Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ΄ Οικονόμων: ''Σιωνίτης Προσκυνητής'' (αποσπάσματα με απόδοση στην νεοελληνική)

«Κάποιοι πάλι αποκλίνουν με άλλες πλάνες, προσπαθώντας να παραπλανήσουν με δόλο. Αρνούνται το θείον θαύμα του Αγίου Φωτός που φαίνεται κάθε χρόνο στον πανάγιο Τάφο το μεγάλο Σάββατο, κατηγορώντας το ως παραποίηση και απάτη. Επίσης, διαπράττουν πολλές ύβρεις κατά της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, με τη δικαιολογία του ζήλου της χριστιανικής αλήθειας» (Κων. Οικονόμου εξ΄ Οικονόμων, ''Σιωνίτης Προσκυνητής'').


Ἡ συζήτηση γιὰ τὸ « ̔Αγιον Φῶς» καὶ τὴν ἱερὰ ἀποδημία στοὺς Αγίους Τόπους «ἔκλεισε» το 1850, ὅταν ὁ Κων. Οἰκονόμος ἐδημοσίευσε τὸ βιβλίο του Σιωνίτης Προσκυνητής, τοποθετώντας παραδοσιακὰ τὸ πρόβλημα καὶ ἀναδημοσιεύοντας κείμενα ἱστορικά, ποὺ ἀγγίζουν τὴν οὐσία του. Ἤδη εἴδαμε ὅτι στα 1839 και 1841 ἤθελε νὰ δημοσιοποιήσει τὶς ἀπόψεις του γιὰ τὸ ζήτημα. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκαμε το 1850, ἀνανεώνοντας καὶ ἀναδιατυπώνοντας τὰ ὅσα εἶχε στείλει ἰδιωτικὰ ὑπὸ τὴν μορφὴ κριτικῶν παρατηρήσεων στον Στέφ. Καραθεοδωρή, τὰ ὁποῖα, ὅπως καὶ τὸ ἔργο τοῦ τελευταίου, ἔμειναν τότε ἀνέκδοτα (σ.σ. τα δημοσίευσε ο π. Γεώργιος Μεταλληνός στο βιβλίο του ''Φωτομαχικά - Αντιφωτομαχικά).

Τὸ βιβλίο τοῦ Οἰκονόμου φέρει τον τίτλο: ΣΙΩΝΙΤΗΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ, ἤτοι, τοῦ ἐν ̔Αγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νύσσης αἱ περὶ τῶν Ἱεροσολύμων διαλαμβάνουσαι δύω Επιστολαί, μετὰ σημειώσεων καὶ Παραρτήματος ᾧ προσετέθη καὶ τὸ μέχρι νῦν ἀνέκδοτον Κατὰ ̔Αγιοκατηγόρων, Παχωμίου τοῦ Ρουσάνου, ὑπὸ τοῦ Πρεσβυτέρου καὶ Οἰκονόμου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχικού Θρόνου, Κωνσταντίνου τοῦ ἐξ Οικονόμων, Αθήνησι 1850. Μαζὶ μὲ τὴν δική του διεξοδικότατη τοποθέτηση στο πρόβλημα ὁ Κ. Οἰκονόμος ἐκδίδει καὶ τὶς δύο συναφεῖς μὲ τὸ θέμα ἐπιστολὲς τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, ἡ πρώτη ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶχε προβληθεῖ, μέσα ἀπὸ μιὰ αὐθαίρετη ἑρμηνεία τοῦ Κοραή, ποὺ μὲ τὸν «βιασμό» της, προσπαθοῦσε νὰ ἐπενδύσει πατερικά - δηλαδὴ παραδοσιακά - τὶς περὶ ̔Αγίων Τόπων θέσεις του.

Αὐτὴ τὴν «δολερή» μέθοδο τοῦ Κοραή περιγράφει μὲ ἀρκετὴ λεπτότητα, εἶναι γεγονὸς ὁ Οἰκονόμος: «Χωροῦσι πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτῶν ὑπούλως πάνυ καὶ δολερῶς. Αὐτοὺς μὲν γὰρ τοὺς Αγίους Τόπους οὔτ ̓ ἐπαινοῦσι, οὔτε λοιδοροῦσι ἀνέδην (εἰ μὴ ποὺ τυχόν, ηπίως καὶ ἀστικώτερον χαριεντιζόμενοι)· φιλανθρώπου δὲ φιλογενείας καὶ χριστιανικῆς φιλαληθείας προσωπεῖον ἀναλαμβάνοντες, ἀπείργουσι μὲν τοὺς Χριστιανοὺς τῆς εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀποδημίας, τὴν τοῦ θείου Νύσσης ἐπιστολὴν καὶ αὐτοὶ περικροτοῦντες, τὰ δὲ πρὸς τὴν ἀποδημίαν ταύτην ἀπολλύμενα χρήματα παραινοῦντες εἰς σύστασιν καταβάλλειν διδασκαλείων παντοίων πρὸς τὸν τοῦ γένους φωτισμόν (οἷον αὐτοὶ δηλονότι θέλουσι).

Θὰ δημοσιεύσουμε σὲ μέρη ἀποσπάσματα τοῦ ἔργου του - μὲ ἀπόδοση στὴν νεοελληνική - διότι ἔχουν μεγάλη ἀξία, ὅσον ἀφορᾶ τὴν χριστιανικὴ ἀπολογητικὴ κατὰ τῶν παλαιῶν καὶ νέων κατηγόρων .



ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ







Πάσχα με τον άγιο Ιωάννη της Σανγκάης

 

Πάσχα με τον άγιο Ιωάννη της Σανγκάης

Ένας από τους γηραιότερους ιερείς της Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς, ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Λάριν, είχε μια ιδιαίτερη ευλογία στη ζωή του: ως μικρό παιδί στη Σανγκάη, ήταν πολύ κοντά στον άγιο Ιωάννη της Σανγκάης και του Σαν Φρανσίσκο και έμαθε πολλά από εκείνον. Αρκετές φορές, ο τότε Ζόρα και μετέπειτα πατήρ Γεώργιος, γιόρτασε με τον επίσκοπο Ιωάννη τη Λαμπρή Ανάσταση του Χριστού και θυμόταν καλά πώς, στην κυριολεξία, πετούσε στην εκκλησία ανάμεσα στο πλήθος των προσκυνητών. Αυτή την πασχαλινή χαρά την κουβαλούσε μέσα του σε όλη του τη ζωή.

O άγιος Ιωάννης της ΣανγκάηςO άγιος Ιωάννης της Σανγκάης

– Πατέρα Γεώργιε, θυμάστε πώς λειτουργούσε ο επίσκοπος το Πάσχα;

– Στη Σανγκάη υπήρχε ένας αρκετά μεγάλος ναός. Τη νύχτα του Πάσχα πλημμύριζε με κόσμο και ο επίσκοπος Ιωάννης κυριολεκτικά πετούσε ανάμεσα από το πλήθος. Περνούσε δίπλα από τον κόσμο με το θυμιατήρι και τους χαιρετούσε όλους με τη φράση: «Χριστός Ανέστη! Χριστός Ανέστη!» Το έλεγε με τέτοιο ενθουσιασμό, σαν παιδί. Ήταν όντως έτσι, είχε στ’ αλήθεια ψυχή μικρού παιδιού, ήταν πολύ ασυνήθιστος άνθρωπος. Ξέρετε, ήταν σαν να εμφανίστηκε ο άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός ζωντανός ανάμεσά μας, και με τέτοιο ενθουσιασμό, με τέτοια χαρά ευχόταν σε όλους για αυτή τη μεγάλη γιορτή.

Ήταν σαν να εμφανίστηκε ο άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός ζωντανός ανάμεσά μας

Ο επίσκοπος περιφερόταν τόσο γρήγορα μέσα στον ναό, που ήταν σαν να πετούσε, στην κυριολεξία. Οι διάκονοι, οι οποίοι δεξιά και αριστερά κρατούσαν τα Δικηροτρίκηρα, έτρεχαν πίσω του αλλά δεν προλάβαιναν. Και με αυτόν τον τρόπο ο επίσκοπος περιδιάβαινε σε όλο τον ναό. Δε θα το ξεχάσω ποτέ.

Έχω πολλά άλλα πράγματα που σχετίζονται με τον επίσκοπο Ιωάννη. Αν δεν ήταν αυτός, η ζωή μου θα ήταν τελείως διαφορετική, και εκείνος το προέβλεψε αυτό.

– Οι διάκονοι δεν προλάβαιναν τον επίσκοπο. Και εσείς, μικρό παιδί και βοηθός του, προλαβαίνατε;

– Ναι, ναι. Μα ήμουν πολύ μικρός, έτρεχα δίπλα του, αλλά μερικές φορές συμβαδίζαμε. Δίπλα ήταν δύο μεγάλοι διάκονοι. Και έτσι έτρεχα σε όλο τον ναό, έχοντας τεράστια χαρά, την οποία μού μετέδιδε ο επίσκοπος. Είναι δύσκολο να εξηγήσω αυτό το συναίσθημα, αλλά ήταν κάτι πολύ ωραίο.

Και είμαι σίγουρος ότι και οι άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι βρίσκονταν τότε στον ναό, αισθάνθηκαν αυτή τη χαρά. Πολλοί έμεναν μέχρι το τέλος της Λειτουργίας, αλλά οι γονείς μου συνήθως έφευγαν νωρίτερα, μετά τον Όρθρο και πριν αρχίσει η Λειτουργία. Μας έπαιρναν εμάς, τα παιδιά, στο σπίτι και εκεί τρώγαμε, αφού είχαμε νηστέψει. Ήμουν πολύ μικρός, 8–10 χρονών και αδερφός μου δύο χρόνια μικρότερος.

– Περάσατε το Πάσχα με τον επίσκοπο Ιωάννη αρκετές φορές. Θυμάστε καμία ιστορία σχετικά με αυτόν;

– Συνέβη πριν πολλά χρόνια. Μέναμε όλα κι όλα τρία τετράγωνα από τον ναό, δεκαπέντε λεπτά με τα πόδια. Ο επίσκοπος ερχόταν σε εμάς. Όλες τις μέρες του Πάσχα ήταν πολύ χαρούμενος. Είχε ένα τόσο παιδικό χαμόγελο, και μια τέτοια χαρά που μεταδιδόταν σε όλους.

Έπειτα φύγαμε από τη Σανγκάη και μετακομίσαμε στο νησί Τουμπαμπάο, στις Φιλιππίνες, όπου μείναμε ένα χρόνο. Από εκεί η οικογένειά μας μετανάστευσε στην Αυστραλία. Ο επίσκοπος μού έγραφε γράμματα, και τα κρατάω, για μένα είναι πολύτιμα. Παρεμπιπτόντως, εκείνος χρησιμοποιούσε μόνο την παλιά ορθογραφία, όπως ο πατέρας μου, ο οποίος δε δεχόταν τους καινούργιους κανόνες και θεωρούσε ότι είναι μια σοβιετική εφεύρεση, μια παραμόρφωση της ρωσικής γλώσσας.

– Τι μάθατε εσείς, σαν μικρό αγόρι, από τον επίσκοπο στις γιορτές του Πάσχα; Η επαφή με αυτόν τον άνθρωπο, βοήθησε στο να κατανοήσετε πόσο σημαντική είναι αυτή η γιορτή;

– Βέβαια! Χάρη στη γνωριμία μας κατανόησα πολλά πράγματα, τα οποία με απασχολούσαν. Ο επίσκοπος έλεγε ότι το Πάσχα είναι η πιο σημαντική μέρα, την ονόμαζε Εορτή των Εορτών. Διαρκεί σχεδόν ένα μήνα και λέμε: «Χριστός Ανέστη» έως την Ανάληψη του Κυρίου.

Τη χαρά που είχε το Πάσχα ο επίσκοπος Ιωάννης, την είχε σε όλη του τη ζωή, και τη Μεγάλη Σαρακοστή και όλο το χρόνο. Ήταν κάτι απίστευτο!

ΝΑ ΕΞΟΡΙΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΗΦΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΖΑΛΗ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ

 

ΠΕΜΠΤΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ

«Κατήφεια παθῶν καί λογισμῶν ἡ ζάλη, μακράν ἐξοριζέσθω καί οὕτως ἐξανθήσει τό ἔαρ τό τῆς πίστεως» (απόστ. Αίνων).

(Ας εξορισθεί μακριά από εμάς η κατήφεια και η στενοχώρια των παθών, όπως και η ζάλη των λογισμών, και έτσι θα ανθήσει η άνοιξη της πίστης).

Ο άγιος υμνογράφος εξαγγέλλει αυτό που διαλαλεί η Εκκλησία μας με την Ανάσταση του Κυρίου: τα πάντα τώρα είναι πλημμυρισμένα από το φως και τη χαρά της Αναστάσεως. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός». «Ὦ Πάσχα, λύτρον λύπης». Ό,τι ο Κύριος και οι άγιοι άγγελοί Του προέτρεπαν τους αποστόλους και τις μυροφόρες γυναίκες: «Χαίρετε», ό,τι ο απόστολος Παύλος θεωρούσε ως δεδομένο της πίστεως: «Χαίρετε, καί πάλιν ἐρῶ Χαίρετε», αλλά και καρπό της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος που προεκτείνει την αναστημένη παρουσία του Κυρίου: «ὁ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά», ό,τι ο ίδιος πάλι προέτρεπε ως συστατικό της ζωής αλλά και διαρκές αγώνισμα των πιστών: «Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε», αυτό λοιπόν προβάλλει και ο άγιος ποιητής. Γιατί; Διότι ανέτειλε ήδη το έαρ, η άνοιξη της πίστεως. Και η άνοιξη αυτή αποτελεί τον ύμνο της χαράς. Οπότε, «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - χαρά και κατήφεια δεν μπορούν να συνυπάρξουν! Όταν με άλλα λόγια ο πιστός έχει ενσυνείδητα αποδεχτεί τον Χριστό στη ζωή του, τότε είναι αδιάκοπα στραμμένος προς Αυτόν και Αυτόν αναζητεί προκειμένου να Τον έχει Κύριο και Αρχηγό της ζωής του. Και Τον αναζητεί βεβαίως με τον μόνο τρόπο που ο Κύριος καθόρισε: μέσα από τις άγιες εντολές Του, οι οποίες οδηγούν στην εγκατοίκησή Του μέσα στον άνθρωπο, καθιστώντας τον κυριολεκτικά ένα με Εκείνον. «Τηρήστε τις εντολές Μου και θα Με δείτε μέσα σας». Κι έρχεται έτσι η χαρά και η ειρήνη του Χριστού μέσα στον άνθρωπο, χαρά και ειρήνη εσωτερική και βαθειά που κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να τα διαγράψει και να πάρει.

Από την άποψη αυτή ο άγιος υμνογράφος τονίζει το αυτονόητο: αν ζει ο πιστός τη χαρά της Ανάστασης, δεν μπορεί να είναι εγκλωβισμένος στην κατήφεια που φέρνουν με μαθηματική ακρίβεια τα πάθη του ανθρώπου˙ δεν μπορεί να άγεται και να φέρεται από τους λογισμούς που δημιουργούν ζάλη στον άνθρωπο, δηλαδή από τους λογισμούς της απιστίας και της διψυχίας, τους λογισμούς που θέτουν σε κρίση τον άνθρωπο, γιατί δεν μπορεί να πάρει τη σταθερή απόφαση να είναι πάντοτε με το μέρος του Χριστού, δηλαδή εκεί που τον καλούν οι εντολές και το θέλημα Εκείνου. Κι είναι η εμπειρία του καθενός μας: τι είναι εκείνο που δημιουργεί την εσωτερική θλίψη και στενοχώρια και δεν μας αφήνει να ησυχάσουμε; Μόνον το άφημά μας στα ψεκτά πάθη μας: η ικανοποίηση της σαρκολατρείας μας και του αλαζονικού υπερήφανου φρονήματός μας. Δυστυχώς, έστω και θεωρούμενοι χριστιανοί, ζούμε ακόμη μέσα στον χειμώνα της αμαρτίας μας, όταν έξω, στον αληθινό κόσμο του Θεού – κι είναι αληθινός γιατί είναι ο αιώνιος κόσμος – ήδη έχει ανατείλει το έαρ και η καλοκαιρία της ζεστασιάς της αγκαλιάς του Θεού μας. Ήδη από την πρώτο ύμνο του κανόνα του αγίου Θωμά (α΄ ωδή) ο υμνογράφος επισημαίνει: «Σήμερον ἔαρ ψυχῶν˙ ὅτι Χριστός ἐκ τάφου, ὥσπερ ἥλιος ἐκλάμψας τριήμερος, τόν ζοφερόν χειμῶνα ἀπήλασε τῆς ἁμαρτίας ἡμῶν» (Σήμερα είναι η άνοιξη των ψυχών. Γιατί ο Χριστός  την τρίτη ημέρα μετά τη σταύρωσή Του βγήκε από τον τάφο, όπως ακριβώς ο ήλιος που έλαμψε μετά τη νύκτα, και έκανε πέρα τον χειμώνα της αμαρτίας μας).

Ο αληθής χριστιανός, δηλαδή ο άγιος, είναι ο χαρούμενος άνθρωπος. Χαρούμενος με την έννοια την πραγματική: χαίρεται η καρδιά του, γι’ αυτό και τη χαρά αυτή σκορπίζει παντού και πάντα. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί άγιοι της Εκκλησίας μας θεωρούσαν ότι ο πασχαλινός χαιρετισμός «Χριστός Ἀνέστη» πρέπει να συνιστά τον διαρκή χαιρετισμό μας όλου του χρόνου. Αρκεί βεβαίως να μη ξεχνάμε ότι η εσωτερική αυτή χαρμόσυνη πραγματικότητα δεν προκύπτει «μαγικά» και γρήγορα. Απαιτεί καθημερινό αγώνα συσταύρωσης με τον Χριστό, οδύνη και «μάτωμα» πάνω στον αγώνα κατά των παθών, που θα πει ότι τελικώς η χαρά αυτή  λειτουργεί για τον «μέσο» χριστιανό, αν υπάρχει τέτοιος όρος, ως όραμα που πρέπει να καθορίζει την πορεία του – μερικές φορές σε βάθος δεκαετιών! Και βεβαίως να τονίσουμε και πάλι το του αποστόλου: η χαρά έρχεται ως καρπός του πνεύματος αγάπης. Όπου αγάπη εκεί και χαρά, εκεί και Ανάσταση, εκεί και Χριστός!


ΠΗΓΗ