Κυριακή 2 Ιουλίου 2017

Εἰσήγησις «Περὶ νέου καὶ παλαιοῦ ἡμερολογίου» (2ο ΜΕΡΟΣ)

ΕΚ ΤΩΝ προεκτεθέντων καθίσταται σαφές, διατί ᾿Ορθόδοξος᾿Εκκλησία ἠναντιώθη τόσον ἀποφασιστικῶς καὶ ἐνθέρμως εἰς αὐτὸν τὸν ἀντιεκκλησιαστικὸν νεωτερισμὸν ἐξ ἀρχῆς τῆς εἰσαγωγῆς τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως μέχρις ἐσχάτως.

Μόλις πάπας Γρηγόριος ΙΓʹ εἰσήγαγε τὸ νέον ἡμερολόγιον, ἀμέσως τὸ ἴδιον ἔτος 1582 Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ῾Ιερεμίας Βʹ, ὁμοῦ μετὰ τῆς Συνόδου του, κατεδίκασε τὸν νέον ρωμαϊκὸν ὑπολογισμὸν ὡς ἀντίθετον εἰς τὴν Παράδοσιν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας 28.

Τ ἑπόμενον ἔτος 1583, Πατριάρχης ῾Ιερεμίας, μὲ τὴν συμμετοχὴν τοῦ ᾿Αλεξανδρείας Σιλβέστρου καὶ τοῦ ῾Ιεροσολύμων Σωφρονίου Ϛʹ, συνεκάλεσε μίαν ἐκκλησιαστικὴν Σύνοδον, ἢτις κατεδίκασε τὴν εἰσαγωγὴν εἰς τὴν ρωμαϊκὴν ἐκκλησίαν τοῦ Γρηγοριανοῦ ῾Ημερολογίου ὡς ἐναντίαν τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων τῆς Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας καὶ παραβιάζουσαν τὴν διάταξιν τῆς Αʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περὶ ὑπολογισμοῦ τοῦ ῾Αγίου Πάσχα.

῾Η Σύνοδος αὕτη εἰς τὸ Συγγίλιόν της τῆς 20ῆς Νοεμβρίου 1583 προτρέπει τοὺς ᾿Ορθοδόξους νὰ ἐμμένουν σταθερῶς καὶ ἀκλονήτως μέχρις αἵματος εἰς τὸ ᾿Ορθόδοξον ῾Ημερολόγιον καὶ τὸ ᾿Ιουλιανὸν Πασχάλιον καὶ ἐπιβάλλει εἰς ὅλους τοὺς παραβάτας αὐτῆς τῆς διατάξεως τὸ ἀνάθεμα, τὴν ἐκδίωξιν ἐκ τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας 29.

Τὴν ἀπόφασιν αὐτὴν Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν ἀνεκοίνωσεν εἰς ὅλας τὰς ᾿Ανατολικὰς ᾿Εκκλησίας, εἰς τὸν Μητροπολίτην Μόσχας Διονύσιον, εἰς τὴν ᾿Εκκλησίαν τῶν ᾿Ιονίων νήσων, εἰς τὸν φημισμένον ὑπερασπιστὴν τῆς ᾿Ορθοδοξίας εἰς Δυτικὴν Ρωσίαν πρίγκιπα Κωνσταντῖνον ᾿Οστρόφσκυ, εἰς τὸν πρίγκιπα τῆς Βενετίας Νταπόντε καὶ εἰς τὸν πάπαν Γρηγόριον ΙΓʹ τὸν ὑπεύθυνον διὰ τὰς ᾿Εκκλησιαστικὰς ταραχάς.

Μὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀντέδρασαν ἐντελῶς ἀρνητικῶς εἰς τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ νέου ἡμερολογίου οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι καὶ μετ᾿ αὐτῶν ὅλη Καθολικὴ ᾿Εκκλησία εἰς τοὺς ἑπομένους αἰῶνας 30.

Παραδείγματος χάριν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Καλλίνικος ΙΑʹ ὁμοῦ μετὰ τοῦ Πατριάρχου ᾿Αντιοχείας ᾿Αθανασίου (1686-1728) ἐμαρτύρησαν, ὅτι ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα μετὰ τῶν Παπικῶν, ἄρνησις τῆς διατάξεως τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας περὶ Νηστείας καὶ ἀποδοχὴ τῶν διατάξεων τῆς Ρωμαϊκῆς ᾿Εκκλησίας ἀποτελοῦν προδοσίαν τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ παράβασιν τῶν ῾Αγιοπατερικῶν νόμων καταστροφικὴν διὰ τὸ ποίμνιον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, διὰ τοῦτο ἕκαστος Χριστιανὸς εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἑορτάζῃ τὸ Πάσχα καὶ τὰς συνυφασμένας μετ᾿ αὐτοῦ ἑορτὰς ὡς καὶ πάσας τὰς ἐκκλησιαστικὰς περιόδους, ὡς αὗται ἔχουν διατυπωθῆ εἰς τὴν πρακτικὴν τῆς ᾿Ορθο- δόξου ᾿Ανατολῆς καὶ ὄχι τῆς ἀλλοτρίας πρὸς τὴν Πίστιν ἑτεροδόξου Δύσεως.

῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Κύριλλος Εʹ εἰς ᾿Εγκύκλιόν του τοῦ 1756 ἐκφέρει ἐναντίον ὅλων τῶν Χριστιανῶν τῶν ἀποδεχομένων τὸ νέον ἡμερολόγιον φοβερὰς ἀρὰς διὰ τὴν πρόσκαιρον ἐπίγειον καὶ τὴν αἰώνιον ζωήν 31.

Μὲ σκοπὸν νὰ προφυλάξουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴν τοῦ νέου ἡμερολογίου ὡς μεγίστου ἁμαρτήματος, Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ῎Ανθιμος Ϛʹ ὁμοῦ μετὰ τῶν ἄλλων ᾿Ανατολικῶν Πατριαρχῶν, ἤτοι ᾿Αλεξανδρείας ῾Ιεροθέου, ᾿Αντιοχείας Μεθοδίου καὶ ῾Ιεροσολύμων Κυρίλλου καὶ τῶν Συνόδων αὐτῶν, τὸ 1848 εἰς ᾿Εγκύκλιόν των ἐν ὀνόματι τῆς Μιᾶς, ῾Αγίας, Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἐξέφρασαν τὴν ἀκόλουθον ῾Ομολογίαν Πίστεως:

«῎Επειτα παρ᾿ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς λαός, ὅστις θέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον κα ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ...
῾῾Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας᾿᾿, ἢν παρελάβομεν ἄδολον παρὰ τηλικούτων νδρῶν, ποστρεφόμενοι πντα νεωτερισμν ς ὑπαγόρευμα το διαβλου· δεχόμενος νεωτερισμν,


κατελγχει ἐλλιπ τὴν κεκηρυγμνην ὀρθόδοξον πίστιν.

᾿Αλλ᾿ αὕτη πεπληρωμνη δη ἐσφργισται, μ ἐπιδεχομνη μτε μείωσιν, μτε αὔξησιν, μτε λλοίωσιν ἡντιναοῦν, καὶ τολμῶν πρᾶξαι συμβουλεῦσαι διανοηθῆναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τ πνεῦμα τ γιον, ς τάχα μ ἀρτίως λαλσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς κα δι τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων... Απαντες οὖν οἱ νεωτερίζοντες αἱρέσει σχίσματι, ἑκουσίως ἐνεδύθησαν, κατ τν ψαλμωδν, ῾῾κατάραν ς ἱμάτιον᾿᾿, κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε Κληρικοί, κἄν τε Λαϊκοὶ ἔτυχον εἶναι· ῾῾κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ, ἀνάθεμα ἔστω, εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾿ παρελάβετε᾿᾿» 32.

Τ 1902-1904 μὲ πρωτοβουλίαν τοῦ φημισμένου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ᾿Ιωακεὶμ Γʹ αἱ αὐτοκέφαλοι ᾿Εκκλησίαι Κωνσταντι- νουπόλεως, ῾Ιεροσολύμων, ῾Ελλάδος, Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας καὶ Μαυροβουνίου, ἐν τῷ προσώπῳ τῶν Προκαθημένων αὐτῶν ἐξέφρασαν τὴν ἄρνησίν των εἰς τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ Πάπα Γρηγορίου ΙΓʹ33.

῾Ομοίως, Παρρωσικὴ Σύνοδος τοῦ 1917-1918 ἔλαβε τὴν ἀπόφασιν περὶ αὐστηρᾶς τηρήσεως τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου διὰ τὴν ἐκκλη- σιαστικὴν χρῆσιν 34.

Δι᾿ αὐτὴν τὴν ἀπόφασίν της Σύνοδος τῆς Μόσχας ἔλαβεν ὑπ᾿ ὄψιν τὴν γνώμην τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς ᾿Ακαδημίας Μόσχας π. Δημητρίου ᾿Α. Λεμπέντιεφ, ὁποῖος ἐπὶ τῇ βάσει ἐπιστημονικο- αστρονομικῶν καὶ ἐκκλησιαστικο-κανονικῶν δεδομένων, ἀπέδειξε τὴν ὀλεθριότητα κάθε προσεγγίσεως πρὸς τὸ γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον καὶ ἀπέδωσεν ἀπόλυτον ὑπεροχὴν εἰς τὸ παλαιὸν ᾿Ιουλιανὸν ἡμερολόγιον *35.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ, τὸ Πανορθόδοξον Συνέδριον 36, τ ὁποῖον συνεκάλεσεν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιος τὸ 1923 ἀπεμακρύνθη ἐκ τῶν ἱερῶν Παραδόσεων, τὰς ὁποίας τόσον ἐνθέρμως καὶ εὐσεβῶς διεκράτησαν οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι εἰς μακρὰν ὅλην σειρὰν αἰώνων 37. Τ Συνέδριον αὐτὸ ἀπεφάσισε νὰ ἀποδεχθῇ τὸ νέον ἡμερο- λόγιον. ῾Ο ᾿Ορθόδοξος λαὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀντεμετώπισε τὸν ἀντικανονικὸν τοῦτον νεωτερισμὸν μὲ ἔκδηλον ἀναταραχήν, ἠναγκά- σθη δὲ πατριάρχης Μελέτιος νὰ παραιτηθῇ 38.


Καὶ ὅμως, ἑπόμενος πατριάρχης Κων/πόλεως Γρηγόριος, τὸ 1924, προσεπάθησε νὰ εἰσαγάγῃ διὰ τὰς ἀκινήτους ἑορτὰς τὸ νέον ἡμερο- λόγιον, ἐγκαταλείπων προσωρινῶς, ἄχρι συγκλήσεως Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα καὶ τῶν ἄλλων ἐξαρτωμένων ἐξ αὐτοῦ ἑορτῶν μὲ τὸν παλαιὸν Πασχάλιον Κανόνα. Εἰς τὸ ἐπίσημον ὄργανον τῆς ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας, τὸ περιοδικὸν «᾿Εκκλησία» καὶ εἴς τινα ρωσικὰ περιοδικὰ ἐδημοσιεύθη εἰς τὸ ὄνομά του καὶ εἰς τὸ ὄνομα τῆς Συνόδου του ἐπίσημον ἄρθρον, περὶ ἀποδοχῆς ἐκ μέρους τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ νέου ἡμερο- λογίου.
῾Υπὸ τὴν ἐπίδρασιν τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καὶ Ρουμανικὴ ᾿Εκκλησία ἀπεφάσισε νὰ ἑορτάζῃ τὰς ἀκινήτους ἑορτὰς μὲ τὸ νέον ἡμερολόγιον.
᾿Αλλὰ οἱ ᾿Ανατολικοὶ Πατριάρχαι ᾿Αλεξανδρείας, ᾿Αντιοχείας καὶ
῾Ιεροσολύμων, ἠρνήθησαν ἀποφασιστικῶς νὰ ἐξετάσουν τὸ ζήτημα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου.
Μὲ τὸν ἴδιον ἀποφασιστικὸν τρόπον ἠρνήθησαν καὶ ὅλαι αἱ ἄλλαι
᾿Ορθόδοξοι ᾿Εκκλησίαι δι᾿ ἐπιστολῶν των πρὸς τὸν πατριάρχην Γρηγόριον 39.

᾿Απαντῶν εἰς τὸ ἀνωτέρω ἄρθρον/ἐπιστολὴν Μακαριώτατος Τύχων, Πατριάρχης Μόσχας καὶ πασῶν τῶν Ρωσιῶν, ἐκοινοποίησεν εἰς τὸν οἰκουμενικὸν πατριάρχην ὅτι, ἄν καὶ ἔλαβε τὴν ἐπιστολὴν αὐτοῦ περὶ ἐφαρμογῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου ἀπὸ τῆς 10ης Μαρτίου, κατέστη ὅμως ἀδύνατος εἰσαγωγή του εἰς τὴν Ρωσικὴν ᾿Εκκλησίαν λόγῳ τῆς ἀποφασιστικῆς ἀντιδράσεως τοῦ λαοῦ 40.

Καὶ αἱ Σύνοδοι τῆς ᾿Εκκλησίας τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς τοῦ 1923, 1924 καὶ 1925 ἠρνήθησαν τελείως νὰ ἀποδεχθοῦν τὸ νέον ἡμερολόγιον 41.

ΠΡΕΠΕΙ νὰ παραμείνωμεν ὁμοῦ μετὰ τῶν ᾿Ορθοδόξων τούτων
᾿Εκκλησιῶν σταθερῶς, ἄνευ οὐδενὸς συμβιβασμοῦ, τηροῦντες τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον εἰς τὴν ἐκκλησιαστικήν μας ζωήν, ἀκολουθοῦντες τὰς Κανονικὰς διατάξεις, αἱ ὁποῖαι πρέπει νὰ παραμένουν ἀσάλευτοι, διότι αὗται ἀποτελοῦν μίαν ἀπὸ τὰς βάσεις ὑπάρξεως τῆς ᾿Ορθοδόξου ἡμῶν ᾿Εκκλησίας.

᾿Επὶ πλέον, ὡς μαρτυροῦν ἐπιστημονικὰ δεδομένα, τὸ νέον ἡμερολόγιον ἐμπεριέχει μεγάλα σφάλματα καὶ εὑρίσκεται ὁπωσδήποτε μακρύτερον τῆς ἀληθείας, ἀπὸ ὅτι τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον. Οὗτος εἶναι λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ᾿Επιστημονικὴ ᾿Επιτροπή, ἢτις συνεκλήθη τὴν 18ην Φεβρουαρίου 1899 ὑπὸ τῆς Ρωσικῆς ᾿Αστρονομικῆς ῾Εταιρείας*42 διὰ νὰ ἀποφανθῇ περὶ μεταρρυθμίσεως τοῦ ἡμερολογίου, ἐδήλωσεν ὅτι «δὲν ὑπάρχει ἔρεισμα διὰ τὴν εἰσαγωγὴν εἰς Ρωσίαν (καὶ ἔτι πλέον εἰς τὴν ᾿Εκκλησίαν) τοῦ γνωστοῦ ὡς λανθασμένου Γρηγοριανοῦ ἡμερο- λογίου»*43.

Εἶναι ἀπαραίτητον νὰ παρατηρήσῃ τις, ὅτι μέχρις ἐσχάτων ἐχρησιμοποιεῖτο οὐχὶ τὸ Γρηγοριανόν, ἀλλὰ τὸ ᾿Ιουλιανὸν ἡμερολόγιον εἰς τὴν ἀστρονομίαν *44. ῾Ο ᾿Αμερικανὸς ἀστρονόμος Νιούκομπ ἐξεφράσθη ἤδη ὑπὲρ τῆς ἐπιστροφῆς εἰς τὸ ᾿Ιουλιανὸν ἡμερολόγιον, ὡς ἁπλου- στέρου καὶ πλέον πρακτικοῦ διὰ τοὺς ἀστρονομικοὺς ὑπολογισμούς.

Δι᾿ ἡμᾶς εἶναι χρήσιμος καὶ μεγίστου ἐνδιαφέροντος γνώμη περὶ νέου καὶ παλαιοῦ ἡμερολογίου τοῦ φημισμένου Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς ᾿Ακαδημίας Πετρουπόλεως Βασιλείου Β. Μπολοτώφ.

Τ τελευταῖον ἔτος τῆς ζωῆς του διωρίσθη ὑπὸ τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς Ρωσικῆς ᾿Εκκλησίας ἀντιπρόσωπος τοῦ τμήματος τῶν ἐκκλησια- στικῶν ὑποθέσεων τῆς ἀρτισυστάτου ὑπὸ τῆς Ρωσικῆς ᾿Αστρονομικῆς ῾Εταιρείας ᾿Επιτροπῆς διὰ τὸ ζήτημα τῆς συμφωνίας τοῦ παλαιοῦ ὀρθοδόξου ἡμερολογίου μὲ τὸ νέον.

῾Ο Καθηγητὴς Μπολοτὼφ ἐξήτασε τὸ ζήτημα αὐτὸ εἰς ὅλας τὰς λεπτομερείας του, ὄχι μόνον ἐξ ἐπόψεως ἐκκλησιαστικῆς - κανονικῆς καὶ ἐπιστημονικῆς - ἱστορικῆς, ἀλλὰ καὶ ἐξ ὅλων τῶν πλευρῶν.

Κατέχων ὅλας αὐτὰς τὰς ἐπιστημονικὰς γνώσεις, ἔλαβε μέρος εἰς τὸ ἀστρονομικὸν Συνέδριον τῆς ᾿Επιστημονικῆς ᾿Επιτροπῆς, ὅταν αὕτη ἐξήταζε τὸ θέμα τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου. Καὶ ἰδού, ἐνῶ τὸ Συνέδριον δὲν ἠμποροῦσε νὰ καταλήξῃ εἰς μίαν ὡρισμένην ἀπόφασιν, καὶ ἐνῶ πολλὰ ἐκ τῶν μελῶν ἤρχισαν νὰ τείνουν πρὸς τὸ νέον ἡμερολόγιον, Πρόεδρος τοῦ Συνεδρίου προέτεινεν εἰς τὸν Β. Β. Μπολοτὼφ νὰ ἐκφράσῃ τὴν γνώμην του.

῾Ο Καθηγητὴς Μπολοτὼφ ἐπὶ δύο ὥρας ἐξέθεσε τὸν ἱστορικὸν λόγον του, κρατῶν εἰς χεῖρας τοὺς ἀστρονομικοὺς πίνακας *45, τοὺς ὁποίους εἶχε συνθέσει. ῾Υπερήσπισεν ὁλοκληρωτικῶς τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον. Τὰ συμπεράσματά του ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου ἦσαν τόσον ἐπιστημονικὰ καὶ ἀναντίρρητα, ὥστε ὅλο τὸ Συνέδριον ὁμοφώνως ἀπεφάνθη ὑπὲρ τῆς διατηρήσεως τοῦ παλαιοῦ ἡμερολογίου.

Πάντοτε θὰ τὸ ἐνθυμούμεθα αὐτὸ καὶ οὐδέποτε θὰ λησμονήσωμεν τὴν διαθήκην, τὴν ὁποίαν μᾶς ἐκληροδότησε σχετικῶς μὲ τὸ ζήτημα τοῦ ἡμερολογίου, μεγαλοφυὴς ἐπιστήμων Μπολοτώφ:


«῞Οσον δι᾿ ἐμὲ θεωρῶ τὴν λλαγὴν τοῦ ἡμερολογίου εἰς Ρωσίαν τελείως νεπιθύμητον. Θ παραμείνω, ς καεἰς τ παρελθν, εἷς ποφασιστικὸς εὐλαβὴς ὑπερα- σπιστὴς τοῦ ᾿Ιουλιανοῦ ἡμερολογίου. ῾Η ἐξαιρετικὴ ἁπλότης του ἀποτελεῖ τὴν ἐπιστημονικὴν ὑπεροχήν του ς πρὸς κθε ἄλλο μετερρυθμισμνον ἡμερολόγιον. Πιστεύω, ὅτι Πολιτιστικὴ ποστολὴ τῆς Ρωσίας σχετικῶς μὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα συνίσταται εἰς τὸ νὰ διατηρήσῃ διὰ μερικοὺς ἀκόμη αἰῶνας ν ζω τ ᾿Ιουλιανν ἡμερολόγιον, κα οὕτω νὰ διευκολύνῃ τοὺς Δυτικοὺς λαοὺς εἰς τὸν δρόμον τῆς ἐπιστροφῆς ἐκ τοῦ γρηγοριανοῦ ἡμερολογου, χρησίμου εἰς οὐδένα, εἰς τὸ ἀδιάφθορον παλαιὸν ἡμερο- λόγιον» *46.




ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


28.      Βλ. «Σιγγίλιον Πατριαρχικῆς Διατυπώσεως ᾿Εγκυκλίου τοῖς ἁπανταχοῦ ᾿Ορθοδόξοις Χριστιανοῖς, εἰς τὸ μὴ παραδέχεσθαι τὸ νεώτερον Πασχάλιον Καλενδάριον τοῦ καινοτομηθέντος μηνολογίου, ἀλλ᾿ ἐμμένειν τοῖς ἅπαξ καὶ καλῶς διατυπωθεῖσι παρὰ τοῖς ῾Αγίοις Τριακοσίοις δέκα ὀκτὼ Θεοφόροις Πατράσι τῆς ῾Αγίας Οἰκουμενικῆς Πρώτης Συνόδου, μετ᾿ ἐπιτιμίου καὶ ἀναθέματος», ἐν Γρηγορίου Εὐστρατιάδου, ῾Η πραγματικὴ ἀλήθεια περὶ τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου, σελ. 122, ᾿Αθῆναι 1929.
  Διὰ τὴν γνησιότητα καὶ πατρότητα τοῦ «Σιγγιλίου» αὐτοῦ ἔχει προκληθῆ μεγάλη φιλολογικὴ ἔρις καὶ ἔχουν διατυπωθῆ αἱ πλέον ἀκραῖαι ἀντιτιθέμεναι ἀπόψεις. Μὲ τὸ ζήτημα τοῦτο προτιθέμεθα νὰ ἀσχοληθῶμεν ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ. Πάντως οἱ καινοτόμοι οἰκουμενισταὶ μὴ σπεύδουν ἐπιπολαίως, βασιζόμενοι εἰς τὰς φιλολογικὰς αὐτῶν ἱκανότητας, νὰ τὸ ἀπορρίψουν ὡς «οἰκτρὸν πλαστογράφημα» καὶ παραποίησιν, διότι ἐκκρεμεῖ ἐναντίον των φοβερὰ κατηγορία τῆς ἀποκρύψεως ἱστορικῶν μαρτυριῶν, καθοριστικῶν ἐπὶ τοῦ ζητήματος. Καὶ εὐθέως ἐρωτῶνται: διατί ἀποσιωπᾶται ἐπιμελῶς § ιηʹ τοῦ Παραρτήματος τοῦ ΙΑʹ Βιβλίου τῆς
«Δωδεκαβίβλου Δοσιθέου»; Εἰς αὐτὴν ἀναφέρονται συνοπτικῶς αἱ ἀποφάσεις τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου τοῦ 1593 ἐν Κωνσταντινουπόλει μὲ τὴν ἑξῆς χαρακτηριστικὴν κατάληξιν:
«Δέκατον καὶ τελευταῖον, ἵνα τὸ Πάσχα γίνηται καθὼς τὸ ἐδιώρισεν Πρώτη Σύνοδος καὶ τὸ νέον καλαντάριον τὸ ἐπινοηθὲν παρὰ τῶν Λατίνων νὰ ἀναθεματίζεται».
(Δωδεκάβιβλος Δοσιθέου, ἐκδόσεως «Β. Ρηγοπούλου», τ. Ϛʹ/Βιβλία ΙΑʹ καὶ ΙΒʹ, σελ. 232, Θεσσαλονίκη 1983).
  Διακριτικὴν στάσιν ἐπὶ τοῦ ζητήματος τοῦ «Σιγγιλίου», «τὸ ὁποῖον ἐπεκα- λέσθησαν ἐνιστάμενοι ὡς ἰσχυρότατον ὅπλον κατὰ τῆς ἑορτολογικῆς καινοτομίας καὶ κατεπολέμησαν οἱ καινοτόμοι ὡς τὴν ἀχίλλειον πτέρναν τῆς ἐνστάσεως», βλ. ἐν ᾿Α. Δ. Δελήμπαση, Πάσχα Κυρίου, σελ. 793-795, ᾿Αθῆναι 1985.

29.      «Μετὰ τὴν πολλαπλῆ καταδίκην τῆς  παπικῆς  ἡμερολογιακῆς  καινοτομίας  ὑπὸ τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας κατὰ τὸν ΙϚʹ αἰῶνα, τὰ κύματα τῆς συγχύσεως ἀπὸ τὸ ῾῾παγκόσμιον σκάνδαλον᾿᾿ τοῦ Γρηροριανοῦ ῾Ημερολογίου δὲν ἔπαυσαν νὰ προσκρούουν εἰς τὴν Θείαν ῾Ολκάδα τῆς ᾿Ορθοδοξίας διὰ μέσου τῆς ἐπιτεταμένης παπικῆς προπαγάνδας εἰς τὴν ᾿Ανατολήν. ᾿Αλλ᾿ οἱ φύλακες ἐφρυκτώρουν καὶ διησφάλιζον τὸ λογικὸν ποίμνιόν των.
  ῾Ο Καθηγητὴς κ. Ι. Σοκολώφ, τῆς Θεολογικῆς ᾿Ακαδημίας Πετρουπόλεως, ἔγραφε τὸ 1910: ῾῾᾿Αλλὰ καὶ ἐν τοῖς μετέπειτα χρόνοις οἱ ῞Ελληνες ἱεράρχαι ἐπανειλημμένως συνίστων τοῖς ὀρθοδόξοις τὴν ἀποφυγὴν καὶ τοῦ νέου τούτου ὅπλου τῆς λατινικῆς προπαγάνδας, ὡς Κύριλλος Λούκαρης, Παρθένιος Αʹ, Παΐσιος Βʹ, Κύριλλος Εʹ, Γρηγόριος Ϛʹ, καὶ ῎Ανθιμος Ϛʹ. ᾿Αλλὰ καὶ οἱ τῶν λοιπῶν ᾿Εκκλησιῶν Πατριάρχαι τὴν αὐτὴν ἐπεδείξαντο ἐν τῷ ζητήματι τούτῳ μέριμναν, ἐφ᾿ καὶ ἐν Παλαιστίνῃ καὶ ἐν Συρίᾳ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ἐν Κύπρῳ ἔτι ἐξεδόθησαν πρός τε τὸν κλῆρον καὶ τὸν λαὸν πατριαρχικαὶ καὶ ποιμαντορικαὶ ᾿Εγκύκλιοι, ἐν αἷς ἐτονίζετο χροιὰ καὶ σκοπὸς τῆς ἡμερολογιακῆς ταύτης μεταρρυθμίσεως καὶ συνεδέετο αὕτη πρὸς  τὴν  λοιπὴν  γνωστὴν  σειρὰν τῶν διαφόρων καινοτομιῶν τῆς παπικῆς ᾿Εκκλησίας᾿᾿, καθ᾿ ὅσον, ῾῾ ὑπὸ τοῦ Πάπα Γρηγορίου τοῦ ΙΓʹ τῷ 1582 ἐπενεχθεῖσα ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμισις ἀνέκαθεν μᾶλλον εὐθὺς ἀμέσως ἐθεωρήθη ἐν τῇ ᾿Ορθοδόξῳ ᾿Ανατολῇ ὡς καινοτομία ἐκκλησιαστικὴ καὶ θρησκευτικὴ καὶ ὡς μία ἐκ τῶν συνήθων τάσεων τῆς κρατούσης ἐν τῇ Δύσει ἐκκλησιαστικῆς ἀπολυταρχίας, τὸ ὄνειρον τῆς ὁποίας  ἦν  καὶ  ἔσται   ἐπέκτασις  τῆς  ἐπιρροῆς  αὐτῆς  ἐπὶ  τῆς  ᾿Ορθοδόξου
᾿Ανατολῆς.  ᾿Εθεωρήθη,  ἄλλαις  λέξεσι,  νέα  παπικὴ  ἐκστρατεία  κατὰ  τῆς  ἐν
᾿Ανατολῇ ᾿Ορθοδοξίας. ῾Ως τοιαύτη θεωρηθεῖσα καὶ ἐκτιμηθεῖσα καινοτομία αὕτη μέσως κατεδικάσθη᾿᾿ ὑπὸ τῆς ᾿Ορθοδοξίας Συνοδικῶς».
(Βλ. ἄρθρον: «῾Ο παπικὸς προσηλυτισμὸς καὶ μεταρρύθμισις τοῦ ἡμερολογίου», ἐν περιοδ. «Ο.Ε.Μ.», ἀριθ. 18-21/᾿Ιανουάριος-Δεκέμβριος 1990, σελ. 111-112).

30.      Τὴν ᾿Εγκύκλιον τοῦ 1756 Πατριάρχου Κυρίλλου Εʹ τοῦ Καράκαλλου κατὰ τοῦ παπικοῦ ἡμερολογίου ἀγνοοῦμεν. Τ ὄνομα τοῦ ἐναρέτου, «παραδοσιακοῦ», ἀντιπαπικοῦ καὶ ὄντως ἀξίου πατριάρχου Κυρίλλου Εʹ (α. 29.9.1748-᾿Ιούνιος 1751, β. 7.9.1752-15.1.1757, †27.7.1775 ἐν ῾Αγίᾳ ῎Αννῃ ῾Αγίου ῎Ορους), εἶναι συνδεδεμένον μὲ τὸν «῞Ορον τῆς ῾Αγίας τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας περὶ τοῦ βαπτίσματος τῶν Δυτικῶν (1755/6)». «Τὴν βάπτισιν τῶν Λατίνων ἀπεφάσισε καὶ ἐπέβαλε, τελικῶς, ἐπὶ Κυρίλλου Εʹ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1755), παρὰ τὴν ἀπόφασιν τοῦ 1484. ῾Ο ῞Ορος τῆς συνόδου, ὑπογραφεὶς καὶ ὐπὸ τῶν Πατριαρχῶν ᾿Αλεξαν- δρείας καὶ ῾Ιεροσολύμων, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τελευταία ἐπίσημος περὶ τοῦ ζητήματος ἀπόφασις τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας».
(Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, «῾Ομολογῶ ἕν βάπτισμα...», σελ. 59, ᾿Αθῆναι 1983).
  ῾Ο «῞Ορος» τῆς Συνόδου αὐτῆς (᾿Ιούλιος 1755) ἐπεκράτησε νὰ χρονολογῆται τὸ 1756, διότι τότε ἐδημοσιεύθη τύποις τὸ πρῶτον εἰς τὸ ἔργον «Ραντισμοῦ Στηλίτευσις» (σελ. ρογʹ-ροϛʹ).

31.      «᾿Απάντησις τῶν ᾿Ορθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς ᾿Ανατολῆς πρὸς τὸν Πάπαν Πῖον Θʹ» (᾿Ι. Καρμίρη, Δ.Σ.Μ., τ. Βʹ, σελ. 922-923, ἔκδοσις βʹ, Graz-Austria 1968).
  ῾Η «᾿Απάντησις» αὐτὴ ἀποτελεῖ ᾿Εγκύκλιον, ἐξαπολυθεῖσαν ὑπὸ τοῦ Οἰκου- μενικοῦ Πατριαρχείου τὸν Μάϊον τοῦ 1848 ἐπὶ Πατριάρχου ᾿Ανθίμου Ϛʹ, συνυπο- γραφεῖσαν δὲ ὑπὸ τῶν ᾿Αλεξανδρείας ῾Ιεροθέου Βʹ, ᾿Αντιοχείας Μεθοδίου καὶ῾Ιεροσολύμων Κυρίλλου Βʹ μετὰ 29 συνολικῶς Μητροπολιτῶν, ἀποτελούντων τὰς ῾Ιερὰς Συνόδους αὐτῶν.

32.      Βλ. τὴν «Πατριαρχικὴν καὶ Συνοδικὴν ᾿Εγκύκλιον» (12.6.1902), «περὶ τῶν σχέσεων τῶν Αὐτοκεφάλων ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν καὶ περὶ ἄλλων Γενικῶν Ζητημάτων», τὰς εἰς αὐτὴν «᾿Απαντήσεις τῶν ῾Αγίων Αὐτοκεφάλων ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν», ὡς καὶ τὴν «᾿Ανταπάντησιν τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως» (12.5.1904), ἔτι δὲ καὶ τὴν «Βʹ ᾿Απάντησιν τῆς ῾Αγίας Ρωσικῆς Συνόδου» (18.3.1905), ἐν
᾿Αντωνου Παπαδοπούλου, Κείμενα Διορθοδόξων κα Διαχριστιανικῶν Σχέσεων, Οἰκουμενικὰ ΙΙ, σελ. 9-91, ἔκδοσις «᾿Αφῶν Κυριακίδη», Θεσσαλονίκη 1984.

33.      ῾Ο Πατριάρχης Μόσχας Τύχων, τελῶν ὑπὸ τὴν ἀφόρητον πίεσιν τῶν πολιτειακῶν ἐξελίξεων ἐν Ρωσίᾳ μετὰ τὴν ἐπανάστασιν τοῦ 1917, διὰ τῆς ὑπ᾿ ἀριθ. 464/ 21.1.1919 ἐπιστολῆς αὐτοῦ πρὸς τὸν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Γερμανὸν Εʹ (1913-1918) (δημοσιευθεῖσαν ἐν περιοδ. «᾿Εκκλησία», ἀριθ. 30/25.7.1925, σελ. 233-236/τμήματα αὐτῆς ἐν ᾿Ανθίμου Βιζύης, Τ ῾Ημερολογιακὸν Ζήτημα, Κωνσταντινούπολις 1922, σελ. 62-63), ἀναφέρεται ἐκτενῶς εἰς τὴν ἐν Ρωσίᾳ κρατοῦσαν κατάστασιν ἐξ ἐπόψεως ἡμερολογιακῆς:
   μνημονεύει τῆς τελευταίας πανορθοδόξου ἀποφάσεως ἐμμονῆς εἰς τὸ «παλαιὸν ἡμερολόγιον» ἐπὶ Κωνσταντινουπόλεως ᾿Ιωακεὶμ Γʹ (βλ. ὑποσημείωσιν

33 τοῦ παρόντος ἄρθρου),
   τῆς αἰφνιδίου εἰσαγωγῆς τοῦ «νέου» εἰς Ρωσίαν ὑπὸ τῆς Κυβερνήσεως (29.1.1918),
  τῆς δοθείσης ἀδείας εἰς τοὺς ᾿Ορθοδόξους τῆς Φινλανδίας νὰ ἀκολουθοῦν τὸ «νέον»,
   τῆς ἐξετάσεως ὑπὸ τῆς Τοπικῆς Παρρωσικῆς Συνόδου (30.1.1918) τοῦ δημιουργηθέντος θέματος ἐντὸς Ρωσίας λόγῳ τοῦ διπλοῦ πλέον ἡμερολογιακοῦ καθεστῶτος,
  καὶ τῆς ἀποφάσεως, ὅπως ἰσχύσῃ ἐκκλησιαστικῶς κατὰ τὸ 1918 τὸ «παλαιὸν»,
ἀνατεθῇ δὲ εἰς ἐπιτροπὴν ἔρευνα τῆς δυνατότητος εἰσαγωγῆς τοῦ «νέου»·
  ἐν συνεχείᾳ, παρουσιάζει τὰ πορίσματα τῆς ἐπιτροπῆς, ὁποία

α) θεωρεῖ τὸ ζήτημα τῆς μεταβολῆς «τόσον σπουδαῖον» καὶ ἔχον «τοιαύτην πανεκκλησιαστικὴν σημασίαν», ὥστε δὲν χωρεῖ λύσις ἄνευ γνώμης τῶν λοιπῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν,

β) προτείνει δὲ ὅπως Πατριάρχης Τύχων ἀποτανθῇ εἰς τὸ Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως καὶ τοῦτο εἰς τὰς ἀδελφὰς ᾿Εκκλησίας, ζητοῦν τὴν γνώμην αὐτῶν «περὶ τοῦ δυνατοῦ τῆς ἀλλαγῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου», μέχρι δὲ σχετικῆς ἀπαντήσεως ἰσχύει ἐν Ρωσίᾳ τὸ «παλαιόν».
   ῾Ο Πατριάρχης Τύχων, κατακλείων τὴν ἐπιστολήν, ἐκφράζει ὑποθετικῶς τέσσαρας διαφόρους ἀπαντήσεις- λύσεις τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, ἐξ ὧν τρίτη εἶναι προαναφερθεῖσα καὶ σχολιασθεῖσα «συμβιβαστικὴ» «μέση λύσις» (βλ. ὑποσημείωσιν 23 τοῦ παρόντος ἄρθρου).
  Μίαν ἀνάλυσιν, ὄχι κατὰ πάντα ἀκριβῆ καὶ ὀρθὴν καθ᾿ ἡμᾶς, τῆς σημαντικῆς αὐτῆς ἐπιστολῆς τοῦ μαρτυρικοῦ Πατριάρχου Τύχωνος βλέπε εἰς τὴν μονογραφίαν το Κυπρίου ᾿Εκπαιδευτικο ᾿Ανδρου Παπαβασιλεου, «῾Ο Πατριάρχης Μόσχας Τύχων (1917-1925) καὶ τὸ ῾Ημερολογιακὸ Πρόβλημα» (ἀνέκδοτον).

*35. Βλ. Καθηγητοῦ Ν. Ν. Γκλουμποκόφσκυ, «Περὶ μεταρρυθμίσεως τοῦ ῾Ημερο- λογίου», ἐν περιοδ. «᾿Ορθόδοξος ῾Ιεραπόστολος», ἀριθ. 5-6. σελ. 262.

36.      Διὰ τὸ λεγόμενον Πανορθόδοξον Συνέδριον τοῦ 1923 ἐν Κωνσταντινουπόλει, «ὅπερ κακῶς ἀπεκλήθη πανορθόδοξον» (Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης), βλέπε ἄρθρον: «Οἱ ἐμπνευσταὶ καὶ πρωτεργάται τῆς καινοτομίας:

῾῾οἱ δύο οὗτοι Λούθηροι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας᾿᾿», ἐν περιοδ. «Ο.Ε.Μ.», ἀριθ. 17/᾿Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1989, σελ. 67-78, ἰδίως δὲ τὰς ὑποσημ. 6, 7 (σελ. 69-70).

37.      Βλ. τὰς «᾿Αποφάσεις τοῦ Πανορθοδόξου Συνεδρίου» ἐν Διονυσίου Μ. Μπατιστάτου/
᾿Ανατύπωσις, ᾿Επιμέλεια, Εἰσαγωγή: Πρακτικὰ καὶ ᾿Αποφάσεις τοῦ ἐν Κωνσταντινου- πόλει Πανορθοδόξου Συνεδρίου, 10.5-8.6.1923, σελ. 211-222, ᾿Αθῆναι 1982.
   ᾿Αποφάσεις:
Αʹ. περὶ διορθώσεως τοῦ ᾿Ιουλιανοῦ ἡμερολογίου καὶ καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα
«βάσει ἀστρονομικῶν ὑπολογισμῶν»,
Βʹ. περὶ ὅρων συμμετοχῆς εἰς διάσκεψιν ἀποβλέπουσαν εἰς τὴν ἐξεύρεσιν τελειοτέρου ἡμερολογίου παγχριστιανικῆς ἀποδοχῆς, περὶ διακοπῆς τῆς συνεχείας τῆς ἑβδομάδος καὶ μονιμοποιήσεως τοῦ Πάσχα,

Γʹ. περὶ γάμου τῶν ἱερέων καὶ διακόνων μετὰ τὴν χειροτονίαν,
Δʹ. περὶ δευτέρου γάμου τῶν συνεπείᾳ θανάτου χηρευσάντων ἱερέων καὶ διακόνων,
Εʹ. περὶ διαφόρων: ἡλικία χειροτονουμένων κληρικῶν, ὅριον ἐπαρκείας τῶν ποιμένων, κουρὰ τῆς κόμης καὶ ἐξωτερικὴ περιβολὴ τῶν κληρικῶν, τήρησις μοναχικῆς εὐχῆς, κωλύματα γάμου, μετ᾿ ἀργίας ἑορτασμὸς τῶν ἐν μέσῳ τῆς ἑβδομάδος ἑορτῶν τῶν ῾Αγίων, νηστεῖαι,
Ϛʹ. περὶ ἑορτασμοῦ τῆς 1600 ἐπετείου τῆς Αʹ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ συγκλήσεως Πανορθοδόξου Συνόδου καὶ
Ζʹ. περὶ συμπαθείας πρὸς τὸν ἐν φυλακῇ Πατριάρχην Ρωσίαν Τύχωνα.

38.      Αἱ καινοτομίαι αὗται τοῦ Μελετίου Μεταξάκη σιωπηλῶς δὲν ἔγιναν δεκταί.
  Τοῦτο γράφουν καὶ οἱ Μασῶνοι ἀκόμη: «᾿Αλλὰ βρῆκε καὶ μεγάλη ἀντίδραση ὅταν θέλησε νὰ ἐφαρμόσῃ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη μερικὰ συστήματα τῆς
᾿Αμερικῆς, ὅπως καὶ γιὰ τὶς νεωτεριστικὲς γνῶμες του περὶ ἡμερολογίου καὶ πασχαλίου, περὶ γάμου τῶν κληρικῶν καὶ ἄλλες ποὺ ἀνέπτυξε στὸ Πανορθόδοξο Συνέδριο,  ποὺ δημιούργησαν ζητήματα καὶ κατακραυγή».
(᾿Αλεξ. ᾿Ι. Ζερβουδάκη, «Διάσημοι Τεκτ.·./Μελέτιος Μεταξάκης», ἐν περιοδ.
«Τεκτονικὸν Δελτίον», «῎Οργανον τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς ῾Ελλαδος», ἀριθ. 71/
᾿Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1967, σελ. 43, ὑπογραμ. ἡμετ.).
  Τὴν ἐκδηλωθεῖσαν ἀντίδρασιν δὲν ἀποκρύπτει καὶ ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος: «Δυστυχῶς δὲ οἱ Πατριάρχαι τῆς ᾿Ανατολῆς, μὴ μετασχόντες τοῦ Συνεδρίου, εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἀπέκρουσαν τὰς ἀποφάσεις αὐτοῦ συλλήβδην πάσας. ῎Ισως ἐὰν τὸ Συνέδριον περιωρίζετο μόνον εἰς τὸ ζήτημα τοῦ ἡμερολογίου, δὲν θὰ παρουσιάζετο τοιαύτη κατ᾿ αὐτοῦ ἀντίδρασις, οἵα παρουσιάσθη».
(᾿Αρχιεπισκόπου ᾿Αθηνῶν Χρυσοστόμου, Η Διόρθωσις το ᾿Ιουλιανοῦ ῾Ημερολογίου ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ τῆς ῾Ελλάδος, σελ. 31-32, ᾿Αθήνησι 1933, ὑπογραμ. ἡμετ.).
   Εἰδικῶς ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἀπόφασιν τοῦ «Συνεδρίου» περὶ ἡμερολογίου, ἐσημειώθη σχεδὸν πανορθόδοξος ἀπόρριψις.
(Σάρδεων καὶ Πισιδείας Γερμανοῦ, «Τὸ ῾Ημερολογιακὸν Ζήτημα», ἐν περιοδ.
«᾿Ορθοδοξία», ἀριθ. 3/30.6.1926, σελ. 59-70· Πρβλ. ᾿Α. Δελήμπαση, Πάσχα Κυρίου, σελ. 671-674, ᾿Αθῆναι 1985).
   Εἶναι λίαν χαρακτηριστικὰ τὰ τοῦ ᾿Αλεξανδρείας Φωτίου λόγια, ὅστις γράφων πρὸς τὸν ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομον (ἀριθ. Σ.Πρωτ. 2664/1/14.8.1923), ὁμιλεῖ
«καὶ περὶ ἄλλων μέν τοι θεμάτων ὅσα τε ζήλῳ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν ἐξεσφεν- δόνισται ἀπὸ Κων/πόλεως ἐπὶ ζημίᾳ τῆς ὅλης ᾿Εκκλησίας καὶ ὅσα ἅρπαγι ὁρμῇ ἐχθρῶν αἰωνίων βυσσοδομεῖται καὶ ἐπισείεται κατὰ τῆς ἁγιωτάτης μητρὸς τῶν ᾿Εκκλησιῶν...».
(᾿Αρχιμ. Θ. Α. Στργκα, Ε.Ε.Ι., τ. Βʹ, σελ. 1161-2, ᾿Αθῆναι 1970).
  Διὰ τὰ τραγικὰ γεγονότα τῆς 1.6.1923, λαβόντα χώραν ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, συνεδριάζοντος τοῦ λεγομένου Πανορθοδόξου Συνεδρίου, προέδρου ὄντος τοῦ Μ. Μ., ἀλλὰ καὶ ἐν γένει διὰ τὴν καταστροφικὴν ἐκκλησιαστικῶς καὶ ἐθνικῶς πολιτείαν τοῦ Μ. Μ. βλέπε
(Διακόνου) Δημ. Μαυροπούλου, Πατριαρχικαὶ Σελίδες/Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἀπὸ 1878-1949, σελ. 154-198, ἰδίως σελ. 188-190, ἐν ᾿Αθήναις 1960· βλ. ἐπίσης ἄρθρον: «῾Ο οἰκουμενικὸς πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης (1871- 1935): α) Μασῶνος, β) Νεωτεριστής, γ) Οἰκουμενιστής», ἐν περιοδ. «Ο.Ε.Μ.», ἀριθ. 18-21/᾿Ιανουάριος-Δεκέμβριος 1990, σελ. 148-160.

39.      «῾Η ἐσπευμένη αὕτη ἀπόφασις, χωρὶς νὰ προηγηθῇ ἐπισταμένη ἀνταλλαγὴ ἀπόψεων μὲ τὰ Πατριαρχεῖα καὶ νὰ διαφωτισθῇ συνείδησις τῆς ᾿Εκκλησίας, κλονιζομένη ἀπὸ ντιφατικὰς ἐνεργείας, προεκάλεσε τὴν ἀντίδρασιν τῶν προκαθημένων τῶν Πατριαρχείων ᾿Αλεξανδρείας, ᾿Αντιοχείας, ῾Ιεροσολύμων καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Κύπρου, τὴν ὁποίαν ἐνστερνίσθησαν τὰ πλέον συντηρητικὰ καὶ ἀδιάλλακτα στοιχεῖα, ἅτινα ἔκτοτε ἐπεδόθησαν εἰς τὴν διέγερσιν τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως πρὸς ἀνατροπὴν τῆς ἀποφάσεως τῆς ῾Ιεραρχίας».
(᾿Αρ. Πανώτη, «᾿Εκκλησία τῶν Γνησίων ᾿Ορθοδόξων Χριστιανῶν Παλαιοημερολογιτῶν», λῆμμα ἐν «Θ.Η.Ε.», τ. Αʹ, στλ. 817, ᾿Αθῆναι 1962).

40.      «῾Ο  ἀοίδιμος  Πατριάρχης  Μόσχας  Τύχων  λαβὼν  γνῶσιν  τῆς  ἀποφάσεως  περὶ εἰσαγωγῆς  τοῦ  νέου  ἡμερολογίου  καὶ  προθύμως  ἀποδεχθεὶς  αὐτήν,  ἀπέλυσε σχετικὴν  πρὸς  τὸν  ὀρθόδοξον  ρωσικὸν  λαὸν  ἐγκύκλιον,  ἀνακληθεῖσαν  ὅμως ἀργότερον διὰ τὴν μεγάλην κατ᾿ αὐτῆς ἀντίδρασιν ἰδίως ἐκ μέρους τῶν μοναχῶν». ( Σ. Γ., «῾Εορτολόγιον - Νέον ῾Ημερολόγιον», ἐν περιοδ. «᾿Ορθοδοξία», ἀριθ.
4/31.7.1926, σελ. 114).
  ῾Ο Πατριάρχης Τύχων ἔλαβε γνῶσιν τῆς «ἀποφάσεως περὶ εἰσαγωγῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου» προφανῶς ἀπὸ τὰ Πατριαρχικὰ Γράμματα (ὑπ᾿ ἀριθ. 3124 καὶ 3126/25.6.1923), διὰ τῶν ὁποίων ἐγνωρίζετο ἀποδοχὴ τῶν σχετικῶν ψηφισμάτων τοῦ λεγομένου Πανορθοδόξου Συνεδρίου ὑπὸ τῆς ᾿Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐκοινοποιοῦντο αὐτά.
  ᾿Αργότερον προεδρεύων τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου Μητροπολίτης Καισαρείας Νικόλαος ἀπέστειλε καὶ «σχετικὸν τηλεγράφημα (1 Σεπτεμβρίου 1923) πρὸς πάσας τὰς Αὐτοκεφάλους ᾿Εκκλησίας, παρακαλουμένας ὅπως ἐπισπεύσωσι τὴν ἀπάντησιν αὐτῶν» διὰ τὴν ἀποδοχὴν τοῦ νέου ἡμερολογίου.
( Σ. Γ., «Τ ῾Ημερολογιακὸν Ζήτημα», ἐν περιοδ. «᾿Ορθοδοξία», ἀριθ. 3/ 30.6.1926, σελ. 62).
   ῾Η ἐξαπολυθεῖσα «ἐγκύκλιος» τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος ἀναφέρεται εἰς ἑτέραν αὐτοῦ «᾿Εγκύκλιον» (10.12.1923), δημοσιευθεῖσαν τὴν 19.12.1923 εἰς τὴν ἐφημερίδα τῆς Μόσχας «᾿Ιζβέστια», ὅπου ὅμως ἐφαρμογὴ τοῦ νέου ἡμερολογίου προτείνεται δυνητικῶς.
( Σ. Γ., αὐτόθι, σελ. 63).

41.      ῾Η ῾Υπερόριος Σύνοδος τοῦ Κάρλοβιτς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἀντετάχθη τόσον εἰς τὴν ἡμερολογιακὴν καινοτομίαν, ὅσον καὶ εἰς τὴν λεγομένην Οἰκουμενικὴν Κίνησιν. (βλ. Θωμᾶ Φιτζέραλδ, ἐνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 133-138, Σχέσεις μὲ τὸ Πατριαρχεῖο
Κωνσταντινουπόλεως, σελ. 138-145, Σχέσεις μὲ τὴν χριστιανικὴ Δύση ).
  Οἱ ἐξόριστοι Ρῶσοι ᾿Αρχιερεῖς ἐξέφρασαν συνοδικῶς (25.7.1923) τὴν ἄποψιν, ὅτι ἀπόφασις τοῦ αὐτοκληθέντος Πανορθοδόξου Συνεδρίου (10.5-8.6.1923, εἰς Κωνσταντινούπολιν ἐπὶ πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη), διὰ τὴν ἀλλαγὴν τοῦ ἡμερολογίου «ἦταν παράδεκτη, ἐπειδὴ ἦταν ντίθετη πρὸς τοὺς κανόνες», ἔκτοτε δὲ Σύνοδος «τήρησε σταθερὴ ντίθεση σχετικὰ μὲ τὴν χρήση τοῦ νέου ἡμερολογίου» (αὐτόθι, σελ. 135-136).
  Πλέον συγκεκριμένως, ἀπαντῶντες οἱ Ρῶσοι ῾Ιεράρχαι εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ἐπειγόμενον διὰ τὴν ἀλλαγὴν τοῦ ἡμερολογίου, δι᾿ ἐπιστολῆς (8/ 21.8.1923) τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου ᾿Αντωνίου, ἀνεκοίνουν ὅτι «αἱ ἀποφάσεις ἐν γένει τοῦ Πανορθοδόξου Συνεδρίου καὶ σὺν ἄλλοις ἰδίᾳ αἱ περὶ μεταρρυθμίσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου καὶ τῆς εἰσαγωγῆς ἀπὸ 1ης ᾿Οκτωβρίου 1923 ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ πράξει τοῦ νέου ἡμερολογίου δὲν δύνανται νὰ γίνωσι δεκταὶ ὑπὸ τῆς ᾿Ορθοδόξου Ρωσικῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ ἐξωτερικοῦ ὡς ντιφάσκουσαι πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ τὴν ἀρχαίαν ἐκκλησιαστικὴν πρᾶξιν τὴν καθιερωμένην ὑπ Οἰκουμενικῶν Συνόδων...» καὶ ὅτι «τοιαῦτα ζητήματα δύνανται νὰ γίνωσιν ντικείμενον ἐξετάσεως κα ἀποφάσεως μόνον Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅτι μεταβολὴ τῆς  ἐκκλησιαστικῆς  χρονολογίας εἶναι  ἐπικίνδυνος  καὶ  ἄκαιρος».
( Σ. Γ., «Τ ῾Ημερολογιακὸν Ζήτημα», ἐν περιοδ. «᾿Ορθοδοξία», ἀριθ. 3/ 30.6.1926, σελ. 63-64).
  Μάλιστα εἰς τὴν ῾Υπερόριον Σύνοδον ἀργότερον (συνεδρίασις 11/24.8.1938) ἠκούσθη καὶ μία πολὺ ἐπικριτικὴ ἔκθεσις τοῦ μακαρίου ᾿Επισκόπου ᾿Ιωάννου Μαξίμοβιτς, τοῦ συγχρόνου αὐτοῦ ῾Αγίου, κατὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διὰ τῆς ὁποίας ἐκτὸς τῶν ἄλλων,
«κατηγοροῦσε τὸ Πατριαρχεῖο ὅτι μὲ τὴν υἱοθέτηση τοῦ νέου ἡμερολογίου προκαλοῦσε σχίσμα μέσα στὴν ᾿Ορθοδοξία», ὅτι «εἶχε ἀρχίσει ἐπικοινωνία μ τοὺς ῾῾᾿Ανακαινιστὲς᾿᾿ στ Ρωσία» καὶ ὅτι «εἶχε χάσει τ γόητρ του, ὡς στύλος τῆς ληθείας, καὶ ὅτι διακατεχόταν ἀπὸ να ὑπέρμετρο ἔρωτα ἐξουσίας».
(Θωμᾶ Φιτζέραλδ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 138).

*42. Τότε εἰς Ρωσίαν, ἀκριβῶς τὸ 1900, προέτειναν νὰ εἰσαγάγουν τὸ νέον ἡμερολόγιον.

*43. «Νόβεγιε Βρέμια» (Νέος Καιρός), ἀριθ. 702/1923.

*44. Βλ. Καθηγητοῦ Κ. Γλαγόλιεφ, «Δεισιδαιμονία εἰς τὴν ἐπιστήμην», ἐν «Θεολογικὸς Κήρυξ»· Καθηγητοῦ Ν. Ν. Γκλουμποκόφσκυ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 266-267.

*45. Αὐτοὶ οἱ πίνακες ἐχάθησαν εἰς τὴν Βουλγαρικὴν Σύνοδον, κατὰ τὴν διάρκειαν φωτιᾶς, τὴν ὁποίαν προεκάλεσε μία βόμβα τὸ 1944.

*46. ῎Εκθεσις τοῦ Συνεδρίου διὰ τὸ ζήτημα τῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ ἡμερολογίου πρὸς τὴν Ρωσικὴν ᾿Αστρονομικὴν ῾Εταιρείαν, σελ. 34· «Τσερκόβνογιε Βιντομοστι» (᾿Εκκλησιαστικαὶ Εἰδήσεις), ἀριθ. 7-8/1926, σελ.10.




ΠΗΓΗ: http://www.hsir.org/Theology_el/3a4010SerafeimMpok.pdf




ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου