Σάββατο 27 Μαΐου 2017

Απάντηση στον κ. Ι. Ρίζο περί του Ημερολογιακού (B΄)





"Ὅτι οὐ δεῖ ψεύδεσθαι 
ἀλλ' ἀληθεύειν ἐν παντί
(Μέγας Βασίλειος, P. G. 31, 744)


Αγαπητέ μου κ. Ρίζο, χαίρετε εν Κυρίω!
Συνεχίζω, με την Β΄ αυτήν απάντησή μου, τις παρατηρήσεις μου πάνω στην εργασία σας και συγκεκριμένα στο Β΄ μέρος αυτής, το οποίο δημοσίευσε η "Π.Π." εδώ.
Πριν από αυτό όμως θα ήθελα να προσθέσω κάτι σημαντικό, το οποίο παρέλειψα να αναφέρω στην Α΄ απάντησή μου. Σας είπα πως η απόφαση του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου του 1923 περί "διορθωμένου Ιουλιανού" ημερολογίου δεν εφαρμόστηκε και ως εκ τούτου δεν ανέλυσα παραπάνω τα αφορώντα το Συνέδριο αυτό. Ένας αδελφός όμως, που παρακολουθεί με ενδιαφέρον και φιλαλήθεια τον διάλογό μας, με ρώτησε πως και δεν τοποθετήθηκα για την θέση σας πως το "Πανορθόδοξο" Συνέδριο συγκλήθηκε "με βασικό σκοπό τη διόρθωση της ισημερίας και την εξ αυτού του λόγου διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου, και όχι την επίτευξη του κοινού εορτασμού ανάμεσα στις Εκκλησίες". Από την ανάγνωση των Πρακτικών του "Πανορθοδόξου" Συνεδρίου (αναρτήθηκαν εδώ), θα διαπιστώσετε πως η θέση σας αυτή, αγαπητέ, είναι εσφαλμένη. Στο Συνέδριο αυτό των ανόμων παραβρέθηκε και ο Αγγλικανός "επίσκοπος" Gore με τον οποίο αντάλλαξε πολύ αποκαλυπτικές προσφωνήσεις ο Μεταξάκης. Άνευ δικών μου σχολίων (παρά μόνο υπογραμμίζοντας κάποια σημεία) σας παραθέτω τα όσα διαδραματίστηκαν (σελ. 84 κ. εξ.):



Έρχομαι τώρα στις παρατηρήσεις για το Β΄ μέρος της εργασίας σας:

α. Σας ενόχλησαν κάποιες φράσεις του Αγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, δια των οποίων τονίζεται η σπουδαιότητα της τηρήσεως του Ιουλιανού ημερολογίου και τις οποίες θεωρήσατε υπερβολικές και ότι δια αυτών θεωρεί "άγιο" το Ιουλιανό ημερολόγιο. Καταρχήν, αν είχατε διαβάσει όλα τα έργα του Αγίου πρ. Φλωρίνης θα κατανοούσατε ακριβώς το πνεύμα του και δεν θα προέκυπτε αυτή η εσφαλμένη αντίληψη. Ας εξετάσουμε όμως αναλυτικώς, αγαπητέ μου, μερικές από τις επίμαχες φράσεις που σας ξένισαν. 
Γράφετε: "ο πρώην επίσκοπος Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης, αποδίδει στο  Ιουλιανό ημερολόγιο «τον φωτοστέφανον», και το ονομάζει «προπύργιον ακαθαίρετον της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας», που «υπερασπίζει [το ημερολόγιο] την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία». Κατ΄ αυτόν, το ημερολόγιο είναι τόσο σημαντικό που σχετίζεται ακόμα και με την χριστιανική ηθική". Καταρχάς, για να είμαστε ακριβείς, η πρόταση "ο πρώην επίσκοπος Φλωρίνης Χρυσόστομος" δεν είναι ορθή, διότι κάποιος ο οποίος χειροτονείται επίσκοπος παραμένει πάντοτε επίσκοπος, διότι η Ιερωσύνη είναι ανεξάλειπτη. Επομένως η ορθή πρόταση θα ήταν "ο επίσκοπος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος", μιας και αυτός ήταν ο τίτλος του.
Πιστεύετε ότι ο Άγιος πρ. Φλωρίνης αποδίδει στο Ιουλιανό ημερολόγιο "«τον φωτοστέφανον», και το ονομάζει «προπύργιον ακαθαίρετον της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας»". Για να δούμε όμως τί ακριβώς γράφει εκεί που παραπέμπετε: "Ἀλλὰ τὸν φωτοστέφανον ὅντως τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, ὡς ὀρθοδόξου θεσμοῦ, καὶ ὡς ἀκαθαιρέτου προπυργίου τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ λατρείας, ἐπέθηκεν ἡ ἀπαντητικὴ Ἐγκύκλιος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου". Βλέπετε τί γράφει; Τον φωτοστέφανο του Ιουλιανού ημερολογίου ως ακαθαιρέτου προπυργίου της ορθοδόξου πίστεως και λατρείας, επέθηκε η Εγκύκλιος του Πατριαρχείου, όχι αυτός! Μιλάει για την Εγκύκλιο του 1904, η οποία αξιολογώντας τις απαντήσεις των Τοπικών Εκκλησιών στην Εγκύκλιο του 1902 περί πιθανότητας αλλαγής του ημερολογίου, απορρίπτει εντελώς αυτήν. Για να δούμε όμως, έχει δίκαιο στις κρίσεις του ο Άγιος πρ. Φλωρίνης να θεωρεί πως η Εγκύκλιος του 1904 "στεφανώνει" το Ιουλιανό ημερολόγιο; Διαβάζουμε τα αποσπάσματα της Εγκυκλίου, που ο ίδιος παραθέτει (μπορείτε να τα δείτε και εδώ, σελ. 75-76, 79): "Τοῦτο γνώρισμα οὐσιωδέστατον τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦτο τὸ θεμέλιον τοῦ ὅλου αὐτῆς Κανονικοῦ καὶ διοικητικοῦ οἰκοδομήματος, τὸ μὴ «κινεῖν ὅρια αἰώνια ἃ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἔθεντο». Τοῦτο μόνον δυνήσεται ἀποκροῦσαι τὰς νεωτερικὰς τάσεις καὶ ἐνεργείας τὰς προϊούσας. Πῶς γὰρ οὐ δίκαιον τὰ ἀπ’ αἰῶνας τοσούτους κατὰ τάξιν γινόμενα καὶ εὐσχημόνως ἔχοντα, ταῦτα καὶ τοῦ λοιποῦ κρατεῖν καὶ αἰδέσιμα εἶναι; Πῶς δὲ οὐκ ἀκίνδυνον διασείεσθαι καὶ διασαλεύεσαθι τὸ ὑπὸ Συνόδων Οἰκουμενικῶν καὶ ὅρων Πατέρων ἀποπηγάζον σεμνὸν καὶ ἱερώτατον σύστημα τῶν Ἁγιωτάτων Πατριαρχικῶν Ἐκκλησιῶν, ὧν τὰ θεμέλια Ἀποστολικά, καὶ ὁ δέκα καὶ ἐννέα αἰώνων βίος πόνοις ἀτρύτοις καὶ μόχθοις καὶ ἀγῶσιν ἀνεκδιηγήτοις καὶ αἵμασι μαρτυρικοῖς ἐσφυρηλάτηται, καὶ αἱ πρὸς τὴν καθόλου Ἐκκλησία θεολογικαὶ ὑπηρεσίαι πανθομολογούμεναι καὶ πολύτιμοι; Τῶν εἰρημένων πατρικῶν διατάξεων καὶ ὁρίων ἡ ὀλιγωρία ἐγέννησεν, ὡς μήποτ' ὤφειλε, καὶ τὰ ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπάρχονται πρὸς τοῖς παλαιοῖς νεώτερα λυπηρὰ ὄντως καὶ ἄξια θρήνων ρήγματα. Ὡς δὲ ἐκ τῆς ἐκείνων ὀλιγωρίας ἐγεννήθησαν, οὕτω καὶ ἐκ τῆς ἐκείνων τηρήσεως ἐκποδὼν γενήσονται τοῦ Θεοῦ συναιρουμένου καὶ τῶν ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν τὰ κρείττονα καὶ ἐχόμενα σωτηρίας ὑποτιθεμένων τοῖς ἀκούειν βουλομένοις, καίτοι δυσχερῶς τῶ λόγω τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ δικαίου πείθονται οἱ κατὰ κόσμον ἀγαθὰ καὶ τὰς οἰκείας δόξας ὑπὲρ τὸ κῦρος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς καὶ Κανονικῆς τάξεως καὶ διδασκαλίας τιθέμενοι. Περὶ δὲ τοῦ καθ’ ἡμᾶς ἡμερολογίου τοιαύτην ἔχομεν γνώμην. Αἰδέσιμον εἶναι καὶ ἔμπεδον τὸ ἀπ’ αἰῶνος μὲν ἤδη καθωρισμένον κεκυρωμένον δὲ τῆ διηνεκεῖ τῆς Ἐκκλησίας πράξει Πασχάλιον, καθ' ὅ τὴν λαμπροφόρον τοῦ Κυρίου Ἀνάστασιν ἑορτάζειν δεδιδάγμεθα τῇ πρώτῃ Κυριακῇ τῇ μετὰ τὴν πανσέληνον τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας· ἢ συμπιπτούσῃ ἢ μεθεπομένῃ ὡς οὐκ ἐξὸν περὶ τοῦτο καινοτομῆσαι· τὸ δέ, παραφυλάσσοντας τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον καὶ τὸ ἑορτολόγιον ἡμῶν ἀμετακίνητον, ὑπερπηδῆσαι μόνον 13 ἡμέρας, ὥστε συμπίπτειν τὰς μηνολογίας ἡμῶν τε καὶ τῶν τῶ ἑτέρω ἡμερολογίω κατακολουθούντων, ἀνόητον καὶ ἄσκοπον εἶναι· τῆς μὲν παραλείψεως τοσούτων ἡμερῶν ὑπ' οὐδενὸς ἐπιβαλλομένης λόγου, οὔτε ἐκκλησιαστικοῦ, οὔτε ἐπιστημονικοῦ, τῆς δ' ἐντεῦθεν συμπτώσεως τῶν μηνολογιῶν ἐσομένης προσκαίρου μέχρι δηλονοῦν τοῦ 2100οῦ ἔτους ὅτε καὶ αὖθις ἄρξεται ἡ διαφορὰ μιᾶς ἡμέρας. Ἀλλὰ καὶ τὸ μεταρρυθμῖσαι τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον, ὡς δῆθεν ἐπιστημονικῶς ἀνακριβές, καὶ τὸ μέσον πολιτικὸν ἔτος καταστῆσαι οὕτω συμφωνότερον τῷ τροπικῷ πρόωρον τὀ γε νῦν καὶ ὅλως περιττὸν ἡγούμεθα· ἡμεῖς τε γὰρ οὐδαμῶς ἀπὸ ἐκκλησιαστικῆς ἀπόψεως ὑποχρεούμεθα μεταλλάττειν ἡμερολόγιον καὶ ἡ ἐπιστήμη, ὥς γε παρ' εἰδικῶν ἀνδρῶν βεβαιοῦται, οὕπω ὁριστικῶς ἀπεφήνατο περὶ τῆς ἀκρίβειας μεθ' ἧς τὸ τροπικὸν ἔτος λογίζεται".
Τί λέτε λοιπόν, έπεσε έξω στις κρίσεις του ο Άγιος πρ. Φλωρίνης;
Σας ενόχλησε επίσης, αγαπητέ κ. Ρίζο, το ότι ο μακαριστός Ιεράρχης θεωρούσε πως το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία». Αυτό όμως είναι αποδεδειγμένο ιστορικά. Ας δούμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
1. Στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ο φανατικός παπικός βασιλιάς Στέφανος Μπάθορυ, αμέσως μετά την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1582, επέβαλε υποχρεωτικά σε όλους τους υπηκόους του, ασχέτως δόγματος, το Γρηγοριανό ημερολόγιο. "Το έτος εκείνο, ανήμερα των Χριστουγέννων με το παλαιό ημερολόγιο, ο παπικός αρχιεπίσκοπος της Λεοντοπόλεως Ιωάννης Σολικόφσκυ, ζήτησε από τις Αρχές της πόλης να κλειστούν και σφραγιστούν οι ορθόδοξοι ναοί" (Διπλούς πέλεκυς..., σελ. 24). Ο π. Ανδρέας Μπορκόφσκυ γράφει στην διατριβή του "Αγώνας των Ορθοδόξων Πατριαρχείων κατά τη ουνίας στην Πολωνία κατά την τελευταία εικοσαετία του ΙΣΤ' αιώνα (1583-1601)" τα εξής: "Όπως έδειξαν οι άμεσες αντιδράσεις, οι Ορθόδοξοι όχι μόνο δεν δέχτηκαν το νέο ημερολόγιο, αλλά το θεώρησαν ως ένα από τα προσηλυτιστικά και ενωτικά σχέδια του Βατικανού" (σελ. 28). 
2. Την ίδια περίοδο στην Αγκώνα της Ιταλίας "ο εκεί Λατίνος επίσκοπος πίεζε ασφυκτικά τους Έλληνες να δεχθούν το νέο ημερολόγιο (καθώς και τα άζυμα και τον παπικό τρόπο «βαπτίσματος» και χρίσματος) και μάλιστα μπρος στην άρνησή τους σφράγισε την εκκλησία τους. Ο Πατριάρχης Ιερεμίας ο Τρανός έστειλε αμέσως επιστολή διαμαρτυρίας στον Πάπα" (Ελληνική Ασπίς..., σελ. 16-17).
Το ότι το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία», αποδείχθηκε και μετά την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924. Ο γνωστός οικουμενιστής Θυατείρων Γερμανός Στρινόπουλος σε εμπιστευτική του Έκθεση προς τον επίσης οικουμενιστή Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειο το 1928, αναφέρει περί της εισαγωγής του νέου ημερολογίου στο Πατριαρχείο της Αντιοχείας τα εξής διαφωτιστικά από την συνομιλία του με τον τότε Πατριάρχη Αντιοχείας Γρηγόριο: "Ἐν τῇ δευτέρᾳ μετὰ τῆς Α. Μ. (Αὐτοῦ Μακαριότητος) συνομιλίᾳ πρώτη αὐτή ἐμνήσθη τοῦ ζητήματος του Ν. (νέου) Ἡμερολογίου καὶ ἐζήτησε τὴν περὶ τούτου γνώμην μου. Ἐδήλωσα αὐτὴν ἀπροκαλύπτως προσθείς, ὅτι μετὰ τὴν ἐπελθοῦσαν μεταβολὴν τοῦ Πολιτικοῦ Ἡμερολογίου ἡ μεταβολὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κατέστη ἀπαραιτήτως ἀναγκαία, εἶναι δὲ γνωστὸν ὅτι οὐδεὶς λόγος δογματικὸς ἀπαγορεύει τὴν μεταβολὴν ταύτην (σ. ημ. να η ξεκάθαρη θέση των Οικουμενιστών/Μοντερνιστών: ό,τι δεν είναι δόγμα, μπορούμε να το μεταβάλουμε!). Ὑπέμνησα τὴν πράξιν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἥτις δὲν ἐδημιούργησεν Ἡμερολόγιον, ἀλλ' ἔλαβε τὸ τῆς Πολιτείας, ἐν  ἐνεφανίσθη, καὶ ἐτόνισα τὰ ἄτοπα ἐκ τῆς χρήσεως ὑπὸ τῶν χριστιανῶν δύο ἡμερολογίων, καθόσον ἡ Α. Μ. μοὶ προσήγαγε τὸ παράδειγμα τῶν Ἰουδαίων, διατηρούντων χωριστὰ τὸ θρησκευτικὸν ἀπὸ τοῦ πολιτικοῦ χωρὶς νὰ λάβῃ ὑπ' ὅψιν, ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἐλαχίστας ἔχουσι θρησκευτικὰς ἑορτὰς κατ' ἔτος, ἐνῷ ἡμεῖς πολλὰς κατὰ μῆνα. Κατὰ τὰ ἀνταλλαγέντα ἡ Α. Μ. ὡς μόνην δικαιολογίαν τῆς ἐμμονῆς τὴς Ἀντιοχικῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ Π. (παλαιὸν) Ἡμερολόγιον ἀνέφερε πρῶτον μὲν τὴν ἀμάθειαν τοῦ γηγενοῦς πληθυσμοῦ, ἔπειτα δὲ τὴν χρησιμοποίησιν τῆς μεταβολῆς ὑπὸ τῶν Οὐνιτῶν χάριν προσηλυτισμοῦ. Οὕτως αὐτὸς ὁ Νούντσιος τοῦ Πάπα ἐν Συρίᾳ μετὰ τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἰς τὰς Ὀρθοδόξους Έκκλησίας ἔγραψεν Ἐγκύκλιον, ἐν  ᾗ ἔλεγεν, ὅτι ἤδη διὰ τῆς μεταβολῆς ταύτης ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΑΝΕΓΝΩΡΙΣΑΝ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟΝ ΤΗΣ ΠΑΠΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΘΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΩΣΙ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΑΥΤΗΣ ΔΙΚΑΙΑ" (Ολόκληρη η Έκθεση, στο Ψηφιακό Αρχείο "Ελευθέριος Βενιζέλος", εδώ).



Άδικα λοιπόν έγραφε ο Άγιος πρ. Φλωρίνης ότι το ημερολόγιο «υπερασπίζει την ανεξαρτησία της ορθοδόξου Εκκλησίας από την παπική απολυταρχία»; Αν εξακολουθείτε να τον θεωρείτε υπερβολικό στις εκφράσεις του, τότε θα πρέπει να χαρακτηρίσετε υπερβολικούς και όλους τους Πατέρες που τόνισαν την σημαντικότητα του Ιουλιανού ημερολογίου. Τον Άγιο Μελέτιο Πηγά, ο οποίος το χαρακτήρισε κρίκο "παγχρύσου ἁλύσεως", του οποίου η αφαίρεση θα προκαλέσει ανώφελη ζημία (Διπλούς πέλεκυς..., σελ. 62). Τον Άγιο Νικόδημο ο οποίος το θεωρούσε ευάρεστο στον Θεό (Πηδάλιον, Υποσημείωση στον Ζ΄ Αποστολικό Κανόνα). Τον π. Φιλόθεο Ζερβάκο, ο οποίος το θεωρούσε αγιασμένο ("τὸ ἡμερολόγιον τοῦτο διὰ τῆς τοιαύτης ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ χρήσεως, καὶ ἡγιάσθη, ὥστε καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦτον νὰ μὴ δύναται εὐκόλως νὰ περιφρονηθῇ", βλ. στην Α΄ Απάντηση)!

β. Γράφετε επίσης για τον Άγιο πρ. Φλωρίνης τα εξής: "πιστεύει πως οι θεοφόροι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής συνέδεσαν την ημέρα εορτής του Πάσχα με την ισημερία που ίσχυε τότε, αυτήν δηλαδή της  21ης Μαρτίου. Θεώρησε έτσι ότι, οι άγιοι Πατέρες συνέδεσαν οριστικά και αμετάκλητα τον εορτασμό του Πάσχα με το Ιουλιανό ημερολόγιο". Και όμως, αγαπητέ κ. Ρίζο, αυτό που πίστευε και θεωρούσε ο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, αυτό πίστευαν και θεωρούσαν όλοι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που ασχολήθηκαν με το Ημερολογιακό. Ιδού μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα ορισμένων εξ αυτών:
"Ὅμως οἱ θειότατοι Πατέρες τῆς πρώτης Συνόδου ἂν καλὰ καὶ νὰ ἤξευραν ἀκριβῶς τὴν τοιαύτην διαφορὰν τῆς ἰσημερίας, πῶς κατ’ ὀλίγον ὀλίγον ἔρχεται ὀπίσω διὰ τὴν συνεχῆ προσθήκην τῆς τοῦ βισέκτου ἡμέρας· μὲ τοῦτο ὅλον ἐδιώρισαν αὐτὴν τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν νὰ κρίνεται καὶ νὰ λογαριάζεται πάντοτε καθὼς εὑρέθηκε τότε εἰς τὸν καιρόν τους, κατὰ τὴν κα΄ τοῦ Μαρτίου μηνὸς· καὶ νὰ μὴν ἀνεβοκαταβαίνῃ πλέον ἔξω ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἡμέραν, ὅσον διὰ τὸ ἅγιον Πάσχα, νὰ ἑορτάζεται πάντοτε ὑπὸ πάντων ὁμοῦ εἰς ἓνα καὶ τὸν αὐτὸν καιρὸν, καὶ τὴν αὐτὴν τοῦ αὐτοῦ μηνὸς ἡμέραν, εἴτε Μαρτίου, εἴτε Ἀπριλίου· διὰ νὰ μὴν γένῃ σύγχυσις καὶ διαφορὰ εἰς τὰ μέρη τῆς Ἐκκλησίας ὁποῦ εὑρίσκονται εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην, διὰ τὴν συνεχῆ παραλλαγὴν τῆς ἰσημερίας, ὁποῦ προέρχεται ὡς εἴρηται διὰ τὴν συνεχῆ προσθήκην τῆς τοῦ Βισέκτου ἡμέρας· ἂν καλὰ καὶ εἰς τοὺς ἐδικούς μας καιροὺς νὰ ἐκατέβηκεν ἡ ἰσημερία πολλὰ παρακάτω, ἕως καὶ εἰς ταῖς ι΄ τοῦ Μαρτίου, καθὼς οἱ νεώτεροι μὲ ἀκριβεστέραν παρατήρησιν δείχνουσι· διὰ τὴν ὁποίαν αἰτίαν ἐκάμασι καὶ διόρθωσιν τοῦ Καλενδαρίου, καὶ ἤφεραν τὴν ἰσημερίαν πάλιν εἰς τὴν κα΄ Μαρτίου, ὡς καθὼς ἦτον καὶ εἰς τὸν καιρὸν τῆς α΄ συνόδου· μὲ τὸ νὰ φέρουν ὀπίσω τὸν Μάρτιον καὶ ἀκολούθως ὅλους τοὺς μήνας δέκα ἡμέρας· ἀλλ’ ὅμως ἡμεῖς εἰς τοῦτο δὲν τοὺς ἀκολουθοῦμεν· μηδὲ τολμοῦμεν ποτὲ νὰ παραβαίνωμεν τὸν Ὅρον τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, νὰ φανοῦμεν ἡμεῖς διακριτικώτεροι ἀπὸ τοὺς θεοσόφους καὶ ἁγίους ἐκείνους Πατέρας, νὰ κάμωμεν ἡμεῖς διόρθωσιν, ὁποῦ ἐκεῖνοι δὲν ἐτόλμησαν νὰ τὴν κάμουν· ἐπειδὴ καὶ ἂν ἤθελεν ἦσται εὔλογος ἡ τοιαύτη διόρθωσις, ἤθελαν τὴν κάμη προηγουμένως ἐκεῖνοι, καὶ ἢ νὰ τραβίξουν ὀπίσω δύο ἡμέρας τὸν Μάρτιον, νὰ ἀνεβάσουν παράνω τὴν ἰσημερίαν, νὰ τὴν φέρουν εἰς τὴν κγ΄ Μαρτίου, ὡς καθὼς εὑρέθηκεν εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Χριστοῦ· ἢ ἤθελαν τραβίξῃ παράνω τὸν Μάρτιον, νὰ τὴν κατεβάσουν εἰς τὴν ιε΄ Μαρτίου ὡς καθὼς εὑρίσκετον εἰς τὴν ἀρχὴν εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Ἀδάμ· ἀμὴ ἐκεῖνοι μήτε τὴν ἀνέβασαν, μήτε τὴν ἐκατέβασαν, ἀμὴ τὴν ἄφηκαν ἐκεῖ ὁποῦ τὴν εὕρηκαν εἰς τὴν κα΄ Μαρτίου, διὰ τὴν αἰτίαν ὁποῦ εἴπομεν ἀνωτέρω· διὰ νὰ μὴν προξενήσουν λέγω σύγχυσιν καὶ διασπασμὸν εἰς τὰ μέρη καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς καθὼς τὸ ἔπαθαν οἱ διακριτικώτεροι ἐκείνων Λατῖνοι· καὶ διὰ μίαν χρονικὴν διόρθωσιν ἐξεχωρίσθησαν καὶ ἀπεκόπησαν κοντὰ εἰς τὰ ἄλλα, καὶ κατὰ τὸ καλενδάριον ἀπὸ τὸ καθόλου σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς σχισματικοί, καὶ αὐτάρεσκοι, καὶ αὐτοκέφαλοι ὁποῦ εἶναι· διὰ τοῦτο λέγω δὲν ἠμποροῦμεν ἡμεῖς νὰ παραβαίνωμεν τὴν γνώμην καὶ κρίσιν τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, νὰ πέσωμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα τῶν Λατίνων· διὰ νὰ μὴν λάβωμεν εἰς τὴν ψυχὴν μας ἀντὶ κέρδους ζημίαν, ὡς οἱ Λατῖνοι" (Σεβαστός Κυμηνίτης στοΕλληνική Ασπίς..., σελ. 77-78).
"Διὰ τοῦτο λοιπὸν μεταβάλλεται ἡ μετὰ τὴν ια΄ πρώτη πανσέληνος τοῦ Μαρτίου, ἂν καλὰ καὶ εἶναι μέτ’ ἰσημερίαν, μὲ τὸ νὰ ἔρχεται καὶ γίνεται πρὸ τῆς κα΄ Μαρτίου, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκετο πρότερον ἡ ἰσημερία, μὴν ἠμποροῦντες ἡμεῖς νὰ μεταθέσωμεν τὸν ὅρον τῶν θείων ἐκείνων Πατέρων, ἀμὴ κρατοῦντες πάντοτε διὰ ἰσημερινὴν ἡμέραν τὴν κα΄ Μαρτίου. Καὶ διὰ τοῦτο ἀφείνοντες τὴν πρώτην ἐκείνην μέτ’ ἰσημερίαν πανσέληνον, ζητοῦμεν τὴν ἑξῆς δευτέραν πανσέληνον ὁποῦ ἔρχεται ὕστερον ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου, μέθ’ ἣν λοιπὸν ἑορτάζομεν τὸ ἅγιον Πάσχα, ἐπειδὴ βλέπομεν πῶς δὲν ἐτόλμησε μήτε ἡ πρώτη Σύνοδος, μήτε ἡ δευτέρα, μήτε ἡ τρίτη, μήτε ἄλλη καμία μήτε οἰκουμενικὴ μήτε τοπική, μήτε ἡ Ἀνατολικὴ μήτε ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία νὰ παρασαλεύσουν τὴν ἰσημερινὴν ἡμέραν ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου. Ἀν καλὰ καὶ νὰ τὴν ἔβλεπαν εἰς τοὺς καιροὺς των πῶς ἐκατέβαινεν ἡ ἰσημερία κατολίγον ὀλίγον ὀπίσω, ἕως καὶ εἰς τὴν ια΄ Μαρτίου, καὶ δὲν ἐπαρανομοῦσαν ἑορτάζοντες ὁμοῦ μετὰ τὴν δευτέραν πανσέληνον τὸ ἅγιον Πάσχα, ἀλλ’ οἱ νεώτεροι Λατῖνοι ἐφάνησαν διακριτικώτεροι καὶ σοφώτεροι καὶ τολμηρότεροι ἀπὸ ὅλας τὰς ἁγίας ἐκείνας Συνόδους, καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀνατολικούς τε καὶ δυτικοὺς, καὶ ἔκαμαν τὴν τοιαύτην διόρθωσιν τῆς ἰσημερίας, φοβούμενοι μήπως καὶ ἀθετοῦντες τὴν πρώτην πανσέληνον μέτ’ ἰσημερίαν, κολάσωσι τὴν ψυχήν των, ὡς καθὼς ἐκολάσθησαν καὶ ὅλαις αἱ Σύνοδαις, καὶ πάντες οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁπόσοι ἑόρταζαν τὸ ἅγιον Πάσχα, ἀθετοῦντες τὴν πρώτην πανσέληνον μέτ’ ἰσημερίαν, καὶ ζητοῦντες τὴν δευτέραν ἑξῆς πανσέληνον μετὰ τὴν κα΄ Μαρτίου, διὰ τοῦτο ἔλαβον καὶ τὸν μισθόν τους διὰ τὴν τοιαύτην διόρθωσιν, ἐκκοπέντες ἀπὸ τὸ ἀρχαῖον σῶμα τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας, καὶ ὑποπεσόντες τοῖς ἐπιτιμίοις τῶν ἁγίων ἐκείνων Συνόδων, καὶ τῶν ἑξῆς ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀνατολικῶν τε καὶ δυτικῶν, ὡς μὴ τοῖς ἐκείνων ἴχνεσι κατακολουθοῦντες, ἀλλ’ αὐτοκεφάλως καινὴν ὁδὸν ἑαυτοῖς ἐξευρόντες διὰ τὴν αὐτοκέφαλον αὐθεντείαν τοῦ Πάπα, τὴν μεγίστην ταύτην καὶ ψυχοσωτήριον εὐσέβειαν ἑαυτοῖς ἐξευρόντες(Δοσίθεος Ιεροσολύμων στο Ελληνική Ασπίς..., σελ. 113-114).
"Ἄς ἠξεύρουν γὰρ [οἱ Λατῖνοι], ὅτι καὶ αἱ οἰκουμενικαὶ σύνοδοι, ὁποῦ μετὰ τὴν πρώτην ἔγιναν, καὶ οἱ λοιποὶ Πατέρες, ἔβλεπον ναὶ καὶ αὐτοὶ, ὡς σοφοὶ ὁποῦ ἦσαν, πῶς ἐκατέβη πολὺ ἡ ἰσημερία· ἀλλ’ ὅμως δὲν ἠθέλησαν νὰ τὴν μεταθέσουν ἀπὸ τὴν κα΄ Μαρτίου, ὁποῦ τὴν ηὗρεν ἡ α΄ σύνοδος, προτιμῶντες περισσότερον τὴν συμφωνίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἕνωσιν ἀπὸ τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἰσημερίας, ἥτις δὲν προξενεῖ οὔτε εἰς τὴν εὕρεσιν, τοῦ ἐδικοῦ μας Πάσχα κᾀμμίαν σύγχυσιν, οὔτε βλάβην εἰς τὴν εὐσέβειαν, μάλιστα δὲ καὶ προξενεῖ ἡ ἀκρίβεια αὕτη εἰς τοὺς Λατίνους δύω μεγάλας ἀτοπίας, τὸ νὰ ἑορτάζουν δηλ. τὸ Πάσχα ἢ μετὰ Ἰουδαίων, ὅπερ ἐναντίον ἐστὶν εἰς τὸν παρόντα ἀποστολικὸν κανόνα, ἢ πρὸ τῶν Ἰουδαίων. Ὅτι δὲ περισσότερον εὐαρεστεῖται ὁ Θεὸς εἰς τὴν τάξιν τοῦ πασχαλίου, καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, τοῦ καλανταρίου τοῦ ἐδικοῦ μας, παρὰ εἰς τὴν ἀκρίβειαν τοῦ πασχαλίου καὶ καλανταρίου τῶν Λατίνων, φανερὸν εἶναι ἀπὸ τὰ θαύματα ὁποῦ ἔδειξε καὶ δεικνύει ἕως τώρα δι΄ αὐτό(Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο Ελληνική Ασπίς..., σελ. 147-148).
γ. Συνεχίζοντας, για να πολεμήσετε τις θέσεις του Αγίου πρ. Φλωρίνης και των συν αυτώ Πατέρων (παραπέμπετε σε κείμενα του π. Θεοδωρήτου και του π. Βασιλείου Σακκά), φέρνετε ως σύμμαχό σας τον Άγιο Νικόδημο! Γράφετε: "ο άγιος Νικόδημος στην ερμηνεία του Ζ΄ Αποστολικού κανόνα, στην πρώτη υποσημείωση δείχνει να έχει αντιδιαμετρικά αντίθετη θέση λέγοντας: «Το να κάνει τις το Πάσχα μετά της 21ην  Μαρτίου ως κάμνομεν εμείς οι Γραικοί ή μετά την 11ην  Μαρτίου ως κάμνουν οι Λατίνοι δεν είναι έγκλημα. Το να σχίση όμως την Εκκλησίαν είναι αμάρτημα ασυγχώρητον»". Επειδή αυτήν την ψευδή συμμαχία την είχε επικαλεστεί στο παρελθόν και ο π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς (τον οποίο στην σκέψη ακολουθείτε), σας παραπέμπω σε κείμενό μου με τίτλο "Ο Άγιος Νικόδημος και ο Ιερός Χρυσόστομος απαντούν στον π. Ευθύμιο Τρικαμηνά για το Ημερολογιακό Ζήτημα", στο οποίο θα δείτε ότι ο Άγιος Νικόδημος ανήκει στο ίδιο στρατόπεδο με τον Άγιο πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο, και τους συν αυτώ, και όχι στο αντίπαλο. 
δ. Το φοβερό είναι ότι αμέσως μετά την παράθεση του Αγίου Νικοδήμου αντιγράφετε την θέση του αγιομάχου (υβριστού του Αγίου Νικοδήμου) και χυδαιολόγου Κωνσταντίνου Σιαμάκη (από εδώ). Διά του λόγου το αληθές παραθέτω έναν ακόμη συγκριτικό πίνακα με το σχετικό απόσπασμά σας, και το αντίστοιχο απόσπασμα του Σιαμάκη:


ΡΙΖΟΣ
ΣΙΑΜΑΚΗΣ
Οι χριστιανοί των πρώτων αιώνων χρησιμοποιούσαν κατά τόπους τρία πολύ διαφορετικά μεταξύ τους ημερολόγια. Το Ρωμαϊκό, το Ελληνικό, και το Αιγυπτιακό. Στα ελληνικά ή ελληνόφωνα μέρη  χρησιμοποιούσαν το ημερολόγιο του Μ. Αλεξάνδρου, το Μακεδονικό μέχρι τα χρόνια του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.). Γι᾿ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (345 - 407) στην ομιλία του Εις το Γενέθλιον του Χριστού[12] μετράει τους δώδεκα μήνες του έτους με τα μακεδονικά ονόματα τους (Δίος, Απελλαίος, Αυδηναίος κ.λ.π). Όμως οι μήνες των τριών ημερολογίων δεν συνέπιπταν ακριβώς μεταξύ τους· λ.χ. στο μακεδονικό ημερολόγιο οι 11 μήνες είχαν από 30 ημέρες και ο τελευταίος, ο Υπερβερεταίος είχε 35 μέρες. Το ημερολόγιο αυτό σε 120 χρόνια έχανε έναν μήνα! Αυτό το πολύ ατελές ημερολόγιο χρησιμοποιούν κι άλλοι Πατέρες όπως ο συγγραφέας του Πασχάλιου Χρονικού (γράφτηκε γύρω στο 600 μ.Χ.). Η ελληνόγλωσση εκκλησία χρησιμοποιούσε αυτό το ημερολόγιο μέχρι τα χρόνια του Μ. Φωτίου (9ος αι.). Μετά το 641 μ.Χ. μερικοί και μετά το 900 μ.Χ. όλοι, άρχισαν να χρησιμοποιούν το Ρωμαϊκό Ιουλιανό.
















  Δεν είναι αλήθεια αυτό που γράφεται από τους παλαιοημερολογίτες ότι η Α΄ Οικουμενική θέσπισε να εορτάζεται το Πάσχα με το Ιουλιανό ημερολόγιο. Ο Μ. Αθανάσιος σύνεδρος και πρωταγωνιστής της Α΄ Οικουμενικής, στις Εορταστικές Επιστολές του, τις οποίες έστελνε επί 45 χρόνια (328-373) στις εκκλησίες για την ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα πάντα έγραφε: «Εσείς που είστε σε εκείνες τις χώρες θα το εορτάσετε στις τόσες του μηνός του δικού σας ημερολογίου, και εσείς που είστε σε εκείνες τις χώρες θα το εορτάσετε στις τόσες του μηνός του δικού σας ημερολογίου…κ.λ.π.». Και ο ίδιος όταν ήταν στην Αλεξάνδρεια το εόρταζε στις τόσες του μηνός Φερμουθί του Αιγυπτιακού ημερολογίου, ενώ όταν ήταν εξόριστος στη Γαλλία, το εόρταζε στις τόσες Απριλίου του λατινικού ημερολογίου. Διέφεραν δε τα ημερολόγια πάρα πολύ ακόμα και στον αριθμό των ημερών του έτους και των μηνών.
Οἱ ἀρχαῖοι ποιμένες τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας στὴ χρῆσι τοῦ ὁποιουδήποτε ἡμερολογίου ἦταν τόσο οὐδέτεροι, ὅσο οἱ Χριστιανοὶ σήμερα εἶναι οὐδέτεροι στὴ χρῆσι ὁποιασδήποτε μάρκας αὐτοκινήτου. καὶ χρησιμοποιοῦσαν κατὰ τόπους τρία πολὺ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ὅλα σχεδιασμένα ἀπὸ μὴ Χριστιανούς· ἑλληνικό, ῥωμαϊκό, αἰγυπτιακό. στὰ ἑλληνικὰ ἢ ἑλληνόγλωσσα μέρη χρησιμοποιοῦσαν τὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου τοὐλάχιστον μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 - 641 μ.Χ.). γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (345 - 407) στὴν ὁμιλία του Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Χριστοῦ (§ 4-5 PG 49,358) μετράει τοὺς δώδεκα μῆνες τοῦ ἔτους μὲ τὰ ἑλληνικὰ - μακεδονικὰ ὀνόματά τους Δῖος Ἀπελλαῖος Αὐδηναῖος Περίτιος Δύστρος Ξανθικὸς Ἀρτεμίσιος Δαίσιος Πάνεμος Λώιος Γορπιαῖος Ὑπερβερεταῖος, οἱ ὁποῖοι δὲν συνέπιπταν ἀκριβῶς μὲ τοὺς μῆνες ἄλλων ἡμερολογίων. λ.χ. στὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο οἱ 11 μῆνες εἶχαν ἀπὸ 30 μέρες κι ὁ τελευταῖος Ὑπερβερεταῖος εἶχε 35 μέρες· γι᾽ αὐτὸ καὶ λεγόταν Ὑπερβερεταῖος ἤτοι Ὑπερφερεταῖος = ὁ μήνας ποὺ ὑπερφέρει, δηλαδὴ τὸ παρατραβάει. τὸ ἡμερολόγιο αὐτὸ σ᾽ 120 χρόνια ἔχανε ἕνα μῆνα. τὸ ἴδιο μακεδονικὸ ἡμερολόγιο χρησιμοποιοῦν κι ἄλλοι πατέρες καὶ μάλιστα κι ὁ συντάκτης τοῦ Πασχαλίου Χρονικοῦ, ποὺ γράφτηκε γύρω στὸ 600. ἡ ἑλληνόγλωσση ἐκκλησία χρησιμοποιοῦσε τὸ μακεδονικὸ αὐτὸ ἡμερολόγιο περίπου μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Φωτίου (9ος αἰώνας), ἀλλὰ μετὰ τὸ 641 μερικοὶ χρησιμοποιοῦσαν καὶ τὸ ῥωμαϊκὸ ἡμερολόγιο (τὸ ἰουλιανὸ ἢ παλιὸ) μὲ τὰ λατινικὰ ὀνόματα μηνῶν Ἰανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος Ἀπρίλιος Μάιος Ἰούνιος Ἰούλιος Αὔγουστος Σεπτέμβριος Ὀκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος, χωρὶς κανεὶς νὰ δημιουργῇ ζήτημα ἢ νὰ παριστάνῃ τὸν ὀρθοδοξαρᾶ παλαιοημερολογίτη. γύρω στὸ 900 ἐπικράτησε σιωπηρῶς ὡς μοναδικὸ τὸ λατινικὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό).
     Δὲν ἀληθεύει ὅτι ἡ Α΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος (325) θέσπισε νὰ ἑορτάζεται τὸ πάσχα μόνο μὲ τὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό). αὐτὸ εἶναι φαντασίωσι καὶ ψέμμα μερικῶν ἀμαθῶν καὶ φανατικῶν γαυγισταρίων· σημερινὸς παραταξιακὸς μῦθος· καὶ ὡς ἐπιχείρημά τους εἶναι ἀπάτη· τσαρλατανικὴ ἀπατεωνία. ὁ Μ. Ἀθανάσιος, σύνεδρος τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου, στὰς Ἑορταστικὰς Ἐπιτολάς του, μὲ τὶς ὁποῖες ἐπὶ 45 χρόνια (328 - 373) κατ᾿ ἐντολὴν τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου ἐνημέρωνε κάθε χρόνο ὅλη τὴ χριστιανικὴ οἰκουμένη γιὰ τὸ ποιά εἶναι ἡ ἡμερομηνία τοῦ πάσχα τοῦ ἑπομένου ἔτους, πάντοτε γράφει· «Ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ δικοῦ σας ἡμερολογίου, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ ἡμερολογίου σας, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνός σας». κι ὁ ἴδιος, ὅταν ἦταν ἐλεύθερος στὴν ἕδρα του, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες τοῦ μηνὸς Φαρμοῦθι τοῦ αἰγυπτιακοῦ ἡμερολογίου, ἐνῷ, ὅταν ἦταν ἐξόριστος στὴ Γαλλία, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες Ἀπριλίου τοῦ λατινικοῦ ἡμερολογίου. διέφεραν δὲ τὰ ἡμερολόγια πολὺ ἀκόμη καὶ στὸν ἀριθμὸ τῶν ἡμερῶν τοῦ ἔτους καὶ τῶν μηνῶν.

Κόπτεστε για το Consensus Patrum, κ. Ρίζο, αλλά τους Πατέρες της εποχής μας τους αγνοείτε και - το χειρότερο - τους πολεμείτε, συντασσόμενος με πρόσωπα που ούτε ορθόδοξη πίστη, ούτε ορθόδοξο ήθος έχουν, και των οποίων τις θέσεις αντιγράφετε.
ε. Έρχομαι τώρα στο μέρος της εργασίας σας, που αφορά τα ιστορικά στοιχεία για την, περί το Πάσχα, εορτολογική ασυμφωνία, κατά τους πρώτους αιώνες. Δυστυχώς τα  περιεχόμενα στα υποκεφάλαια "Πρίν την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο", "Μετά την Α΄ Οικουμενική" και "Το τέλος της ημερολογιακής διαμάχης", τίποτε ουσιαστικό δεν προσφέρουν στην συζήτηση περί του Ημερολογικού, παρά μόνο τα εσφαλμένα και αυθαίρετα συμπεράσματα που βγάλατε στο τέλος για να δικαιολογήσετε την εμμονή σας σε μια παράνομη Καινοτομία. Ποιος διαφωνεί πως τους πρώτους αιώνες δεν υπήρχε απόλυτη εορτολογική συμφωνία; Είναι όμως άλλο πράγμα το ότι δεν υπήρχε ακόμη εορτολογική συμφωνία, λόγω ασυνεννοησίας ή άλλων παραγόντων, και άλλο πράγμα το να μην υπάρχει πλέον εορτολογική συμφωνία επειδή κάποιοι την κατέστρεψαν για πονηρούς σκοπούς, παρόλο που επιτέλους είχε επιτευχθεί και διατηρηθεί για πάνω από 1000 χρόνια! Είναι τόσο δύσκολο να το καταλάβετε; 
Με λύπη μου σας λέγω πως τα ιστορικά αυτά στοιχεία που προσκομίσατε, με σκοπό να αποφανθείτε πως το πότε εορτάζει κανείς το Πάσχα δεν έχει καμία σημασία, δεν περίμενα να τα δω σε κείμενο ορθοδόξου (ερμηνευόμενα μάλιστα τοιουτοτρόπως), αλλά σε κείμενο κάποιου οικουμενιστού μάλλον, ο οποίος με τέτοια στοιχεία και επιχειρήματα θα προσπαθούσε να μας πείσει να εγκαταλείψουμε το Ορθόδοξο Πασχάλιο, που θεωρούμε, εμείς οι Ορθόδοξοι, αιώνιο και αμετακίνητο, αφού, τους πρώτους αιώνες, "οι Πατέρες Ανατολής και Δύσης παρακάθονταν και συναποφάσιζαν ώς μέλη της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ και ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ενώ εόρταζαν την μεγάλη εορτή του Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες". Πραγματικά, θα ήθελα να δω τί θα απαντούσατε εσείς σε έναν τέτοιον οικουμενιστή που θα αντέγραφε τα, βολικά για αυτόν, επιχειρήματά σας. Γιατί εμείς θα απαντούσαμε ακριβώς αυτά που απαντούμε σε σας!
Θα επανέλθω με την Γ΄ Απάντησή μου στο Γ΄ μέρος της εργασίας σας, το οποίο μόλις είδα πως δημοσίευσε η "Π.Π.".
Μετά της οφειλομένης, προς όλους, εν Χριστώ αγάπης
Νικόλαος Μάννης

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ - ὑπό π. Νικηφόρου Νάσσου


Picture
 ἔνδοξη Ἀνάληψη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό πλήρωμα καί τό κόσμημα ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Εἶναι τό πλήρωμα τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας μας πού πραγματοποίησε ὁ ἐνσαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Τά περί τῆς θείας Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου ὡς ἱστορικοῦ γεγονότος πληροφορούμαστε ἀπό τήν Καινή Διαθήκη καί συγκεκριμένα ἀπό τήν ἀναφορά στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ καί στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.1 Ὑπάρχει ὡστόσο καί σύντομη ἀναφορά στό Εὐαγγέλιο τοῦ Μᾶρκου. Σύμφωνα λοιπόν μέ τή Γραφή, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του, ἀφοῦ ἐμφανίστηκε πολλές φορές στούς Μαθητές Του, πραματοποίησε τήν τελευταία ἐμφάνιση στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου, κατά τήν εὐαγγελική διήγηση «μετά τό λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν καί ἐκάθισεν έκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ»2. Οἱ Μαθητές τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου, παρά τόν ἀποχωρισμό τους ἀπό Ἐκεῖνον καί τόν ἀπορφανισμό τους, ἐπέστρεψαν στην Ἱερουσαλήμ «μετά χαρᾶς μεγάλης». Ἡ χαρά τῶν Ἀποστόλων ὀφείλεται στήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου περί τῆς παροχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία. Τό διατυπώνει τό Ἀπολυτίκιο τῆς Ἐορτῆς: «χαροποιήσας τούς Μαθητάς, τῇ ἐπαγγελία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καί στίς Πράξεις τονίζεται ἡ ἐνίσχυση τῶν Ἀποστόλων ἀπό τόν Παράκλητο πού θά ἔρθει κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «ἀλλά λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς».3 Ἡ δέ ἐσχατολογική προσδοκία τῆς ἐνδόξου ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου, γιά τήν ὁποία ἄκουσαν ἀπό τούς ἀγγέλους οἱ Ἀπόστολοι («ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν, πορευόμενον εἰς οὐρανόν»4), ὑπῆρξε ἀκόμη μία ἀφορμή χαρᾶς, παρά τόν κατά τά φαινόμενα χωρισμό τους ἀπό τόν Διδάσκαλο Χριστό.
Στήν Ἀνάληψη πραγματοποιεῖται θά λέγαμε ἡ πληρότητα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση, δοξαζόμενη στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀχωρίστως ἐνωμένη μέ τήν θεία φύση. Καί εἶναι γεγονός ὅτι «εἰς τήν Ἀνάληψιν περατοῦται ἡ κίνησις ἐπιστροφῆς τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου ἐκ τοῦ ἀβολίστου βάθους τοῦ τάφου καί τοῦ Ἅδου πρός τόν Πατέρα, διερχομένη ἀπό τήν Ἀνάστασιν».5 Ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν Ἐνανθρώπηση μέχρι τήν Ἀνάληψη, παρουσιάζει διπλή κίνηση: ἀπό ἐπάνω πρός τά κάτω καί ἀπό κάτω πρός τά ἐπάνω. Θεολογικά αὐτό ἐκφράζεται μέ τίς ἑξεῖς ἀντιθετικές λέξεις πού περιέχουν τά βιβλικά καί πατερικά κείμενα: κάθοδος καί ἄνοδος, συγκατάβαση καί ἀνύψωση, κένωση καί δόξα.6
Τήν συνεχῆ κίνηση τῆς καθόδου, τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐκούσιας ταπεινώσεως καί συγκαταβάσεώς Του ἐκφράζει τό μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ἡ κένωση φθάνει «μέχρι σταυροῦ καί θανάτου», ὅπου καταργεῖται ὁ θάνατος ἀπό Αὐτόν ὁ Ὁποῖος κατεβαίνει «εἰς τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς», ἀφοῦ κατά τόν Παύλο «ὁ καταβάς αὐτός ἐστί και ὁ ἀναβάς»7. Ἐκεῖ συντρίβεται τό κράτος τοῦ διαβόλου μέ τήν ἐξουσία τοῦ Παντοδυνάμου Λόγου, τόν Ὁποῖον, σύμφωνα μέ τήν Ὑμνολογία τοῦ Μ. Σαββάτου, βλέπει ὁ Ἅδης «κατάστικτον τοῖς μόλωψι καί Πανσθενουργόν»8. Καί στή συνέχεια συντελεῖται ἡ «διάβασις», τό ἀληθινό Πάσχα, ἡ μετάβασις ὅλων μας «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν» μέ τήν ζωηφόρο Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού συνανιστᾶ «παγγενῆ τόν Ἀδάμ». Ἀπό ἐκεῖ πλέον ἐγκαινιάζεται ἡ ἀντίστροφη κίνηση, ἡ «ἐν Δόξῃ» ἄνοδος τοῦ Κενωθέντος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά φθάσει στήν ἔνδοξο Ἀνάληψη, ὁλοκληρώνοντας τό σχέδιο τῆς σωτηρίας καί ὑποσχόμενος τήν Κάθοδο τοῦ Τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά ἔρθει γιά νά συνεχίσει ὡς «ἄλλος Παράκλητος» τό ἔργο τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν μέσα στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας.


 Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ἄν καί εἶναι γεγονός ἱστορικό, ἀφοῦ πραγματοποιεῖται ἐν τόπῳ καί χρόνῳ, ἐντούτοις ἀπό τήν Ἐκκλησία κατατάσσεται στά δόγματα τῆς Πίστεώς μας καί περιλαμβάνεται στό Σύμβολο της, λόγῳ τοῦ ὑπερφυσικοῦ χαρακτῆρα της.
Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς μετά σώματος, ὅπως διδάσκει ἡ Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἶναι ὁ πρῶτος καί μοναδικός πού τό ἔπραξε. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι «οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν εἰ μή ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ».9 Ὡστόσο, ὅμως, στήν πρό τῆς Σαρκώσεως ἐποχή, στήν Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε καί ἄλλον νά ἀναλαμβάνεται στόν οὐρανό, τόν Προφήτη Ἠλία. Πῶς αὐτό συμβιβάζεται μέ τό «οὐδείς» πού εἶπε ὁ Κύριος; Ὑπάρχει ἡ ἐξήγηση μέσα ἀπό τά ἴδια τά βιβλικά κείμενα. Γιά τόν ζηλωτή Προφήτη ἡ Γραφή λέγει ὅτι «ἀνελήφθη ἐν συσσεσμῷ ὡς εἰς τόν οὐρανόν».10 Γιά τόν Θεάνθρωπο Χριστό λέγει ὅτι «ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν». Ἡ πρόθεση «ὡς» δηλώνει τήν διαφορά, καθότι ὁ Ἠλίας δέν μετέβη ἀκριβῶς στόν οὐρανό, ἀλλά ἔτσι ἐφάνη καί βρίσκεται σέ «χῶρο» πού γνωρίζει μόνο ὁ Κύριος, μέχρι λίγο πρίν τήν Β΄ ἔνδοξο Παρουσία, ὁ πύρινος Προφήτης θά ἐμφανιστεῖ καί θά κηρύξει στόν κόσμο τήν μετάνοια. Σύμφωνα μέ τήν πατερική Διδασκαλία, ἡ ἀνάληψη τόσο τοῦ Ἡλία, ὅσο καί ἄλλων προσώπων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι κατά κάποιον τρόπο μία μετάθεση πού τούς ἀνύψωσε μέν ἀπό τή γῆ, ἀλλά δέν τούς ἔβγαλε ἔξω ἄπό αὐτήν. Ἦταν μία «οἷον τις μετάθεσις», ὅπως θα γράψει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.11 Δηλαδή, κανείς ἀπό τούς κοινούς θνητούς πού ἀνελήφθησαν δέν ξεπέρασε τήν περίγεια ἀτμόσφαιρα. Μόνο ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἀνῆλθε στούς οὐρανούς μετά τοῦ σώματος τό ὁποῖο εἶχε λάβει ἀπό τήν Παναγία καί τό ὁποῖο ἐθέωσε.


Στήν παρούσα ἀναφορά θά ἐπισημανθεῖ ἐπίσης ὅτι ἀπό ἀνθρωπολογικῆς ἀπόψεως ἡ εἰς οὐρανούς θεία Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μετά τοῦ τεθεωμένου σώματος εἶναι κάτι πολύ σπουδαίο, καθότι δείχνει τό γεγονός τῆς ἀνυψώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό, καί τῆς θεώσεώς της. Ἔτσι, ἡ ἀξία καί ἡ θέωση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος φαίνεται στή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐνδύεται ὁ ἐπίσκοπος τήν Ἀρχιερατική του στολή, καί συγκεκριμένα ὅταν φοράει τό μεγάλο ὠμοφόριο, λέγεται μιά εὐχή ἡ ὁποία ἐκφράζει αὐτή τήν θεολογική πραγματικότητα πού καλεῖται νά διακονήσει ὁ εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ ἱστάμενος ἀρχιερεύς καί νά καταστεῖ μιμητής τοῦ Μεγάλου Ποιμένος, Ἰησοῦ Χριστοῦ. : «ἐπί τῶν ὤμων Χριστέ τήν πλανηθεῖσαν ἄρας φύσιν ἀναληφθείς τῷ Θεῷ καί Πατρί προσήγαγες».Θά πρέπει ἐν προκειμένῳ νά σημειώσουμε ὅτι τό ὠμοφόριο πού φορεῖ ὁ ἀρχιερεύς παραπέμπει στήν παραβολή τοῦ «Καλοῦ Ποιμένος», ὁ ὁποῖος παίρνει στούς ὤμους του τό πλανηθὲν πρόβατο γιά νά τό σώσει. Τό ὠμοφόριο συμβολίζει ἀκριβῶς αὐτό τό πρόβατο, τήν πτωτική ἀνθρωπότητα την ὁποία ἀνέλαβε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ κατά τήν Ἐνανθρώπησή Του καί τήν ὁποία ἀνύψωσε στόν οὐρανό καί θέωσε Οἱ σχετικοί ὕμνοι τῆς Δεσποτικῆς Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως ἐκφράζουν αὐτή τήν πραγματικότητα. Ἕνα τροπάριο λ.χ. τοῦ Κανόνος στόν Ὄρθρο τῆς Ἑορτῆς λέγει: «Τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων Χριστέ, φθορᾷ πεσοῦσαν ἐξανέστησας, καὶ τῇ ἀνόδῳ σου ὕψωσας, καὶ σαυτῷ ἡμᾶς ἐδόξασας».12. Καί στό Δοξαστικό τοῦ Ἐσπερινοῦ ψάλλουμε ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός «τήν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρί συνεκάθισε».
Ἡ Ἑορτή τῆς θείας Ἀναλήψεως ἔχει μεγάλη σημασία καί σπουδαιότητα γιά τήν ὀρθόδοξη πνευματική ζωή τῶν Χριστιανῶν. Καί τοῦτο διότι συνδέεται μέ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὀποία ἀποτελεῖ τή στοχοθεσία τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας. Θέωση εἶναι «ἡ προς Θεόν, ὡς ἐφικτόν, ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις», ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες μας.13 Ἡ θέωση, βεβαίως, δέν παράγεται ἀπό τόν κτιστό, πεπερασμένο καί πτωτικό ἄνθρωπο! Εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προσφέρεται στόν ἄνθρωπο ὑπό προϋποθέσεις, ὅταν αὐτός «ἀνοιχτεῖ» πρός τόν Θεό καί περάσει ἀπό τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆ, δηλαδή ἀφοῦ καθαρθεῖ καί φωτιστεῖ. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος στήν ἀρχή τῆς Ἱστορίας προσπάθησε νά θεωθεῖ ἀλλά ἀπέτυχε, διότι ἀρνήθηκε τόν Θεό. Αὐτό ὅμως πού δέν κατόρθωσε αὐτός μέ τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, τό πραγματοποιεῖ ὁ Θεός μέ τήν Ἐνσαρκη παρουσία του στόν κόσμο. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐκφράζει πολύ χαρακτηριστικά ἕνας ὕμνος (Δοξαστικόν) ἀπό τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου: «Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, και θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν. Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα θεόν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσηται». Ὁ Θεός Λόγος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τήν θέωσε. Ἀξίζει νά ὑπογραμμιστεῖ ὅτι μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεάνθρωπο Χριστό δέν ἐπανέρχεται ὁ ἄνθρωπος ἁπλῶς στήν κατάσταση πού βρισκόταν πρίν τήν πτώση του, ἀλλά ὁδηγεῖται πολύ ψηλότερα. Ἡ νέα αὐτή κατάσταση φανερώνεται μέ τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάληψη, ὅπως ἄλλωστε καί ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀποτελεῖ προσωπική ὑπόθεσή Του, ἀλλά φανέρωση τῆς δόξας τοῦ νέου ἀνθρώπου. Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ ἐλευθέρωσε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν κοσμική ἀναγκαιότητα καί τήν ἀνύψωσε στή μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.14
Τώρα πλέον ὅπου ὁ «καταβάς» καί μετά σώματος «ἀναβάς» Θεάνθρωπος Κύριος πραγματοποίησε ἀντικειμενικῶς τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, θεώνοντας την φύση του, πρέπει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά ἀνταποκριθεῖ, νά «ἀνοιχτεῖ» καί νά «ἀναχθεῖ» πρός τόν Θεό. Αὐτό πραγματοποιεῖται μέ τήν ὅλη πνευματική ζωή ὅπως λέμε, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά «φρονεῖ τά ἄνω15» ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του καί ὅπως ἡ θεία Εὐχαριστία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς προτρέπει: «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας». Καλεῖται νά ζεῖ εὐχαριστιακά, πνευματικά, προσευχητικά καί μετανοητικά, κατά Θεόν, νά «συνεργάζεται» μέ τόν Θεό, προκειμένου νά ὁδηγηθεῖ στήν προσωπική του χαρισματική θέωση. Καί αὐτή ἡ μακαρία κατάσταση τῆς θεώσεως, ἔρχεται ὡς καρπός τῆς ὁμοιώσεώς του, ὅσο εἶναι δυνατόν, μετά τοῦ Θεοῦ, τῆς διατηρήσεως τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» καί τῆς πραγματώσεως τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἄν θέλει, μπορεῖ νά γίνει κοινωνόςτῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλμᾶς.16


Πολλά ἀκόμη θά μπορούσαν νά παρατεθοῦν ὡς θεολογικά ἐδέσματα ἀπό τήν πατερική Διδασκαλία περί τῆς Μεγάλης Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἀρκούμαστε στά ὅσα ἀναφέρθησαν. Θά περατώσουμε τήν παρούσα ἀναφορά μας μέ τό Κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς, τό ὁποῖο ἐμπεριέχει τήν θεολογία αὐτῆς.
«Τήν ὑπέρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καί τά ἐπί γης ἐνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξη, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, οὐδαμόθεν  χωριζόμενος, ἀλλά μένων ἀδιάστατος, καί βοῶν τοῖς ἀγαπῶσι σε∙ Ἐγώ εἰμι μεθ᾿ ὑμῶν, καί οὐδείς καθ᾿ ὑμῶν».




1  Λκ. κδ΄, 50, Πρ. α΄, 1-11.
2  Μρκ. ιστ΄, 19
3  Πρ. α΄, 8.
4  Τροπάριον τῆς Λιτῆς.
5  Ἀνδρέα Θεοδώρου, περί τῆς δογματικῆς σημασίας τῆς Ἀναλήψεως εἰς ΘΗΕ, 2, 501.
6  ΘΗΕ, 2, 500.
7  Ἐφ. 4, 10.
8  Βλ. Κανόνα Ὄρθρου Μ. Σαββάτου, Ὠδή Δ΄.
9  Ἰω. γ΄, 13.
10  Βασ. Β΄, 11.
11  Βλ. Ἁγίου Γργορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΑ΄, ΕΠΕ, 10, 24. Ἱεροθέου, Μητρ. Ναυπάκτου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, ἔκδ. Ἱερᾶς μονῆς Γεν. τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 311.
12  Τροπάριον Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄Κανόνος.
13  Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, 1, 3, MPG. 3, 376 Α.
14  Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ήθική, 2΄, 2003, σελ. 677.
15  Κολ. 3, 2.
16  ΕΠΕ, 10, 29.




ΠΗΓΗ: http://im-d.weebly.com/deltaiotadeltaalphakappatauiotakappa940/3819216

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΕΣ (9)


O Σεβήρος εντυπωσίαζε τους απρόσεκτους δια της μεγάλης αυτού ελληνικής παιδεύσεως, δια της νομιζομένης θεολογικής μορφώσεως, δια της λεγομένης βαθυτάτης γνώσεως της πατρικής φιλολογίας και παραδόσεως, δια της ευγλωττίας και του ενθουσιασμού, και της εκτάκτου δραστηριότητας και του ζήλου του.
Το πρώτον μονοφυσιτικό σύγγραμμά του κατά της Ορθοδοξίας συνέγραψεν εν Κωνσταντινουπόλει και επηκολούθησε μακρά σειρά άλλων τοιούτων συγγραμμάτων. Τα γραπτά του Σεβήρου, επεκρίνοντο και κατεφρονούντο δικαίως από τους Ορθοδόξους δια τας εν αυτοίς βλασφημίαις και αλογίαις. 

Γράφει η εν Κωνσταντινουπόλει ενδημούσα Σύνοδος επί του Πατριάρχου Ιωάννου Β΄ (518-520) :


Ούτος: 




(Πρακτικών Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως του 536, Μansi, 8, 1046-1047)

O Σεβήρος επεδίωξε την επικράτησιν του Μονοφυσιτισμού δια της φιλαιρετικής προστασίας. Το έτος 508 μετέβη εις Κωνσταντινούπολιν, παραμείνας επί τριετίαν δια του άλλοτε συμφοιτητού του Ζαχαρίου Ρήτορος και απέκτησε φιλίαν σημαινόντων προσώπων. 


(Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ι.Ε.ΑΝΤ., σελ. 448-449)


 (Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ι.Ε.ΑΝΤ., σελ. 448-459)

Ο Σεβήρος κατέφυγεν εις Αίγυπτον αλλ΄ επί Ιουστινιανού μετέβη πάλιν εις Κωνσταντινούπολιν, αλλά δια της εν τη πόλει ταύτη Ορθοδόξου Συνόδου του έτους 536 επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μηνά (536-552) κατεδικάσθη και αναθεματίσθη: 


 (Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Ι.Ε.ΑΝΤ., σελ. 482)




ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ










Απάντηση του κ. Ι. Ρίζου και Ανταπάντηση Ν. Μάννη



Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Ο κ. Ι. ΡΙΖΟΣ ΑΠΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ Α΄ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ. ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΟΥ:

Απάντηση κ. Ρίζου 
Κύριε Μάννη.
Πιστεύω ότι θα συμφωνούσατε μαζί μου στο ότι κανόνας και κριτήριο ασφαλές στην αντιμετώπιση των ζητημάτων της πνευματικής ζωής του πιστού και της Εκκλησίας είναι  η Πατερική Συμφωνία(consensus Patrum).  Δεν υπάρχει  λοιπόν πιο ασφαλής δρόμος από το να δούμε πώς οι άγιοι Πατέρες και Οικουμενικές και Τοπικές Σύνοδοι αντιμετώπισαν τα ζητήματα ασυμφωνιών σε ημερολόγια,  εορτολόγια και τις νηστείες. Με βάση λοιπόν αυτήν την παραδοχή ερεύνησα το ζήτημα του ημερολογιακού Σχίσματος του 1924 και παρέθεσα τα στοιχεία. Εσείς όμως επικαλείσθε λόγια προσώπων που ενώ γνωρίζω τις θέσεις τους δεν εμπίπτουν μεθοδολογικά στην  λύση που επιζητούμε με βάση την παραπάνω αναγκαιότητα της Πατερικής Συμφωνίας.  Άς πάρουμε όμως τα λεγόμενα σας με την σειρά.

1.      Δέχεστε ότι στην Εκκλησία υπήρχε επί 700 χρόνια εορτολογική ασυμφωνία και μετά με τον Καρλομάγνο επιτεύχθηκε συμφωνία μέχρι το 1582. Το 1924 συμβαίνει μια αντικανονική και αντιποιμαντική συνοδική παρεκτροπή εισαγωγής νέου ημερολογίου που προκαλεί εορτολογική διαμάχη. Για να  την εξετάσουμε θα αντλήσουμε πληροφορίες και επιχειρήματα από τα 700 χρόνια της εορτολογικής ασυμφωνίας και διαμάχης όπου έχουμε και σίγουρο Πατερικό και Συνοδικό «υλικό»;  ή από τα 1200 χρόνια εορτολογικής συμφωνίας και ευταξίας; Φυσικά από την πρώτη περίοδο! Γιατί όταν κάποιος αρρωστήσει ο γιατρός του δίνει την λύση με βάση τις περιπτώσεις των ασθενών που είχαν το ίδιο πρόβλημα στο παρελθόν κι όχι με βάση περιπτώσεων ανθρώπων που είναι  υγιείς.
2.      Γράφετε ότι η εργασία μου επηρεάστηκε από τον κ. Καρδάση. Ότι γράφω στο βιβλίο μου έχει παραπομπές σε έργα ιστορικών τόσο της Εκκλησιαστικής όσο και της θύραθεν ιστορίας. Έχω καμιά παραπομπή στον Καρδάση;
3.      Αναφέρεστε σε κάποιους καθηγητές του 1865 που λένε ότι από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού επικρατούσε το Ιουλιανό ημερολόγιο και αχρηστεύτηκαν τα κατά τόπους άλλα ημερολόγια.  Στην εργασία μου διαφαίνεται ότι  η σύγχρονη ιστορική επιστήμη άλλα μαρτυρά.
4.      Το ότι λέτε με «παρέσυραν ψευδολόγοι» στην εργασία μου κ. Μάννη, το εκλαμβάνω ως χιούμορ εσωτερικής κατανάλωσης ( τους αναγνώστες σας).
5.      Χαίρεστε κ. Μάννη που αναγνωρίζω ότι το Μακεδονικό ημερολόγιο δεν αποτελεί ιερά παράδοση για να θεωρήσετε αυθαίρετα ότι το Ιουλιανό αποτελεί(!)Το Μακεδονικό ημερολόγιο δεν αποτελεί ιερά παράδοση: «διότι πολύ απλά ούτε εφαρμόστηκε σε όλη την Εκκλησία, ούτε υπήρξε συνυφασμένο με το εορτολόγιο επί αιώνες, όπως το Ιουλιανό!» όπως λέτε. στην ούτε οι άγιοι Απόστολοι, ούτε η «Διδαχή των Αποστόλων», ούτε η Αποστολική Σύνοδος του 51 μ.Χ. ούτε καμία άλλη γραπτή ή προφορική εντολή των αγίων  Πατέρων το εμφάνισε  ως ιερά παράδοση.
6.      Αναφέρετε τον Όσιο  Φιλόθεο Ζερβάκο, τη δήλωση του (ενόχου) Αρχιεπισκόπου Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, του πρωταγωνιστού Χρ.Καβουρίδη και ενός άσχετου που έκανε μια Εισήγηση προς την μέλλουσα "Πανορθόδοξη Μεγάλη Σύνοδο" στη οποία Εισήγηση του λέει το ανιστόρητο «ούδέποτε παρουσιάσθη χρονικὴ διαφορὰ ἑορτασμοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ γεγονότος (π.χ. κοιμήσεως άγίου), ὡς συμβαίνει σήμερον.» Αυτά τα πρόσωπα όμως κ. Μάννη, δεν απαρτίζουν την Πατερική Συμφωνία που επιζητούμε για να βρούμε τα ίχνη των Πατέρων. Η απάντηση στο ποιος δημιούργησε Σχίσμα με αιτία τη μεταβολή του εορτολογίου  υπάρχει, και την παρουσιάζω καταγράφοντας την αντιμετώπιση παρόμοιων θεμάτων από τα χρόνια της Αναλήψεως του Κυρίου μας έως τα τέλη του 8ου αιώνα. Η απάντηση υπάρχει στη διδαχή του ιερού  Χρυσοστόμου, του Μ. Αθανασίου, και των Οικουμενικών Συνόδων και στην πρακτική της Εκκλησίας. Την  απάντηση την βρίσκουμε  μελετώντας το πώς αντιμετώπισε η Εκκλησία, όχι μόνο τις εορτολογικές ασυμφωνίες αλλά ακόμα κι αυτές του Πασχαλίου,  κι όχι στα λόγια των προσώπων που αναφέρατε και πολλών άλλων που δεν αναφέρατε.

Ανταπάντηση Ν. Μάννη 
Αγαπητέ κ. Ρίζο,
Απαντώ στις παρατηρήσεις σας με βάση την αρίθμηση που τα έχετε διακρίνει.
1. Δυστυχώς βλέπετε το Ημερολογιακό ζήτημα μονόφθαλμα, διότι το εξετάζετε μόνο με το μάτι των 700 χρόνων της - σταδιακώς αμβλυνόμενης - εορτολογικής ασυμφωνίας, κλείνοντας πεισματικά το άλλο μάτι των 1200 χρόνων εορτολογικής συμφωνίας! Το 1582, που αναφέρετε ξανά, ΔΕΝ διασαλεύθηκε η εορτολογική συμφωνία της Εκκλησίας, διότι η πάλαι ποτέ Τοπική Εκκλησία της Ρώμης ήταν πλέον ψευδεκκλησία, αποκομμένη από αιώνων από την αληθινή Εκκλησία του Χριστού). Το δε παράδειγμά σας είναι ατυχέστατο και μάλλον προς επίρρωση της δικής μας οπτικής μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Οι ιατροί (ή μάλλον οι καλοί ιατροί) δεν συνταγογραφούν τα φάρμακα με βάση τους ασθενείς που απλά είχαν την ίδια αρρώστια, αλλά με βάση τους ασθενείς που είχαν μεν την ίδια αρρώστια, αλλά που πλέον θεραπεύτηκαν από αυτήν, διότι σκοπός των είναι η θεραπεία! Η Εκκλησία θεράπευσε την εορτολογική ασυμφωνία και την διατήρησε 1200 χρόνια και αυτή η θεραπεία είναι η λύση στην περίπτωσή μας.
2. Δεν έγραψα ότι η εργασία σας επηρεάστηκε από τον κ. Καρδάση. Έγραψα ακριβώς: "αυτή η θέση (πως "η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο")" αποτελεί θέση του κ. Καρδάση. Μίλησα λοιπόν για την συγκεκριμένη θέση και όχι για όλη την εργασία σας. Επειδή όμως γράφετε "Έχω καμιά παραπομπή στον Καρδάση;" και επομένως αρνείστε ότι έχετε επηρεαστεί από αυτόν, αναγκάζομαι να σας παραθέσω ένα συγκριτικό πίνακα με την σχετική θέση σας (εδώ) και την σχετική θέση του κ. Καρδάση (εδώ):

ΡΙΖΟΣ
ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 μ.Χ. και έληξε στις 25 Αυγούστου[3] στη Νίκαια της Βιθυνίας: «Εν υπατείᾳ Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαίᾳ τη Μητροπόλει Βιθυνίας»[4=Μήλια Σπ., Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β΄  πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου] έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Η πρώτη εντυπωσιακή  παρατήρηση που κάνουμε διαβάζοντας τα Πρακτικά της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, τα οποία περιγράφουν κάποια στοιχεία της Α΄ Οικουμενικής[5], είναι ότι, ενώ η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Οικουμενική ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο (του Μ. Αλεξάνδρου, στο οποίο το έτος είχε 354 ημέρες), εμμέσως πλην σαφώς στις εργασίες της Συνόδου Νίκαιας έγινε αποδεκτό το Ιουλιανό ημερολόγιο (των 365,25 ημερών) ως πολύ ακριβέστερο. Δηλαδή εμφανίζεται εδώ η πρώτη αλλαγή ημερολογίου, χωρίς κάποια καταγεγραμμένη συνοδική και επίσημη πράξη. Την εισαγωγή του Ιουλιανού ημερολογίου ενέκριναν κατ΄ αρχήν οι Πατέρες της Συνόδου και ανέθεσαν στον Επίσκοπο Χωνών Αχιλλέα Τάτιο, να συνεννοηθεί με τους αστρονόμους της Αλεξάνδρειας για την εισαγωγή του Ιουλιανού
ημερολογίου και τη διόρθωση ισημεριών και πανσελήνων σε σχέση με το Μακεδονικό. Βεβαίως δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες της απόφασης με την οποία έγινε αυτή η μεταβολή, όχι μόνο σε ότι αφορούσε στα ονόματα των μηνών του Μακεδονικού ημερολογίου που άλλαξαν με εκείνα του λατινικού ημερολογίου, άλλα και στην προσθήκη των 11,25 επιπλέον ημερών που προσμετρούσε το Ιουλιανό ημερολόγιο ως διάρκεια του έτους!
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 και έληξε στις 25 Αυγούστου: «Εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας» (Μήλια Σπ. Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β’  πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου), έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Παρατηρείται εδώ, ότι η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο (των 354 ημερών) και εμμέσως πλην σαφώς απεδέχθη το Ιουλιανό ημερολόγιο (των 365.25 ημερών) ως πολύ ακριβέστερο, δηλ. έχουμε εδώ αλλαγή ημερολογίου. Την εισαγωγή του νέου ημερολογίου (Ιουλιανού) ενέκριναν οι Πατέρες της Συνόδου και ανέθεσαν στον Επίσκοπο Χωνών Αχιλλέα Τάτιο (του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας), που ήταν αστρονόμος και μετείχε της Συνόδου, να συνεννοηθεί με τους αστρονόμους της Αλεξάνδρειας, για την εισαγωγή του Ιουλιανού ημερολογίου και τη διόρθωση ισημεριών και πανσελήνων. Άραγε, με ποια απόφαση, ποιάς Οικουμενικής ή άλλης Τοπικής Συνόδου, τα ονόματα των μηνών του μακεδονικού ημερολογίου άλλαξαν με εκείνα του λατινικού ημερολογίου (και αυτό μέχρι και την Δ΄ Οικουμενική), τα έτη από Αλεξάνδρου, σε κτίσεως κόσμου και από το 1628 επί Πατριάρχου ΚΠόλεως Κύριλλου Λούκαρι σε έτη από Χριστού γεννήσεως, ενώ η Δύση χρησιμοποιούσε ήδη από το 525, την χρονολόγηση από Χριστού γεννήσεως;

3. Οι, άγνωστοι μεταξύ τους και σε διαφορετικό χωροχρόνο δρώντες, Λαμπρύλλος και ο Αρβανιτάκης (καθόλου τυχαία πρόσωπα, οι οποίοι εκτιμούνταν στην εποχή τους από όλους - ο Αρβανιτάκης μάλιστα ήταν υπέρμαχος της Ημερολογιακής Καινοτομίας του 1924 και συνεργάτης του Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου) δεν είναι "κάποιοι καθηγητές του 1865", όπως γράφετε περιφρονητικά. 



Κρίμα να μη γνωρίζουμε τους προ ημών, και μάλιστα αυτούς που ασχολήθηκαν με ζητήματα, με τα οποία καταπιανόμαστε κι εμείς σήμερα. Το αν αναιρεί την γνώμη τους η "σύγχρονη ιστορική επιστήμη" θα το εξετάσουμε αναλυτικά σε επόμενη Απάντησή μου.
4. Έγραψα ότι σας «παρέσυραν ψευδολόγοι», διότι δεν τολμούσα να πιστέψω ότι τα γραφόμενα στην εργασία σας (και μάλιστα υπό τον βαρύ τίτλο "Ου βουλόμεθα ζην ψευδολογούντες") ήταν γέννημα του Ιωάννου Ρίζου, του οποίου την κοφτερή σκέψη εκτίμησα μέσα από την εξαιρετική δίτομη εργασία "Δοκίμιο στην Αποτείχιση". 
5. Περί Μακεδονικού, τα είπαμε και συμφωνούμε. Το ότι το Ιουλιανό αποτελεί Παράδοση, το παραδέχεστε άλλωστε και σεις ο ίδιος (ιδού τα γραφόμενά σας εδώ: "Μια πιθανή ένσταση των Παλαιοημερολογιτών μπορεί να είναι: Ναι, αλλά αυτό το Ημερολόγιο κάποτε, μετά από τόσες αλλαγές, έγινε Παράδοση της Εκκλησίας. Σύμφωνοι, αλλά όπως αποδείχτηκε, αυτή η παράδοσηδεν είχε δογματικό χαρακτήρα και δεν έθιγε την λειτουργική ενότητα της Εκκλησίας").
6. Νομίζω ότι η σκέψη σας και η οπτική σας, κατά βάση, είναι προτεσταντίζουσα, διότι δεν αναγνωρίζετε ότι υπάρχουν Πατέρες και Πατερική Συμφωνία στην εποχή μας. Ο Φιλόθεος Ζερβάκος δεν σας κάνει, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (παρόλο που επαναλαμβάνετε σχεδόν όλα τα επιχειρήματά του) δεν σας κάνει, ο Χρυσόστομος Καβουρίδης δεν σας κάνει και τον (νεοημερολογίτη) εισηγητή της Εκκλησίας τον βγάλατε "ανιστόρητο". Τί ανιστόρητο όμως λέει; Δεν γνωρίζετε ότι παρόλο που στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας υπήρχε η χρήση διαφορετικών ημερολογίων οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες στις περιοχές που δρούσαν ενημέρωναν το ποίμνιο για το ποια μέρα έπρεπε να εορτάσουν μια γιορτή, ώστε να επιτυγχάνεται παντού, το κατά δύναμιν, ο συνεορτασμός; Έτσι όταν, για παράδειγμα, λέει ο ένας Άγιος στους πιστούς της Μακεδονίας: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Γορπιαίου", ο άλλος Άγιος στους πιστούς της Αιγύπτου: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Φαμενώθ" και ο άλλος Άγιος στους πιστούς της Ρώμης: "να εορτάσετε την τάδε εορτή στις τάδε του μηνός Σεπτεμβρίου", δεν κατανοείτε ότι αυτές οι νουθεσίες στόχευαν στο να υπάρχει κοινός εορτασμός; Επίσης την κοίμηση ενός Αγίου, ας πούμε του Αγίου Νικολάου που το έχω ερευνήσει, με το Ιουλιανό ημερολόγιο την εόρταζαν στις 6 Δεκεμβρίου, ενώ με το Αιγυπτιακό στις 10 Κιαχκ. Γνωρίζετε όμως ότι αυτές οι δύο ημερομηνίες συμπίπτουν, και επομένως υπήρχε εορτολογική συμφωνία, παρά την χρήση διαφορετικού ημερολογίου;
Η Πατερική Συμφωνία (Consensus Patrum) υπάρχει και σήμερα για το Ημερολογιακό, απλά για να την αποδεχθείτε πρέπει να απεγκλωβιστείτε από την προτεσταντίζουσα λογική του ότι οι Πατέρες έπαψαν να υπάρχουν στην εποχή μας. Έχει δυστυχώς παρατηρηθεί στις μέρες μας, μέσα στην Εκκλησία, ένα είδος "Ορθοδόξου Προτεσταντισμού", σύμφωνα με τον οποίο επιχειρείται αυθαίρετη ερμηνεία των Αγίων Πατέρων και Συνόδων της Εκκλησίας, άνευ πατερικού ερείσματος στην εποχή μας (κατά παρόμοιο τρόπο ο Δυτικός Προτεσταντισμός ερμήνευσε αυθαίρετα την Αγία Γραφή, μη λαμβάνοντας υπόψιν την ΖΩΣΑ Ιερά Παράδοση και την γνώμη των, σε κάθε εποχή εμφανιζομένων, Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας).
Η σημερινή Πατερική Συμφωνία επί του θέματος, έχει εκφραστεί από πλήθος Πατέρων, τόσο αυτών που ακολουθούσαν την ακρίβεια του παλαιού ημερολογίου (π.χ. Χρυσόστομος Καβουρίδης, Ιωσήφ Σπηλαιώτης, Αββακούμ ο Ανυπόδητος, Ιερώνυμος της Αιγίνης, Ιωάννης της Αμφιάλης, Μάξιμος Αγιοβασιλειάτης, Θεοδώρητος Αγιορείτης, Χρυσόστομος Σπετσών κ. α.), όσο και αυτών που ακολουθούσαν (κατ' οικονομίαν, γνωρίζοντας ποιο είναι το σωστό και χωρίς να δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα) και το νέο (όπως π.χ. οι παπα-Νικόλας Πλανάς, Σάββας εν Καλύμνω, Φιλόθεος Ζερβάκος κ. α.).
Κλείνοντας, και όσο θα περιμένετε και την Β΄ Απάντησή μου στο β΄ μέρος της εργασίας σας, θα επαναλάβω το ερώτημα που σας έθεσα, και το οποίο  δεν απαντήσατε, προσθέτοντας ακόμη μία σημαντικότατη ερώτηση που έθεσε ένας Αδελφός που παρακολουθεί με ενδιαφέρον και φιλαλήθεια τον Διάλογό μας:
α. Θεωρείτε πως ό,τι δεν είναι δόγμα (π.χ. το πως κάνουμε τον σταυρό μας) επιτρέπεται να μεταβάλλεται και αν ναι, με ποιες προϋποθέσεις και ποιοι έχουν αυτό το δικαίωμα;
β. Για το σχίσμα του 1924 μεταξύ Νέου και Παλαιού έφταιγαν οι Νεωτεριστές και Καινοτόμοι που εξελίχθηκαν ιστορικά σε Φιλοοικουμενιστές και φιλαιρετικούς ή έφταιγαν το ένα εκατομμύριο περίπου ευσεβείς της εποχής εκείνης, οι οποίοι, από δήθεν στενομυαλιά, αντέδρασαν;

Σας ευχαριστώ και εύχομαι κάθε καλό παρά Κυρίου.

Με εκτίμηση και αγάπη Χριστού
Νικόλαος Μάννης





ΠΗΓΗ: http://krufo-sxoleio.blogspot.gr/2017/05/blog-post_27.html