Κυριακή 26 Ιουνίου 2022
Παρά την θάλασσα της Γαλιλαίας. +Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης.
ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 5ο)
ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΑΡΕΤΟΥ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ (+1985)
5. Το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης
Η αιτιοκρατία[1] και η ανάλυσή της. Η ψευδής και η αληθινή έννοια
της αναιτιοκρατίας. Η επιρροή στα κίνητρά μας και η ελευθερία επιλογής.
Η συνείδηση της ελευθερίας μας και το γεγονός της μετάνοιας.
Γνωρίζουμε ήδη ότι ένας άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του μόνο όταν είναι ελεύθερος να τις διαπράξει. Έχει όμως αυτή την πνευματική ελευθερία, την ελεύθερη βούληση, που υποτίθεται εδώ; Πρόσφατα, ένα δόγμα που ονομάζεται αιτιοκρατία (ντετερμινισμός) έχει εξαπλωθεί πολύ στην ανθρωπότητα. Οι οπαδοί αυτού του δόγματος – οι αιτιοκράτες (ντετερμινιστές) – δεν αναγνωρίζουν την ελεύθερη βούληση στον άνθρωπο. Υποστηρίζουν ότι σε κάθε πράξη ένα άτομο ενεργεί μόνο για εξωτερικούς λόγους. Σύμφωνα με τη διδασκαλία τους, ένα άτομο ενεργεί πάντα μόνο υπό την επίδραση κινήτρων και παρορμήσεων που δεν εξαρτώνται από αυτόν και συνήθως υπακούει στα ισχυρότερα από αυτά τα κίνητρα. Αυτοί οι μελετητές λένε: «Μας φαίνεται μόνο ότι ενεργούμε ελεύθερα, αυτό είναι αυταπάτη». Ο πασίγνωστος φιλόσοφος του 17ου αιώνα Σπινόζα[2] υπερασπίστηκε αυτή την άποψη. Για παράδειγμα, είπε για μια πεταμένη πέτρα ότι αν αυτή η πέτρα μπορούσε να σκεφτεί και να μιλήσει, θα έλεγε επίσης ότι πετάει και πέφτει στον τόπο που θέλει. Αλλά στην πραγματικότητα, πετάει μόνο επειδή κάποιος την πέταξε και πέφτει υπό την επίδραση της βαρύτητας.
Θα επιστρέψουμε σε αυτό το παράδειγμα παρακάτω. Προς το παρόν, ας σημειώσουμε το εξής. Το δόγμα που αντιτίθεται στην αιτιοκρατία και αναγνωρίζει την ελεύθερη βούληση σε ένα πρόσωπο, ονομάζεται αναιτιοκρατία (ιντετερμινισμός). Αυτή η διδασκαλία είναι αποδεκτή από τον Χριστιανισμό. Αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν ακραίοι αναιτιοκράτες (ιντετερμινιστές) των οποίων η διδασκαλία παίρνει έναν μονόπλευρο ψευδή χαρακτήρα. Λένε ότι η ελευθερία ενός ανθρώπου είναι η πλήρης δύναμή του να κάνει ό,τι ακριβώς θέλει. Έτσι, κατά την κατανόησή τους, η ελευθερία ενός ατόμου είναι η πλήρης αυθαιρεσία του, η πλήρης του εξουσία να ενεργεί σύμφωνα με οποιαδήποτε επιθυμία ή ιδιοτροπία. Οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές παρέσυραν και αιχμαλώτισαν ολόκληρο τον δύστυχο εξαπατημένο ρωσικό λαό με το ψεύτικο δόλωμα μιας τέτοιας «ελευθερίας» (ο Άγιος Απόστολος Πέτρος μιλάει για μια τέτοια «ελευθερία» στο Α΄ Πέτρ. β΄, 16[3] και στο Β΄ Πέτρ. β΄, 18-19[4]). Φυσικά, αυτό δεν είναι ελευθερία. Αυτό είναι κατάχρηση της ελευθερίας, μια διαστροφή της. Ο άνθρωπος δεν έχει απόλυτη, άνευ όρων ελευθερία· μια τέτοια υπέρτατη δημιουργική ελευθερία κατέχεται μόνο από τον Παντοδύναμο Θεό.
Σε αντίθεση με μια τέτοια ψευδή αναιτιοκρατία, η αληθής αναιτιοκρατία διδάσκει διαφορετικά. Η διδασκαλία της λέει ότι ένα πρόσωπο είναι αναμφίβολα υπό την επίδραση εξωτερικών κινήτρων και παρορμήσεων διαφόρων ειδών. Έτσι, για παράδειγμα, τον επηρεάζουν το περιβάλλον, οι συνθήκες διαβίωσης, η πολιτική κατάσταση, η εκπαίδευσή του, η πολιτιστική του ανάπτυξη κ.λπ. – όλα αυτά αντικατοπτρίζονται στα χαρακτηριστικά του ηθικού του χαρακτήρα. Σε αυτή την αναγνώριση ότι ένα πρόσωπο επηρεάζεται – και μερικές φορές πολύ έντονα – από διάφορα εξωτερικά κίνητρα και επιρροές, οι αναιτιοκράτες συμφωνούν με τους αιτιοκράτες. Αλλά υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά. Ενώ οι αιτιοκράτες λένε ότι ένα πρόσωπο ενεργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μόνο υπό την επίδραση των ισχυρότερων κινήτρων και δεν έχει ελευθερία, οι αναιτιοκράτες λένε ότι είναι πάντα ελεύθερο να επιλέξει οποιοδήποτε από αυτά τα κίνητρα. Αυτό το κίνητρο μπορεί να μην είναι καθόλου το ισχυρότερο, επιπλέον δε, ένας άνθρωπος μπορεί ακόμη και να προτιμά ένα κίνητρο που οι άλλοι άνθρωποι θα βρουν σαφώς ασύμφορο. Ένα παράδειγμα αυτού είναι το κατόρθωμα των Μαρτύρων, οι οποίοι φαίνονταν στους ειδωλολάτρες βασανιστές τους ως τρελοί που σκόπιμα κατέστρεψαν τον εαυτό τους. Έτσι, κατά την άποψη της αναιτιοκρατίας, η ανθρώπινη ελευθερία δεν είναι άνευ όρων δημιουργική ελευθερία, αλλά ελευθερία επιλογής, η ελευθερία της θέλησής μας να αποφασίζουμε αν θα ενεργούμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Ο Χριστιανισμός δέχεται ακριβώς μια τέτοια κατανόηση της ανθρώπινης ελευθερίας, συμφωνώντας με την αναιτιοκρατία. Εφαρμόζοντάς την στο ηθικό πεδίο, στο ζήτημα της πάλης μεταξύ αγαθού και πονηρού, μεταξύ αρετής και κακίας, ο Χριστιανισμός λέει ότι αυτή η ελευθερία του ανθρώπου είναι η ελευθερία της επιλογής μεταξύ του καλού και του κακού. Σύμφωνα με τον επιστημονικό και θεολογικό ορισμό «η ελευθερία της βούλησης είναι η ικανότητά μας να αυτοπροσδιοριζόμαστε σε σχέση με το καλό και το κακό, χωρίς εξάρτηση από κανέναν και από τίποτε».
Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε αμέσως το παράδειγμα του Σπινόζα για την πτώση της πέτρας. Είδαμε ότι ένας άνθρωπος έχει ελεύθερη βούληση με την έννοια ότι επιλέγει να ενεργήσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ο Σπινόζα θεωρεί ότι το πέταγμα μιας πέτρας είναι ανάλογο με τις ανθρώπινες πράξεις. Αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο εάν η πέτρα είχε την ελευθερία επιλογής – να πετάξει ή να μην πετάξει, να πέσει ή να μην πέσει. Αλλά η πέτρα προφανώς δεν έχει τέτοια ελευθερία, και επομένως αυτό το παράδειγμα δεν είναι καθόλου πειστικό…
Από αυτό φαίνεται και η ασυνέπεια της αιτιοκρατίας, που αρνείται την ελεύθερη βούληση. Πρώτον, ούτε ένας αιτιοκράτης στην πρακτική ζωή δεν εφαρμόζει τη διδασκαλία του. Και είναι ξεκάθαρο γιατί. Αν εξετάσεις τη ζωή από μια αυστηρά αιτιοκρατική σκοπιά, τότε κανείς δεν πρέπει να τιμωρηθεί – ούτε ένας τεμπέλης μαθητής για οκνηρία, ούτε ένας κλέφτης για κλοπή, ούτε ένας δολοφόνος κ.λπ., επειδή τάχα δεν έδρασαν ελεύθερα, αλλά ήταν μόνο σκλάβοι με αδύναμη θέληση, δεσμευμένοι στα εξωτερικά κίνητρα που τους πρόσταζαν και τους επηρέαζαν. Ένα παράλογο αλλά αρκετά συνεπές συμπέρασμα με την θεωρία της αιτιοκρατίας… Δεύτερον, η απόδειξη της ελεύθερης βούλησης είναι το γεγονός της γνωστής εμπειρίας της ψυχής, που λέγεται μετάνοια και είναι οικεία στον καθένα από προσωπική εμπειρία… Πού βασίζεται αυτό το αίσθημα της μετάνοιας; Ναι, είναι προφανές, ότι ένας μετανοημένος επιστρέφει νοερά στη στιγμή που διαπράττει την κακή του πράξη και θρηνεί την αμαρτία του, συνειδητοποιώντας ξεκάθαρα ότι θα μπορούσε να είχε ενεργήσει διαφορετικά, θα μπορούσε να έχει κάνει όχι κακό αλλά καλό. Προφανώς, μια τέτοια μετάνοια δεν θα μπορούσε να γίνει αν κάποιος δεν είχε ελεύθερη βούληση, αλλά ήταν αδύναμος σκλάβος εξωτερικών επιρροών. Σε αυτή την περίπτωση, δεν θα ήταν υπεύθυνος για την πράξη του …
Εμείς, οι Χριστιανοί, αναγνωρίζουμε τον άνθρωπο ως ηθικά ελεύθερο, που ελέγχει τη δική του θέληση και τις πράξεις του και, ως εκ τούτου, υπεύθυνο για αυτά ενώπιον της Αλήθειας του Θεού. Και αυτή η ελευθερία είναι το μεγαλύτερο δώρο που έδωσε στον άνθρωπο ο Θεός, ο Οποίος ζητά από αυτόν όχι μηχανική υπακοή, αλλά ελεύθερη υιική υπακοή της αγάπης. Και ο ίδιος ο Κύριος επιβεβαίωσε αυτή την ελευθερία λέγοντας: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι»[5], ενώ και στην Παλαιά Διαθήκη είπε μέσω του Προφήτη [Μωϋσή]: «Ἰδοὺ δέδωκα πρὸ προσώπου σου σήμερον τὴν ζωήν καὶ τὸν θάνατον, τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν. …ἔκλεξαι τὴν ζωὴν σύ, ἵνα ζήσῃς σὺ καὶ τὸ σπέρμα σου»[6].
[1] Αιτιοκρατία ή ντετερμινισμός είναι η θεωρία που παραδέχεται ότι όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο γίνονται σύμφωνα με κάποια αιτία, που την ακολουθεί αναγκαστικά πάντα το ίδιο αποτέλεσμα. Το αντίθετο της θεωρίας αυτής είναι η αναιτιοκρατία ή ιντετερμινισμός, θεωρία κατά την οποία η βούληση είναι ανεξάρτητη από αίτια ή ελατήρια.
[2] Μπαρούχ Σπινόζα (1632-1677). Διάσημος Ολλανδός φιλόσοφος εβραϊκής καταγωγής, ο οποίος για τις ουσιαστικά αθεϊστικές του απόψεις αφορίστηκε από την Συναγωγή από τους ομοθρήσκους του.
[3] «Ὡς ἐλεύθεροι, καὶ μὴ ὡς ἐπικάλυμμα ἔχοντες τῆς κακίας τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλ᾿ ὡς δοῦλοι Θεοῦ».
[4] «Ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους, ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι, αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάρχοντες τῆς φθορᾶς· ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται».
[5] Ματθ. ιϛ΄ 24.
[6] Δευτ. λ΄ 15, 19.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 2ο)
ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 3ο)
ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 4ο)
EΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙΕΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΕΙΡΑ ΘΑ ΕΧΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΑΠΟΔΕΧΤΕΙ ΤΟΥΣ ΛΟΑΤΚΙ.....
Βλέπουμε συνεχώς με διάφορα άρθρα, ειδήσεις, ομιλίες κ.α. να πιέζεται η κοινωνία παγκοσμίως να αποδεχτεί τους λεγομένους ΛΟΑΤΚΙ. Οι αντιδρώντες κάθε φορά και σε κάθε ζήτημα που πασάρεται από την λεγομένη Νέα Εποχή, χαρακτηρίζονται με κάποιο επίθετο. Τώρα ονομάζονται ''ομοφοβικοί''!
Φυσικά η Ν.Ε., θα συνεχίζει να κάνει το ίδιο, δηλαδή να παρουσιάζει διάφορους φονταμενταλιστές ως δήθεν παράδειγμα ''ομοφοβικών'' φανατικών χριστιανών, και αυτούς που παρουσιάζουν τα ορθά και επιστημονικά επιχειρήματα αντιλόγου, θα τους βάζει εις το περιθώριο χαρακτηρίζοντάς τους.
Η Εκκλησία θα θεραπεύσει την αμαρτία, ή θα την αποδεχτεί ως κάποιο δήθεν φυσιολογικό φαινόμενο εξέλιξης της εποχής μας; Θα τους αποδεχτεί ως αμαρτωλούς ανθρώπους οι οποίοι έχουν ανάγκη θεραπείας και αποκατάστασης ή το αντίθετο; Ήδη έχει αργήσει πολύ να ξεκαθαρίσει την θέση της και αυτό προβληματίζει αρκετά. Αν φτάσουμε στο σημείο η εκκλησία να αποδεχτεί και αυτό, τότε πιστεύουμε ότι πια φτάσαμε στο έσχατο πλέον στάδιο πτώσεως.
Ας θυμόμαστε ότι στόχος της Νέας Εποχής δεν είναι να αδειάσουν οι Εκκλησίες, αλλά να γεμίσουν με ανθρώπους που θα έχουν αλλοιωμένο φρόνημα....
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
«Οἱ δέ εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ»
Στήν περίοδο τῆς κλήσης τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου μᾶς μεταφέρει τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς Β´ Ματθαίου. Ὁ Κύριος περιδιαβαίνοντας τά παράλια τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας καλεῖ τόν ᾽Ανδρέα καί τόν ἀδελφό του Σίμωνα Πέτρο, καί λίγο ἀργότερα τόν ᾽Ιάκωβο καί τόν ἀδελφό του ᾽Ιωάννη, πού ἦταν ὅλοι ψαράδες, νά Τόν ἀκολουθήσουν, ὥστε νά γίνουν ἁλιεῖς τῶν ἀνθρώπων. «Δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Κι ἐκεῖνοι «εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν Αὐτῷ».
1. Ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ὁ ᾽Ιάκωβος καί ὁ ᾽Ιωάννης, ἀκολούθησαν τόν Χριστό ὄχι διότι ἐκεῖνοι Τόν διάλεξαν, μέσα στά πλαίσια ἴσως μίας μεταφυσικῆς ἀναζήτησής τους, ὥστε νά ἔχουν τήν καύχηση τῆς δικῆς τους πρωτοβουλίας, ἀλλά διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τούς διάλεξε καί τούς κάλεσε, ὅπως σέ ἄλλη περίπτωση τούς τό σημείωσε: ῾οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ᾽ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς᾽. Κι αὐτό σημαίνει πολύ περισσότερο ὅτι κανείς ἀπό μόνος του δέν ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, κανείς ἀπό μόνος του δηλαδή δέν γίνεται χριστιανός, ἄν δέν δεχθεῖ τήν κλήση ἀπό τόν Θεό, συνεπῶς ἄν δέν μπεῖ στόν ῾ζυγό᾽ τῆς ὑπακοῆς σ᾽ ᾽Εκεῖνον. ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽. Κι ἐννοοῦμε κλήση, ἡ ὁποία θά μιλήσει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι θά κρούσει ἁπλῶς τά τύμπανα τῶν αὐτιῶν του. ῾Πολλοί γάρ οἱ κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί᾽. Μέ ἄλλα λόγια μιλᾶμε γιά μία κλήση, ἡ ὁποία συναντᾶ τόν ἄνθρωπο σέ κατάσταση ἑτοιμότητας πρός ἀνταπόκριση, σέ κατάσταση δηλαδή ὡριμότητας γιά σχέση μέ τόν Θεό.
2. Πολύ συχνά, ἰδίως στό εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἡ κατάσταση αὐτή χαρακτηρίζεται ὡς ῾ὥρα᾽, πού προσδιορίζεται ἐπακριβῶς: εἶναι ἡ ὥρα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος κατέληγε σχεδόν πάντα τόν ὅποιο λόγο Του πρός τούς ἀνθρώπους μέ τήν ἐπισήμανση: ῾ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω᾽. ῏Ωτα βεβαίως πνευματικά καί ὄχι σωματικά. Εἶναι εὐνόητο λοιπόν ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ἦταν ἕτοιμοι νά κληθοῦν, διότι εἶχαν ἑτοιμαστεῖ γι᾽ αὐτό καί ἀπό τή δική τους τή διάθεση ἀναζήτησης καί ἀπό τόν μέχρι τότε δάσκαλό τους μέγα ᾽Ιωάννη Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἔργο τήν κλήση πρός μετάνοια τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἀναγγελία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία.
3. Ποιό τό χαρακηριστικό τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Πῶς διακρίνει κανείς τή γνησιότητα τῆς κλήσης Του ; Ὁ Κύριος ἀπαντᾶ: ῾ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων᾽. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Χριστοῦ δηλαδή ὁδηγεῖ ἀμέσως στό ἄνοιγμα πρός τόν συνάνθρωπο καί σέ ἱεραποστολική δράση. Δέν μπορεῖ εἰδικά ἕνας ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ νά εἶναι καί νά παραμένει ἀπόστολος, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀπέκτησε ἕνα ἀξίωμα πρός προσωπική ἀπόλαυσή του. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μία κοσμικοῦ τύπου κατανόηση τοῦ ἀξιώματος, πού ὁ Κύριος τό ἔλεγξε μέ ἰδιαίτερη βδελυγμία. ῾Οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν᾽. Ὁ Κύριος καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά Τόν ἀκολουθήσει, γιά νά ἀγκαλιάσει καί νά διακονήσει τόν συνάνθρωπό του μέ σκοπό τή σωτηρία του, πού σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος γίνεται συνεργός τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά σέ ὅλους τούς πιστούς Του, ἀνεξάρτητα ἀπό τό διακόνημα πού μπορεῖ νά ἔχουν ἀναλάβει: εἶναι μαθητές, ἀκολουθοῦν τόν Χριστό, στό βαθμό πού ἀγαποῦν μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους τόν ὅποιο συνάνθρωπό τους, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό τους. Διότι ῾ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν και μισῶν τόν πλησίον ψεύστής ἐστι᾽.
4. Κατανοεῖ κανείς ὅτι μία τέτοια κατάσταση ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Διότι συνήθως οἱ ἄνθρωποι, μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ χριστιανοῦ - συνέχεια τῆς ἀγάπης του πρός τόν Θεό - πού ἐκφράζεται πρωτίστως μέ τή συμπεριφορά του καί δευτερευόντως μέ τά λόγια του, ἀντιδροῦν καί ἐναντιώνονται, συχνά δέ τούς ὁδηγοῦν καί στό μαρτύριο. Ὁ Κύριος δέν ὑποσχέθηκε στούς ἀκολούθους Του δάφνες καί ροδοπέταλα. Τούς εἶπε ὅτι θά ὑποστοῦν βάσανα καί διωγμούς, ἀλλά μέ τόν τρόπο αὐτό θά παραμένουν ἑνωμένοι μέ ᾽Εκεῖνον καί θά βοηθοῦν οὐσιαστικά τούς ἀνθρώπους - ὅ,τι συνέβη δηλαδή καί στόν ῎Ιδιο: ῾ἰδού γάρ ἦλθε γιά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ᾽. ῾᾽Ιδού ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων᾽. ῾᾽Εν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἕξετε᾽. Καί κυρίως: ῾Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἡ χριστιανική πίστη δέν εἶναι πρός λαϊκή κατανάλωση καί δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνει τοῦ ῾συρμοῦ᾽. ᾽Απαιτεῖ γενναιότητα καί πραγματική ἀγάπη πρός τόν Χριστό, κάτι πού ἐξηγεῖ καί τή συρρίκνωσή της σέ στατιστικά στοιχεῖα παγκοσμίως.
5. Ποιές οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Στήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν παίρνουμε ἐπίσης τήν ἀπάντηση:
(α) ῾ἀφέντες τά δίκτυα᾽. Μπορεῖ καί ἀκολουθεῖ κανείς τόν Χριστό, ὅταν προβεῖ σέ ἀποταγή ὁποιουδήποτε στοιχείου τόν δένει μέ τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν αὐτό θεωρεῖται, κοσμικά, καλό. Τό ζητούμενο δηλαδή πάντοτε γιά τόν Χριστιανό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό αὐτό πού συνιστᾶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. ῎Αν τό θέλημα ᾽Εκείνου περνᾶ μέσα ἀπό τό ῾ἄφημα᾽ ἀκόμα καί τῆς δουλειᾶς του, τῶν πάντων καλύτερα - ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ θά ποῦν ἀλλοῦ οἱ ἀπόστολοι στόν Χριστό – τότε αὐτή εἶναι ἡ προτεραιότητα τοῦ πιστοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, ἄν κάτι μέ ῾δένει᾽ παθολογικά μέ τόν κόσμο, ὅσο κι ἄν θεωρεῖται κοντινό καί ἀπαραίτητο σέ μένα, πρέπει νά εἶμαι ἕτοιμος νά τό ἀφήσω. Κι αὐτή ἡ ἀποταγή πού γίνεται πρός χάρη τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ καί τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά ἔχω τή διάκριση νά καταλαβαίνω κάθε φορά ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
(β) ῾εὐθέως᾽, δηλαδή χωρίς ἀναβολή, ἀμέσως. Ὅταν μέ καλεῖ ὁ Θεός, ὅταν γνωρίζω τό ἅγιο θέλημά Του, ἀλλά ἀναβάλλω τήν ἀνταπόκρισή μου καί τήν ἐφαρμογή αὐτοῦ τοῦ θελήματος στή ζωή μου, ἀπό κεῖ καί πέρα ἀρχίζει ἡ εὐθύνη τῆς ἐναντίωσής μου στόν Θεό. Γίνομαι, κατά κάποιο τρόπο, θεομάχος, συνεπῶς θέτω ἐμπόδιο στήν αἴσθηση τῆς χάρης Του στήν ὕπαρξή μου. Καί συνήθως συμβαίνει τό ἑξῆς: διαρκῶς καί μεταθέτω τήν ἀπόφαση ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ γιά...ἀργότερα, ἄρα δέν Τόν ἀκολουθῶ ποτέ. ῞Ενα παλιό γνωμικό ἐπισημαίνει: ῾Ἡ ἀναβολή ὁδηγεῖ στή χώρα τοῦ ποτέ᾽. Ἡ κατάσταση αὐτή συνιστᾶ ἕνα ἐκ δεξιῶν λεγόμενο ὅπλο τοῦ διαβόλου. Δέν πολεμᾶ ὁ πονηρός κατευθεῖαν τόν πιστό, μέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέ ἀποδοχή τοῦ θελήματός Του, ἀλλά γιά ἀργότερα. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή, ἡ χριστιανική ζωή ἔχει τό στοιχεῖο τῆς ἀποφασιστικότητας. ῎Ανθρωπος πού ἔχει πειστεῖ γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί γιά τή σωτηρία πού προσφέρει ὡς ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό, δέν μπορεῖ νά ἀναβάλλει. ᾽Εκτός ἀπό τούς ἀποστόλους πού ἀνταποκρίθηκαν ἄμεσα, βλέπουμε τήν ἀμεσότητα ἀνταπόκρισης σέ ὅλους τούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι καί γι᾽ αὐτό ἅγιασαν. ᾽Εν προκειμένῳ ἄς θυμηθοῦμε καί τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος, μετά τή θαυμαστή συνάντησή του μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τήν ὥρα πού δίωκε τούς χριστιανούς στόν δρόμο τῆς Δαμασκοῦ, ἀμέσως ἀλλάζει ζωή, καί τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία, ἡ ὁποία μόλις καί αὐτή συνειδητοποιεῖ τήν κατάντια τῆς ζωῆς της καί ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια, ἀμέσως φεύγει γιά τήν ἔρημο, χωρίς ποτέ νά ἐπιστρέψει στόν κόσμο.