Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1870, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς είχε εμπορικές δραστηριότητες. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο που ανήκει σήμερα στον Δήμο Πωγωνίου Ιωαννίνων και είναι γνωστός ως «κοιτίδα» Ηπειρωτών οργανοπαικτών.
Το 1874 ο Παύλος Μελάς ήρθε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Από το 1886 ως το 1891 φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων. Το 1891 αποφοίτησε και ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Το 1902 παντρεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του Στέφανου και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη, από τους οποίους επηρεάστηκε βαθιά στα εθνικά θέματα, κυρίως στο Μακεδονικό.
Ενεργό μέλος της «Εθνικής Εταιρείας», ήταν ανάμεσα σε αυτούς που οργάνωσαν και έστειλαν αντάρτικα σώματα στη Μακεδονία.
Πήρε μέρος στον άτυχο πόλεμο του 1897. Στη συνέχεια υπηρέτησε στη Λαμία και το 1898 επέστρεψε στην πρωτεύουσα.
Συνέχισε να συνεργάζεται με άλλους αξιωματικούς στην κατεύθυνση του διαφωτισμού της κοινής γνώμης για τη Μακεδονία και την οργάνωση ένοπλων σωμάτων για αντίσταση στα βουλγαρικά σχέδια.
Την άνοιξη του 1904 μαζί με τους συναδέλφους του Αλέξανδρο Κοντούλη, Αναστάσιο Παπούλα και Γεώργιο Κολοκοτρώνη και τους συνοδούς τους, μπήκαν στη Μακεδονία(9 Μαρτίου 1904). Πέρασαν από τη Σιάτιστα και χωριά των Κορεστίων και έφτασαν κοντά στην Καστοριά. Η δράση τους όμως έγινε αντιληπτή από τις οθωμανικές αρχές. Μετά από συνάντησή του με τον Ίωνα Δραγούμη στο Μοναστήρι, αποφάσισε να επιστρέψει μαζί με τους άλλους αξιωματικούς στην Ελλάδα. Κατά την πρώτη αυτή επίσκεψή του στη Μακεδονία, ο Παύλος Μελάς σχημάτισε την εντύπωση ότι αρκούσε η παροχή πολεμοφοδίων και χρημάτων στους Έλληνες χωρικούς για να αντιμετωπίσουν τους κομιτατζήδες.
Τον Ιούλιο ο Π. Μελάς μπήκε για δεύτερη φορά στη Μακεδονία, με την πλαστή ιδιότητα του ζωέμπορου (Παύλος Δέδες). Επισκέφτηκε την Κοζάνη και τη Σιάτιστα. Αυτή τη φορά κατάλαβε ότι ήταν απαραίτητη και η αποστολή αντάρτικων ομάδων στη Μακεδονία.
Στις 14 Αυγούστου 1904 ορίστηκε από το «Μακεδονικό Κομιτάτο» της Αθήνας γενικός αρχηγός των τμημάτων της περιοχής Καστοριάς-Μοναστηρίου.
Στις 18 Αυγούστου αναχώρησε από την Αθήνα μαζί με τον πιστό του φίλο Λάκη Πύρζα που τον ακολούθησε και τις προηγούμενες φορές στη Μακεδονία. Με δέκα Κρητικούς αγωνιστές έφτασαν στη Λάρισα όπου ενισχύθηκαν με 35 ακόμα άνδρες.
Στις 28 Αυγούστου πέρασε στη Μακεδονία με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας
Η παρουσία του σώματος του Π. Μελά, γινόταν δεκτή με ενθουσιασμό από τους Έλληνες κατοίκους των χωριών που περνούσε. Πολλά χωριά της περιοχής της Καστοριάς που είχαν προσχωρήσει με τη βία στην Εξαρχία επέστρεψαν στο Πατριαρχείο. Στο Λέχοβο έφτασε στις αρχές Οκτωβρίου 1904 ο Αλέξης Καραλίβανος με 40 άνδρες. Ο Μελάς χώρισε τους άνδρες του σε 4 ομάδες με επικεφαλής τους Πύρζα, Καραλίβανο, Πούλακα και Ιοβάνη. Οι κομιτατζήδες έντρομοι από τη δράση των ανδρών του Π. Μελά εγκατέλειπαν άρον άρον την περιοχή. Ο Μελάς με τους Πύρζα ,Καραλίβανο και 35 άνδρες ξεκίνησαν να συναντήσουν τους οπλαρχηγούς Παύλο Κύρου και Ευθύμιο Καούδη .Η σφοδρή βροχόπτωση τους ανάγκασε να σταματήσουν στο χωριό Στάτιστα(σήμερα Μελάς) και να καταλύσουν σε διάφορα σπίτια του χωριού. Ήταν 13 Οκτωβρίου 1904.
Ο κομιτατζής Μήτρε Βλάχο που δρούσε στην περιοχή, ενημέρωσε τις οθωμανικές αρχές στο Κόνομπλατ. Απόσπασμα από 50 στρατιώτες έφτασε στη Στάτιστα και άρχισε να πολιορκεί το σπίτι όπου βρισκόταν ο Π. Μελάς, ο Λ. Πύρζας, ο Π.Χατζητάσης και ένας Κρητικός. Όταν σκοτείνιασε κι ενώ οι περισσότεροι Έλληνες είχαν διαφύγει, ο Παύλος Μελάς επιχείρησε πρώτος να βγει έξω από το σπίτι όπου είχε βρει καταφύγιο. Χτυπήθηκε όμως από τουρκικό βόλι και λίγο αργότερα, αφού παρέδωσε όλα τα υπάρχοντά του στον Πύρζα ξεψύχησε.
Ο Καραλίβανος, ο Πύρζας και ο Καούδης με τους περισσότερους άνδρες τους κατάφεραν να ανασυνταχθούν στο Ζέλοβο. Την είδηση του θανάτου του Π. Μελά τηλεγράφησε στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ο Φ. Κοντογούρης από το προξενείο του Μοναστηρίου: « Παύλος Μελάς όρμησε πρώτος επικεφαλής ανδρών αυτού οπότε σφαίρα τουρκική πλήξασα αυτόν κατά την οσφυακήν χώραν τον ετραυμάτισε θανατηφόρως».
Η είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά συγκλόνισε όλους τους Έλληνες. Ιδιαίτερη ήταν η απήχηση του τραγικού γεγονότος στους συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας. Σε όλα τα ελληνικά σπίτια της Μακεδονίας ήταν κρεμασμένη η φωτογραφία του.
Ο Μακεδονικός Αγώνας
Με το όνομα "Μακεδονικός Αγώνας" ονομάστηκε ο ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, ο οποίος κορυφώθηκε μεταξύ των ετών 1903 και 1908 στην Μακεδονία.
Ο Μακεδονικός Αγώνας προκλήθηκε από την "αρπακτικότητα" και την επεκτατική διάθεση των Βουλγάρων, οι οποίοι από την εποχή που ίδρυσαν το νεώτερο κράτος τους, επεδίωξαν να επεκτείνουν και τα γεωγραφικά όρια του κράτους τους ώστε να συμπεριλάβει και την Μακεδονία και να επιτύχουν έτσι διέξοδο στο Αιγαίο Πέλαγος και την Μεσόγειο θάλασσα! Ακολούθησαν δηλαδή, τυπικά και ουσιαστικά, το σχέδιο της Μ. Αικατερίνης Β΄(1729-1796), τσαρίνας της Ρωσίας (1762-1796), για την επέκταση των Σλάβων στην Βαλκανική Χερσόνησο ώστε να αποκτήσει η Ρωσική Αυτοκρατορία πρόσβαση στις "ζεστές θάλασσες" και να "παρακάμψει" τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων, που ελέγχουν το πέρασμα στην Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινο Πόντο).
Ο Μακεδονικός Αγώνας ουσιαστικά άρχισε από το 1870, με απαρχή το Βουλγαρικό Σχίσμα από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχείας και κράτησε (επίσημα) μέχρι το 1908. Στα χρόνια αυτά (38 ολόκληρα χρόνια) ο Μακεδονικός Ελληνισμός και ο χριστιανικός Σερβικός πληθυσμός, εντός των ορίων της Μακεδονίας υπέφεραν πολλά σε ανθρώπινες θυσίες και περουσιακά και άλλα υλικά αγαθά.
Οι Βούλγαροι άρχισαν να εγείρουν διεκδικήσεις επί της Μακεδονικής γης από το 1870, αλλά από το 1895 και μετά, ένοπλες βουλγαρικές συμμορίες που ονομάστηκαν "κομιτατζήδες", εκμεταλλευόμενοι την πλήρη αδιαφορία (αλλά και την ανικανότητα) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των τοπικών τουρκικών αρχών, υπέβαλλαν σε απερίγραπτα βασανιστήρια τον ελληνικό πληθυσμό της Μακεδονίας ώστε να απαρνηθή την εθνικότητά του και να αποδεχθεί την Βουλγαρική Εξαρχεία σαν θρησκευτική του αρχή αντί του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινοπούλεως και να υποκείψει στις Βουλγαρικές αξιώσεις.
Οι βουλγαρικές αυτές συμμορίες λήστευαν, έκλεβαν και βίαζαν τον πληθυσμό, ενώ ταυτόχρονα εξόντωναν τους πιστούς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή όσους θεωρούσαν ότι αποτελούσαν "δεσμό" μεταξύ της Μακεδονίας και της υπόλοιπης Ελλάδας (Αρχιερείς, Ιερείς, προεστούς, δασκάλους, εξέχοντες πολίτες, κλπ). Ο απώτερος σκοπός τους ήταν, φυσικά, η τελική διεκδίκιση των εδαφών αυτών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Ελλάδα και η παραχώρησή τους σ' αυτήν από τις Μεγάλες Δυνάμεις, παρουσιάζοντας στην Μακεδονία έναν "αμιγή" δήθεν Βουλγαρικό πληθυσμό.
Στην δράση κατά των κομιτατζήδων και στις βουλγαρικές βλέψεις δραστηριοποιήθηκαν και αντιστάθηκαν οι Μακεδονομάχοι, ελληνικά ένοπλα αντάρτικα σώματα που οργανώθηκαν είτε από τον ίδιο τον πληθυσμό είτε με την βοήθεια εθελοντών από όλα τα μέρη της Ελλάδας (στρατιωτικών, χωροφυλάκων και ιδιωτών - πολιτών). Παράλληλα, δημιουργήθηκαν οργανώσεις που υποστήριξαν ηθικά, διπλωματικά και οικονομικά τον Μακεδονικό Αγώνα.
Πολλές μεγάλες προσωπικότητες της εποχής συμμετείχαν στην προσπάθεια αυτή και ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα. Ο αγώνα τους ήταν ιδιαίτερα σκληρός, γιατί εκτός από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, οι Μακεδονομάχοι είχαν να αντιμετωπίσουν και τον τουρκικό στρατό.Οι ηρωικοί αυτοί αγώνες των Μακεδονομάχων και η ακατάβλητη ψυχική αντοχή του ηρωικού μακεδονικού πληθυσμού, που αποτελούν μια ακόμη λαμπρή σελίδα στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ανάγκασαν τελικά τους Βούλγαρους κομιτατζήδες να αποσυρθούν (επίσημα τουλάχιστον!) το 1908 και να επανέλθουν στην Βουλγαρία.
Παράλληλα ο Μακεδονικός Αγώνας αποτέλεσε το προοίμιο και την έμπνευση των νικηφόρων πολέμων του 1912-13 και της απελευθέρωσης της Μακεδονίας, και αργότερα, των Βαλκανικών Πολέμων, αναπτερώνοντας το ηθικό των Ελλήνων και ξυπνώντας μέσα τους το πνεύμα της Ελευθερίας, για μια ακόμη φορά! Δίκαια λοιπόν, οι Μακεδονομάχοι κατατάσσονται στην ίδια σειρά με τους αγωνιστές του 1821 και τους ήρωες των Βαλκανικών Πολέμων.
Αν και αναφέρεται ιστορικά ότι ο Μακεδονικός Αγώνας άρχισε από το 1870 και κράτησε μέχρι το 1908 - δηλ. 38 ολόκληρα χρόνια, στην πραγματικότητα κράτησε πολύ περισσότερα, αφού εξ' αιτίας αυτής της πολιτικής των Βουλγάρων στον χώρο της Βαλκανικής και ιδιαίτερα της Μακεδονίας συνεχίστηκε μέχρι την τελική τους απομάκρυνση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1917).
Σποραδικά έκαναν την εμφάνισή τους ακόμη και μετά τα δύσκολα χρόνια του 1922 στην Μακεδονική γη, πιο πολύ όμως σαν ληστές παρά σαν "αντάρτικα" σώματα. Την ίδια όμως πολιτική και τακτική εφάρμοσαν αργότερα στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής το 1941-1944 και τα χρόνια που ακολούθησαν 1944-1949 με την "βοήθεια" και "ανοχή" των ανταρτών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ...
Στοιχεία για όλα αυτά, παρατίθενται σε άλλες σελίδες της κοινότητας και σε συνδέσεις. Το όλο θέμα εντάσσεται στην πολιτική του Μακεδονικού Ζητήματος - όπως αποκαλείται σήμερα - και το οποίο αποτελεί μείζον μεν Εθνικό πρόβλημα αλλά είναι μια άλλη θεματική ενότητα.
Επειδή όμως οι Τούρκοι, μετά από τα δημοσιεύματα του αθηναϊκού τύπου πληροφορούνται τα σχετικά με το θάνατο και την ταφή του Παύλου Μελά, επανέρχονται στη Στάτιστα και μετά από προσεκτικότερη έρευνα ανακαλύπτουν το ακέφαλο σώμα του. Με τη μεσολάβηση όμως του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη, η σωρός του μεταφέρεται στην πόλη, όπου με θρήνους, και ενώ χοροστατεί ο Μητροπολίτης Γερμανός, κηδεύεται και ενταφιάζεται στον περίβολο του βυζαντινού Ναού των Ταξιαρχών.
Αργότερα, το 1950, μεταφέρεται εκεί και η κεφαλή του δίπλα στο σώμα του και έτσι σήμερα, όλο το σκήνωμα του Παύλου Μελά αναπαύεται τώρα στην Καστοριά. Πλάι του μάλιστα, ύστερα από δική της επιθυμία, αναπαύεται και η γυναίκα του Ναταλία. Η είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά συγκλόνισε ολόκληρη την Ελλάδα και την Αθήνα και ιδιαίτερα φυσικά, την οικογένειά του. Ολόκληρος ο ελληνικός λαός πενθεί τον ήρωα, που έφυγε τόσο νέος, μόλις 34 χρονών, και σε τόσο μάλιστα κρίσιμες στιγμές για το Έθνος και τον Ελληνισμό!
Το όνομά του γίνεται σύμβολο του μακεδονικού αγώνα, ενώ μεγάλος αριθμός Αξιωματικών και ιδιωτών πολιτών αρχίζουν να σπεύδουν στη Μακεδονία και πυκνώνουν τις τάξεις εκείνων που αγωνίζονται για την απελευθέρωσή της, ακολουθώντας τον δρόμο του Παύλου Μελά και το παράδειγμά του. Τη θυσία του υμνεί ο λαός με το δημοτικό τραγούδι και ο μεγάλος ποιητής Κωστής Παλαμάς. Αλλά και η πατρίδα, τιμώντας τον, τον αναγνωρίζει σαν εθνικό ήρωα και η Στάτιστα, το χωριό στο οποίο σκοτώθηκε, μετονομάστηκε σε "Παύλος Μελάς".
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου