Τετάρτη 21 Απριλίου 2021
ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
«Πρός Ἰουδαίαν, Κύριε, πάλιν ἀπαίρειν εἰπών, τούς Μαθητάς ἐφόβησας˙ ἀλλ’ εὐθαρσῶς ὁ Θωμᾶς ἐκβοᾷ˙ Ζωή ἐστιν ἄγωμεν˙ καί γάρ ἄν θνηξώμεθα, αὖθις ἀναζήσωμεν» (ωδή γ΄ β΄ καν., ήχος γ΄).
(Κύριε, φόβισες τους Μαθητές Σου, μόλις τους είπες να σηκωθείτε να πάτε πάλι στην περιοχή της Ιουδαίας. Με θάρρος όμως ο Θωμάς λέει δυνατά: Είναι η Ζωή (ο Διδάσκαλος), ας πάμε. Γιατί κι αν πεθάνουμε, πάλι θα ξαναζήσουμε).
Ενόψει του Σαββάτου του αγίου Λαζάρου, ο άγιος υμνογράφος υπενθυμίζει τα γεγονότα που προηγήθηκαν. Ο φίλος του Κυρίου Λάζαρος έχει κοιμηθεί, έχει πεθάνει, ο Κύριος το αποκαλύπτει στους μαθητές Του και τους καλεί να Τον ακολουθήσουν και πάλι στη Βηθανία προκειμένου και αυτοί μαζί με τους άλλους να γίνουν μέτοχοι της συγκλονιστικής ανάστασης που θα επιτελέσει: ο κεκοιμημένος ήδη Λάζαρος να έλθει και πάλι στη ζωή, μ’ έναν απλό λόγο Του. Γιατί ακριβώς Αυτός είναι «ἡ Ζωή καί ἡ Ἀνάστασις», όπως θα πει και στις αδελφές του Λαζάρου. Οι μαθητές του Κυρίου βεβαίως φοβήθηκαν από τον λόγο του Διδασκάλου τους. Όπως το διατυπώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «(Ο Κύριος) λέει στους μαθητές: “Ας ξαναγυρίσουμε στην Ιουδαία”. Του λένε τότε οι μαθητές: “Διδάσκαλε, μόλις τώρα οι Ιουδαίοι ζητούσαν να σε λιθοβολήσουν, κι εσύ θες να πας πάλι εκεί;”». Κι όταν ο Κύριος τους εξηγεί τι συμβαίνει, εκείνος που παίρνει θαρρετά τον λόγο είναι ο απόστολος Θωμάς, προτρέποντας τους άλλους να μην αντιδράσουν, αλλά να κάνουν υπακοή έστω κι αν συναντήσουν τον θάνατο! «Τότε ο Θωμάς που λεγόταν Δίδυμος, είπε στους άλλους μαθητές: Ας πάμε κι εμείς, να πεθάνουμε μαζί του».
Δεν γνωρίζουμε με τι αίσθηση καρδίας μίλησε ο απόστολος Θωμάς – έχει μείνει στην ιστορία ως άνθρωπος που κινείται με «τετράγωνη λογική» και εξετάζοντας τα πράγματα με τα δεδομένα των αισθήσεών του - ο άγιος υμνογράφος όμως κατανοεί την επέμβασή του ως έκφραση απόλυτης πίστης στον Κύριο μέχρι βαθμού θανάτου. Πρόκειται μάλλον για ερμηνευτική προσέγγιση που λαμβάνει υπ’ όψιν τη μετέπειτα πορεία του «δύσπιστου» μαθητή, ο οποίος όχι μόνο πίστεψε στον Αναστημένο Κύριο που αρχικά αρνήθηκε, αλλά τον κήρυξε στα πέρατα της οικουμένης, μέχρι κι αυτής της Ινδίας, και παρέδωσε και τη ζωή του προς χάριν Του. Εκ των υστέρων λοιπόν η κρίση του υμνογράφου Θεοδώρου για τον Θωμά της ώρας της επανόδου στη Βηθανία, κι είναι ο Θεόδωρος αυτός που ανάγει την πίστη του Θωμά στο επίπεδο της μεγάλης πίστης του πατριάρχου Αβραάμ, όταν δεν διστάζει να υπακούσει στην εντολή του Θεού να θυσιάσει τον μονάκριβο γιο του! Κι είναι ο απόστολος Παύλος εν προκειμένω που εξηγεί την πίστη του μεγάλου Πατριάρχη: υπήκουσε ο Αβραάμ στη θεωρούμενη «παράλογη» εντολή, γιατί πίστευε βαθύτατα ότι μόλις θυσιάσει τον γιο του, αμέσως ο Κύριος θα τον αναστήσει και θα του τον δώσει πάλι πίσω υγιή. Με τα ίδια τα λόγια του αποστόλου (Εβρ. 11): «Με την πίστη πρόσφερε ο Αβραάμ τον Ισαάκ, όταν δοκιμάστηκε από τον Θεό. Αυτός που πήρε τις υποσχέσεις του Θεού πρόσφερε τον μονάκριβο γιο του, μολονότι του είχε ειπωθεί: Από τον Ισαάκ θα προέλθουν οι απόγονοί σου. Ο Αβραάμ σκέφτηκε πως ο Θεός μπορούσε και τους νεκρούς να ζωντανέψει˙ μπορούμε λοιπόν να πούμε πως στην ουσία ο Αβραάμ τον πήρε πίσω από τους νεκρούς».
Ο άγιος Θωμάς λοιπόν, κατά τον άγιο υμνογράφο, θεωρείται στο σημείο αυτό πρότυπο αληθινής χριστιανικής πίστεως. Γιατί πιστεύει ότι εφόσον έχουν μαζί τους τον Χριστό οι μαθητές, και ο θάνατος να έρθει θα ξεπεραστεί. Διότι ο Χριστός ακριβώς είναι η Ζωή, η πηγή της Ζωής, «ὁ Ὤν» και ο Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης. Μ’ αυτό το όριο βεβαίως πρέπει να μετράμε και εμείς την όποια πίστη θεωρούμε ότι έχουμε. Αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι ο Παντοδύναμος Θεός κι Αυτός που μας δίνει τη ζωή και μας κρατάει στη ζωή, το κάθε τι στη ζωή μας, κυρίως δε το θεωρούμενο αρνητικό: πόνος, δοκιμασία, αρρώστια, «ατυχία», βρίσκεται μέσα στο πλαίσιο της αγάπης Του για εμάς και αποσκοπεί στο καλό μας. Κι είναι Εκείνος που αν το αποδεχτούμε με εμπιστοσύνη θα το μεταποιήσει και θα το αποκαταστήσει, κάνοντάς το μέσον σωτηρίας μας.
Η πίστη! Η αληθινή και μεγάλη πίστη! Η παντοδύναμη που μετακινεί και βουνά!
«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἰεροσόλυμα…» (Μᾶρκ. 10,33)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1056
Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν (Μᾶρκ.
10,32-45)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου
Μαθηται καθυστερημενοι;
«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἰεροσόλυμα…» (Μᾶρκ. 10,33)
«Η Πέμπτη (Ε΄) Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν. Εἶνε ἡ μνήμη τῆς
ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ποὺ ἔζησε ζωὴ αὐστηρῆς ἀσκήσεως σαράντα χρόνια
πέραν τοῦ Ἰορδάνου. Εἶνε ἐπίσης, μαζὶ μὲ τὴ μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας, καὶ ἡ μνημη
τοῦ σπανίου ἐκείνου πνευματικοῦ, τοῦ ἐξομολόγου τῆς ὁσίας Μαρίας, τοῦ ἁγίου
Ζωσιμᾶ, στὸν ὁποῖον ἡ ἴδια ἄφησε τὴν παραγγελία «Θάψον, Ζωσιμᾶ, τὸ σῶμα τῆς
ἁμαρτωλῆς Μαρίας». Σήμερα εἶνε ἀκόμα τὸ προοίμιο τῶν σεπτῶν παθῶν τοῦ Κυρίου,
τὸ προανάκρουσμα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Σήμερα ἀκοῦμε τὸ «Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς
Ἰεροσόλυμα…» (Μᾶρκ. 10,33).
–Μά, θὰ πῆτε, ἐγὼ εἶμαι
φτωχαδάκι. Ἐγὼ δὲν ἔχω λεφτὰ νὰ κινηθῶ ἐντὸς τῆς πόλεως, καὶ θὰ πάω στὰ
Ἰεροσόλυμα;
Μπορεῖ κάποιος νὰ εἶνε πλούσιος καὶ νὰ πηγαίνῃ
στὰ Ἰεροσόλυμα, καὶ ὅμως νὰ μένῃ ψυχικῶς μακριὰ ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα. Καὶ μπορεῖ
ἐσὺ νὰ εἶσαι φτωχαδάκι καὶ νὰ μὴν ἔχῃς οὔτε τὰ εἰσιτήρια γιὰ τὴ δουλειά σου, καὶ
ὅμως νὰ μεταφέρεσαι νοερῶς στὰ Ἰεροσόλυμα, νὰ κάνῃς τὴν καρδιά σου Ἰεροσόλυμα.
Πῶς γίνεται αὐτό;
* * *
Σήμερα στὸ εὐαγγέλιο βλέπουμε, ἀγαπητοί
μου, δύο ἀντίθετα πράγματα. Βλέπουμε, ὅτι διαφορετικὰ σκέπτεται ὁ Κύριος καὶ
διαφορετικὰ οἱ μαθηταί του. Δὲν θά ᾿πρεπε οἱ μαθηταὶ νὰ ἔχουν τὸ μυαλὸ
καθαρισμένο ἀπὸ σκουριασμένες ἀντιλήψεις, ἀπὸ ἐσφαλμένες ἰδέες; Δὲν θά ᾿πρεπε νὰ
ἔχουν αἰσθήματα μεγάλα σὰν ἐκεῖνα ποὺ ἐμπνέει ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ; Ἔτσι
ἔπρεπε. Καὶ ὅμως.
Ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει στὰ Ἰεροσόλυμα. Δὲν
ἀνεβαίνει γιὰ πρώτη φορά. Ἀνέβηκε καὶ ἄλλοτε. Ἀνέβηκε πρώτη φορὰ στὸ ναὸ
βρέφος σαράντα ἡμερῶν γιὰ τὴν ὑπαπαντή. Ἀνέβηκε δώδεκα ἐτῶν παιδὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ
καὶ τὴν ἁγία του μητέρα γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ πάσχα, τότε ποὺ ἔμεινε ἐκεῖ τρεῖς
ἡμέρες. Ἀνέβηκε ἔπειτα πολλὲς ἄλλες φορές. Ἀλλὰ τώρα ἀνεβαίνει γιὰ τελευταία
φορά. Γνωρίζει λεπτομερῶς τί θὰ συμβῇ στὴν ἁγία πόλι. Ὡς Θεὸς τὰ γνωρίζει ὅλα.
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι δὲν γνωρίζουμε ἂν τὸ βράδυ θὰ γυρίσουμε στὸ σπίτι μας, ἀλλ᾿ ὁ
Κύριος ὅλα τὰ γνωρίζει. Λέει λοιπὸν στοὺς μαθητάς· Στὰ Ἰεροσόλυμα ποὺ πᾶμε θὰ
παραδοθῶ στοὺς ἀρχιερεῖς, θὰ μὲ καταδικάσουν σὲ θάνατο, θὰ μὲ παραδώσουν στοὺς
Ῥωμαίους, θὰ ὑποστῶ πάθη, θὰ μὲ θανατώσουν, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θ᾿
ἀναστηθῶ.
Αὐτὰ λέει καὶ αὐτὰ ἀκοῦνε οἱ μαθηταί. Ἀκούγοντας
αὐτὰ πῶς ἔπρεπε νὰ διατεθοῦν; Θὰ ἔπρεπε νὰ πονέσουν, νὰ κλάψουν, νὰ ἐκδηλώσουν
ὅλη τους τὴ συμπάθεια στὸ διδάσκαλο ποὺ βαδίζει πρὸς τὸ μαρτύριο. Τίποτε ἀπ᾿ ὅλα
αὐτά! Καὶ σὲ μιὰ στιγμή, ἐνῷ ὁ Χριστὸς μιλοῦσε γιὰ καρφιὰ καὶ ἀκάνθινο στεφάνι,
δύο ἀγαπητοί του μαθηταί, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, τὸν πλησιάζουν καὶ τί τοῦ
ζητοῦν. –Κύριε, λένε, νὰ μᾶς κάνῃς …ὑπουργούς. Ναί, αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει αὐτὸ ποὺ
εἶπαν «Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ
δόξῃ σου» (ἔ.ἀ. 10,37). Διότι εἶχαν κι αὐτοὶ τὴν ἐσφαλμένη ἰδέα τῆς
παντοκρατορίας τῆς Ἑβραϊκῆς φυλῆς· ὅτι ὁ Κύριος θὰ πάῃ στὰ Ἰεροσόλυμα, θὰ
καταργήσῃ τὰ πραιτώρια, θὰ καταλύσῃ τὸν κατακτητή, θὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλιᾶς σὰν
τοὺς ἄλλους βασιλιᾶδες, καὶ αὐτοὶ θὰ μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὰ ὕψιστα ἀξιώματα
δίπλα του.
Ἀπορεῖτε; Ποιός δὲν ἀπορεῖ. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος νὰ
μιλάῃ ὁ Χριστὸς γιὰ καρφιά, κι ἀπὸ τὸ ἄλλο αὐτοὶ νὰ μιλοῦν γιὰ ὑπουργεῖα. Πόση
ἀπόστασις!… Βρίσκονταν κοντὰ στὸ Θεό, καὶ ὅμως ἦταν μακριά του. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς
εἶπα, μπορεῖ νὰ πάῃ κανεὶς στὰ Ἰεροσόλυμα, καὶ ὅμως νὰ εἶνε μακριὰ ἀπὸ ἐκεῖ·
καὶ μπορεῖ νὰ καθίσῃ στὸ σπίτι του, καὶ νὰ εἶνε ὁ Χριστὸς κοντά
του.
Καμμία ἐπαφὴ λοιπὸν δὲν ὑπάρχει τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ δύο
μαθηταὶ ζητοῦν κοσμικὰ μεγαλεῖα καὶ δόξες. Ἔπρεπε νὰ ἔρθῃ ἔπειτα τὸ Πνεῦμα τὸ
ἅγιο, γιὰ νὰ καταλάβουν τί εἶνε ὁ Χριστός, τί ζητάει, καὶ σὲ τί ἀποβλέπει ἡ
διδασκαλία του.
* * *
Ἀπορεῖ λοιπὸν κανεὶς γιὰ τοὺς μαθητάς. Μὰ
ἐγὼ δὲν ἀπορῶ μόνο γιὰ τοὺς μαθητάς· ἀπορῶ γιὰ ὅλους μας. Οἱ μαθηταὶ τρία χρόνια
ἦταν κοντὰ στὸ Χριστὸ καὶ ὅμως δὲν κατάλαβαν τίποτα. Ἀλλὰ κ᾿ ἐδῶ τί εἶνε;
Σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ. Πόσα χρόνια ἐρχόμαστε ἐδῶ; Ἄλλος ἔρχεται 10 χρόνια, ἄλλος
20 χρόνια, ἄλλος 30 χρόνια. Σᾶς παρακαλῶ πέστε μου, τί πήρατε ἀπ᾿ ὅλα αὐτά; τί
ὠφεληθήκατε ἀπ᾿ ὅλα αὐτά; Ποιά πρόοδο δείξαμε; Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Μοιάζουμε
σὰν ἐκείνους τοὺς μαθητὰς ποὺ εἶνε καθυστερημένοι. Καθυστερημένοι μαθηταὶ
εἴμαστε κ᾿ ἐμεῖς.
Ἀπορεῖτε γιὰ τοὺς μαθητάς; Ἀπορῶ κ᾿ ἐγὼ
γιὰ σᾶς. Πάρτε μολύβι καὶ μετρῆστε· τόσα χρόνια πόσες Κυριακὲς ἐρχόμαστε στὴν
ἐκκλησία; χίλιες, δυὸ χιλιάδες; Ἐὰν κάθε Κυριακὴ κάτι παίρναμε!… Ἐὰν κάτι
παίρναμε, θὰ ἤμασταν ἄγγελοι μὲ λευκὰ φτερά. Ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἕνα λόγο ἄκουσε
καὶ συγκλονίστηκε ὁλόκληρη· ἐμεῖς μπαίνουμε στὸ ναό, καὶ ἄλλος χασμουργιέται κι
ἄλλος κοιτάει τὸ ρολόϊ του. Πρέπει νὰ παρακαλέσουμε νὰ ἔρθῃ Πνεῦμα ἅγιο, νὰ
καταλάβουμε τὸν προορισμό μας, νὰ καταλάβουμε τὴν ἀμέλειά μας. Ἐνῷ ἡ σάλπιγγα
σαλπίζει «Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἰεροσόλυμα…», προετοιμαστῆτε, προετοιμάστε τὸν
ἑαυτό σας γιὰ μιὰ ἀνώτερη ζωή· ἐνῷ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος γιὰ ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴ ζωὴ
τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ἐμεῖς ἐξακολουθοῦμε νὰ δείχνουμε τέτοια
ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία γιὰ τὰ αἰώνια συμφέροντά μας! Καμμία προσπάθεια, καμμία
πρόοδος. Ἐνῷ ἔχουμε τὴν πιὸ ὡραία θρησκεία, δὲν τὴν πιστεύουμε, ἀδελφοί μου.
Δὲν τὴν πιστεύουν οἱ παπᾶδες, δὲν τὴν πιστεύουν οἱ ἱεροκήρυκες, δὲν τὴν
πιστεύουν οἱ ψαλτᾶδες, δὲν τὴν πιστεύουν οἱ ἐπίτροποι. Θὰ μᾶς κλείσῃ ὁ Θεὸς τὶς
ἐκκλησίες… Μπορεῖ νὰ εἶμαι σκληρὸς στὰ λόγια μου, ἀλλ᾿ εἶμαι
ἀληθινός.
Ἔρχεται πάλι τὸ Πάσχα. Τί εἶνε τὸ Πάσχα; Πάσχα =
Χριστὸς στὴν καρδιά. Μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς σὲ ἕνα πνευματικὸ
ἐγερτήριο.
Ξέρετε τί φοβᾶμαι; Φοβᾶμαι μὴν πάθουμε κ᾿ ἐμεῖς
ὅ,τι ἔπαθε ἕνας ἀρχαῖος τύραννος τῶν Θηβῶν. Ὠνομαζόταν Ἀρχίας καὶ ἦταν ἀρχηγὸς
τῶν Θηβαίων ὀλιγαρχικῶν – ἀριστοκρατικῶν. Αὐτὸς λοιπὸν εἶχε ἕνα καλὸ φίλο. Ὁ
φίλος του ἔμαθε, ὅτι τὴ νύχτα ἑτοιμάζονται νὰ τὸν γκρεμίσουν ἀπὸ τὴ θέσι του.
Σὰν φίλος ποὺ ἦταν, γράφει ἕνα γράμμα, τὸ σφραγίζει, καλεῖ ἕναν ὑπηρέτη καὶ τοῦ
λέει· –Παιδί μου, τρέξε, μὴ χάνεις λεπτὸ – καὶ τὰ λεπτὰ ἔχουν ἀξία· πήγαινε στὴ
Θήβα, βρὲς τὸν Ἀρχία, δός του τὸ γράμμα ὅποια ὥρα κι ἂν εἶνε, μὰ κοιμᾶται μὰ
γλεντᾷ καὶ διασκεδάζει· καὶ νὰ τοῦ πῇς, νὰ τ᾿ ἀνοίξῃ ἀμέσως!… Τὸ παιδὶ ἀνέβηκε
στὸ ἄλογο, τὸ κέντησε, ἔφθασε στὴ Θήβα, βρῆκε τὸ σπίτι, καὶ ἄκουσε μέσα νὰ
διασκεδάζουν. Ἔφθασε ἐμπρὸς στὸν Ἀρχία καὶ τοῦ λέει· –Ἔχω ἕνα γράμμα ἀπὸ τὸ
φίλο σου· καὶ μοῦ εἶπε, νὰ τ᾿ ἀνοίξῃς ἀμέσως!… Αὐτός, ὅπως ἦταν ζαλισμένος ἀπ᾿
τὸ κρασὶ καὶ τὰ ὄργια τῆς νύχτας, παίρνει τὸ γράμμα καὶ τὸ πετάει. –«Ἐς αὔριον
τὰ σπουδαῖα», λέει· δηλαδή, ἂς μείνουν γιὰ αὔριο τὰ ἐπείγοντα καὶ βιαστικά.
Λοιπὸν δὲν πέρασε μιὰ ὥρα, καὶ ἦρθαν οἱ συνωμότες, τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν
δολοφόνησαν. Γιὰ μιὰ ὥρα! Ἄνοιξαν ἔπειτα τὴν ἐπιστολὴ καὶ εἶπαν· Τί ἀνόητος ποὺ
ἦταν αὐτός! «Ἐς αὔριον τὰ σπουδαῖα», εἶπε· ἀλλὰ τὸ αὔριο δὲν ἦρθε ποτέ γι᾿
αὐτόν.
Μὲ ἐννοήσατε, ἀγαπητοί μου; Κ᾿ ἐγὼ ὑπηρέτης εἶμαι·
ὑπηρέτης ἑνὸς φίλου σας. Ἕνας εἶνε φίλος ἀληθινός. Οὔτε ἡ μάνα, οὔτε ἡ γυναίκα,
οὔτε κανεὶς ἄλλος. Ἕνας εἶνε ὁ φίλος ὁ εἰλικρινής. Θ᾿ ἀκούσετε τὴ Μεγάλη
Ἑβδομάδα· «Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε…» (Ἰω. 15,14-15). Ὁ πραγματικὸς φίλος σας εἶνε
ὁ Χριστός. Σᾶς ἔχει στείλει μιὰ ἐπιστολή. Ἀνοῖξτε την. Τί λέει· Ἰδοὺ «ἐσχάτη ὥρα
ἐστί», τελευταία ὥρα εἶνε (Α΄ Ἰω. 2,18). Ἐγὼ παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ γιορτάσετε
πολλὰ Πάσχα· δὲν γνωρίζουμε ὅμως, μήπως τὸ Πάσχα αὐτὸ εἶνε τὸ τελευταῖο τῆς
ζωῆς μας. Λοιπὸν σᾶς εἰδοποιῶ ὅλους.
«Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς
Ἰεροσόλυμα…». Ἐμπρὸς γυναῖκες – ἄντρες, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Μὲ καθαρὲς τὶς
καρδιές, μὲ ψυχὴ γαλήνια, μὲ ἐξομολόγησι, μὲ δάκρυα, μὲ μετάνοια, μὲ συγγνώμη,
μὲ ἔλεος, μὲ φλόγα στὴν καρδιά. Χριστιανοὶ πραγματικοὶ καὶ ὄχι ψεύτικοι. Καὶ ἂν
τὰ κάνουμε αὐτά, τὸ φετινὸ Πάσχα θὰ εἶνε τὸ ὡραιότερο· θὰ εἶνε Πάσχα μὲ τὸ
Χριστό, Πάσχα μὲ τὴ συγγνώμη, Πάσχα μὲ τὴν ἀγάπη, «Πάσχα Κυρίου»·
ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀσωμάτων –
Ἀθηνῶν τὴν 3-4-1960. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 28-3-2004, ἐπανέκδοσις
14-2-2015.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd
3α΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)
ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΤΑΙ Ο ΟΡΟΣ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΛΟΓΩ ΣΥΝΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΟΥΔΑΙΟΥΣ????
Διαβάζουμε: