Τον καιρό που ο Κολοκοτρώνης ήταν με το «Μαύρο Στόλο» κι είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των κουρσάρων στο Αιγαίο, έζησε καινούργια στέρηση και κινδύνους που τον ατσάλωσαν. Κάποτε που έμεινε μέρες χωρίς να φουμάρει, έσκισε το τσιμπούκι του, έξισε τη νικοτίνη από μέσα κι έφτιαξε μ’ αυτή τσιγάρο. Το αηδίασε:
-Όρσε μωρέ άνθρωπος, φώναξε, που θέλει να λευτερώσει τον τόπο του και δεν μπορεί να λευτερωθεί ο ίδιος από ένα συνήθιο. Θεέ μου συγχώραμε.
Πέταξε το τσιμπούκι και το τσιγάρο στη θάλασσα κι από τότε δεν ξανακάπνισε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου