Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Π.Σ.Ε. (7ο ΜΕΡΟΣ)



Η σημαντικότερη συνάντηση εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών είναι εκείνη κατά το Α' Συνέδριο Ορθοδόξου Θεολογίας στην Αθήνα, από 29 Νοεμβρίου έως 4 Δεκεμβρίου 1936 [1] το οποίο αποτέλεσε «τήν πρώτην ... μετά αιώνων αποχήν, συγκέντρωσιν των θεολογικών δυνάμεων τής ’Ορθοδοξίας», γεγονός που από μόνο του «θά ήτο αρκετόν διά νά πείση τούς ανίδεους περί τού καλού, τό όποιον κατ’ ανάγκην προκύπτει έκ τής μετά των άλλων πρεπούσης χριστιανικής μας αναστροφής» [2]. Το συνέδριο, που εξυπηρέτησε, συν τοις άλλοις, την προετοιμασία για το συνέδριο της Οξφόρδης, συνιστά κορυφαίο γεγονός στην ιστορία της διορθόδοξης συνεργασίας. Έλαβαν μέρος εκπρόσωποι από τις Θ.Σ. του Βουκουρεστίου, Kisenau, Σόφιας, Βελιγραδιού, Βαρσοβίας, Παρισιού και Αθήνας. Γενικότερο χαρακτηριστικό του συνεδρίου του 1936 ήταν η θετική αντιμετώπιση της οικουμενικής κίνησης, κάτι που εκφράστηκε πολλές φορές. Ο εμπνευστής και πρόεδρος του συνεδρίου, Α. Αλιβιζάτος, στην εναρκτήρια ομιλία του αναφέρθηκε κατά κύριο λόγο στην οικουμενική κίνηση, στη συμμετοχή των ορθοδόξων σε αυτήν, στις δυνατότητες και τις προοπτικές της διεκκλησιαστικής συνεργασίας. Ο ίδιος εξέφρασε τη βασική του θέση ότι η συμμετοχή στην οικουμενική κίνηση υπαγορεύεται από την ίδια την πραγματικότητα, είναι το κάλεσμα των καιρών [3] καθώς και την αισιοδοξία του για τα αποτελέσματα του έργου της στο άμεσο μέλλον [4]. Αλλά και στα πορίσματα του συνεδρίου εκφράζεται επίσημα πλήρης συμφωνία με την οικουμενική κίνηση και επιθυμία για συνεργασία μαζί της ''εν ορθοδόξω πνεύματι'' [5]. Ο ίδιος ο Visser’ t Hooft, όπως δηλώνει σε επιστολή του προς τον καθηγητή, εκτιμούσε ότι το συνέδριο επιτέλεσε αξιόλογο έργο και πίστευε ότι τα πορίσματα, καθώς και οι εισηγήσεις σε αυτό θα μπορούσαν να δημοσιευθούν στο πρώτο τεύχος ενός νέου οικουμενικού περιοδικού, που υπολόγιζε ότι θα κυκλοφορούσε στην αρχή του 1940 με τίτλο “Κοινωνία”, ενώ παράλληλα είχε στραφεί στην Αμερική, διερευνώντας τις πιθανότητες να εκδοθεί το έργο σε εκκλησιαστικά περιοδικά της χώρας. Στο μεταξύ, κατέστη δυνατή η έκδοση του σχετικού τόμου στα ελληνικά [6].




H ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ Π.Σ.Ε.


Καθοριστικά για το μέλλον της οικουμενικής κίνησης υπήρξαν τα δύο συνέδρια της Ζ.Ε. και Π.Τ. του 1937, στα οποία αποφασίστηκε η συγχώνευσή τους σε ένα ενιαίο σχήμα [7]. Από το σημείο αυτό και εξής συστηματοποιήθηκαν οι διαδικασίες για τη συγκρότηση του Π.Σ.Ε. Μολονότι η προσπάθεια δέχτηκε πλήγμα, λόγω του β' παγκοσμίου πολέμου (1939), οι διαδικασίες συνεχίστηκαν αδιάκοπα, προετοιμάζοντας μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια τη σύγκληση της ιδρυτικής Συνέλευσης του νέου οικουμενικού σώματος [8]. Ενεργή ήταν στο διάστημα αυτό (1937-1948) η συμμετοχή ορθοδόξων αντιπροσώπων, όπως του μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανού και του καθηγητή Αλιβιζάτου.


Ουσιαστικά, οι βάσεις για τη συγκρότηση του Π.Σ.Ε. είχαν τεθεί στο διάστημα πριν την πραγματοποίηση των συνεδρίων των δύο κινήσεων του 1937, μετά από πρόταση της Ζ.Ε. και αποδοχή της από την Π.Τ., όταν καταρτίστηκε η Επιτροπή των 35. Το σχέδιο που επεξεργάστηκε η Επιτροπή κατά τη συνεδρίασή της στο Westfield College, Λονδίνο, στο διάστημα από 8 έως 10 Ιουλίου 19373, έτυχε της έγκρισης των δύο κινήσεων[9] και ανατέθηκε σε 14μελή Επιτροπή[10] να επεξεργαστεί το Καταστατικό του νέου Οργανισμού και να το υποβάλει προς έγκριση στις συνεργαζόμενες Εκκλησίες [11]. Η Επιτροπή των 14, στην οποία μετείχε και ο Θυατείρων Γερμανός, συνεδρίασε αμέσως μετά τα συνέδρια Οξφόρδης και Εδιμβούργου, στο Λονδίνο, τον Αύγουστο του 1937, καταλήγοντας στο ότι για την επεξεργασία του Καταστατικού απαιτούνταν η σύγκληση Συμβουλευτικού Συνεδρίου με ευρύτερη συμμετοχή αντιπροσώπων των Εκκλησιών [12]. Για το σκοπό απεστάλη

προσκλητήρια επιστολή προς τις Εκκλησίες που είχαν λάβει μέρος στα συνέδρια της Οξφόρδης και του Εδιμβούργου, την οποία υπέγραφαν ο αρχιεπίσκοπος Υόρκης William Temple και ο W.A. Brown [13]. Η επιστολή αυτή ειδικά προε τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, συμπεριλαμβανομένης και της Εκκλησίας της Ελλάδος, συνοδευόταν από προσωπικό μήνυμα του αρχιεπισκόπου Υόρκης, στο οποίο γινόταν αναφορά, μεταξύ άλλων, στη θετική στάση και συμβολή του μητροπολίτη Θυατείρων στις διεργασίες για τη συγκρότηση του υπό συζήτηση οικουμενικού οργάνου των Εκκλησιών. Παράλληλα, καλούσε τους προκαθημένους, στην περίπτωση της Ε.τ.Ε. τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο, να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με τις εξελίξεις [14]. Προσπάθειες για την αποδοχή της πρότασης εκ μέρους των Ορθοδόξων Εκκλησιών κατέβαλε και ο ίδιος ο μητροπολίτης Θυατείρων, στέλνοντας προσωπικές επιστολές, μεταξύ άλλων και στον Αθηνών Χρυσόστομο, εξηγώντας τα σχετικά με τις αρμοδιότητες του υπό ίδρυσιν Π.Σ.Ε., ότι, δηλαδή δεν θα είχε δικαίωμα να ενεργεί χωρίς τη συγκατάθεση των Εκκλησιών, διότι κάθε ενέργειά του αντίθετη προς τη βούληση των Εκκλησιών, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην αυτοκαταστροφή του [15].


Το Συμβουλευτικό Συνέδριο πραγματοποιήθηκε εντέλει στην Ουτρέχτη στο διάστημα από 9 έως 12 Μαΐου 1938 [16] με συμμετοχή 75 αντιπροσώπων. Κύριο έργο του ήταν η σύνταξη και ψήφιση του Καταστατικού του Π.Σ.Ε., το οποίο, σύμφωνα με την απόφαση του Εδιμβούργου, επρόκειτο να κατατεθεί για ψηφοφορία στη Συνεχιστική Επιτροπή της Π.Τ. κατά την ερχόμενη συνεδρίασή της στα τέλη Αυγούστου του ίδιου χρόνου [17] και αμέσως μετά στις Εκκλησίες που είχαν συμμετάσχει στα συνέδρια του Εδιμβούργου και της Οξφόρδης [18].

Το συνέδριο, διαπιστώνοντας ότι με την αποδοχή του Καταστατικού από τις Εκκλησίες και τη δήλωσή τους ότι επιθυμούν να είναι μέλη του νέου οικουμενικού σώματος αυτό αποκτούσε οντότητα, θεώρησε αναγκαίο να προβεί στη σύσταση Προσωρινής Επιτροπής (Π.Ε.), προκειμένου να αναλάβει τις υποθέσεις του Π.Σ.Ε. ως την επίσημη ίδρυσή του [19]. Πρόεδρος ορίστηκε ο αρχιεπίσκοπος Υόρκης William Temple, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ένας εκ των τριών αντιπροέδρων ήταν ο Θυατείρων Γερμανός. Παράλληλα, σχηματίστηκε και Διαχειριστική Επιτροπή υπό την προεδρία του Boegner και Γ.Γ. τον Visser’ t Hooft [20].


                                                                                                              ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



[1] D. Savramis, Οkumenische Probleme, στο “Kyrios”, vol. 2,1962, σ. 155-171, 209-244 (216).
[2] A. Αλιβιζάτος, H Ορθόδοξος Εκκλησία και η Οικουμενική Κίνησις, στο “Ο.Σ.”, 1.2.1958, αριθ. 2, σ. 17-18 και 15.2.1958, αριθ. 3, σ. 33-35 (34).
[3] Η. S. Alivisatos, La position actuelle de la Theologie Orthodox (Discours d’ Ouverture du President du Tr Congres de Theologie Orthodoxe a Athènes), Αθήνα 1939, σ. 7-8.
[4] H αισιοδοξία του έχει στέρεες βάσεις, την παρατήρηση ότι μέχρι πριν λίγο καιρό η συνέλευση αντιπροσώπων των διαφόρων Εκκλησιών ήταν αδύνατη και επικρατούσε εχθρότητα που οφείλονταν στον “επικματούντα πανταχόθεν πεισματικόν φανατισμόν, τον βασιζόμενων, κατά το πλείστον, εις την παχυλήν των εκατέρωθεν συνθηκών και πραγμάτων άγνοιαν», στην εποχή σύγκλισης του συνεδρίου όμως, οι αντιπρόσωποι των Εκκλησιών «συζητούντες εν πλήρει ειρήνη Km ηρεμία τας υφισταμένας διαφοράς και ουχί σπανίως επί πολλών σημείων εις πραγματικήν φθάνοντες συνεννόηση', καταδεικνύει την εν τούτω επιτευχθείσαν ήδη πρόοδον”. Βλ. Η. S. Alivisatos, La position actuelle de la Theologie Orthodox, σ. 9-10.
[5] Στην οικουμενική κίνηση και τη στάση του συνεδρίου απέναντι της αναφέρεται η έβδομη απόφασή του: ''Το Α' Συνέδριον της Ορθοδόξου Θεολογίας αποβλέπον εις την Οικουμενικήν κίνησιν διά την ενότητα της Εκκλησίας ως εις αγαθήν έκφανσιν της επί των ημερών ημών ανανεώσεως, του γενικού διά την Εκκλησίαν και την Θεολογίαν ενδιαφέροντος, χαιρετίζει την κίνησιν ταύτην και εκφράζει την προθυμίαν του όπως εν ορθοδόξω πνεύματι συνεργασθή μετ’ αυτής”. Βλ. Η. S. Alivisatos, ed., “Proces-Verbaux du Premier Congres de Theologie Orthodoxe (1936)”, Athènes: Pyrsos, 1939, σ. 464.
[6] Βλ. 12.4.1940: Α. Αλιβιζάτος προς V.’t Hooft: ό.π./43.
[7] BL Α. Αλιβιζάτος, Η Οικουμενική Κίνησις και η προσπάθεια του Amsterdam, Ανατύπωση από τον “Ποιμένα”, Μυτιλήνη 1950, σ. 31-32.
[8] Στη φάση αυτή προσωρινός πρόεδρος, στη θέση του αποθανώντος αρχιεπισκόπου Tempel, ανέλαβε ο νέος αρχιεπίσκοπος Dr. Fischer και Γ.Γ. ο Dr. V’t Hooft. BE ό.π., σ. 33.
[9] Νικολάου Αξώμης. Διάσκεψις Εδιμβούργου, σ. 9. Γ. Τσέτσης, Η συμβολή τον Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ίδρυση του Π.Σ.Ε., σ. 125-127.
[10] Επτά μέλη από την κάθε κίνηση και ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη. Βλ. Θυατείρων Γερμανού, Το εν Ουτρέχτη Συμβουλευτικόν Συνέδρων, στο “Ε” τόμ. 16 (1938), σ. 162-163.
[11] Θυατείρων Γερμανού, ό.π., σ. 162-163. Visser’ t Hooft, The Genesis Rouse & Neill (εκό.), History, σ. 694ες (704).
[12] Θυατείρων Γερμανού, Το εν Ουτρέχτη Συμβουλευτικόν Συνέδρων, σ. 162-163. Visser’ t Hooft, The Genesis, στο Rouse & Neill, History, σ. 694ες (704).
[13] Γ. Τσέτση, Η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ίδρυση του Π.Σ.Ε., σ. 128.
[14] ό.π., σ. 128
[15] ό.π., σ. 129.
[16] The Ten Formative Years 1938-1948, 0. 11. Λεπτομέρειες για τις συζητήσεις κατά το Συνέδριο στην Ουτρέχτη και κυρίως σε ό,τι αφορούσε τη διαμόρφωση της Οεολαγικής βάσης του Π.Σ.Ε. βλ. Visser’ t Hooft, The Genesis, στο Rouse & Neill, History, σ. 694ες (704-705). Πρβλ. Γ. Τσέτση, Η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σ. 129ες. Επίσης, Β. Σταυρίδης, Ιστορία, σ. 70-71.
[17] Η συνεδρίαση αυτή πραγματοποιήθηκε στο Clarens/Ελβετία, 29 Αυγούστου-1 Σεπτεμβρίου 1938. Βλ. Visser’t Hooft, The Genesis, στο Rouse & Neill, History, σ. 694εξ (705-6). Β. Σταυρίδης, Ιστορία, σ. 70-71.
[18] Έργο του συνεδρίου ήταν η σύνταξη και επιψήφιση του Καταστατικού του Π.Σ.Ε. “όπερ αφού τεθή, συνωδά τη αποφάσει του εν Εδιμβούργω Συνεδρίου, εις την ψήφον και της περί τα τέλη Αυγούστου συνερχόμενης Συνεχιστικής Επιτροπής της «περί πίστεως και διοικήσεως» Κινήσεως, θέλει υποβληθή προς έγκρισιν εις τας Εκκλησίας”. Θυατείρων Γερμανού, Το εν Ουτρέχτη, σ. 162-163. Visser’t Hooft, The Genesis, Rouse & Neill, History, σ. 694εξ (705-6).
[19] Η Π.Ε. συγκροτήθηκε από 28 μέλη (14 σπό την Π.Τ. και 14 από την Ζ.Ε.), συν κάποια μέλη που θα όριζε η Διαχειριστική Επιτροπή της Ζ.Ε. και η Συνεχιστική Επιτροπή της Π.Τ. Β).. Visser1 t Hooft, The Genesis and Formation of the World Council of Churches, Geneva 1982, σ. 51.
[20] Θυατείρων Γερμανού, To εν Ουτρέχτη, σ. 162-163. [Οι άλλοι δύο αντιπρόεδροι ήταν ο John Mott και ο Marc Boegner. Επίσης, W.A. Visser’ t Hooft, The Genesis, Rouse & Neill, History, σ. 694εξ (705).



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου