Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

Πρωτοφανές: Ψυχικά ασθενείς όσοι ασχολούνται με τον αντιαιρετικό αγώνα της Εκκλησίας! (Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς)

Τεύχος 142 Σύναξης
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 23η Νοεμβρίου 2017
     Είναι πλέον γεγονός ότι ζούμε σε μια εποχή, την οποία χαρακτηρίζει κατ’ εξοχήν η πνευματική σύγχυση και η διαστροφή των εννοιών. Η λεγόμενη «Νέα Υδροχοϊκή Εποχή» και το γνήσιο πνευματικό τέκνο του η παναίρεση του Οικουμενισμού,» εισάγει και επαγγέλλεται στην ανθρωπότητα, ένα νέο τρόπο σκέψεως του ανθρώπου, ο οποίος καλείται να βγει από τα στεγανά της «παλιάς εποχής». Καλείται να αποβάλλει τα δόγματα και τις δοξασίες της, τα οποία «κρατούσαν την ανθρωπότητα δέσμια» σε «κλειστά συστήματα» και «δημιουργούσαν στεγανά ανάμεσα σε πρόσωπα και ομάδες». Να αποδεχτεί τον «άλλον», μαζί με τις δοξασίες του, τις οποίες η παλιά εποχή χαρακτήριζε ως πλάνες και αιρέσεις. Τώρα πια δεν υπάρχουν αιρέσεις, αλλά διαφορετικές «οπτικές της αλήθειας»! Οι διάφορες χριστιανικές ομολογίες, ακόμη και οι άλλες θρησκείες εκφράζουν, σύμφωνα με την νέα κυρίαρχη ιδεολογία της «Νέας Εποχής», διαφορετικές πλευρές και οπτικές της απόλυτης αλήθειας. Η απόλυτη αλήθεια δεν υπάρχει σε καμιά θρησκεία, αλλά προκύπτει μόνο με τον συγκερασμό όλων των θρησκειών σε ένα νέο θρησκευτικό μόρφωμα, την πανθρησκεία.

  Όμως η εμφάνιση και ανάπτυξη του οικουμενιστικού τέρατος καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνος και μέχρι σήμερα, προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί δυναμικές αντιδράσεις στο υγιές εκκλησιαστικό σώμα, αφού η νέα αυτή αίρεση ακυρώνει την εν Χριστώ σωτηρία, η οποία επιτυγχάνεται μόνον δια της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτές οι αντιδράσεις, που βαθμηδόν έχουν πάρει την μορφή αντιαιρετικού αγώνος, ενοχλούν τους θιασώτες του Οικουμενισμού, οι οποίοι μετά την ψευδοσύνοδο της Κρήτης, επιτίθενται με σφοδρότητα εναντίων όσων αγωνίζονται με την Χάρη του Θεού στον άνισο, (κατ’ άνθρωπον), αυτόν αγώνα με το θηρίο της αιρέσεως. Επειδή δεν μπορούν να τους αντιμετωπίσουν με θεολογικά επιχειρήματα, επιτίθενται συχνά με βαρείς και υβριστικούς χαρακτηρισμούς. Τους κατηγορούν ότι κυριαρχούνται από πνεύμα αναχρονισμού, ελλείψεως αγάπης, μίσους και φονταμενταλισμού.
   Με έκπληξη αλλά και οδύνη ψυχής διαπιστώσαμε στο γνωστό περιοδικό «ΣΥΝΑΞΗ» (τ. 143), που δημιούργησε ο μακαριστός Παναγιώτης Νέλλας, ένα νέο είδος ύβρεως εναντίον εκείνων, που αγωνίζονται στον καλόν αγώνα της ομολογίας της πίστεως, ένα νέο βαρύ χαρακτηρισμό, αυτόν του ψυχασθενούς, που έρχεται να προστεθεί στους προηγουμένους. Πρωταγωνιστής στο νέο αυτόν υβριστικό χαρακτηρισμό ο γνωστός κληρικός και ψυχίατρος της Ι. Μητροπόλεως Θηβών π. Βασίλειος Θερμός. Ο εν λόγω κληρικός σε άρθρο του στο εν λόγω περιοδικό, με τίτλο: «Ψυχαναγκαστική αιρεσιομαχία: Αγχολυτικό ευρέως φάσματος και παντός καιρού», κάνει λόγο γι’ αυτούς που μάχονται εναντίον των αιρέσεων, τους οποίους θεωρεί ως ψυχοπαθείς, ως πάσχοντες από ένα είδος ψυχαναγκαστικής νεύρωσης, την οποία μάλιστα ονομάζει «ψυχαναγκαστική αιρεσιομαχία», όπως φαίνεται και από τον τίτλο του άρθρου.  Προσπαθεί δε να αποδείξει τον ισχυρισμό του αυτόν, επικαλούμενος την ιδιότητά του ως ψυχιάτρου και χρησιμοποιώντας ψυχιατρική ορολογία. Προκειμένου να προσδώσει επιστημονικό κύρος στα γραφόμενά του, γράφει: «Σε προ εικοσαετίας κείμενό μου ασχολήθηκα με τα ψυχολογικά αίτια της παθολογικής συμπεριφοράς εκείνων των πιστών, οι οποίοι αναζητούν παντού κακοδοξίες και αιρέσεις και, όταν  νομίζουν ότι τις ανακαλύπτουν, γίνονται επιθετικοί με τους φορείς τους». Οι αιρέσεις για τον συγγραφέα είναι κάτι το δυσεύρετο, αφού για να τις ανακαλύψει κανείς, χρειάζεται να ψάξει. Είναι τραγικό για έναν ερευνητή επιστήμονα, να αγνοεί αυτή την φρικτή όντως πραγματικότητα, που βιώνει ο πιστός λαός του Θεού, το γεγονός δηλαδή, ότι σήμερα η Εκκλησία μας πολεμείται από ένα πλήθος αιρέσεων, σεκτών και παραθρησκευτικών ομάδων, των οποίων ο αριθμός είναι μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν. Μάλιστα η Συνοδική Επιτροπή επί των Αιρέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος πριν από αρκετά χρόνια είχε ασχοληθεί με την ταξινόμηση και δημιουργία καταλόγου όλων των γνωστών αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων, οι οποίες δρουν στον ελληνικό χώρο και διαπιστώθηκε ότι είναι πολλές εκατοντάδες. Ενώ λοιπόν η κοινωνία μας έχει πλημυρίσει κυριολεκτικά από αιρέσεις και ο κίνδυνος να παρασυρθεί κανείς και να πέσει στα δίχτυα αυτών είναι ορατός και διά γυμνού οφθαλμού και ενώ η Εκκλησία κάθε χρόνο διοργανώνει Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις για την αντιμετώπιση των αιρέσεων, ο αγαπητός π. Βασίλειος δεν βλέπει πουθενά αιρέσεις. Βέβαια δεν μας εκπλήσσει η αδυναμία του να διακρίνει τις αιρέσεις, αφού και η ψευδοσύνοδος της Κρήτης δεν «είδε» πουθενά αιρέσεις, γι’ αυτό και δεν θεώρησε χρέος της να καταδικάσει καμία αίρεση.
   Θεωρεί επίσης, ότι παρουσιάζουν ψυχοπαθολογική συμπεριφορά, όσοι αναζητούν παντού αιρέσεις και αιρετικούς και στη συνέχεια γίνονται «επιθετικοί» απέναντί τους. Κανείς δεν αμφιβάλλει, ότι υπάρχουν σπάνιες εξαιρέσεις ανθρώπων, που είναι ψυχικά άρρωστοι. Πάσχουν δηλαδή από ένα είδος νευρώσεως, που χαρακτηρίζεται από μια παθολογική φοβία και προκατάληψη απέναντι στους αιρετικούς, τους οποίους θεωρούν ως τους πιο επικίνδυνους εχθρούς των. Η θέα του αιρετικού προκαλεί μέσα τους άγχος, το οποίο δεν φεύγει, δεν εκτονώνεται με άλλο τρόπο, παρά μόνο με κατά μέτωπο επίθεση, με επιθετική συμπεριφορά εναντίον του αιρετικού. Ωστόσο μεταξύ των σπανίων αυτών εξαιρέσεων και εκείνων, οι οποίοι, με υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα, αγωνίζονται εναντίον των αιρέσεων και όχι των αιρετικών, υπάρχει χαώδης απόσταση. Είναι τραγικό λάθος, με έναν τρόπο ισοπεδωτικό, να θεωρούνται όλοι συλήβδην οι αγωνιζόμενοι κατά των αιρέσεων, ως ψυχασθενείς. Τουλάχιστον ο τρόπος με τον οποίον εκφράζεται ο αγαπητός π. Βασίλειος, αυτό ακριβώς αφήνει να εννοηθεί. Θα έπρεπε λοιπόν να κάνει μια στοιχειώδη διάκριση των μεν από τους δε. Αν όλοι, όσοι αγωνίζονται με αγνό ζήλο, με ταπείνωση, αγάπη, αλλά και πόνο ψυχής για τους αιρετικούς, θεωρούνται ως ψυχασθενείς, τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε και όλους τους αγίους, που αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων ως ψυχασθενείς! Και μάλιστα πολύ περισσότερο από μας θα πρέπει να θεωρηθούν ως ψυχασθενείς, αφού αυτοί είχαν πολύ περισσότερο ζήλο από μας στην καταπολέμηση των αιρέσεων.
   Ο αντιαιρετικός αγώνας της Εκκλησίας μας είναι σύμφυτος με τη ζωή της ήδη από τα πρώτα βήματα της ιστορικής πορείας της. Όλοι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, από τον απόστολο Παύλο μέχρι τον ιερό συγγραφέα της Αποκαλύψεως, στηλιτεύουν τις αιρέσεις και τους αιρετικούς με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο. Οι Αποστολικοί Πατέρες και όλοι σχεδόν οι μετέπειτα άγιοι Πατέρες μέχρι των ημερών μας, έχουν να παρουσιάσουν μια καταπληκτική αντιαιρετική δράση. Πολλοί από αυτούς έλαβαν μέρος σε άγιες Οικουμενικές και Τοπικές Συνόδους, στις οποίες καταδικάστηκαν με σφοδρότητα οι αιρέσεις και αναθεματίστηκαν οι αιρετικοί. Όλοι λοιπόν αυτοί θα πρέπει να θεωρηθούν ως ψυχασθενείς με «παθολογική συμπεριφορά», η οποία εκδηλώνονταν στην «παθολογική αναζήτηση αιρετικών»; Πέραν αυτών ρωτάμε τον αγαπητό π. Βασίλειο: Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει συστήσει Συνοδική Επιτροπή επί των Αιρέσεων και οι Ιερές Μητροπόλεις Αντιαιρετικά Γραφεία, για την αντιμετώπιση των συγχρόνων αιρέσεων και κακοδοξιών.  Άραγε, τα μέλη της Συνοδικής Επιτροπής, οι εργαζόμενοι στα Αντιαιρετικά Γραφεία, καθώς και εκατοντάδες κληρικοί και λαϊκοί συνεργάτες τους, είναι ψυχασθενείς, επειδή καταπολεμούν τις αιρέσεις;
   Στη συνέχεια ο αρθρογράφος προσπαθεί να κάνει «ψυχανάλυση», να προσδιορίσει δηλαδή τα αίτια της «παθολογικής συμπεριφοράς» των  «αιρεσιομάχων». Γράφει: «Ο αιρεσιομάχος είναι αβέβαιος για την πίστη του και διχασμένος στην επιθυμία του. Κατά κανόνα, (υπάρχουν και εξαιρέσεις), έχει θεμελιώσει την θρησκευτικότητά του πάνω στον φόβο και όχι στην αγάπη. Έτσι τα ευγενέστερα στοιχεία της πίστης του δεν έχουν εσωτερικευθεί επαρκώς και δεν έχουν επηρεάσει τη βαθιά ακατέργαστη επιθετικότητα του ψυχισμού. Αυτή θα βρει ισχυρό άλλοθι στην προάσπιση της «παράδοσης», η οποία δεν πηγάζει από αυτοπεποίθηση, αλλά από αληθινό φόβο για την επιβίωση. Έναν φόβο που μπορεί να φθάσει μέχρι αληθινή παράνοια, μια νοσηρή καχυποψία απέναντι σε ανύπαρκτους εχθρούς»! Και εδώ ο αγαπητός π. Βασίλειος επαναλαμβάνει το ίδιο σφάλμα. Αδυνατεί, δηλαδή, να κάνει μια άλλη στοιχειώδη διάκριση μεταξύ των όσων αγωνίζονται κατά των αιρέσεων, με αγνό ζήλο, από εκείνους που συμπεριφέρονται με ζήλο «ου κατ’ επίγνωσιν». Πολέμιοι των αιρέσεων, με αγνό ζήλο, ήταν όλοι οι άγιοι, όπως εξηγήσαμε προηγουμένως. Αντίθετα αιρεσιομάχοι με ζήλο «ου κατ’ επίγνωσιν», δηλαδή με τυφλό φανατισμό, είναι πρόσωπα τα οποία, δεν είναι μεν ψυχασθενείς με την ψυχιατρική έννοια του όρου, δεν  πάσχουν δηλαδή από ψυχαναγκαστική νεύρωση, αλλά δεν έχουν υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα. Γι’ αυτούς κάνει λόγο ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «μαρτυρώ γαρ αυτοίς ότι ζήλον Θεού έχουσιν, αλλ  ου κατ’  επίγνωσιν. αγνοούντες γαρ την του Θεού δικαιοσύνην, και την ιδίαν δικαιοσύνην ζητούντες στήσαι, τη δικαιοσύνη του Θεού ουχυπετάγησαν», (Ρωμ.10,2). Ο ίδιος ο απόστολος Παύλος, προτού να επιστρέψει στο Χριστό, ήταν φανατικός διώκτης των χριστιανών, είχε ζήλο «ου κατ’ επίγνωσιν», χωρίς βέβαια να πάσχει από ψυχαναγκαστική νεύρωση. Απλώς δεν είχε καταυγάσει ακόμη την ψυχή του το αληθινό φως του Χριστού, πράγμα το οποίο έγινε στο όραμα της Δαμασκού.
  Μπορούμε τώρα να δεχθούμε, ότι ο απόστολος Παύλος και όλοι οι άγιοι που αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων ήταν «αβέβαιοι για την πίστη τους», ότι «έχουν θεμελιώσει την θρησκευτικότητά τους πάνω στον φόβο και όχι στην αγάπη», ότι έχουν «φόβο που μπορεί να φθάσει μέχρι αληθινή παράνοια,  μια νοσηρή καχυποψία απέναντι σε ανύπαρκτους εχθρούς»; Δυστυχώς σε τέτοια συμπεράσματα καταλήγουμε, όταν ομιλούμε και γράφουμε με ανεπίτρεπτες γενικεύσεις και απλουστεύσεις, χωρίς να κάνουμε στοιχειώδεις διακρίσεις και διασαφήσεις.
    Παρά κάτω το υβρεολόγιο εναντίον όσων αγωνίζονται κατά των αιρέσεων συνεχίζεται. Γράφει: «Δυστυχώς οι επαγγελματίες αιρεσιομάχοι δεν αντιλαμβάνονται ότι αποτελούν (εκκλησιαστικό) αντίγραφο του (κοσμικού) πρωτοτύπου, είτε στραφούμε προς τους διώκτες των μαγισσών του απώτερου παρελθόντος είτε προς τους κομμουνιστοφάγους των τελευταίων δεκαετιών»! Πιο κάτω ισχυρίζεται ότι οι «αιρεσιομάχοι» είναι πρόσωπα, τα οποία η «θεολογική τους υποδομή είναι σαθρή». Εδώ το αντιαιρετικό έργο της Εκκλησίας κυριολεκτικά ισοπεδώνεται και εξισώνεται με τους διώκτες των μαγισσών και των κομμουνιστών! Προφανώς, με την απλούστευση αυτή και τον χαρακτηρισμό «διώκτες των μαγισσών», δεν εξαιρούνται και οι άγιοι ομολογητές της Εκκλησίας μας, οι οποίοι είχαν προφανώς και αυτοί «σαθρή θεολογική υποδομή», αφού ήταν «αιρεσιομάχοι»!
  Κλείνοντας ο π. Βασίλειος μας δίνει και τη συνταγή για την θεραπεία του φαινομένου «των επαγγελματιών αιρεσιομάχων», όπως χαρακτηρίζει όσους αγωνίζονται εναντίον των κακοδοξιών, το οποίο μαστίζει, κατ’ αυτόν, την Εκκλησία. Προτείνει να εκπαιδευτεί το ποίμνιο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η Εκκλησία να γίνει «πιο ανοιχτή στις αλλαγές» και «περισσότερο ευέλικτη». Αλλά, αυτό ακριβώς επιδιώκουν οι θιασώτες της Οικουμενικής Κινήσεως: Να γίνουμε πιο  «ανοιχτοί» και «ευέλικτοι» απέναντι στους αιρετικούς. Να γίνουμε, δηλαδή, πιο συγκαταβατικοί στις αιρετικές τους διδασκαλίες, να πάψουμε να τους χαρακτηρίζουμε αιρετικούς, αλλά ετερόδοξους, έτοιμοι να δεχθούμε τις πλάνες τους, ως διαφορετικές διατυπώσεις της ιδικής μας πίστεως. Έτοιμοι να συνεργασθούμε μαζί τους πάνω σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Και όλα αυτά πάντοτε με βάση «την αγάπη και την ευρύτητα του Χριστού», όπως τονίζει παρά κάτω.
  Κλείνοντας, λυπούμαστε ειλικρινά για όσους βαρείς χαρακτηρισμούς έγραψε ο αγαπητός π. Βασίλειος εναντίον όσων αγωνίζονται, με την Χάρη του Θεού, να διαφυλάξουν ανόθευτο τον θησαυρό της πίστεως και κατ’ επέκταση εναντίον των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας. Είναι τιμή και  χαρά για μας, να αξιωθούμε να υβρισθούμε και να χαρακτηρισθούμε ως ψυχασθενείς και παρανοϊκοί για την αγάπη του Χριστού, και για την ομολογία της πίστεώς μας, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας: «μακάριοί εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ  υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού. χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς», (Ματθ.5,11-12). Θα παρακαλούσαμε μόνον τον αγαπητό π. Βασίλειο, να μας γνωρίσει, με βάση τις ψυχιατρικές του γνώσεις, (πιθανόν σε ένα επόμενο άρθρο του), από πια ψυχοπαθολογικά σύνδρομα διακατέχονται, όσοι επιτίθενται με βαρείς χαρακτηρισμούς εναντίον εκείνων, που με αγνό ζήλο και υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα, αγωνίζονται εναντίον των αιρέσεων. Να μας εξηγήσει δηλαδή, ποιοι νοσηροί ψυχοπαθολογικοί μηχανισμοί κρύβονται πίσω από την μανία, με την οποία καταδιώκουν οι θιασώτες της Οικουμενικής Κινήσεως, όλους αυτούς τους αγωνιστές, έτσι ώστε άλλοι από αυτούς να διώκονται από τις Ιερές Μονές της μετανοίας των, άλλοι να απειλούνται με καθαιρέσεις και άλλοι να στερούνται την μισθοδοσία τους. Θα θέλαμε ακόμη να μας προτείνει, ποιο αγχολυτικό, ή άλλο φάρμακο, (ευρέως, ή στενού φάσματος, αναλόγως της περιπτώσεως), θεωρεί αναγκαίο, ότι πρέπει να πάρουν, για να παύσει η καταδιωκτική μανία τους.  Περιμένουμε με ενδιαφέρον!

ΠΟΙΟΙ ΟΝΟΜΑΣΑΝ ΩΣ ΤΟ ''ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ'' (ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ) ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ;

Κατὰ τὴν  συνεδρίαν τῆς Ι. Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου (τῆς 10 Ἰανουαρίου 1919), ὁ Βιζύης (κατόπιν Μαρωνείας) Ἄνθιμος, ὑπέβαλεν πρότασιν «περὶ ἀναθεωρήσεως καὶ μελέτης τοῦ ζητήματος τοῦ Ἡμερολογίου».

Ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, λαβοῦσα ὑπ’ ὄψιν τὴν πρότασιν ταύτην, διώρισεν Ἐπιτροπήν, ἡ ὁποία ὑπέβαλε τὴν σχετικὴν αὐτῆς «Ἔκθεσιν» τὴν 1 Σεπτεμβρίου καὶ περιλαμβάνονται καὶ ταῦτα:




«Ἀποδοχὴν τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου προτείνει ὁ Μητροπολίτης Σελευκείας, φρονῶν ὅτι ἡ χρησιμοποίησις αὐτοῦ καὶ ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας εἰς οὐδένα κανονικὸν λόγον προσκρούει, ἀποτελεῖ δὲ μάλιστα τὸ πρῶτον βῆμα πρὸς τὴν ποθητὴν Κοινωνίαν τῶν Ἐκκλησιῶν…Φόβος σκανδαλισμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων ἐκ τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου δὲν ὑφίσταται πλέον, κατ’ αὐτόν. Πρὸς τὴν τοιαύτην ἀντίληψιν διαφωνεῖ ὁ Μητροπολ. Πρ. Καισαρείας, φρονῶν ὅτι τὸ πλεῖστον τῶν Ἑλληνορθοδόξων Χριστιανῶν θέλει θορυβηθῆ καὶ σκανδαλισθῆ ἐκ τῆς γενησομένης τυχὸν ἀμέσου ἀντικαταστάσεως τοῦ Ἰουλιακοῦ διὰ τοῦ Γρηγοριακοῦ Ἡμερολογίου καὶ ὅτι τοῦ θορύβου τούτου καὶ σκανδαλισμοῦ ἐπωφελούμενοι οἱ καθολικοὶ ἱεραπόστολοι θέλουσι κατενέγκει βαρὺ πλῆγμα κατὰ τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας, τοσούτω μᾶλλον ὅσω τὸ Ἰουλιακὸν ἡμερολόγιον στενώτατα συνδέεται πρὸς τὸ ἑορτολόγιον τὸ ἐκφραζων ζωηρῶς τὸν θρησκευτικὸν βίον τῶν χριστιανῶν, κηρύσσεται ὑπερ τῆς ἀπαρεκκλίτου τηρήσεως τοῦ νῦν ἐν χρήσει παρ’ ἡμῶν Ἰουλιακοῦ ἡμερολογίου».

Ο ανωτέρω Άνθιμος συνέγραψε το βιβλίον: ''Το Ημερολογιακόν Ζήτημα'' και εκεί ακριβώς συναντούμε και πάλιν την επίμαχη φράση! Είναι πασιφανέστατο ότι οι πρώτοι που την εχρησιμοποίησαν ήσαν αυτοί οι καινοτόμοι ομολογώντας και μόνοι τους την αλήθεια! Το ποιά ήταν η ποθητή ''Κοινωνία των Εκκλησιών'' πιστεύουμε ότι δεν θέλει και ιδιαίτερη ερμηνεία, ειδικά σήμερα..... Αν λοιπόν μερικοί θεωρούν ότι η τότε επονομαζομένη ''Κοινωνία των Εκκλησιών'' δεν ήτο αιρετική και ο σημερινός (με άλλη ονομασία - ενδυμασία πια) Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση, τότε θα πρέπει να μελετήσουν και πάλι βαθύτερα το ζήτημα.

Επίσης στην Εγκύκλιο του 1920 και στο α΄ άρθρο της αναφέρεται το εξής:

«Δύναται δε η φιλία αύτη και αγαθόφρων πρός αλλήλους διάθεσις εκφαίνεσθαι και τεκμηριούσθαι ειδικώτερον, κατά την γνώμην ημών, ως εξής:

α΄) δια της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών».

Το «υπό πασών των Εκκλησιών» που αναφέρει, δεν εννοεί τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά τις τότε ετερόδοξες και αιρετικές παραφυάδες, διότι εμείς οι Ορθόδοξοι ήδη εορτάζαμε ταυτοχρόνως έχοντας ένα ημερολόγιον - εορτολόγιον.

Με λίγα λόγια η Εγκύκλιος του 1920 απετέλεσε την πρώτη επίσημη έναρξη-διακήρυξη  σχέσεων μετά των αιρετικών της δύσεως, και η αλλαγή του ημερολογίου το πρώτο βήμα (1924) αυτής!

Αυτό βεβαίως αντελήφθησαν και διακήρυτταν και οι τότε Παλ/τες όπως εδώ.

ΗΤΑΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕ ΤΟΥΣ ΠΑΛ/ΤΕΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ; (4ο ΜΕΡΟΣ)


Υπό των διαφωνούντων Αρχιερέων ετέθη ζήτημα στην Ιεραρχία δια να βρεθεί λύση. Τι απάντησε η ''Χρυσοστομική'' Σύνοδος;

(Αθηναϊκά Νέα, 1/6/1935)

Όπως βλέπετε, είναι φανερόν ότι ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος δεν είχε καμία διάθεση για λύση του ζητήματος, αλλά το αντίθετον, παρά τις εκκλήσεις και διαφωνίες των Ιεραρχών.

Στις 2 Ιουνίου διορίζονται Tοποτηρητές στις Μητροπόλεις που έμειναν εν χηρεία μετά την απομάκρυνση των αγωνιστών Επισκόπων:

(Aπογευματινή Θεσ/νίκης, 2/6/1935)

η αλήθεια όμως είναι ότι δεν τις εγκατέλειψαν, αλλά τους εξεδίωξαν καθαιρώντας τους ίδιους από τις θέσεις τους!

Ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ακάθεκτος συνεχίζει το καταστροφικό του έργο. Ορίζει αναπληρωτές των Μητροπολιτών που διεφώνησαν και οι οποίοι παραιτήθηκαν όπως είδαμε στο 2ο μέρος:


(Αθηναϊκά Νέα, 3/6/1935)



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ 



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ




Ο π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ..... (3)



«... ἡ ᾿Εκκλησία θὰ γίνῃ Μία, ὡς ἦτο πρὸ 50ετίας. Μία, μὲ μίαν Πίστιν, μὲ ἕν Βάπτισμα, μὲ ἕν ῾Ημερολόγιον, οὐχὶ μὲ δύο, διότι ἡ τῶν νεοημερολογιτῶν ᾿Εκκλησία ἀκολουθεῖ δύο, Παλαιὸν καὶ Νέον. Μὲ τὸ Παλαιὸν ἑορτάζει τὰς κινητὰς ῾Εορτὰς καὶ μὲ τὸ Νέον τὰς ἀκινήτους. Παραδέχεται, δηλαδή, ὅτι ὁ Χριστὸς ἐσταυρώθη, ἐτάφη, ἀνέστη, ἀνελήφθη μὲ τὸ Παλαιόν, καὶ ἐγεννήθη, περιετμήθη, ἐβαπτίσθη καὶ μετεμορφώθη μὲ τὸ Νέον. ῾Οποία ἀταξία!

῞Οταν ἡ ῾Ιερὰ Σύνοδος ἀποβάλῃ τὸ παρανόμως εἰσαχθὲν Παπικὸν Νέον ῾Ημερολόγιον καὶ νομίμως ἐπαναφέρῃ τὸ Παλαιόν, ὅλαι αἱ ἀταξίαι θὰ ἐκλείψουν ἀπὸ τοὺς νεοημερολογίτας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐνίους παλαιοημερολογίτας, οἱ ὁποῖοι ἐκ φανατισμοῦ καὶ ἐκ ζήλου οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν ἐξετράπησαν εἰς ἀκρότητας καὶ διηρέθησαν ἐξ αἰτίας τῆς ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Παπικοῦ ῾Ημερολογίου ὑπὸ τοῦ καινοτόμου πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη.

῞Ολα, λέγω, θὰ ἐκλείψουν καὶ ὅλοι, παλαιοημερολογῖται καὶ νεοημερολογῖται ἡνωμένοι θὰ λέγωνται Χριστιανοὶ ᾿Ορθόδοξοι...


ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ


Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2017

Ο π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ..... (2)



«Ηδη προβάλλει ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη καὶ οἱ καιροὶ τὸ ἀπαιτοῦν, ὅπως συντονίσωμεν ἅπαντες τὰς προσπαθείας ἡμῶν καὶ ἐνεργήσωμεν ὁμοθυμαδὸν καὶ μελετημένως διὰ τὴν ἐπαναφορὰν τοῦ Πατρίου ῾Εορτολογίου.

Τοῦτο, ὡς πάντες γνωρίζομεν, ἀπαιτεῖ αὐτὴ ἡ ἑνότης τῆς ἐνδόξου καὶ πολυπαθοῦς ῾Ελλαδικῆς ἡμῶν ᾿Εκκλησίας, ἢτις ἑνότης διεσπάσθη, ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς αὐθαιρέτως καὶ ἡμαρτημένως εἰσήχθη τὸ παπικὸν ἡμερολόγιον...

Σᾶς ἀποστέλλομεν ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ, ἐσωκλείστως, πλατυτέραν ἀδελφικὴν ᾿Επιστολὴν (ἀντίγραφα πέντε), δι᾿ ἧς ἐπιθυμοῦμεν νὰ καταστήσωμεν ῾Υμᾶς κοινωνοὺς καὶ τῶν ἡμετέρων σκέψεων καὶ αἰσθημάτων, προσπαθειῶν καὶ ἐνεργημάτων, ὡς πρὸς τὸ φλέγον τοῦτο καὶ ἐπεῖγον θέμα. Παρακαλοῦμεν δὲ τὴν ἀγάπην Σας, ὅπως κυκλοφορήσῃ τὴν ᾿Επιστολὴν ταύτην καὶ ἐπιδόσῃ καὶ εἰς τοὺς ἁγίους ἀδελφοὺς (Καθηγουμένους) καὶ τῶν ἄλλων ᾿Αθωνιτικῶν ῾Ιερῶν Μονῶν, εἰς τοὺς Δικαίους τῶν ῾Ιερῶν Σκήτεων καὶ πάντας τοὺς λογίους Μοναχούς».


ΟΛΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ

Ο π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ.....


«Ἐγώ, Σεβασμιώτατε, σᾶς ἤκουσα, πού μού εἴπατε πρίν χειροτονηθῆτε Μητροπολίτης ὁλίγους μῆνας, ὅταν σᾶς ἐπέδωκα τό Ὑπόμνημα, τό ὁποίον εἶχον ὑποβάλλει πρός τόν Βασιλέα, τήν Κυβέρνησιν καί τήν Ἱεράν Σύνοδον περί ἐπαναφορᾶς τοῦ παλαιοῦ ἑορτολογίου, ὅτι πρέπει νά ἐπανέλθη ἐφ' ὅσον κακῶς ἔγινεν ἡ εἰσαγωγή τοῦ νέου καί ἐφ' ὅσον ὅλαι σχεδόν αἱ Ὀρθόδοξαι Ἐκκλησίαι ἀκολουθοῦν τό παλαιόν, θά φροντίσετε καί ὑμεῖς μέ τινας γνωστούς σας Ἀρχιερεῖς διά νά ἐπανέλθη, ἀλλ' ἀφοῦ σᾶς τό ὑπενθύμησα καί πάλιν μοί εἴπατε νά τό ἀφίσωμεν βραδύτερον, καί πάλιν σᾶς ἤκουσα. 

Βεβαίως ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Xρυσόστoμος, ὁ πρό ὀλίγων ἡμερῶν ἀναχωρήσας τῶν προσκαίρων, μοῦ εἶχε εἴπει, ὅτι θά ἐφpόvτιζε νά ἐπαναφέρῃ εἰς τήν Ἐκκλησίαν τό πάτριον ἑορτολόγιον πρίν ἀποθάνῃ, ἀλλά δέν ἐπρόφθασε. Ἐπειδή καί ἡμεῖς δέν γνωρίζομεν τήν ὤραν καί τήν στιγμήν τοῦ θανάτου, ὀφείλομεν πρίν ἔλθει ἡ φοβερά ὤρα τοῦ θανάτου νά φροντίσωμεν νά μετανοήσωμεν καί δι' ὅλας τάς ἀμαρτίας μας, ἀλλά καί διά τό πάτριον ἑορτολόγιον, τό ὁποίον ἀφίσαμε καί ἀκολουθοῦμεν τό παπικόν ἑορτολόγιον, τό ὁποίον κακῶς, ἐσφαλμένως, καί παρανόμως ἕνας Πατριάρχης μασόνος μέ 6 ἀρχιερείς τό εἰσήγαγεν καί οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Ἑλλάδος τό ἐδέχθησαν, φοβηθέντες περισσότερον τήν σπάθη τοῦ τότε ἀρχηγοῦ τῆς ἐπαναστάσεως Πλαστήρα ἀπό τόν φόβον τοῦ Θεοῦ! 

Μή νομίζωμεν ὡς μηδαμινόν τό ὅτι ἀκολουθοῦμεν τό παπικόν ἡμερολόγιον. Εἶvαι παράδοσις καί ὡς παράδοσιv ὀφείλομεv vά τήv φυλάσσωμεv διότι ὑποκείμεθα εἰς ἀvάθεμα. "Εἴ τις πᾶσαν παράδοσιv ἔγγραφοv ἤ ἄγραφοv ἀθετεῖ, ἀvάθεμα" ὁρίζει ἡ Ζ΄ Οἰκουμεvική Σύvοδος. 

Ἐγώ σᾶς ἔκαμα ὑπακοήv, τώρα θά κάvετε καί ὑμεῖς ὑπακοήv ὄχι εἰς ἐμέvα ἀλλά εἰς τούς θεοφόρους Ἀγίους Πατέρας. Καί ὅπως ἠγωvίσθητε πρίv ὡς Ἱεροκηρυξ καί ἤδη ὡς Ἀρχιερεύς ἐvαvτίον πάσης φαυλότητος, κακοηθείας, ἀσέμvωv θεάτρωv, κιvηματογράφωv, καρvαβαλίωv καί μόvοv διά τό παλαιόv ἑορτολόγιοv δέv ἠγωvίσθητε ὡς ἔδει, ἤδη ἐπέστη ἡ ὤρα vά ἀγωvισθῆτε. Ἐάν σιωπήσωμεv καί δέv ἀγωvισθώμεv διά vά ἐπαvέλθη τό πάτριοv ἑορτολόγιον εἰς τήν Ἐκκλησίαv, ἡ σιωπή μας σημαίvει, ὅτι παραδεχόμεθα τό νέοv παπικόv ὡς ὀρθότεροv»



ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ

Προς τον ιερομόναχο Ευθύμιο Τρικαμηνά (μέρος β΄ - τελευταίο)



Αγαπητέ π. Ευθύμιε Τρικαμηνά, χαίρετε εν Κυρίω!
Είδαμε την απάντησή σας στο τελευταίο κείμενό μας (http://krufo-sxoleio.blogspot.gr/2017/11/blog-post_6.html και http://entoytwnika1.blogspot.gr/2017/11/blog-post_6.html), την οποία δημοσίευσε το ιστολόγιο "Πατερική Παράδοση" στην εξής ηλεκτρονική διεύθυνση:  https://paterikiparadosi.blogspot.gr/2017/11/blog-post_838.html. Δεν μας προκάλεσε κανένα θαυμασμό η τακτική σας. Αποκαλύφθηκε όμως πλέον ξεκάθαρα η αντίληψή σας περί ημών των Παλαιοημερολογιτών. 
Πιο συγκεκριμένα:
α) Στην ερώτησή μας για το κύρος των Μυστηρίων των Γ.Ο.Χ., γράφετε τα εξής: "Ἡ Ἀποστολική Διαδοχή ὅμως σήμερα ἔχει διαστρεβλωθῆ ἀπό τούς Γ.Ο.Χ. καί δι’ αὐτό ὑπάρχουν οἱ πολλές Σύνοδοι, χωρίς καμμία νά ἔχη τήν ἀληθινή Ἀποστολική Διαδοχή". Τί σημαίνει αυτό; Ότι χωρίς Αποστολική Διαδοχή δεν υπάρχει Θεία Χάρις και Μυστήρια... Νέος Πάπας λοιπόν και σεις που αποφαίνεστε ex cathedra περί του κύρους των Μυστηρίων μας... (Παρόλα αυτά αν ένας Παλαιοημερολογίτης αφήσει τους Γ.Ο.Χ. και έλθει σε σας, τότε αυτομάτως θα έχει Μυστήρια και δεν θα χρήζει "αναμυρώσεως", όπως λέτε, ίσως γιατί βλέπετε τον χώρο των Παλαιοημερολογιτών ως χώρο αλιεύσεως των οπαδών σας!).
β) Προσπαθείτε να δημιουργήσετε έριδα μεταξύ των ιστολογίων μας και της Συνόδου στην οποία ανήκουμε, εγκαλώντας μας ότι διαφωνούμε με Aυτήν σε "βασικά δογματικά" ζητήματα! Μάταιος όμως ο κόπος σας! Διότι, όπως γνωρίζει και ένας μαθητής του Κατηχητικού, Δόγματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι, για παράδειγμα, η Πίστη και η Λατρεία της Αγίας Τριάδος, η θεότητα του Ιησού Χριστού, η ένσαρκος Οικονομία, η παρθενία της Θεοτόκου, η προσκύνηση των Αγίων Εικόνων κλπ. Το αν είναι "έγκυρα" ή "άκυρα" τα Μυστήρια των σχισματικών και αιρετικών κληρικών προ της καταδίκης τους, δεν είναι Δόγμα λοιπόν και επομένως δεν είναι υποχρεωμένοι οι Ορθόδοξοι να χωρίζονται μεταξύ τους για τον λόγο αυτόν (τα θέματα αυτά πάντοτε τα έλυνε η Εκκλησία δια του αρμοδίου Συνοδικού Οργάνου).
γ) Η συνεχής κατηγορία περί Προτεσταντισμού επιστρέφεται ακέραιη σε σας, αφού έχετε απορρίψει την Αρχιερωσύνη σε ολόκληρο τον κόσμο, αποφαινόμενος παράλληλα σαν να είστε Σύνοδος πως η ιερωσύνη των Οικουμενιστών (όπως και των Γ.Ο.Χ.,  - με την διαφορά πως στους οπαδούς σας δεν επιτρέπεται να λαμβάνουν τα Μυστήρια της Βαπτίσεως  και του Γάμου από τους τελευταίους, αλλά από τους Οικουμενιστές!!!) αποκαθίσταται δια της Αποτειχίσεως!
δ) Εξακολουθείτε να μεταθέτετε την ουσία της επιστολής του μακαριστού π. Σεραφείμ Ρόουζ ("π. Ρόουζ", όπως τον αποκαλείτε υποτιμητικά) από το ζήτημα του κύρους των Μυστηρίων, για το οποίο ο μακαριστός πατήρ μας μεταφέρει πληροφορίες, στο δευτερεύον ζήτημα του τότε πληθυσμού των Γ.Ο.Χ.!
ε) Όταν ζητήθηκε επανειλημμένως συνάντηση εκ του σύνεγγυς για να συζητήσουμε τα θέματα που μας απασχολούν, ισχυριστήκατε (και τα πνευματικά σας τέκνα), ότι δήθεν φοβόμαστε τον δημόσιο διάλογο (δια μέσω διαδικτύου)! Τόσο καιρό όμως τί κάνουμε; Δημόσια δεν συνομιλούμε; Σημειωτέον πως σεις ο ίδιος δεν χρησιμοποιείτε διαδίκτυο και επομένως λαμβάνετε μέσω τρίτων τις πληροφορίες (δεν γνωρίζουμε όμως με ποιο τρόπο, π.χ. πως διαβάζετε τα links-συνδέσμους που οδηγούν σε άλλες απαντήσεις μας κ.ο.κ.). Γι᾿ αυτό ζητήθηκε διάλογος εκ του σύνεγγυς, για να εξασφαλισθεί η αμεροληψία, να εξηγηθούν καλύτερα κάποιες θέσεις (δια της ευχέρειας που παρέχει ο προφορικός λόγος), αλλά και για να μην υπάρχουν υπεκφυγές και μετάθεση θέματος, όταν ερχόμαστε σε δύσκολη θέση... Και όπως βλέπουμε βέβαια δεν σας ενοχλούν τέτοιες ''ιδιωτικές συναντήσεις'' και ''διαλόγοι'' όπως επί παραδείγματι μετά του π. Σάββα και άλλων αποτειχισθέντων το 2016 ή μήπως συνομιλούσατε μαζί τους μόνο μέσω διαδικτύου; Οι περισσότεροι είδαν μόνο βίντεο με διάφορες ομιλίες κατά του Οικουμενισμού, αλλά για το τι ειπώθηκε ιδιαιτέρως, έμεινε ''μετέωρο'' προς τους έξω...
στ) Μας συκοφαντείτε ότι προσπαθούμε να εντάξουμε (πως θα μπορούσαμε να το κάνουμε, αφού είμαστε λαϊκοί!) τους Αποτειχισμένους στα "σχίσματα" (όπως ονομάζετε τις Συνόδους των Γ.Ο.Χ., πάλι αποφαινόμενος ως Υπερσύνοδος για το ποιοι είναι σχισματικοί), ενώ πουθενά δεν έχουμε πει κάτι τέτοιο (αντιθέτως είχε γραφτεί: "Ακολουθήστε μαζί μας το Π.Η. και μην ενταχθείτε σε καμία Σύνοδο των Γ.Ο.Χ.!" - από εδώ: http://entoytwnika1.blogspot.gr/2017/05/6_21.html). Την ίδια συκοφαντία χρησιμοποιήσατε προσφάτως, δια των λαϊκών οργάνων σας, και για τους Αγιορείτες Πατέρες, οι οποίοι έμαθαν καλά τί εστί "νεοημερολογιτικός γοχισμός"...
ζ) Όσο για το ποιος είναι οπαδός της "Επισκοποκεντρικής Εκκλησίας" παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από παλαιότερη επιστολή σας (από εδώ: http://krufo-sxoleio.blogspot.gr/2016/08/blog-post_8.html) για να βγάλει κάθε νοήμων τα συμπεράσματά του (όπως και το τί σημαίνει κυριολεκτικά "ήξεις αφήξεις"!): 

Κατόπιν όλων των παραπάνω σας αφήνουμε στην κρίση των Ορθοδόξων και στο έλεος του Θεού, στον Οποίο θα δώσετε λόγο όχι μόνο για τον διχασμό των Ορθοδόξων, αλλά και για την άδικη αντιμετώπιση όλων των "αδελφών" σας.

ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ "ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ" & "ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2017

ΗΤΑΝ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕ ΤΟΥΣ ΠΑΛ/ΤΕΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ; (3ο ΜΕΡΟΣ)


Στις 13/6/1935 οι τέσσερις Επίσκοποι (χειροτονηθέντες υπό του πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, Δημητριάδος Γερμανού και Ζακύνθου Χρυσοστόμου) εδικάσθησαν υπό του Συνοδικού δικαστηρίου. Το σημαντικόν είναι το σχόλιον-υποσημείωσις: 

                                                                            
Επίσης επιχειρήθηκε μία νέα διάταξη, η οποία έφερε τροποποίηση του Καταστατικού νόμου 5187 και η οποία ανέφερε τα εξής:


Για όσους δεν αντιλαμβάνονται ποιός ο σκοπός της εν λόγω, τότε, τροποποιήσεως-διατάξεως:



Eπίσης σε αυτήν την διάταξιν απεφασίσθη και το εξής:


Γιατί όμως; Διότι:



Aπλά, για νοήμονες ανθρώπους, πράγματα!


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ 



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ



Η Ψευδοσύνοδος της Κρήτης: Προς Νέα Εκκλησία (Μέρος στ΄)


(Απάντηση στο κείμενο του Επισκόπου Αβύδου κ. Κυρίλλου Κατερέλου «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Κρήτης: Νέα Εκκλησιολογία ἢ Πιστότητα στὴν Παράδοση;»)


Νικολάου Μάννη
εκπαιδευτικού


ΙΑ. Ξεκινώντας το επόμενο κεφάλαιο («Διαχριστιανικοὶ Διάλογοι») ο Σ. προβαίνει σε μια διάκριση που αφορά τον Οικουμενισμό. Συγκεκριμένα τον διαχωρίζει σε «οἰκουμενισμὸ τῆς ἐπιστροφῆς» και «οἰκουμενισμὸ τῆς ἐνσωμάτωσης». Ουσιαστικά πρόκειται για μια προσπάθεια διαχωρισμού του Οικουμενισμού σε «καλό» και «κακό», όπου σύμφωνα με τον πρώτο όλοι θα επιστρέψουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ σύμφωνα με τον δεύτερο όλοι θα ενσωματωθούν σε μια «Νέα Εκκλησία». Κατά τον Σ. στην «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» εκφράστηκε ο «καλός» «οἰκουμενισμὸς τῆς ἐνσωμάτωσης», και έχουν άδικο οι επικριτές της να την κατηγορούν για το αντίθετο. Ο Σ. για να καταφέρει να πείσει για την άποψή του, αναπτύσσει μια επιχειρηματολογία που αποσκοπεί να αποσυνδέσει τα κείμενα της Ψευδοσυνόδου από ολόκληρο το Οικουμενικό Κίνημα, αλλά και από τα προσωπικά φρονήματα των συμμετεχόντων σε αυτήν, βασιζόμενος στο ότι τα κείμενα αυτά δεν χαρακτηρίζονται από ευθύτητα και ειλικρίνεια, αλλά μάλλον από διγλωσσία και ορθοδοξοφάνεια! Πλανάται δε πλάνην οικτράν ο αξιότιμος Σ. όταν θεωρεί πως η «παράθεση κειμένων Ρωμαιοκαθολικῶν Θεολόγων …δημιουργεῖ πεπλανημένο αἴσθημα αὐτοδικαίωσης σὲ Παλαιοημερολογίτες», διότι δεν χρειάζονται κείμενα «Ρωμαιοκαθολικών» οι Ορθόδοξοι για να κατανοήσουν τις αιρετικές απόψεις που οι ίδιοι οι εξ Ορθοδόξων Οικουμενιστές ομολογούν με τα δικά τους κείμενα…
Ο Σ. προκαλεί τους επικριτές της Ψευδοσυνόδου: «Νὰ καταδείξουν ποῦ ἀναγνωρίζεται ἔστω καὶ μιὰ ἀτελὴς κοινωνία μεταξὺ Ὀρθοδόξου καὶ Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Νὰ καταδείξουν, ποῦ υἱοθετεῖται ἡ θεωρία τῶν ὁμόκεντρων κύκλων τῆς Β´ Βατικανῆς. Νὰ καταδείξουν, ἀπὸ πότε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς μέλη της! Ποῦ τὸ κείμενο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου ἀναγνωρίζει τὴ σωστικὴ ἱκανότητα τῶν Ἐκκλησιῶν τῶν ἑτεροδόξων, ὅπως τὸ πράττει ἡ Β´ Βατικανή». Αφού ειπωθεί πως ο συλλογισμός «η Σύνοδος της Κρήτης δεν αποφάσισε ακριβώς τα ίδια με την Β΄ Βατικανή» δεν είναι αποδεκτός, διότι μπορεί να μην είχαμε ακριβώς ίδιες αποφάσεις (και διά τον φόβο των Ορθοδόξων), αλλά και στην Κρήτη υπήρχε το ίδιο «πνεύμα» με το της Β΄ Βατικανής, αφού αμφότερες νομιμοποίησαν την συμμετοχή στην Οικουμενική Κίνηση, ας απαντήσει ο Σ. και οι ομόφρονές του στα αντίστροφα ερωτήματα σχετικά με τις αποφάσεις της «Αγίας και Μεγάλης» Ψευδοσυνόδου: Πού αναγνωρίζεται σε αυτές η διατήρηση της ακοινωνησίας[189] μεταξύ Ορθοδόξου και «Ρωμαιοκαθολικής» Εκκλησίας, εξ αιτίας της προ χιλιετίας πτώσεως της δευτέρας στο σχίσμα και τις αιρέσεις, όπως όλες οι τωόντι Αγίες και Μεγάλες Σύνοδοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας της τελευταίας χιλιετίας παρατηρούσαν, προσκαλώντας σε μετάνοια και επιστροφή; Πού απορρίπτεται η θεωρία των ομόκεντρων κύκλων της Β´ Βατικανής και οι ποικίλες οικουμενιστικές θεωρίες, έστω και του «κακού» «οικουμενισμού της ενσωματώσεως»; Γιατί πλέον η επίσημη Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί τους «Ρωμαιοκαθολικούς» αιρετικούς και σχισματικούς, όπως επί σχεδόν χίλια χρόνια τους θεωρούσε; Που το κείμενο της «Αγίας και Μεγάλης» Συνόδου αρνείται την ύπαρξη σωστικής Θείας Χάριτος και επομένως την δυνατότητα σωτηρίας των «Εκκλησιών» των ετεροδόξων, όπως το πράττουν όλες οι Άγιες και Μεγάλες Σύνοδοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας και όπως φρονούν οι Άγιοι Πατέρες των τελευταίων δέκα αιώνων;
ΙΒ. Παραβλέποντας προς το παρόν την κριτική που ο Σ. ασκεί σε μια παλιά θέση του π. Θεοδώρου Ζήση, για τον οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω, παρατηρούμε εν συνεχεία ότι ο Σ. παραπέμπει σε ένα κείμενο του ουνίτου «Γρατιανουπόλεως» Δημητρίου Σαλάχα[190], το οποίο επειδή δεν αντιμετωπίζει με υπέρμετρο ενθουσιασμό την επίμαχη απόφαση της Ψευδοσυνόδου για τις σχέσεις με τους ετεροδόξους, χρησιμοποιείται από τον Σ. ως τεκμήριο Ορθοδοξίας της Ψευδοσυνόδου! Όπως όμως θα δει όποιος διαβάσει το κείμενο του κ. Σαλάχα, σε αυτό δεν ασκείται κάποια κριτική εναντίον της συγκεκριμένης αποφάσεως (ούτε καν δυσαρέσκεια δεν διαφαίνεται όπως ισχυρίζεται ο Σ.), πέρα από δυο απλές παρατηρήσεις επ᾿ αυτής πως «διαφοροποιείται κάπως ως προς την εκκλησιολογική και μυστηριακή δομή του «λοιπού Χριστιανικού Κόσμου»»[191] και πως σε αυτήν «δεν αναγνωρίζεται η ουσιαστική έννοια και φύση της Καθολικής Εκκλησίας ως «Εκκλησία»»[192] προτρέποντας για το μέλλον την Ορθόδοξη Εκκλησία να διασαφήσει «με ποια εκκλησιολογική βάση διεξάγει τον Θεολογικό Διάλογο με την Καθολική Εκκλησία»[193] αφού και «η Καθολική Εκκλησία - από και μετά την Β΄ Βατικάνειο Σύνοδο - στις σχέσεις της προς τον λοιπόν Χριστιανικόν Κόσμον, και ειδικότερα με την Ορθόδοξη Εκκλησία,επανεξέτασε τον βαθμό κοινωνίας στα της πίστεως και λατρείας που υπάρχει ήδη με αυτήν, και κατέληξε στη ρητή αναγνώριση της εκκλησιολογικής και μυστηριακής δομής της Ορθόδοξης Εκκλησίας»[194]. Παράλληλα όμως διακρίνεται ένας ενθουσιασμός για το γεγονός πως η εν λόγω Απόφαση «εδραιώνει τον Οικουμενικό Διάλογο»[195], και πως «επισημαίνει ότι σκοπός του Οικουμενικού Διαλόγου είναι η ποθητή επίτευξη της ορατής ενότητας των χριστιανών»[196], παρατηρώντας επίσης πως «με το ίδιο σκεπτικό και προοπτική και η Καθολική Εκκλησία συμμετέχει στον Οικουμενικό Διάλογο αγάπης και αλήθειας δια της «μαρτυρίας» εντός και εκτός αυτής»[197]. Καταλήγει δε στα εξής: «Συνοψίζοντας, θεωρώ ότι η Απόφαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη για τις «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν Κόσμον» είναι ιστορική και σημαντικήΓια πρώτη φορά πράγματι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, στην πλειοψηφία τους, με συνοδική πανορθόδοξη απόφαση επικυρώνουν και εμπεδώνουν τη βούληση ενεργούς συμμετοχής τους, παρά τις αρνητικές φωνές που ακούονται, «εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν τῶν νεωτέρων χρόνων…»»[198]. Αν έτσι εκφράζεται η δυσαρέσκεια τότε μάλλον πρέπει να δώσουμε μία νέα ερμηνεία στην λέξη αυτήν!
ΙΓ. Ο Σ. συνεχίζει το κείμενο αναλύοντας την αναγκαιότητα του «Διαλόγου» με τους ετεροδόξους, τον οποίο θεωρεί ως μόνο ενδεδειγμένο, αποτελεσματικό και πρόσφορο τρόπο για να επιστρέψουν οι ετερόδοξοι στην Ορθοδοξία. Θεωρεί δε ότι οι επικριτές της Ψευδοσυνόδου είναι εχθροί του Διαλόγου, οι οποίοι τάχα γνωρίζουν μόνο μία μέθοδο προσεγγίσεως των εκτός Εκκλησίας: την πρόσκληση για επιστροφήˑ μέθοδο την οποία ο Σ. χαρακτηρίζει «τελείως ἀναποτελεσματικὴ καὶ ἀνίκανη στὴ πολὺ δύσκολη σύγχρονη συγκυρία νὰ παραγάγει θετικοὺς καρπούς». Δυστυχώς ο Σ. αδικεί τους επικριτές των Ψευδοδιαλόγων. Όχι μόνο γιατί εμείς οι Ορθόδοξοι, σε αντίθεση με τους Οικουμενιστές, είμαστε υπέρ του αληθινού Διαλόγου, αλλά και διότι μόνο οι δικές μας μέθοδοι είναι αποτελεσματικές. Αξίζει να γίνει μια καταγραφή των περιπτώσεων ετεροδόξων που προσήλθαν στην Ορθοδοξία μέσω των οικουμενιστικών Ψευδοδιαλόγων και εκείνων που προσήλθαν από τον αληθινό Διάλογο της Μαρτυρίας των Ορθοδόξων, ώστε να αποδειχθεί ότι είναι αληθέστατος ο ισχυρισμός αυτός. Προσωπικά γνωρίζω δεκάδες[199] περιπτώσεις ετεροδόξων που μεταστράφηκαν στην Ορθοδοξία με τον τρόπο μας, αλλά ούτε μία που να προήλθε ως αποτέλεσμα των οικουμενιστικών «Διαλόγων» (άλλωστε οι Οικουμενιστές αποθαρρύνουν τους ετεροδόξους να εντάσσονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού αναγνωρίζουν Θεία Χάρη και Μυστήρια και στην ετεροδοξία).
Ένα θετικό όμως είναι πως και ο ίδιος ο Σ. έχει επίγνωση της κρίσης της «Οικουμενικής Κινήσεως», παρά την επιμονή στον ίδιο τρόπο προσεγγίσεως διά των Ψευδοδιαλόγων. Αξίζει να δούμε το σχετικό απόσπασμα (σελ. 65-66) και να τοποθετηθούμε επ᾿ αυτού: «Ἐνῶ τὸ κείμενο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου μετ᾽ ἐμφράσεως ἐπισημαίνει, ὅτι θεωρεῖ χρέος τὸ διάλογο, ταυτόχρονα δὲν καταλαμβάνεται ἀπὸ ἐνθουσιαστικὰ συναισθήματα. Κάνει λόγο γιὰ βαθειὰ κρίση στὴν οἰκουμενικὴ κίνηση καὶ δὲν παραγνωρίζει τὶς δυσκολίες τοῦ ἐγχειρήματος αὐτοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ὀφείλουν νὰ ἐξετάσουν μετὰ πολλῆς προσοχῆς τὴν πανθομολογούμενη κόπωση στὴν Οἰκουμενικὴ Κίνηση, νὰ ἀνεύρουν τὰ αἴτιά της καὶ νὰ ἐπαναπροσδιορίσουν τὴν τακτική τους. Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης ἔχει ἀπόλυτη συνείδηση τῶν νέων προβλημάτων καὶ διαφορῶν ποὺ δημιουργεῖ ἡ παρατεινόμενη ἀποξένωση τῶν ἑτεροδόξων ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐάν, π.χ. λάβει κανεὶς ὑπ᾽ ὄψιν του τὸ γεγονὸς τῆς χειροτονίας γυναικῶν ἢ ὁμοφυλοφίλων στὴν Ἀγγλικανική, Λουθηρανικὴ καὶ Παλαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, τότε κατανοεῖται περισσότερο, γιατὶ ἡ προσδοκία τῆς ἕνωσης μὲ ἀνθρώπινα μέτρα καὶ κριτήρια ἐλαχιστοποιεῖται. Αὐτὸ κατ᾽ οὐδένα τρόπο σημαίνει, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ἀποστεῖ ἀπὸ τὸ χρέος τοῦ διαλόγου. Ὁ διάλογος ἀποτελεῖ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐξαιρετικὴ εὐθύνη. Ἡ οὐσιαστικὴ μαρτυρία τῆς Ὀρθοδοξίας στὸ ἐσωτερικὸ τῶν ἑτεροδόξων Ἐκκλησιῶν μόνο θετικὰ ἀποτελέσματα μπορεῖ νὰ ἔχει γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτὴ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὀφείλει ἀνθρωπίνως νὰ καταβάλει κάθε προσπάθεια, ὥστε νὰ προβληματίζει καὶ νὰ γίνεται πειστική. Στὸ ἐγχείρημα αὐτὸ ἄλλωστε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκζητᾶ καὶ ἀπεκδέχεται πρωτίστως τὴν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε αὐτὰ ποὺ εἶναι καὶ φαίνονται σήμερα ἀνέφικτα, νὰ καταστοῦν στὸ μέλλον ἐφικτά. Ὁ διάλογος, ἡ μαρτυρία τῆς ἀλήθειας, ἡ κοινοποίηση τοῦ καταπιστεύματος τῆς πνευματικῆς μας ἐμπειρίας ἀποτελοῦν εὐθύνη μας, τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ ἀποσείσουμε. Τὸ ἐρώτημα, βεβαίως, πάντα εἶναι, ἐὰν εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὸ χρέος αὐτό, ὥστε νὰ ἐπέλθει «ἡ τελικὴ ἀποκατάστασις τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καὶ τῇ ἀγάπη ἑνότητος»». Είναι πολύ σημαντική η παραπάνω κριτική και ας μας επιτρέψουν οι Οικουμενιστές που είναι ιδεολόγοι[200] να παραθέσουμε μερικές συμβουλές:
α) Πιστέψτε ότι η Ορθοδοξία είναι η Αλήθειαˑ η θεραπεία στην ασθένεια. Όσο υπάρχει έστω και ένας ίχνος αμφιβολίας μέσα σας για αυτό, δεν πρόκειται να μεταδώσετε ποτέ την Πίστη.
β) Αγαπήστε τους ετεροδόξους σαν παιδιά σας, όχι υποκριτικά. Η αληθινή Αγάπη είναι ελεγκτική μπρος στον κίνδυνο. Όπως αν τα παιδιά σας όδευαν ολοταχώς προς τον γκρεμό δεν θα ενεργούσατε μόνο με νουθεσίες, αλλά και με παρακλήσεις, με απειλές ή και με βία αν χρειαζόταν, χωρίς να σας νοιάξει αν σας παρεξηγήσουν ή αν τους… πληγώσετε συναισθηματικά, με παρόμοιο τρόπο πρέπει να εκφράζεται η Αγάπη και προς τους εκτός Εκκλησίας. Δεν εννοούμε φυσικά ύβρεις και σωματική βία, αλλά τουλάχιστον να τους επισημαίνετε πως βρίσκονται στην αίρεση και οδεύουν προς την απώλεια. Αν νιώσουν ότι τους αγαπάτε αληθινά θα το αποδεχθούν. Σταματήστε λοιπόν να τους λέτε πως το μονοπάτι είναι μεν «η βεβαία και ασφαλής οδός σωτηρίας», αλλά και στον γκρεμό υπάρχει δυνατότητα σωτηρίας επειδή ο Κύριος είναι παντοδύναμος!    
γ) Αλλάξτε τον τρόπο των Διαλόγων. Με την τεχνολογική πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην εποχή μας μπορεί εύκολα και πρακτικά να γίνουν συνεχείς και αυθεντικότεροι Διάλογοι, δημόσιοι ή κλειστοί, μέσω του Διαδικτύου, χωρίς να χρειάζεται να παραβαίνονται κάθε φορά οι Ιεροί Κανόνες με συμπροσευχές και άλλα οικουμενιστικά δρώμενα που κατασκανδαλίζουν τους Ορθοδόξους,
δ) Σεβαστείτε το αυτεξούσιο. Όταν βλέπετε ότι κάποιοι ετεροδόξοι όχι απλά επιμένουν στις πλάνες τους, αλλά υιοθετούν και νέες (όπως π.χ. η χειροτονία γυναικών ή ομοφυλοφίλων), σταματήστε τον Διάλογο. Σεβαστείτε το δικαίωμά τους να επιλέξουν το ψέμα αντί για την αλήθεια, το σκοτάδι της κακοδοξίας, αντί για το φως της Ορθοδοξίας. Ένωση που επιδιώκεται να γίνει με κάθε κόστος είναι διαβολική. Ο Χριστός μας μας δίνει επιλογή να τον ακολουθήσουμε, δεν μας αναγκάζει[201].
ΙΔ. Προχωρώντας ο Σ. αναφέρεται στην κατά της Ψευδοσυνόδου κριτική του Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου και προβαίνει σε συγκεκριμένες παρατηρήσεις. Με αφορμή τις παρατηρήσεις αυτές - και χωρίς να υπάρχει διάθεση να παραστήσω τον δικηγόρο του κ. Ιεροθέου[202] - πρέπει να κατατεθούν και από την πλευρά μου κάποιες παρατηρήσεις:
i. Διαστρέφει (ίσως όχι εσκεμμένα) την αλήθεια ο σεβαστός Σ. όταν την αποδοχή της αποκλειστικότητας της σωτηρίας διά της Εκκλησίας την ερμηνεύει ως πίστη κάποιου «ὅτι θὰ εἶναι μόνος του στὸν Παράδεισο μαζὶ μὲ κάποιους Ὀρθοδόξους»! Εμείς οι Ορθόδοξοι έχουμε ακράδαντη πίστη όχι μόνο στο ότι διά της Εκκλησίας αποκλειστικά επιτυγχάνεται η σωτηρία, αλλά και για το ότι δεν θα είμαστε μόνοι μας στον Παράδεισο, διότι πιστεύουμε στην επιτυχία του σωτηριώδους έργου του Κυρίου, ο οποίος επισυνάπτει, με διάφορους τρόπους και σε ανύποπτο χρόνο όλους όσους θέλουν να σωθούν, στην Κιβωτό, ήτοι την Εκκλησία[203]. Όπως δε η ζωή των ανθρώπων στην γη, μετά την Πτώση, προήλθε από τον Αδάμ διά της Εύας έτσι και η αιώνια ζωή προέρχεται μόνο από τον - νέο Αδάμ - Χριστό διά της - νέας Εύας - Εκκλησίας, σύμφωνα με την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων:
α) Ο Άγιος Μεθόδιος Πατάρων[204]: «Ὅθεν ὁ Ἀπόστολος εὐθυβόλως εἰς Χριστὸν ἀνηκόντισε τὰ κατὰ τὸν Ἀδάμ. Οὓτως γὰρ ἂν μάλιστα ἐκ τῶν ὀστῶν αὐτοῦ καὶ τῆς σαρκὸς τὴν Ἐκκλησίαν συμφωνήσει γεγονέναιˑ ἧς δὴ χάριν, καταλείψας τὸν Πατέρα τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, κατῆλθεν ὁ Λόγος προσκολληθησόμμενος τῇ γυναικὶˑ καὶ ὕπνωσε τὴν ἔκστασιν τοῦ πάθους, ἑκουσίως ὑπὲρ αὐτῆς ἀποθανώνˑ «Ὅπως αὐτὸς ἑαυτῷ παραστήσῃ τὴν Ἐκκλησίαν ἔνδοξον καὶ ἂμωμον, καθαρίσας τῷ λουτρῷ», πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ νοητοῦ καὶ μακαρίου σπέρματος, ὃ σπείρει μὲν αὐτὸς ὑπηχῶν καὶ καταφυτεύων ἐν τῷ βάθει τοῦ νοόςˑ ὑποδέχεται δὲ καὶ μορφοῖ δίκην γυναικὸς ἡ Ἐκκλησία εἰς τὸ γεννᾶν τὴν ἀρετὴν καὶ ἐκτρέφειν. Ταύτῃ γὰρ καὶ τό, «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε», πληροῦται προσηκόντως, εἰς μέγεθος καὶ κάλλος καὶ πλῆθος καθ᾿ ἡμέραν αὐξανομένης αὐτῆς διὰ τὴν σύνερξιν καὶ κοινωνίαν τοῦ Λόγου συγκαταβαίνοντος ἡμῖν ἒτι καὶ νῦν, καὶ ἐξισταμένου κατὰ τὴν ἀνάμνησιν τοῦ πάθους. Οὐ γὰρ ἂν ἄλλως ἡ Ἐκκλησία συλλαβεῖν τοὺς πιστεύοντας καὶ ἀναγεννῆσαι διὰ τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας δύναιτο, ἐὰν μὴ καὶ διὰ τούτους ὁ Χριστὸς κενώσας ἑαυτόν, ἳνα χωρηθῇ κατὰ τὴν ἀνακεφαλαίωσιν, ὡς ἒφην, τοῦ πάθους, πάλιν ἀποθάνῃ καταβὰς ἐξ οὐρανῶν καὶ προσκολληθεὶς τῇ ἑαυτοῦ γυναικί τῇ Ἐκκλησίᾳ, παράσχοι τῆς πλευρᾶς ἀφαιρεῖσθαι τῆς ἑαυτοῦ δύναμίν τινα, ὂπως αὐξηθῶσιν οἱ ἐν αὐτῷ οἰκοδομηθέντες ἄπαντες, οἱ γεγεννημένοι διὰ τοῦ λουτροῦ, ἐκ τῶν ὀστῶν καὶ ἐκ τῆς σαρκός, τουτέστιν ἐκ τῆς ἁγιωσύνης αὐτοῦ καὶ ἐκ τῆς δόξης προσειληφότες. Ὀστᾶ γὰρ καὶ σάρκα σοφίας ὁ λέγων εἶναι σύνεσιν καὶ ἀρετὴν ὀρθότατα λέγειˑ πλευρὰν δὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας τὸ Παράκλητον, ἀφ᾿ οὗ λαμβάνοντες εἰς ἀφθαρσίαν ἀναγεννῶνται προσηκόντως οἱ πεφωτισμένοι. Ἀδύνατον δὲ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου μετασχεῖν τινα καὶ μέλος καταλεχθῆναι Χριστοῦ, ἐὰν μὴ πρότερον καὶ ἐπὶ τούτου συγκατελθὼν ὁ Λόγος, ἐκστῇ κοιμηθείς, ἳνα τὴν ἀνανέωσιν καὶ τὸν ἀνακαινισμὸν, συνεξαναστὰς τοῦ ὕπνου τῷ ὑπὲρ αὐτοῦ κεκοιμημένῳ, καὶ αὐτὸς μεταλαβεῖν δυνηθῇ Πνεύματος, ἀναπλησθείς»[205].
β) Ο Άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων: «Ο Χριστός είναι ο νεώτατος Αδάμ, από την πλευρά Του Οποίου έλαβε ζωή η Εκκλησία… Αυτή είναι η Εύα, η μητέρα όλων των ζωντανών»[206].
γ) Ο Άγιος Ιερώνυμος: «Και όπως από τον Αδάμ και τη γυναίκα του γεννιέται όλο το γένος των ανθρώπων, έτσι και από τον Χριστό και την Εκκλησία γεννιέται όλο το πλήθος των πιστών»[207].
δ) Ο Ιερός Χρυσόστομος: «Καθάπερ γὰρ ἡ Εὔα, φησίν, ἀπὸ τῆς πλευρᾶς τοῦ Ἀδὰμ γέγονεν, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐκ τῆς πλευρᾶς τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο γάρ ἐστιν, «Ἐκ τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, καὶ ἐκ τῶν ὀστέων αὐτοῦ». Ἀλλ᾿ ὅτι μὲν ἡ Εὔα ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ τοῦ Ἀδὰμ γέγονεν, ἅπαντες ἴσμεν, καὶ σαφῶς ἡ Γραφὴ τοῦτο εἴρηκεν, ὅτι ἐπέβαλεν ἔκστασιν ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ ἔλαβε μίαν τῶν πλευρῶν αὐτοῦ, καὶ ᾠκοδόμησε τὴν γυναῖκα· ὅτι δὲ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τῆς πλευρᾶς τοῦ Χριστοῦ συνέστη, πόθεν ἔχοι τις ἂν ἀποδεῖξαι; Καὶ τοῦτο ἡ Γραφὴ δείκνυσιν. Ἐπειδὴ γὰρ ὁ Χριστὸς εἰς τὸν σταυρὸν ἀνηνέχθη, καὶ προσηλώθη, καὶ ἀπέθανε, Προσελθὼν εἷς τῶν στρατιωτῶν ἔνυξεν αὐτοῦ τὴν πλευρὰν, καὶ ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ· καὶ ἐξ ἐκείνου τοῦ αἵματος καὶ τοῦ ὕδατος ἡ Ἐκκλησία ἅπασα συνέστηκε. Καὶ μαρτυρεῖ αὐτὸς λέγων, ὅτι «Ἐὰν μή τις ἀναγεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»»[208].
ε) Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Διὰ γὰρ τοῦ Σταυροῦ ἡ Ἐκκλησία ἐνυμφεύθη τῷ Σταυρωθέντι Χριστῷ, καὶ διὰ τοῦ ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ ρεύσαντος αἵματος καὶ ὕδατος, ἡ πρῴην στεῖρα ἐγέννησε τέκνα πολλά, καὶ μήτηρ πολύτεκνος ὁμοῦ έγένετο, καὶ καλλίτεκνος, γεννῶσα μὲν διὰ τοῦ ὕδατος τοῦ Βαπτίσματος, τρέφουσα δὲ τὰ γεννηθέντα διὰ τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου»[209].
Η πατερική διδασκαλία λοιπόν συνοψίζεται στο του Αγίου Κυπριανού Καρχηδόνος: «Δεν μπορεί κάποιος να έχει τον Θεό για πατέρα, αν δεν έχει την Εκκλησία για μητέρα»[210]. Και για να μη προλάβει ο αγαπητός Σ. να σπεύσει να δηλώσει ότι αυτό αποτελεί προσωπική γνώμη του Αγίου Κυπριανού, ας το διαβάσουμε και στον Ιερό Αυγουστίνο (σε έργο του για τους κατηχούμενους): «Λοιπόν, θα αρχίσετε να Toν έχετε ως πατέρα [τον Θεό], όταν γεννηθείτε από τη μητέρα που είναι η Εκκλησία»[211].
Αυτή είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας και η θέση του Σ. δεν έχει αγιοπατερικό έρεισμα, γι᾿ αυτό απέναντι στους Πατέρες αδυνατεί να αντιπαραθέσει Αγίους Πατέρες (πλην μόνο του αμφιλεγόμενου Φιλαρέτου Μόσχας) και βάζει νεότερους θεολόγους, όπως τον Μπουλγκάκοφ, τον Ευδοκίμοφ, τον Σμέμαν, τον Μέγιεντορφ κ.α. Να μας επιτρέψει όμως εμάς τους Ορθοδόξους να θέτουμε την πατερική θεολογία, πάνω από την ακαδημαϊκή. Παραλογισμό επίσης αποτελεί το να αποδεχόμαστε ότι «ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ βεβαία καὶ ἀσφαλὴς ὁδὸς Σωτηρίας», αλλά παράλληλα να διαβεβαιώνουμε ότι υπάρχουν και άλλοι οδοί σωτηρίας «αβέβαιοι και μη ασφαλείς», με τέτοιο τρόπο ώστε να παρουσιάζονται και αυτοί ως «βέβαιοι και ασφαλείς», θέλοντας μάλιστα να επιστρατεύσουμε ως συμμαχικό επιχείρημα για αυτό και την Παντοδυναμία του Θεού!
ii. Αναρωτιέται ο Σ. (σελ. 68) πως και αξιώθηκαν της θέας του ακτίστου φωτός, οι προ Χριστού Δίκαιοι, όπως ο Μωϋσής, ο Αβραάμ, ο Ηλίας κ.α. Γιατί δεν αναρωτιέται όμως για ποιον λόγο όλοι οι παραπάνω, παρά την θεοπτία που αξιώθηκαν, δεν σώζονταν μέχρι να έλθει ο Χριστός; Είναι δε εντελώς παραπλανητική η χρήση των χωρίων των Αγίων Μαξίμου και Ιωάννου του Δαμασκηνού, ως αναιρετικών δήθεν της θέσεως του Αγίου Κυπριανού και των άλλων Πατέρων. Ουδείς Ορθόδοξος δεν αμφισβητεί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος παντού στην κτίση. Η σωτηρία όμως δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, αλλά απαιτείται και η συγκατάθεση του ανθρώπου, λόγω του αυτεξουσίου. Άνευ συνεργίας Θείας Χάριτος και ανθρωπίνης βουλήσεως δεν υπάρχει σωτηρία. Και πως φανερώνεται η βούληση του ανθρώπου αν όχι με την εθελούσια είσοδο του στην Εκκλησία; Δεν μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για δυνατότητα σωτηρίας χωρίς την έμπρακτη εφαρμογή της βουλήσεως αυτής, βασιζόμενοι μόνο και μόνο στο γεγονός της υπάρξεως Θείας Χάριτος εκτός Εκκλησίας. Πως η τελευταία θα καταστεί σώζουσα αφού την εμποδίζει η άρνηση του ανθρώπου να ενταχθεί στην Εκκλησία; Μήπως κατά τον Κατακλυσμό έπαυσε να υπάρχει παντού στην κτίση η Θεία Χάρις; Ουδαμώς, αλλά αυτό δεν έσωσε όσους δεν μπήκαν στην Κιβωτό…
iii. Κλείνοντας τις παρατηρήσεις οφείλω με λύπη μου να καταγγείλω μια διαστρέβλωση της διδασκαλίας του Αποστόλου Παύλου, στην οποία προβαίνει ο Σ. (ελπίζω και εύχομαι όχι από κακή πρόθεση) στο τέλος του εξεταζομένου κεφαλαίου. Όταν ο Απόστολος Παύλος μιλά για «ανεξιχνίαστες οδούς», δεν εννοεί ως οδούς σωτηρίες τις άλλες θρησκείες και αιρέσεις! Σύμφωνα με την ομόφωνη πατερική γνώμη των ερμηνευτών του Αποστόλου, ο τελευταίος μιλώντας για οδούς εννοεί τους μυριάδες και ανεξιχνίαστους τρόπους με τους οποίους ο Θεός οδηγεί στην σωτηρία τον άνθρωπο. Παρομοίως, ούτε όταν μιλά (για να συνετίσει τους Ιουδαίους) για τους εθνικούς εκείνους που δεν έχουν μεν Νόμο, αλλά ποιούν τα έργα του Νόμου, υπονοεί την πιθανότητα σωτηρία τους γι᾿ αυτόν τον λόγο (όσο βεβαίως παραμένουν εκτός Εκκλησίας), αφού ξεκάθαρα αλλού μας διδάσκει πως «οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ»[212].
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΕΛΟΥΣ



[189] Όταν μάλιστα όχι μόνο οι Οικουμενιστές του Φαναρίου έχουν προβεί σε «Άρση των Αναθεμάτων» (1965), αλλά υπάρχει εδώ και δεκαετίες ανεπίσημη κοινωνία με τους Δυτικούς, η οποία ενθαρρύνεται από Οικουμενιστές επισκόπους.
[190] Η πρόσφατη Πανορθόδοξη Σύνοδος και οι διαχριστιανικές σχέσεις (σελ. 6 - 11): http://www.jesuits.gr/assets/%CE%A4%CE%B5%CF%8D%CF%87%CE%BF%CF%82%201101.pdf
[191] Αυτόθι, σελ. 8.
[192] Αυτ.
[193] Αυτ. σελ. 11.
[194] Αυτ.
[195] Αυτ. σελ. 10.
[196] Αυτ. σελ. 11.
[197] Αυτ.
[198] Αυτ.
[199] Αν μου ζητηθεί θα τις παραθέσω μία προς μία.
[200] Ανάμεσα στους λεγόμενους Οικουμενιστές παρατηρεί κανείς δύο ειδών ανθρώπους: τους λίγους (αφελείς δυστυχώς) ιδεολόγους που από πεποίθηση ακολουθούν τον Οικουμενισμό νομίζοντας ότι διά αυτού δίνεται η Ορθόδοξη Μαρτυρία στους εκτός Εκκλησίας και υπηρετείται η Αλήθεια, και στους πολλούς αδιάφορους και χλιαρούς, συγκρητιστές ή μασόνους αρχομανείς καταληψίες των επισκοπικών θρόνων και των πανεπιστημιακών εδρών.  Πιστεύω ότι ο Σ. συγκαταλέγεται στους πρώτους, ειδάλλως δεν θα έκανα τον κόπο να προβώ στην παρούσα απάντηση.
[201] Μαρκ. η΄, 34.
[202] Με τον οποίο άλλωστε δεν έχω εκκλησιαστική κοινωνία, λόγω της κοινωνίας του, δυστυχώς, με τους Οικουμενιστές.
[203] Επειδή υπάρχει διαστρεβλωμένη άποψη για το τι είναι Εκκλησία, πολλοί θεωρούν ότι μέλος της Εκκλησίας είναι αυτός που ανήκει σε κάποια αναγνωρισμένη Ορθόδοξη Εκκλησία και έχει λάβει ληξιαρχική πράξη Βαπτίσεως. Δεν κατανοούν πως όχι μόνο πολλοί από αυτούς υπάρχει η περίπτωση να μην ανήκουν πραγματικά στην Εκκλησία, αν δεν έχουν την ορθή και σωτήρια ομολογία (κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, P.G. 90, 132), αλλά και πως ο Χριστός μπορεί να εντάξει στην Εκκλησία Του, παραδείγματος χάριν, πρώην αλλοδόξους που βαπτίσθηκαν την τελευταία στιγμή από κάποιον ιεραπόστολο, πρώην αλλοθρήσκους που όταν Τον ομολόγησαν μαρτύρησαν στο όνομά Του (εισήχθησαν στην Εκκλησία δηλαδή διά του Βαπτίσματος του Αίματος) κ.α..
[204] Κατ᾿ ακρίβειαν Ολύμπου της Λυκίας.
[205] P.G. 18, 73.
[206] «Adam novissimus Christus est, costa Christi vita Ecclesiae... Haec est Eva mater omnium viventium» (μετάφραση ημέτερη, P.L. 15, 1584-1585).
[207] «Et quomodo de Adam et uxore ejus omne hominum nascitur genus, sic de Christo et Ecclesia omnis credentium multitudo generata est» (μετάφραση ημέτερη, P.L. 26, 535).
[208] P.G. 51, 229.
[209] Εορτοδρόμιον, Βενετία, 1836, σελ. 13.
[210] «Habere jam non potest Deum patrem, qui Ecclesiam non habet matrem» (μετάφραση ημέτερη, P.L. 4, 503).
[211] «Sed incipitis eum habere patrem, quando nati fueritis per Ecclesiam matrem» (μετάφραση ημέτερη, P.L. 40, 627).