Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης Γκολούμπεφ (κατά κόσμον Αλέξιος) γεννήθηκε το 1896 στο Κίεβο. Πατέρας του ήταν ο Στέφανος Γκολούμπεφ (+1920, Καθηγητής της Θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου, γιος του Πρωτοπρεσβυτέρου Τιμοθέου Γκολούμπεφ και γαμπρός του Καθηγητού της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας Φιλίππου Τερνόφσκι [+1884]) και αδελφός του ο Βλαδίμηρος Γκολούμπεφ (+1914, Πρόεδρος της πατριωτικής οργάνωσης "Δικέφαλος Αετός").
Απόφοιτος της Θεολογικής Ακαδημίας της Μόσχας, έγινε μοναχός το 1919 από τον μετέπειτα Ιερομάρτυρα Θεόδωρο Ποζντιέφσκι (+1937, ηγέτης της λεγόμενης ομάδας "Ντανίλοφ", δηλαδή των μη-μνημονευτών της Μονής Αγίου Δανιήλ Μόσχας, Ιερομαρτύρων Παρθενίου Μπριάνσκ, Δαμασκηνού Τσέντρικ και άλλων, μαρτυρησάντων το 1937, που διέκοψαν το μνημόσυνο του Μητροπολίτου Σεργίου, λόγω του συμβιβασμού του με το άθεο Σοβιετικό Κράτος) και το 1921 χειροτονήθηκε ιερομόναχος από τον ίδιο τον Πατριάρχη Μόσχας Άγιο Τύχωνα (+1925).
Ο π. Ερμογένης είχε ιδρύσει και την "Αδελφότητα του Οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου", με στόχο την πνευματική ενίσχυση του μοναχισμού. Συνελήφθη για πρώτη φορά τη Μεγάλη Πέμπτη του 1923 και παρέμεινε εξόριστος μέχρι τον Δεκέμβριο του 1924, ενώ το 1926 εκλέχθηκε (παμψηφεί!) ηγούμενος των 600 διωχθέντων μοναχών της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου (η οποία είχε παραδοθεί από τους Μπολσεβίκους στους νεοημερολογίτες "Ανακαινιστές" της "Ζωντανής Εκκλησίας") μέχρι το 1931, έτος το οποίο συνελήφθη ξανά από τους Κομμουνιστές και καταδικάστηκε ως μέλος της "εν Κιέβω αντεπαναστατικής οργανώσεως "Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία"" σε θανατική ποινή, η οποία μετεβλήθη σε δεκαετή κάθειρξη (απελευθερώθηκε στα οκτώ έτη, λόγω σοβαρής πνευμονικής νόσου που εμφάνισε).
Μετά την απελευθέρωσή του υπηρέτησε στην πόλη Αστραχάν και μετέπειτα στην Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν μέχρι και το 1953, έτος κατά το οποίο χειροτονήθηκε Επίσκοπος Τασκένδης (Καζακστάν) και Κεντρικής Ασίας.
Έκτοτε εγκαινιάζει ένα νέο είδος αντιστάσεως κατά της αθεϊστικής δικτατορίας, πρωτοφανές και εντυπωσιακό! Χρησιμοποιεί τα ίδια τα κείμενα και τους νόμους των Κομμουνιστών και τα στρέφει εναντίον τους. Εδώ πρέπει να σημειωθεί το εξής πολύ σημαντικό: το Σοβιετικό Κράτος δεν είχε ποινικοποιήσει επίσημα την πίστη στον Χριστό, αλλά δίωκε τους Χριστιανούς χρησιμοποιώντας άλλου είδους κατηγορίες, όπως: «αντισημιτισμός», «συμμετοχή σε αντεπαναστατική οργάνωση», «δυσφήμηση του σοβιετικού κράτους» και άλλες, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε την ηθική τους δολοφονία μέσω των Μέσων Ενημέρωσης (δηλαδή ότι περίπου γίνεται σήμερα και στα δεξιά αθεϊστικά Κράτη). Θεωρητικά λοιπόν εμφανιζόταν ως ένα απλά ανεξίθρησκο κράτος. Βλέποντας αυτήν την υποκρισία ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης, αποφάσισε να τους αντιμετωπίσει με τα ίδια τους τα όπλα.
Όταν προσπάθησαν να σφραγίσουν τους ναούς της επαρχίας του επισκέφθηκε τους αρμόδιους εκπροσώπους των αρχών και άρχισε να τους κατηγορεί για ...αντισοβιετισμό και σαμποτάζ εναντίον του σοβιετικού καθεστώτος, παρουσιάζοντάς τους αποσπάσματα από έργα του Λένιν, που είχε γράψει πως «οι άνθρωποι πρέπει να είναι απαλλαγμένοι από επαίσχυντες αστυνομικές διώξεις για την πίστη τους»! Ο Επίτροπος για τις Θρησκευτικές Υποθέσεις έγραψε στην έκθεσή του ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης ήρθε σε αυτόν και άρχισε να παραθέτει από το περιοδικό "Κομμουνιστής" αρ. 5 του 1962, αποσπάσματα από το άρθρο "Φιλοσοφικές αρχές του Βλαδιμήρου Λένιν" απαιτώντας την αυστηρή εφαρμογή τους! Η παράδοξη και επιθετική τακτική του Αρχιεπισκόπου έκανε τους αθέους να χάσουν το έδαφος κάτω από τα πόδια, χωρίς να ξέρουν πώς να αντιδράσουν!
Το 1956 εξαπάτησε το Σοβιετικό Κράτος ζητώντας άδεια για την αναστήλωση τάχα παλαιού ιστορικού ναού του Αγίου Παντελεήμονος, την οποία χρησιμοποίησε για την ανέγερση του νέου εντυπωσιακού ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, χωρητικότητας 4.000 πιστών. Με την ίδια τακτική αναστήλωσε και έκτισε και άλλους ναούς.
Για τις παραπάνω ενέργειες το 1960 εκδιώχθηκε από την έδρα ανεπισήμως (το Κράτος του έδωσε "υποχρεωτική άδεια" για ...ενάμιση χρόνο!). Το 1963 ανέλαβε την Αρχιεπισκοπή Καλούγκα και Μπορόφσκ μέχρι την αποπομπή του το 1965, εξαιτίας της συνεχούς αντιδράσεώς του στις ενέργειες του Σοβιετικού Κράτους. Ήδη από το 1959, ο Κρατικός Επίτροπος Θρησκευτικών Υποθέσεων του Ουζμπεκιστάν έγραφε: "Παρατηρώντας τις δραστηριότητες του Αρχιεπισκόπου Ερμογένη με έπεισε ότι είναι πολύ εχθρικός προς τη Σοβιετική πραγματικότητα. Χωρίς να ικανοποιείται από τον ρόλο της Εκκλησίας που καθορίστηκε από τη Σοβιετική Πολιτεία, ο Ερμογένης με τις δραστηριότητές του καταπατά κατάφωρα τη σοσιαλιστική νομιμότητα, όντας οπαδός του εχθρού του σοβιετικού συστήματος - του πρώην Πατριάρχη Tύχωνα".
Ο υπ᾿ αυτού χειροτονηθείς π. Παύλος Αντίλγκιμ (+2013, επίσης φυλακισθείς επί τριετία για "συκοφαντική δυσφήμιση του σοβιετικού συστήματος" και δολοφονηθείς από έναν δαιμονισμένο, ο οποίος μαχαιρώνοντάς τον φώναξε: "Αυτό διατάζει ο Σατανάς!") θυμάται για τον Αρχιεπίσκοπο Ερμογένη: "Στα σοβιετικά χρόνια, υπήρχε μια αυστηρή διαδικασία για τη χειροτονία του κληρικού. Ο επίσκοπος έπρεπε να "συμφωνήσει" με την Κυβέρνηση για την υποψηφιότητα του ιερέα πριν από το χειροτονία και το διορισμό του (σημ. ημ. έτσι μέσω της Δεσποτοκρατίας ελέγχουν τα άθεα Κράτη την επίσημη Εκκλησία). Φαίνεται απίστευτο, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης δεν τήρησε αυτήν την εντολή... Επίσης με Διάταγμά του απαγόρευε στους κατώτερους κληρικούς να δίνουν δώρα σε όσους βρίσκονται σε ανώτερες θέσεις και μόνο οι ανώτεροι επιτρεπόταν να δίνουν δώρα στους νεότερους. Αυτή η απόφαση κατέστησε αδύνατη τη Σιμωνία και τη διαφθορά. Τέλος, για τη σταθερότητα και την πίστη του στο καθήκον του Επισκόπου, ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης έχασε τη θέση του".
Εκείνη την εποχή, ετοιμαζόταν μια ριζική μεταρρύθμιση της ενοριακής διοίκησης, σύμφωνα με την οποία ο ιερέας στερούταν κάθε δικαίωμα στην ενορία. Ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης ήταν ένθερμος αντίπαλος αυτής της μεταρρύθμισης. Για αυτόν τον λόγο, δεν προσκλήθηκε στην Αρχιερατική Σύνοδο. Εν συνεχεία, έγραψε επιστολές διαμαρτυρίες προς τον Χρουστσόφ και σε άλλους υψηλόβαθμους Κομμουνιστές, όπου αναφέρει λεπτομερώς άρθρα του Συντάγματος, διατάγματα του Λένιν και αποφάσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος, που καταπατούνται από τις τοπικές αρχές. Η επιχειρηματολογία της καταπάτησης των ίδιων αποφάσεων της ηγεσίας του κόμματος ήταν τόσο τεκμηριωμένη που προκάλεσε πανικό στους διώκτες. Ταυτόχρονα, ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης ανέφερε πολλά συγκεκριμένα παραδείγματα για το παράνομο κλείσιμο εκκλησιών και την παραβίαση των δικαιωμάτων των πιστών, ενώ αρνήθηκε απότομα να συμμορφωθεί με την εντολή του Επιτρόπου Θρησκευμάτων για να του δώσει λίστες με εκείνους τους ανθρώπους που έρχονται να βαπτίσουν τα παιδιά τους! Ταυτόχρονα, η αθεϊστική προπαγάνδα εντάθηκε επειγόντως στην επαρχία του Αρχιεπισκόπου Ερμογένους· μόνο το 1965, έγιναν 2.768 αθεϊστικές διαλέξεις, δηλαδή 7 διαλέξεις ανά ημέρα, ενώ το όνομα του ηρωϊκού Αρχιεπισκόπου δυσφημούταν καθημερινά στα τοπικά μέσα ενημέρωσης με κάθε δυνατό τρόπο. Αυτό όμως δεν είχε αποτέλεσμα, αφού ο Επίτροπος αναγκάστηκε να αναφέρει στις αρχές ότι ο αριθμός των βαπτισμένων αυξήθηκε στις περιοχές αυτές από 60 σε 87%, ενώ αυξήθηκε κατακόρυφα και ο αριθμός των ενοριτών.
Οι αρχές συνειδητοποίησαν ότι στο πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Ερμογένη είχαν έναν πολύ δύσκολο και αποφασισμένο αντίπαλο, με τον οποίο δεν μπορούσαν να αναμετρηθούν. Επιπλέον, οι επιστολές διαμαρτυρίες του έγιναν γνωστές και στο εξωτερικό. Αυτό το γεγονός ληταν αρκετό για να κατηγορηθεί για αντικρατικές δραστηριότητες και υποστήριξη του ...ιμπεριαλισμού και του παγκόσμιου καπιταλισμού! Το 1965 το υποταγμένο στο Σοβιετικό Κράτος Πατριαρχείο τον έθεσε σε αργία και ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης τέθηκε σε περιορισμό στην ιστορική Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Ζιροβίτσκι της Λευκορωσίας, στην οποία έζησε τα τελευταία δεκατρία χρόνια της ζωής του.
Σε αυτήν τον προσέγγισε, κατόπιν συστάσεως του Αρχιεπισκόπου Χιλής Λεοντίου και ένας μοναχός για να χειροτονηθεί ιερέας για την Εκκλησία των Κατακομβών, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης τον ενημέρωσε πως ακόμη και στην απομόνωση που βρίσκεται παρακολουθείται στενά από κομμουνιστές πράκτορες και αν τον χειροτονήσει ίσως θέσει σε κίνδυνο τους πιστούς των Κατακομβών, που θα αποκαλύπτονταν.
Το 1967, από την απομόνωση, ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης απέστειλε μία φοβερή Επιστολή με την οποία δήλωσε πως παρά την παρουσία Χάρης στο Πατριαρχείο Μόσχας, η Ιεραρχία του δεν είναι νόμιμη, επειδή οι Αρχιερείς δεν εκλέγονται από τον πιστό κλήρο και λαό, αλλά διορίζονται από το άθεο Κράτος. Πρέσβευε πως πρέπει να επέλθει πραγματικός διαχωρισμός Εκκλησίας - Κράτους, ώστε η πρώτη να καταστεί, ως οργανισμός, πραγματικά ανεξάρτητη από το δεύτερο, και μάλιστα βάσει της ίδιας της νομοθεσίας που αυτό δημιούργησε για την ταπείνωση και τη φθορά της.
Ακόμη και κατά τον 13ετή εγκλεισμό του στο μοναστήρι δεν αφέθηκε ήσυχος. Του απαγορεύτηκε αρχικά να λειτουργεί, μετά να κηρύττει, έπειτα να ψάλλει και στο τέλος ακόμη και απλά να παρευρίσκεται μέχρι το τέλος των Ακολουθιών, επειδή πλήθος ανθρώπων τον περιέβαλε και ζητούσε την ευλογία του!
Ο Αρχιεπίσκοπος Ερμογένης κοιμήθηκε περιφρονημένος το 1978, στις 25 Μαρτίου, με το παλαιό ημερολόγιο, ημέρα του Ευαγγελισμού (την ίδια ημέρα με τον Πατριάρχη Μόσχας Άγιο Τύχωνα, 53 χρόνια μετά) και προβλέποντας την κοίμησή του ζήτησε να ταφεί στο αγαπημένο του Κίεβο, στο οποίο άρχισε τους, υπέρ της Ορθοδοξίας, αγώνες του. Σε δύο γυναίκες που τον είχαν συναντήσει λίγες μέρες πριν την κοίμησή του είχε πει: "Ελάτε στο Κίεβο, θα σας δω σύντομα". Η σοβιετική κυβέρνηση που τον φοβόταν ακόμη και νεκρό, επί δύο εβδομάδες δεν έδινε άδεια για την ταφή του. Όμως, παρά μια τέτοια καθυστέρηση, και σύμφωνα με μααρτυρίες αρκετών αυτοπτών, το σώμα του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά και μέχρι την ταφή του (στο νεκροταφείο Κορτσεβάτσκι στο Κίεβο), όχι μόνο δεν υπέστη φθορά, αλλά άρχισε και να ευωδιάζει πιστοποιώντας την αγιότητα του.
https://psmb.ru/a/sorabotnik-boga.html
http://www.regels.org/Hermogen-Yakunin.htm
https://www.pravmir.ru/byt-svobodnym-vo-xriste-arxiepiskop-ermogen-golubev/
Νικολάου Μάννη, Ο Λέων της Ορθοδοξίας: Ο Αρχιεπίσκοπος Χιλής Λεόντιος (1904-1971) και η προσφορά του στην Αληθινή Ορθοδοξία (υπό έκδοση).