Ἄγνωστο πῶς

τότε δὲν ξέρεις ἂν πρέπει νὰ γελάσεις ἢ ἐὰν πρέπει νὰ ἀπαντήσεις παραθέτοντας ἕνα πρὸς ἕνα τὰ στάδια -ἀπὸ τὸ 1988- τῆς ἑλληνικῆς ὑποχωρητικότητας, ἀφέλειας, ἀδιαφορίας τῶν ἐλίτ, φυγῆς τους στὸ κοινὸ εὐρωπαϊκὸ μέλλον, καὶ (μεταξὺ ἄλλων) τῆς συνδρομῆς τῶν ἑλληνικῶν ΜΜΕ καὶ τουρκοσειρῶν στὴν δημιουργία τοῦ κλίματος ἐγκάρδιας φιλίας μὲ τὴν Τουρκία, καὶ ὑποχωρητικότητας πρὸς αὐτήν, μὲ τὴν Κύπρο κατεχόμενη. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Ἕλληνας ἔχει πλέον μνήμη χρυσόψαρου, μὲ τόση «πληροφορία» ποὺ δέχεται. Ἐντάξει ὅμως, δὲν ἔχουμε ὅλοι τέτοια μνήμη, οὔτε τὸ 2000 ἐκλαμβάναμε ὅλοι στὴν ὀνομαστική τους ἀξία ὅσα ἔλεγε ὁ Ἐρντογάν, κι ὅσα φύκια πούλαγε γιὰ μεταξωτὲς κορδέλες τὸ τουρκικὸ «ἐκσυχρονιστικὸ Ἰσλάμ». Ἀποδείχτηκε ὅτι -πέρα ἀπὸ εὔκολες ταμπέλες- εἴχαμε δίκαιο, κι ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἐπὶ δεκαετίες ἔκαναν καὶ κάνουν λόγο γιὰ «ἐπαγγελματίες τουρκοφάγους» εἶχαν, ἔχουν καὶ θὰ ἔχουν πάντα ἄδικο, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ἀμήν.




Ἁ­γι­α­σμέ­νη Ἑλ­λά­δα! Εἶ­σαι ἁ­γι­α­σμέ­νη, για­τί εἶ­σαι βα­σα­νι­σμέ­νη.



Τοῦ Φώ­τη Κόν­το­γλου 

Γιὰ νὰ μὴν πά­ρω τοὺς πο­λὺ πα­λη­ούς, παίρ­νω δύ­ο τρεῖς ἀ­πὸ ἐ­κεί­νους ποῦ ἀ­γω­νι­σθή­κα­νε γιὰ τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α τῆς Ἑλ­λά­δας, ποῦ ὅ­πο­τε μι­λᾶ­νε γιὰ τὴ λευ­τε­ριά, μι­λᾶ­νε καὶ γιὰ τὴ θρη­σκεί­α.


Ὁ Ρή­γας Φε­ραῖ­ος λέ­γει: «Νὰ κά­νου­με τὸν ὅρ­κο / ἀ­πά­νω στὸ Σταυ­ρό”. Ἕ­νας ἄλ­λος ποι­η­τὴς γρά­φει: «Γιὰ τῆς πα­τρί­δας τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α / γιὰ τοῦ Χρί­στου τὴν πί­στη τὴν ἁ­γί­α / γι’ αὐ­τὰ τὰ δύ­ο πο­λε­μῶ, / μ’ αὐ­τὰ νὰ ζή­σω ἐ­πι­θυ­μῶ_ / κι ἂν δὲν τὰ ἀ­πο­χτή­σω / τί μ’ ὠ­φε­λεῖ νὰ ζή­σω;»

Τοῦ Σο­λω­μοῦ ἡ ψυ­χὴ εἶ­ναι θρεμ­μέ­νη μὲ τὴ θρη­σκεί­α, γι’ αὐ­τὸ μο­σκο­βο­λοῦ­νε τὰ ποι­ή­μα­τά του ἀ­πὸ δαύ­τη. Κι αὐ­τὴ τὴ μο­σκο­βο­λιὰ τὴ νιώ­θει κα­νέ­νας στὴν Ἡ­μέ­ρα τῆς Λαμ­πρῆς, στὴ Δέ­η­ση τῆς Μα­ρί­ας, στὴ Φαρ­μα­κω­μέ­νη, Εἰς Μο­να­χήν, στὸν Ὕ­μνο τῆς Ἐ­λευ­θε­ρί­ας, στὸ Δι­ά­λο­γο καὶ σὲ πολ­λὰ ἄλ­λα Οἱ ἀ­γράμ­μα­τοι ποι­η­τὲς τῶν βου­νῶν, μέ­σα στὰ τρα­γού­δια ποὺ κά­να­νε, καὶ ποὺ δὲ θὰ τὰ φτά­ξει πο­τὲ κα­νέ­νας γραμ­μα­τι­ζού­με­νος, μι­λᾶ­νε κά­θε τό­σο γιὰ τὴ θρη­σκεί­α μας, γιὰ τὸ Χρι­στό, γιὰ τὴν Πα­να­γι­ά, γιὰ τοὺς δώ­δε­κα Ἀ­πο­στό­λους, γιὰ τοὺς ἁ­γί­ους. Πολ­λὲς πα­ροι­μί­ες καὶ ρη­τὰ καὶ λό­γι­α ποὺ λέ­γει ὁ λα­ός μας, εἶ­ναι παρ­μέ­να ἀ­πὸ τὰ γράμ­μα­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.  

Ἡ Ρω­μη­ο­σύ­νη εἶ­ναι ζυ­μω­μέ­νη μὲ τὴν Ὀρ­θο­δο­ξί­α, γι’ αὐ­τὸ Χρι­στια­νὸς κ’ Ἕλ­λη­νας ἤ­τα­νε τὸ ἴ­διο. Ἀ­πὸ τό­τε ποὺ γι­νή­κα­νε χρι­στια­νοὶ οἱ Ἕλ­λη­νες, πή­ρα­νε στὰ χέ­ρια τους τὴ ση­μαί­α τοῦ Χρί­στου καὶ τὴν κά­να­νε ση­μαί­α δι­κή τους: Πί­στις καὶ Πα­τρίς! Πο­τά­μι­α ἑλ­λη­νι­κὸ αἷ­μα χυ­θή­κα­νε γιὰ τὴν πί­στη τοῦ Χρι­στοῦ, ἀ­πὸ τὰ χρό­νι­α του Νέ­ρω­να καὶ τοῦ Δι­ο­κλη­τι­α­νοῦ, ἕ­ως τὰ 1838, ποῦ μαρ­τύ­ρη­σε ὁ ἅ­γι­ος Γε­ώρ­γι­ος ὁ ἐξ Ἰ­ω­αν­νί­νων. Ποιὰ ἄλ­λη φυ­λὴ ὑ­πό­φε­ρε τό­σα μαρ­τύ­ρι­α γιὰ τὸ Χρι­στό; Αὐ­τὸ τὸ ἀ­κα­τά­λυ­το ἔ­θνος ποὺ ἔ­πρε­πε νὰ πλη­θύ­νει καὶ νὰ κα­πλαν­τί­σει τὸν κό­σμο, ἀ­πό­μει­νε ὀ­λι­γάν­θρω­πο για­τί ἀ­πο­δε­κα­τί­σθη­κε ἐ­πὶ χί­λι­α ὀ­χτα­κό­σι­α χρό­νι­α ἀ­πὸ φυ­λὲς χρι­στι­α­νο­μά­χες.
Ἁ­γι­α­σμέ­νη Ἑλ­λά­δα! Εἶ­σαι ἁ­γι­α­σμέ­νη, για­τί εἶ­σαι βα­σα­νι­σμέ­νη. Κι ἡ κά­θε γιο­ρτή σου μνη­μο­νεύ­ει κ’ ἕ­να μαρ­τύ­ρι­ό σου. Τὰ πά­θη τοῦ Χρι­στοῦ τὰ ‘κα­νες δι­κά σου πά­θη, τὰ μαρ­τύ­ρι­α τῶν Ἁ­γί­ων εἶ­ναι δι­κά σου μαρ­τύ­ρι­α. Ὁ δι­κός σου ὁ κλῆ­ρος στά­θη­κε ἡ πί­κρα. Θλί­βε­σαι μὲ τὸν Χρι­στό, θλί­βε­σαι μὲ τὴν Πα­να­γι­ά, μαρ­τυ­ρᾶς μα­ζὶ μὲ τοὺς μάρ­τυ­ρες τῆς πί­στης κι ὁ­λο­έ­να κλαῖς σὰν θρη­νη­τι­κὸ τρυ­γό­νι στὰ ἁ­γι­α­σμέ­να μνη­μού­ρια ποῦ ‘ναι φυ­τρω­μέ­να ἀ­πά­νω τους ἀ­γρι­ο­χόρ­τα­ρα καὶ φλυ­σκού­νι­α.

Πλὴν ἡ θλί­ψη σου ἐ­σέ­να εἶ­ναι κά­ποια θλί­ψη χα­ρο­ποι­ά, γε­μά­τη ἐλ­πί­δα κι ἀ­θα­να­σί­α. «Καὶ γὰρ ἐν ὄ­ψει ἀν­θρώ­πων ἐ­ὰν κο­λα­σθῶ­σιν, ἡ ἐλ­πὶς αὐ­τῶν ἀ­θα­να­σί­ας πλή­ρης» κα­τὰ τὸν Σο­λο­μών­τα. Αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ «χα­ρο­ποι­ὸν πέν­θος», ἡ «χαρ­μο­λύ­πη» ποῦ λέ­γει ὁ ἅ­γι­ος Ἰ­ω­άν­νης τῆς Κλί­μα­κος. Εἶ­ναι ἡ ἀ­λη­θι­νὴ χα­ρὰ ποὺ ξα­γο­ρά­ζε­ται μο­νά­χα μὲ τὸν πό­νο.

 Ἀ­πὸ τὸ βι­βλί­ο «Πα­να­γί­α καὶ Ὑ­πε­ρα­γί­α» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ

Ρω­μη­ο­σύ­νη καὶ Ὀρ­θο­δο­ξί­α εἶ­ναι ἕ­να πράγ­μα.

Ἀ­πὸ τὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ «Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ» Ἐ­νο­ρί­ας Τι­μί­ου Προ­δρό­μου Λι­σβο­ρί­ου Λέ­σβου τεῦ­χος 59

https://enromiosini.gr/arthrografia/h-panagia-kai-o-laos/ 

Ἂς τ᾿ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ ἄθεοι....

«Θε­ὸς παντο­δύναμος εἶνε· μπο­ροῦσε ὡς μαθη­τὰς καὶ συν­ερ­γάτες του νὰ πά­ρῃ βασιλιᾶδες, στρα­τηγούς, πλουσίους, ἐπι­στήμονες. Δὲν πῆ­ρε ἀπ᾽ αὐτούς. Διά­λεξε ψαρᾶδες. Γιατί; Ἄχ αὐτὴ ἡ θρησκεία μας τί μεγαλεῖο ἔχει! Ἂν ὁ Χριστὸς διάλεγε βασιλιᾶδες, οἱ ἄνθρωποι θά ᾽λε­γαν· Ἡ Ἐκκλησία δι­αδόθηκε μὲ στρατοὺς καὶ ὅ­πλα. Ἂν διάλεγε πλουσίους, θά ᾽λεγαν· Τὸ χρῆ­μα ἦταν ποὺ τράβηξε τὰ πλήθη. Κι ἂν διάλεγε ἐπιστήμονες, θά ᾽λε­γαν· Μὲ τὴ δύναμι τῆς γνώσεως ἐπι­κράτησε. Διάλεξε ψαρᾶ­δες, κι αὐ­τὸ ἦ­ταν τὸ μεγάλο θαῦ­μα· δώδεκα ἀ­δύναμοι ἄν­θρωποι ἀποδείχθηκαν ἀ­νώτεροι ἀπ᾽ ὅλο τὸν κόσμο. Πῶς; Μὲ τὴ δύνα­μι ποὺ πῆ­ραν ἀπὸ τὸ Χριστό, δύναμι ὑπερφυσική.
Αὐτὸ ἀποδεικνύει, ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινὴ ἑκατὸ τοῖς ἑκατό. Δὲν ξεκίνησε ἀπὸ βασιλικὰ ἀνάκτορα, ἀπὸ ῥητορικὲς σχολές, ἀπὸ φιλοσοφικὲς στοὲς καὶ ἀκαδημίες· ξεκίνησε ἀπὸ ψαρᾶδες. Γι᾽ αὐτὸ εἶνε ζωντανή. Εἶ­νε δέντρο μὲ τόσο βαθειὲς ῥίζες, ποὺ κανένας σατανᾶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ξερριζώσῃ».

Ἂς τ᾿ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ ἄθεοι, ποὺ περιμέ­νουν ὅτι σήμερα – αὔριο ἡ Ἐκκλησία σβήνει καὶ κάνουν διάφορα σχέδια. Ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς θέ­λουν νὰ τὴν ἀπογυμνώσουν ἀπὸ κάθε περιουσία, ἄλλοι νὰ πάψουν νὰ χτυποῦν οἱ καμ­πάνες γιατὶ τάχα ἐνοχλοῦν, ἄλλοι νὰ ἐξοντώσουν τοὺς κληρικούς, ἄλλοι νὰ τὴν κάνουν ἀνυπόληπτη στὸ λαὸ διδάσκοντας ἀθεΐα καὶ στὰ μικρὰ παιδιά. Ἂς γνωρίζουν πώς, ὅ,τι κι ἂν κάνουν, κι ὅλοι οἱ δαίμονες νὰ βγοῦν ἀπ᾽ τὸν ᾅδη, δὲν θὰ μπορέσουν νὰ νικήσουν τὴν Ἐκκλησία. Τὴν φύτευσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ διαβεβαίωσε· «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18).


(Ἀπό ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου. Ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παρασκευῆς Φούφα – Ἑορδαίας τὴν 10-7-1983)