2.
Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ
ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
I. Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ
ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Κάθε ενέργεια των έλλογων όντων έχει
και έναν σκοπό! Και ο άχρονος Θεός έφερε εν χρόνω στην ύπαρξη τον άνθρωπο που
έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Του για ορισμένο λόγο. “Επειδή ο αγαθός
και υπεράγαθος Θεός δεν επαναπαύθηκε στη θεωρία του Εαυτού Tου, αλλά από
υπερβολική αγαθότητα θέλησε να δημιουργηθούν ορισμένα δημιουργήματα που θα
ευεργετηθούν και θα μετάσχουν στην αγαθότητα του· γι’ αυτό,“ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς
τὸ εἶναι παράγει καὶ δημιουργεῖ τὰ σύμπαντα”, ορατά και αόρατα· δημιουργεί,
επίσης, όλως ιδιατέρως τον άνθρωπο που αποτελείται και από ορατή και από αόρατη
φύση”, του οποίου την φύσιν προσλαμάβανει καθ’ ολοκληρίαν, για να την
θεώσει.
II. ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΒΡΙΣΚΕΙ ΤΟΝ
ΣΤΟΧΟ ΤΟΥ ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ ΑΠΟΒΛΕΠΕΙ ΣΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Αν ο σκοπός της ενανθρωπήσεως του Υιού
και Λόγου του Θεού είναι να ενώσει την ανθρώπινη φύσιν μας με την Φύσιν Του για
να την αναστήσει από την φθορά και τον θάνατο, η Εκκλησία δεν μπορεί να έχει
άλλη αποστολή από το να φυλάξει τις προϋποθέσεις εκείνες που παρέχουν την
δυνατότητα να ενώνεται ο άνθρωπος με τον Ιησού Χριστό μέσα στην Εκκλησία, για να
σώζεται όταν θα έρχεται σε κοινωνία μαζί Του. Από αυτό που είναι η Εκκλησία
θεωρούμε και το έργο της. Αν το πρώτο, το κατ’ ευδοκίαν θέλημα του Θεού είναι η
Εκκλησία να αποτελεί Σώμα Χριστού, το έργο της είναι μόνο αυτό και τίποτε άλλο,
το να λειτουργεί ως Σώμα Χριστού, καθώς συνέχεται και ζωογονείται από το Πνεύμα
το Άγιο.
III. Η ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΦΑΝΕΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΥΨΗΛΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗ
Όπως επισημαίνει
ο ΆγιοςΧρυσόστομος:«και χωρίς
υπερβολή·“καὶ μάλα
εἰκότως”· πιο ποθητή ακόμη και από τον ουρανό
βέβαια είναι η Εκκλησία “ποθεινοτέρα γὰρ ἡ Ἐκκλησία τῷ Θεῷ
τοῦ οὐρανοῦ”.Aφού δεν ανέλαβε σώμα ουρανού αλλά
κυριολεκτικά την σάρκα της Εκκλησίας ανέλαβε· “Οὐρανοῦ σῶμα οὐκ ἀνέλαβεν,
Ἐκκλησίας δὲ σάρκα ἀνέλαβε· διὰ τὴν Ἐκκλησίαν ὁ οὐρανὸς, οὐ διὰ
τὸν οὐρανὸν ἡ Ἐκκλησία”». Τόσο καθ’ υπερβολή
αγαπά ο Θεός την Εκκλησία Του! Υπάρχει όμως
περίπτωση να αγαπά ο Θεός την Εκκλησία Του χωρίς να έχει γι’ αυτήν ορισμένη
αποστολή ή να μην θέλει την επίτευξή αυτής για την οποία την έφερε σε ιστορική
ύπαρξη ή πάλι η Εκκλησία να μην θέλει συνεχίζει το δικό Του έργο;
IV. ΥΠΕΡΕΧΕΙ Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΜΑΣ ΣΥΝΑΨΗ
ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟ
ΣΩΜΑ
Στον οργανισμό μας τα μέλη του σώματος
είναι συνημμένα με την κεφαλή και ζουν χάρη στην ένωση μαζί της και, αν
χωρισθούν από αυτήν πεθαίνουν. Και όμως η ένωση αυτή είναι ασθενέστερη από την
ένωση με τον Χριστό. Αυτό φάνηκε με το παραπάνω από την στάση των αγίων
Μαρτύρων, οι οποίοι προτίμησαν να χάσουν τα κεφάλια τους από το να χωρισθούν από
τον Χριστό. Φανερώθηκε, σαφώς, ότι τα μέλη του σώματος στους ανθρώπους που
πιστεύουν ορθά και αληθινά είναι περισσότερο συνημμένα με τον Χριστό παρά με την
βιολογική τους κεφαλή. Εφόσον, λοιπόν, ισχύει αυτό θα ήταν όχι μόνο τραγικό αλλά
και ανόητο να μην θέλουμε να μείνουμε ενωμένοι με την πνευματική μας
Κεφαλή.
V. Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΞΕΚΙΝΑ
ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΔΙΑ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ
Όσοι από τους ανθρώπους δέχθηκαν τον
Χριστό, γράφει ο Ευαγελιστής Ιωάννης, τους έδωσε εξουσία να γίνουν υιοί
Θεού: “ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς
ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα
αὐτοῦ”(Iω,1, 12). Τί σημαίνει αυτό; Εκείνοι που έλαβαν,
τον ένσαρκο Λόγο και το Φως το αληθινόν και ως πρόσωπο και ως διδασκαλία στην
καρδία τους,δια της
Πίστεως τον δέχθηκαν. Αυτούς, τους έδωσε
εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού! Δεν λέει ότι τους έκανε τέκνα Θεού αλλά ότι τους
έδωσε εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού. Γιατί άραγε; Διότι, χρειάζεται και σπουδή να
κρατήσουμε την Πίστη με την ομολογία: “καρδίᾳ γὰρ
πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι
δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν”(Ρωμ.10,10).
VI. ΠΩΣ ΔΙΑ ΤΗΣ
ΠΙΣΤΕΩΣ ΔΙΚΑΙΩΝΕΤΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ο Κύριος στην Αρχιερατική Του
προσευχή είπε: “Αὕτη ἐστὶν ἡ αἰώνιος
ζωή, ἵνα γινώσκωσί Σε τὸν μόνον ἀληθινὸν
Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν
Χριστόν”(Ἰωάν.
17,3). Αυτό είναι η αιώνια ζωή, το να
γνωρίζουμε τον Θεόν Πατέρα και τον Υιό Του που απέστειλε με την ένσαρκη,
προσωπική Του αποκάλυψη. Εν προκειμένω δεν
εννοεί την φυσική γνώση δια της οποίας πείθεται να πιστέψει στην ύπαρξη του Θεού
όπως τα έθνη αλλά αναφέρεται στην γνώση που γεννάται εκ της Πίστεως. Υπάρχει μία
τάξις στα πνευματικά που επειδή αγνοούν οι Οικουμενιστές και δημιουργού σύγχυση
στο χριστεπώνυμο πλήρωμα με τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους ετεροδόξους και
τους ετεροθρήσκους.
VII. ΠΟΡΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΠΙΣΤΙΝ ΔΙΑ
ΤΗΣ ΕΞ ΑΚΟΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟΝ ΠΙΣΤΙΝ
Σύμφωνα με τον
Αββά Ισαάκ τον Σύρο: «ἔστι γνῶσις προηγουμένη τῆς πίστεως,
καί ἔστι γνῶσις τικτομένη ἐκ τῆς πίστεως». Η γνώσις η προηγουμένη της πίστεως εστί
γνώσις φυσική (πρώτη βαθμίδα), η δε τικτομένη εκ της πίστεως γνώσις εστί
πνευματική.... Η φυσική
γνώσις1η ήτις εστίν η διάκρισίς του καλού και του
κακού, η υπό του Θεού εντεθείσα τη φύσει ημών, αύτη πείθει ημάς, ότι δει
πιστεύειν τω Θεώ, τω παραγαγόντι τα πάντα (προηγείται
η εισαγωγική
πίστις2ηκαι ακολουθεί η εξ ακοής
Πίστις).3η Και η πίστις ποιεί εν ημίν τον φόβον, και αναγκάζει
ημάς ο φόβος μετανοήσαι και εργάσασθαι. Και ούτω δίδοται
η πνευματική
γνώσις4η ( προτελευταία βαθμίδα) τω ανθρώπω, ήτις
εστίν αίσθησις των μυστηρίων, ήτις γεννά τηνπίστιν της αληθούς
θεωρίας5η(τελευταία
βαθμίδα).
VIII. ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
ΣΤΗΝ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ
Αποδεχθήκαμε ως
Κύριο τον Θεανθρώπο Ιησού Χριστό μετά την
εξ ακοής Πίστη, διότι τον
αναγνωρίσαμε με το Πνεύμα το Άγιο που μας
οδηγεί:“οὐδεὶς δύναται
εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ”(Α’
Κορ.12,3). Όμως, επίσης, δια Πίστεως γνωρίζουμε
και τον Πατέρα, αφού ο Χριστός είναι η μοναδική Οδός όπως μας
είπε:“Έγώ
εἰμι ἡ ὁδὸς...οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ
δι᾿ ἐμοῦ.”(Ιω.14,6),“δι' οὗ τὸν Πατέρα
ἐγνώκαμεν, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ”. Και αλλού λέγει: “οὐδὲ τὸν πατέρα
τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι” (Mθ.11,27). Και ο Απόστολος Παύλος γράφει στους
Γαλάτες: “πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ
Ἰησοῦ”(Γαλ. 3, 26).
IX. ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΣ
ΚΑΘΕ ΠΙΣΤΗ ΩΣ ΜΕΣΟ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑΣ ΚΛΕΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΟΔΟ ΤΗΣ
ΣΩΤΗΡΙΑΣ
Με την φυσική γνώση την οποία έχουν
όλοι οι άνθρωποι της οικουμένης φτάνει κανείς στην πίστη απλά και μόνο ότι
υπάρχει Θεός. Έτσι, όλοι οι λαοί πιστεύουν στην ύπαρξη Του αλλά δεν τον
γνωρίζουν ποιός είναι ο Θεός στον οποίο πιστεύουν. Και, βέβαια, με αυτή την
Φυσική πίστη δεν γνωρίζει κανείς τον Πατέρα, αφού δεν πιστεύει στον
ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού. Σε αυτή την περίπτωση δεν έχει και το
πνεύμα της υιοθεσίας να πει: “ἀββᾶ ὁ πατήρ”, δηλαδή δεν μπορεί να
πει:“Πάτερ ἡμῶν” διότι δεν έλαβε το Άγιο Πνεύμα να
πληροφορεί την καρδιά του. “Ὅτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς
τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ἡμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ
πατήρ”(Γαλ.4,6).
X. Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Ο
ΕΥΑΓΓΕΛΙΜΟΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΔΙΚΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Σκοπός στο έργο της Εκκλησίας,
επομένως η αποστολή της, δεν είναι μόνο να διοικεί και να τελεί τα μυστήρια αλλά
είναι και να κηρύσσει ορθοδόξως διασαφηνίζοντας με ξεκάθαρο λόγο ότι
“οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ
σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις
ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς” (Πρ.
4,12). Διαφορετικά ούτε τους ετεροθρήσκους
βοηθά να βρουν την μοναδική Οδό, ούτε τους ετεροδόξους, όταν ενώ δεν πιστεύουν ορθά τους
αναπαύει τον λογισμό αλλά ούτε και τον εαυτό της βοηθά διότι όχι μόνο κόβει το
κίνητρο της ιεραποστολής αλλά στερεί και το ουσιαστικό την δυνατότητα σωτηρίας
και στα μέλη της που δεν αποτειχίζονται για την αλλοτρίωση της Πίστεως. Αν κάθε
πίστις είναι οδός σωτηρίας τότε γιατί να χρειάζεται να κηρυχθεί το Ευαγγέλιο
και, μάλιστα, ορθοδόξως; Άπαγε τέτοιας
Βλασφημίας!
I. Η ΠΟΡΕΙΑ
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Η εν Χριστώ Ζωή έχει
τα στάδια της κάθαρσης, του φωτισμού και της θέωσης. Όλα αυτά όμως
στηρίζονται στην ορθή Πίστη. Χωρίς την ορθή δόξα δεν μπορεί να υπάρχει
θεογνωσία, και χωρίς θεογνωσία δεν υπάρχει τίποτε στον Χριστιανισμό που να
λέγεται πνευματική ζωή. Η θεογνωσία, οπωσδήποτε, δεν είναι ξεκομένη από το Σώμα
του Χριστού, την Εκκλησία Του. Ως Εκκλησία όμως δεν νοείται μόνο η διοίκηση
της. Αν και αυτή αναμφισβήτητα αποτελεί, τουλάχιστον, στις ορθόδοξες χώρες θεσμό
ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, ωστόσο, όταν προδώσει την αποστολή Της,
επειδή δεν διασφαλίζει την θεογνωσία, επομένως, και την δυνατότητα
Σωτηρίας, εξάπαντος δεν είναι τότε η Εκκλησία του Χριστού. Η δυνατότητα πορείας
προς την θέωση δια της Χάριτος λειτουργεί μόνο μέσα στο αληθινό Σώμα του Χριστού
που δίνει μαρτυρία με την ομολογία της αυθεντικής Πίστεως.
II. ΠΩΣ ΦΤΑΝΕΙ
ΚΑΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ
Τι θα πει ορθοδοξία με την ειδική
έννοια; Ορθή γνώμη περί την πίστη! Και που βρίσκει κανείς την ορθή δόξα -γνώμη-
περί την πίστη; Εν πρώτοις, από την εξ ακοής πίστη που μας παρέδωσε η Εκκλησία
με την θεοφώτιστη διδασκαλία της όπως μας λέγει ο Απόστολος Παύλος: «ἄρα ἡ
πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ» (Ρωμ.10,
17), όπως, βέβαια, είναι υπομνηματισμένη
στην Αγία Γραφή και διατυπωμένη στις Αγίες Συνόδους και καθώς είναι ερμηνευμένη
από τους Αγίους Πατέρες που οριοθέτησαν τα παραδεδομένα και μας τα εμπιστεύθηκαν
ως υψίστη παρακαταθήκη ζωής αιωνίου. Μαθαίνει όμως κανείς εξ ακοής την ορθόδοξο
πίστη εφ’ όσον και έχει αγαθή προαίρεση, για να λειτουργεί σωστά ο έμφυτος λόγος
της ψυχής, ως το ακριβές κριτήριο, γνωστό κατά μία έννοια και ως συνείδηση,
προκειμένου να διακρίνει -να βλέπει- ορθά.
III. Ο
ΕΜΦΥΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Εξ αρχής πρέπει να διευκρινισθεί ότι,
όταν ομιλούμε για τον λόγο της ψυχής, που υπάρχει στην πνευματική μας οντότητα
με το είναι πλασμένη κατ’ εικόνα Θεού, και επομένως έχει: νου, λόγο, πνεύμα, δεν
εννοούμε τον προφορικό λόγο, ούτε τον ενδιάθετο, ούτε τον λόγο της διανοίας αλλά
αυτόν την έμφυτο ή φυσικό, όπως λέγεται, λόγο, χάριν του οποίου μπορούμε και
διακρίνουμε τί είναι ορθό και τί λάθος. Πρόκειται, δηλαδή, για τον έμφυτο νόμο
της συνειδήσεως μέσα μας. Γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος:«Εστί δε γνώσις φυσική διακρίνουσα το
καλόν εκ του κακού, ήτις και καλείται διάκρισις φυσική, εν η γινώσκομεν το καλόν
εκ του κακού φυσικώς άνευ μαθήσεως. Ταύτην έθετο ο Θεός εν τη λογική φύσει, εκ
δε της μαθήσεως αύξησιν και προσθήκην λαμβάνει. Ουκ έστι τις ο ταύτην μη έχων».
Την φυσική αυτή γνώση ο Άγιος γρηγόριος ο Παλαμάς την ταυτίζει με τον λόγο της
ψυχής.
IV. Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ
ΠΑΛΑΜΑ
Επειδή
τώρα η παντέλεια και υπερτέλεια αυτή Αγαθότητα είναι Νους, τίποτε άλλο δεν
μπορεί να πηγάζει από Αυτή σαν από πηγή, παρά λόγος. Λόγος βέβαια όχι σαν το
δικό μας προφορικό λόγο, γιατί τούτος δεν είναι του νου, αλλά του σώματος που
κινείται από νου. Ούτε πάλι σαν το δικό μας ενδιάθετο λόγο, γιατί και τούτος
γίνεται μέσα μας έχοντας σαν τύπους τους φθόγγους. Ούτε τέλος σαν το δικό μας
λόγο της διάνοιας, κι ας είναι αυτός χωρίς φθόγγους, πραγματοποιούμενος με
κινήσεις τελείως ασώματες, γιατί και ο λόγος αυτός της διάνοιας είναι μετά από
μας, και έχει ανάγκη από διαλείμματα και μεγάλα χρονικά διαστήματα και προχωρεί
διεξοδικά, πηγαίνοντας από την ατελή αρχή προς το τελικό συμπέρασμα. Αλλά ο
Λόγος που πηγάζει από τη θεία Αγαθότητα είναι αντίστοιχος με τον έμφυτο σε μας
λόγο που εναπόκειται στο νου μας αφότου ο Δημιουργός μάς έκανε κατ' εικόνα
Του, ο λόγος αυτός είναι
η γνώση που συνυπάρχει πάντοτε με το νου. Η Γνώση-Λόγος λοιπόν, η οποία
συνυπάρχει πάντοτε με τον υπέρτατο νου της παντέλειας και υπερτέλειας Αγαθότητας
που δεν έχει τίποτε το ατελές, είναι απαράλλακτα όσα είναι κι Εκείνη, εκτός από
το ότι προέρχεται από Εκείνη.
V. Ο ΕΜΦΥΤΟΣ
ΛΟΓΟΣ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΠΙΣΤΗ
“Η
φυσική γνώσις ήτις
εστίν η διάκρισίς του καλού και του κακού, η υπό του Θεού εντεθείσα τη φύσει
ημών, -γράφει ο Αββάς Ισαάκ - αύτη πείθει ημάς, ότι δει πιστεύειν
τω Θεώ, τω παραγαγόντι τα πάντα”. Πως γίνεται αυτό: Καθώς, ο άνθρωπος
έρχεται σε σχέση με τον φυσικό κόσμο μέσα στον οποίο ζει, η ψυχή του που έχει
τον έμφυτο αυτόν λόγο δια των αισθητηρίων που είναι θυρίδες αντιλαμβάνεται το
μεγαλείο του Δημιουργού:“Οἱ οὐρανοὶ
διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ
στερέωμα” (Ψλμ.18,1). Γνωρίζοντας μέσα από την φυσική
αποκάλυψη τις άπειρες ιδιότητες του Θεού καθοράται κατά τις άκτιστες ενέργειές
Του:“Τά γάρ
ἀόρατα αὐτοῦ
ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασινοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ
δύναμις καί θεότης”(Ρωμ.
1,20) πείθεται να
πιστέψει, διότι κάθε τι από την φύσιν του τρέχει προς το συγγενές. Και η ψυχή
έχοντας πνευματική φύση με το που αντιλαμβάνεται τις άκτιστες ιδιότητες του Θεού
θέλει να εντρυφά σ’ αυτές!
VI. Η ΠΙΣΤΗ
ΑΥΤΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Η πίστη στην οποία φτάνει δια του
έμφυτου λόγου του ο άνθρωπος είναι εισαγωγική διότι αποτελεί το ξεκίνημα για να
αναζητήσει αυτός που τον τον Θεό αυτός που τον αγνοεί. Επ’ ουδενί λόγω θα
μπορούσαμε να πούμε για αβάπτιστους ότι γνωρίζουν τον Θεό ή ότι βρισκόμαστε σε
παράλληλες οδούς σωτηρίας, αφού η οδός είναι μία και μόνο! Αυτό που είπε ο
Απόστολος στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο: “Ἄνδρες
Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους (ευλαβεστέρους) ὑμᾶς θεωρῶ·
διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ
ἐπεγέγραπτο, Ἀγνώστῳ θεῷ. ὃν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω
ὑμῖν”(Πρ.17,22-23)δεν έχει
καμία σχέση με την τακτική των Οικουμενιστών, διότι αυτοί εξισώνουν την
Οθρθοδοξία με αλλότρια δόγματα και θρησκείες ενώ ο Παύλος ξεκινώντας
από εκεί επειδή μίλησε για την Ανάσταση ευαγγελίσθηκε την εις Χριστόν
Πίστη!
VII. ΠΩΣ
ΘΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΗ ΠΙΣΤΗ
Σωστή θεώρηση στα περί πίστεως δεν
μπορεί να την έχει ο άνθρωπος αν δεν έχει πνευματική αίσθηση της πίστεως που
είναι η νοερά μας όραση. «Προηγείται λοιπόν από κάθε τι άλλο η πίστη στο Χριστό,
που είναι το Φως των ανθρώπων, ώστε καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν, να δει τον
Θεό». Από την Γραφή γνωρίζουμε«ἀρχὴ
σοφίας φόβος Κυρίου» (Παρ. 1,7). Όμως ο άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος
ερωτά:«Πώς όμως θα φοβηθεί κανείς αυτόν που δεν βλέπει; Γι’ αυτόν τον λόγο είναι
ανάγκη προηγουμένως να δει τον Θεό. Πώς όμως θα δει κάποιος τον Θεό, τον οποίο
ποτέ κανείς δεν είδε; Πρέπει συνεπώς να ζητάμε το νοητό φως του θεού με το οποίο
αφού φωτισθεί η διάνοια, θα μπορέσει να δει τον Θεό». Και ο άγιος Νικόλαος ο
Καβάσιλας θα πει: Στην άλλη ζωή «το φως ανατέλλει και ο ήλιος στέλνει καθαρές
τις ακτίνες του, αλλά δεν είναι δυνατό να πλασθούν τότε μάτια». Οι πιστοί όμως
δέχονται πολλές ανταύγειες από την μέλλουσα, αφού η μέλλουσα ζωή είναι σαν να
χύθηκε και ν’ αναμείχτηκε με την παρούσα διότι ο Ήλιος ανέτειλε φιλάνθρωπα σ’
εμάς. Γι’ αυτό άλλωστε μας είπε: «ἐγώ εἰμιτὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ιω.8,12).
VIII. ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΜΑΣ ΣΤΟ ΦΩΣ
ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΝΗ
Ο άγιος Συμεών στο περί μετοχής
Πνεύματος Αγίου σημειώνει: “Ὥσπερ οὖν οὐδέν ὠφελεῖται ὁ ἐν σκότει περιπατῶν, ἐάν
λαμπάδας κατέχῃ ἐσβεσμένας πολλάς καί περικαλλεῖς -οὔτε γάρ ἑαυτόν οὔτε ἕτερόν
τινα ὡς ἐκ τούτων ὁρᾷ- οὕτως οὐδέ ὁ τάς ἀρετάς πάσας, εἰ οἷόν τε, δοκῶν ἐν ἑαυτῷ
ἔχειν, μή ἔχων τό φῶς ἐν ἑαυτῷ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οὐδέ τάς αὐτοῦ πράξεις καλῶς
ἰδεῖν, οὐδέ εἰ πρός ἀρέσκειαν Θεοῦ εἰσι, τελείως
πεπληροφόρηται. Ἀλλ᾿οὐδέ ἄλλους
ὁδηγῆσαι ἤ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ διδάξαι δύναται, οὐδέ λογισμούς ἀλλοτρίους ἐστίν
ἀναδέχεσθαι ἄξιος, εἰ καί πατριάρχης ἐξ ἀνθρώπων γενήσεται, ἕως ἄν τό φῶς ἐν
ἑαυτῷ φαῖνον κτήσηται. Φησί γάρ ὁ Χριστός· “Περιπατεῖτε ἕως τό φῶς ἔχετε, ἵνα μή
σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ, καί ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει.” “Εἰ οὖν
ἐκεῖνος οἶδε ποῦ ὑπάγει, πῶς τήν ὁδόν ἄλλοις ὑποδείξει;”
IX. Η
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΧΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΠΟΒΑΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΜΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ
ΤΑΞΗΣ
Έχει
επικρατήσει στην κοινή γνώμη να θεωρείται ως Εκκλησία η διοίκησή της, αν όμως
χάσει την αποστολή Της και απογυμνωθεί από την Χάρι, τότε αυτό το θεσμικό
Πρόσωπο δεν είναι πλέον η Εκκλησία του Χριστού αλλά είναι μέρος του συστήματος
του κόσμου τούτου, ο οποίος “κεῖται ἐν τῷ
πονηρῷ”(Α’ Ιω. 5,19). Σε μια
τέτοια περίπτωση είναι μόνο μια συστημική “Εκκλησία”, η οποία στον καιρό μας
αποτελεί την Θρησκεία της Νέας Τάξης, που δεν οδηγεί όντως τους ανθρώπους στην
Βασιλεία του Θεού αλλά στην απώλεια, διότι αντάλλαξε την Αλήθεια με το ψεύδος.
Και όπως γίνεται με τα πλαστά χρήματα που δεν περνούν στην αγορά προκειμένου να
χρησιμοποιηθούν, έτσι γίνεται και με το φαντασμαγορικό κοινωνικό έργο της
θεσμικής Εκκλησίας αποβαίνει παγίδα αποπροσανατολισμού όταν χάνει τον στόχο
της. Διότι, Εκκλησία χωρίς μαρτυρία σημαίνει: ΧριστόςΞένος Σταυρού!
X. Η
ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Για κάποιους
Ορθοδοξία είναι μία διαρκής ενασχόληση με συνέδρια, ημερίδες, ταξίδια,
στοχασμός, τραπέζια και σχεδόν καθόλου προσευχή. Για μια μεγάλη μερίδα πιστών η
Ορθοδοξία είναι τυπικά, τελετές, πανηγύρεις και ιεροαποδημίες σε προσκυνήματα.
Σε άλλους πάλι βρίσκει κανείς ξερό δόγμα, κανόνες χωρίς εμπειρία Χάριτος και
φανατισμό μέχρις άκρων. Σε κάποιους άλλους υπάρχει κάτι πιο ουσιαστικό, το οποίο
όμως γίνεται τυπικά μέσα στην καθημερινότητα και έτσι χάνει την άγιοπνευματική
του δυναμική, γι αυτό και δεν υπάρχει το πνευματικό νεύρο της ψυχής, ώστε να
αντιδράσουν μπροστά στην ασέβεια, την αίρεση, και βέβαια, ενωμένοι φωτισμένα και
με στρατηγική. Δύσκολα βρίσκεις σήμερα το αυθεντικό, την χρυσή τομή. Λόγω του
ότι παρουσιάζονται διάφορα πρότυπα “πνευματικής ζωής,” μοντέλα που δεν είναι
αυθεντικά και ορθόδοξα, τα οποία μάλιστα όταν εντάσσονται σε παρατάξεις τα
πράγματα δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να
θέσουμε το θέμα σε αυτή την εκκλησιολογική βάση που
εξετάζουμε.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Ξεκινήσαμε να εκθέτουμε τον Εκκλησιολογικό Όρο των
Διαλλαγών προς διευθέτηση των όποιων “διαφορών” μεταξύ των διαφόρων παρατάξεων
του πατρίου εορτολογίου και των αποτειχισμένων εξ αιτίας της δράσεως του
Οικουμενισμού, μάλιστα, για τις αποφάσεις της εν Κολυμβαρίω ψευτοσυνόδου το
2016. Το κίνητρο μας, θεωρώ αυτονόητο να το σημειώσω, ήταν και είναι η
πρόθεσίς μας προς επίτευξιν ενότητος με
σκοπό:
Α. Την δυνατότητα συγκρότησης Πανορθοδόξου Συνόδου που θα
καταδικάσει την παναίρεση του οικουμενισμού και
Β. Την αποκατάστασιν της λειτουργικής ενότητος μεταξύ
παλαιού και νέου ημερολογίου.
Ορισμένοι χωρίς να παρακολουθούν και να γνωρίζουν ούτε
την συνέχεια των γραφομένων, ούτε τον λόγο για τον οποίο προκύπτει η ανάγκη
έκθεσης ενός Εκκλησιολογικού Όρου, τον οποίο επισημάναμε εισαγωγικά σε
προγενέστερο κείμενο, παρεμβαίνουν όχι μόνο στα ιστολόγια αλλά και προσωπικά δια
ζώσης να μου υποδείξουν ότι δεν πρέπει να το κάνω αυτό, διότι μου έβγαλαν -λέει-
το όνομα ζηλωτή και με ταύτισαν με το παλαιό, με τους ΓΟΧ! Και δεν καταλαβαίνει
ότι έγινε φερέφωνο άλλων! Κατ’ αρχήν να επισημαίνω πως, το ότι ανήκω στο παλαιό,
το θεωρώ τιμή μου! Επέστρεψα στο πάτριο εορτολόγιο και δεν με ενδιαφέρει περί
αυτού η άποψις και η γνώμη του καθενός. Οι ίδιοι βρίσκονται σε σύγχυση, διότι
επικοινωνούν ορισμένοι εξ αυτών με ομάδες που έχουν διαβολομπέρδεμα στην ψυχή
τους και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να γκρεμίζουν με την διαβολική τους
νοοτροπία, αυτήν σύγχυση, όλον τον αγώνα της
αποτειχίσεως.
Ορισμένοι, πάλι εκ της αποτειχίσεως δεν ενδιαφέρονται
στην πράξη πως θα προχωρήσει ο αγώνας για να υπάρξει αποτέλεσμα αλλά, εάν αυτοί
θα είναι οι πρώτοι που βγήκαν στον αγώνα, οπότε πλέον κανείς άλλος δεν πρέπει να
κάνει τίποτε, ούτε να γράψει, ούτε να ρίξει την καμιά καλή ιδέα, ούτε να βρει
τον τρόπο να επικοινωνήσει αληθινά με τους παλαιοημερολογίτες. Και θέλουν να
λέμε μόνο, ότι ο Οικουμενισμός είναι εσχατολογική αίρεσις και δεν πρόκειται να
δοθεί λύσις μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας, διότι δεν θα γίνει η αναλαμπή της
Ορθοδοξίας. Συνεπώς, όλοι μαζί εν χορώ ας αρχίσουμε να κλαίμε την μοίρα μας για
το κακό που μας βρήκε! Και, δώσ' του ατέρμονες συζητήσεις, ημερίδες, τηλεφωνικές
απεραντολογίες για το δυνητικό ή υποχρεωτικό του 15ου κανόνος της
πρωτοδευτέρας Συνόδου και κλαψούρισμα μέχρι αηδίας.
Όποιος όμως δεν θέλει να φέρει το «στίγμα» του
παλαιοημερολογίτη και να σηκώνει τον ονειδισμό του Χριστού χάριν της ενότητος,
πώς θα μπορέσει να κάνει διάλογο μαζί τους δίνοντας στους αδελφούς μας του
πατρίου την πνευματική εγγύηση ότι, αυτός που θέλει να κάνει διάλογο μαζί τους,
όντως έχει καλές προθέσεις, τους σέβεται, τους αγαπά αλλά και συνάμα παίρνει
φανερά θέση, δεν κρύβει τις θεολογικές του πεποιθήσεις και, κυρίως, δεν λέει
βλακίες; Και, επίσης, πώς κανείς να πετύχει κάτι, όταν δεν παίρνει πρωτοβουλίες,
όχι να ενώσει τις Συνόδους, αφού αυτό είναι θέμα κυρίως των ιδίων των Συνόδων
και δεν θα το λύσει ένας άνθρωπος, αλλά όταν δεν αγωνίζεται να δημιουργεί τις
συνθήκες εκείνες ξεκολλώντας από αυτά που δεν είναι του παρόντος και θέτοντας
γέφυρες συνεννόησης και κατανόησης του εκκλησιαστικού προβλήματος που ταλανίζει
την Μητέρα μας Εκκλησία, η οποία έγινε κομμάτια εδώ και έναν
αιώνα;
Αν, οι Οικουμενιστές έχουν τρόπο δια μέσου ακόμη και
των λαϊκών, εννοώ σε λαϊκή βάση με λιτανείες, κοινούς εορτασμούς και
συενεκκλησιασμό και να προωθούν έτσι την ένωση με τους αιρετικούς, εμείς με τους
Ορθοδόξους παλαιοημερολογίτες θα έχουμε αναστολές να βρούμε πεδίο σύγκλισης;
Όχι! Αφού, κανείς λοιπόν, εκ των ηγετών της αποτείχισης για να μην “εκτεθεί” ως
παλαιοημερολογίτης υποστηρίζοντας το Πάτριο δεν σκέφτηκε να τους πλησιάσει σε
μια στέρεη θεολογική βάση θα το κάνει η ταπεινότητά μου! Και ο Θεός γνωρίζει τος
προθέσεις μου και μου δίνει τις ιδέες καθώς και τον φωτισμό να το διαχειριστώ.
Και αυτό το θεωρώ ως το σπουδαιότερο έργο στην ζωή μου. Και αν θέλετε, να
γνωρίζετε όσοι είστε αντίθετοι σ’ αυτό έχω και πληροφορία, μέχρι των οστέων μου
φθάνει η αγαλλίαση για την ένωση των αληθινά Ορθοδόξων. Αν, λοιπόν, γι' αυτόν
τον λόγο έχουν ξεσηκωθεί όλα τα δαιμόνια και τα όργανά τους ακόμη και στον χώρο
της αποτείχισης: ΚΥΡΙΟΣ φωτισμός μου καὶ σωτήρ μου· τίνα φοβηθήσομαι;
Κύριος ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου· ἀπὸ τίνος δειλιάσω; ἐν τῷ ἐγγίζειν ἐπ᾿ ἐμὲ
κακοῦντας τοῦ φαγεῖν τὰς σάρκας μου, οἱ θλίβοντές με καὶ οἱ ἐχθροί μου, αὐτοὶ
ἠσθένησαν καὶ ἔπεσαν. ἐὰν παρατάξηται ἐπ᾿ ἐμὲ παρεμβολή, οὐ φοβηθήσεται ἡ καρδία
μου· ἐὰν ἐπαναστῇ ἐπ᾿ ἐμὲ πόλεμος, ἐν ταύτῃ ἐγὼ ἐλπίζω. μίαν ᾐτησάμην παρὰ
Κυρίου, ταύτην ἐκζητήσω· τοῦ κατοικεῖν με ἐν οἴκῳ Κυρίου πάσας τὰς ἡμέρας τῆς
ζωῆς μου, τοῦ θεωρεῖν με τὴν τερπνότητα Κυρίου καὶ ἐπισκέπτεσθαι τὸν ναὸν τὸν
ἅγιον αὐτοῦ...”