Τετάρτη 19 Μαΐου 2021

Βολοκολάμσκ: ''Η σφαγή των Ποντίων ήταν μια πραγματική γενοκτονία''

 genoktonia ilarionoas 9

Αρχιερατική επιμνημόσυνη δέηση τελέστηκε στον ιστορικό ναό των Αγίων Πάντων στο κέντρο της Μόσχας στη μνήμη των θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας, έπειτα από πρωτοβουλία του εφημέριου της ενορίας της ελληνικής κοινότητας πρωθιερέα Σεργίου Ζβοναριόφ.

Χοροστάτησε ο μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, επικεφαλής του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, συνοδεία πολλών ιερωμένων του Τμήματος και παρέστησαν οι πρέσβεις της Ελλάδας και της Κύπρου, Κατερίνα Νασίκα και Ανδρέας Ζήνωνος, οι γενικοί πρόξενοι Νικόλας Κρίκος και Μάριος Σταύρου, καθώς και πολλά μέλη και υποστηρικτές του Συλλόγου Ελλήνων Μόσχας με επικεφαλής τον πρόεδρό του Χρήστο Ταχτσίδη.

Ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κάλεσε τους παριστάμενους να προσευχηθούν όλοι μαζί «υπέρ των θυμάτων της μαζικής σφαγής των φιλήσυχων πληθυσμών του Πόντου και της Μικράς Ασίας, που ως αιμορραγούσα πληγή παραμένει στις καρδιές εκείνων, οι οποίοι ταυτίζονται με τον ελληνικό λαό και πολιτισμό» και θύμισε ότι «οι χριστιανικοί λαοί, οι οποίοι διαβιούσαν στο έδαφος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας υπέστησαν τρομερές δοκιμασίες».

«Πρωτίστως υπέφερε ο ελληνικός πληθυσμός του Πόντου. Οι βιαιότητες, που διαπράχθηκαν σε βάρος του, συγκλονίζουν για την έκταση και την βαναυσότητά τους. Ήταν μια πραγματική γενοκτονία. Σκοτώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες απολύτως αθώοι, γέροι και παιδιά, άνδρες και γυναίκες, γηγενείς κάτοικοι της περιοχής. Ένας ολόκληρος λαός καταδικάσθηκε σε ταλαιπωρίες», υπογράμμισε ευθαρσώς ο επιφανής Ρώσος ιεράρχης, που χειρίζεται μεταξύ άλλων τη διπλωματία της Ρωσικής Εκκλησίας.

«Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία μαζί με τον ελληνικό λαό διατηρεί τη μνήμη της προσευχής για τα θύματα του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Η ανάμνηση των αδικοχαμένων αμάχων πολιτών, όσων εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές εστίες τους, πάντα ως καμπάνα θα ηχεί στις καρδιές μας, χωρίς να επιτρέπει, μέσα στη ματαιότητα του βίου, να λησμονήσουμε τις τραγικές σελίδες του παρελθόντος. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας στον ελληνικό λαό, διατηρούμε την πίστη ότι ο Κύριος θα σκουπίσει κάθε δάκρυ και θα μετατρέψει τη θλίψη σε χαρά, διότι Ανέστη ο Χριστός και θα μας συναναστήσει μαζί Του», κατέληξε στην παρέμβασή του ο μητροπολίτης Ιλαρίωνας, ενώ προηγουμένως είχαν αναπεμφθεί δεήσεις όχι μόνο για όσους μαρτύρησαν τον 20ό αιώνα, αλλά και για τον τελευταίο αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και τα θύματα της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης.

Στην αντιφώνησή της η πρέσβης της Ελλάδας Κατερίνα Νασίκα σημείωσε ότι: «Σήμερα θυμόμαστε τη γενοκτονία εις βάρος των Ελλήνων του Πόντου. Επί σειρά ετών η Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Νεότουρκοι και ο Κεμάλ, δολοφόνησαν, βασάνισαν, έδιωξαν από τις πατρογονικές τους εστίες εκατοντάδες χιλιάδες Ποντίων, γυναικών, παιδιών και αντρών. Έτσι χάθηκε η ουσία του ελληνισμού σε εδάφη, που ανέπτυξαν τον πολιτισμό, την πίστη και τη γλώσσα μας επί χιλιάδες χρόνια, αρχαιότητα, Βυζάντιο, νεότερα χρόνια, έως τον εικοστό αιώνα. Το μαρτυρούν τα μνημεία, οι εκκλησίες, τα σπίτια σας».

Η Κ. Νασίκα παρατήρησε ότι «το διάδοχο κράτος αυτών που εγκλημάτησαν καταπατώντας κάθε έννοια διεθνούς και ανθρωπιστικού δικαίου, η Τουρκική Δημοκρατία, αρνείται όχι μόνο την αναγνώριση (σ.σ. της γενοκτονίας) αλλά και αυτή την απλή παραδοχή του γεγονότος» και υπενθύμισε ότι «το Ελληνικό Κοινοβούλιο την έχει ασφαλώς αναγνωρίσει από το 1994 και εφέτος μάλιστα, την ώρα αυτή, που συγκεντρωνόμαστε εδώ, όπως κάθε χρονιά, η πολιτική και πολιτιστική ηγεσία της χώρας μας, τιμούν τη μνήμη της», εκφράζοντας την ευχή ότι «αργά ή γρήγορα η τραγωδία του ποντιακού Ελληνισμού θα βρει τη δικαίωσή της».



ΠΗΓΗ

ΣΩΚΡΑΤΗΣ [469-399] - 2.420 ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟN ΤΟΥ

 

ΟΥΔΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΜΑΛΛΟΝ ΕΞΟΧΟΣ ΑΥΤΟΥ, ΜΑΛΛΟΝ ΔΙΚΑΙΟΣ, ΜΑΛΛΟΝ ΝΟΥΝΕΧΗΣ.
(Πυθία, Μαντεῖον Δελφῶν)
Ἡ δ' ἀντωμοσία τῆς δίκης τοῦτον εἶχε τὸν τρόπον· ἀνάκειται γὰρ ἔτι καὶ νῦν, φησὶ Φαβωρῖνος, ἐν τῷ Μητρῴῳ·
«τάδε ἐγράψατο καὶ ἀντωμόσατο Μέλητος Μελήτου Πιτθεὺς
Σωκράτει Σωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν·
ἀδικεῖ Σωκράτης, οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ νομίζων,
ἕτερα δὲ καινὰ δαιμόνια εἰσηγούμενος· ἀδικεῖ δὲ καὶ
τοὺς νέους διαφθείρων. τίμημα θάνατος».
Ὁ Σωκράτης δὲν ἀναγνωρίζει τοὺς θεοὺς ποὺ ἡ πόλη ἀναγνωρίζει καὶ εἰσάγει «καινὰ δαιμόνια», δηλαδὴ νέους θεούς, καὶ ὅτι διαφθείρει μὲ τὶς ἰδέες του τοὺς νέους. Ποινὴ θάνατος.
(Διογένης Λαέρτιος. 2.40.1-7).
Κατηγορία συνταχθεῖσα ἀπὸ τοὺς Λύκωνα καὶ Ἄνυτο καὶ κατατεθεῖσα ἀπὸ τὸν Μέλητο στὴν στοὰ τοῦ ἄρχοντα βασιλέα τῶν Ἀθηνῶν τὸ ἔτος –399.
«Τῇ ἕκτῃ τοῦ Θαργηλιῶνος ἱσταμένου τὴν Σωκράτους ἀγαγόντες γενέθλιον.»
(Πλούταρχος).
Εἴθισται, γιὰ κάποιους φίλους, κάθε χρόνο περὶ τὴν 20ην Μαΐου, ἀντιστοιχοῦσα στὴν 6ην ἱσταμένου τοῦ ἀττικοῦ μηνὸς Θαργηλιώνος, ἡ συνάντησή μας στὴν ἀρχαία ἀγορὰ τῶν Ἀθηνῶν, ἔμπροσθεν τοῦ δεσμωτηρίου καὶ ἡ κατάθεση ἑνὸς ἄνθους ἀπ’ τὸν καθένα μας, ὡς ἀπότιση ἐλαχίστου φόρου τιμῆς στὴν μνήμη τοῦ Σωκράτους, γιοῦ τοῦ λιθοξόου Σωφρονίσκου καὶ τῆς μαίας Φαιναρέτης, τοῦ δήμου Ἀλωπεκῆς, τῶν Ἀθηνῶν.
Τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία κορυφώνεται ἡ πραγμάτωση τῆς Δημοκρατίας, διὰ τῆς ἀμέσου συμμετοχῆς τῶν πολιτῶν, καὶ ἡ πτώση τῆς ἐνδόξου τῶν Ἀθηναίων Πολιτείας τοῦ Περικλέους, μετὰ καὶ ἀπὸ τὶς μεγαλειώδεις νῖκες τοῦ Μαραθῶνος (-490) καὶ τῆς Σαλαμῖνος (-480), ἀνατέλλει καὶ παραμένει ἔκτοτε στὸ στερέωμα τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ ἡ αὐτοφυὴς καὶ γνησία ἑλληνικὴ μορφὴ τοῦ Σωκράτους.
Στὸ διάβα της ἡ ἀνθρωπότητα ὑπέφερε ἀπὸ τοξικὰ ἰδεολογήματα, μυστικιστικὰ συστήματα καὶ παράλογες κοσμοθεωρίες ποὺ συνεχίζουν νὰ τὴν ταλανίζουν μέχρι σήμερα.
Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς κοσμοδιορθωτές καὶ γιὰ τὶς σαγηνευτικὲς προτάσεις τους, ἐλλοχεύει μέσα μας ἡ ὑποψία τοῦ στημένου παραλογισμοῦ καὶ εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ποὺ τοὺς καθιστᾶ, δυστυχῶς, ἐξαιρέτους, στὰ μάτια τῶν ἀνυποψίαστων ὀπαδῶν τους. Οἱ συντηρητές, μέντορες καὶ διαλαλητὲς ὅλων αὐτῶν τῶν θεωριῶν, μὲ ἀποκλειστικὴ πρόθεση καὶ σκοπὸ τὴν κατοχὴ τῆς ἐξουσίας, τὶς διασκευάζουν δεόντως κατὰ ἐποχὴ καὶ περίσταση, προσφέροντας, στοὺς ἄβουλους ὀπαδοὺς τους, τὸ ἴδιο πάντοτε καταναλωτικὸ προϊὸν μὲ διαφορετικὸ κατὰ τὸ δοκοῦν περιτύλιγμα.
Ἀθήνα, πρὶν περίπου δύο χιλιάδες τετρακόσια ἔτη (-399, +2021), σ’ ἕνα στενὸ χωμάτινο δρομάκι ποὺ ὁδηγεῖ πρὸς τὴν ἀγορά, ὁ μεσήλικας, χωρὶς ψιμύθια καὶ περιττὰ κοσμήματα ἢ στολίδια, συνήθως ξυπόλυτος καὶ μὲ ἕνα ἐλαφρὺ χιτῶνα χειμῶνα καλοκαίρι, μᾶλλον μετρίου ἀναστήματος, δασύτριχος καὶ ἄσχημος κατὰ τὴν αὐτοκριτικὴ του, εὐθυτενὴς καὶ σίγουρος τοῦ ἑαυτοῦ του ἄνδρας, ὀνόματι Σωκράτης (-470, -399) γιὸς τοῦ ζευγίτου γλύπτου Σωφρονίσκου καὶ τῆς μαίας Φαιναρέτης ἀπὸ τὸν δῆμο Ἀλωπεκῆς (Λυκαβηττοῦ), νυμφευμένος τὴν Ξανθίππη καὶ πατέρας τριῶν παιδιῶν, μὲ τὴν μεγαλοφυῆ, λεπτὴ αἴσθηση εἰρωνικῆς παιδιᾶς ποὺ τὸν διακρίνει, στέκεται μπροστὰ στὸ μειράκιο (νεαρό), μὲ τὸ ὄνομα, Ξενοφῶν, ἐρχόμενο πρὸς αὐτὸν καὶ τὸ ἐρωτᾶ:
ΣΩ. Ξέρεις νεαρὲ ποῦ πουλᾶνε ψάρια;
ΞΕ. Ναί, στὴν ἀγορά.
ΣΩ. Ξέρεις καὶ ποῦ γίνονται οἱ ἄνθρωποι ἐνάρετοι;
ΞΕ. Ὄχι.
ΣΩ. Τότε, ἀκολούθησέ με.
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τυχεροὺς τῆς ἱστορίας, ποὺ ἀκολούθησε τὸν Σωκράτη, καὶ ὁ ὁποῖος ἂν καὶ δεινὸς ποιητὴς ἔκαψε τὰ ποιήματά του μετὰ τὴν συνάντησή τους, ἦταν ὁ Πλάτων (-423,-348) ἢ Ἀριστοκλῆς τοῦ Ἀριστίωνος καὶ τῆς Περικτιόνης.
Πλούσιος Ἀθηναῖος, ἀριστοκράτης, τῆς γενιᾶς τοῦ Κόδρου ἀπὸ τὸν πατέρα του καὶ τοῦ Σόλωνος ἀπὸ τὴν μητέρα του. Ἄνθρωπος μὲ βαθεῖα μόρφωση, σπάνιο τάλαντο καὶ ἀριστοτέχνης τοῦ λόγου.
Ἐπηρέασε, μαζὶ καὶ μὲ τὸ ἄλλο τέρας τοῦ πνεύματος καὶ τῆς ἐπιστημονικῆς λογικῆς, Ἀριστοτέλη, καὶ συνεχίζουν νὰ ἐπηρεάζουν τὴν παγκόσμια πολιτική, φιλοσοφικὴ καὶ πολιτιστικὴ σκέψη ὅλων τῶν αἰώνων, νῦν καὶ ἐσαεί.
Εὑρηματικός, δικοὶ του οἱ διάλογοι καὶ ἡ Ἀκαδήμεια, ἡ ὁποία σημειωτέον ἐλειτούργησε ἐπὶ ἐννιακόσια δέκα ἕξι (916) συναπτὰ ἔτη, ἤτοι μέχρι τὴν ἀπαρχὴ τῆς πνευματικῆς ὑποδουλώσεως τοῦ ἑλληνικοῦ κόσμου. Γιὰ τὴν ἵδρυσή της διέθεσε ὅλη τὴν περιουσία του καὶ παρέσχε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία, ἐντελῶς δωρεάν, ἐκπαίδευση σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ μάθουν. Σὲ ἄνδρες, σὲ γυναῖκες, Ἀθηναίους ἢ μή, πολῖτες, μετοίκους, ἐλευθέρους ἢ δούλους. Μόνη καὶ ἀμετάκλητος προϋπόθεση τὸ «ὀρέγεσθαι τοῡ εἰδέναι» καὶ ἡ ἀναζήτηση τῆς ἀληθείας.
Ἀπὸ τὰ ἔργα πολλῶν ἀρχαίων συγγραφέων ἀλλὰ κυρίως τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ξενοφῶντος καὶ τοῦ Ἀντισθένους ἀναδεικνύεται ἡ προσωπικότητα τοῦ φιλοσόφου καὶ τοῦ ἀνθρώπου Σωκράτους.
Ἄνθρωπος καλόψυχος, σθεναρός, ἔξυπνος, εὐσεβής, νομοταγής, ἀνεκτικὸς καὶ ταυτοχρόνως ἄτεγκτος.
Ὁ ἄνδρας ἔτυχε σπουδαίων δασκάλων καὶ δὲν ἔχει ταξιδέψει ποτὲ ἐκτὸς Ἀθηνῶν. Μὲ τὸν μεστὸ καὶ εἰρωνικὸ του λόγο δὲν προτείνει προγράμματα καὶ δὲν ὑπόσχεται οὐτοπίες. Δὲν προβαίνει σὲ ἀπὸ καθέδρας κατηχήσεις πρὸς ἄβουλα ποίμνια καὶ δὲν ἀρύεται σωτηριολογιῶν καὶ ἀπαγορευτικῶν δοτῶν πινάκων. Δὲν ἀπαξιοῖ τοῦ Κόσμου τούτου ἀλλὰ συμμετέχει στὰ συμπόσια καὶ στὶς ἐκδηλώσεις τῆς πόλεώς του, τὴν ὁποία σημειωτέον ὑπεραγαπᾶ καὶ σέβεται τοὺς νόμους της. Εἶναι δυνατός, ἀνθεκτικὸς καὶ γενναῖος πολεμιστής. Στὴν Ποτείδαια, (432-429 π.Χ.), σώζει τὴν ζωὴ τοῦ Ἀλκιβιάδου. Ὀκτὼ χρόνια ἀργότερα (424 π.Χ.) σὲ μάχη μὲ τοὺς Βοιωτοὺς στὸ Δήλιον ἐντυπωσιάζει μὲ τὴν ἀδιαφορία του στὶς κακουχίες καὶ ὅτι δὲν τὸν ἀγγίζει ὁ φόβος. Στὰ σαράντα ἑπτὰ του χρόνια ξανὰ ἐπιστρατεύεται καὶ ἐκτελεῖ στὸ ἀκέραιο τὸ καθῆκον του πρὸς τὴν πόλη, λαμβάνοντας μέρος στὴν μάχη τῆς Ἀμφιπόλεως (422 π.Χ.).
Δὲν φιλοσοφεῖ ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς σὲ σπήλαια καὶ κρύπτες, δὲν χαϊδεύει τὰ νωχελικὰ αὐτιὰ τῶν ἀκροατῶν του, ἀλλὰ ἐκτιθέμενος δημοσίως συνδιαλέγεται ἐν τριβῇ, δοκιμασία καὶ κινδύνῳ στὸν ἀνοικτὸ χῶρο τῆς ἀγορᾶς. Τὸν καθαρῶς ἑλληνικῆς ἐμπνεύσεως χῶρο τοῦ ἔμφρονος ἀνθρώπου, στὸν ὁποῖο καὶ διὰ τοῦ ὁποίου διαμορφώνεται ἡ πολιτικὴ καὶ προάγεται ὁ πολιτισμός.
Ὁ ἄνδρας εἶναι λιτοδίαιτος ἀλλὰ ἂν παραστῆ ἀνάγκη ἀναδεικνύεται δεινὸς πότης χωρὶς νὰ τὸν ἔχει δεῖ ποτὲ κάποιος μεθυσμένον. Πάντα νηφάλιος, σταθερός, μὲ παρρησία στὶς ἀπόψεις του, ἀγέρωχος μὲ βαθεῖα προσήλωση στὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλευθερία καὶ τὸν σεβασμὸ στοὺς νόμους τῆς πόλεως.
Ἀναζητεῖ καὶ προσπαθεῖ, μέσω τῆς συζητήσεως καὶ τοῦ διαλόγου, νὰ ἐκμαιεύσει τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τοὺς ἰδίους τοὺς συνομιλητὲς του, χωρὶς συμβιβασμούς, πρᾶγμα ἀληθινὸ καὶ ἀγαθό, ἀλλὰ ταυτοχρόνως ἐπιζήμιο γιὰ τὸν ἴδιο ἀφοῦ προκαλεῖ τὸν φθόνο τῶν ἀδαῶν. Ἂν καὶ διαισθάνεται τὸν κίνδυνο στὸν ὁποῖο ἐκτίθεται, συνεχίζει ἀπτόητος καὶ τελικῶς θὰ πληρώσει γι’ αὐτὸ τὸ τόλμημά του ἐν πλήρη συνειδήσει καὶ νηφαλιότητι, μὲ τὴν ἴδια του τὴν ζωή.
Οἱ δίκες φιλοσόφων, ὅπως αὐτὴ τοῦ Σωκράτους, εἶχαν κατὰ βάθος πάντοτε πολιτικὰ ἐρείσματα καὶ κίνητρα. Ἐρωτηθεῖσα ἡ Πυθία στὸ μαντεῖο τῶν Δελφῶν, τί ἐφρόνει ὁ Ἀπόλλων γιὰ τὸν Σωκράτη, ἀπάντησε:
«οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων μᾶλλον ἔξοχος αὐτοῦ,
μᾶλλον δίκαιος, μᾶλλον νουνεχής».
Καὶ ὅμως οἱ τόσο κατασυκοφαντημένοι, ἀπὸ τοὺς μεταγενεστέρους, ὅσιοι τοῦ μαντείου, διατύπωσαν ρητῶς καὶ λακωνικῶς τὴν γνώμη τους καὶ τὴν βαθεῖα πεποίθηση τους, χωρὶς νὰ διαψευσθοῦν ποτὲ καὶ ἡ ἱστορία τοὺς δικαίωσε τὰ μέγιστα.
Ἡ συνειδητή, ἀμετάκλητος καὶ πλήρης συναισθήσεως διὰ τὴν προσφορὰ του, στάση τοῦ ἀνθρώπου Σωκράτους, ἔμπροσθεν τῶν νόμων τῆς πόλεώς του καὶ ἡ ἁπτὴ ἐπίρρωση ἐφαρμογῆς τῆς διδασκαλίας του, στὰ βουρκωμένα μάτια τῶν μαθητῶν του, ὑπενθυμίζοντας ὅτι οὐδέποτε καὶ κανεὶς ἐξ αὐτῶν τὸν ἐγκατέλειψε ἕως τὶς τελευταῖες στιγμὲς του, ἀλλὰ καὶ ἡ ἤρεμος πορεία του πρὸς τὸν θάνατο, τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπισε ἀψηφώντας τον μὲ ἕνα εἰρωνικὸ καὶ πρᾶο μειδίαμα, ἀποτελεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ κορυφαῖες στιγμὲς καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ λαμπρὲς παραγράφους τῆς πνευματικῆς μας διαθήκης, ποὺ κληρονόμησε, ὄχι μόνον στὸν στενὰ ἀπὸ βιολογικῆς καὶ γεωγραφικῆς ἀπόψεως Ἕλληνα ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε σκεπτόμενο ἔλλογο καὶ ἀδογμάτιστο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μετέχει συμφώνως μὲ τὸν Ἰσοκράτη, τῆς ἡμετέρας ἑλληνικῆς παιδείας.
«ὅταν δ' ἔλθῃ τὸ πεπρωμένον τέλος, οὐ μετὰ λήθης ἄτιμοι κεῖνται, ἀλλὰ μετὰ μνήμης τὸν ἀεὶ χρόνον ὑμνούμενοι θάλλουσι.»
(Ξενοφών. 2.1.33.11).
Παντοῦ στὸ Σύμπαν παρατηρεῖται μιὰ συνεχὴς ἀνακύκληση ζωῆς καὶ θανάτου. Ὁ θάνατος δημιουργεῖ τὴν ἀπαρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς. Ἡ ζωὴ καταλήγει στὸν θάνατο καὶ ὁ θάνατος γεννᾶ ζωὴ μέχρι τὴν αἰωνιότητα ἢ τὴν λήξη τῶν κύκλων. Μὲ τὸν θάνατο ἡ μνήμη στρέφεται πρὸς τὰ ὀπίσω γιὰ νὰ ἐπαναφέρει τὶς καταξιωμένες πράξεις καὶ στάσεις ζωῆς.
Ἡ ζωὴ εἶναι ὁ οἶμος, ἡ κέλευθος καὶ ἡ ἀτραπός, ἡ ὁδὸς τῶν καταξιωμένων πράξεων ποὺ τὴν στόλισαν καὶ τὴν ἀνέδειξαν.
Γνώση, ἀγωγή, ἦθος, ἐργασία καὶ ὁ ἐν γένει ἐνάρετος βίος ἑτοιμάζουν τὸ μονοπάτι ποὺ ἐπάνω σ’ αὐτὸ ἡ μνήμη τῶν ἀνθρώπων θὰ πορευθεῖ γιὰ τὴν νέα ζωὴ τοῦ θανάτου. Κι' ὁ φιλοσοφικὸς βίος εἶναι βίος θανάτου.
Ὁ ὀργανικὸς θάνατος εἶναι ἀναπόφευκτος ἀλλὰ ὄχι καὶ ὁ μεταφυσικὸς ἢ τῆς ψυχῆς, γιατὶ ἡ ψυχὴ εἶναι αἰώνια.
Ἡ πορεία τοῦ βίου ἔχει ἀπαιτήσεις καὶ ὑποχρεώσεις γιὰ νὰ μπορέσει κάποιος νὰ ἀποκτήσει δικαιώματα στὸν χῶρο τῆς μνήμης καὶ στὴν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ ζωή, κατὰ τὴν Ἑλληνικὴ Κοσμοθέαση, δὲν εἶναι σὲ καμμία περίπτωση κατάσταση Νιρβάνας, ἀναχωρητισμὸς ἢ ἀπαξίωση τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἱερὸς ἐξ ἴσου μὲ τὸν νοητό. Δὲν εἶναι στάση, παθητικότητα καὶ ἀκινησία. Εἶναι κόπωση σώματος καὶ κυρίως κόπωση πνεύματος. Εἶναι δρόμος ἀγώνων καὶ ἠθικῶν ἐπιδόσεων στὰ ἐπιχθόνια στάδια τῆς ὑπάρξεως πρὸς τὴν πορεία μιᾶς συμπαντικῆς ἀνελίξεως κάθε ὄντος, γιὰ τὴν ἀπόκτηση ἀνωτέρας συνειδήσεως. Ἀναγκαιεί, κι' αὐτὸ χωρὶς καμμία ἔκπτωση ἢ συγχωρητικὴ διαπραγμάτευση, ἐκ μέρους ἑκάστου ἀνθρώπου, ἡ προσφορὰ τοῦ στὴν οἰκογένεια, ἡ προσφορὰ του στὴν ὁμάδα, ἡ προσφορὰ του στὴν πόλη, ἡ προσφορὰ του στὴν φυλὴ του, ἡ προσφορὰ του στὸ σύνολο γενικώτερα.
Ὄχι, τυχαίως καὶ ἀδίκως, ὁ Ἀριστοτέλης ἀποδίδει τὸν χαρακτηρισμό, Ἄνθρωπος, ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον σὲ ἐκεῖνον ποὺ συμμετέχει τῶν κοινῶν τῆς πόλεως του, τὸν μόνον ποὺ μπορεῖ νὰ κληθεῖ πολίτης.
Τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ζωῆς τοὺς περιμένει ἀνυπόμονα γιὰ νὰ τοὺς ἀγκαλιάσει ἡ ἱστορία, γι’ αὐτὸ κι' ὁ τραγωδὸς θὰ πεῖ:
«οὔτοι λείψανα τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἀφαιρεῖται χρόνος·
ἁ δ' ἀρετὰ καὶ θανοῦσι λάμπει.»
(Εὐριπίδης. Ἀνδρομάχη. 773-776.)
Σ’ αὐτούς, (τώρα) λείψανα ἀγαθῶν ἀνδρῶν, ὁ χρόνος δὲν ὑπάρχει, ἡ δὲ ἀρετή, ἂν καὶ θανόντες, συνεχίζει νὰ λάμπει.
Ἡ ἀνάμνηση τῆς εἰκόνας αὐτοῦ ποὺ ἔλυσε τὰ δεσμὰ τῆς ψυχῆς του ἀπὸ τὸ φθαρτὸ σῶμα, μὲ τὸ μειδίαμα στὰ χείλη, ἐν πλήρη ἐπιγνώσει τῆς ἀθανάτου πορείας του πρὸς ἕνα λαμπρὸ ἐπέκεινα, τὸ καλύτερο μνημόσυνο εἶναι ἡ μνήμη του. Δηλαδή, ἡ προβολὴ καὶ ἀποτύπωση, τῆς στάσεως καὶ τῶν πράξεων τῆς ζωῆς του, στὶς συνειδήσεις τῶν συνανθρώπων του.
Ὁ θάνατος εἶναι πράξη ζωῆς καὶ στὸν Σωκράτη ἐπιβεβαιώνεται περιτράνως καὶ ἀπεριφράστως, ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἱστορικῶς ζεῖ στὶς μνῆμες μας καὶ στὶς συνειδήσεις μας, ὡς αἰώνιο σύμβολο σεβασμοῦ καὶ μιμήσεως. Κι' αὐτὸ γιατὶ μὲ τὴν σοφία του καὶ τὴν λογικὴ του, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου, ξεπέρασε μειδιώντας αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν θάνατο, ὑπενθυμίζοντας στὸν καθένα μας τὸν προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς.


ΞΑΝΑ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΡΙΚ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΘΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ «EL DIABLO»

 
Εκδήλωση διαμαρτυρίας πραγματοποιήθηκε και πάλι από το Κίνημα «Χριστιανική Αντίσταση», έξω από τις εγκαταστάσεις του ΡΙΚ, εκφράζοντας για ακόμη μια φορά την αντίθεση τους αυτή τη φορά για την πρόκριση του τραγουδιού El diablo, που εκπροσωπεί τη χώρα μας στον φετινό διαγωνισμό της Eurovision.

Μετά την πρόκριση της Κύπρου στον τελικό, ο κόσμος ξεσηκώθηκε και πάλι, ψάλλοντας έξω από το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου.

Αυτούσια η ανακοίνωση του κινήματος «Χριστιανική Αντίσταση»:

Το σατανιστικό τραγούδι “El Diablo” από τις 18 μέχρι τις 22 Μαΐου εκπροσωπεί την πατρίδα μας σε έναν κακόφημο διαγωνισμό τραγουδιού. Ένα τραγούδι που συνεχώς λέει «Ερωτεύτηκα τον διάβολο!»…

Παρά την πληθώρα των αντιδράσεων… Παρά τις χιλιάδες υπογραφές διαμαρτυρίας… Παρά τις πάμπολλες επιστολές και εκκλήσεις προς όλους τους αρμόδιους… Οι υπεύθυνοι ΔΕΝ άκουσαν την κραυγή αγωνίας δεκάδων χιλιάδων πολιτών. Περιφρόνησαν τις συστάσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Χλεύασαν τη χριστιανική μας πίστη και διέγραψαν την ελληνική και ορθόδοξη παράδοση της πατρίδας μας.

Το τραγούδι αυτό ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙ, διότι Η ΚΥΠΡΟΣ ΑΓΑΠΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ και όχι τον διάβολο. Διαμαρτυρόμαστε! Αντιστεκόμαστε! Προσευχόμαστε στον Κύριο Ιησού Χριστό και στην Υπεραγία Θεοτόκο να ελεήσουν την πατρίδα μας και να μας συγχωρήσουν για αυτήν την πρωτόγνωρη βλασφημία.

Την Τετάρτη 19 Μαΐου, 5:30 μ.μ. – 6:30 μ.μ., θα κάνουμε ανθρώπινη αλυσίδα έξω από το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (Λεωφόρος ΡΙΚ) στην Αγλαντζιά και θα κρατούμε ΟΛΟΙ στα χέρια μας εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων μας. (Θα φορούμε μάσκα προσώπου και θα στεκόμαστε με αποστάσεις.) Θα ψάλλουμε τον Παρακλητικό Κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο. Στην εκδήλωσή μας θα έχουμε μόνο ένα μεγάλο πανό, που θα ετοιμάσει η οργανωτική επιτροπή, το οποίο θα γράφει:

Η ΚΥΠΡΟΣ ΑΓΑΠΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!


ΠΗΓΗ

ΤΕΤΑΡΤΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

 

«Τάς παλάμας Ἰησοῦ, προσηλώσας ἐν Σταυρῶ, τά ἔθνη πάντα ἐκ τῆς πλάνης συλλαβών, πρός ἐπίγνωσιν τήν σήν συνεκαλέσω, Σωτήρ» (γ΄ ωδή εορτής).

(Αφού άπλωσες καρφωμένες στον Σταυρό τις παλάμες, Ιησού, και συνέλαβες έτσι όλα τα έθνη (ώστε να βγουν) από την πλάνη, τα κάλεσες, Σωτήρα, να Σε γνωρίσουν και να Σε καταλάβουν).

Ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, ο υμνογράφος του κανόνα της εορτής των Μυροφόρων, κινείται διαρκώς σε όλες τις ωδές σε ένα διπλό επίπεδο: αφενός αναφέρεται στον Σταυρό και την Ανάσταση του Κυρίου για να μιλήσει έπειτα για τις Μυροφόρες και τους Ιωσήφ Αριμαθαίας και Νικόδημο, αφετέρου η κάθε αναφορά στον Σταυρό και την Ανάσταση δεν αποτελεί «επίπεδη» και «αντικειμενική» προσέγγιση – δεν μένει μόνο στα γεγονότα που διαπιστώνουν οι σωματικές αισθήσεις – αλλά προβάλλει το θεολογική βάθος και τη σημασία των γεγονότων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το υπ’ όψιν τροπάριο.

Τι σημειώνει ο άγιος υμνογράφος; Πρώτον, η Σταύρωση του Κυρίου είναι Πάθος «ἑκούσιον». Ενώ σταύρωσαν δηλαδή τον Κύριο οι Ρωμαίοι στρατιώτες και κάρφωσαν τις παλάμες Του στο ξύλο, συνεπώς εκείνοι έχουν την ευθύνη, όπως και ο Ρωμαίος ηγεμόνας που έδωσε την εντολή μαζί με τους Ιουδαίους αρχιερείς που τον πίεσαν, όμως κατά τον ποιητή «ο Κύριος άπλωσε καρφωμένες τις παλάμες Του στον Σταυρό». Ο υμνογράφος γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Κύριος ως Θεός «αφήνεται» στο έλεος των Ρωμαίων και των Εβραίων. Κι αυτό γιατί «ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν», έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας του κόσμου, προκειμένου διά του Σταυρού να έλθει η χαρά της λύτρωσης σε όλον τον κόσμο. Ήταν τέτοια η βλάβη και το τραύμα της αμαρτίας στον άνθρωπο, ώστε δεν αρκούσε η αποστολή των προφητών και το κήρυγμα της μετανοίας τους. Αν μπορούσε η ανθρωπότητα να θεραπευτεί με τον λόγο, προφορικό ή γραπτό, τότε δεν θα χρειαζόταν ίσως ο ερχομός του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο. Όμως ήλθε και φανέρωσε ότι και η ανθρωπότητα έπασχε σε βαθμό «νέκρωσης», και η αγάπη του Δημιουργού για το πλάσμα του ήταν άπειρη. «Ἑκούσιον» λοιπόν το Πάθος του Κυρίου, γεγονός που συγκλονίζει κάθε πιστό μόλις θελήσει λίγο να σταθεί και να στοχαστεί εν πίστει πάνω σ’ Αυτό.

Δεύτερον, τα απλωμένα και καρφωμένα χέρια του Κυρίου στον Σταυρό δεν είναι χέρια που μπορούν να μετρηθούν ανθρώπινα: δεν αγκαλιάζουν έναν ή δύο ανθρώπους – ό,τι μπορεί να περιλάβει στην αγκαλιά του ένας «φυσιολογικός» άνθρωπος! Αλλά είναι χέρια και είναι παλάμες που εκτείνονται σε πλάτος και βάθος ποιοτικό, δηλαδή αγκαλιάζουν και περικλείουν σύμπασα την ανθρωπότητα όλων των τόπων και όλων των χρόνων. Πάνω στον Σταυρό, επειδή ακριβώς πάσχει ο Δημιουργός ως άνθρωπος λόγω της ακατανόητης αγάπης Του, βρίσκεται και όλη η ανθρωπότητα απαρχής και όσο θα υπάρχει κόσμος -  ο κάθε άνθρωπος μπορεί να νιώσει τη θέρμη της αγκαλιάς Του, όταν μάλιστα Εκείνος έχει σβήσει και διαγράψει τις όποιες αμαρτίες του, παλιές, συγκαιρινές, μελλοντικές! Στον Σταυρό του Κυρίου με άλλα λόγια βλέπουμε εν πίστει τι σημαίνει αληθινή ενότητα: «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, αὐτοί ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν αὐτοῖς».

Τρίτον, οι καρφωμένες παλάμες του Κυρίου λειτούργησαν ακριβώς ως το «άγκιστρο» για να συλληφθούμε από Εκείνον ώστε να βγούμε από την πλάνη της άγνοιας του Θεού και να οδηγηθούμε στην επίγνωσή Του, επίγνωση όπως είπαμε της ενότητάς μας μ’ Εκείνον και με όλους τους συνανθρώπους μας. Εν προκειμένω ο άγιος Ανδρέας μάς λέει εικονιστικά τον λόγο του Κυρίου για τον ίδιο τον Σταυρό Του: «κἀγώ ὅταν ὑψωθῶ ἀπό τῆς γῆς πάντας ἑλκύσω πρός ἐμαυτόν». Ο Σταυρός του Κυρίου λειτούργησε και λειτουργεί πάντοτε δηλαδή ως θείος μαγνήτης που μαγνητίζει κάθε καλοπροαίρετη καρδιά που αναζητεί την αλήθεια. Ο Θεός μας δεν θέλησε διά της βίας και εξ ανάγκης να μας φέρει κοντά Του – η βία το μόνο που καταφέρνει είναι το «κούμπωμα» του ανθρώπου και η αποξένωσή του. Εκείνο που χρησιμοποίησε ο Θεός μας, γιατί Αυτό είναι η ζωή Του, είναι η αγάπη, τέτοια που μας προσέφερε τη ζωή Του για να ζήσουμε εμείς. Συνεπώς η θυσιαστική αγάπη συνιστά τον μαγνήτη κι αυτό που «ψαρεύει» τον κάθε άνθρωπο κάθε εποχής. Κι όταν ο Κύριος καλούσε τους μαθητές Του να γίνουν «ἁλιεῖς ἀνθρώπων» στην πραγματικότητα τους καλούσε να βρίσκονται πάντοτε σταυρωμένοι και με τη δική Του αγάπη για να μαρτυρούν την αλήθεια και οι άνθρωποι να ελκύονται προς αυτούς.


ΠΗΓΗ