Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα, σε καταδικασμένους και μη, επισκόπους, για να τους δεχθεί. Υπάρχει μόνον μία σχετική αναφορά από τον Άγιο Ταράσιο.
Όλοι οι μετανοούντες επίσκοποι ομολογούν, ότι ήσαν εκτός της Εκκλησίας και ζητούν να προσέλθουν στην Αγία Εκκλησία και να τους δεχθεί η Εκκλησία, όπως τον άσωτο, την πόρνη κλπ.
Αναφορικά με τον άγιο Ανατόλιο έχω εξηγήσει, ότι η αγία Δ΄ Οικουμενική (451) τον δέχθηκε, γιατί αυτός με τον άγιο Κύριλλο, στην προηγούμενη Σύνοδο του 431, (Γ΄ Οικουμενική), ήσαν οι κύριοι εκφραστές του ορθοδόξου δόγματος και ο άγιος Ανατόλιος συντάχθηκε αμέσως με τους Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής και την διδασκαλία της, της οποίας υπήρξε ο κύριος εκφραστής.
Οἱ αἱρετικοί Εἰκονομάχοι καί πῶς ἔγιναν δεκτοί
π. Νικολάου Δημαρά
Οἱ αἱρετικοί Εἰκονομάχοι ἔγιναν μέν δεκτοί, ὄχι ἁπλῶς καί ὥς ἔτυχεν, -(ὅπως καί ὅλοι οἱ μετανοημένοι αἱρετικοί διά μέσου τῶν αἰώνων, ὅταν τό ἔκρινε ἡ Ἐκκλησία!),- ἀλλά μέ μεγάλη δυσκολία, μετά ἀπό ἀνάκριση καί ἐξέταση τοῦ κάθε ἑνός ἀπό αὐτούς ὡς κατηγορουμένου, πού σέ καμμία περίπτωση καί κανείς δέν δικαιώθηκε γιά τήν μέχρι τότε στάση του!
Ἡ Ἑκκλησία οὐδέποτε ἀνεγνώρισε ἱερωσύνην στούς αἱρετικούς, κατά τόν χρόνον πού βρίσκονταν στήν αἵρεση τῆς βδελυρῆς καί ἀντιθέου Εἰκονομαχίας!
Τό ὅτι δηλ. τάχα τελοῦσαν σωστικά μυστήρια. Κάτι τέτοιο οὐδέποτε διετύπωσε κανείς ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες καί καμμία Οἰκουμενική Σύνοδος, πού ἐπέχει πρόσωπον Ἐκκλησίας, δέν τό εἶπε!
Μία ἀντίθετη διατύπωση θά συνιστοῦσε βλασφημία κατά τοῦ Παν-αγίου Πνεύματος!
Ἀπό τήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον ἔγιναν δεκτοί ἐκ τῶν Εἰκονομάχων ἐπισκόπων:
-ὅσοι ἀπό αὐτούς μετενόησαν,
καί πάντως
-ὄχι οἱ διδάσκαλοι καί πρώταρχοι τῆς αἱρέσεως,
ὅσοι
-ἀναθεμάτισαν τήν εἰκονομαχικήν αἵρε-ση,
-συνέταξαν γραπτῶς καί προσκόμισαν στήν Σύνοδο ἀναθεματιστικούς τῆς αἱρέσεως λιβέλλους,
-ὁμολόγησαν, ὅτι ἦσαν ἐκτός Ἐκκλησίας καί χωρισμένοι ἀπ' αὐτήν
καί
-δήλωσαν πανηγυρικά καί δημόσια, ὅτι ἐπιθυμοῦν νά ἑνωθοῦν μέ τήν Καθολικήν Ἐκκλησίαν, ἀπό τήν ὁποία ἦσαν χωρισμένοι
καί κυρίως, ἀφοῦ
-πῆραν καί φρικτό ὅρκο, ἀναθεματίζοντας μάλιστα ἑαυτούς, ἐάν ἐπέστρεφαν στό ἴδιον ἐξέραμμα
καί
-διαβεβαιώνοντας, ὅτι δέν κινοῦνται μέ ὑπουλότητα καί ὑστεροβουλία!
Αὐτό τό τελευταῖο τό πιστοποιοῦν λέγοντας:
"Ἐάν μή ὁμολογῶμεν καθώς ἡ καθολική ἐκκλησία, ἀνάθεμα ἔχωμεν
ἀπό τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος".
“Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπεν: ἐλπίζομεν, ὅτι μετά τήν σύνοδον οὐδείς διαστραφήσεται, καθότι ἐν ταῖς καταθέσεσιν αὐτῶν ἑαυτούς οἱ ἐπίσκοποι ἀνεθεμά-τισαν, ὅτι ἐάν ἐπιστρέψωμεν ἐπί τήν προτέραν αἵρεσιν, ἀναθεματισμένοι καί καθηρημένοι ἐσμέν”.
Στήν συνέχεια ζητεῖται ἀπό τήν Σύνοδο νά ἐπιδοθοῦν οἱ λίβελλοι τοῦ ἀναθεματισμοῦ τῆς αἱρέσεως καί τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας. Καί, ἄν δέν ἔχουν συντάξει τέτοιους λιβέλλους, νά τούς φτιάξουν καί νά τούς προσκομίσουν στή Σύνοδο.
Καί κατόπιν ὅλων αὐτῶν θά κρίνει τήν ὑπόθεσή τους ἡ Σύνοδος!
"Κωνσταντῖνος ὁ θεοφιλέστατος ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου εἶπεν: πανίερε δέσποτα, εἰ μέν ἐπιφέρονται λιβέλλους, ἐπιδότωσαν. εἰ δέ μή, ποιήτωσαν. καί εἶθ' οὕτως κρινεῖ ἡ ἁγία σύνοδος ἐπ' αὐτοῖς.
Οἱ δέ ἔφασαν: ἔχομεν τούς λιβέλλους ἑτοίμους, καί δώσομεν αὐτούς."
Ὁ πολύς ἅγιος Ταράσιος ρώτησε τήν Σύνοδο, πῶς πρέπει νά γίνη ἡ εἰσδοχή τῶν ἀπό τῆς εἰκονομαχικῆς αἱρέσεως προσερχομένων αἱρετικῶν: "τήν ἀναφυεῖσαν αἵρεσιν, πῶς ὀφείλομεν δέξασθαι;"
Ἡ Σύνοδος συμφώνησε μέ τόν Ἰωάννην, τόν θεοφιλέστατον τοποτηρητήν τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου τῆς ἀνατολῆς, πού εἶπε, ὅτι ἡ αἵρεση χωρίζει κάθε ἄνθρωπο ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπιβεβαιώνοντας, ὅτι αὐτό εἶναι εὔδηλο (ξεκάθαρο):
"Ἰωάννης ὁ θεοφιλέστατος τοποτηρητής τοῦ ἀποστολικοῦ θρόνου τῆς ἀνατολῆς εἶπε:
«Ἡ αἵρεσις χωρίζει ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας πάντα ἄνθρωπον.»
῾Η Ἁγία Σύνοδος εἶπεν:
«Τοῦτο εὔδηλόν ἐστιν.»
Οἱ μοναχοί εἶπαν ὅτι, γιά νά γίνουν δεκτοί οἱ Εἰκονομάχοι, πρέπει νά χειροθετηθοῦν:
"χειροθετουμένους εἶπεν ὁ (8ος ἐν Νικαίᾳ) κανών δεχθῆναι".
Ἐπιφύλαξη ἐξέφρασε ὁ ἅγιος Ταράσιος, δίχως νά ἀποκλείει, βέβαια, τήν χειροθεσίαν χάριν εὐλογίας λέγοντας:
"μήπως ἐπ’ εὐλογίας ἐνταῦθα τήν χειροθεσίαν λέγει, καί οὐχί ἐπί χειροτονίας".
Ὡστόσο δέν ἀφίνεται καμμία ἀμφιβολία, ὅτι θά ἔπρεπε κανονικά νά γίνει ἡ χειροθεσία τῶν αἱρετικῶν, ὅταν πιό κάτω διαβάζονται οἱ Ἐπιστολές καί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου:
"περί τῆς προρρηθείσης ὑποθέσεως, εἰ δεκτοί εἰσιν εἰς τήν ἱερωσύνην οἱ ἐκ τῆς αἱρέσεως ἐπιστρέφοντες," κατά τήν πρός Ἀμφιλόχιον κανονικήν πρώτην ἐπιστολήν τοῦ παμμεγίστου ἱεράρχου.
Κατά τήν ἐπιστολήν τοῦ Οὐρανοφάντορος δέν εἶναι δεκτοί οἱ αἱρετικοί Ἐγκρατίτες, διότι παραχάραξαν τό βάπτισμα, -(ὅπως καί οἱ Οἰκουμενιστές καί οἱ Νεοημερολογίτες τό παραχάραξαν, μή τηροῦντες τήν τριττή κατάδυση καί μή ἀναγινώσκοντες κἄν ὅλες τίς εὐχές τοῦ εἰσαγωγικοῦ στά ἄλλα μυστήρια μεγάλου μυστηρίου)-, καί ὅποιος βαπτίστηκε ἀπό αὐτούς, προσερχόμενος στήν Ἐκκλησία νά βαπτίζεται.
Ἐάν, σημειώνει ὁ Μέγας πατήρ, γίνει ἐμπόδιο τό βάπτισμα, γιά νά προσέλθουν στήν Ἐκκλησία, λόγῳ τῆς αὐστηρότητος τῆς ἀκριβείας, τότε, (σ.σ. τοὔλάχιστον), νά χρίονται, καί ἔτσι νά προσέρχονται οἱ πιστοί στά μυστήρια:
"μήποτε ὡς βουλόμεθα ὀκνηρούς αὐτούς περί τό βαπτίζειν ποιῆσαι ἐμποδίσωμεν τοῖς σωζωμένοις διά τό τῆς προτάσεως αὐστηρόν"...
"παντί δέ τῷ λόγῳ τυπωθήτω, τούς ἐπί τῷ βαπτισμῷ ἐκείνων προσερχομένους χρίεσθαι, ἐπί τῶν πιστῶν δηλονότι, καί οὕτως προσιέναι τοῖς μυστηρίοις."
Μετά ἀπό ἔγγραφον ἀναθεματισμόν τῆς αἱρέσεως ἔγιναν δεκτοί οἱ αἱρετικοί, κατά τόν Ὅρον καί τῆς ἁγίας Τρίτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου κατά τῶν δυσεβῶν Μασσαλιανῶν καί Εὐχιτῶν:
"τούς ὄντας κατά πᾶσαν ἐπαρχίαν Μασσαλιανῶν, ἤγουν ἐνθουσιαστῶν αἱρέσεως, ἤ καί ἐν ὑποψίαις τῆς τοιαύτης νόσου γεγενημένους, εἴτε ληρικοί εἶεν, εἴτε λαϊκοί, μεθοδεύεσθαι. "καί ἀναθεματίζοντας κατά τά ἐν τῷ μνημονευθέντι συνοδικῷ διηγορευμένα ἐγγράφως, μένειν τούς μέν κληρικούς ἐν τῷ κλήρῳ, τούς δέ λαϊκούς ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῆς ἐκκλησίας."
Ἡ Ε΄ Οἰκουμενική Σύνοδος στόν Ὅρον της, ἐπίσης, ὁρίζει:
«Εἴ τις μὴ ἀναθεματίζει Ἄρειον, Εὐνόμιον, Μακεδόνιον, Ἀπολινάριον, Νεστόριον, Εὐτυχέα, καὶ Ὠριγένην, μετὰ τῶν ἀσεβῶν αὐτῶν συγγραμμάτων, καὶ τοὺς ἄλλους πάντας αἱρετικούς, τοὺς κατακριθέντας καὶ ἀναθεματισθέντας ὑπὸ τῆς ἁγίας καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν προειρημένων ἁγίων τεσσάρων συνόδων, καὶ τοὺς τὰ ὅμοια τῶν προειρημένων αἱρετικῶν φρονήσαντας ἢ φρονοῦντας καὶ μέχρι τέλους τῇ οἰκείᾳ ἀσεβείᾳ ἐμμείναντας, ὁ τοιοῦτος ἀνάθεμα ἔστω…».
Τῶν Ἱερῶν Συνόδων νέα δαψιλεστάτη Συλλογή, σελ. 126 (632) τόμος δεύτερος, (Μέρος Β΄), ἀπό ἔτους Χριστοῦ 449 ἄχρι ἔτους 1643, ἔκδοσις Καλύβης Τιμίου Προδρόμου, Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, (Θεσσαλονίκη 1986). Ε΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ 553 μ.Χ - ΒΛΑΣΙΟΥ ΦΕΙΔΑ, ΕΚΚΛΗ-ΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΜΟΣ Α΄- Σελ. 721, ΑΘΗΝΑΙ 1992.
Ἡ ἁγία, λοιπόν, Ζ΄ Οἰκουμενική ὁρίζει τελεσίδικα καί ἀμετάκλητα:
«Ἡ αἵρεσις χωρίζει ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας πάντα ἄνθρωπον».
῾Η Ἁγία Σύνοδος εἶπεν:
«Τοῦτο εὔδηλόν ἐστιν.»
Στὸ τέλος τῆς Πρώτης Πράξεως,
Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπε:
«Ἀναγνώτωσαν οἱ προϊστάμενοι ἐπίσκοποι τοὺς οἰκείους λιβέλλους ὡς νυνὶ προσελθόντες τῇ καθολικῇ ἐκκλη-σίᾳ.»
Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Ἀναγνώτωσαν ἐπειδὰν τῶν ζητουμένων δύο κεφαλαίων ἀκριβῶς ἐξετασθῇ ὑπόθεσις περὶ τε τῶν προσ-ερχομένων ἐξ αἱρέσεως τῇ ἁγίᾳ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ καὶ τῶν ὑπὸ αἱρετικῶν χειροτονηθέντων.»
Καὶ μετ᾽ ὀλίγον πάλιν, Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Τὰς ὁμολογίας γνῶντες διὰ τῆς ἀναγνώσεως τῶν λιβέλλων, ἐν ἑτέρᾳ συνελεύσει ἡ αὐτῶν ἀποδοχὴ γενήσεται, εἰ οὐκ ἔστιν ἕτερον αὐτοῖς τὸ κωλῦον.»
Ἀπό τούς Δονατιστές ἡ Ἐκκλησία στήν Σύνοδο τῆς Καρθαγένης δέχθηκε τόσους μόνον κληρικούς στήν Ἀφρική, ὅσους χρειάσθηκε, λόγῳ τῆς μεγάλης ἀνάγκης πού ὑπῆρχε ἐκεῖ ("ταὔτόν εἰπεῖν ἐδέχθησαν, (ἔγιναν δεκτοί), οἰκονομικῶς καί ἐξ ἀνάγκης" κατά τόν Ἅγιον Νικόδημον).
Γιά τόν λόγο αὐτό, ἡ Σύνοδος πού ἔγινε στήν Ἰταλία δέν δέχθηκε τίς χειροτονίες τους, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε ἀνάγκη, κατά τόν ΟΖ΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ Συνόδου.
Τονίζει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅτι εἶναι σπάνιον νά γίνονται δεκτοί οἱ αἱρετικοί ἀπό τήν Ἐκκλησίαν:
"Ἀλλά σπάνια τά τοιαῦτα καί κατά περίστασιν, κανονικῆς ἀκριβείας λειπόμενα, οὐ νόμος δέ Ἐκκλησίας τό κατά περίστασιν γινόμενον καί τό σπάνιον, κατά τε τόν ιζ΄ τῆς α΄ καί β΄ καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, καί τήν β΄ πρᾶξιν τῆς ἐν τῇ ἁγίᾳ Σοφίᾳ συνόδου καί τό νομικόν ἐκεῖνο τό λέγον∙ Τό, παρά Κανόνας, οὐχ ἕλκεται πρός ὑπόδειγμα."
Ὁ Ἅγιος, ἰδιαίτερα, ἀναφέρεται στίς χειροτονίες τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, πού ἔγιναν δεκτοί ἀπό τήν Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο:
«Πάντως δέν δέχθηκε τούς πρωτάρχας τῆς αἱρέσεως καί τούς ἐμπαθῶς ἐγκειμένους καί μή γνησίως καί ἀληθῶς μετανοοῦντες, ὅπως εἶπε ὁ θεῖος Ταράσιος. Δέχθηκε ἐκείνους πού ἀκολούθησαν τούς πρωτάρχας τῶν αἱρέσεων καί πού μετανόησαν εἰλικρινῶς[1] καί ἐκείνους πού χειροτονήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς Εἰκονομάχους δέν ἀναχειροτόνησε, ἀφοῦ ὁμολόγησαν τήν Ὀρθοδοξία, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν α΄ πράξη τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς.[2] Ἐπίσης, μερικῶν αἱρετικῶν δέχθηκε τό βάπτισμα δι᾽οἰκονομίαν», ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγιος. Τήν περιστατική καί καιρική οἰκονομία δέν τά ἔκανε ὅρον ἡ Ἁγία Ζ΄ Οἰκουμενική.[1] Σχετικά μέ ὅλα αὐτά γράφει ὁ Ἅγιος στήν ἑρμηνεία του στήν ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου πρός Ρουφινιανόν.
῾Η Ἁγία Σύνοδος εἶπεν:
«Τοῦτο εὔδηλόν ἐστιν.»[2]
Στὸ τέλος τῆς Πρώτης Πράξεως,
Ἡ ἁγία σύνοδος εἶπε:
«Ἀναγνώτωσαν οἱ προϊστάμενοι ἐπίσκοποι τοὺς οἰκείους λιβέλλους ὡς νυνὶ προσελθόντες τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ.»
Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Ἀναγνώτωσαν ἐπειδὰν τῶν ζητουμένων δύο κεφαλαίων ἀκριβῶς ἐξετασθῇ ὑπόθεσις περὶ τε τῶν προσερχομένων ἐξ αἱρέσεως τῇ ἁγίᾳ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ καὶ τῶν ὑπὸ αἱρετικῶν χειροτονηθέντων.»
Καὶ μετ᾽ ὀλίγον πάλιν,
Ταράσιος ὁ ἁγιώτατος πατριάρχης εἶπεν:
«Τὰς ὁμολογίας γνῶντες διὰ τῆς ἀναγνώσεως τῶν λιβέλλων, ἐν ἑτέρᾳ συνελεύσει ἡ αὐτῶν ἀποδοχὴ γενήσεται, εἰ οὐκ ἔστιν ἕτερον αὐτοῖς τὸ κωλῦον.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου