«Ποικίλως, φησὶν ὁ Κανών, ἐπιβουλεύει τῇ τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησία ὁ πονηρός. Ἐπεὶ γὰρ τὰ ζιζάνια τῶν αἱρέσεων εἶδεν ἐκτετμημένα τῇ μαχαίρα τοῦ Πνεύματος, ἑτέραν ἐμηχανήσαντο μέθοδον, ἵνα τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας μερίσῃ, καὶ διασπάσῃ τὴν ἕνωσιν. Αὕτη δ΄ ἐστὶν ἢ τῶν σχισματικῶν μανίαν....» (Ράλλη-Ποτλή τόμ. Β΄ σελ. 689)
Σοφοὶ οἱ λόγοι τῶν μεγάλων ἑρμηνευτῶν τῶν Θείων καὶ Ἰερῶν Κανόνων! Μᾶς ἐξηγοῦν τὴν μέθοδο τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου ὁ ὁποῖος ὅταν βλέπει τους ἀνθρώπους «τί ὑγιὲς φθεγξαμένους, ἑτέρους κὰτ΄ αὐτῶν διήγειρε» πρὸς διάστασιν καὶ διαμάχην.
Ἔτσι λοιπὸν σήμερα ὑπάρχουν μερικοὶ οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦν ταραχὲς καὶ διαμάχες εἰς τὴν ἐκκλησία προφασιζόμενοι δῆθεν «λόγους πίστεως», προβάλλοντας τὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου! Μόνο ποὺ λησμονοῦν; ὅτι ὁ Κανόνας ἀναφέρει αἵρεσιν ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ, Η ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΤΕΓΝΩΣΜΕΝΗΝ!
Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι μᾶς θυμίζουν παλαιότερο ἄρθρο διὰ τοὺς ''εὐσεβοφανεῖς'':
«Ο ευσεβοφανής δεν γνωρίζει σωστά την κατάστασή του. Νομίζει, ή καλύτερα, πιστεύει πως είναι ευσεβής. Δεν περνά απ’ τη συνείδησή του η σκιά κανενός δισταγμού, καμιάς αμφιβολίας. Πιστεύει πως εκφράζει στο ακέραιο το πνεύμα της θρησκείας κι ακόμη κάτι περισσότερο: πως έχει ταχθεί άνωθεν να την υπερασπίζει και να διώχνει έξω απ’ το ναό τους διάφορους κολυβιστές και μεταπράτες κάθε εποχής. Ο ευσεβοφανής ζει επιφανειακά, ζει ελαττωματικά τον Χριστιανισμό κι επειδή το βίωμά του δεν πάει σε βάθος, δεν έχει ουσία πνευματική, εύκολα τον ωθεί στο θρησκευτικό φανατισμό που είναι ο πιο σκληρός, ο πιο ολέθριος κι ο πιο βλάσφημος του Θεού αλλά και του ανθρώπου φανατισμός.
Ο ευσεβοφανής είναι αυστηρός τηρητής των δογμάτων αλλά γι’ αυτόν τα δόγματα είναι ξερά, σχηματοποιημένα, αφού δεν τα ζωοποιεί η χάρη της παρουσίας του Θεού. Τα δόγματα είναι γι’ αυτόν τύποι κι όχι ουσία, λόγια και όχι πάθος, κούφιες διακηρύξεις κι όχι αγωνιώδη βιώματα της ψυχής. Εν ονόματι των δογμάτων είναι έτοιμος να συκοφαντήσει, να εξουθενώσει τους άλλους.
Οι ευσεβοφανείς έχουν ένα «ύφος» και μια σιγουριά κυριολεκτικά απάνθρωπα. Συνοφρυωμένοι και σπουδαιοφανείς, φέρνουν σ’ εκείνους που τους συναπαντούν αηδία, όχι μονάχα γι’ αυτούς, αλλά και για τις τίμιες και ιερές θέσεις που υποστηρίζουν. Διασύρουν τον Χριστιανισμό και παραμορφώνουν με τη βιαιότητα και τη σκληρότητά τους την πίστη».
Εἶναι «τηρητὲς» καὶ «φύλακες» τῶν δογμάτων τῆς ἐκκλησίας! Δυστυχῶς ὅμως ἠ μη καλὴ γνώση (Κανονικοῦ Δικαίου) καὶ τῶν θεσμῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ἡ ἐκκλησιαστικὴ οἰκονομία, ἔχει δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις. Ἡ ἡμιμάθεια εἶναι χειρότερη ἀπὸ τὴν ἄγνοια, ὅπως γνωρίζουμε ἤδη.
Αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν καλά, ὅτι ἐὰν τὸ κύρος καὶ ἡ αὐθεντία τῶν θείων κανόνων εἶναι ἀπόλυτη, καὶ ἔτσι μποροῦν νὰ ἀποτελοῦν ἀπλανεῖς ὁδηγούς, γενικῶς καὶ διαχρονικῶς, ἀντιθέτως ἡ ἰσχύς τους καὶ ἡ ἐφαρμογὴ τοὺς εἶναι σχετική, ὅτι δηλαδὴ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὶς περιστάσεις, μὲ τὶς περιπτώσεις, τὶς προσωπικὲς ἢ τὶς μερικές, καὶ μὲ τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Τὶς ἐν λόγω καταστάσεις, προϋποθέσεις καὶ συνθῆκες, θὰ τὶς κρίνει βεβαίως τὸ ἐκάστοτε αρμόδιο ἐκκλησιαστικὸ ἐπισκοπικό, ἢ συνοδικό, ἢ ἐντεταλμένο ἀπ' αὐτὸ ὄργανο, τὸ ὁποῖο θὰ χορηγεῖ ἀναλόγως τὴν οἰκονομία, τ.ε. τὴν ἄδεια γιὰ παρέκκλιση ἀπὸ τοὺς κανόνες ἐκ τῶν προτέρων ἢ τὴν συγχώρηση γιὰ τὴν παράβαση τοὺς ἐκ τῶν ὑστέρων.
Αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν τὸ θεσμὸ τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας, ὁ ὁποίος παρέχει στα αρμόδια ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας το δικαίωμα νὰ χορηγοῦν τὴν ἄδεια ἢ τὴ συγχώρηση γιὰ κάποια πρόσκαιρη καὶ λογικὴ παρέκκλιση ἀπὸ τὴν πιστὴ ἐφαρμογὴ τῶν ἰ. κανόνων, ὄχι τῶν δογμάτων, πάντοτε βεβαίως ἀπὸ χριστιανικὴ ἀγάπη καὶ πρὸς σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Σοφά τα λόγια τῶν μεγάλων ἑρμηνευτῶν:
«Ποικίλως, φησὶν ὁ Κανών, ἐπιβουλεύει τῇ τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησία ὁ πονηρός. Ἐπεὶ γὰρ τὰ ζιζάνια τῶν αἱρέσεων εἶδεν ἐκτετμημένα τῇ μαχαίρα τοῦ Πνεύματος, ἑτέραν ἐμηχανήσαντο μέθοδον, ἵνα τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας μερίσῃ, καὶ διασπάσῃ τὴν ἕνωσιν. Αὕτη δ΄ ἐστὶν ἢ τῶν σχισματικῶν μανίαν....» (Ράλλη-Ποτλή τόμ. Β΄ σελ. 689)
Ἡ Ἁγία εἰρημένη Σύνοδος, συνελθοῦσα, ἓν Κων/πόλει ἓν ἔτει 861 ἢ κὰτ΄ ἄλλους τῷ 863, καὶ ἐπιθυμοῦσα (κατὰ τὸν ἄριστον καὶ σοφὸν ἑρμηνευτὴν Βαλσαμῶνα) καὶ τοῦτο νὰ ρυθμίση (ἤτοι τὴν σατανικὴν μανίαν τῶν ὑποκλεπτομένων ἱερωμένων (καὶ ὂχι μόνον) νὰ χωρίζωνται ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους των), ρητῶς τὴν μνημόνευσιν τοῦ ὀνόματος τοῦ προέδρου ἐθέσπισεν. Ἰδοὺ αὐτούσιοι οἱ λόγοι τοῦ σοφοῦ ἐρμηνευτοῦ:
<<Παυθήσεις τή χάριτι του Θεού της απο των αιρέσεων διαστάσεως, εώρων οι Πατέρες τινάς ιερωμένους υποκλεπτομένους κατά μεθοδείαν σατανικήν είς την των σχισματικών μανίαν, ώς αφισταμένους απο της των Επισκόπων αυτών κοινωνίας, μή όντων ασεβών, ή αδίκων, κατά τον λα΄ Αποστολικόν Κανόνα· διά μόνον δέ το λαληθήναι τινα ίσως εγκληματικά κατ΄ αυτών. Τούτο γούν, ώς καταμερίζον το σώμα του Χριστού, ήτοι την Εκκλησίαν, διορθούμενοι, ώρισαν καθαιρείσθαι τους τολμήσαντας ιερείς, ή διακόνους, ανευλόγως ούτως αποστήναι της μετα του Επισκόπου αυτών κοινωνίας, πρό εντελούς συνοδικής καταδίκης τούτου, και μή αναφέρειν έν ταίς θειαίς ιεροτελεστίαις το όνομα αυτού, κατά την εκκλησιαστικήν παράδοσιν...Και ού μόνον τούτους, αλλά και τους συνακολουθήσαντας αυτοίς, ιερωμένους μέν όντας, διορίζοντας καθαιρείσθαι· λαικούς δέ αφορίζεσθαι, και είναι επιτετιμημένους, μέχρι αν έν επιγνώσει του κακού γένωνται και τώ οικείω Επισκόπω προσέλθωσιν>> (όρα πλείονα έν Ράλλη-Ποτλή τόμ. Β΄ σελ. 690-691 και Ιερόν Πηδάλιον εκδ. 1970, σελ. 357).
Ἰσχυρίζονται ὅτι ὁμιλοῦν περὶ «αἱρέσεως», καὶ ἐκεῖ παραθέτουν τὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου! Ἃς μᾶς παραθέσουν λοιπὸν οἱ ἀντιδρῶντες (διασπαστὲς κὰτ΄ ἐμᾶς) ποὺ ἐστὶ ἡ αἵρεσις;
Μέχρι νὰ τὴν παρουσιάσουν (διὰ νὰ μποροῦν νὰ δικαιολογήσουν καὶ τὸν ΙΕ΄ Κανόνα) ἃς μελετήσουν τοὺς λόγους τῶν μεγάλων ἑρμηνευτῶν διὰ το πάθος τοῦ σχίσματος ἒφ΄ ὅσον εἶναι «τηρητὲς» τῶν δογμάτων καὶ τῶν κανόνων!
ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΟ. Η ΠΗΓΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου