Νικολάου Μάννη
Πραγματικά μου είναι πολύ δυσάρεστο να προβαίνω σε αναίρεση θέσεων καλών και αγωνιστών πατέρων και αδελφών, όταν το μεγάλο πρόβλημα αυτή την στιγμή στην Εκκλησία είναι η Λερναία Ύδρα των αιρέσεων με τα κεφάλια του Οικουμενισμού, του Νεοπαπισμού Φαναρίου, του Επισκοποκεντρισμού, του Σεργιανισμού, αλλά και του Ακραίου Ζηλωτισμού.
Αναγκάζομαι όμως να το πράξω, χάριν της αλήθειας, και κατόπιν προτροπής πολλών πατέρων και αδελφών, με την ελπίδα να συντελέσω στη διόρθωση των αστοχιών, αλλά και να συνεισφέρω, το κατά δύναμιν, στην κατά Θεόν ενότητα, η οποία μόνο με αποδοχή των λαθών εκατέρωθεν μπορεί να επέλθει.
Ως γνωστόν, προ εξαετίας περίπου συνέταξα ένα κείμενο με το οποίο απαντούσα στις ενστάσεις κάποιων Νεοαποτειχισμένων οι οποίοι απέρριπταν, ως αποδεκτό ιστορικό προηγούμενο, την ύπαρξη δεύτερου Επισκόπου ή Συνόδου σε μία περιοχή χωρίς προηγουμένως να υπάρχει καθαίρεση του πρώτου. Στο κείμενο εκείνο (εδώ: http://krufo-sxoleio.blogspot.com/2016/08/blog-post_30.html ) παρέθεσα τρία παραδείγματα αναιρετικά της θέσης αυτής: α) την περίπτωση Ευαγρίου/Δημοφίλου στην Κωνσταντινούπολη, β) την περίπτωση Αγίου Μελετίου/Παυλίνου στην Αντιόχεια και γ) την περίπτωση της χειροτονίας νέας Ιεραρχίας στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Σχετικά προσφάτως ο αγαπητός Ιερομόναχος Ευγένιος εκ Καστανούσσας Σερρών προσπάθησε να αποδείξει ότι αυτά τα παραδείγματα όχι μόνο δεν στέκουν (χρησιμοποιώντας κάποια αντεπιχειρήματα, τα οποία θα δούμε στη συνέχεια), αλλά και όπου υπάρχει δεύτερος Επίσκοπος ή Σύνοδος στην ίδια περιοχή τότε αυτό σημαίνει Σχίσμα, δηλαδή απόσχιση από την Εκκλησία του Χριστού. Προχθές μάλιστα αναρτήθηκε και σχετικό βίντεο στο οποίο αναφέρεται και πάλι ο ίδιος (μαζί με τους συναγωνιστές του Γέροντα Σάββα, Γέροντα Αλύπιο και κ. Γεώργιο Βλαμάκη - γνωστούς σε μένα και λίαν αγαπητούς για το ήθος και τον αγώνα τους) στο θέμα αυτό (το βίντεο εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=7ZBgKHyRpe0). Θα ξεκινήσω από το τρίτο παράδειγμα (την περίπτωση της χειροτονίας νέας Ιεραρχίας στην Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία) στο οποίο και μόνο έχει δίκαιο ο π. Ευγένιος και λάθος εγώ. Συμφωνώ λοιπόν με τον π. Ευγένιο ότι το εν λόγω παράδειγμα δεν δικαιώνει την θέση μου, διότι όντως πριν γίνει η χειροτονία της νέας Ιεραρχίας (το 1620 από τον Ιεροσολύμων Θεοφάνη) είχε προηγηθεί η δίκαιη καθαίρεση των παραβατών Αρχιερέων (το 1596 από την Ορθόδοξο Σύνοδο της Βρέστης). Αυτό δεν το γνώριζα όταν συνέταξα το πρώτο άρθρο μου και ερευνώντας τα Πρακτικά της εν λόγω Συνόδου, που μετέπειτα εντόπισα, το επιβεβαίωσα.
Σχετικά όμως με το πρώτο και το δεύτερο παράδειγμα, ο π. Ευγένιος σφάλλει. Πριν αποδειχθεί αυτό θα ήθελα να τον ευχαριστήσω που μου έδωσε την δυνατότητα να ερευνήσω ακόμη καλύτερα το θέμα, αλλά και να εκφράσω την ευχή να αποδεχθεί και ο ίδιος το σφάλμα του, εφαρμόζοντας την δήλωσή του ότι τον ενδιαφέρει όντως η αλήθεια.
Σχετικά με την περίπτωση Ευαγρίου/Δημοφίλου, ο π. Ευγένιος ισχυρίζεται ότι ο Δημόφιλος ήταν ήδη καθηρημένος το 359 από την εν Αριμίνω Σύνοδο, ενώ η αποκατάστασή του δεν ισχύει για τους Ορθοδόξους και επομένως καλώς έπραξαν οι Ορθόδοξοι χειροτονώντας τον Ευάγριο διότι ο Δημόφιλος ήταν ήδη καθηρημένος.
Η άποψη αυτή όμως του π. Ευγενίου (ότι δεν υπάρχει αποκατάσταση του Δημοφίλου) αναιρείται πανηγυρικά από τα εξής:
α) από το ότι ως ενεργός Επίσκοπος Βεροίας (της Μακεδονίας) μετατέθηκε το 370 στην Κωνσταντινούπολη,
β) από την παρουσία του Ορθοδόξου Επισκόπου Ηρακλείας Θεοδώρου, ο οποίος ενθρόνισε τον Δημόφιλο (βλ. Φιλοστόργιου, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 65, 576!
γ) από την παραδοχή του ίδιου του Μεγάλου Βασιλείου ότι ο Δημόφιλος ήταν Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και μάλιστα, όπως έμαθε από τις διαδόσεις, αυτός τελικά υποκρινόταν τον ορθόδοξο και τον ευλαβή και είχε παρασύρει πολλούς· πουθενά μάλιστα εν αναφέρει ότι ο Δημόφιλος ήταν καθηρημένος (βλ. Επιστολή 48 προς Άγιο Ευσέβιο Σαμοσάτων, P.G. 32, 386)
Όταν μάλιστα πέθανε ο αυτοκράτορας Ουάλης (μέγας διώκτης των Ορθοδόξων) ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ως Επίσκοπος Σασίμων, ήρθε στις αρχές του 379 στην Κωνσταντινούπολη, και ποίμανε τους αληθινούς Ορθοδόξους ως παράλληλος Επίσκοπος στην ίδια πόλη προτού να καθαιρεθεί ο Δημόφιλος (αυτό συνέβη το 380 όταν η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος εξέλεξε τον νέο Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Άγιο Νεκτάριο, καθαιρώντας επίσης και τον άλλο παράλληλο Επίσκοπο που χειροτόνησαν οι Αλεξανδρινοί τον περίφημο Μάξιμο τον Κυνικό). Επομένως, για δεύτερη φορά μετά τον Ευάγριο, οι Ορθόδοξοι της Κωνσταντινουπόλεως δέχτηκαν παράλληλο Επίσκοπο χωρίς να έχει προηγηθεί καθαίρεση του Δημοφίλου.
Σχετικά με την δεύτερη περίπτωση (του λεγόμενου Αντιοχειανού σχίσματος) ο π. Ευγένιος ισχυρίζεται ότι η χειροτονία του Παυλίνου από τον Λουκίφερ Καλλάρεως ήταν αντικανονική και πως ο Άγιος Μελέτιος ήταν ο κανονικός Επίσκοπος. Σε αυτό βεβαίως δεν διαφωνούμε, αλλά αυτό αποτελεί μετάθεση του θέματος! Διότι το θέμα μας εδώ είναι η χειροτονία Επισκόπου στη θέση κάποιου άλλου ΠΡΟ της καθαιρέσεώς του. Και ερωτώ: Χειροτονήθηκε ως Επίσκοπος Αντιοχείας ο Παυλίνος, ενώ υπήρχε ήδη και ο επισήμως αναγνωρισμένος αρειανός επίσκοπος (Ευζώιος), αλλά και ένας Ορθόδοξος (ο Άγιος Μελέτιος), ναι ή όχι; Αναγνωρίσθηκε από τον Μέγα Αθανάσιο και εν γένει από τις Εκκλησίες της Αλεξανδρείας, της Ρώμης και της Δύσης, ναι ή όχι; Ε, λοιπόν το επιχείρημα ότι τάχα "ποτέ δεν συνέβη" καταρρίπτεται και όλα τα άλλα είναι περιττά ματαιολογήματα! Το μόνο που μπορεί να καταφέρει κάποιος με το πείσμα του σε αυτή την θέση είναι να παρουσιάσει τον Μέγα Αθανάσιο ως κοινωνικό με έναν σχισματικό. Ως σχισματικό όμως δεν θεωρούσε τον Παυλίνο ούτε καν ο Άγιος Μελέτιος ο οποίος του είχε προτείνει να ποιμάνουν από κοινού την Αντιόχεια (δύο Επίσκοποι στην ίδια πόλη!) μέχρι να κοιμηθεί ο ένας από τους δύο πρώτος! Ιδού τα λόγια του (σε μετάφραση): "Επειδή ο Κύριος έχει βάλει τη φροντίδα αυτών των προβάτων στα χέρια μου, και εσύ των υπολοίπων προβάτων έχεις αναλάβει την ευθύνη, κοινωνούν δε μεταξύ τους στην ευσέβεια, για αυτό, αγαπητέ μου φίλε, ας ενώσουμε τα ποίμνιά μας και ας τερματίσουμε τη διαμάχη μας για την ηγεσία τους. Και θρέφοντας τα πρόβατα μαζί, ας τα φροντίσουμε από κοινού. Εάν ο δεσποτικός θρόνος είναι η αιτία της διαμάχης, αυτή τη διαμάχη θα προσπαθήσω να την αποτρέψω. Σε αυτόν τον θρόνο θα βάλω το Ιερό Ευαγγέλιο και εμείς ας καθίσουμε εκατέρωθεν. Και αν είμαι εγώ ο πρώτος που θα πεθάνει, εσύ, φίλε μου, θα κρατήσεις την ηγεσία του ποιμνίου μόνος. Αν εσύ πεθάνεις πρώτος, τότε εγώ με τη σειρά μου, το κατά δύναμιν, θα φροντίζω τα πρόβατα" (βλ. Θεοδωρήτου Κύρρου, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 82, 1201).
Τί συμβαίνει εδώ, π. Ευγένιε; Δύο Επίσκοποι στην ίδια πόλη και παραβάτης των Κανόνων ο Άγιος Μελέτιος που το προτείνει; ***
Επιπροσθέτως, δράττομαι της ευκαιρίας να προσθέσω ακόμη τέσσερα παραδείγματα που δεν αναφέρθηκαν για το θέμα και τα οποία όχι μόνο επιβεβαιώνουν την αποδεκτή και ιστορικά μαρτυρούμενη ύπαρξη παραλλήλων Επισκόπων και Συνόδων, αλλά διαψεύδουν και την κατηγορία ότι η ύπαρξη αυτή δημιουργεί Σχίσμα, με την έννοια της απόσχισης από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία (δημιουργείται σχίσμα με την έννοια του ενδοεκκλησιαστικού διχασμού και μόνο):
Α. Δύο Επίσκοποι στη Ρώμη (Γ΄ αιώνας).
Το 217, μετά την κοίμηση του Πάπα Ζεφυρίνου, εκλέχτηκε νέος Πάπας ο Κάλλιστος, αλλά μια μερίδα της Εκκλησίας αντέδρασε, τον θεώρησε αιρετικό και ΧΩΡΙΣ να καθαιρεθεί πρώτα ο Κάλλιστος εξέλεξε Πάπα τον Άγιο Ιππόλυτο (είναι ο πρώτος Αντίπαπας της Εκκλησίας της Ρώμης). Η κατάσταση αυτή, με την ύπαρξη δύο Ορθοδόξων Επισκόπων, διήρκησε 17 χρόνια, δηλαδή και επί των διαδόχων του Αγίου Καλλίστου (μαρτύρησε το 222), Αγίου Ουρβανού (μαρτύρησε το 230) και Αγίου Ποντιανού. Ο τελευταίος εξορίστηκε στην Σαρδηνία μαζί με τον Άγιο Ιππόλυτο με τον οποίο επήλθε συμφιλίωση και άρση του διχασμού, ενώ αμέσως μετά (το 235) μαρτύρησαν αμφότεροι (Βλ. Βλασίου Φειδά, ό. π., σελ. 294-296 και Φιλαρέτου Βαφείδη, Εκκλησιαστική Ιστορία Α΄, Κωνσταντινούπολη, 1884, σελ. 115-116.
Β. Παράλληλοι Επίσκοποι στην Κωνσταντινούπολη (ΙΓ΄ αιώνας)
Το 1261 ο Άγιος Αρσένιος Αυτωρειανός, τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αφόρισε τον Μιχαήλ τον Η΄ Παλαιολόγο επειδή τύφλωσε τον νόμιμο ανήλικο διάδοχο του θρόνου τον Ιωάννη τον Δ΄ Λάσκαρι και σφετερίστηκε τον θρόνο γενόμενος επίορκος. Ο Μιχαήλ προσεταιρίστηκε σταδιακά την πλειοψηφία των μελών της Συνόδου, η οποία συνεκλήθη και "καθαίρεσε", αδίκως και με ψευδείς κατηγορίες, τον Άγιο Αρσένιο το έτος 1264. Η καθαίρεση προκάλεσε μέγα σχίσμα εντός της Τοπικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, μιας και πολλοί υποστηρικτές του Αγίου αποσχίστηκαν από την επίσημη Ιεραρχία και το νέο Πατριάρχη Γερμανό τον Γ΄ (πατρ. 1265-1266). Το ενδοεκκλησιαστικό αυτό σχίσμα ήταν τόσο μεγάλο ώστε "καὶ κατ᾿ οἰκίαν τοὺς ἐντὸς διῃρῆσθαι", κατά τον ιστορικό Παχυμέρη, ενώ συνεχίστηκε και επί του Αγίου Ιωσήφ του Α΄ του Γαλησιώτου (α΄ πατρ. 1266-1274, β΄ πατρ. 1282-1283). Το 1274 υπογράφεται η Ψευδένωση της Λυών, την οποία ο Άγιος Ιωσήφ αρνείται και στην θέση του τοποθετείται ο γνωστός λατινόφρονας Ιωάννης ο ΙΑ΄ ο Βέκκος (πατρ. 1274-1283). Οι ακόλουθοι του Αγίου Ιωσήφ, διακόπτουν την εκκλησιαστική κοινωνία με την επίσημη Ιεραρχία και πλέον στην Πόλη έχουμε τρεις μερίδες: τους "Ενωτικούς", που αποτελούσαν πλέον την "επίσημη Εκκλησία" και τις δύο μερίδες των Ορθοδόξων, τους "Αρσενιάτες" και τους "Ιωσηφίτες", οι οποίοι δεν κοινωνούσαν ούτε μεταξύ τους. Δηλαδή το 1274 μνημονεύονταν στην Πόλη τρεις Επίσκοποι, ένας αιρετικός, ο Βέκκος, που δεν είχε καθαιρεθεί ακόμη (καθαιρέθηκε το 1283) και τον μνημόνευαν οι "Ενωτικοί", και δύο Ορθόδοξοι, ο Άγιος Ιωσήφ που τον μνημόνευαν οι "Ιωσηφίτες" και ο εξόριστος Μητροπολίτης Σαρδέων Ανδρόνικος, που τον μνημόνευαν οι "Αρσενιάτες" κληρικοί (ο Σαρδέων Ανδρόνικος είχε αναλάβει την ποιμαντορία τους μετά την κοίμηση του Αγίου Αρσενίου του 1273).
Στον χώρο μάλιστα των "Αρσενιατών" δημιουργήθηκε πολυδιάσπαση, ώστε να γράφει ο "Ιωσηφίτης" Άγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας (δάσκαλος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά) για τους αυτούς πως "«εἰς πολλὰ τμήματα γενομένους καὶ διαφόρους διατάξεις, μᾶλλον παρατάξεις, κατασταθέντας καὶ διαφόρων ἀρχηγῶν ὀνόμασιν ἀσέμνως σεμνύνεσθαι καὶ ἐκ πολλῶν ἡγεμόνων κατονομάζεσθαι. Ὁ μὲν γὰρ λέγειˑ ὅτι τοῦ δεῖνά εἰμι πατριάρχουˑ ὃ δὲˑ τοῦ δεῖνα, ἄλλος τοῦτου τοῦ ἀρχιερέως, ἕτερος ἐκεῖνου…" (Revue des etudes byzantines, V (1947), Bucarest, 1947, σ. 131, υπ. 1).
Μετά τον θάνατο του Μιχαήλ και την άνοδο στον αυτοκρατορικό θρόνο του ευσεβεστάτου Ανδρονίκου του Β΄, ο νέος αυτοκράτορας, μετά τις ενέργειές του, διά των οποίων συνεκλήθη Σύνοδος και αποκατέστησε την Ορθοδοξία, αναθεματίζοντας την Ψευδένωση και τους "Ενωτικούς", προσπάθησε να άρει το σχίσμα μεταξύ "Αρσενιατών" και "Ιωσηφιτών" με την εκλογή νέου Πατριάρχου (ο Άγιος Ιωσήφ μόλις είχε κοιμηθεί), ο οποίος να ήταν αρεστός και στις δύο μερίδες. Νέος Πατριάρχης υπήρξε ο Γρηγόριος ο Β΄ ο Κύπριος (πατρ. 1283-1289) επί του οποίου συνεκλήθη για το θέμα του σχίσματος η Σύνοδος του Αδραμυττίου (1284). Σε αυτήν η μετριοπαθής μερίδα των "Αρσενιατών" πρότεινε μία θεοκρισία: να τοποθετηθούν στη φωτιά δύο Τόμοι, ο ένας με τις απόψεις των "Αρσενιατών" και ο άλλος με τις απόψεις των "Ιωσηφιτών". Τα δύο έγγραφα κλείστηκαν σε ασημένια θήκη που έμεινε στην φωτιά όλη τη νύχτα, την οποία, οι συμμετέχοντες στην Σύνοδο, πέρασαν με προσευχές. Την επομένη ανοίχτηκε η θήκη και οι δύο Τόμοι είχαν καεί! Μια μερίδα "Αρσενιατών" ενώθηκε τότε με την επίσημη Εκκλησία, αλλά οι υπόλοιποι συνέχισαν την διακοπή κοινωνίας και αφορίστηκαν. Μια άλλη παράταξη "Αρσενιατών" ενώθηκε με την επίσημη Εκκλησία, με την μετακομιδή των λειψάνων του Αγίου Αρσενίου που έγινε το 1285 με διαταγή του αυτοκράτορα, ο οποίος επιθυμούσε διακαώς την άρση του σχίσματος. Ακολούθησαν οι πατριαρχίες του Αγίου Αθανασίου του Α΄ (α΄ πατρ. 1289-1293, β΄ πατρ. 1304-1310) και του Ιωάννου του ΙΒ΄ (πατρ. 1294-1304), μία περίοδος κατά την οποία υπήρχαν σταδιακές προσχωρήσεις "Αρσενιατών" στην επίσημη Εκκλησία και, όπως γράφει ο ιστορικός Γεώργιος Παχυμέρης, "τὰ τῆς ἐκκλησίας μέλη καὶ μέρη, ἃ δὴ χθὲς καὶ πρὸ τρίτης διῃροῦντό τε καὶ διίσταντο ἐξ ἀντιπνοίας κυμαινούσης σφόδρα, συνηρμολογοῦντό τε καὶ καθίσταντο, οὐ μὴν δ' ὥστε καὶ τοὺς τῆς ἐκκλησίας τελείαν ἄγειν εἰρήνην" (P.G. 144, 205-206). Οι τελευταίοι ακραίοι "Αρσενιάτες" (τους οποίους ο Άγιος Αθανάσιος, παραφράζοντας την λέξη "ζηλωτές", ονόμαζε "ξηλωτές"!) επανήλθαν στην επίσημη Εκκλησία το 1310 επί Πατριάρχου Νήφωνος του Α΄ (πατρ. 1310-1315) μετά από ειδική τελετή που έγινε στην Αγιά Σοφιά ενώπιον του λειψάνου του Αγίου Αρσενίου. Όλες οι εισδοχές των "Αρσενιατών" στην επίσημη Εκκλησία έγιναν άνευ επαναλήψεως των Μυστηρίων ή κάποιας άλλης διαδικασίας (δηλαδή μυρώσεως, χειροθεσίας κ.ά.), όπως θα δηλαδή θα έπρεπε να συμβεί αν θεωρούνταν όντως Σχισματικοί κατά πως το εννοεί ο π. Ευγένιος (περισότερα για το ζήτημα βλ. ενδεικτικά στο Πάρι Γουναρίδη, Το κίνημα των Αρσενιατών, Αθήνα, 1999).
Γ. Παράλληλοι Επίσκοποι και Σύνοδοι στην Αμερική (Κ΄ αιώνας)
Μέχρι τις αρχές του Κ΄ αιώνα εκατομμύρια Ορθόδοξοι μετανάστες, Ρώσοι (και γενικώς Σλάβοι), Έλληνες και Άραβες, είχαν καταφθάσει στις Η.Π.Α. και είχαν δημιουργήσει εκκλησιαστικές δομές. Οι Τοπικές Εκκλησίες (κυρίως τα Πατριαρχεία Ρωσίας - για τους Ρώσους - και Αντιοχείας - για τους Άραβες -, καθώς και οι Εκκλησίες της Ελλάδος - για τους Έλληνες) είχαν δημιουργήσει τις πρώτες Δικαιοδοσίες, που αργότερα εξελίχθηκαν σε ξεχωριστές Συνόδους, όπως της Ρωσορθόδοξης Ελληνοκαθολικής Εκκλησίας Αμερικής (μετέπειτα Μετροπόλια και νυν Ορθόδοξη εκκλησία Αμερικής), της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής, της Αντιοχειανής Ορθόδοξης Χριστιανικής Αρχιεπισκοπής της Βορείου Αμερικής, της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς κ.ά.
Δημιουργήθηκαν δηλαδή στις Η.Π.Α. (αλλά και στον Καναδά, και αργότερα και στη Νότια Αμερική) πολλές Σύνοδοι και παρατηρήθηκε το φαινόμενο να υπάρχουν πολλοί Ορθόδοξοι Επίσκοποι σε κάθε πόλη.
Όταν μάλιστα ο Ματθαιϊκός Ευγένιος Τόμπρος υποστήριξε τον τότε Μόντρεαλ Βιτάλιο των Ρώσων της Διασποράς έναντι των Ελλήνων επειδή οι τελευταίοι χειροτόνησαν Επίσκοπο στην ίδια πόλη, ο μακαριστός και αξεπέραστος θεολόγος π. Θεοδώρητος Μαύρος του απάντησε καταλλήλως:
Αυτό ακριβώς σημαίνει να κατανοούμε το πνεύμα των Κανόνων και να μην κολλάμε στο γράμμα τους, όπως οι Φαρισαίοι στέκονταν στο γράμμα του Νόμου και κατηγορούσαν τον Κύριο ως παραβάτη του επειδή θεράπευσε την συγκύπτουσα γυναίκα το Σάββατο!
Δ. Παράλληλοι Επίσκοποι και Σύνοδοι στη Σοβιετική Ένωση (Κ΄ αιώνας)
Το παράδειγμα της λεγόμενης "Εκκλησίας των Κατακομβών" ή "Αληθινής Ορθόδοξης Εκκλησίας" στη Σοβιετική Ένωση είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του τί συμβαίνει όταν αφενός μεν η ηγεσία μιας Τοπικής Εκκλησίας υποδουλώνεται σε ένα άθεο Κράτος (γεγονός πρωτοφανές στην Εκκλησιαστική Ιστορία), αφετέρου δε οι συνθήκες παγκοσμίως, αλλά και η πρωτοφανής αποστασία, δεν ευνοούν την επίλυση του προβλήματος.
Με την περίφημη "Διακήρυξη" υποταγής του Μητρ. Σεργίου το 1927 προς την Σοβιετική Κυβέρνηση του Στάλιν, οι αληθινοί Ορθόδοξοι Αρχιερείς αντέδρασαν έως θανάτου χωρίς να περιμένουν την καθαίρεση του Σεργίου, η οποία άλλωστε ποτέ δεν ήρθε. Και άλλοι διέκοψαν την κοινωνία μαζί του, άλλοι χειροτόνησαν κρυφά Ιερείς, αλλά και Αρχιερείς για να ποιμαίνουν το διωκόμενο ποίμνιο, άλλοι έκαναν και Συνόδους ακόμη (με γνωστότερη την του Ιερομάρτυρος Ιωσήφ Πετρουπόλεως, οι ακόλουθοι του οποίου ονομάστηκαν "Ιωσηφίτες").
Ο Αρχιεπίσκοπος Χιλής Λεόντιος (μέλος τότε της Εκκλησίας των Κατακομβών) αναφέρει αργότερα, στην απολογία του για τις χειροτονίες των Ελλήνων Παλαιοημερολογιτών που συμμετείχε, τα εξής "Στην Ρωσία επίσης παραβρέθηκα σε τέτοιες μυστικές χειροτονίες. Η Εκκλησία των Κατακομβών ποτέ δεν κόλλησε στο γράμμα του νόμου. Έγιναν μυστικές χειροτονίες και οι επίσκοποι που χειροτονήθηκαν έκρυψαν τον τίτλο τους" (βλ. Ν. Μάννη, Ο Λέων της Ορθοδοξίας, Αθήνα, 2021, σελ. 205), ενώ ο Συρακουσών Αβέρκιος, ο οποίος τον υποστήριξε μαζί με τον Άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς είχε επίσης δηλώσει πως "δεν μπορούμε να προσεγγίζουμε τους Κανόνες νομικίστικα. Οι Κανόνες έγιναν για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για τους Κανόνες. Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο" (αυτόθι, σελ. 202-203).
Άγιοι με άφθαρτα λείψανα (Ιωάννης Μαξίμοβιτς και Φιλάρετος) αναγνωρίζουν τους Παλαιοημερολογίτες Επισκόπους. Ο π. Ευγένιος από την Καστανούσσα, όχι. Διαλέξτε με ποιον συμφωνείτε.
Εύχομαι ειλικρινά ο π. Ευγένιος να παραδεχθεί ότι το μέγα πρόβλημα με τους Παλαιοημερολογίτες (Γ.Ο.Χ.) ΔΕΝ είναι η χειροτονία Επισκόπων, αλλά η κακόδοξος εκκλησιολογία που υιοθέτησαν πολλοί εξ αυτών, η οποία συνίσταται στο ότι θεωρούν ότι μόνο αυτοί αποτελούν την Εκκλησία, απορρίπτοντας τα Μυστήρια (εφαρμόζοντας ακόμη και αναβαπτισμούς) αλλά και τους Αγίους εκτός των κόλπων αυτών.
Αυτό είναι ακριβώς το πρόβλημα και εκεί πρέπει να επικεντρωθούμε οι εχέφρονες κάθε πλευράς. Να συνεργασθούμε δε με Λαϊκούς, Μοναχούς, Ιερείς και Αρχιερείς ακόμη, που έχουν ορθά εκκλησιολογικά φρονήματα και κανονική Αποστολική Διαδοχή, αλλά κυρίως έχουν ταπείνωση, διότι μόνο αυτή μπορεί να ελκύσει το έλεος του Θεού, ώστε να γίνει ευοδωθεί ο Ιερός Αγώνας.