Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΕΙΣ ΤΗΝ (ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΤΩΣΕΩΣ) ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΥΓΕΙΑ (8ο ΜΕΡΟΣ)




Κάθε παράπτωμα πού διαπράττεται μετά τό Βάπτισμα δεν οφείλεται στην ατέλεια του μυστηρίου αλλά στην δική μας έλλειψη πίστης καί στη δική μας αμέλεια νά εφαρμόσουμε τίς έντολές. Ούτε τόν Αδάμ ούτε τό Σατανά πρέπει νά μεμφόμαστε γιά τά σφάλματα μας, αλλά τους εαυτούς μας· γιατί μέ τό Βάπτισμα, ελευθερωθήκαμε εντελώς άπό τή ροπή στό κακό, αυτήν πού κληρονομήσαμε με το προπατορικό αμάρτημα και απο καθε τυραννικό καταναγκασμό, πού ασκεί ό διάβολος. Έχουμε πλήρη ελευθερία καί τά παραπτώματα που διαπράττουμε μετά τό Βάπτισμα οφείλονται μόνο στην κακή χρήση της. Μετά τό Βάπτισμα, εξακολουθούμε νά δεχόμαστε πειρασμούς χωρίς νά μπορούμε νά τό εμποδίσουμε αυτό, καθώς έχει διαβολική προέλευση· δέ φέρουμε καμιά ευθύνη σχετικά μέ τό γεγονός τούτο, άλλ' ανήκει στή δικαιοδοσία μας ν απορρίψουμε τίς υποβολές του δαίμονα. Είμαστε εντελώς ελεύθεροι απέναντι στον πειρασμό, τό Βάπτισμα μας έδωσε τή δύναμη ν' αντιστεκόμαστε νικηφόρα στον πειραστή. Ό,τι δέ δεχόμαστε ούτε μπορεί νά μας προσβάλλει ούτε νά μας κάνει νά ύποφέρουμε. Έάν υποχωρούμε καί υποκύπτουμε στους πειρασμούς, αυτό συμβαίνει γιατί ευδοκούμε καί τό επιθυμούμε καί μάλιστα όντας πλήρως ελεύθεροι.

Ή αμαρτία έχει καί πάλι δύναμη πάνω μας, απλά καί μόνο επειδή εμείς αρχίσαμε νά τήν άγαπάμε. 'Οφειλεται μόνο στην αμέλειά μας. Δύο αιτίες έχει ή δράση του πονηρού, ή οποία επιμένει καί εξακολουθεί [ν' ασκείται] πάνω μας: τήν εγκατάλειψη τών εντολών καί τίς κακές πράξεις, που εκούσια διαπράττουμε μετά τό Βάπτισμα. Ή πλήρης λοιπόν αποφυγή του κακού είναι δυνατή μέ τή χάρη του Βαπτίσματος καί είναι πλέον κτήμα μας· ή διατήρηση όμως της καθαρότητας πού μας δόθηκε, απαιτεί μέσα άπό στάση ζωής μέ πίστη καί ελπίδα, τήν αντίσταση στους πειρασμούς καί τήν έμπρακτη εφαρμογή τών εντολών.

Παρόμοια, καί ή εκδήλωση της άγιαστικής καί θεοποιού χάρης, που μας δόθηκε πλήρως άλλα μυστικά με το Βάπτισμα, απαιτεί τήν προσπάθεια μας. Δέ φανερώνεται, δέν αποκαλύπτεται ενεργώς, δέν κάνει αισθητά τ' αποτελέσματα της, παρά μόνο στό μέτρο της πίστης μας, της ελπίδας μας, καί της εφαρμογής τών έντολών. Νά γιατί, αν τή χάρη αυτή δέν είναι δυνατόν ν' αυξηθεί μέσα μας, - καθώς είναι τέλεια καί δέν υπολείπεται σέ κάτι, πού θά μπορούσε νά της προστεθεί μέ τίς δικές μας προσπάθειες -, μπορούμε εμείς ν' αυξηθούμε «έν αυτή». Οι αρετές πού μπορούμε ν' αποκτήσουμε είναι απλώς ή προοδευτική φανέρωση της χάρης πού λαμβάνουμε μέ τό Βάπτισμα, σχετικά μέ τήν άπό μέρους μας εφαρμογή τών έντολών.

Τό ίδιο θά μπορούσαμε νά πούμε καί γιά τή θεία Εύχαριστία: τό μυστήριο δέ δρα ούτε αυτόματα, ούτε κατά κάποιο τρόπο μαγικά, μολονότι δίνεται στον βαπτιζόμενο Αυτός ο ίδιος ό Χριστός καί φθάνει σ' όλα τά μέλη του σώματός του καί σ' όλες τίς δυνάμεις της ψυχής του. Ό Θεός ούτε εκεί πιέζει τόν άνθρωπο, καί ή ενέργεια του μυστηρίου είναι σχετική μέ τήν πνευματική διάθεση αυτού πού τό δέχεται: έχει άπό μόνο του μιά δύναμη τό μυστήριο, ή οποία δρα μόνο αν αυτός πού μεταλαμβάνει διάκειται ευνοϊκά στό νά τό δεχτεί, όπως αρμόζει. Οι ευχές, πού προηγούνται της Θείας Κοινωνίας, υπογραμμίζουν ότι «ό άναξίως μεταλαμβάνων [...] κρίμα έαυτώ έσθίει καί πίνει». Οι ίδιες ευχές, όπως όσες ακολουθούν τή θεία Κοινωνία, καλούν τό χριστιανό ν' ανοιχτεί καθόλο τό είναι του προς Αυτόν πού λαμβάνει καί ν' άποδειχτεί εντελώς δεκτικός προς τή θεραπευτική καί άγιαστική ενέργεια Του· τέλος τόν προσκαλούν νά πράττει καί νά δρα ώς έχοντας αφομοιώσει τό δώρο πού δέχτηκε. Όπως καί ή χάρη του Βαπτίσματος, ή χάρη της Ευχαριστίας δίνεται πλήρως σ' όλους όσους μεταλαμβάνουν, αλλά εκδηλώνεται σ' αυτούς μέ διαφορετικό τρόπο, ανάλογα μέ την ποιότητα των διαθέσεών τους καί τήν άπό μέρους τους εφαρμογή τών έντολών. Αυτό εξηγεί, όπως παρατηρεί ό Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας ότι «εισί δέ οι καί σημεία της άρρωστίας φέρουσιν έτι καί ούλάς τών πάλαι πληγών, άν ήττον ή προσήκον ήν μελήση περί τών τραυμάτων αύτοις, καί προς τήν του φαρμάκου δύναμιν ουκ έφάμιλλον είσενέγκωσι τής ψυχής τήν παρασκευήν» (ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ, Έν Χριστώ ζωή, 4,55).

Οι ίδιες παρατηρήσεις αφορούν καί στά υπόλοιπα μυστήρια. Ό Άγιος Μάξιμος γράφει γενικά: «Έκαστος γάρ κατά τήν άναλογίαν τής έν αύτώ πίστεως φανερουμένην κέκτηται του Πνεύματος τήν ένέργειαν, ώστε ταμίας υπάρχει της χάριτος έκαστος έαυτού» (ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Προς Θαλάσσιον, 54, Ρ.G 90, 516). Μπορούμε λοιπόν νά ομολογήσουμε με τον Άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο: «Μετά τήν του Θεού χάριν έν ήμιν κείται τό πάν καί έν τή σπουδή τή ημετέρα» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Κατήχησις, 5,24).

Ή ύπαρξη ενός παντοδύναμου ιατρού, ικανού νά θεραπεύει τά πάντα, δεν αρκεί ώστε ό άνθρωπος ν' άπελευθερωθεί άπό τά βάσανα του με αυτό καθεαυτό τό γεγονός. Πρέπει επιπλέον νά συνδράμει σ' αυτό. Πριν άπό αυτό μάλιστα, πρέπει νά επιθυμήσει νά ξαναβρεί τήν υγεία. Ό άνθρωπος γιά νά πετύχει τή θεραπεία των νοσημάτων του άπό τό Χριστό, οφείλει πρωτίστως νά θελήσει νά θεραπευτεί· εξίσου οφείλει νά στραφεί προς Αυτόν καί νά Τόν επικαλείται μέ όλες του τίς δυνάμεις, διότι, όπως επισημαίνει ό Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «άκοντας ημάς ό [θείος Ιατρός] [Σ.τ.μ.: Ό Χριστός] ου σωφρονίζει»(ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ματθαίος-όμιλία, 28,4)· καί ό Θεοδώρητος Κύρου γράφει πάλι: «Ό δέ γε των ψυχών ιατρός τήν τών ουκ εθελόντων άπολαύειν της θεραπείας ού βιάζεται γνώμην» (ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ ΚΥΡΟΥ, Θεραπευτική, 5,4)

Απαραίτητο επίσης κατά πρώτο λόγο είναι ό άνθρωπος να μήν αρνείται νά εξετάζει τήν κατάσταση του καί νά βλέπει τά νοσήματά του· εφόσον τότε τά συνειδητοποιεί, νά μήν αρνείται ή τουλάχιστον νά μήν αμελεί νά επικαλείται Αυτόν πού μπορεί νά τόν θεραπεύσει. Έξηγεί ό Άγιος Ιωάννης Κασσιανός ότι γιά όσους έπιζητούν ειλικρινά τό φάρμακο, δέν είναι δυνατό νά μήν έλθει ή θεραπεία μέσω του αληθινού ιατρού των ψυχών καί συνεχίζει, γράφοντας, ότι γιά όσους επιπλέον δέν κλείνουν τά μάτια μπροστά στίς αρρώστιές τους μέ τήν αποθάρρυνση ή τήν αμέλεια, άλλα προστρέχουν μέ ταπείνωση και εγρήγορση ψυχής προς τον ουράνιο ιατρό, για τα νοσήματα πού τους μετέδωσαν ή άγνοια, ή πλάνη καί κάποια άτυχής ανάγκη, θά έλθει επίσης ή θεραπεία· καθώς όλοι αυτοί ούτε κρύβουν τά τραύματα καί τίς πληγές τους ούτε αποκρούουν μέ αύθάδειατήν άγωγή (ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, Conlationes 65, 19, 12. ).

Δέν υπάρχει κακό, πού ό ουράνιος Ιατρός δέ μπορεί νά θεραπεύσει· αρκεί ό άνθρωπος ν' απευθυνθεί σ' Αυτόν καί νά Τόν περιβάλει μ' εμπιστοσύνη ώστε ν' απελευθερωθεί άπό τό βάσανο. Παραγγέλλει ό Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων: «Ού νικά σου τά συναχθέντα αμαρτήματα, τό πλήθος τών οικτιρμών του Θεού· ού νικά σου τά συναχθέντα άμαρτήματα, τό πλήθος τών οίκτιρμών του Θεού· ού νικά σου τά τραύματα τήν άρχιατρικήν έμπειρίαν. Δός μόνον σεαύτόν μετά πίστεως· λέγε τω Ίατρώ τό πάθος» (Κύριλλος Ιεροσολύμων, Κατήχησις, 2,6). Ό δέ Μέγας Βασίλειος λέγει: «Έτοιμος έστιν ό μέγας τών ψυχών Ιατρός ιάσασθαί σου τό πάθος [...]. Έάν έπιδώς σεαυτήν [Σ.τ.μ: Τήν ψυχή], ούκ όκνήσει ούδ' απαξιώσει σε ό φιλάνθρωπος» (ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Επιστολή, 46,6). Καί ό Άγιος Μακάριος υπενθυμίζει τήν ελάχιστη αυτή προϋπόθεση της θεραπείας, δηλαδή τήν επίκληση του ίατρού: «Ει μή εκείνος ό τυφλός έβόησε καί ή αίμορροούσα προσήλθε τω Κυρίω, ούκ άν έτύγχανον ίάσεως» (ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή ΙΙ), 20,8). Καί υπογραμμίζει ότι κάθε άνθρωπος, ακόμη καί ό πιό εξασθενημένος άπό τήν αρρώστια, είναι σέ θέση νά εκπληρώνει τουλάχιστον τή συγκεκριμένη προϋπόθεση: «"Ωσπερ δέ εί τις νόσω ή πυρετώ κατέχεται, ει καί τό σώμα επί τής κλίνης έρριπται, μηδέν δυνάμενον διαπράξασθαι τών τής γης έργων, και ό νούς ουχ ησυχάζει περισπώμενος καί μεριμνών περί εργασίας· καί τόν ίατρόν επιζητεί, άποστέλλων προς αυτόν τους φίλους αύτού. Τόν αυτόν τρόπον καί ή ψυχή άπό τής παραβάσεως τής εντολής έν άσθενεία τών παθών γεγονυία καί άτονος καταστάσα, προσερχόμενη τω Κύριω καί πιστεύουσα τής άντιλήψεως αύτού τυγχάνει. Καί άρνησαμένη τήν προτέραν κακίστην ζωήν, εί καί έν τή παλαιά άσθενεία κατάκειται, μή δυναμένη τά έργα τής ζωής έν άληθεία διαπράξασθαι, άλλ' όμως τό μεριμνήσαι περί τής ζωής έμπόνως, τό δεηθήναι του Κυρίου, τό ζητήσαι τόν άληθινόν ίατρόν έχει καί δύναται» (ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, Όμιλία (Συλλογή III), 46,24).

Συνοπτικά, οποίος επιθυμεί νά θεραπευθεί οφείλει στην αρχή νά προβεί σ' ενα διάβημα, πού κοστίζει λίγο. Ό Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρατηρεί ότι ή απλή επιθυμία γιά θεραπεία, ή μόνη έκφραση καί εκδήλωση τής βούλησής μας άρκούν γιά νά λάβουμε άπό τό Χριστό τήν υγεία τής ψυχής μας· ή θέληση αυτή όφειλε νά μας υποκινεί καί νά μας συνέχει στην ενασχόληση μας μέ τήν εξυγίανση τής ψυχής μας. Έμείς πάλι τείνουμε περισσότερο νά φροντίζουμε τό σώμα μας του οποίου οι νόσοι όμως είναι λιγότερο σοβαρές άπό πνευματική έποψη καί του οποίου ή θεραπευτική συνεπάγεται πολύ περισσότερες φροντίδες.

Ωστόσο, ή θέληση γιά θεραπεία οφείλει νά εκδηλώνεται όχι μόνο όταν πρόκειται γιά τήν επίκληση του ιατρού, αλλά ακόμη καί γιά τή λήψη των φάρμακων, πού συνταγογραφεί «Ει ούν ό κακώς έχων προσέλθη τω ιατρώ, χρή αυτόν φυλάξαι τά ύπό του Ίατρού προστασσόμενα», παρατηρεί ό Άγιος Βαρσανούφιος, πού σημειώνει ακόμη: «Ό προσερχόμενος τω ιατρώ, εαν μή ευτακτήση κατά τήν επιταγήν του ιατρού, άπαλλαγήναι του πάθους ού δύναται» (ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή, 156).

Ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος πάλι επιμένει στην ανάγκη συνεργασίας μεταξύ ασθενούς καί ίατρού καί προκρίνει τή δράση τών φαρμάκων στην περίπτωση δέ τών πνευματικών νοσημάτων φάρμακο αποτελεί ή κοινωνία μέ τό Χριστό καί ή θέληση όλου του είναι μας γι' αυτό πού Αυτός θέλει γιά τή θεραπεία μας.

Ό άνθρωπος εκδηλώνει τή θέληση του νά θεραπευτεί καί συμβάλλει προσωπικά στή θεία θεραπευτική ιδιαίτερα μέσα άπό πέντε θεμελιώδεις πνευματικές στάσεις. Αυτές προϋποθέτουν τήν έν Χριστώ ζωή του καί του επιτρέπουν νά δέχεται, ν' αφομοιώνει καί νά καρποφορεί τή θεραπευτική καί σωτηριώδη αρχή, πού προσφέρεται διά του Αγίου Πνεύματος μέσω τών μυστηρίων τής Εκκλησίας, καί είναι: ή πίστη, ή μετάνοια, ή προσευχή, ή ελπίδα καί ή εφαρμογή τών εντολών.



ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου