«Να επιζητείς να φωτίζεσαι πάνω στους λόγους της Γραφής, που είναι λόγοι πνευματικής υγείας, με τους κόπους κυρίως παρά με τα βιβλία» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κζ΄, β΄, 48).
Είναι από τους πιο βαθείς και καίριους λόγους του οσίου: προϋποθέτουν ότι αφενός δεν βρισκόμαστε στην κατάσταση που θα έπρεπε – το σκότος είναι εγγενής πια κατάστασή μας λόγω της πτώσης στην αμαρτία ή στη διαρκή επιρροή της και μετά το βάπτισμά μας – αφετέρου ο λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, περιέχει το φως του Θεού το οποίο οδηγεί τον άνθρωπο στην πνευματική του υγεία, δηλαδή στην κατάσταση που ο άνθρωπος ζει ορθά την παρουσία του Θεού ως μέλος Χριστού. Γι’ αυτό και ο όσιος θεωρεί τη μελέτη της Γραφής ως φάρμακο για τον πιστό, χωρίς το οποίο κινδυνεύει η πνευματική αρτιότητα και ακεραιότητά του. Κι ακόμη περισσότερο: πέραν του φωτισμού που προσφέρει η μελέτη αυτή, κάνει τον πιστό να συγκεντρώνει τον νου του, ώστε να μην οδηγείται αυτός (ο νους) στην καταστροφική διάσπαση και διάχυσή του στα αισθητά και ορατά. «Δεν είναι λίγος ο φωτισμός και η συγκέντρωση του νου που χαρίζει η ανάγνωση, εφόσον πρόκειται για λόγια του Αγίου Πνεύματος, τα οποία οπωσδήποτε καθοδηγούν και διορθώνουν όσους τα μελετούν» (47).
Δεν είναι θέμα λοιπόν πολυτέλειας η μελέτη των λογίων του Αγίου Πνεύματος. Πρόκειται για καθημερινή και αναγκαία τροφοδοσία της ψυχής για να μπορούμε να ζούμε ως άνθρωποι, ενόψει μάλιστα των παθών που μας ταλαιπωρούν και του Πονηρού που αδιάκοπα «ζητεί να μας καταπιεί»! Και μέσα στα αγιοπνευματικά αυτά λόγια πρέπει να εντάξουμε όχι μόνο βεβαίως τη βάση όλων, την Αγία Γραφή, αλλά και την Πατερική εκφορά της, είτε με τα ίδια τα κείμενα των Πατέρων είτε με την υμνογραφική διάστασή της είτε με τη συναξαριακή μορφή διά των βίων των αγίων. Όσο με άλλα λόγια μελετούμε τα πνευματικά κείμενα της Εκκλησίας μας και εμβαπτιζόμαστε σ’ αυτά, πορευόμαστε πάνω στον δρόμο του Θεού και έχουμε τον Ίδιο λαλούντα και ενεργούντα στην καρδιά μας.
Υπάρχει όμως ένα «αλλά». Κι αυτό είναι η άλλη πλευρά της προτροπής του οσίου: «να φωτίζεσαι από τη Γραφή, αλλά με τους κόπους κυρίως παρά με τα βιβλία»! Είναι η ίδια προτροπή του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος μιλώντας για το ίδιο θέμα: της ωφέλειας από τη μελέτη της αγίας Γραφής, έλεγε: «Μην προχωρείς τη μελέτη αυτή πριν εφαρμόσεις τον προηγούμενο λόγο που διάβασες». Η μελέτη δηλαδή της Γραφής – και σ’ αυτό συμφωνούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας – γίνεται διά της πράξεως πρωτίστως και όχι τόσο διά της απλής αναγνώσεως. Η ανάγνωση έχει τεράστια σημασία στον βαθμό που ο πιστός έχει την αποφασιστική βούληση να εφαρμόζει αυτά που διαβάζει στην καθημερινότητά του. Διαφορετικά τα ίδια τα λόγια της Γραφής γίνονται όπλα που στρέφονται κατά του ίδιου του εαυτού μας (όσιος Μάρκος ο ασκητής). Και τούτο γιατί το ζητούμενο είναι όχι το πώς θα πάρει ο άνθρωπος κάποιες πληροφορίες για τον Θεό, αλλά το πώς θα κάνει τον Θεό ένοικο της ψυχής του. «Ο Κύριος μακάρισε όχι αυτόν που έμαθε κάτι για τον Θεό, αλλά αυτόν που απέκτησε τον Θεό στην ύπαρξή του – το εν εαυτώ σχειν τον Θεόν» (άγιος Γρηγόριος Νύσσης).
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ