Κυριακή 18 Απριλίου 2021

Αριστείδης Π. Δασκαλάκης: «Λύπης ιατρός εστίν ανθρώποις λόγος (Μένανδρος)»

 


Λίγα  φτωχά λόγια , αντίδωρο παραμυθίας  για τους αδελφούς.

Πολύ προβληματισμό  και θλίψη προκαλεί η εκδημία ορθοδόξων κληρικών. Η απώλεια προμάχων της Ορθοδοξίας,  όπως προσφάτως του αξίου ιερέως π Σαράντη Σαράντου και τώρα του π Νικολάου Μανώλη. Η δοκιμασία εν ασθενεία άλλων.

Συνταρακτική η είδηση της απώλειας του πατρός Νικολάου.

Πολλοί αδελφοί ορφάνεψαν .

Ο Κύριος γνωρίζει, ευδοκεί ή παραχωρεί. « Άγνωστοι αι βουλαί του Υψίστου» .

Αισθάνεσαι ότι ανοίγει η γη κάτω απ’ τα πόδια σου, όταν βλέπεις τους λιγοστούς αγωνιστές-ομολογητές τους  χιλιολοιδορημένους  κληρικούς , τους διωκόμενους ποιμένες, να αποχωρούν για την ουράνια πολιτεία.

Δυσαναπλήρωτο το κενό.

Νιώθεις ότι τα τείχη της Ορθοδοξίας που βάλλονται απ’ τις δυνάμεις του κακού, πέφτουν, συνθλίβονται . Κατακρημνίζονται.

Αισθάνεσαι πως μπήκε μέσα στο κάστρο το απόρθητο,  ο πονηρός με τα όργανά του κι αλωνίζουν και σπέρνουν ανενόχλητοι τον σπόρο της βλασφημίας και του ψεύδους.

Πιστεύεις σιγά-σιγά ότι έρχεται το τέλος. Μετά την ορφάνια και την απώλεια, ο θάνατος.

Ο όλεθρος.

Ξεχειλίζεις με οργή βλέποντας κάποιους να επιχαίρουν  με την απώλεια τέτοιων αγωνιστών.

Ο δρόμος φαντάζει γι’  αυτούς τους μικρόνοες και ασεβείς , ανοιχτός.

Βέβαια όλα τα παραπάνω αν μείνουν έτσι, αποτελούν ξεκάθαρα  κοσμική αντίληψη.

Ο Κύριος παραχωρεί δοκιμασίες για τους εναπομείναντες. Καθότι οι εκλιπόντες είναι πλέον δίπλα  Του .

Με μεγαλύτερη παρρησία πρεσβεύουν υπέρ ημών  και υπέρ του πλοίου της Ορθοδοξίας το οποίο   «κλυδωνίζεται  μέν, ἀλλά οὐδέποτε καταποντίζεται».

Το καράβι  αυτό  ,  η «νοητή ναύς»,    ναυπηγήθηκε από τον Κύριο και τους μαθητές του στην    «Καπερναούμ» κάποτε.  

Και όλοι εμείς με τα λάθη και τις αμαρτίες μας, είμαστε  μέσα σε αυτό το χιλιοδαρμένο απ’ τα κύματα της κολάσεως πλοίο , με τον Χριστό κυβερνήτη, που πλέει χωρίς να το καταλαβαίνουμε σε  «ουριοδρομούσα» τροχιά προς την ουράνια πατρίδα.

Λυπάμαι που κάποιοι αδελφοί νιώθουν ορφανεμένοι. Όλοι μας. Και πρωτίστως η οικογένεια του εκλιπόντος.

Για τον πατέρα Νικόλαο  δεν έχουμε να πούμε κάτι . Είναι όλα γνωστά. Μάχιμος μέχρι τελευταίας αναπνοής , αγωνιστής της πίστεως , ασυμβίβαστος , διακριτικός, με ψυχή μικρού παιδιού.

Στα πνευματικά του τέκνα έχω να πω δυο αράδες λόγια φτωχά ,ανάξια των συναισθημάτων και της δοκιμασίας. Αδελφοί κρατάτε γερά. Συνεχίστε στο δρόμο του πνευματικού σας πατέρα. Ενδυναμώστε τον αγώνα στα δυσκολότερα που έρχονται.

Ο Θεός θα στείλει  άλλο πατέρα να διακονήσει τους αξίους.

Μην θλίβεστε απαρηγόρητα , γιατί «όπως το νερό που πιέζεται, ανεβαίνει ψηλά, έτσι και η ψυχή που συνθλίβεται με τις δοκιμασίες, υψώνεται προς τον Θεό.»  (Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος).

Δείξτε καρτερικότητα καθότι «κάθε θλίψη που την υποφέρουμε με καρτερία, γίνεται ένα είδος σκάλας, που μας ανεβάζει στην τελειότητα.» (Άγιος Νεκτάριος)

Η δοκιμασία είναι μεγάλη αλλά «κάθε δοκιμασία είναι δώρο από τον Θεό, είναι ένας βαθμός για την άλλη ζωή. Αυτή η ελπίδα της ανταμοιβής στην άλλη ζωή μου δίνει χαρά, παρηγοριά και κουράγιο και μπορώ να αντέξω τον πόνο για τις δοκιμασίες που περνούν πολλοί άνθρωποι.»  (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)

Το κάστρο της Ορθοδοξίας ποτέ δεν θα πέσει , όσο κι αν τα βόλια του εχθρού χτυπούν αλύπητα τους πύργους του και οι πολιορκητικοί κριοί  του πονηρού λαβώνουν τους υπερασπιστές του.  Ο φύλακας είναι ο ίδιος ο Χριστός. Φρουροί τα τάγματα των αγγελικών δυνάμεων . Οικοδέσποινα η Παναγιά μας. Ο αγώνας είναι σκληρός . Μα άνισος.

Άνισος γιατί στο ένα στρατόπεδο άρχει ο Κύριος.

Μην λυγίζετε.

«Η σκοτεινότερη ώρα είναι πριν την αυγή.»

Το χτύπημα αδελφοί είναι μεγάλο. Σήμερα είμαστε φτωχότεροι. Πιθανόν ο Κύριος να επιτρέψει περισσότερη «φτώχεια».

Μα ότι γίνεται,  γίνεται κάτω απ’ το  βλέμμα του παντεπόπτη Κυρίου.

Καλόν Παράδεισο στον πατέρα Νικόλαο.

Καλή αντάμωση στην άνω Ιερουσαλήμ.

 

Χριστός Ανέστη!

 Αριστείδης Π. Δασκαλάκης


ΠΗΓΗ

Η προφητεία του Αισχύλου

 


«ἦ μήν ἔτι Ζεύς, καίπερ αὐθάδη φρονῶν,
ἔσται ταπεινός, oἷov ἐξαρτύεται
γάμον γαμεῖν, ὅς αὐτόν ἐκ τυραννίδος
θρόνων τ’ ἄϊστον έκβαλεῖ· πατρός δ’ ἀρά
Κρόνου τότ’ ἤδη παντελῶς κρανθήσεται,
ἥν ἐκπίτνων ἠρᾶτο δηναιῶν θρόνων»[1]


[Μετ.: Ὡστόσο, παρ’ ὅλη τήν ἀλαζονεία τοῦ μυαλοῦ του, ὁ Δίας, κάποτε θά ταπεινωθεῖ, ἐξαιτίάς τοῦ γάμου πού ἑτοιμάζεται νά κάνει, ὁ ὁποῖος ἀπό τόν θρόνο του, ἄφαντο, θά τόν γκρεμίσει. Κι ἔτσι θά ἐπαληθευτεῖ ἡ κατάρα τοῦ πατέρα του Κρόνου, τήν ὁποία ἐκστόμισε, ὅταν ἔπεσε ἀπό τόν πανάρχαιο θρόνο τῶν θεῶν] .[2]

Αὐτή ὑπῆρξε ἡ περίφημη «προφητεία» τοῦ Αἰσχύλου, ἡ προβλέπουσα τό Τέλος τοῦ Διός καί ἡ ὁποία λίγο ἔλειψε νά ὁδηγήσει τόν μεγάλο τραγικό στό… κώνειο, θεωρηθεῖσα ὡς παραβίαση τοῦ ἀπορρήτου της διδασκαλίας τῶν Ἐλευσινίων Μυστηρίων. Σήμερα βέβαια ἀντιλαμβανόμαστε τό ὀρφικό περιεχόμενο αὐτῆς της συμβολικῆς «προφητείας», ἀλλά ἐκεῖνο πού συγκλόνισε τό κοινό τοῦ 5ου αἰ. π.Χ. ἦταν ἡ διαπίστωση ὅτι ὑπάρχει ἐνδεχόμενο καί ἡ θρησκεία νά μήν ξεφεύγει ἀπό τό ἱστορικό Γίγνεσθαι, τό ὁποῖο ἀκολουθεῖ τή φυσική διαδικασία τῆς γέννησης καί τῆς φθορᾶς. Ὁπωσδήποτε τό γεγονός τῆς προφητείας τοῦ Προμηθέα Δεσμώτη ὑπῆρξε μοναδικό στά πάγκόσμια χρονικά· δέν ἔχει ξανασυμβεῖ νά παρουσιάζεται στό κοινό κατά τή διάρκεια Θρησκευτικῶν ἐκδηλώσεων (ὅπου παρουσιάζονταν οἱ τραγωδίες) διδασκαλία προβλέπουσα τό τέλος τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας!

Τό ὅτι τό κοινό φαίνεται νά ἀποδέχτηκε τό αἰσχύλειο ἔργο, ὄχι βέβαια χωρίς ἀντιρρήσεις – πάντως λιγότερες ἀπό τήν Μιλήτου Ἅλωσιν τοϋ Φρύνιχου! – καταδεικνύει τό ὑψηλό πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ ἀθηναϊκοῦ κοινοῦ του 5ου αἰ. π.Χ., ἑνός κοινοῦ πού εἶχε ἤδη ἀκούσει τίς θεολογικές ἀπόψεις τῶν προσωκρατικῶν, οἱ ὁποίες γκρέμιζαν τό πάνθεον τοῦ Ὀλυμπου χάριν τοῦ Ἑνός Θεοῦ, καί τίς εἶχε, φαίνεται, ἐν πολλοῖς ἐνστερνιστεῖ.

Βέβαια, εἶναι ἐπίσης ἀληθές ὅτι κι ἄν οἱ μεγάλοι θεοί τοῦ Ὀλυμπου χάθηκαν κάτω ἀπό τά κτυπήματα τῶν Προσωκρατικῶν καί τῶν Σοφιστῶν, οἱ χθόνιοι Δαίμονες ζοῦν ὡς τά σήμερα ἀθάνατοι στήν ἑλληνική ὕπαιθρο ὡς Στοιχειά, Νεράιδες καί Λάμιες[3]…

Πάντως, ἄν ἡ ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία ἰχνηλατεῖται σήμερα ζῶσα καί βασιλεύουσα στή σύγχρονη λαογραφία, ἡ θεολογία τῶν Προσωκρατικῶν, τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοτέλη καί τῶν Νεοπλατωνικῶν ὑποβαστάζει ὡς ἀκρογωνιαῖος λίθος τίς τρεῖς μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκεῖες καί κατ’ ἐξοχήν τόν Χριστιανισμό.

• Ποιά θά ἦταν σήμερα ἤ θεωρία περί Ψυχῆς τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ,τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τοῦ Ἰσλαμισμοῦ, χωρίς τόν Ὀρφισμό τοῦ 5ου αἰ. π.Χ.;

• Ποιά θά ἦταν σήμερα ἡ διδασκαλία Περί Θεοῦ (Πατρός) τοῦ Χριστιανισμοῦ χωρίς τή θεολογία τοῦ Πλάτωνα καί τῶν Προσωκρατικῶν;

• Ποιά θά ἦταν ἡ Τριαδική θεολογία τῆς Χριστιανικῆς ’Ἐκκλησίας χωρίς τήν Τριαδολογία τοῦ Πλωτίνου ἤ τήν Ἑναδολογία του Πρόκλου;

Βέβαια δέν θά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ὅλη ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν μεταφέρθηκε αὐτούσια στόν Χριστιανισμό ἤ τόν Ἰσλαμισμό. Ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο βοᾶ ἡ Ἱστορία εἶναι ὅτι ἡ ἀρχαία ἑλληνική θεολογία τῶν Προσωκρατικῶν, τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοτέλη καί τῶν Νεοπλατωνικῶν, κληρονομήθηκε στόν Χριστιανισμό, ἔστω καί μετασχηματισμένη. Χωρίς τή θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν ἦταν ἀδύνατον νά εἶχε ὑπάρξει ὁ Χριστιανισμός μέ τή μορφή ποῦ τόν γνωρίζουμε σήμερα. (Γι’ αὐτό, συκοφαντώντας ἀνιστόρητα τους ἀρχαίους Ἕλληνες ὡς «εἰδωλολάτρες», δέν ἀδικοῦμε μόνο τόν Ἠράκλειτο, τόν Παρμενίδη, τόν Ξενοφάνη, τόν Σωκράτη, τόν Πλάτωνα, τόν Ἀριστοτέλη, τόν Πλωτίνο, τόν Πρόκλο κ.λπ., ἀλλά ἀπεμπολοῦμε τό ἴδιο τό φιλοσοφικό Θεμέλιο του Χριστιανισμοῦ καί τῶν ἄλλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν.)

Ἡ ἱστορική ἀλήθεια εἶναι ἁπλῆ: ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν εἶναι πιό κοντά στόν Χριστιανισμό καί τόν Ἰουδαϊσμό, παρά στή λαϊκή δεισιδαιμονία τῆς ἐποχῆς της! Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι ὁ Παρμενίδης, ὁ Ξενοφάνης ἤ ὁ Πλάτων θά μποροῦσαν νά ἦταν Χριστιανοί, ἄν βέβαια ζοῦσαν στήν πρωτοβυζαντινή περίοδο. Τό πιθανότερο εἶναι νά μήν ἦταν· ὅπως δέν ἔγιναν χριστιανοί ὁ Ἰάμβλιχος, ὁ Πλωτῖνος, ὁ Πρόκλος, ὁ Σιμπλίκιος, ὁ Δαμάσκιος. Ἀλλά ἡ Ἱστορία σπάνια δέχεται ἐκβιαστικά διλήμματα τοῦ τύπου: «Χριστιανοί ἤ Πολυθεϊστές». Μπορεῖ κάποιοι νά μήν εἶναι οὔτε τό ἕνα οὔτε τό ἄλλο – ὅπως συνέβαινε μέ τούς Ἕλληνες Μύστες τῆς ὕστερης ἀρχαιότητας. Αὐτό ὅμως δέν ἀναιρεῖ τόν «προδρομικό» ρόλο πού ἔπαιξε ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν γιά τή θεολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῶν ἄλλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν.

Τά μεγαλύτερα πνεύματα τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας δέν ὑπῆρξαν «δωδεκαθεϊστές»· ἀντίθετα λειτούργησαν στήν ἱστορική ἐξέλιξη τοῦ θρησκευτικοῦ στοχασμοῦ ὡς ἀγγελιαφόροι ἑνός, ἀποφατικῶς, ἀντιλαμβανόμενου Θεοῦ. Ὅ Δαμάσκιος ὑπῆρξε ἕν προκειμένω σαφέστατος : «τό ἐπέκεινα τοῦ Ἑνός πάντῃ ἀπόρρητον ». (Περί Ἀρχῶν 1,56,6).

Ἄν οἵ Χριστιανοί ἀπέδωσαν στήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ τόν προσδιορισμό «Πατήρ» καί οἱ Ἑβραῖοι τόν προσδιορισμό «Κύριος» (Adonai), οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες δέχθηκαν ὡς πλέον ἁρμόζον τό προσωνόμιο: «ὁ Ἄγνωστος Θεός», ὁ Ἄρρητος. Ἡ συνεκφορά αὐτή δέν ἀναφέρεται τόσο σ’ ἕναν Θεό πού δρᾶ incognito ἀνάμεσά μας, ὅσο σ’ ἕναν Ὑπερβατικό θεό, «πάντων Ἐπέκεινα», Ξένο πρός ὅλα ἀκόμα, καί σ’ αὐτήν τήν ἔννοια τοϋ Εἶναι.

Ἄν πυρήνας τῆς Φιλοσοφίας εἶναι τό πρόβλημα τοϋ Θεοῦ,[4] ἡ ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία, θεολογοῦσα, ἔφτασε στό ὕψιστο σημεῖο πού μπορεϊ νά φτάσει ἡ ἀνθρώπινη σκέψη. Ὅταν ὁ ἀνθρώπινος Λόγος νοεῖ τό «ὅλως ἀνόμοιον», αὐτό πού εἶναι ἀ-δια-νόητο. τότε ξεπερνᾶ τόν ἑαυτό του, αὐθυπερβαινεται. Αὐτη τήν αὐθυπέρβαση, τήν κατέκτησε πρῶτο καί μόνο τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα, ὅπως ἀποτυπώθηκε στούς ἀρχαιους Ἕλληνες Μύστες, τούς τραγικούς ἀγγελιαφόρους τοϋ Μή-Ὄντος.

Ἡ πορεία αὐτή βέβαια, ὅπως εἴδαμε, δέν ἦταν οὔτε ἀνθόσπαρτη οὔτε γραμμική. «Ἐν ἀρχῇ», τό Ἕτερον ἐμφανίστηκε ὡς Διονύσιος Ζαγρεύς (Ὀρφικοί), κατόπιν ὡς ἀνύπαρκτο Μηδέν (Παρμενίδης), ὥσπου ν’ ἀρχίσει νά ἀποκαλύπτεται ὡς «Ζωντανό Κενό», στούς Ἀτομικούς Φιλοσόφους καί στόν Πλάτωνα. Στή μαθηματική σκέψη τῶν θεολογούντων φιλοσόφων τό «Ἕτερον» ταυτίστηκε μέ τό «Χωρίς πέρας» (ἄρρητοι ἀριθμοί) καί θεωρήθηκε ὡς ἡ μήτρα τοῦ Κακοῦ. Χρειάστηκε ἡ μεγαλοφυΐα τοϋ Ἀναξαγόρα γιά νά ἀποκατασταθεῖ τό Χαοτικό «Ἄπειρον» στή συνείδηση τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ὡς «χαρακτηριστικό» τοῦ Θεοῦ.

Ὕστερα ἐμφανίστηκε ὁ μέγας Μύστης Σωκράτης. Σ’ αὐτόν ὁ μυστικισμός ἔγινε Πίστη στόν Ἄγνωστο Θεό, πού ἐμφανίζεται στούς ἀνθρώπους ὡς μία ἀνεξήγητη, μυστική ἀποῦσα παρουσία:

«Σφίγγει τό χέρι στίς ἄφεγγες νύχτες…
Τί εἶναι ὁ Θεός, κανείς μας
στούς αἰῶνες δέν θά μάθει·
Ὅμως ζητᾶ παντοτεινά
νά συνδεθεῖ πιστά μαζί μας».[5]

Στόν Σωκράτη τό τέλος τοῦ λόγου εἶναι ἡ Ἀπορία. Ὅμως τό τέλος τῆς ἀπορίας εἶναι ἡ Πίστη. Ὡς τέλος τοῦ λόγου, ἡ ἀπορία δέν σημαίνει καταστροφή, ἀλλά συνείδηση τῶν ὁρίων τοῦ λόγου. Ὡς τέλος τῆς ἀπορίας, ἡ πίστη δέν σημαίνει ἀφανισμό, ἀλλά συνείδηση τῶν ὁρίων τῆς ἀπορίας. Στόν Σωκράτη,ὅπως καί στόν Πλάτωνα, ὁ ἀνθρώπινος λόγος διαισθάνεται τήν προτεραιότητα ἑνός ἄλλου ὑπερβατικοῦ Λόγου-Ὑπερλόγου, ὁ ὁποῖος «εἶναι» τό Μή-Εἶναι,τό «ὅλως Ἕτερον», τό παντελῶς Ἀνόμοιον.

Ὁ Πλάτων εἰδικά, συνέλαβε ὅτι ἡ Πραγματικότητα δέν μπορεῖ νά συλληφθεϊ παρά μόνο σέ σχέση μέ αὐτό, τό «Ἕτερον».

Τό μεγαλεῖο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων, ἀπό τόν Πυθαγόρα μέχρι τόν Δαμάσκιο, εἶναι ὅτι αὐτό τό φρικῶδες καί ἀπροσδιόριστο «Ἕτερον» τό ἀποδέχθηκαν καί τό ὀνόμασαν «Θεό». Οἱ μεταγενέστεροι θεολογοῦντες, αὐτήν τήν κατάκτηση τήν καταχώρησαν ὡς «Ἀποφατική θεολογία» ἤ ὡς «Μυστικισμό». Ὅ ἑλληνισμός, ὡστόσο, ἀποδέχθηκε τόν «Ἄγνωστο Θεό» τῶν μυστῶν καί τόν κατέστησε κέντρο τῆς κοινωνικῆς του ζωῆς ἐγκαθιστώντας τον μέ τή μορφή τοῦ Διονύσου – πού ἐνσαρκώνει στό ἑλληνικό πάνθεον τήν ἔννοια τοῦ «Ἑτέρου»[6] – στό κατ’ ἐξοχήν κέντρο τοῦ κοινωνικοῦ σώματος, στό θέατρο,[7] ὡς μέγιστο μάθημα Ἀνοχῆς πρός τόν Ξένο, τόν Ἀλλότριο.

Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες Μύστες, ὡς φιλόσοφοι, ἐννόησαν τό ἀδιανόητο τοῦ «Ἑτέρου» κι αὐτό ὑπῆρξε ἡ ὕψιστη κατάκτηση τῆς φιλοσοφικῆς σκέψης. Ὡς θεολόγοι, ὅμως, διαισθάνθηκαν ὅτι αὐτο τό «Ὅλως Ἀνόμοιον Ἕτερον» εἶναι ὁ ἀπρόσιτος Θεός, ἡ τελική πηγή παντός Ἀγαθοῦ. Ἡ διαίσθηση αὐτή ὑπῆρξε ἐσωτερική ἀποκάλυψη,δήλ. πίστη. Ἡ ἐμπειρία αὐτή κατέστησε τούς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους, Μύστες. Ἡ θεολογική ἀντιληψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι τό «Ὅλως Ἀνόμοιον Ἕτερον» ὑπῆρξε, μέ τό πού διατυπώθηκε, ἡ αὐθυπέρβαση κάθε θεολογίας.

Ἡ θεολογία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων Μυστῶν δέν εἶχε ὡς σκοπό τήν κατάκτηση τῆς ἔννοιας τοῦ Θεοῦ ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου· τελικός προορισμός της ὑπῆρξε πάντα ἡ καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον του Θεοῦ, ἡ αὐθυπέρβαση. Εἴτε καταφατική θεολογία (Ὀρφικοί, Πυθαγόρας) εἴτε Ἀποφατική (Πλάτων, Πλωτῖνος, Πρόκλος) εἴτε θεολογία τοῦ Αὐτοδημιουργούμενου Θεοῦ (Ἠράκλειτος), ἡ συνολική ἀπάντηση τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στό Ἐρώτημα περί Θεοῦ ὑπῆρξε καταλυτική γιά τήν παγκόσμια θεολογική σκέψη καί ἰδιαίτερα τήν χριστιανική: οἱ ἀναζητοῦντες τόν Θεό εἶναι ἀργοναῦτες πού γνωρίζουν ὅτι τό χρυσόμαλλο δέρας δέν εἶναι δυνατόν νά κλαπεῖ, γιατί αὐτό ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ, δωρεάν, σέ ὅσους συνειδητοποιοῦν ὅτι δέν ἀξίζουν τέτοια μεγάλη προσφορά.

Ὁ Θεός προσφέρεται στόν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος δέν ἀξίζει τήν προσφορά. Ἡ ὑποδοχή αὐτῆς της προσφορᾶς (πού ὁ ἄνθρωπος δέν ἀξίζει) ὀνομάζεται στήν θρησκευτική γλώσσα: Πίστη. Πιστεύων ὁ ἄνθρωπος, δηλαδή ἀποδεχόμενος τήν θεία προσφορά πού δέν ἀξίζει, μιμεῖται τόν Θεό, ἐφ’ ὅσον χαρίζει σ’ Αὐτόν τόν ἑαυτό του, ὅπως προηγουμένως ὁ Θεός δώρισε τή Χάρη του στόν ἀνάξιο ἄνθρωπο. Τή «διαδικασία» αὐτή ὁ Πλάτων τήν ἀποκαλοῦσε ὡς γνωστόν, «ὁμοίωσιν Θεῷ». Ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἑβραϊκή ἀγωνία τῆς αὐτοδικαίωσης ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ «διά τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων», ὁ πιστός ταῆς Ἑλλάδας γνωρίζει ὅτι «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθεν ἔστιν καταβαῖνον ἀπό τοῦ πατρός τῶν φώτων»[8]:

«Ζεῦ, μεγάλαι δ’ ἀρεταί
Θνατοῖς ἕπονται
ἐκ Σέθεν»[9]

[Μετ.: Ζεῦ, οἱ μεγάλες ἀρετές ἔρχονται στούς θνητούς ἀπό Σένα].

Ἡ πνευματική αὐτή ταπείνωση εἶναι ἡ Ὡραία Πύλη διά μέσου τής ὁποίας εἰσέρχεται στόν χῶρο τοῦ προσωρινοῦ, τό Αἰώνιο. Ἡ εἴσοδος αὐτή ὅμως γίνεται μέ τραγικό τρόπο, γιατί λαμβάνει χώρα κάθε φορά πού ὁ ἄνθρωπος ἀκούει τούς «μαντατοφόρους ἀπό τήν Τροία» νά τοῦ λένε:

«Πῶς τόσος πόνος τόση ζωή πῆγαν στήν ἄβυσσο
γιά ἕνα πουκάμισο ἀδειανό, γιά μιάν Ἑλένη!»[10]

Σέ μιά τέτοια ἀπέραντη μοναξιά ὁ Ἕλλην Μύστης φέρνει στό νοῦ του τόν Αἰσχύλο· μπορεῖ ὁ Προμηθέας Δεσμώτης νά στενάζει λέγοντας ὅτι: «οὐδέν ἐστι τέρμα μοι προκείμενον μόχθων, πρίν ἄν Ζεύς ἐκπέσῃ τυραννίδος»[11] (= τέλος τῶν πόνων μου πουθενά δέν βλέπω, πρίν ἀπ’ τό θρόνο του πέσει ὁ Δίας), ὡστόσο ἡ προφητεία τοῦ τραγικοῦ Αἰσχύλου ὁλοκληρώνεται μέ «μεσσιανικό», θά λέγαμε, τρόπο:

«τοιοῦδε μόχθου τέρμα
μή τι προσδόκα,
πρίν ἄν θεῶν τις διάδοχος
τῶν σῶν πόνων φανῇ,
θελήσῃ τ’ εἰς ἀναύγητον μολεῖν
Ἅϊδην κνεφαῖά τ’ ἀμφί Ταρτάρου βάθη»[12]

[Μετ.: Τέλος τοῦ μαρτυρίου σου μήν περιμένεις, προτοῦ κάποιος ἀπό τους θεούς φανεῖ τά πάθη σου νά ἀναλάβει καί ἑκούσια νά κατεβεῖ στά ἀνήλια βάθη τοῦ Τάρταρου καί τοῦ Ἅδη].

Ὅσο, ὅμως, κι ἄν αὐτή ἡ προφητεία τοῦ Αἰσχύλου ἀποδόθηκε στόν Χριστό, ἡ ἀρχαία ἑλληνική θεολογία σέ ὅλες τίς ἐκδοχές της (προσωκρατική, πλατωνική, ἀριστοτελική, στωϊκή, νεοπλατωνική) ποτέ δέν κατέληξε νά γίνει Δόγμα, μονολιθικό καί ἀπαγορευτικό γιά τήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων θρησκειῶν, γιατί, σέ τελική ἀνάλυση, ἦταν πάντα ἡ Ἐλευθερία ἐκείνη πού ἀποτελοῦσε τό ἔσχατο κριτήριο τῆς ἑλληνικῆς ἀντίληψης γιά τή ζωή, τόν ἄνθρωπο, τόν κόσμο καί τόν θάνατο. Σέ κάθε περίπτωση, ἰσχύει πάντα ἡ Προσευχή τῆς Ἑκάβης στόν Δία, ὅπως τήν ἀναφέρει στίς Τρωάδες ὁ Εὐριπίδης:

«Ὅστις ποτ’ εἶ Σύ, δυστόπαστος εἰδέναι,
Ζεύς, εἴτ’ ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν,
προσηυξάμην σε· πάντα γάρ δι’ ἀψόφου
βαίνων κελεύθαι κατά δίκην τά θνήτ’ ἄγεις»[13]

[Μετ.: Ὦ Δία, ποιά εἶναι ἡ Οὐσία Σου, δύσκολο
νά τό ξέρει κανείς: νόμος φυσικός ἤ ἀνθρώπινη
ἐπινόηση (εἶσαι;). Ἐσένα (ὅμως) παρακαλῶ στήν προσευχή μου,
γιατί πάντα μέσ’ ἀπό τους δρόμους τῆς Σιγῆς, κανονίζεις
δίκαια τά ἀνθρώπινα πράγματα].

.

Παραπομπές

[1] Αἰσχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 907-912.

[2] Η μετάφραση είναι του Γ. Θέμελη.

[3] Μ. P. Nilsson, Ἑλληνική Λαϊκή Θρησκεία, μέτ. I. Κακριδη, ἐκδ. Ἑστίας, Ἀθήνα 2000, σελ.14.

[4] Σ. Δ. Κυριαζόπουλος, Προλεγόμενα εἰς τήν ἐρώτησιν περί Θεοῦ, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2000. σέλ. 220.

[5] C. F. Meyer, In Harmesnachten (W. W. – W. Linden I. Teil 1929, σελ. 36).

[6] J. – P. Vemant, To Βλέμμα τού Θανάτου. Μορφές τῆς Ἑτερότητας στήν Ἀρχαία Ἑλλάδα, μετ. Γ. Παππάς, ἐκδ. Αλεξάνδρεια, Ἀθήνα 1992, σελ. 33.

[7] Τοῦ ἰδίου, Le Dionysos masque des Bacchantes d’ Euripides, L ’ Homme, 93, Ίαν.- Μάρ. 1985, XXV (1), σ. 31-58.

[8] Ἰακ. 1,17.

[9] Πίνδαρ. Ἰσθμιονικ. Γ, 4-5.

[10] Γ. Σεφέρης, Ἑλένη, Ἀνθολογία Νεοελλ. Γραμματείας, Ρ. – Η. καί Σ. Ἀποστολίδη, Ἡ Ποίηση,τ. 3ος, Τα Νέα Ελληνικά, Αθήνα 1983, σελ. 1323.

[11] Αἰσχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 755-756.

[12] Αἰσχύλος, Προμηθεύς Δεσμώτης, 1026-1029.

[13] Εὐριπίδης, Τρωάδες·,885-888.


ΠΗΓΗ


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Νῦν γὰρ δὴ γένος ἐστὶ σιδήρεον...»

ΥΠΗΡΕΤΟΥΜΕ;

 ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Μάρκ. 10, 32-45
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΥΠΗΡΕΤΟΥΜΕ;

«Ὅς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὅς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος» (Μάρκ. 10, 43-44)

ΟΠΟΙΟΣ, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ὅποιος ἀκούει ἤ διαβάζει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, τῆς Πέμπτης Κυριακῆς τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, αἰσθάνεται μιὰ λύπη, γιατὶ οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ, παρʼ ὅλη τὴ διδασκαλία ποὺ ἄκουγαν, δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὸ Χριστό. Ἀλλʼ ἄς δοῦμε τὰ πράγματα κάπως λεπτομερέστερα.

* * *

Ὁ Χριστὸς γιὰ τελευταία φορὰ πηγαίνει στὰ Ἰεςροσόλυμα. Σὰν Θεὸς ποὺ ἦταν γνώριζε μὲ κάθε λεπτομέρεια τί ἐπρόκειτο νὰ συμβῆ. Οἱ μαθηταὶ εἶχαν ἄγνοια καί, γιὰ νὰ μὴν αἰφνιδιασθοῦν γιὰ ὅ,τι θὰ συνέβαινε, ὁ Χριστὸς προλέγει τὰ πάθη του, ὅτι δηλαδὴ στὰ Ἰεροσόλυμα ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου – ἔτσι ὠνόμαζε τὸν ἑαυτό του – θὰ συλληφθῆ, θὰ δικασθῆ ἀπὸ ἰουδαϊκὰ καὶ ρωμαϊκὰ δικαστήρια, θὰ ὑποστῆ πολλοὺς ἐξευτελισμούς, θὰ σταυρωθῆ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θὰ ἀναστηθῆ!
Αὐτὰ εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς δώδεκα μαθητάς του. Ἀκούγοντας τὰ τρομερὰ αὐτὰ λόγια οἱ μαθηταὶ τί ἔπρεπε νὰ αἰσθανθοῦν; Θὰ ἔπρεπε νὰ λυπηθοῦν καὶ νὰ ἐκδηλώσουν ὅλη τὴ συμπάθειά τους πρὸς τὸ Χριστό, ποὺ τόσο θὰ ὑπέφερε στὰ Ἰεροσόλυμα.
Οἱ μαθηταὶ ἀγαποῦσαν τὸ Χριστό, ἀλλὰ τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ σταύρωσί του δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ καταλάβουν. Βλέποντας τὸ Χριστὸ τρία χρόνια νὰ κάνη τόσα θαύματα καὶ νὰ ἐκδηλώνη μιὰ ὑπερφυσικὴ δύναμι, ποὺ κανένας μέχρι τότε δὲν εἶχε ἐπιδείξει, δὲν μποροῦσαν νὰ παραδεχθοῦν ὅτι θὰ ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν στὸ Χριστὸ κακό.

Τὸν πιστεύανε σὰν Μεσσία, δηλαδὴ ἐκεῖνον πού σύμφωνα μὲ τὶς ἰουδαϊκὲς προσδοκίες θὰ νικοῦσε ὅλους τοὺς ἐχθρούς, θὰ ἔδιωχνε ἀπʼ τὰ Ἰεροσόλυμα τὰ ρωμαϊκὰ στρατεύματα, καὶ θʼ ἀνακηρυσσόταν βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ, ἀσυγκρίτως ἀνώτερος ἀπʼ ὅλους τοὺς βασιλιᾶδες τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ. Ἔτσι τὸν ἔβλεπαν.
Βασιλιᾶς ὁ Χριστός! Φαντάζεσθε πόση τιμὴ καὶ δόξα θὰ εἶχα κοντά τπυ οἱ μαθηταί του; Ἀλλὰ ποιός, ἆραγε ἀπὸ τοὺς δώδεκα θὰ ἔπαιρνε τὴν πιὸ ἔνδοξη θέσι καὶ θὰ ἐτιμᾶτο περισσότερο; Αὐτὴ ἡ ἰδέα ἦταν ἐκείνη ποὺ κέντριζε τὴ φαντασία τῶν δύο ἀδελφῶν Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. Αὐτοὶ ἤθελαν νὰ καταλάβουν τὶς πιὸ ὑψηλὲς θέσεις. Δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ τοῦ βασιλικοῦ θρόνου νὰ εἶνε αὐτοί. Πρῶτοι καὶ καλύτεροι. Αὐτὸν τὸν πόθο οἱ δύο μαθηταὶ τολμοῦν καὶ τὸν ἐκμυστηρεύονται στὸ Χριστό. Ζητοῦν τὶς πρωτοκαθεδρίες. Κι ὁ Χριστός, ποὺ βλέπει πόσο παρεξήγησαν τὴν ἀποστολή του, τοὺς ἀπαντᾶ˙ «Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε» (Μάρκ. 10, 38).
Ναί, θʼ ἀνέβαινε ὁ Χριστὸς στὸ θρόνο. Ἀλλὰ ποιό θρόνο; Πολὺ διαφορετικὸ ἀπʼ ὅτι τὸν φαντάζονταν οἱ μαθηταί. Θρόνος τοῦ Χριστοῦ θὰ γινόταν σὲ λίγο ὁ σταυρός. Τὰ δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ποὺ ζητοῦσαν οἱ δύο μαθηταί, θὰ καταλάβουν οἱ δύο λησταί…
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί, ποὺ ἄκουσαν τί ζητοῦσαν οἱ δύο ἀδελφοί, ἀγανάκτησαν ἐναντίον τους, διότι καὶ αὐτοὶ εἶχαν τὴν ἴδια φιλοδοξία, νὰ καταλάβουν τὶς πρῶτες θέσεις κοντὰ στὸ βασιλιᾶ. Νὰ γίνουν, δηλαδή, καὶ αῦτοὶ ὑπουργοὶ καὶ πρωθυπουργοί.
Βλέποντας ὁ Χριστός, ὅτι τὸ πάθος αὐτὸ τῆς φιλοδοξίας ὑπῆρχε σʼ ὅλους τοὺς μαθητὰς τοὺς κάλεσε καὶ τοὺς ἐξήγησε, ὅτι παρεξηγοῦν τὴν ἀποστολή του στὸν κόσμο. Ἡ δόξα, στὴν ὁποία θέλει νὰ ἀνεβάση τοὺς μαθητάς του, δὲν εἶνε ὅπως ἡ δόξα ἐκείνων τῶν βασιλιάδων, ποὺ μὲ βία, μὲ συρράξεις καὶ αἱματοχυσίες κατορθώνουν νὰ ἐπικρατήσουν καὶ νὰ καταλάβουν τοὺς θρόνους. Ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶνε πολὺ διαφορετική. Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ δόξα, στὸ θεϊκὸ μεγαλεῖο, δὲν εἶνε ἡ πλατειὰ καὶ εὐρύχωρη ὁδὸς τοῦ κόσμου, ἀλλὰ εἶνε ἡ «στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδός» (Ματθ. 7, 14), ἡ ὁδὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ μαρτυρίου, ἡ ὁδὸς τοῦ Γολγοθᾶ, ἡ ὁδὸς τοῦ σταυροῦ.
– Θέλετε, ὦ μαθηταί μου, μαθηταί μου ὅλων τῶν αἰώνων, θέλετε δόξα; Μιμηθῆτε τὰ παράδειγμά μου. Ταπεινωθῆτε ὅπως ἐγώ. Σκύψτε καὶ πλύνετε τὰ πόδια τῶν ἀνθρώπων, γίνετε δηλαδὴ δοῦλοι καὶ ὑπηρέτες τῶν ἄλλων. Ὅσο περισσότερο ταπεινώνεσθε, ὑπηρετεῖτε καὶ ἀγαπᾶτε τὸν ἄνθρωπο, τόσο καὶ περισσότερο θὰ εἶσθε κοντά μου, θὰ εἶσθε ἄξιοι μαθηταί μου καὶ θὰ καταλαμβάνετε τὶς ἀνώτερες θέσεις στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Αὐτὴ εἶνε ἡ σημασία τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ˙ «Ὅς ἐὰν θέλη ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος, καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Μάρκ. 10, 44-45).

* * *

Ἀγαπητοί μου! Ἐὰν ἀγαπᾶμε τὴν δόξα τὴν πραγματική, πρέπει – λέει ὁ Χριστός – νὰ γίνουμε δοῦλοι, ὑπηρέτες τοῦ πλησίον, ποὺ θʼ ἀσκοῦν μὲ βαθειὰ ταπεινοφροσύνη τὴν κορυφαία ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. Μʼ αὐτὴ τὴν ἔννοια πρέπει νὰ ἐννοηθῆ ἡ λέξις «δοῦλος». Εἶνε ὅπως ἡ ἀγάπη τῆς μάνας, ποὺ γιὰ τὸ παιδί της λέμε ὅτι σκλαβώνεται. Ἁγία δουλεία!
Στὸ λεξιλόγιο τοῦ κόσμου ζωή, ὡραία ζωή = ἀπόλαυσις. Ὡραία ζωὴ = πλοῦτος καὶ ἀξιώματα. Ὡραία ζωὴ = ἐκμετάλλευσις τῶν μικρῶν ἀπὸ τοὺς μεγάλους. Ἀλλὰ στὸ λεξιλόγιο τοῦ Εὐαγγελίου ζωή, ὡραία ζωὴ = ὑπηρεσία, διακονία, ἀγάπη. Ὅποιος κοπιάζει καὶ μοχθεῖ καὶ θέτει στὴν ὑπηρεσία τῶν συνανθρώπων μὲ ἀνιδιοτέλεια καὶ αὐταπάρνησι τὰ ποικίλα χαρίσματά του, αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς βρῆκε καὶ βαδίζει τὸ δρόμο τῆς πραγματικὴς δόξης.
Ἐὰν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως ἔβαζαν σὰν σκοπὸ τῆς ζωῆς τους τὸ ὑπηρετεῖν, ὤ πόσο δοαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ κατάστασις! Ἀλλὰ δυστυχῶς πόσο μακριὰ εἶνε ἡ ἀνθρωπότης ἀπὸ τὸ ἰδεῶδες αὐτό! Ὁ καθένας ἐπιζητεῖ νὰ καταλάβη ὅσο τὸ δυνατὸ καλύτερες θέσεις, ὄχι γιὰ νὰ ὑπηρετήση τοὺς συνανθρώπους του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐκμεταλλευθῆ τὸ σύνολο καὶ νὰ ζήση καλύτερα, ὅπως αὐτὸς τὸ φαντάζεται.
Θέλετε παραδείγματα; Ἐὰν ὑπάρχη ἕνα ἐπάγγελμα ποὺ ὑπηρετεῖ τὴν ἀνθρωπότητα, εἶνε ἡ γεωργία. Ὁ γεωργός, ποὺ μὲ τὸν ἱδρῶτα του ποτίζει τὸ χῶμα τῆς γῆς, εἶνε ὁ εὐγενὴς ὑπηρέτης τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας. Ἀπὸ τοὺς κόπους του ζοῦν ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, καὶ θὰ ἔπρεπε ὁ γεωργὸς νὰ τιμᾶται πρεπόντως καὶ τὸ ἔργο του νὰ θεωρῆται σπουδαιότερο ἀπὸ πολλὰ ἄλλα ἐπαγγέλματα, ποὺ προσφέρουν μικρὲς καὶ ἀμφίβολες ὑπηρεσίες στὸν κόσμο. Ἀλλὰ ἀκοῦστε τί λέει στὰ παιδιά του ὁ παραμερισμένοε γεωργὸς πατέρας˙ «Μάθετε γράμματα, νὰ γίνετε ἐπιστήμονες, νὰ ζῆτε σὰν ἄνθρωποι». Ἄνθρωποι δηλαδὴ εἶνε, ἄν μαθαίνοντας κάποια ἐπιστήμη ἐκμεταλλεύωνται τὸ λαὸ καὶ ζοῦνε σὰν ἀφεντάδες. Ὄχι τὸ ὑπηρετεῖν ἀλλὰ τὸ ἀπολαμβάνειν καὶ ἐκμεταλλεύεσθαι εἶνε ὁ σκοπός!
Ἔτσι βλέπεις καὶ μιὰ κοπέλλα, ποὺ μπορεῖ νὰ γίνη ἀδελφὴ νοσοκόμος καὶ νὰ προσφέρη ὑπηρεσία ὑπηρετώντας τοὺς ἀσθενεῖς, αὐτὴ νὰ προτιμᾶ νὰ πηγαίνη σʼ ἕνα νυχτερινὸ κέντρο, νὰ τραγουδάη καὶ νὰ χορεύη, καὶ σὲ μιὰ νύχτα νὰ εἰσπράττη τόσα, ὅσα σὰν ἀδελφὴ νοσοκόμος θὰ ἔπαιρνε σʼ ἕνα χρόνο!

* * *

Ἀγαπητοί μου! Βρισκόμαστε σὲ δύσκολα χρόνια, ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νʼ ἀκούσουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ κι ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ διαβόλου.
– Ἀγαπᾶτε καὶ ὑπηρετεῖτε τοὺς ἀνθρώπους! Φωνάζει ὁ Χριστός.
– Μισεῖτε καὶ φονεύετε καὶ ἐξοντώνετε τὸν ἄνθρωπο! Φωνάζει ὁ διάβολος.
Ἡ ἐπιστήμη, ποὺ προορισμὸ ἔχει νὰ ὑπηρετῆ τὸν ἄνθρωπο, κρατάει σήμερα στὰ χέρια της τὶς ἀτομικὲς βόμβες καὶ εἶνε ἕτοιμη νὰ τὶς ρίξη πάνω στὴν ἀνθρωπότητα.
– Ο θάνατός σας, ὁ σκληρὸς θάνατός σας, ὦ ἐχθροί μας, εἶνε ἡ ζωή μας!
Νὰ τὸ σύνθημα ποὺ ἔχουν οἱ «κατακυριεύοντες τῶν ἐθνῶν» (Μάρκ. 10, 42), ὅπως ὀνομάζονται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο οἱ σημερινοὶ κυρίαρχοι τῶν μεγάλων κρατῶν.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστῖνου Ν. Καντιώτου (Μητροπολίτου πρώην Φλωρίνης) »Σταγόνες ἀπὸ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», σελ. 80-86 (ἕκδοσις Γ΄, »Ἀδελφότης ΣΤΑΥΡΟΣ», Ἀθῆναι 1990).



ΠΗΓΗ