Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Ἐπιστολὴ Ε΄ περὶ Ἡμερολογίου



Ἀγαπητέ μου κ. Μάννη.
Ὅποιος καὶ ἂν ἐρευνήσῃ προσεκτικὰ τὸ ἡμερολογιακὸ ζήτημα θὰ ἀντιληφθῇ, ὅτι τὸ ζήτημα αὐτὸ ἔχει τοποθετηθεῖ τεχνιέντως ὥστε νὰ ἔχῃ ἀθέατες πλευρές· ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ ἔχουν γραφεῖ καὶ ἔχουν λεχθεῖ δυστυχῶς δροῦν σἂν παρα­μορ­φωτικὸς φακός, μὲ ἀποτέλεσμα πολλὲς φορὲς νὰ ὁδηγού­μαστε, παρὰ τὴν καλὴ πρό­θεσι ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχουμε, σὲ ἐσφαλ­μένα ἢ ἀκραῖα συμπερά­σματα. Πάντως ἡ συζήτησι εἶναι πάντα χρήσιμη γιατὶ κάθε ἀδελφὸς ἔχει τὴ δική του ἐνημέρωσι γιὰ τὸ θέμα ἀλλὰ πρὸ παντὸς ἔχει καὶ τὴ δική του ὀπτικὴ ποὺ μπορεῖ νὰ φανῇ χρήσιμη σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀναζητοῦν ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ σοβαρὸ αὐτό ζήτημα.
Γι’ αὐτὸ κ. Μάννη ἀποφάσισα νὰ σᾶς γράψω καὶ ἐγὼ ὅ,τι ἔχω ἀκούσει ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρους μου καὶ ἔχω συγκρατήσει στὴν μνήμη μου.
Μόνο νὰ ξέρετε ὅτι ΔΕΝ ἀπευθυνόμαστε σὲ Λατίνους οὔτε σὲ λατι­νόφρονες. Γιατὶ μὲ τοὺς Λατίνους, -ἐξ ὅσων γνωρίζω ἀπὸ τὰ γραφό­μενά τους- ὑπάρχει ἕνα ζήτημα στὸ ὁποῖο συμφωνοῦμε καὶ γι’ αὐτὸ δὲν χρει­άζεται συ­ζήτησι καὶ ἕνα ἄλλο στὸ ὁποῖο δὲν θὰ μπορέσουμε ποτὲ νὰ συμ­φω­νήσουμε ὁπότε οὔτε καὶ σ’ αὐτὸ χρειάζεται συζήτηση.
Οἱ Λατῖνοι λοιπὸν γνωρίζουν πολὺ καλὰ καὶ παραδέχονται ἀκριβῶς τὰ ἴδια ποὺ παραδέχονται οἱ Ὀρθόδοξοι σχετικὰ μὲ τὸν Ὄρο τῆς Νι­καίας καὶ τὸν τρόπο ὑπολογισμοῦ τοῦ Πάσχα. Παραδέχονται δηλαδὴ τὴν υἱο­θέτησι τοῦ 19ετοῦς Κύ­κλου ἀπὸ τὸν ὁποῖο προσδιορίζεται ὁ χρόνος ἑορ­τασμοῦ τοῦ Νομικοῦ Πάσχα καὶ ἐξ αὐτοῦ στὴ συνέχεια ὑπολογίζεται καὶ ἡ Ἡμερομηνία τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα. Παραδέ­χονται ἀκόμη ὅτι μὲ τὸν δεκαεννεαετῆ Κύκλο κλειδώ­νεται, τρόπον τινά, ἡ Ἡμε­ρομηνία τῆς Ἰσημε­ρίας στὴν 21 Μαρ­τίου τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερο­λογίου.  Καὶ σ’ αὐτὸ συμφω­νοῦμε μαζί τους.
Καὶ ποῦ δὲν θὰ συμφωνήσουμε ποτέ; Ἀκοῦστε.
Οἱ Λατῖνοι λέγουν: Ὁ Πάπας εἶναι ὑπεράνω ἀρχῶν καὶ ἐξου­σιῶν καὶ ἔχει δικαίωμα νὰ τροποποιῇ ἢ νὰ καταργῇ ὅ,τι θέλει καὶ ἂς εἶναι παρά­δοσι, ἢ ἂς εἶναι ἀπόφασι Οἰκουμενικῆς  Συνόδου. Ἔ! Λοιπὸν σ’ αὐτὸ δὲν θὰ συμφωνήσουμε ποτέ. Καὶ ἔτσι μαζί τους δὲν ὑπάρχει ἀντικείμενο συζήτησης.
Γιὰ τοὺς λατινόφρονες πάλι λέμε πὼς τοὺς γνωρίζουμε. Ἀπὸ τὰ ἴδια τους τὰ λόγια. Τὰ λόγια τους εἶναι καθαρὰ μόνο ὅταν πρόκειται νὰ ὑποκριθοῦν τοὺς ἀντιοικουμενιστές. Ὅταν ὅμως τοὺς πεῖς γιὰ σεβασμὸ τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τήρησι τῶν Κανόνων τῶν Οἰκου­μενικῶν Συνόδων γιὰ τὴν αὐτο­νόητη ἑνότητα στὴν λατρεία ἢ γιὰ τὴ φύλαξι τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως, τὸτε ἀλλάζουν συζήτησι καὶ ἀναλύονται σὲ ὕβρεις καὶ συκοφαντίες ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ εἰ­κόνα τῶν Λατινοφρόνων ποὺ λύκοι βαρεῖς ὄντες ἐνδύονται τὸ ἔνδυμα τοῦ προβάτου.
Ἐμεῖς λέμε· Ἀὐτὰ ποὺ ἀπεφάσισαν οἱ  Σύνοδοι, θὰ τὰ φυλάξουμε σἂν θεία κληρονομία. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ποιοὶ καὶ πότε τὰ παραβίασαν. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ἂν σὲ κάποιους ἀρέσουν καὶ σὲ κάποιους δὲν ἀρέσουν. Ἐμεῖς οἱ ὁρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὠφείλουμε νὰ τὰ φυλάξουμε. Κι’ ἂν κά­ποιες φορὲς παραβιά­ζουμε καὶ ἐμεῖς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ποτὲ δὲν θὰ δεχθοῦμε λογισμὸ πῶς οἱ Πατέρες κακῶς ἐνομοθέ­τησαν, ἀλλὰ παραδε­χόμεθα πῶς εἴμαστε παραβάτες τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων ἦταν ἀποφάσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύ­ματος. «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν». Καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ καταργήσει αὐτὰ ποὺ ἐνομο­θέτησε ὁ Θεός;
Γι’ αὐτὸ λοπὸν δὲν ἀπευθυνόμαστε οὔτε σὲ Λατίνους οὔτε σὲ λατινό­φρονες. Δὲν ἔχουμε τίποτε νὰ συζητήσουμε, ὅσο ἐμμένουν στὶς πλάνες τους.
Ἀπευθυνόμαστε μόνο σὲ ἀδελφούς μας Ὀρθοδόξους, ποὺ σέβονται καὶ τιμοῦν τοὺς θείους Πατέρες, τὶς παραδόσεις καὶ τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλη­σίας.
Δεχόμαστε λοιπὸν ὡς ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ  τὸν πασχάλιο Κανόνα δηλαδὴ τὸ Κανόνιο τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα τὸ ὁποῖο παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας, μαρτυρημένο ἀπὸ Ἁγίους καὶ Διδα­σκάλους (Νικόδημο Ἁγιο­ρείτη, Βλάσταρη, Ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης, Βαλ­σα­μῶνα, Πηγᾶ κ.ἄ). Στὴν οὐσία τὸ Κανόνιο τοῦ Πάσχα εἶναι ὁ δεκαεννεατὴς Κύκλος ποὺ ἀπεδέχθησαν οἱ Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Δηλαδὴ εἶναι οἱ δεκα­εννέα ἐπαναλαμβανόμενες ἡμερομηνίες στὶς ὁποῖες ἑορταζόταν τὸ Νομικὸ Πάσχα, προκειμένου γιὰ κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς νὰ προσδιοριστεῖ ἡ ἡμε­ρομηνία τῆς ἑπομένης Κυριακῆς εἰς τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ ἑορτάζουμε τὸ Χριστιανικό Πάσχα.
Τὸ Νομικὸ Πάσχα κατὰ τοὺς Ἑρμηνευτὲς τῆς Γραφῆς δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ ἑορτασθῇ πρὶν ἀπὸ τὴν Ἰσημερία. Ἂν τώρα ἐξετάσουμε τὶς ἡμερομηνίες τοῦ Νομικοῦ Πάσχα ὅπως ἔχουν καταχωρηθεῖ στὸ Κανόνιο θὰ διαπι­στώσουμε ὅτι τὸ Νομικὸ Πάσχα δὲν ἑορταζόταν πρὶν ἀπὸ τὴν 21η Μαρτίου τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου. Γι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται ὡς ἰσημερία γιὰ τὸν ὑπολογισμὸ τῆς Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ἡ 21η Μαρτίου τοῦ Ἰου­λιανοῦ ἡμερολογίου.
Ἄκουσε τώρα κ. Μάννη πῶς περιγράφει ἢ καλύτερα πῶς διεκτραγωδεῖ ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος[i] τὴν περίοδο πρὸ τῆς Α΄ Οἰ­κουμενικῆς Συνόδου:  «Ἔκπαλαι γὰρ καὶ ἀπὸ τῶν πρώην χρόνων διέστη ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ διαφόρως ἀγόμενον, χλεύην ἐμποιοῦν καθ’ ἕκαστον ἔτος, τῶν μὲν πρὸ ἑβδομάδος ποιούντων, καὶ φιλο­νεικούντων πρὸς ἀλλήλους, τῶν δὲ μετὰ ἑβδομάδα· καὶ τῶν μὲν προλαμβανόντων, τῶν δὲ μεσαζόντων, ἄλλων δὲ μετέπειτα ἐπιτελούντων. Καὶ ἦν ἁπλῶς φύρσις πολλὴ καὶ κάματος, ὡς πολλοῖς φιλολόγοις οὐκ ἄγνωστον, ἐν πόσοις καιροῖς θόρυβος ἐκινεῖτο ἐν τῷ ἐκκλη­σιαστικῷ κηρύγματι περὶ τοῦ τῆς ἑορτῆς ταύτης ζητήματος· ἕν τε χρόνοις Πολυκάρπου καὶ Βίκτωρος, ὡς ἡ Ἀνατολὴ πρὸς τὴν Δύσιν διαφερομένη, εἰρηνικὰ παρ’ ἀλλήλων οὐκ ἐδέχετο· ἐν ἄλλοις δὲ ὅσοις καιροῖς, ἔν τε χρόνοις Ἀλεξάν­δρου ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας καὶ Κρε­σκεντίου· ὡς πρὸς ἀλλή­λους εὑρίσκονται ἕκαστος αὐτῶν γράφοντες καὶ διαμαχόμενοι ἕως τῶν ἡμετέρων χρόνων ἐξότου ἐταράχθη μετὰ τὸν χρόνον τῶν ἐμπεριτόμων ἐπισκόπων, οὕτως ἐφέρετο. Διὸ καὶ συνελθόντες οἱ πανταχόθεν τότε, καί ἀκριβώσαντες, ὥρισαν μεθ᾿ ὁμονοίας γίνεσθαι κατὰ τὸ πρέπον τῆς ψήφου καὶ τῆς ἀκο­λουθίας»
Αὐτὴ λοιπὸν ἦταν ἡ κατάστασις πρὸ τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Χλεύη, φιλονικίες, φύρσις πολλὴ καὶ κάματος, θόρυβος εἰς τὸ ἐκκλησιαστικὸ κήρυγμα.
Ὅταν ὅμως μιλήσεις σὲ λατινόφρονες γιὰ ἑνότητα στὴν λατρεία στὴν ὁποία κατ’ ἐξοχὴν ἐμφανίζεται ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, τὸτε θὰ σοῦ  ποῦν πῶς ὁ Πολύκαρπος καὶ ὁ Λίνος δὲν ἐμποδίσθησαν ἀπὸ τὸν δια­φορετικὸ χρόνο ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα νὰ συλλειτουργήσουν καὶ δὲν διέκοψε κανείς τους τὸ μνημόσυνο τοῦ ἄλλου ὅπως κάνουν οἱ «σχι­σματικοὶ» Πα­λαιο­ημερολογῖτες. Αὐτοὶ οἱ κύριοι ποὺ τὰ λέγουν αὐτὰ παρι­στάνουν τοὺς Ὀρθοδό­ξους καὶ μάλιστα προβάλλουν πρὸ πάντων τὸ ... ἀντι­οικου­μενιστικὸ τους φρόνημα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη προτείνουν ὡς παρά­δειγ­μα πρὸς μίμησι τὴν περίοδο πρὸ τῆς Α΄ Οἰκου­μενικῆς Συνόδου τὴν περίοδο δηλαδὴ τῆς χλεύης καὶ τῶν φιλο­νικιῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ παράδειγμα ὅλων ἐκείνων ποὺ δὲν πειθάρχησαν στὶς ἀποφάσεις τῶν ἁγίων Πάτέρων.
Βλέπεις κ. Μάννη πῶς εὔκολα διακρίνεται ὁ Ποιμένας ἀπὸ τὸν προβατόσχημο Λύκο;
Ὑπάρχουν τώρα δυὸ λέξεις κλειδιά στὸ παραπάνω κείμενο τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου. Ἡ λέξι «ἀκριβώσαντες»  καὶ ἡ λέξι «ὥρισαν».
Καὶ ἡ μὲν λέξι «ἀκριβώσαντες» σημαίνει τὴν σὲ βάθος ἐξέτασι τοῦ θέματος, δηλαδὴ τὴ σπουδαιότητα ποὺ ἔδωσαν οἱ Πατέρες στὸ πασχάλιο, καὶ ἡ δεύτερη λέξι «ὥρισαν», σημαίνει, ἔδωσαν ἐντολές, θεσπίσματα. Νὰ ἑορτάζεται τὸ Πάσχα μεθ’ ὁμονοίας· ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ὁμόνοιαν διέταξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες νὰ  ἑορτάζεται τὸ Πάσχα ὄχι ὅποτε θέλει ὁ κάθε ἕνας ἀλλὰ «κατὰ τὸ πρέπον τῆς ψήφου καὶ τῆς ἀκο­λουθίας». Αὐτὴ ἡ τελευταία λέξι «ἀκο­λουθίας» σημαίνει ἐκκλη­σιαστικὴ ἀκολουθία ὅπως μᾶς διευκρινίζει ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἐπι­φάνιος λίγο παρακάτω, διότι ἀπαντῶντας στὸν ἰσχυ­ρισμὸ τῶν Αὐδιανῶν - ὅτι πρέπει ἡ ἀγρυπνία τῆς Ἑορτῆς νὰ γίνεται εἰς τὸ μέσον τῶν Ἀζύμων - ἀπαντᾶ, «Οὐ δύναται δὲ τοῦτο πάντοτε γενέσθαι ἐν τῇ ψήφῳ τῇ ἐκκλησιαστικῇ».
Αὐτὰ λοιπὸν ἐθέσπισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες· καὶ κανεὶς  δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀμφισβητήσῃ. Ὁμόνοια ἀπεφάσισαν οἱ Πατέρες. Νὰ πορευόμαστε μὲ τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀποφάσεις  «ἐν τῇ ψήφῳ τῇ ἐκκλησιαστικῇ» γιὰ νὰ ἔχουμε ὁμόνοια.
Καὶ τώρα κ. Μάννη τὰ δύσκολα. Νὰ δοῦμε τὶς σχέσεις ποὺ ἔχουν τὸ Νέο καὶ τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο μὲ τὸ Πασχάλιο. Καὶ τό, «δύσκολα», ποὺ σοῦ λέω δὲν εἶναι ἀπὸ τὴ φύσι τοῦ θέματος· αὐτὸ τὸ θέμα στὸ τεχνικό του  μέρος εἶναι εὔκολο. Δύσκολο εἶναι στὰ ὑπόλοιπα γιατὶ δὲν μπορεῖς νὰ γράψῃς, οὔτε κἂν νὰ ἀσχοληθῇς μὲ αὐτὸ τὸ θέμα χωρὶς νὰ πο­νέσῃς. Γιατὶ χώρισε τὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ χώρισε οἰκογέ­νειες. Γιατὶ ἔσπειρε μίση. Γιατὶ ἔφερε διωγμούς, βλασφημίες, γιατὶ ὕψωσε τείχη καὶ πολλὰ ἄλλα δεινὰ ἔφερε κ. Μάννη καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ καταπιαστῇ μὲ αὐτὸ τὸ θέμα χωρὶς νὰ πονέσῃ;
Ἂς εἶναι. Σὲ βεβαιώνω πὼς θὰ προχωρήσω στὴν παρακάτω ἀνάλυσι, ὅση δύναμις, ἐξετάζοντας πολὺ προσε­κτικὰ τὴ συνεί­δησί μου νὰ περι­φρουρήσῃ τὴν ἀντικειμε­νικότητα ποὺ ἐπιβάλ­λεται χωρὶς νὰ γίνουν ἐκπτώ­σεις στὴν ἀλήθεια.
Ὥρισε λοιπὸν ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὡς ἰσημερία τὴν 21η Μαρ­τίου τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου. Αὐτὸ εἶναι σωστό. Καὶ θὰ τὸ βρῇ κανεὶς μαρτυρημένο σὲ πολλὰ βιβλία· καὶ θεωρεῖται αὐτονόητο ἀφοῦ αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὸν δεκαεννεαετῆ Κύκλο τὸν ὁποῖο θέσπισε ἡ Α΄ Οἰκου­μενικὴ Σύνοδος.
Ἡ θέσπισις λοπὸν τοῦ δεκαεννεαετοῦς Κύκλου κλειδώνει τὴν ἰσημερία στὴν 21η Μαρτίου τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου.
Καὶ ἡ παραπάνω διατύπωσι τοῦ ἁγίου Ἐπιφα­νίου ὅτι οἱ Πατέρες «ἀκριβώσαντες, ὥρισαν» πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν παραπέμπει ἀπὸ τὴν ἐξα­κρίβωσι ὅτι οἱ ἡμερομηνίες τοῦ Νομικοῦ Πάσχα ποὺ ἀναφέρονται στὸν δεκαεννε­αετῆ Κύκλο, συμφωνοῦν μὲ τὴν Μωσαϊκὴ παρά­δοσι. Αὐτὸ ἀνα­φέρεται καὶ στὸ Πασχάλιο Χρονικὸ ἀλλὰ καὶ στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλε ὁ Ἰσαὰκ ὁ Ἀργυρὸς στὸν Βασιλέα Ἀνδρόνικο τὸν Γ΄ καὶ σὲ ἄλλα ἀκόμη κείμενα.
Τὸ μὲν Πασχάλιο Χρονικό[ii] λέγει: «Τῆς εἰρήνης δὲ καὶ ὁμονοίας μετὰ τῆς τῶν δογμάτων ὀρθότητος τῶν ἁγίων τοῦ θεοῦ ἐκκλησιῶν πολλὴν ποιούμενοι πρόνοιαν οἱ ὅσιοι καὶ θεοφόροι τῆς ἐκκλησίας φω­στῆρες καὶ διδάσκαλοι, ἐπιστά­μενοι ὅτι τοὺς τῆς σελήνης μῆνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες ψηφίζουσι, καὶ λογισάμενοι μή πως καὶ ἐκ τούτου ἑτέρα τις διαφωνία καὶ ταραχὴ ἐν ταῖς τοῦ θεοῦ ἐκκλησίαις ἀναφυῇ περὶ τοῦ ἀγίου καὶ ζωοποιοῦ Πάσχα, καὶ ταύτην τὴν διαφωνίαν προαναρτῆσαι σπουδάσαν­τες, τὴν θαυμαστὴν ἐκείνην καὶ ἀοίδιμον ἐννεακαιδε­καετηρίδα τῆς σελήνης θεοπνεύστως ἐξέθεντο, δηλοῦσαν ἐν ἑκάστῳ ἔτει ἐν πόστῃ τῶν δύο μηνῶν ἡμέρᾳ, μαρτίου λέγω ἢ ἀπριλίου, εὑρίσκεται καθ’ ἕκαστον ἐνιαυ­τὸν ἡ κατὰ τὸν ἐκκλησι­αστι­κὸν κανόνα ιδ΄. τοῦ πρώτου παρ’ Ἑβραίοις μη­νὸς τῆς σελή­νης,  ἐν ᾗ τὸ νομικὸν ἐπιτελεῖσθαι προστέτακται Πάσχα, τὰ πάλαι ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ἀγράφως μέν, ἀπλανῶς δὲ κρατή­σαντα, ἐγγράφως κυρώσαντες, ὥστε ταῦ­τα γινώσκοντες τοὺς τῆς εὐ­σεβείας τροφίμους καὶ ἀσάλευ­τα  διατη­ροῦν­τας ἐν εἰρήνῃ ἑορτάζειν τὸ πανάγιον καὶ λυτρωτήριον ἡμῶν Πάσχα τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Ὁ δὲ Ἰσαὰκ Ἀργυρὸς ὁ Μοναχὸς[iii] λέγει μὲ μεγαλύτερη σαφήνεια: «Συνέστηκε τοίνυν τὸ εἰρη­μένον κανόνιον τόνδε τὸν τρόπον· Ἐν μὲν τῷ πρώτῳ σε­λιδίῳ τῆς σε­λήνης οἱ ιθ΄ κεῖνται κύκλοι, καὶ ἐφε­ξῆς αὖθις καθ’ ἕτερον σελίδιον τὸ τῶν Ἰ­ουδαί­ων Πάσχα, τὴν καθ’ ἕκαστον κύκλον τῆς σελήνης πανσε­ληνι­ακὴν ἡμέ­ραν ἐμφαῖ­νον· κατὰ ταύτην γὰρ οἱ Ἰουδαῖοι τὸ ἑαυ­τῶν τελοῦσι Πάσχα, τοῦ παρ’ αὐτοῖς Μω­σαϊκοῦ νόμου τοῦθ’ οὕτω τελεῖν προστάττοντος».
Τὸ συμπέρασμα λοιπὸν ὅτι: Ἰσημερία τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ 21η Μαρτίου τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου,  ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ δεκαεννεα­ετοῦς κύκλου.
Πῶς τώρα ὁ Πάπας ἔδημιούργησε τὸ Γρηγοριανὸ Ἡμερολό­γιο; Ἁπλῶς ἀφήρεσε μία ἡμέρα ἀπὸ τὰ ἐπαιώνια ἔτη ποὺ δὲν διαιροῦνται μὲ τὸ 400. Αὐτὸ μόνο ἔκανε. Ἔτσι μετέτρεψε τὰ ἔτη αὐτὰ ἀπὸ δίσεκτα σὲ κοινά. Δηλαδὴ γιὰ παράδειγμα ἀπὸ τὰ ἐπαιώνια ἔτη 1900, 2000, 2100, 2200 ποὺ εἶναι ὅλα γιὰ τὸ Ἰουλιανὸ  δίσεκτα γιὰ τὸ Γρηγοριανὸ εἶναι μόνο τὸ 2000 ἐπειδὴ διαιρεῖται μὲ τὸ 400. Ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔτη, ἐκτὸς τοῦ 2000, ἔχει ἀφαιρεθεῖ ἡ ἡμέρα τοῦ δισέκτου ἔτους καὶ αὐτὰ τὰ ἔτη ἀπὸ δίσεκτα ἔχουν μετατραπεῖ σὲ κοινά. Μίκρυνε δηλαδὴ ὁ Πάπας τὴν μέση διάρκεια τοῦ Ἡμερολογιακοῦ ἔτους· καὶ τὸ ἔκανε αὐτὸ προκειμένου νὰ ἐπι­τύχῃ με­γαλύτερη ἀστρονο­μικὴ ἀκρίβεια.
Γιὰ καλύτερη κατανόησι, θὰ παρομοιάσουμε τὰ δυὸ Ἡμερολόγια, τὸ Ἰουλιανὸ καὶ τὸ Γρηγοριανὸ μὲ δυὸ ῥο­λόγια. Ὁ Ὡροδείκτης τοῦ Γρη­γοριανοῦ κάνει ἕνα Κύκλο σὲ λιγώτερο χρόνο ἀπὸ τὸ Ἰουλιανὸ (ἀφοῦ στὸ Γρηγοριανὸ ἔχει ἀφαιρεθεῖ μιὰ μέρα ἀπὸ τὰ ἐπαιώνια ἔτη ποὺ ἀναφέραμε). Τρέχει πιὸ γρήγορα, πάει μπροστὰ κατὰ τὸ δὴ λεγόμενο.  Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο σήμερα τὸ Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο ἔχει περάσει 13 μέρες μπροστά στὶς ἡμερομηνίες καὶ τὸ 2100 ἡ διαφορά τῶν δύο Ἡμερολο­γίων θὰ γίνῃ 14 μέρες.
Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅμως ἡ ἰσημερία τοῦ Πάσχα ποὺ φυ­λάσσεται καὶ ἀπὸ τὸ Νέο καὶ ἀπὸ τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο νὰ εἶναι στὸν ἴδιο χρόνο, τὴν ἴδια ἡμέρα δηλαδή, γιὰ τὸ Ἰουλιανὸ ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ἡ 21 Μαρτίου, γιὰ δὲ τὸ Νέο εἶναι σήμερα 13 μέρες μπροστὰ δηλαδὴ εἶναι στὶς 3 Ἀπρι­λίου καὶ τὸ ἔτος 2100 θὰ γίνῃ 4 Ἀπριλίου κ.ο.κ.
Ἡ ἀγγύρωσις ὅμως τῆς ἡμερομηνίας τῆς ἰσημερίας στὴν 21η Μαρτίου τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμε­ρολογίου εἶχε ἀποτέ­λεσμα, στὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολό­γιο νὰ ἑορτάζεται τὸ Ἅγιο Πάσχα κατὰ αἰωνία τάξι στὶς 35 ἡμέρες ποὺ βρίσκονται στὸ διάστημα ἀπὸ τὴν 22α  Μαρτίου μέχρι τὴν 25η  Ἀπριλίου  τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερο­λο­γίου. Στὴν ἑορτολογικὴ τάξι ποὺ ἐμεῖς παραλάβαμε, τὸ Ἡμερολο­γιακὸ ἔτος χωρίζεται ὅπως  εἶναι γνωστὸ στὶς ἑξῆς περιόδους:
Α) Ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα μέχρι τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων.
Β) Ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων μέχρι τὴν Ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ.
Γ) Ἀπὸ τὴν Ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ  μέχρι τὴν Ἑορ­τὴ τῶν Θεοφανείων.
Δ) Ἀπὸ τὴν Ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων μέχρι τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, καὶ τέλος
Ε) Ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου μέχρι τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα.
Εἶναι φανερὸ καὶ εἶναι πολὺ σπουδαῖο καὶ γι’  αὐτὸ τὸ ὑπογραμμί­ζουμε ὅτι, Ἡ διαίρεσι τοῦ Ἡμερολογιακοῦ ἔτους στὶς παραπάνω περιό­δους ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὶς Ἀκίνητες ἀλλὰ καὶ τὶς Κινητὲς Ἑορτές, ἆρα ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὸ Πασχάλιο.
Γιὰ τὸν σκοπὸ τοῦ συνεορτασμοῦ τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν συνετά­γησαν 35 πίνακες (ὀνομαζόμενα Κανόνι­α), ἕνας πίνακας γιὰ κάθε μιὰ ἀπὸ τὶς 35 ἡμερομηνίες στὶς ὁποῖες μπορεῖ νὰ συμβῇ τὸ Πάσχα, στοὺς ὁποίους (πίνακες) ὑπάρχουν κατὰ αἰωνία τάξι τὰ Ἀποστολικὰ καὶ Εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα τῶν Κυρι­ακῶν ὅλου τοῦ ἔτους, ὑπάρχουν ἐπίσης ἡ διάρκεια τῆς νηστείας τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἡ ὁποία κυμαίνεται ἀπὸ 8 μέχρι 42 ἡμέρες καὶ ἀκόμη κάποιες ἄλλες πληροφορίες. Μπορεῖ κανεὶς νὰ τὰ βρῇ αὐτὰ τὰ Κανόνια σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς ἐκδόσεις τοῦ θείου καὶ ἱεροῦ Εὐαγ­γελίου, ὅπου θὰ βρῇ  καὶ τὰ λοιπὰ Κανόνια ποὺ τὰ συνοδεύουν.
Μὲ αὐτὴ τὴν αἰώνια τάξι πορευόταν ἐν εἰρήνῃ ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία μέχρι τὸ 1924. Μὲ αὐτὴν τὴν τάξι συνέχισαν νὰ πορεύωνται οἱ ἀκολου­θοῦν­τες τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, χλευαζόμενοι, συκοφανούμενοι καὶ διωκόμενοι.
Στὸ Νέο Ἡμερολόγιο τώρα ἡ ἰσημερία τοῦ Πάσχα εἶναι τὴν ἴδια ἡμέ­ρα ποὺ εἶναι καὶ στὸ Ἰουλιανό. Ἡ διαφορὰ εἶναι στὴν Ἡμερομηνία· στὸ Ἰουλιανὸ εἶναι πάντοτε 21 Μαρτίου, στὸ Γρηγοριανὸ εἶναι ΣΗΜΕΡΑ 3 Ἀπριλίου. Τὸ 2100 θὰ εἶναι 4 Ἀπριλίου καὶ δὲν θὰ σταματήσει ποτέ νὰ ὀλιθαίνει ἀναβαίνοντας μία μέρα σὲ κάθε ἐπαιώνιο ἔτος ποὺ δὲν διαιρεῖται μὲ τὸ 400.
Τί συνέπειες εἶχε τώρα ἡ ὀλίσθησι τῆς ἡμερομηνίας τῆς ἰσημερίας  στὸ Νέο Ἡμερολόγιο ποὺ ἐφαρμόστηκε στὴν Ἑλλάδα τὸ 1924;
Ἔγινε προσπάθεια κ. Μάννη νὰ τοποθετηθῇ ὁ χρόνος τῶν κι­νητῶν ἑορ­τῶν πάνω στὶς ἡμερομηνίες τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερο­λογίου.  Ὅμως γιὰ νὰ διαιρεθῇ τὸ Γρηγοριανὸ Ἡμερολογιακὸ ἔτος στὶς παραπάνω περιό­δους χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι τοῦ Πολυπήμονος· ἔκοψαν μέρος τῆς περιόδου τοῦ Ματθαίου. Τέν­τωσαν τὴν περίοδο ἀπὸ τὰ Θεοφάνεια μέχρι τὴν ἀρχὴ τοῦ Τριῳδίου καὶ ἀκροτηρίασαν ἢ καὶ κατήργησαν τὴν νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Καὶ σὲ μεγάλο βάθος χρόνου τὸ Πάσχα θὰ πέσῃ μὲ τὸ Νέο Ἡμερολόγιο τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. Καὶ ἂν κανεὶς πῇ· Μέχρι τότε ποιὸς ζεῖ καὶ ποιὸς πεθαίνει, νὰ ξέρῃ πὼς ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου μένει (ζεῖ δηλαδὴ) εἰς τὸν αἰῶνα. Καὶ δὲν εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ τοῦ Προφήτου Δαυῒδ ὅτι ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου «θὰ μένῃ» εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ ὅτι, ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου «μένει» εἰς τὸν αἰῶνα, γιὰ νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ χωρίσῃ τὴν διαχρονικὴ ἀπὸ τὴν αἰώνια ἰσχὺ τῶν νόμων τοῦ Θεοῦ.
Ἄλλωστε δὲν πιστεύουμε  πὼς οἱ ζημιὲς ποὺ ἔγιναν στὴν Ἐκκλη­σιαστικὴ τάξι εἶναι μικρὲς ἀκόμη καὶ στὴ σημερινή τους εἰκόνα. Τίποτε ἄλλωστε  δὲν εἶναι μικρὸ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔχει ὁρίσει ἡ Ἐκκλησία.
Στὴν πίστι καὶ τὴ λατρεία μας δὲν ὑπάρ­­χουν μικρὰ καὶ μεγάλα. Τί λέγει ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης: «Οὐδὲν μικρὸν ἐν τῇ τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Ἐκκλη­σίᾳ·» Συμεὼν Θεσσαλονίκης PG τόμος 155 σ. 680.
Τί μᾶς λέγει ὁ Μέγας Φώτιος[iv] «Οἶδε δὲ καὶ ἡ μικρὰ τῶν παραδοθέν­των ἀθέτησις καὶ πρὸς ὅλην τοῦ δόγματος ἐπιτρέψαι καταφρόνησιν» καὶ ἀκόμη γιὰ τὴν ὡραιοτάτη καὶ ὑπέρ­λαμπρο θρησκεία καὶ Πίστι τῶν Ὀρθοδόξων: «οὕτω καὶ ἐπὶ τῆς τῶν Χρι­στιανῶν ὡραιοτάτης ὡς ἀληθῶς καὶ ὑπερλάμπρου θρησκείας καί πίστεως, κἄν τὸ βραχύτατόν τις αὐτῆς παρατρέψῃ, μεγάλην ἀσχημοσύνην ἐργάζεται καὶ παραυτίκα τὸν ἔλεγχον δέχεται· τὰ δ’ ἄλλα τῶν ἐθνῶν δόγματα, πολλῆς ἀκοσμίας καὶ ἀσχη­μοσύνης γέμοντα, οὐδεμίαν ἔχειν τοῖς οἰκείοις ἐρασταῖς συναίσθησιν δί­δωσιν τῆς ἐπιγιγνομένης αἰσχρότητος».
Τί λέγει ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος (ΣΤ΄ Διδασκαλία). «Εἰ ἐμνη­μο­­νεύο­μεν, ἀδελ­φοί, τῶν λόγων τῶν ἁγίων γερόντων, εἰ ἐμε­λε­τῶμεν αὐτοὺς πάντοτε δυσ­χερῶς εἴχομεν ἀμελεῖν ἑαυτῶν. Εἰ γάρ, ὡς εἶπον ἐκεῖνοι, μὴ κατα­φρο­νῶμεν τῶν μικρῶν καὶ δοκούντων ἡμῖν εἶναι μηδαμηνῶν, οὐκ εἴχομεν ἐμπίπτειν εἰς τὰ μεγάλα καὶ βαρέα».
Συνέπεια τῆς ἐφαρμογῆς τῶν Γρηγοριανῶν ἡμερομηνιῶν εἶναι ἡ μετά­θεσι τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγε­λισμοῦ γιὰ τὴν ὁποία ἔγραψε ἀρκετὰ ὁ κ. Κωνσταντῖνος Γεωργίτσης. Γι’αὐτὸ ἐμεῖς ἀρκούμεθα στὴν μετα­γραφὴ τῆς ἀρχῆς τοῦ κειμένου τῆς χρονογραφίας τοῦ Συγ­γέλου ποὺ λέει: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, ἀρχὴ πάσης χρονικῆς κινήσεως τῆς ὑπὸ χρόνον ὁρατῆς κτίσεώς ἐστιν, ἐν ᾗ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρὰ θεοῦ  πατρὸς διὰ υἱοῦ  μονο­γενοῦς καὶ πνεύματος ἁγίου τῆς ἁγίας ζωαρχικῆς ὁμοου­σίου τριάδος ἐκ μὴ ὄντων εἰς τὸ εἶναι δι’ ἄμετρον ἀγαθότητα παρήχθη, ἡ ἁγία πρωτόκτιστος ἡμέρα τοῦ πρώτου μηνὸς Νισὰν λεγομένου παρ’ Ἑβραίοις καὶ ταῖς θεοπνεύστοις γραφαῖς, εἰκάδι πέμπτῃ τοῦ παρὰ Ῥωμαίοις Μαρτίου μηνὸς οὖσα, τοῦ δὲ παρ’ Αἰγυπτίοις ἑβδόμου μηνὸς κθ΄. Τοῦτο πᾶσιν ὁμολογούμενόν ἐστι τοῖς ἁγίοις ἡμῶν πατράσι καὶ διδασκάλοις καὶ τῇ ἁγίᾳ καθολικῇ καὶ ἀποστολικῇ ἐκκλησίᾳ. ἐν ταύτῃ καὶ Γαβριὴλ τὸν ἀσπασμὸν καὶ τὸ χαῖρε τῇ ἁγίᾳ παρθένῳ τῆς θείας συλλλήψεως προε­φθέγξατο. ἐν ταύτῃ καὶ ὁ μονογενὴς υἱὸς τοῦ πατρὸς μετὰ τὴν ἐξ αὐτῆς ἄρρητον σάρκωσιν πᾶσαν πληρώσας οἰκονομίαν ἐκ νεκρῶν ἀνέ­στη».
Καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ κείμενο νὰ κρατήσουμε ὅτι ὁ Εὐαγ­γελισμὸς τῆς ὑπερευλογημένης Θεοτόκου καὶ ἡ ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασις τοῦ Σωτῆρος ἔγιναν στὶς 25 Μαρτίου·  στὴν ἴδια δηλαδὴ ἡμερομηνία τῆς πρωτοκτίστου ἡμέρας κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ ἁγία καὶ ζωαρχικὴ Τριὰς παρήγαγε δι’ ἄμετρον ἀγαθότητα τὰ σύμπαντα.
Ἔπρεπε ὅμως ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα νὰ εἶναι κινητὴ ἑορτή, καὶ ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἀκίνητη καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ συν­εορτάζωνται πάντοτε αὐτὰ τὰ μοναδικὰ στὴν ἱστορία τῆς Κτίσεως γεγονότα. Μερίμνησε ὅμως ἡ Ἐκκλησία νὰ συνεορτάζωνται αὐτὲς οἱ Μεγάλες Ἑορτὲς 12 φορὲς κάθε 532 χρόνια καὶ μάλιστα ὅταν συμπίπτῃ τὸ Πάσχα στὶς 25 Μαρτίου τὸ ὀνόμασε Κύριον Πάσχα ὅπως πολὺ σωστὰ τὸ ἀνέφερε ὁ κ. Γεωργίτσης.
Τί ἔγινε κ. Μάννη ἡ λαμπρότητα τοῦ Κυρίου Πάσχα στὸ Νέο ἡμερο­λόγιο; Σὲ ποιὸ βωμὸ θυσιάστηκε;
Ἡ μετατόπησι τώρα τῆς Ἡμερομηνίας τῆς Ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων ποὺ ἔκανε τὸ Νέο Ἡμερολόγιο σὲ σχέση μὲ τὴν ἀντί­στοιχη Ἡμερομηνία τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου μίκρυνε κατὰ 13 μέρες (πρὸς τὸ παρόν) τὸ διάστημα τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ κάποιες φορὲς τὴν κατήργησε. Σημειώ­νουμε ὅτι ἡ νηστεία αὐτὴ ἔχει δύο μέρη. Τὸ πρῶτο διάρκειας μιᾶς ἑβδο­μάδος, εἶναι νομοθετημένο στὶς Ἀποστολικὲς Διατα­γές ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους. Τὸ δὲ ὑπόλοιπο τῆς Νη­στείας εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς δύο ΄΄ζευκτοὺς βόες΄΄ τοῦ Κυρίου μας ποὺ ἔσκυ­ψαν τὸν αὐχένα τους στὸ ζυγὸ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὤργω­σαν ὅλο τὸν κόσμο μέ κόπους ὑπὲρ ἄνθρωπον καὶ ἔσπειραν στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τὸ σπόρο τῆς θεογνωσίας καὶ τῆς ἀρετῆς. Ποιὸς μπορεῖ νὰ δεχθῇ τὴ δικαι­ολογία ποὺ προέβαλε περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας ὅτι τάχα ἡ νηστεία ποὺ καθιέρωσαν οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ τὴ συνέχεια τῆς Νηστείας ποὺ καθιέρωσαν οἱ Πάτέρες τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τιμὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἐνδιαφέρει μόνο τοὺς μπακά­ληδες καὶ τοὺς ψαράδες τοῦ Φαναρίου;  Αὐτὰ τὰ λόγια ἔκαμαν ἕνα Μητροπολίτη τοῦ κλίματος τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας νὰ ἀναφωνήσῃ· Ὁποία κατάπτωσις!
Τί δύσκολο ζητᾶ ἀπὸ μᾶς ἡ Ἐκκλησία; Νηστεία λίγων ἡμερῶν μόνο· γιὰ νὰ θυμώμαστε τὶς θυσίες  καὶ τὶς εὐερ­γεσίες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Νὰ θυμηθοῦμε τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἐν κόποις περισσοτέ­ρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις·  ὑπὸ ᾿Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλα­βον, τρὶς ἐρραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθημερὸν ἐν τῷ βυθῷ πεποί­ηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύ­νοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃ­στῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλά­κις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπι­σύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν». 
Καὶ ἂν δὲν μᾶς συγκινοῦν οἱ ὑπὲρ ἄνθρωπον κόποι καὶ πόνοι τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τοὐλάχιστον ἔπρεπε νὰ μᾶς τρομάζουν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου ποὺ ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Ἀποστόλους τοὺς δια­βεβαίωσε ὅτι: «ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ». Ἀθέτησε ἢ δὲν ἀθέτησε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους τὸ Νέο Ἡμερο­λόγιο; Ἀθέτησε ἢ δὲν ἀθέτησε τὸν Θεὸ τὸ Νέο Ἡμερο­λόγιο; Ἀπαντῆστέ μου κ. Μάννη.
Ἂν τώρα κάποιος θελήσῃ κατ’ ἀντιστοιχία τῶν Κανονίων τοῦ Ἰου­λιανοῦ Ἡμερολογίου νὰ συντάξῃ Κανόνια ποὺ νὰ μποροῦν νὰ ἐφαρμοσθοῦν στὶς ἡμερομηνίες τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολο­γίου, αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν αἰώνια ἰσχὺ ἀφοῦ θὰ πρέπει νὰ ἀναθεωροῦνται κάθε ἐπαιώνιο ἔτος ποὺ δὲν διαιρεῖται μὲ τὸ 400.
Ἕνα τελευταῖο πρᾶγμα θὰ σοῦ γράψω κ. Μάννη.
Ψάλτης εἶσαι θὰ τὸ γνωρίζῃς πὼς ὅταν ἡ Ἀκολουθία ἑνὸς ἁγίου ψάλλεται στὸ Ἀπόδειπνο καὶ ἐπίσης ὅταν ψάλλεται Ἀλληλούϊα τὶς νηστίμους ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, σ’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις Ἀπολυτίκιο καὶ Κοντάκιο τοῦ Ἁγίου τῆς Ἡμέρας οὔτε ψάλλεται οὔτε ἀναγινώσκεται σὲ ὅλη τὴν ἡμερήσια Ἀκολουθία· οὔτε στὸν Ἑσπερινὸ, οὔτε στὸ Ἀπόδειπνο, οὔτε στὸν Ὄρθρο, οὔτε στὶς Ὧρες.
Πρόσεξε τώρα κ. Μάννη. Καὶ πάλι συγγνώμη γιὰ τὸ «πρό­σεξε»  τό, «θαύμασε» ἴσως θὰ ἦταν πιὸ δόκιμο.
Ἡ Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου ἀναβαίνει μέχρι τὴν 6η Μαρτίου, καὶ ἡ Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ καταβαίνει μέχρι 29 Μαρτίου.
Πᾶρε τώρα ἕνα Μέγα Ὡρολόγιο καὶ πρόσεξε ὅτι οἱ Ἅγιοι ἀπὸ τὴν 6η Μαρτίου μέχρι τὴν 29η Μαρτίου δὲν ἔχουν στὴν Ἀκο­λουθία τους οὔτε Ἀπολυτίκιο οὔτε Κοντάκιο. Ὡρολόγιο ὅμως νὰ πάρῃς ἢ παλαιὸ Μηναῖο, ὄχι νέο Μηναῖο, γιατὶ δυστυχῶς στὰ Μηναῖα ἔχει προστεθεῖ ὑμνολογικὸ ὑλικὸ κάποιες φορὲς κατὰ τρόπο ἀπερί­σκε­­πτο.
Γιατὶ λοιπὸν δὲν ἔχουν οἱ Παραπάνω Ἀκολουθίες Ἀπολυτί­κιο ἢ Κοντάκιο; Γιατὶ εἴτε ψάλλονται σὲ νηστίμους ἡμέρες, ποὺ ψάλλεται Ἀλληλούϊα, εἴτε ψάλλονται στὸ Ἀπόδειπνο.
 Ἐξαιροῦνται οἱ Ἑορτὲς,
Α) τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, διότι εἰς τὴν μνήμην των ψάλλεται Θεὸς Κύριος καὶ ὄχι Ἀλληλούϊα.
Β) Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπερευλογημένης Θεοτόκου, διότι ἐπίσης ψάλλεται Θεὸς Κύριος.
Γ) Ἐδῶ θὰ θαυμάσῃς. Ὑπάρχει Ἀπολυτίκιο καὶ Κοντάκιο τὴν Παραμονὴ καὶ τὴν ἑπομένη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἀλλὰ ὅπως ἀναφέρεται στὰ πρὸ τοῦ 1943 Μηναῖα αὐτὰ ψάλλονται ὅταν ἡ Παραμονὴ τῆς Ἑορτῆς εἶναι Σάββατο καὶ ὅταν ἡ ἑπομένη τῆς Ἑορτῆς εἶναι Σάββατο ἢ Κυριακή.
Τὰ πάντα, κ. Μάννη, τὰ πάντα μέχρι τὴν τελευταία λεπτομέρεια διατεταγμένα καλῶς.
Μὲ τὸ Νέο Ἡμερολόγιο τώρα, κάθε φορὰ ποὺ ἡ Ἡμε­ρομηνία τῆς Ἰση­μερίας ἀναβαίνει κατὰ μία ἡμέρα, ἕνας νέος ἅγιος ποὺ δὲν ἑορταζόταν ποτὲ στὴν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου τώρα εἰσέρχεται στὸ Πεντη­κοστάριο  καὶ ἕνας παλαιὸς ἅγιος ποὺ ἑορταζόταν εἰς τὸ Τριῴδιο ἐξέρ­χεται ἀπὸ τὴν  περίοδο τοῦ Τριῳδίου.
Ποιὸς δὲν θαυμάζει τὴν τάξι, τὸ μεγαλεῖο, τὴ σοφία ποὺ ἔχει ἡ Ἐκ­κλη­σιαστικὴ τάξι ποὺ εἶχαν οἱ Πατέρες μας; Κι’ ὅμως ἀκοῦμε περι­φρονητικὰ νὰ λέγουν, Λεπτομέρειες!
Ναὶ λεπτομέρειες· Ἂς μᾶς ποῦν τώρα ἕνα σπίτι, ἕνα δα­κτυλίδι, ἕνα πίνακα ζωγραφικῆς, ἕνα λουλούδι ἀπὸ πιὰ πράγ­ματα τὸ θαυμάζουν; Ἀπὸ τὶς λεπτομέρειες δὲν τὸ θαυ­μάζουν; Πόσο μᾶλλον πρέπει νὰ θαυμάζουμε τὴ τάξι ποὺ παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς τὰ πάντα καλῶς διαταξαμένους Πατέρες μας ποὺ ὅσο φύλαγαν οἱ Πατέρες μας αὐτὴν τὴν τάξι μὲ ἀκρίβεια τόσο καρπο­γονοῦσε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ γευόταν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι τὸν γλυκύτατο καρπό της ποὺ εἶναι ἡ χαρά.  Εἶναι μὲ τὸ Νέο ἡμε­ρολόγιο τὰ πάντα καλῶς διατεταγμένα; Ἀπαντῆστε μου.
Νὰ ἀφήσουν λοιπὸν τὶς συκοφαντίες ἐναντίον τῶν Παλαιοημερο­λο­γητῶν ὅτι λατρεύουν τὰ Ἡμερολόγια. Οἱ Παλαιοημερολογῖτες χρη­σιμοποιοῦν τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο γιατὶ μὲ αὐτὸ ἡ ἰσημερία τοῦ Πά­σχα ἔχει σταθερὴ Ἡμερομηνία καὶ γιατὶ μὲ αὐτὸ ἔχουν συνταχθεῖ πίνακες μὲ αἰώνια ἰσχύ, ποὺ συμβάλλουν τὴν ὁμαλότητα τῆς κοινῆς  λατρείας τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἂς χρησι­μοποιήσει κάθε ἕνας ὅποιον τρόπο θέλει γιὰ νὰ βρῇ τὸ χρόνο τῶν Κινητῶν καὶ τῶν Ἀκινήτων Ἑορτῶν. Νὰ προσέξῃ μόνο νὰ τηρῇ τὸν συνεορτασμὸ τῶν Ἑορτῶν ποὺ εἶναι δεῖγμα τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλη­σίας.
Δὲν μπορῶ ἀγαπητέ μου κ. Μάννη νὰ καταλάβω, πῶς τὸ Νέο Ἡμε­ρολόγιο εἶναι Ἰουλιανὸ καὶ μάλιστα διορθωμένο;
Ἔχει τὶς ἴδιες Ἡμερομηνίες τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου, τὰ ἴδια κοινὰ ἔτη, τὰ ἴδια δίσεκτα· ἔχει συνεπῶς καὶ ἴδια μέση διάρκεια καὶ τὴν ἴδια περιοδικότητα. Τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν συμπίπτει μὲ τὰ ἀντίστοιχα χαρακτηριστικὰ τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου. Τὸ μόνο ποὺ συμπίπτει εὐτυχῶς εἶναι ὁ χρόνος (ὄχι οἱ Ἡμερομηνίες)  ποὺ ἑορτάζονται οἱ κινητὲς Ἑορτές, ποὺ καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι στὴν οὐσία θέμα Ἡμερολογίου· θέμα ἑορτολογίου εἶναι.
Αὐτὸ τὸ Ἡμερολόγιο,  ὠνόμασαν «διορ­θωμένο Ἰουλι­ανὸ Ἡμερο­λόγι­ο». Καὶ ἀπείλη­σαν ὅτι, ὅσοι δὲν τὸ δέχονται ὡς διορθωμένο Ἰουλιανὸ θὰ χαρακτηρισθοῦν «ἀμαθεῖς καὶ κακό­πιστοι».
Ἂς μᾶς ποῦν λοιπὸν ἀμαθεῖς, ἂς μᾶς ποῦν κακόπιστους· ἐμεῖς δὲν πιστεύουμε οὔτε πὼς εἶναι Ἰουλιανὸ τὸ Νέο Ἡμερολόγιο οὔτε ὅτι εἶναι διορθωμένο· «οἶνος Νέος εἰς ἀσκοὺς παλαιούς» εἶναι.
Ἀγαποῦμε καὶ σεβόμαστε βέβαια τοὺς ἀδελφούς μας ποὺ ἀκο­λου­θοῦν τὸ Νέο Ἡμερολόγιο καὶ  ἔχουν κατὰ τὰ ἄλλα ὀρθόδοξο φρόνημα. Νὰ γνωρίζουν ὅμως ὅτι, αὐτοὶ ποὺ πρὶν ἀπὸ 100 χρόνια μιλοῦσαν γιὰ τὸ «διορθωμένο Ἰουλιανό» οἱ ἴδιοι τώρα ἑτοι­μάζουν τὸ μεγάλο βῆμα γιὰ τὴν παραβίασι τοῦ Ὄρου ποὺ θέσπισαν οἱ Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἑτοιμάζουν ἄλλο Ἡμερολόγιο. Ἂς ἐξετάσουν μόνοι τους ὅσοι ἀκολουθοῦν τὸ Νέο Ἡμερολόγιο τὸ Ἡμερο­λογιακὸ θέμα· καὶ θὰ βροῦν τὴν ἀλήθεια ἂν τὴν ἀναζητήσουν.
Ἐὰν εἶχε καὶ πρὶν τὸ 1924 ἐξετασθεῖ καὶ διερευνηθεῖ ἐπαρκῶς τὸ Ἡμερο­λογιακὸ θέμα δὲν θὰ γινόταν αὐτὸς ὁ χαλασμὸς στὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτὸ μπροστὰ στὶς μεθοδεύσεις καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τοῦ φρικτοῦ Οἰκου­μενισμοῦ πρέπει νὰ φροντίσουμε νὰ  βρεθοῦμε ὅλοι ἕτοιμοι νὰ ὑπερασπι­σθοῦμε τὴν ἁγία καὶ ἀμώμητη Ὀρθόδοξη Πίστι καὶ νὰ μείνουμε μέχρι τέ­λους Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί.
Δὲν ἔγραψα μὲ ἐμπάθεια κ. Μάννη. Μὲ πολὺ δυσκολία ὅμως καὶ κόπο  ἔσυρα αὐτὲς τὶς γραμμές.
Γιὰ τὸ περιεχόμενο τῶν ἐπιστολῶν ποὺ σοῦ στέλνω κ. Μάννη δὲν ἔχω ἐξουσιοδότησι ἀπὸ κανέναν νὰ τὸν ἐκπροσωπήσω. Αὐτὲς τὶς ἀπόψεις ἔχω διαμορφώσει ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔχω ἀκούσει καὶ ἔχω διαβάσει. Τὰ λάθη ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν βαρύνουν μόνον ἐμένα.
Καλὸ ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς.
Ἀ.


[i] PG 42, 356.
[ii] P.G. τόμ. 92 σ .81, 95, 96.
[iii] P.G. τόμος 19 στ. 1297,1298.
[iv] ΦΩΤΙΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ, ΛΟΝΔΙΝΟ 1864, σ. 168,221, .




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου