τριών ετών ο π. Ευθύμιος και που απαντήσαμε ΕΔΩ. Και συνεχίζει ο π. Ευθύμιος λέγοντας:

«Εἶναι ὄντως ἀξιοθαύμαστος κ. Μάννη, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀποφύγατε νά ἀπαντήσετε ἐπί τοῦ θέματος.  Μᾶλλον αὐτό εἶναι θέμα ἐπιστημονικῆς καί πολύπονης ἐργασίας. Νά ἀραδιάζει δηλαδή, κάποιος σελίδες ὁλόκληρες καί συγχρόνως νά μήν λέγη τίποτε πάνω σέ αὐτό τό ὁποῖο ἐρωτᾶται»

Αλλά μήπως όταν εμείς απαντήσαμε πάνω σε αυτό το οποίο μας έγραψε ως απάντηση ΕΔΩ με επίσης σελίδες ολόκληρες από μέρους του, ανταποκρίθηκε στη ανταπάντησή μας; και πόσο μάλλον όταν ο ίδιος τότε (2013) έγραφε:

«....δύναται νά ἀπαντήση καί κάποιος ἄλλος Παλαιημερολογίτης, τή στιγμή μάλιστα πού δέν μονοπωλοῦμε ἐμεῖς οἱ δύο τόν διάλογο».

Οπότε προς τι η απορία από τον ίδιο, όταν και εμείς εκφράζουμε απορία δια τον όντως αξιοθαύμαστο τρόπο αποφυγής απάντησης του ιδίου προς την ανταπάντησή μας; Στην ανταπάντησή μας, θέσαμε και εμείς ερωτήματα τα οποία ουδέποτε απαντήθηκαν!

Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ότι (όπως γράψαμε και ΕΔΩ), πρωτίστως πρέπει να τηρείς όσα ζητάς από τους άλλους να τηρήσουν!

Επίσης αναφέρει:

«Ἀφήνω τά εὐμενῆ σχόλια καί τίς δάφνες μέ τίς ὁποῖες σᾶς ἔστεψαν διά τῶν σχολίων τους οἱ κ. Διον. Πολυμενόπουλος καί Δημ. Χατζηνικολάου. Αὐτό δείχνει ὅτι πρέπει νά ὑποστηρίζεσθε μεταξύ σας, διά νά ἀποκτοῦν ἰσχύ καί τά λεγόμενά σας».

Δηλαδή π. Ευθύμιε, όταν εσείς γράφετε σχόλια ή απαντήσεις και τις δέχονται ορισμένοι υποστηρικτές σας, τούτο σημαίνει ότι σας έστεψαν επίσης και εσάς με δάφνες; Τούτο δεικνύει-σημαίνει ότι σας υποστηρίζουν για να αποκτούν ισχύ τα λεγόμενά σας; 

Επίσης επειδή συχνά ομιλείτε περί συκοφαντίας, δηλαδή ότι το εν λόγω ιστολόγιο σας συκοφάντησε, ποιά είναι η κατηγορία όταν εσείς ο ίδιος αποδεχθήκατε αυτό που έγραψε το ιστολόγιο ''Κρυφό Σχολειό''  ότι δηλαδή ότι δεν υπάρχει κάποιο έγγραφο αποτειχίσεως (αντίθετα από τους υποστηρικτές σας οι οποίοι έγραφαν ότι: «Ἐπειδὴ τέτοιο ἔγραφο, Διακοπῆς Μνημοσύνου τοῦ Ἐπισκόπου του, ὑπάρχει ἀπὸ τὸ 1999...». Αυτό που δημοσίευσαν οι αδελφοί όμως δεν είναι έγγραφο αποτειχίσεως), γράφοντας ότι:

«Ἡ ἄποψίς μου καὶ ἡ θέσις μου γενικὰ διὰ τὸ ἔγγραφο τῆς Ἀποτειχίσεως εἶναι ὅτι, προκειμένου περὶ Ἀποτειχίσεως, δὲν ἀπαιτεῖται τέτοιο ἔγγραφο, οὔτε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, οὔτε ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, οὔτε ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων.....»

οπότε το θέμα λήγει διαπαντός! 

Γράφατε κατά της αποτειχίσεως του π. Στεφάνου ναί ή ού;

Aλλά ας υποθέσουμε ότι υπάρχει συκοφαντία· δεν θυμάσθε τους ίδιους τους λόγους τους δικούς σας που απευθύνατε στο ιστολόγιο ''Κρυφό Σχολειό'' λέγοντας:

«Ἄν ὅμως αὐτά ἦταν ψευδῆ  καί ἀστήρικτα, θά ἦταν ἀσφαλῶς εἰς βάρος τοῦ γράφοντος καί ἀπολογουμένου, ὁ ὁποῖος θά ἀπεδεικνύετο ψεύτης καί συκοφάντης, ἐσεῖς δέ, θά εἴχατε τόν ἔπαινο τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στόν 9ο Μακαρισμό (Ματθ. 5,11) τῆς ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλίας». 

Αν λοιπόν είναι ψεύδη και συκοφαντίες τα γραφόμενα, τότε είναι εις βάρος του γράφοντος, και εσείς έχετε τον έπαινο του ίδιου του Χριστού! Τι γίνεται όμως όταν σπεύδετε να υπερασπίσετε τον εαυτό σας δια μέσω κειμένων; Θα έχετε τον έπαινο του Χριστού ή τον έπαινο των ανθρώπων; Ποιόν έπαινο θα κερδίσετε;

Είχατε γράψει:

«Τί σημασία ἔχει σήμερα, ἂν ἐγὼ πρὶν τριάντα χρόνια εἶχα ἄλλες ἰδέες; Μήπως σήμερα θὰ ἐβλάπτοντο οἱ ἀδελφοί, ἂν Ὀρθόδοξα τοὺς ἐδίδασκα, ἀπὸ τὶς πρὶν τριάντα χρόνια ἰδέες μου;».

Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να αποφασίσετε αν είχατε ''άλλες ιδέες'', διότι  ποιός εγγυάτο ότι δεν θα αλλάξετε και πάλι;  Όσο δια το αν υπάρχει σήμερα βλάβη από τις τότε ιδέες σας, αυτό θα εξαρτηθεί από το τι ιδέες είχατε τότε και τι τώρα. Τότε πολεμούσατε την αποτείχιση του π. Στεφάνου διότι δεν είχατε αποτειχισθεί και κυρίως διότι είχατε και έχετε εμπάθεια προς τους Γ.Ο.Χ. όπως και εγράψατε:

«.....εἶχα διακόψει τὶς σχέσεις μου μὲ τὸν Γέροντα π. Στέφανο, λόγῳ ἀκριβῶς αὐτῶν τῶν σχέσεών του μὲ τοὺς Γ.Ο.Χ».

Τώρα όσον αφορά τα επιχειρήματά σας και την πολεμική σας κατά της αποτειχίσεως του π. Στεφάνου, τούτο όντως θα το κρίνουν οι αναγνώστες συγκρίνοντας τα επιχειρήματα του ενός και του άλλου. Και συκοφαντία όντως θα ήταν προς το πρόσωπό σας αν όντως είχατε κάποιο έγγραφο αποτειχίσεως (το οποίο εγράψατε ότι δεν απαιτείται), αλλά και αν όντως δεν ασκούσατε πολεμική κατά της αποτειχίσεως του π. Στεφάνου! 

Όμως δια να μην μας θεωρήσετε ως  ''αντιδεοντολόγους'' επειδή δεν δημοσιεύσαμε την πρόσφατη απάντησή σας, σας θυμίζουμε, και τους θυμίζουμε, ότι και την πρώτη αλλά και την δεύτερη απάντησή μας προς το πρόσωπό σας, αντιδεοντολογικά ΔΕΝ ΤΙΣ  ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΑΝ στο ιστολόγιο που όπως γράφετε:

«τό ἱστολόγιο «Πατερική Παράδοσις» τό ὁποῖο παρεπιπτόντως, εἶναι τό μόνο τό ὁποῖο μέ ἐκπροσωπεῖ καί ταυτίζομαι μέ τίς θέσεις του καί τήν γραμμή του»

αλλά δημοσίευσαν μόνο την δική σας απάντηση, όχι μία, αλλά ΔΥΟ φορές καυχώμενοι την δεύτερη φορά ως εξής:

«Ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τους ὅμως, ποὺ ἦσαν γενικόλογες, ἀναμασοῦσαν τὰ ἴδια καὶ κυρίως δὲν ἀπάντησαν στὴν οὐσία τῶν ὅσων κατέθεσε ὁ π. Εὐθύμιος, ἀλλὰ πλατείαζαν καὶ οὐσιαστικὰ ἀποπροσανατόλιζαν τὸν ἀναγνώστη»!!!!

ενώ εμείς αναμέναμε ακόμα την απάντηση οι υποστηρικτές σας σχολίασαν και χαρακτήρισαν τις απαντήσεις ως ανωτέρω! Και ποιός το αποφάσισε; Ποιός σχολίασε; Ποιός χαρακτήρισε; Οι αναγνώστες; Όχι! Αλλά ποιοί; ΟΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΕΣ ΣΑΣ!!! Κατά τ΄ άλλα μας ομιλούν μερικοί περί ''αντιδεοντολογίας''! Άσχετα αν έχουν λησμονήσει ότι εμείς την τότε απάντησή σας την είχαμε δημοσιεύσει  ΕΔΩ!

Ποιοί τελικώς είναι οι όντως αντιδεοντολόγοι;

Τέλος, όσον αφορά εμάς, και επειδή υπήρξε σχόλιο για το ιστολόγιό μας προ ημερών, επαναλαμβάνουμε και πάλι ότι όταν θα δημοσιεύει η ''Πατερική Παράδοση'' τις απαντήσεις που κατά καιρούς δίνουμε στους ίδιους τους αποτειχισμένους αλλά και στον π. Ευθύμιο, τότε θα αναρτούμε και εμείς τις δικές της και δικές σας απαντήσεις διότι μερικοί μάλλον εμάς θεωρούν, και όχι εμείς εσάς όπως εγράψατε:

«Ἴσως ὅμως νά μᾶς ἐθεωρήσατε νηπίους, ἄν ὄχι ἀνοήτους...»!!!