Ο π. Χαρίτων, πατριαρχικός επίτροπος στην Γκόμα, περιγράφει την περιπέτεια μιας γυναίκας από το Κονγκό που με τη βοήθεια της εκκλησίας κατάφερε να αποκαταστήσει την τιμή της. Το AIDS, η εγκυμοσύνη, η πορνεία, η μετάνοια και το τέλος.
Μια βάπτιση που φανερώνει τα παράδοξα που χωρούν στην Εκκλησία μας
Υπάρχουν άνθρωποι σπουδαίοι, για τους οποίους δεν μιλάει κανείς και ίσως να είναι άγιοι που δεν τους έγραψε κανένα συναξάρι. Η Γεωργία, η ιερόδουλος από το Κονγκό, δεν θα μπορούσε να καυχηθεί για τις αρετές της. Ήταν μια διαλυμένη ύπαρξη και ήξερε ότι είχε γίνει ένα κουρέλι εξαιτίας της ζωής που έκανε. Αυτό που την ξεχωρίζει από ιστορίες παρόμοιων ανθρώπων, είναι ότι έστω και την τελευταία στιγμή της ζωής της στην γη «εξέπληξε τους Αγγέλους», όπως έχει γραφτεί σ’ έναν ύμνο, για την Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Η ιστορία της Γεωργίας και το τέλος της είναι από τις αποδείξεις πως η Εκκλησία χωράει και τα παράδοξα.
Μιλήσαμε με τον πατέρα Χαρίτωνα Μusungayi, Ιερέα και Πατριαρχικό επίτροπο στην Γκόμα του Κονγκό, έναν ευαίσθητο ποιμένα που δεν έφυγε ούτε στιγμή από τους ενορίτες του, όταν κινδύνεψαν από τη λάβα του ηφαιστείου Νιραγκόνγκο, που κατέστρεψε σχεδόν όλα τα σπίτια στην Γκόμα και δημιούργησε ένα τσουνάμι προσφύγων. Ο πατήρ Χαρίτων συναντά καθημερινά ανθρώπους που παλεύουν να επιβιώσουν με πενιχρά μέσα, πάμφτωχους και ταλαιπωρημένους και τους συντρέχει ηθικά και υλικά. Υπάρχουν κάποιοι από αυτούς, που η θύμησή τους ζυγίζει στην καρδιά του βαρύτερα. Όπως η μνήμη της Γεωργίας. Μας περιγράφει την ημέρα που τη συνάντησε και μας κάνει κοινωνούς ενός παράδοξου Αφρικανικού συναξαριού:
«Κάθε χρόνο στη γιορτή της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, τη Μεγάλη Σαρακοστή, έρχεται στο μυαλό μου η Γεωργία, μια γυναίκα η οποία έχει αγιάσει.
Ένα απόγευμα που ξεκουραζόμουν στην αυλή της ιεραποστολής, στην Κανάγκα, ήρθε ο φύλακας και μου είπε πως με ψάχνει μια κυρία στην πύλη. Εγώ σκέφτηκα ότι ήταν πλέον αργά και οι ώρες του επισκεπτηρίου είχαν περάσει, οπότε αρνήθηκα να τη δω. Η γυναίκα όμως επέμενε να με δει. Εν τέλει πήγα ο ίδιος στην πύλη και αντίκρισα μια παράξενη γυναίκα, που δεν την είχα δει ποτέ και η οποία επιθυμούσε να της διαβάσω μια ευχή. Ανοίξαμε τον ναό, μπήκαμε μέσα και της διάβασα την ευχή, χωρίς η ίδια να μου πει τον λόγο για τον οποίο τη ζητούσε. Ταυτόχρονα φαινόταν κάπως θυμωμένη, χωρίς να έχει διάθεση να μου μιλήσει γι’ αυτό. Καθώς έφευγε, της πρότεινα την επόμενη φορά να έρχεται νωρίτερα. Παρόλα αυτά την επόμενη φορά, μετά από 2-3 ημέρες, πάλι ήρθε αργοπορημένη. Ξαναπήγα στην πύλη και την ρώτησα γιατί είχε έρθει αργοπορημένη. Χωρίς να πάρω απάντηση, κατευθυνθήκαμε στην εκκλησία να της διαβάσω την ευχή. Ύστερα, πριν φύγει, της εξήγησα πως κανονικά δεν ανοίγουμε την πύλη μετά την δύση του ήλιου, γιατί αυτός είναι ο κανονισμός του κλιμακίου».
Η Γεωργία επέμενε, και μετά τις εξηγήσεις του ιερέα, να επισκέπτεται τον ιεραποστολικό χώρο πάντα σε ακατάλληλη ώρα. Εκείνος δεν μπορούσε να της αρνηθεί και εξακολουθούσε να της διαβάζει την ευχή. Το γεγονός ότι ο ιερέας δεν ζητούσε εξηγήσεις, την απελευθέρωσε, πήρε θάρρος και μια μέρα αποφάσισε να του μιλήσει. Ο πατήρ Χαρίτων συνεχίζει τη διήγησή του:
«Καθώς τελειώσαμε μου ζήτησε να καθίσω και ξεκίνησε να μου κάνει ερωτήσεις.
- Με φοβάστε;
- Όχι παιδί μου δεν σε φοβάμαι, αλλιώς δεν θα ερχόμουν κάθε φορά που με ζητάς.
- Με γνωρίζετε;
Αφού της απάντησα πως δεν την ξέρω, μου ανακοίνωσε ότι ήταν μια πόρνη και πως την πρώτη φορά που είχε επισκεφθεί το ναό, είχε πάει με τη σκέψη να παρακαλέσει τον Θεό να πάνε καλά οι δουλειές της. Εκείνο ακριβώς το βράδυ, αντίθετα με την ευχή της και την προσδοκία της, τα πόδια της δεν την οδήγησαν στο δρόμο για να βρει πελάτες. Κατευθύνθηκε μηχανικά στο σπίτι της. Μου είπε πως η ευχή του ιερέα την οδηγούσε στην καλύβα της. Ένιωσε απελευθερωμένη από τις αμαρτίες της και παρόλο που δεν υπήρχε ίχνος φαγητού στο σπίτι, δεν βγήκε για να ψάξει κάτι να φάει για 3 ολόκληρες ημέρες. Αυτός ήταν και ο λόγος που ξαναερχόταν. Ένιωθε πως έφευγε αυτό το άσχημο βάρος από μέσα της, ησύχαζε και ξεκουραζόταν».
Η Γεωργία, παρακάλεσε τον ιερέα να μη σταματήσει να της διαβάζει την ευχή και του εξομολογήθηκε την αιτία που την έφερε στο επάγγελμα της ιερόδουλης. Ο πατήρ Χαρίτων μας μεταφέρει μέρος της διήγησής της, που αφορά στα πρώτα της βήματα, όταν ήταν ακόμη νεαρό κορίτσι:
«Οι γονείς της Γεωργίας, όταν ήταν μικρή, την είχαν πετάξει από το σπίτι, στο χωριό, επειδή είχε μείνει έγκυος. Της αγόρασαν ένα εισιτήριο λεωφορείου και την έστειλαν στην πόλη. Εδώ στην πόλη, η ζωή της άλλαξε τελείως. Δεν είχε τρόπο να ζήσει, δεν είχε κανέναν να τη βοηθήσει, ούτε σπίτι να μείνει, ούτε καν να βρει λίγο φαγητό. Έτσι έγινε ιερόδουλη. Όμως κάποτε ένιωσε άρρωστη και άρχισε να αδυνατίζει. Ύστερα από κάποιες εξετάσεις, διαπίστωσε ότι έχει διαγνωσθεί με Αids. Γέννησε το μωρό της με τον φόβο ότι ίσως έχει προσβληθεί και εκείνο από την θανατηφόρα ασθένεια».
Όταν η Γεωργία μιλούσε για, την πικρή ζωή της στον πατέρα Χαρίτωνα, η κόρη της είχε κλείσει τα εννιά χρόνια. Ωστόσο, η μητέρα δεν ήθελε να κάνει στην μικρή τις απαραίτητες εξετάσεις για να διαπιστώσει αν και το παιδι της είχε προσβληθεί από Aids. Είχε αποδεχθεί τον ερχομό του δικού της θανάτου, αλλά δεν μπορούσε να διαχειριστεί την πιθανή διάγνωση της κόρης της. Ο πατήρ Χαρίτων δεν μπορούσε παρά να παραδοθεί στην προσπάθεια να παρηγορήσει την γυναίκα. Η διδασκαλία του Χριστού τον καθοδηγούσε, αφού κι Αυτός μιλούσε σε παρόμοιες γυναίκες:
«Της απάντησα πως μπορεί να έρχεται, όποτε θέλει και εγώ θα είμαι στη διάθεσή της. Για πρώτη φορά έσκυψε το κεφάλι της και έφυγε. Έπειτα, ενώ περίμενα τον ερχομό της, δεν την ξαναείδα ούτε εγώ, αλλά ούτε και ο φύλακας που την έβλεπε συχνά στον δρόμο. Ώσπου πέρασαν 5-6 μήνες και μια μέρα με κάλεσαν τηλεφωνικά κάποιες γυναίκες από το χωριό και με παρακάλεσαν να επισκεφτώ ένα σπίτι. Όταν έφτασα αντίκρισα μια γυναίκα άρρωστη στο κρεβάτι, η οποία μιλούσε με δυσκολία. Δεν την αναγνώρισα. Ήθελε να βαπτιστεί. Ήταν η Γεωργία. Κάναμε τα απαραίτητα και σε λίγο καιρό, αφού την βαφτίσαμε και πήρε το όνομα Γεωργία, την κοινωνήσαμε και μοιραστήκαμε όλοι πολλή χαρά. Αργότερα, μου είπε πως όταν πεθάνει θέλει να έχει πάνω της μόνο αυτό το άσπρο φόρεμα της βάπτισης, δηλαδή τον χιτώνα και τον σταυρό της».
Το τέλος της ήρθε τόσο σύντομα, που θυμίζει παρόμοιες ιστορίες βαθιάς μετάνοιας από το Γεροντικό. Ο πατήρ Χαρίτων δεν άντεχε να τελέσει την ακολουθία της κηδείας, μια μέρα μετά την βάπτισή της από τα χέρια του. Μας περιγράφει:
«Μια γυναίκα από το χωριό, που συμπονούσε την Γεωργία και τη βοηθούσε στην ασθένειά της, μας είπε πως την επόμενη μέρα από την βάπτιση της, παρακάλεσε να τη μεταφέρουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Με την βοήθεια κάποιων ανδρών την κουβάλησαν με το κρεβάτι έως την εκκλησία. Προσευχήθηκε και μετά την επέστρεψαν στο καλύβι της. Την επόμενη μέρα το πρωί, μετά τον όρθρο ήρθε λυπημένη η συγχωριανή της και μου ανακοίνωσε ότι η Γεωργία είχε πλέον πεθάνει. Όπως το επιθυμούσε, αφού την έπλυνε, της φόρεσε μόνο το άσπρο φόρεμα της βάπτισης και τον σταυρό της.
Εγώ είχα μείνει άφωνος, καθώς μόλις το προηγούμενο απόγευμα την είχα βαφτίσει. Δεν μπορούσα, δεν άντεχα να τελέσω ο ίδιος την ακολουθία της κηδείας και ζήτησα από τον Δεσπότη να κάνει άλλος ιερέας την ακολουθία. Ο Θεός της έδωσε, λίγο πριν τον θάνατό της, μια τελείως διαφορετική εικόνα από αυτήν που είχαν συνηθίσει οι άνθρωποι που την ήξεραν. Το πρόσωπό της ήταν ιλαρό και αθώο. Ξεπλυμένο από τη μετάνοιά της».
Τι απέγινε όμως η κόρη της Γεωργίας; Ο πατήρ Χαρίτων ρωτούσε συχνά τα επόμενα χρόνια τους ενορίτες του, αν είχαν ακούσει κάποια είδηση για τη μικρή. Τους είχε παρακαλέσει να τον ειδοποιήσουν σε κάθε περίπτωση. Η απροσδόκητη συνάντησή του με την κόρη της Γεωργίας δεν παύει να τον εκπλήσσει και νιώθει την Άνωθεν παρέμβαση. Μας περιγράφει:
«Μετά από χρόνια, μια μέρα, σκεπτόμενος τη Γεωργία, μετάνιωσα που δεν την είχα τραβήξει κάποια φωτογραφία για να τη θυμάμαι. Δεν ξέρω αν ήταν ή όχι σύμπτωση, αλλά την ακριβώς επόμενη μέρα, ήρθε στην εκκλησία μια γυναίκα και μου ανέφερε την ύπαρξη της κόρης της Γεωργίας. Εγώ θυμήθηκα την ανησυχία της Γεωργίας για το αν θα ζούσε η κόρη της, σε περίπτωση που είχε μολυνθεί από το Aids. Η γυναίκα συνέχισε και μου είπε πως η κόρη της Γεωργίας είναι πλέον 15 ετών και είχε πρόσφατα φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Αφότου όμως γέννησε στο νοσοκομείο την κορούλα της, αναγκάστηκε να μείνει ήδη 1 μήνα εκεί, καθώς δεν της επέτρεψαν να φύγει, διότι δεν είχε λεφτά να πληρώσει τα νοσήλια.
Εγώ ήμουν λίγο δύσπιστος, αν όντως ήταν η κόρη της Γεωργίας, αλλά την επόμενη μέρα ήρθε μια νέα γυναίκα με το όνομα Ναομί, η οποία έμοιαζε στην Γεωργία και αποτελούσε φωτοαντίγραφο της μητέρας της. Μου εξήγησε και η ίδια την κατάστασή της και πως παρακάλεσε το προσωπικό του νοσοκομείου να την αφήσουν να πάει να βρει κάποιον που μπορεί να βοηθήσει να βρεθούν τα χρήματα για να πάρει το μωρό της. Και έτσι έγινε, άφησε το μωρό στο νοσοκομείο και κατέληξε στο χώρο της ιεραποστολής. Εγώ με την βοήθεια άλλων ανθρώπων και με μεγάλη χαρά πήγαμε στο νοσοκομείο και διαχειριστήκαμε την κατάσταση, με αποτέλεσμα να αφήσουν την νεαρή Ναομί και την κόρη της να φύγουν».
Η Ναομί μετά την βοήθεια του ιερέα να πάρει πίσω το παιδί της, έμαθε την σχέση που είχε η μητέρα της με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ένιωσε πως ίσως να υπάρχει ένας τρόπος να γλυτώσει από την ορφάνια της και τα βήματά της την οδήγησαν μετά από λίγες μέρες στο κατώφλι του κλιμακίου της Ιεραποστολής. Εντυπωσιασμένος από την τροπή των γεγονότων, ο πατήρ Χαρίτων εκδηλώνει τα συναισθήματά του:
«Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που ξαναείδα τη Ναομί αγκαλιά με την κόρη της στην εκκλησία, μετά από μερικές ημέρες. Μου εξομολογήθηκε πως ήθελε να βαπτιστεί η ίδια και να βαπτίσει και την κόρη της, αφότου έμαθε ότι σε αυτό το μέρος βαφτίστηκε και πέθανε η μητέρα της. Προγραμματίσαμε την ημέρα της βάπτισης και σκέφτηκα πως αυτή την φορά θα πάρω σίγουρα φωτογραφίες. Η συνέχεια της ιστορίας είμαι σίγουρος πως θα έδινε μεγάλη χαρά στην Γεωργία».
Η ιστορία της Γεωργίας και της εύρεσης της κόρης της μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα στην περιοχή και θαύμασαν οι άνθρωποι για την συγκυρία που τακτοποίησε τις ζωές τριών ανθρώπων. Η Εκκλησία έκανε ότι δεν είχαν κάνει οι γονείς της Γεωργίας. Δεν έδιωξε την Γεωργία, την έθαψε αφού την βάπτισε και έτσι αποκατέστησε την τιμή της. Ακόμη, περιμάζεψε και πήρε αγκαλιά και την κόρη και εγγονή της σκουπίζοντας τα δάκρυα της ορφάνιας τους με την βάπτιση τους.
Υ.Γ. Η μοναδική φωτογραφία της Γεωργίας στάλθηκε πριν λίγο καιρό στον πατέρα Χαρίτωνα, από μια Ελληνίδα του Ιεραποστολικού Κλιμακίου που την είχε τραβήξει την ημέρα κατά την οποία η Γεωργία είχε παρακαλέσει να την μεταφέρουν με το κρεβάτι της στην Εκκλησία. Ήταν μια ημέρα πριν κοιμηθεί.
__________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
Ορθόδοξη Αλήθεια, 05.01.2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου