Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (Κ' ΜΕΡΟΣ)



Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




Κ' Μέρος


Η τελευταία πράξις της υπό του Αρχιεπισκόπου Αθηνών εκπροσωπουμένης Εκκλησίας της Ελλάδος προς τελείαν ανατροπήν της ισχυούσης επί αιώνας Εκκλησιαστικής τάξεως και της αφομοιώσεως, ως προς το Ημερολόγιον μετά της Εκκλησίας της Δύσεως ήτο, ως είδομεν εις τα προηγούμενα άρθρα, η υπ. αριθ. 430 της 1ης Μαρτίου 1924 εγκύκλιος, η αποσταλείσα προς τους Ιεράρχας της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ην και εδημοσιεύσαμεν. Είπομεν, ότι η εγκύκλιος αύτη γέμει ανακριβειών. Και: 


α'. Λέγει εν αρχή, ότι ''ζωηρώς απησχόλησε την Ελληνικήν Κοινωνίαν το ζήτημα του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου''. Αλλά πριν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υψώση την σημαίαν της αφομοιώσεως του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου προς το Πολιτικόν, ουδαμώς ουδέποτε η Ελληνική Κοινωνία απησχολήθη και μάλιστα ζωηρώς με το ζήτημα τούτο. Διότι όλος ο Λαός απάσης της Ελλάδος, ουδέ εφαντάζετο, ότι θα υπήρχεν Ιεράρχης ανήκων εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος, όστις θα έρριπτε την ιδέα της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου, παραβαίνων και ανατρέπων τα προδεδογμένα, τας παραδόσεις της Εκκλησίας. 


Ουδείς, ούτε εις τον τύπον, ούτε εις διαλέξεις, ούτε εις φυλλάδια, ούτε εις Σωματεία ή Συλλόγους, ούτε εις συνεντεύξεις ανδρών Εκκλησιαστικών ή πολιτικών ή Καθηγητών, ούτε εις συλλαλητήρια, ουδείς εγένετο λόγος περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου. Ο Λαός και η Κοινωνία τουναντίον ήρχισε να απασχολείται και να εξανίσταται ακριβώς μετά την ανακίνησιν του ημερολογιακού Εκκλησιαστικού ζητήματος υπό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Και ήρχισε να απασχολήται διαμαρτυρόμενος ο Λαός διά τον μελετηθέντα αφρόνως νεωτερισμόν. 


Εάν δε επήρχετο ο αιφνιδιασμός ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και δεν ανεπήδα η πρότασις αυτού και το υπόμνημά του προς την Ιεράν Σύνοδον, η Κοινωνία, ο Λαός όλος θα ετήρει εν ειρήνη και αγάπη και ενότητι, ως μέχρι τούδε την καθεσκηκυίαν από αιώνων από αιώνων Εκκλησιαστικήν Τάξιν. Πρώτη απασχόλησις του Λαού, αν ενθυμούμεθα καλώς, εσημειώθη τον Φεβρουάριον 1924 -δηλαδή μετά την απόφασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος περί της μεταβολής- ότε εν τη αιθούση του Συλλόγου των Εμπορουπαλλήλων εγένετο συγκέντρωσις την 22 Φεβρουαρίου πλείστων ορθοδόξων Χριστιανών, οίτινες δι' επιτροπής διεμαρτυρήθησαν διά την ζητουμένην υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος μεταρρύθμισιν του Ημερολογίου, παρά τας διαμαρτυρίας των τριών Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. 


Ανακριβέστατον λοιπόν, ότι ζωηρώς απησχόλει την Ελληνικήν κοινωνίαν το ζήτημα του Ημερολογίου, εξ' ου δήθεν ωρμήθη η Εκκλησία της Ελλάδος και να σκεφθή περί της μεταβολής. 


β'. Αναφέρει επίσης η Εγκύκλιος, ότι την πρότασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος απεδέχθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αναγνωρίσας την επείγουσαν ανάγκην της επιλύσεως του ζητήματος ''προς πρόληψιν της περαιτέρω δεινής και επιζημιωτάτης ημερολογιακής συγχύσεως και ανωμαλίας''. Ανακριβέστατον και τούτο. Αν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υπέβαλεν εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον την ιδέαν, ότι υπάρχει δεινή και επιζημιωτάτη ημερολογιακή σύγχυσις, αύτη ήτο τελείως ανυπόστατος. Διότι, ουδαμού είχε σημειωθή σύγχυσις και ανωμαλία, ώστε να την προλάβη δήθεν η πρότασις της Εκκλησίας της Ελλάδος. 


Η σύγχυσις και η ανωμαλία θα εσημειούτο, ως και εσημειώθη ακριβώς μετά την αποδοχήν της απερισκέπτου προτάσεως, διότι η Ορθόδοξη Εκκλησία -εγνώριζεν η Αρχιεπισκοπή Αθηνών- ότι θα διηρείτο, ως διηρέθη εις δύο μερίδας, της μιας τηρούσης τα παραδεδομένα και της εταίρας προσχωρούσης εις τους καθολικούς. 


γ'. Προσθέτει ακόμη η Εγκύκλιος, ότι ''Η Εκκλησία της Ελλάδος παρεδέχθη την απαραίτητον διόρθωσιν του Ιουλιανού ημερολογίου χάριν του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού''. Αναληθέστατον και τούτο. Ουδείς λόγος, ουδεμία αιτία, ουδέν γεγονός καθίστα ''α π α ρ α ί τ η τ ο ν''  την εκκλησιαστικήν μεταβολήν. Εάν εωρτάζετο η πρώτη του έτους προ των Χριστουγέννων, τούτο δεν θα εσκανδάλιζε κανένα. Η πρώτη του έτους δεν είναι θρησκευτική Εορτή, είναι πολιτική. Επίσης και η Εθνική Εορτή της 25 Μαρτίου, όσον και αν ήτο συνυφασμένη με την εορτήν του Ευαγγελισμού δεν έπρεπε να ανατρέψη την όλην εκκλησιαστικήν τάξιν και παράδοσιν, ίνα εορτασθή ομού με την εορτήν του Ευαγγελισμού. 


Ουδέ ήσαν ισχυρά τα μοναδικά ταύτα και παιδαριώδη της Αρχιεπισκοπής Αθηνών επιχειρήματα, ίνα σημειώση η Εκκλησία της Ελλάδος ανταρσίαν κατά της όλης Ορθοδοξίας και επιφέρει εν γνώσει την διαίρεσιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Το ότι δε ''χάριν του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού'' εγένετο η διόρθωσις, δεν είναι απλώς αναληθές΄ είναι εμπαιγμός και ειρωνεία προς τον ελληνικόν λαόν. Είναι ύβρις προς αυτόν, μη εμπρέπουσα εις τους επί κεφαλής της Εκκλησίας. 


Εάν εκήδετο της ηρεμίας της συνειδήσεως του ελληνικού λαού και του θρησκευτικού αυτού αισθήματος, η Αρχιεπισκοπή Αθηνών ώφειλε να αποκρούση πάση δυνάμει εκκλησιαστικήν μεταρρύθμισιν, ενισχύουσαν τας Παπικάς αξιώσεις της Δύσεως και αυξάνουσαν τον κίνδυνον του εκ μέρους της Καθολικής εκκλησίας προσηλυτισμού, θίγουσαν δε καιρίως το θρησκευτικόν αίσθημα του λαού. Ουχί λοιπόν προς το συμφέρον του ορθοδόξου ελληνικού λαού, αλλά προς χάριν άλλων συμφερόντων, κατεβλήθη τόση προσπάθεια διά να επιτευθή η εκκλησιαστική μεταρρύθμισις. 


δ'. Τονίζει η αυτή εγκύκλιος, ότι ο Πατριάρης Κωνσταντινουπόλεως μετά της περί αυτόν  Ε υ δ η μ ο ύ σ η ς  Σ υ ν ό δ ο υ,  δι' επισήμου γράμματος από 23 Ιανουαρίου 1924 και διά τηλεγραφήματος από 24 Φεβρουαρίου 1924 ανήγγειλεν, ότι οριστικώς απεφασίσθη, όπως η κατά το Ιουλιανόν ημερολόγιον 10 Μαρτίου λογισθή, ως 23 Μαρτίου 1924. Αφίνει ούτω να εννοηθεί η εγκύκλιος, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανεπιφυλάκτως ειδέχθη την πρότασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος. 


Είδομεν όμως, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης διά του από 28ης Ιανουαρίου 1924 γράμματός του δεν απεδέχθη  μ ο ν ο μ ε ρ ή  απόφασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος, να μεταβάλη από τις 10 Μαρτίου  -λογιζομένης ως 23 Μαρτίου-  το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον, αλλ' ηθέλησεν η μεταβολή αύτη να γίνη  κ ο ι ν ή  α π ο φ ά σ ε ι  όλων των Εκκλησιών. Αν κατόπιν ο Οικουμενκός Πατριάρχης επειθαναγκάσθη ή εξεβιάσθη διά του υπουργείου των Εξωτερικών να παραιτηθή και της επιφυλάξεως, ην είχε διατυπώσει διά του από 23 Ιανουαρίου γράμματός του, τούτο είναι άλλο ζήτημα, καθιστών μείζονα την ευθύνην του αρχιεπσκόπου Αθηνών, του πρωτοστατήσαντος εις την πίεσιν ταύτην του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 


Αλλ' ήτο επιβεβλημένον εις τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών, όστις είχε λάβει, όχι άνευ ορίων, την εντολήν παρά της Ιεραρχίας να αποφασίση περί της μεταβολής του Ημερολογίου, να είπη προς την Ιεραρχίαν διά της εγκυκλίου του όλη την αλήθειαν, ουχί δε να αποκρύψη απ' αυτής ουσιωδέστερα γεγονότα. Διότι, διά της αποκρύψεως τούτων παρεπλάνησε την Ιεραρχίαν και τον Ελληνικόν Λαόν, ώστε να πιστεύσουν, ότι η μεταρρύθμισις του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου εγένετο διά κοινής αποφάσεως όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και να αγνοήσουν, ότι ελήφθη  μ ο ν ο μ ε ρ ώ ς  η απόφασις της μεταρρυθμίσεως. 


Είναι ένοχος και εγκληματική, η υπό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών απόκρυψις από της Ιεραρχίας του σοβαρωτάτου γεγονότος, ότι πλην των Εκκλησιών Ελλάδος και Κωνσταντινουπόλεως, ουδεμία άλλη κατά τόπους Αυτοκέφαλη Εκκλησία απεδέχθη (τότε) την συνταύτισιν του Εκκλησιαστικού προς το Πολιτικόν Ημερολόγιον. Και είναι ενοχωτέρα η προσπάθεια της Αρχιεπισκοπής Αθηνών να αποπλανήση την Ιεραρχίαν, ως προς τούτο, διά διαστρεβλώσεως των γεγονότων. 


Διότι -λέγει εν τη εγκυκλίω του ο Αρχιεπίσκοπος-  ''άλλαι δε τινες λεπτομέρειαι εν συνεννοήσει και μετά των λοιπών εκκλησιών θα κανονισθώσιν υπό της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, αυστηρώς εχομένης των ιερών παραδόσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας''. Ποίαι είναι αι ασήμαντοι, -όπως θέλει να είπη η εγκύκλιος-  λεπτομέρειαι αύται; Είναι αυτή η πλήρης διάστασις αυτών από της Εκκλησίας της Ελλάδος διά την μονομερή αυτής απόφασιν. Είναι λεπτομέρεια αύτη, η πλήρης και ριζική διαφωνία, την οποίαν ήθελε να αποκρύψη η Αρχιεπισκοπή Αθηνών και να αφήση να εννοηθή, ότι πλήρως υπάρχει ομοφωνία όλων των Εκκλησιών; 


Θα εξετάσωμεν εις το επόμενον, αν πράγματι έχεται αυστηρώς των παραδόσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η κεφαλή της Εκκλησίας της Ελλάδος.





Συνεχίζεται 



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Κυριακή 25 Μαρτίου 1928
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.939, σελ. 2η. 
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου