Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019
ΘΑΥΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (5ο ΜΕΡΟΣ)
(ΣΧΟΛΙΟ "ΚΡΥΦΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ": Αν και το θαύμα αυτό έχει ξαναδημοσιευτεί (εδώ), το αναδημοσιεύουμε, αυτή τη φορά μεταφράζοντας το σχετικό απόσπασμα από το ρωσικό πρωτότυπο της αυτοβιογραφίας του Γέροντος Νικολάου της Μονής Βαλαάμ, όπως δημοσιεύτηκε στην επίσημη ιστοσελίδα της Μονής (ώστε να αποκλειστεί κάθε αμφιβολία περί γνησιότητος του κειμένου, από τυχόν αμφισβητίες), ενώ ταυτόχρονα προτείνουμε στους αναγνώστες μας και την ανάγνωση παρόμοιας θείας αποκαλύψεως (εδώ).
"Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1925, στο Βαλαάμ, υπήρξε διαχωρισμός μεταξύ παλαιού και νέου ημερολογίου. Άρχισαν να μας αναγκάζουν να μεταβούμε στο νέο ημερολόγιο. Πολλοί από τους αδελφούς παρέμειναν με το παλαιό. Άρχισαν δίκες. Η εκκλησιαστική διοίκηση έφτασε. Με επικεφαλής τον ηγούμενό μας, πατέρα Παυλίνο, συνεστήθη δικαστήριο. Άρχισαν να καλούν έναν έναν τους αδελφούς. Πολλοί εξορίστηκαν από τη Μονή. Είχε έρθει η σειρά μου. Μπήκα στο δωμάτιο και εκεί καθόταν ο ηγούμενος Παυλίνος μαζί με τους άλλους από την εκκλησιαστική διοίκηση. <...> Με ρώτησαν: "Αναγνωρίζεις ως ηγούμενο τον πατέρα Παυλίνο; Θα πηγαίνεις στον καθεδρικό ναό με το νέο ημερολόγιο;". Δεν μπορούσα να απαντήσω στις ερωτήσεις τους, γιατί η γλώσσα μου εκείνη τη στιγμή είχε παραλύσει. Με ανακριτικό ύφος μου είπαν: "Λοιπόν, γιατί δεν απαντάς;" Δεν μπορούσα να πω τίποτα. Τότε είπαν: "Πήγαινε, δούλε του Θεού, και σκέψου το".
Άρχισα να προσεύχομαι στη Μητέρα του Θεού, την Εγγυήτρια μου, μέσα από την καρδιά μου: "Πες μου και δείξε μου το μονοπάτι της ζωής μου: με ποια πλευρά να πάω, με το νέο ή με το παλαιό ημερολόγιο; Να πηγαίνω στον καθεδρικό ναό ή πού;". Και προσευχόμουν, ο αμαρτωλός, στη Μητέρα του Θεού, κατά τη διάρκεια της υπακοής μου στην κουζίνα. Όταν τελείωσα την διακονία μου το βράδυ, πήγα στο κελί μου και αναρωτήθηκα με την απλότητα της καρδιάς μου: "Γιατί η Μητέρα του Θεού δεν με πληροφορεί;". Αλλά το έλεος του Θεού δεν με εγκατέλειψε, τον αμαρτωλό. Θέλει όλοι να σωθούν. Ξαφνικά εμφανίστηκε ο καθεδρικός ναός στο κελί μου, ίδιος όπως είναι, στο ύψος, το μήκος και το πλάτος. Ήμουν έκπληκτος από αυτήν την θαυμαστή εμφάνιση. Πώς μπήκε στο μικρό μου κελί; Αλλά μια εσωτερική φωνή μου είπε: "Ο Θεός είναι δυνατός, τίποτα δεν είναι αδύνατο".
"Λοιπόν, πρέπει να πηγαίνουμε στην εκκλησία, στον καθεδρικό ναό, με το νέο ημερολόγιο". Εκείνη την ώρα, ενώ το ερμήνευσα έτσι, έπεσε από πάνω η κουρτίνα της εκκλησίας, η οποία ήταν μπλε και στη μέση της είχε έναν χρυσό σταυρό. Ο καθεδρικός ναός παρέμεινε πίσω από την κουρτίνα. Εγώ έμεινα στην άλλη πλευρά από αυτήν του καθεδρικού ναού, μη μπορώντας πλέον να τον δω, και μια εσωτερική φωνή είπε: "Πήγαινε με το παλαιό ημερολόγιο και κράτα το". Και ακούω μια γυναικεία φωνή από ψηλά: "Αν θέλεις να σωθείς, κράτα πιστά την παράδοση των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων". Και δεύτερη φορά συνέβη το ίδιο και την τρίτη φορά η φωνή είπε: "Αν θέλεις να σωθείς, κράτα πιστά την παράδοση των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, και όχι αυτών των "σοφών"". Μετά από αυτό το θαύμα, όλα εξαφανίστηκαν, και έμεινα μόνος στο κελί. Η καρδιά μου ήταν χαρούμενη που ο Κύριος έδειξε τον δρόμο της σωτηρίας μέσω των πρεσβειών της Παναγίας Μητέρας Του".
ΠΗΓΗ ΡΩΣΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: https://valaam.ru/starets/5523/
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Επιστολή Γέροντος Φιλοθέου (Ζερβάκου) προς τον μοναχόν Θεόκλητον Διονυσιάτη
ΠΑΤΗΣΤΕ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΣΕΤΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ
ΠΗΓΗ: Π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ,
''Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ''
ΕΚΔ. 2014,
ΣΕΛ. 265-272
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΜΕ ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ!
"Τό παλαιόν ἑορτολόγιον νά ἀκολουθήσετε!" (Θαυμαστή αποκάλυψη στον Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο)
Ο Π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΛΕΓΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ!
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ Π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΠΕΡΙ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Ο π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ..... (6)
"Τό παλαιόν ἑορτολόγιον νά ἀκολουθήσετε!" (Θαυμαστή αποκάλυψη στον Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο)
Ο Π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΛΕΓΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ!
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ Π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΠΕΡΙ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Ο π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ..... (6)
«Ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς» (Α΄ Κορ. 6,20)
Κυριακὴ τοῦ
Ἀσώτου (Α΄ Κορ. 6,12-20)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου
Ακριβοπληρωμενοι απελευθεροι
«Ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς» (Α΄ Κορ. 6,20)
Εὐχαριστῶ, ἀγαπητοί μου, τὸν Κύριό μας
ποὺ μ᾽ ἀξιώνει νὰ κηρύττω. Θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς μιλήσω ἁπλᾶ.
* * *
Σήμερα εἶνε ἡ δευτέρα Κυριακὴ τοῦ
Τριῳδίου, ἡ Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου. Ὅλα ὅσα λέγονται στὴν ἐκκλησία εἶνε ὡραῖα· τὰ
λόγια τοῦ ἀποστόλου, τοῦ εὐαγγελίου, τῶν τροπαρίων εἶνε ὑπέροχα. Ἀπ᾽ ὅλα
αὐτὰ θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξετε ἕνα μόνο λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ
ὁποῖος στὸ ἀνάγνωσμα λέει· «Ἠγοράσθητε τιμῆς» (Α΄ Κορ. 6,20). Δυὸ λέξεις εἶνε.
Ἂν μπορούσαμε νὰ τὶς νιώσουμε, νὰ τὶς πιστέψουμε, ἡ σωτηρία μας ἦταν
ἐξασφαλισμένη.
«Ἠγοράσθητε τιμῆς». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Θὰ προσπαθήσω μὲ δυὸ – τρία παραδείγματα νὰ τὰ καταστήσω σαφῆ.
⃝ Εἶνε κανεὶς ἐδῶ ποὺ νά ᾽χῃ ἕνα παιδί, ὄχι γιατὶ τὸ θέλει ἔτσι –αὐτὸ εἶνε σατανικό, μεγάλη ἁμαρτία–, ἀλλὰ διότι ἔτσι ἤθελε ὁ Μεγαλοδύναμος; Ὅποιος ἔχει ἕνα μονάκριβο παιδί, μπορεῖ νὰ σᾶς πῇ πόσο τρέμει μήπως ἀρρωστήσῃ ἢ μήπως πεθάνῃ. Ἐὰν τώρα ὑποθέσουμε τὸ παιδὶ αὐτό, τὴν ὥρα ποὺ παίζει μὲ τ᾽ ἄλλα παιδιά, κάποιος γκάγκστερ τὸ πάρῃ, τὸ πάῃ μακριὰ καὶ τὸ κλείσῃ σὲ μιὰ σπηλιά, καὶ στείλῃ μήνυμα στοὺς γονεῖς, «Τὸ παιδὶ τό ᾽χω ἐγώ, τὸ κρατῶ, καὶ ἔχει ζωὴ δυὸ μέρες μόνο· ὕστερα ἀπὸ δυὸ μέρες, ἂν δὲν μοῦ στείλετε στὸ τάδε μέρος χίλιες λίρες, θὰ τὸ σκοτώσω», μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε τί θὰ γίνῃ στὸ σπίτι ἐκεῖνο; Ὁ πατέρας θὰ τρέξῃ σὰν τρελλὸς παντοῦ σὲ φίλους, θὰ πουλήσῃ ἀκόμα καὶ τὶς βέρες καὶ τὰ εἰκονίσματά του, θὰ βάλῃ ὑποθήκη καὶ τὸ σπίτι του, θὰ κλάψῃ θὰ παρακαλέσῃ, γιὰ νὰ μαζέψῃ τὸ ποσὸ ποὺ ζητάει ὁ λῃστής. Κι ὅταν βρῇ τὸ ποσὸ καὶ τὸ πάῃ στὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ τὸ παιδὶ ἐλευθερωθῇ καὶ γυρίσῃ πίσω, τότε στὸ σπίτι θὰ γίνῃ χαρὰ ἀπερίγραπτῃ. Ναί, τὸ πλήρωσε τὸ παιδί, τὸ πλήρωσε χίλιες λίρες· θὰ ἦταν ἕτοιμος νὰ τὸ πληρώσῃ καὶ μὲ τὸ αἷμα του ἀκόμα, γιὰ νὰ τὸ γλυτώσῃ. Καταλαβαίνουμε λοιπὸν τί θὰ πῇ σκλαβιὰ προσωπική.
⃝ Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ποὺ κατοικοῦμε στὴ γωνιὰ αὐτὴ ποὺ κάθε πέτρα κρένει καὶ τὸ χῶμα της εἶνε ζυμωμένο μὲ αἷμα, καταλαβαίνουμε ἀκόμη τί θὰ πῇ σκλαβιὰ ἐθνική. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἔχουμε σήμερα ἕνα κομμάτι τῆς Ἑλλάδος, κομμάτι ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ ἑλληνικὸ ποὺ πλέει στὸ γαλάζιο, κομμάτι ποὺ ἄντεξε σ᾽ ὅλους τοὺς πειρασμούς· εἶνε ἡ Κύπρος, τὸ νησὶ ποὺ αἰῶνες ὁλόκληρους σέρνει τὶς ἁλυσίδες του. Ὅλοι μας, δεξιοὶ κι ἀριστεροὶ καὶ ὅλων τῶν χρωμάτων, φωνάζουμε «λευτεριὰ στὴν Κύπρο».
⃝ Καταλαβαίνουμε τὴ σκλαβιὰ τοῦ προσώπου, καταλαβαίνουμε τὴ σκλαβιὰ τῆς πατρίδος, καταλαβαίνουμε καὶ τὴ σκλαβιὰ γενικὰ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως εἶνε π.χ. οἱ μαῦροι· καταλαβαίνουμε δηλαδὴ καὶ καταδικάζουμε τὴν κοινωνικὴ σκλαβιά, τὴν ἀδικία καὶ ἐκμετάλλευσι τῶν λεγομένων προηγμένων τῆς Εὐρώπης εἰς βάρος τῶν θεωρουμένων ἀπολιτίστων ἰθαγενῶν.
Μέχρι ἐδῶ βλέπω ὅτι παρακολουθεῖτε· ἀπὸ ᾽δῶ κ᾽ ἐμπρὸς ὅμως φοβᾶμαι μήπως χασμουρηθῆτε. Ἄχ νά ᾽δινε ὁ Μεγαλοδύναμος, σήμερα τοῦ Ἀσώτου, ὅπως καταλαβαίνει ἡ μάνα τὴ σκλαβιὰ τοῦ παιδιοῦ, ὅπως καταλαβαίνουμε οἱ Ἕλληνες τὴ σκλαβιὰ τῆς Κύπρου, ὅπως καταλαβαίνουν ὅλοι τὴ σκλαβιὰ τῶν μαύρων ἢ τῶν ἐργατῶν, νὰ καταλάβουμε μιὰ ἄλλη σκλαβιά – βοηθῆστε, ἄγγελοι, νὰ τὴν καταλάβουμε. Ποιά εἶνε ἡ σκλαβιὰ αὐτή; Εἶνε ἡ σκλαβιὰ τῆς ψυχῆς. Ποιός τὸ καταλαβαίνει, ποιός κλαίει; Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα πρέπει νὰ κλάψουμε γιὰ τὸ πολυτιμότερο, γιὰ τὴν ἀτίμητη ψυχή μας.
Ἡ ψυχὴ εἶνε σκλάβα. Ποιός θὰ τὴν ἐλευθερώσῃ; ἄγγελος, ἀρχάγγελος, ἄνθρωπος; ἡ ἐπιστήμη, ἡ γνῶσις, τὸ χρῆμα; Τίποτε ἀπὸ αὐτά. Ἂν μ᾽ αὐτὰ ἡ ψυχὴ μποροῦσε νὰ ἐλευθερωθῇ, δὲν θὰ κατέβαινε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο.
Ἔφθασα, ἀδελφοί μου, στὸ πιὸ σπουδαῖο σημεῖο τῆς ὁμιλίας. Πῶς νὰ σᾶς τὸ δώσω νὰ τὸ καταλάβετε; Ὅταν πᾶτε στὸ σπίτι διαβάστε κάτι ποὺ θὰ σᾶς συστήσω.
Τὸ εἶπα κι ἄλλοτε καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω. Γονεῖς, μαζέψτε μέσα ἀπ᾽ τὶς σάκκες τῶν παιδιῶν σας, ὅσο εἶνε ἀκόμα νωρίς, ὅλα τὰ ἀκατάλληλα ἔντυπα, ποὺ δὲν κυκλοφοροῦν οὔτε στὰ ἄθεα κράτη. Εἶνε ἄθεοι, ναί, τοὺς κατηγοροῦμε· ἀλλὰ εἶνε ἠθικοί, δὲν ἔχουν τέτοια πράγματα. Ἐδῶ κυκλοφοροῦν οἱ πιὸ αἰσχρὲς ταινίες, τὰ πιὸ ἄθλια μυθιστορήματα. Ἔννοια σου, πατέρα, ἀδιαφορεῖς· ἐνδιαφέρεσαι μόνο πῶς θὰ γεμίσῃ τὸ ἔντερο τοῦ παιδιοῦ σου, νὰ φάῃ καλά, ἀλλὰ μὲ τί τρέφεται πνευματικῶς τὸ παιδί σου δὲν σ᾽ ἐνδιαφέρει· θὰ τὸ πληρώσῃς ὕστερ᾽ ἀπὸ λίγα χρόνια μὲ τόκο κ᾽ ἐπιτόκιο.
Λοιπὸν μαζέψτε καὶ κάψτε ὅλα αὐτὰ τὰ ἔντυπα πού ᾽νε γεμᾶτα μικρόβια. Καὶ πάρτε στὰ χέρια σας τὰ συναξάρια, τοὺς βίους τῶν ἁγίων, τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Φτάνει τὸ Εὐαγγέλιο. Πάρε καὶ διάβασε. Τί νὰ διαβάσῃς; Διάβασε τὴν Ἀποκάλυψι, νὰ δῇς ἐκεῖ πράγματα νὰ φρίξῃ τὸ μυαλό σου· κι αὐτὰ ὅλα γίνονται καὶ θὰ γίνουν στὶς ἡμέρες μας. Διάβασε τὸ πέμπτο (ε΄) κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως. Τί θὰ δῇς ἐκεῖ. Ἐνῷ σειόταν ἡ γῆ, ἄστραφτε καὶ βροντοῦσε ὁ οὐρανός, κ᾽ ἔβγαιναν θεριὰ μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴν ἄβυσσο, κ᾽ ἡ θάλασσα ἄφριζε καὶ τὰ ποτάμια φούσκωναν καὶ τὰ ἄστρα ἔπεφταν, ξαφνικὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, ἀκούει – τί· ἕνα ὁλόγλυκο τραγούδι ἐμπρὸς στὴν ἁγία Τριάδα, λὲς καὶ κελαϊδοῦσαν ἀηδόνια – γιατὶ ἡ πατρίδα τῆς μουσικῆς εἶνε ὁ οὐρανός. Τί ἔλεγε τὸ τραγούδι; Ἦταν ὁ ὕμνος τῶν Χριστιανῶν «ἐκ πάσης φυλῆς καὶ γλώσσης καὶ λαοῦ καὶ ἔθνους». Γονατιστοὶ ὅλοι μπροστὰ στὸ «ἐσφαγμένον ἀρνίον», στὸν θρόνο τοῦ αἰωνίου βασιλέως Χριστοῦ, ἔλεγαν· Σ᾽ εὐχαριστοῦμε, Χριστέ· σ᾽ εὐχαριστοῦμε, γιατὶ «ἐσφάγης καὶ ἠγόρασας τῷ Θεῷ ἡμᾶς ἐν τῷ αἵματί σου» (Ἀπ. 5,6-9). Ἤμασταν σκλαβωμένες ψυχὲς καὶ μᾶς ἐξαγόρασες μὲ τὸ τίμιό σου αἷμα. Μᾶς εἶχε μέσα στὴ σπηλιά του ὁ διάβολος, κλεισμένους μέσ᾽ στὰ πάθη μας, κ᾽ ἐσὺ πλήρωσες τὰ λύτρα. Τί πλήρωσε ὁ πατέρας γιὰ νὰ ἐλευθερώσῃ τὸ παιδί του; Χρήματα. Καὶ ὁ Χριστὸς τί πλήρωσε; Τὸ τίμιο αἷμα του. Ὅλες τὶς λίρες τῆς Ἀγγλίας, ὅλα τὰ χρήματα ποὺ ἔχουν στὰ σεντούκια τους οἱ ἄνθρωποι, ὅλο τὸ χρυσάφι τῆς γῆς, φέρτε το καὶ βάλτε το στὴ μιὰ μεριὰ τῆς ζυγαριᾶς. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τί νὰ βάλῃς· ἂν πιστεύῃς, μόλις πέσῃ ἐκεῖ – τί; Μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔσταξε ἀπὸ τὶς πληγὲς ποὺ τοῦ ἄνοιξαν ἡ λόγχη καὶ τὰ καρφιά. Αὐτὸ τὸ αἷμα, οἱ σταλαγματιὲς αὐτές, ἀξίζουν παραπάνω ἀπ᾽ ὅλο τὸ χρυσάφι τῆς γῆς. Αὐτὸ τὸ αἷμα εἶνε ποὺ λυτρώνει, σπάζει ἁλυσίδες. Μόλις πέσῃ μιὰ σταγόνα «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», ἡ ζυγαριὰ κλίνει πρὸς τὰ ἐκεῖ.
Ἄχ μάτια ἁμαρτωλά, ποὺ βλέπετε τὶς ἀνηθικότητες, εἶστε ἀνάξια νὰ βλέπετε τὸ δισκοπότηρο. Μέσα στὸ δισκοπότηρο δὲν εἶνε ἁπλῶς κρασί, δὲν εἶνε ἀσήμι καὶ χρυσάφι· εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας! Τὸ πιστεύεις; ἔμπα μέσ᾽ στὴν ἐκκλησιά· δὲν τὸ πιστεύῃς; πήγαινε ὅπου θέ᾽ς. Ἕνας νὰ μείνῃ μέσα στὴν ἐκκλησιά, νὰ συναισθανθῇ, νὰ πονέσῃ, νὰ κλάψῃ, νὰ πῇ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23,42). Σ᾽ εὐχαριστοῦμε, Χριστέ, ποὺ μὲ τὸ αἷμα σου μᾶς ἐξαγόρασες καὶ μᾶς ἔκανες «βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς» (Ἀπ. 5,10).
Θέλετε νὰ δῆτε τί ἀξίζει τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ; Ἐλᾶτε στὴν ἐκκλησία τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ποὺ ὑψώνεται ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου κ᾽ εἶνε τὰ χέρια του καρφωμένα καὶ λέγονται τὰ δώδεκα εὐαγγέλια. Πῶς τελειώνει ὅλη ἡ ἀκολουθία; Ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶνε γεμάτη σοφία, ὅλα αὐτὰ τὰ σφραγίζει μ᾽ ἕνα ἀπολυτίκιο· «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθεὶς τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις. Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι». Σὰν τὴ μάνα ποὺ πουλάει τὰ δαχτυλίδια της νὰ ξεσκλαβώσῃ τὸ παιδί, σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ πονάει καὶ πουλάει τὰ πάντα νὰ ξεσκλαβώσῃ μιὰ ψυχή, Χριστέ μου, μᾶς ἐξαγόρασας διὰ τοῦ τιμίου σου αἵματος. Αὐτὸ εἶνε, ἀδελφοί μου, τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Χριστέ, ποὺ ἔδωσες τὸν ἀέρα, τὸν ἥλιο, τὰ παιδιά, τὸν κόσμο, Χριστὲ ποὺ ἔχυσες τὸ αἷμα σου, σ᾽ εὐχαριστῶ.
«Ἠγοράσθητε τιμῆς». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Θὰ προσπαθήσω μὲ δυὸ – τρία παραδείγματα νὰ τὰ καταστήσω σαφῆ.
⃝ Εἶνε κανεὶς ἐδῶ ποὺ νά ᾽χῃ ἕνα παιδί, ὄχι γιατὶ τὸ θέλει ἔτσι –αὐτὸ εἶνε σατανικό, μεγάλη ἁμαρτία–, ἀλλὰ διότι ἔτσι ἤθελε ὁ Μεγαλοδύναμος; Ὅποιος ἔχει ἕνα μονάκριβο παιδί, μπορεῖ νὰ σᾶς πῇ πόσο τρέμει μήπως ἀρρωστήσῃ ἢ μήπως πεθάνῃ. Ἐὰν τώρα ὑποθέσουμε τὸ παιδὶ αὐτό, τὴν ὥρα ποὺ παίζει μὲ τ᾽ ἄλλα παιδιά, κάποιος γκάγκστερ τὸ πάρῃ, τὸ πάῃ μακριὰ καὶ τὸ κλείσῃ σὲ μιὰ σπηλιά, καὶ στείλῃ μήνυμα στοὺς γονεῖς, «Τὸ παιδὶ τό ᾽χω ἐγώ, τὸ κρατῶ, καὶ ἔχει ζωὴ δυὸ μέρες μόνο· ὕστερα ἀπὸ δυὸ μέρες, ἂν δὲν μοῦ στείλετε στὸ τάδε μέρος χίλιες λίρες, θὰ τὸ σκοτώσω», μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε τί θὰ γίνῃ στὸ σπίτι ἐκεῖνο; Ὁ πατέρας θὰ τρέξῃ σὰν τρελλὸς παντοῦ σὲ φίλους, θὰ πουλήσῃ ἀκόμα καὶ τὶς βέρες καὶ τὰ εἰκονίσματά του, θὰ βάλῃ ὑποθήκη καὶ τὸ σπίτι του, θὰ κλάψῃ θὰ παρακαλέσῃ, γιὰ νὰ μαζέψῃ τὸ ποσὸ ποὺ ζητάει ὁ λῃστής. Κι ὅταν βρῇ τὸ ποσὸ καὶ τὸ πάῃ στὸ μέρος ἐκεῖνο καὶ τὸ παιδὶ ἐλευθερωθῇ καὶ γυρίσῃ πίσω, τότε στὸ σπίτι θὰ γίνῃ χαρὰ ἀπερίγραπτῃ. Ναί, τὸ πλήρωσε τὸ παιδί, τὸ πλήρωσε χίλιες λίρες· θὰ ἦταν ἕτοιμος νὰ τὸ πληρώσῃ καὶ μὲ τὸ αἷμα του ἀκόμα, γιὰ νὰ τὸ γλυτώσῃ. Καταλαβαίνουμε λοιπὸν τί θὰ πῇ σκλαβιὰ προσωπική.
⃝ Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ποὺ κατοικοῦμε στὴ γωνιὰ αὐτὴ ποὺ κάθε πέτρα κρένει καὶ τὸ χῶμα της εἶνε ζυμωμένο μὲ αἷμα, καταλαβαίνουμε ἀκόμη τί θὰ πῇ σκλαβιὰ ἐθνική. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἔχουμε σήμερα ἕνα κομμάτι τῆς Ἑλλάδος, κομμάτι ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ ἑλληνικὸ ποὺ πλέει στὸ γαλάζιο, κομμάτι ποὺ ἄντεξε σ᾽ ὅλους τοὺς πειρασμούς· εἶνε ἡ Κύπρος, τὸ νησὶ ποὺ αἰῶνες ὁλόκληρους σέρνει τὶς ἁλυσίδες του. Ὅλοι μας, δεξιοὶ κι ἀριστεροὶ καὶ ὅλων τῶν χρωμάτων, φωνάζουμε «λευτεριὰ στὴν Κύπρο».
⃝ Καταλαβαίνουμε τὴ σκλαβιὰ τοῦ προσώπου, καταλαβαίνουμε τὴ σκλαβιὰ τῆς πατρίδος, καταλαβαίνουμε καὶ τὴ σκλαβιὰ γενικὰ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως εἶνε π.χ. οἱ μαῦροι· καταλαβαίνουμε δηλαδὴ καὶ καταδικάζουμε τὴν κοινωνικὴ σκλαβιά, τὴν ἀδικία καὶ ἐκμετάλλευσι τῶν λεγομένων προηγμένων τῆς Εὐρώπης εἰς βάρος τῶν θεωρουμένων ἀπολιτίστων ἰθαγενῶν.
Μέχρι ἐδῶ βλέπω ὅτι παρακολουθεῖτε· ἀπὸ ᾽δῶ κ᾽ ἐμπρὸς ὅμως φοβᾶμαι μήπως χασμουρηθῆτε. Ἄχ νά ᾽δινε ὁ Μεγαλοδύναμος, σήμερα τοῦ Ἀσώτου, ὅπως καταλαβαίνει ἡ μάνα τὴ σκλαβιὰ τοῦ παιδιοῦ, ὅπως καταλαβαίνουμε οἱ Ἕλληνες τὴ σκλαβιὰ τῆς Κύπρου, ὅπως καταλαβαίνουν ὅλοι τὴ σκλαβιὰ τῶν μαύρων ἢ τῶν ἐργατῶν, νὰ καταλάβουμε μιὰ ἄλλη σκλαβιά – βοηθῆστε, ἄγγελοι, νὰ τὴν καταλάβουμε. Ποιά εἶνε ἡ σκλαβιὰ αὐτή; Εἶνε ἡ σκλαβιὰ τῆς ψυχῆς. Ποιός τὸ καταλαβαίνει, ποιός κλαίει; Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα πρέπει νὰ κλάψουμε γιὰ τὸ πολυτιμότερο, γιὰ τὴν ἀτίμητη ψυχή μας.
Ἡ ψυχὴ εἶνε σκλάβα. Ποιός θὰ τὴν ἐλευθερώσῃ; ἄγγελος, ἀρχάγγελος, ἄνθρωπος; ἡ ἐπιστήμη, ἡ γνῶσις, τὸ χρῆμα; Τίποτε ἀπὸ αὐτά. Ἂν μ᾽ αὐτὰ ἡ ψυχὴ μποροῦσε νὰ ἐλευθερωθῇ, δὲν θὰ κατέβαινε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο.
Ἔφθασα, ἀδελφοί μου, στὸ πιὸ σπουδαῖο σημεῖο τῆς ὁμιλίας. Πῶς νὰ σᾶς τὸ δώσω νὰ τὸ καταλάβετε; Ὅταν πᾶτε στὸ σπίτι διαβάστε κάτι ποὺ θὰ σᾶς συστήσω.
Τὸ εἶπα κι ἄλλοτε καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω. Γονεῖς, μαζέψτε μέσα ἀπ᾽ τὶς σάκκες τῶν παιδιῶν σας, ὅσο εἶνε ἀκόμα νωρίς, ὅλα τὰ ἀκατάλληλα ἔντυπα, ποὺ δὲν κυκλοφοροῦν οὔτε στὰ ἄθεα κράτη. Εἶνε ἄθεοι, ναί, τοὺς κατηγοροῦμε· ἀλλὰ εἶνε ἠθικοί, δὲν ἔχουν τέτοια πράγματα. Ἐδῶ κυκλοφοροῦν οἱ πιὸ αἰσχρὲς ταινίες, τὰ πιὸ ἄθλια μυθιστορήματα. Ἔννοια σου, πατέρα, ἀδιαφορεῖς· ἐνδιαφέρεσαι μόνο πῶς θὰ γεμίσῃ τὸ ἔντερο τοῦ παιδιοῦ σου, νὰ φάῃ καλά, ἀλλὰ μὲ τί τρέφεται πνευματικῶς τὸ παιδί σου δὲν σ᾽ ἐνδιαφέρει· θὰ τὸ πληρώσῃς ὕστερ᾽ ἀπὸ λίγα χρόνια μὲ τόκο κ᾽ ἐπιτόκιο.
Λοιπὸν μαζέψτε καὶ κάψτε ὅλα αὐτὰ τὰ ἔντυπα πού ᾽νε γεμᾶτα μικρόβια. Καὶ πάρτε στὰ χέρια σας τὰ συναξάρια, τοὺς βίους τῶν ἁγίων, τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Φτάνει τὸ Εὐαγγέλιο. Πάρε καὶ διάβασε. Τί νὰ διαβάσῃς; Διάβασε τὴν Ἀποκάλυψι, νὰ δῇς ἐκεῖ πράγματα νὰ φρίξῃ τὸ μυαλό σου· κι αὐτὰ ὅλα γίνονται καὶ θὰ γίνουν στὶς ἡμέρες μας. Διάβασε τὸ πέμπτο (ε΄) κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως. Τί θὰ δῇς ἐκεῖ. Ἐνῷ σειόταν ἡ γῆ, ἄστραφτε καὶ βροντοῦσε ὁ οὐρανός, κ᾽ ἔβγαιναν θεριὰ μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴν ἄβυσσο, κ᾽ ἡ θάλασσα ἄφριζε καὶ τὰ ποτάμια φούσκωναν καὶ τὰ ἄστρα ἔπεφταν, ξαφνικὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, ἀκούει – τί· ἕνα ὁλόγλυκο τραγούδι ἐμπρὸς στὴν ἁγία Τριάδα, λὲς καὶ κελαϊδοῦσαν ἀηδόνια – γιατὶ ἡ πατρίδα τῆς μουσικῆς εἶνε ὁ οὐρανός. Τί ἔλεγε τὸ τραγούδι; Ἦταν ὁ ὕμνος τῶν Χριστιανῶν «ἐκ πάσης φυλῆς καὶ γλώσσης καὶ λαοῦ καὶ ἔθνους». Γονατιστοὶ ὅλοι μπροστὰ στὸ «ἐσφαγμένον ἀρνίον», στὸν θρόνο τοῦ αἰωνίου βασιλέως Χριστοῦ, ἔλεγαν· Σ᾽ εὐχαριστοῦμε, Χριστέ· σ᾽ εὐχαριστοῦμε, γιατὶ «ἐσφάγης καὶ ἠγόρασας τῷ Θεῷ ἡμᾶς ἐν τῷ αἵματί σου» (Ἀπ. 5,6-9). Ἤμασταν σκλαβωμένες ψυχὲς καὶ μᾶς ἐξαγόρασες μὲ τὸ τίμιό σου αἷμα. Μᾶς εἶχε μέσα στὴ σπηλιά του ὁ διάβολος, κλεισμένους μέσ᾽ στὰ πάθη μας, κ᾽ ἐσὺ πλήρωσες τὰ λύτρα. Τί πλήρωσε ὁ πατέρας γιὰ νὰ ἐλευθερώσῃ τὸ παιδί του; Χρήματα. Καὶ ὁ Χριστὸς τί πλήρωσε; Τὸ τίμιο αἷμα του. Ὅλες τὶς λίρες τῆς Ἀγγλίας, ὅλα τὰ χρήματα ποὺ ἔχουν στὰ σεντούκια τους οἱ ἄνθρωποι, ὅλο τὸ χρυσάφι τῆς γῆς, φέρτε το καὶ βάλτε το στὴ μιὰ μεριὰ τῆς ζυγαριᾶς. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τί νὰ βάλῃς· ἂν πιστεύῃς, μόλις πέσῃ ἐκεῖ – τί; Μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔσταξε ἀπὸ τὶς πληγὲς ποὺ τοῦ ἄνοιξαν ἡ λόγχη καὶ τὰ καρφιά. Αὐτὸ τὸ αἷμα, οἱ σταλαγματιὲς αὐτές, ἀξίζουν παραπάνω ἀπ᾽ ὅλο τὸ χρυσάφι τῆς γῆς. Αὐτὸ τὸ αἷμα εἶνε ποὺ λυτρώνει, σπάζει ἁλυσίδες. Μόλις πέσῃ μιὰ σταγόνα «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», ἡ ζυγαριὰ κλίνει πρὸς τὰ ἐκεῖ.
Ἄχ μάτια ἁμαρτωλά, ποὺ βλέπετε τὶς ἀνηθικότητες, εἶστε ἀνάξια νὰ βλέπετε τὸ δισκοπότηρο. Μέσα στὸ δισκοπότηρο δὲν εἶνε ἁπλῶς κρασί, δὲν εἶνε ἀσήμι καὶ χρυσάφι· εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας! Τὸ πιστεύεις; ἔμπα μέσ᾽ στὴν ἐκκλησιά· δὲν τὸ πιστεύῃς; πήγαινε ὅπου θέ᾽ς. Ἕνας νὰ μείνῃ μέσα στὴν ἐκκλησιά, νὰ συναισθανθῇ, νὰ πονέσῃ, νὰ κλάψῃ, νὰ πῇ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23,42). Σ᾽ εὐχαριστοῦμε, Χριστέ, ποὺ μὲ τὸ αἷμα σου μᾶς ἐξαγόρασες καὶ μᾶς ἔκανες «βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς» (Ἀπ. 5,10).
Θέλετε νὰ δῆτε τί ἀξίζει τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ; Ἐλᾶτε στὴν ἐκκλησία τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ποὺ ὑψώνεται ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου κ᾽ εἶνε τὰ χέρια του καρφωμένα καὶ λέγονται τὰ δώδεκα εὐαγγέλια. Πῶς τελειώνει ὅλη ἡ ἀκολουθία; Ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶνε γεμάτη σοφία, ὅλα αὐτὰ τὰ σφραγίζει μ᾽ ἕνα ἀπολυτίκιο· «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθεὶς τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις. Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι». Σὰν τὴ μάνα ποὺ πουλάει τὰ δαχτυλίδια της νὰ ξεσκλαβώσῃ τὸ παιδί, σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ πονάει καὶ πουλάει τὰ πάντα νὰ ξεσκλαβώσῃ μιὰ ψυχή, Χριστέ μου, μᾶς ἐξαγόρασας διὰ τοῦ τιμίου σου αἵματος. Αὐτὸ εἶνε, ἀδελφοί μου, τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Χριστέ, ποὺ ἔδωσες τὸν ἀέρα, τὸν ἥλιο, τὰ παιδιά, τὸν κόσμο, Χριστὲ ποὺ ἔχυσες τὸ αἷμα σου, σ᾽ εὐχαριστῶ.
* * *
Κ᾽ ἐμεῖς; Ἀνοίγουμε τὸ στόμα μας, λέμε τὸ
εὐχαριστῶ; Ἕνα εὐχαριστῶ δὲν λέμε. Ἕνα σκυλὶ ἔχεις στὴν αὐλή σου, τοῦ πετᾷς ἕνα
κόκκαλο καὶ κουνάει τὴν οὐρά του σὰν νὰ σοῦ λέῃ «ἀφεντικό, σ᾽ εὐχαριστῶ»· κ᾽
ἐμεῖς, χειρότερα ἀπὸ τὰ σκυλιὰ ἢ μᾶλλον σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα, δαγκώνουμε τὸ
χέρι τοῦ κυρίου μας· εἶδα σκυλὶ λυσσασμένο ποὺ δάγκωνε τὸ χέρι τοῦ ἀφεντικοῦ
του. Σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα γίναμε. Καμμιά φορὰ στὸν κόσμο δὲν ἔφτασε ἄλλος λαὸς
σὲ τέτοια ἀσέβεια καὶ βλασφημία ὅπως ἐμεῖς σήμερα. Τί νὰ τὶς κάνῃς τὶς
ἐκκλησιὲς κι ὅλα τὰ ἄλλα;
Ὦ Χριστέ, γενοῦ ἵλεως· ἀμήν.
Ὦ Χριστέ, γενοῦ ἵλεως· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Α΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ἡ ὁποία
ἔγινε στὸν ἱ. ν. Ἁγ. Ἰωάννου Προδρόμου Ν. Μαδύτου – Ἀθηνῶν τὴν 1-3-1964.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς μέσα στὸ cd 94α΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς μέσα στὸ cd 94α΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)
Ἐπιστολὴ Β΄ περὶ Ἡμερολογίου
Ἀγαπητέ μου κ.
Μάννη.
Πρὶν ἀπὸ πέντε
δεκαετίες περίπου, ἐρώτησα τὸν Πνευματικό μου νὰ μοῦ ἐξηγήσει καὶ νὰ μοῦ
διασαφήσει τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου. Μοῦ εἶπε λοιπὸν ὅτι, Πρόσεξε, ὁ θεῖος
Χρυσόστομος λέει ὅτι ὅποτε κοινωνήσεις τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τελεῖς Πάσχα· καὶ
ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει νὰ μὴν ἐξετάζουμε χρόνους καὶ καὶ καιρούς ὅπως κάνουν οἱ
Παλαιοημερολογῖτες, καὶ ἀκόμη ὅτι δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία ἂν ἑορτάσουμε τὸ Πάσχα
στὶς 20 ἢ τὶς 25 Μαρτίου ἢ ὁποιαδήποτε ἄλλη μέρα.
Αὐτὰ τὰ λόγια
μοῦ ἐδημιούργησαν μιὰ ἄλλη ἀπορία, ποὺ ὅσο τὴν ἐργαζόμουνα στὸ μυαλό μου τόσο
μεγάλωνε. Δηλαδὴ ἔλεγα, εἶναι τὸ ἴδιο ἡ Ἑορτὴ τοῦ Πάσχα μὲ τὴν θεία Κοινωνία;
Τότε γιατὶ νὰ ὑπάρχει ἡ Ἑορτὴ τοῦ Πάσχα; Καὶ γιατὶ αὐτὸς ποὺ θὰ κοινωνήσει ἂν
εἶναι νηστήσιμος ἡμέρα δὲν ἐπιτρέπεται νὰ καταλύσῃ στὰ πάντα ὅπως καταλύουμε τὴν
ἡμέρα τοῦ Πάσχα; Καὶ ἀκόμη αὐτὴ ἡ ἀπόλυτη ἐλευθερία νὰ ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα ὅποτε
θέλουμε δὲν μοῦ ἄρεσε καθόλου, γιατὶ ἤθελα καὶ ἐξακολουθῶ νὰ θέλω τὸ Πάσχα νὰ τὸ
ἑορτάζουμε ὅλοι τὴν ἴδια ἡμέρα.
Δὲν τολμοῦσα νὰ
ξαναρωτήσω τὸν Πνευματικό μου καὶ ἀποφάσισα τὸ θέμα αὐτὸ νὰ τὸ ἐξετάσω μόνος
μου.
Βρῆκα λοιπὸν τὸν
Τρίτο Λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου πρὸς τοὺς τὰ Πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας, δηλαδὴ
τοὺς πρωτοπασχῖτες καὶ τὸ ρητὸ τοῦ θείου Χρυσοστόμου γιὰ τὴν θεία
Κοινωνία.
Ἔλεγε:
«Οσάκις ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον, καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν
θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε. ῾Οσάκις δὲ εἰπὼν, κύριον ἐποίησε τὸν προσιόντα,
πάσης ἡμερῶν παρατηρήσεως ἀπαλλάξας αὐτόν».
Αὐτὰ ὅμως τὰ
ἔλεγε γιὰ νὰ γίνουν περισσότερο κατανοητὰ τὰ ἑξῆς λόγια ποὺ εἶπε στὴν
προηγούμενη παράγραφο:
«Ἐπειδὴ τὸ
παλαιὸν πάσχα τύπος ἦν τοῦ μέλλοντος ἔσεσθαι, ἔδει δὲ τὴν ἀλήθειαν ἐπιτεθῆναι τῷ
τύπῳ, πρότερον δείξας τὴν σκιὰν, τότε ἐπήγαγε τὴν ἀλήθειαν ἐπὶ τῆς τραπέζης· τῆς
ἀληθείας δὲ ἐπενεχθείσης, ἡ σκιὰ λοιπὸν ἀποκρύπτεται, καὶ οὐδὲ καιρὸν ἔχει. Μὴ
τοίνυν τοῦτο προβάλλου, ἀλλ' ἐκεῖνό μοι δεῖξον, ὅτι οὕτως ἐκέ-λευσε ποιεῖν ὁ
Χριστός. ᾿Εγὼ γὰρ τοὐναντίον δείκνυμι, ὅτι οὐ μόνον οὐκ ἐκέλευσε παρατηρεῖν
ἡμέρας, ἀλλὰ καὶ ἀπέλυσεν ἡμᾶς τῆς ἀνάγκης ταύτης. ῎Ακουσον γοῦν τί φησιν ὁ
Παῦλος· ὅταν δὲ τὸν Παῦλον εἴπω, τὸν Χριστὸν λέγω· ἐκεῖνος γάρ ἐστιν ὁ τὴν
Παύλου κινῶν ψυχήν. Τί οὖν οὗτός φησιν; ῾Ημέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ
καιροὺς καὶ ἐνιαυτούς. Φοβοῦμαι ὑμᾶς, μήπως εἰκῆ κεκοπίακα εἰς
ὑμᾶς».
Διαβᾶστε κ.
Μάννη τὶς Ἑρμηνεῖες τοῦ Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας καὶ τοῦ ἀειμνήστου Τρεμπέλα στὰ
παραπάνω λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ὡς ἑξῆς: «Ἀπὸ τὰ
λόγια ταῦτα τοῦ Ἀποστόλου εἶναι φανερόν, ὅτι οἱ ψευδοδιδάσκαλοι ἐκεῖνοι οἱ τοὺς
Γαλάτας πλανῶντες, δὲν ἐδίδασκον μόνον τὴν περιτομήν, ἀλλὰ καὶ τὰς ἑορτὰς τοῦ
χρόνου, καὶ τὰς νουμηνίας τὰ ὑπὸ τοῦ παλαιοῦ Νόμου παραδεδομένας». (Μετάφρασις
Νικοδήμου Ἁγιορείτου. Τόμος ΙΙ. Βενετία 1819). Ἀλλὰ καὶ ὁ Π. Τρεμπέλας τὸ
ἐδάφιον αὐτὸ τῆς εἰς Γαλάτας ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἑρμηνεύει ὡς ἑξῆς:
«Ἔτσι ἐκαταντήσετε νὰ φυλάττετε τὰς ἡμέρας ἐκείνας τῆς ἑβδομάδος, τὰς ὁποίας καὶ
οἱ Ἑβραῖοι, καὶ τὰς ἑορτὰς ἐκάστου μηνὸς καὶ τὰς ἑορτασίμους ἐποχὰς καὶ τὰς
ἑορτὰς τῶν ἐτῶν».
Γιατὶ λοιπὸν ὁ
θεῖος Χρυσόστομος εἶπε τὸ Ὁσάκις ἂν ἐσθίετε κ.λ.π. γιὰ νὰ τονίσει ὅτι ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος μ’ αὐτὸ τὸ «Ὁσάκις» μᾶς
κάνει κυρίους τοῦ χρόνου καὶ μᾶς ἀπαλλάσει ἀπὸ τὶς παρατηρήσεις χρόνων καὶ
καιρῶν.
Παρακάτω
ὑπάρχουν τὰ ἑξῆς λόγια τοῦ Χρυσοστόμου μάλιστα εἶναι σχεδὸν ἴδια μὲ τὰ λόγια ποὺ
μοῦ εἶπε ὁ Πνευματικός μου:
«ὅτι δὲ τῷ
δεῖνι μηνὶ καὶ τῷ δεῖνι ἐποίησε τὸ πάσχα, οὐδεὶς ἐκολάσθη ποτὲ οὐδὲ ἐνεκλήθη.
Καὶ τί λέγω περὶ ἡμῶν τῶν ἀπηλλαγμένων πάσης τοιαύτης ἀνάγκης, καὶ ἄνω
πολιτευομένων ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἔνθα μῆνες, καὶ ἥλιος, καὶ σελήνη, καὶ ἐνιαυτῷν
περίοδος οὐκ ἔστιν;».
«Οὐδὲ γὰρ ἡ
᾿Εκκλησία χρόνων ἀκρίβειαν οἶδεν· ἀλλ' ἐπειδὴ παρὰ τὴν ἀρχὴν πᾶσιν ἔδοξε τοῖς
πατράσι διῃρημένοις ὁμοῦ συνελθεῖν, καὶ ταύτην ὁρίσαι τὴν ἡμέραν, τὴν συμφωνίαν
πανταχοῦ τιμῶσα καὶ τὴν ὁμόνοια ἀγαπῶσα, κατεδέξατο τὸ ἐπιταχθέν. ῞Οτι γὰρ
ἀδύνατον ἢ ἡμᾶς, ἢ ὑμᾶς, ἢ ἕτερον ὁντιναοῦν αὐτῆς ἐπιλαβέσθαι τῆς κυριακῆς
ἡμέρας, ἱκανῶς ἐν τοῖς ἔμπροσθεν ἀποδέδεικται. Μὴ τοίνυν σκιομαχῶμεν, μηδὲ ὑπὲρ
τῶν τυχόντων φιλονεικοῦντες, ἐν τοῖς μεγάλοις ἑαυτοὺς καταβλάπτωμεν. Τὸ μὲν γὰρ
τῷδε ἢ τῷδε χρόνῳ νηστεῦσαι οὐκ ἔγκλημα, τὸ δὲ σχίσαι ᾿Εκκλησίαν, καὶ φιλονείκως
διατεθῆναι, καὶ διχοστασίας ἐμποιεῖν, καὶ τῆς συνόδου διηνεκῶς ἑαυτὸν
ἀποστερεῖν, ἀσύγγνωστον καὶ κατηγορίας ἄξιον, καὶ πολλὴν ἔχει τὴν
τιμωρίαν»
Σημειώνουμε ὅτι
σ’ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Χρυσοστόμου παραπέμπει καὶ ὁ ἱερὸς Νικόδημος στὴ σημείωσι
(1) τῆς Ἑρμηνείας τοῦ Ζ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος. Τὰ λόγια τοῦ θείου Νικοδημου
εἶναι: «Λέγει γὰρ (ὁ θεῖος Χρυσόστομος) ἐν αὐτῷ τῷ λόγῳ ὅτι τὸ νὰ νηστεύῃ τινὰς
καὶ τὸ νὰ κάμῃ Πάσχα εἰς τοῦτον τὸν καιρὸν ἢ ἐκεῖνον, μετὰ τὴν εἰκοστὴν πρώτην
τοῦ μαρτίου, θετέον, ὡς κάμνομεν ἡμεῖς οἱ Γραικοί, ἢ μετὰ τὴν ἐνδεκάτην Μαρτίου , ὡς κάμνουσι οἱ Λατῖνοι, τοῦτο δὲν
ἔγκλημα... τὸ δὲ σχίσαι τὴν Ἐκκλησίαν κ.λ.π. ὡς παραπάνω.
Μέχρι ἐδῶ ὅμως
κ. Μάννη μένουν αὐτοὶ ποὺ ἢ δὲν μποροῦν ἢ δὲν θέλουν νὰ παραδεχθοῦν τὸ νόημα τῶν
λόγων τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου καὶ τοῦ κορυφαίου θεολόγου τοῦ ἀρχεγόνου
Χριστιανισμοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἄν ἐξήταζαν προσεκτικὰ τὰ λόγια τῶν μεγάλων
αὐτῶν ἀνδρῶν νὰ ἔβλεπαν πὼς ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡμᾶς ἀνύψωσε στὴν ἐλευθερία τῆς
δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ εἰς δὲ τὴν ἐλευθερία αὐτὴ καραδοκεῖ νὰ μετάσχῃ ὅλη ἡ
κτίσις.
Ἀκόμη ἂν
πρόσεχαν αὐτὰ τὰ λόγια θὰ πειθαρχοῦσαν στὶς ἀποφάσεις τῶν Συνόδων καὶ στὶς ἱερὲς
παραδόσεις καὶ δὲν θὰ τολμοῦσαν ἀντὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ
Θεοῦ νὰ ἐπιβάλλουν στὸν τράχηλο τῆς Ἐκκλησίας τὸν ζυγὸν δουλείας ποὺ λέγει ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος τῶν ἀστρονομικῶν παρατηρήσεων μηνῶν καὶ καιρῶν καὶ
ἐνιαυτῶν.
Ἀλλὰ ἂς
προχωρήσουμε περισσότερο στὰ ἑξῆς λόγια τοῦ Χρυσοστόμου, ὁποῖος ἀπευθυνόμενος
στοὺς Πρωτοπασχῖτες τοὺς ὁποίους παραπάνω δίδαξε ὅτι δὲν πρέπει νὰ παρατηροῦν
χρόνους καὶ καιρούς τώρα τί τοὺς λέει; «σὺ δὲ οὐ προτιμᾷς τοῦ χρόνου τῆς
᾿Εκκλησίας τὴν συμφωνίαν, ἀλλ' ἵνα δόξῃς ἡμέρας παρατηρεῖν, εἰς τὴν κοινὴν
ἁπάντων ἡμῶν ἐμπαροινεῖς μητέρα, καὶ τὴν ἁγίαν διατέμνεις
σύνοδον;»
Τὰ ἀκοῦτε
αἱρετικοὶ πρωτοπασχῖτες; Βροντάει ὁ λόγος τοῦ Χρυσοστόμου. Ἐσεῖς λέει δὲν
προτιμᾶτε τὸν χρόνον τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ χρόνο τῆς Ἐκκλησίας
μιλᾶ ὁ θεῖος Πατήρ.
Γιατὶ αὐτὸς ὁ
χρόνος μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν παρατηρήσεων.
Καὶ ἀκοῦστε τί
λέει γιὰ ἐκείνους ποὺ δὲν ὑπακούουν στὸν χρόνο τῆς Ἐκκλησίας.
Σὰν μεθυσμένοι
λέει κακοποιεῖτε τὴν κοινὴν μητέρα (τὴν Ἐκκλησία) καὶ κοματιάζετε τὴν Ἱερὰν
Σύνοδο.
Καὶ σὲ κάποιο
ἄλλο σημεῖο τῆς ὁμιλίας του λέγει: τριακόσιοι πατέρες, ἢ καὶ πλείους, εἰς τὴν
Βιθυνῶν χώραν συνελθόντες ταῦτα ἐνομοθέτησαν· καὶ πάντας ἀτιμάζεις ἐκείνους;
Δυοῖν γὰρ θάτερον, ἢ ἄνοιαν αὐτῶν ὡς οὐκ ἀκριβῶς εἰδότων καταγινώσκεις, ἢ
δειλίαν, ὡς εἰδότων μὲν, ὑποκριναμένων δὲ καὶ προδόντων τὴν
ἀλήθειαν.
Ὅσοι δὲν
συμμορφώνονται δηλαδὴ στὸν χρόνο στὸν ὁποῖο ὥρισε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος,
σημαίνει ἓν ἐκ τῶν δύο:
Ἤ θεωροῦν τοὺς
Πατέρας ἀνοήτους ὡσὰν νὰ ἀγνοοῦσαν τὸ ζήτημα τοῦ χρόνου τοῦ Πάσχα,
Ἢ δειλοὺς τοὺς
κατηγοροῦν ὅτι τάχα ἐγνώριζαν τὴν ἀλήθειαν καὶ τὴν πρόδωσαν.
Αὐτὰ λέγει ὁ
ἱερὸς Χρυσόστομος γιὰ τοὺς παραβάτες τῶν διορισμῶν τῆς Α΄Συνόδου.
Ὅσοι λοιπὸν
στηρίζονται στὰ λόγια τοῦ θείου Χρυσοστόμου καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι μπορεῖ κανεὶς
νὰ καταργήσῃ ἢ νὰ μεταθέσῃ τὸ χρόνο τῆς Ἐκκλησίας πλανῶνται πλάνη οἰκτράν. Γιατὶ
ὁ θεῖος Πατήρ ναί μεν ὁμιλεῖ γιὰ τὴν Νέα Κτίσι στὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει ὁ ζυγὸς
τῶν παρατηρήσεων χρόνων καὶ καιρῶν, ἀντιδιαστέλει ὅμως μὲ ἀπόλυτη διαύγεια
τὸν χρόνο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ νομοθετήθηκε γιὰ τὴν Ἑορτὴ τοῦ Πάσχα ἀπὸ τὴν Α΄
Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ στὸ χρόνο αὐτὸ συμπεριλαμβάνεται καὶ ὁ χρόνος ποὺ κατὰ
καιροὺς οἱ Θεοφόροι Πατέρες ὥρισαν γιὰ τὶς νηστεῖες καὶ τὸν ἑορτασμὸ ὅλων τῶν
Κινητῶν καὶ ἀκινήτων Ἑορτῶν. Οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, αὐτὸν τὸν χρόνο
ὑπερασπιζόμαστε. Καὶ αὐτὸν τὸν χρόνο φυλάττουμε.
Ὅσο καὶ νὰ ἤθελα
νὰ μὴ γράψω τίποτε δικό μου δὲν τὸ ἀπέφυγα. Ἐσὺ κ. Μάννη σκέψου ὅτι μὲ τὴν ὀλίγη
μου παίδευση τὰ ἔγραψα, καλοπροαίρετα ὅμως τὰ ἔγραψα.
Ὁ Θεὸς μαζί
σου.