Ἐξομολογείτο ὅτι ο π.
Σεραφεὶμ ἦτο πολύ ἐλεήμων, καὶ ἔλεγον τοῦτο καὶ φίλοι καὶ φιλοκατήγοροι. Ὁ ἐλεήμων
πατὴρ Σεραφεὶμ συνήθιζε νὰ μεταβαίνῃ ἀπὸ τὴν Ἱ. Μονὴν τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου
είς Ἱερουσαλὴμ μὲ τὸ γαϊδουράκι διὰ μέσου τοῦ Χειμάρρου τῶν Κέδρων, διαδρομῆ
τεσσάρων ὡρῶν. Μίαν ἡμέραν κάτοικος τῆς περιοχῆς τοῦ Σιλωὰμ, διὰ νὰ δοκιμάση τὸν
Ἡγούμενον καὶ νὰ διαπιστώσῃ, ὅτι εἶναι ἀληθῶς ἐλεήμων, ὅπως ἐλέγετο, ἔπραξε τὸ ἑξῆς.
Καθὼς διέβαινεν ὁ ἐλεήμων Ἡγούμενος, τὸν ἐσταμάτησε καὶ προσποιούμενος τοῦ εἶπεν
ὅτι ἡ γυνὴ του ἀσθενεῖ καὶ εἶχεν ἀνάγκην χρηματικῆς βοηθείας. Καὶ ὁ ἐλεήμων μετὰ
χαρᾶς ἐπλήρωσε τὸ αἴτημα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τὰ χρήματα, ἐφίλησε τὸ
χέρι τοῦ Ἡγουμένου καὶ ἀνεχώρησε. Μετὰ δέκα καὶ πλέον ἡμέρας ἔγινε τὸ ἴδιον. Ὁ
ζητῶν βοήθειαν εἶπεν εἰς τὸν διερχόμενον πατέρα Σεραφεὶμ ὅτι ἔχει πάλιν ἀνάγκην
χρημάτων πρὸς ἀγορὰν φαρμάκων. Καὶ ὁ Ἡγοὺμενος πάλιν τοῦ ἔδωκε. Τὸ αὐτὸ συνέβη
διὰ τρίτην φοράν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ ζητῶν εἶπεν ὅτι ἡ γυνὴ του ἔμεινεν εἰς τὸ
Νοσοκομεῖον καὶ ὑπῆρχε μεγαλυτέρα ἀνάγκη. Καὶ τότε ὁ πατὴρ Σεραφεὶμ τοῦ δίδει τὸ
πορτοφόλι του μὲ ὅλα τὰ χρήματα, ποῦ εἶχε! Τότε ὁ Ἄραψ ἐπιστρέφει ὅλα τὰ
χρήματα, ποὺ εἶχε πάρει ἀπ' ἀρχῆς, τοῦ ἀσπάζεται τὸ χέρι καὶ λέγει: «Καθάπερ ἠκούσαμεν, οὕτω καὶ εἴδαμεν»!
Ταῦτα ὡς γεῦσις τῶν ἀρετῶν τοῦ ἐλεήμονος Σεραφεὶμ, διότι ὑπάρχουσι καὶ ἄλλαι ἐπιδόσεις
ἐλεημοσύνης τούτου. Ὁ μοναχὸς Χρύσανθος πληροφορεῖ ὅτι ὁ πατὴρ Σεραφεὶμ
πολλάκις τοῦ ἔδιδε χρήματα καὶ μεταβαίνων εἰς Ἱερουσαλὴμ τὰ ἔδιδε ἐλεημοσύνην εἰς
πτωχὰς ἑλληνικὰς οἰκογενείας. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ἔδιδεν ἀπλόχερα καὶ γενναιόδωρα ἐλεημοσύνην
εἰς Ἀραβορθοδόξους τοῦ χωρίου τῆς Κοιλάδας τῶν Ποιμένων, ὡς καὶ ἱερὰς Κανδήλας καὶ ἁγίας εἰκόνας, αἱ ὁποῖαι εἰσήγοντο
ἐξ Ἑλλάδος διὰ τὰς ὀρθοδόξους οἰκογενείας. Ἕνεκεν τούτων τὸν ἀγαποῦσαν ὄχι
μόνον οἱ Χριστιανοί, ἀλλὰ καὶ Μουσουλμᾶνοι, καὶ οἱ πλησίον τῆς Ἱερᾶς Μονὴς τὸν ἐταύτιζον
μὲ τὸν Ἅγιον Σάββαν.
Καὶ ἐνῷ εἰς τοὺς ἔχοντας
ἀνάγκην λόγῳ πτωχείας ἔδιδεν, εἰς τὸν ἑαυτὸν του ὑλικὰ δὲν ἔδιδεν, ἐκτὸς τῶν ἀναγκαίων
πρὸς τὸ ζῆν καὶ τῶν ἁρμοζώντων εἰς τὸν ἀσκητικὸν βίον, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶχε γίνει
δευτέρα φύσις. Κρεββάτι π.χ. δὲν εἶχε καὶ ἐκοιμᾶτο ἐπάνω εἰς δύο ἐφαπτόμενα
ξύλινα κιβώτια σκεπασμένα μὲ κουβέστας. Καὶ τοῦτο κατὰ τὴν μοναστηριακὴν
παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Σάββα, τὴν ὁποίαν μαρτυρεῖ καὶ τὸ ἑξῆς ἱστορικὸν γεγονός. Τὸ
ἔτος 1864 ὁ Τσάρος τῆς Ρωσίας Νικόλαος, συνοδευόμενος ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων
Νικοδήμου, ἐζήτησε νὰ ἴδῃ τὸν Ἡγούμενον τῆς Ἱ. Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὁ ὁποῖος
μετὰ δυσκολίας τὸν ἐδέχθη εἰς τὸ κελλίον του. Καὶ ὅταν ὁ Τσάρος εἰσήλθεν εἰς αὐτό,
εἶδεν ὅτι εἶχε μόνον ψάθα ὅπου ἐκοιμᾶτο καὶ ἁπλοῦν δοχεῖον νεροῦ, καὶ ὀλίγα
βιβλία καὶ εἰκόνας. Καὶ τότε καὶ ὁ Τσάρος ἐξεφώνησε τὸ ἱστορικόν: «Καθάπερ ἡκούσαμεν, οὕτω καὶ εἴδομεν»[7]!
Καὶ ἐπιστρέφων εἰς Ρωσίαν ἔλεγε: «Πηγαίνετε
εἰς τὸν Ἅγιον Σάββαν, νὰ ἰδῆτε μοναχούς»!
Ὁ πατὴρ Σεραφείμ ὑπηρέτησε
τὴν Ἱ. Μονὴν τοῦ Ἁγίου Σάββα ὀγδοήκοντα τέσαρα ἔτη καὶ μετὰ τὰ ὀγδοήκοντα ἔτη τῆς
ζωῆς του ἦτο γερὸς καὶ δραστήριος, ὡς καὶ πρότερον. Καὶ ὅταν ἠρωτήθη ἐπ' αὐτοῦ ἀσκητὴς
τοῦ Ἁγίου Ὄρους, εἶπε: «Τὸν κρατεῖ ὁ Θεὸς,
διότι δὲν εὑρέθη ἀντικαταστάτης του»! Καὶ ὄντως, πολλάκις ἐκινδύνευσε καὶ ἡ
θεία Χάρις τὸν διέσωσε θαυματουργικῶς καὶ ἐντυπωσιακῶς.
ΘΑΥΜΑΤΑ
Τὸ ἔτος 1986 ἀρρώστησε
σοβαρῶς καὶ τὰ χέρια του ἕτρεμον συνεχῶς. Ἀλλ' ὅταν ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων
Μυστηρίων, ἐξάπλωσε εἰς τὴν κλίνην. Οἱ δὲ μοναχοί τῆς Ἱ. Μονῆς, ἐπειδὴ ἐνόμισαν
ὅτι έπέρχεται ὁ θάνατός του, ἐπῆγαν νὰ πάρουν τὴν εὐχὴν του καὶ νὰ ζητήσουν
συγχώρησιν. Καὶ ὅταν ὁ βοηθός τυπικάρης Χρύσανθος μετέβη νὰ τὸν ἴδῃ καὶ ἐκτύπησε
τῆν θύραν τοῦ κελλίου του, ὁ πατὴρ Σεραφεὶμ ἀπήντησεν: «εἶναι ἀνοικτή, παρακαλῶ περάσατε»! Τότε ὁ ἄρρωστος ἐζήτησε νὰ τὸν
χρίσουν μὲ ἔλαιον τοῦ κανδηλίου τοῦ ἱεροῦ σκήνους τοῦ Ἁγίου Σάββα. Μετὰ τὴν ἐπάλειψιν
ἐκοιμήθη εἰρηνικῶς καὶ ἐθεραπεύθη. Τὴν ἕκτην Ὀκτββρίου τοῦ ἔτους 1988 ὁ πατὴρ
Σεραφείμ ἦτο πολὺ ἄρρωστος καὶ ἀδυνατοῦσε νὰ λειτουργήσῃ. Ἀλλ' ὅταν προσηυχὴθη
εἰς τὸν ἐορτάζοντα τὴν ἡμέραν ἐκείνην Ἅγιον Κενδέαν, ἐθεραπεύθη καὶ ἐλειτούργησε.
Καὶ ἔκτοτε ἡ ἑορτὴ τοῦ θαυματουργοῦ τούτου Ἁγίου ἑορτάζεται εἰς τὴν Ἱ. Μονὴν
πανηγυρικῶς.
Ἐκτὸς
τούτων, μίαν νύκτα χειμῶνος ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἐξύπνησε τὸν πατέρα Σεραφεὶμ καὶ ἐμφανίσθεὶς
ὡς ἱπεὺς τοῦ εἶπε: «Σήκω κτύπησε τὴν καμπάναν νὰ ξυπνήσουν οἱ μοναχοί, διότι
μεγάλη βροχὴ ἔρχεται ἀπὸ τὰ γύρω ὄρη καὶ κινδυνεύουν νὰ πνιγοῦν. Καὶ διὰ τοῦ
θαύματος τούτου διεσώθησαν.
Πολλὰ δὲ εἶναι τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἔκαμεν ὁ ἴδιος διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου. Μία δὲ δαιμονιζομένη γυνὴ ἀπὸ τὴν Ραμάλαν, τὴν ὁποίαν ἐθεράπευσεν ὁ Κύριος διᾶ τοῦ πατρὸς Σεραφεὶμ, εὐγνωμονοῦσε τὸν Θεὸν διὰ προσφορᾶς τροφίμων, τὰ ὁποῖα ἔφερεν εἰς τὴν Ἱ. Μονὴν τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐπὶ ἔτη.
Ὡς
γνωστόν, ὅταν βαπτίζηται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ ὀρθόδοξον Βάπτισμα, λαμβάνει ὅλα τα
χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πλὴν τῆς Ἱερωσύνης, ἡ ὁποία δίδεται διὰ τοῦ
θείου Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης, λέγει ὁ Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης[8]. Καὶ ἐὰν
ὁ Χριστιανὸς κρατήσῃ τὴν ὁμολογία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἤτοι
τοῦ ''Πιστεύω'' καὶ τὴν καθαρότητα αὐτοῦ, ὁ Θεὸς ἐνεργοποιεῖ ἐκεῖνα τὰ θεῖα
χαρίσματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀναγκαῖα διὰ τὴν βοήθειαν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν οἰκοδομὴν
τῆς τῆς Ὀρθοδόξου τοῦ χριστοῦ Ἐκκλησίας. Τούτο ἐγίνετο καὶ εἰς τὸν πατέρα
Σεραφεὶμ, τὸ ὁποῖον ἀντελαμβάνοντο πολλοὶ.
Ὅταν π.χ. κάποιος Ὀρθόδοξος Ἱερεὺς ἐκ Καναδᾶ ἐξωμολογὴθη εἰς τὸν πατέρα Σεραφεὶμ,
ἀναχωρῶν ἐβόησεν: «Αὐτὸς ὁ Ἁγιος ἔχει
προορατικὸν χάρισμα»! Εἰς ἄλλο ἐξ Ἑλλάδος πρόσωπον ἐγνωσμένης εὐσεβείας, ποὺ
ἐξωμολογὴθη, ἀπεκάλυψεν, ὅτι τὸν συνοδεύουν, ὄχι εἷς, ἀλλὰ δύο φύλακες ἅγιοι ἄγγελοι.
ΝΟΥΘΕΣΙΑΙ
Ἐνουθέτει δὲ καὶ μὲ τὰς
κατωτέρω νουθεσίας:
«Ὅταν
πειραζώμεθα, νὰ μὴ αἰτιώμεθα τὸν αἴτιον, ἀλλὰ τὴν αἰτίαν ἁμαρτίαν».
«Πειρασμοὶ
καὶ νόσοι εἶναι τὰ φάρμακα, ποὺ μᾶς στέλλει ὁ Θεὸς διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς
μας».
«Τότε
νὰ λέγωμεν: κάτι κακὸν ἁμαρτίας ἔχω καὶ νοσῶ».
«Νὰ
προσευχόμεθα ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ἡμᾶς καὶ διωκόντων ἡμᾶς, ὅπῶς ἐντέλλεται ὁ
Κύριος».
Και πάλιν, «ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω»[9],
λέγει Κύριος».
Πρὸς υποψήφιον μοναχὸν:
«Νὰ ἀφήσης τὰς ψευδοεπιστήμας. Εἶναι τοῦ
Σατανᾶ».
Πρὸς δόκιμον μοναχὸν:
«Νὰ πηγαίνης νὰ βλέπῃς τὸν Χρύσανθον, καὶ
νὰ τὸν ἀκοῦς».
«Πρέπει
να μένωμεν μέχρι τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας. Διαφορετικά, κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
κρίσεως θὰ θεωρηθῶμεν, ὅπως ὁ Ἰούδας ὁ προδότης».
Προς Ἱερομόναχον τῶν Ἁγίων
Τόπων ποὺ ἐξέφραζε δυσαρέσκειαν, ἐπειδὴ δὲν ἐσπούδασε: «Μὴ ἀνησυχῇς, διότι πολλοὶ σήμερον, ἀντὶ νὰ σπουδάσουν,
παραμορφώνονται»!
«Ὁ
χειροτονούμενος Ἀρχιερεύς, ἤτοι Ἐπίσκοπος, αὐτόματως γίνεται Πνευματικός, δηλαδὴ
ἐξομολόγος, δίχως εὐχὴν».
«Εἶναι
ἀπαραίτητον ὁ ἐξομολόγος νὰ εἶναι νόμιμος. Δηαλαδὴ ὀρθόδοξος καὶ νὰ ἔχῃ λάβει τὴν
εὐχὴν τοῦ Πνευματικοῦ. Τότε, ἄν εἶναι Ἱερεύς ἤ Ἀρχιμανδρίτης ἤ Ἐπίσκοπος δὲν ἔχει
καμμίαν διαφορὰν πρὸς τὸ Μυστήριον».
«Ὁ
ἐξομολογούμενος κάμνει τὸν καλὸν Πνευματικὸν μὲ τὴν καθαρὰν ἐξομολόγησιν».
«Ἀναλόγως
τῆς πίστεως τοῦ ἐξομολογουμένου ὁ Θεὸς θέτει εἰς τὸν νοῦν καὶ τὸ στόμα τοῦ
Πνευματικοῦ τὰς ἀπαντήσεις».
Ἔλεγε δὲ εἰς
γερόντισσαν, ὅταν εὐρίσκετο εἰς Κύπρον, ἄν δύναται κατ' οἰκονομίαν νὰ ἐκκλησιάζηται
μὲ τὸ νέον ἑορτολόγιον, ἀλλὰ νὰ κοινωνῇ κατ' ἀκρίβειαν μὲ τὸ πατροπαράδοτον. Θεῖος
νόμος: «Στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις, ἅς ἐδιδάχθητε, εἴτε διὰ λόγου εἴτε
δι' ἐπιστολῆς ἡμῶν»[10].
Συνεπὴς πρὸς τὰ ἀνωτέρω
ὁ πατὴρ Σεραφείμ, προσεπάθει νὰ δώσῃ καὶ πρακτικὸν παράδειγμα, πῶς πρέπει νὰ
βιώνηται ἡ μοναχικὴ ἀγγελικὴ ζωή, καὶ ὅταν ἀκόμη ἦτο ὀγδοήκοντα καὶ πλέον ἐτῶν.
Ὀρθόδοξος π.χ. παράδοσις τῆς Ἱ. Μονῆς εἶναι, καθείς, ποὺ πλησιάζει τὴν εἴσοδὸν
της, να γίνηται δεκτὸς καὶ νὰ τοῦ προσφέρηται φιλοξενίαν, ὡς νὰ ἔχῃ σταλῇ ἀπὸ τὸν
ἴδιον τὸν Χριστὸν. Ὑπάρχουσι δὲ περιπτώσεις, ποὺ ἡ Ἱ. Μονὴ ἔχει πολλοὺς ἐπισκέπτας,
καὶ τὸ διακόνημα τοῦ Ἀρχοντάρη, ὁ ὁποῖος τοὺς δέχεται καὶ τοὺς φιλοξενεῖ, εἶναι
κοπιαστικώτατον. Τοῦτο συνέβη κάποτε μὲ τὸν Ἁγιοσαββαΐτην μοναχόν Χρύσανθον, ὁ ὁποῖος
διακονῶν ὡς Ἀρχοντάρης εξυντλήθη (λόγω λειψανδρείας). Τότε ἐζήτησεν ἀπὸ τὸν
πατέρα Σεραφείμ ἄδειαν νὰ ἀπαυθῇ[11] ὀλίγον
πρὶν τὸν ἑσπερινόν. Ἡ ἄδεια ἐδόθη καὶ ἀπεσύρθη εἰς τὸ κελλίον του, ἀλλὰ ἀντικαταστάτης
δὲν ὑπήρχε. Καὶ τότε ὁ ὑπέργηρος Ἡγούμενος Σεραφείμ εἰργάσθη ὁ ἴδιος τὸ ἔργον
τοῦ Ἀρχοντάρη. Δὲν ἤθελε νὰ μὴν ἀνοίγῃ ἡ θύρα τῆς Ἱ. Μονῆς εἰς τοὺς
προσέρχομένους, μήπως ὁ Θεὸς κλείσῃ τὴν θύραν τοῦ Παραδείσου εἰς τοὺς ὑπαίτιους
τούτου μοναχούς. Καὶ ὅτε ὁ Ἀρχοντάρης ἐπανήλθεν εἰς τὸ διακόνημά του, εἶδεν ὅτι
αὐτὸς ὁ ὑπερῆλιξ Ἡγούμενος ἠσχολείτο μὲ τὸ νὰ ἀνεβαίνῃ τὴν μεγάλην κλίμακα [12] διὰ νὰ ἀνοίξῃ
τὴν ἐξώπορταν τῆς Ἱ. Μονῆς καὶ νὰ φιλοξενῇ τοὺς ἐπισκέπτας ἀπὸ τοῦ καφὲ ἕως τοῦ
γεύματος. Καὶ ταῦτα πρὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ, τὸν ὁποίον ἐτέλεσε ἐν συνεχείᾳ. Δηλαδὴ, «ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ» ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος
τοῦ σταυρωθέντος Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν τῶν ἀνθρώπων σωτηρίαν [13].
Ὁ πατὴρ Σεραφεὶμ
παρέδιδεν εἰς τοὺς νεωτέρους μοναχούς ὅ,τι παρέλαβεν ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους, καὶ
ὅῶς τὸ παρέλαβε. Καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν καὶ τὴν μοναχικήν ζωήν καὶ τὰ
μοναστηριακὰ ἔθιμα καὶ τὰς ἱερὰς ἀκολουθίας καὶ τὰς ἐορτὰς καὶ αὐτὰ τὰ κτίρια,
καὶ ὅλα τὰ ἄλλα. Διότι αὐτὴ ἦτο ἡ παράδοσις τῆς Ἱ. Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου
καὶ δι' αὐτῆς τῆς Παραδόσεως αὕτη διετηρήθη ἐπὶ αἰῶνας, ὅπως ἐκτίσθη καὶ
παρεδόθη ἀπὸ τὸν Ἅγιον. Καὶ αὐτὸ εἶπεν ἡ Παναγία Θεοτόκος, ὅτι δηλαδὴ αὔτη ἡ Ἱερὰ
Μονὴ θὰ διατηρηθῇ ὅπως ἐκτίσθη ἕως τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Διὰ τοῦτο
ὁ πατὴρ Σεραφεὶμ ἔλεγεν εἰς τὸν Ἁγιοσαββαΐτην μοναχὸν Χρύσανθον. Νομίζεις ὅτι δὲν
ἠμπορῶ νὰ ἀγοράσω αὐτοκίνητον διὰ τὴν Μονὴν; Ἄν τὸ πάρω, θὰ χάσω τὸν καλόγερον.
Θα γίνῃ ταξιτζῆς, πότε ἐδῶ, πότε ἐκεῖ, ἀπὸ τὸ λιμάνι τῆς χαϊφας εἰς τὸ ἀεροδρόμιον
τοῦ Τὲλ Ἀβίβ, καὶ ἀλλοῦ. Ἐνῷ τώρα διὰ τὰς ἀνάγκας μας ἐξυπηρετοῦν πτωχοὶ ἄνθρωποι
ἀπὸ τὸ Χωρίον τῶν Ποιμένων, καὶ κάμνομεν καὶ ἐλεημοσύνην. Καὶ διὰ να εἶναι οἱ
μοναχοὶ ἀπερίσπαστοι καὶ ἀφωσιωμένοι εἰς τὰ πνευματικὰ μοναχικὰ των καθήκοντα,
τὰ ἀναγκαῖα τρόφιμα στέλλονται ἑβδομαδιαίως ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖον, κατὰ τοὺς Ἱεροὺς
Κανόνας τῆς Ὀρθοδοξίας [14]. Εἰς τὴν
Ἱ. Μονὴν τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐπὶ ᾶτρὸς Σεραφεὶμ οὔτε τηλέφωνον ὑπήρχε, καθὼς καὶ
παλαιότερον. Καὶ ὅταν ἔκτιζε τὸν τρισυπόστατον Ἱ. Ναὸν εἰς τὴν Κοιλάδα τῶν
Ποιμένων, καὶ ἔπρεπε κατὰ διαστήματα νὰ ἐπιβλέπῃ τὰς ἐργασίας καὶ νὰ κάμνῃ τὰς
πληρωμάς, μετέβαινεν ἐκεῖ ἐκ τῆς Ἱ.
Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα δι' αὐτοκινήτων
μεταφερόντων προσκυνητάς. Καὶ αἱ ἐργασίαι ἐγίνοντο καὶ
ἡ
Ἱ.
Παράδοσις ἐτηρεῖτο καὶ ἡ θεία εὐλογία ἐδίδετο
[15] .
[1] Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου,
δ΄, 7.
[2] Κ΄ Ψαλμοῦ, 1
[3] Ἀποστόλου Παύλου, Ρωμ. ιβ΄,
19.
[4] Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ χρυσοστόμου, PG.
60, 611.
[5] Λουκά, ΚΔ΄, 13-35
[6] Ἀποστόλου Παύλου, Ρωμ. ιβ΄, 19.
[7] Τὸ ὁποῖον διαδιδὲν ἐγνώριζε καὶ
ὁ Ἄραψ, καὶ ὡς ἐλέχθη, καὶ ἐξεφώνησεν καὶ αυτὸς.
[8] PG. 155, 229
[9] Απ. Π. Ρωμ. ιβ΄ 19
[10] Ἀποστόλου Παύλου, Β΄ Θεσσαλ.
β΄,15.
[11] ἀναπαυθῆ
[12] 58 σκαλιά
[13] Ἀποστόλου Παύλου, Β΄ Κορινθ.
ια΄, 27
[14] Δ΄ Ἱ. Κανόνος Δ΄ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς
Συνόδου.
[15] Ἔλεγεν ''Ἐὰν εἶναι Θέλημα Θεοῦ,
νὰ πὰω σήμερον εἰς τοὺς Ποιμένες (μετόχιον), δηλ. ἡ Παναγία καὶ ὁ Ἁγιος Σάββας,
θὰ στείλουν αὐτοκίνητον. Ἐὰν ὄχι, αὔριο, μεθαύριον... καὶ ἔτσι ὅταν κτυπούσε ἡ
καμπάνα ἔβαζε τὸ πετραχήλιον καὶ ἔκανεν τὰς Ἱ. Ἀκολουθίας ξεχνώντας τὸ
μετόχιον.
ΠΗΓΗ: Εκ των χειρογράφων του μακαριστού Αριστοτέλους Δελήμπαση. Πληκτρολόγηση, επεξεργασία, και δημοσίευση στο διαδίκτυο: EN TOYTΩ ΝΙΚΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου