Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ!

 

Α΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

Ενόψει των θλιβερών και τραγικών γεγονότων από το σιδηροδρομικό δυστύχημα της 28ης Φεβρουαρίου δεν θα προβάλουμε το δοξολογικό στοιχείο της ακολουθίας των Χαιρετισμών. Οι Χαιρετισμοί μπορεί να μας τοποθετούν πράγματι ενώπιον της Υπεραγίας Θεοτόκου με τρόπο τέτοιο ώστε να φωτίζεται όλη η πίστη μας – κριτήριο ορθοδοξίας θεωρείται η στάση ενός ανθρώπου απέναντι στη Μητέρα του Κυρίου – όμως τα τραγικά γεγονότα μας υπερβαίνουν και μας ωθούν να σταθούμε περισσότερο σ’ ένα ξεχωριστό κεφάλαιο που τονίζουν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας για τη Θεοτόκο. Και το κεφάλαιο αυτό είναι η θέση της κάτω από τον Σταυρό του Υιού και Θεού της.

Και μία μικρή περιδιάβαση στους εκκλησιαστικούς ύμνους της Τετάρτης και της Παρασκευής, ιδίως στα Θεοτοκία, αποκαλύπτει ότι η Παναγία μας ενώ τίθεται υπεράνω των Χερουβείμ και των Σεραφείμ ως κυοφορήσασα τον Υιό και Λόγο του Θεού ως άνθρωπο, ενώ ακριβώς γι’ αυτό έχει τη μεγαλύτερη παρρησία που μπορεί άνθρωπος να έχει ενώπιον του Τριαδικού Θεού – «πολύ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου» - δεν παύει από την άλλη να είναι άνθρωπος με την πιο «σάρκινη» καρδιά, μάλλον επειδή έχει αυτήν τη «σάρκινη» καρδιά κατέχει την πρώτη θέση μέσα στο σώμα του Κυρίου και Θεού της. Αδιάκοπα ο φωτισμένος από το Πνεύμα του Θεού εκκλησιαστικός ποιητής σημειώνει ότι ναι μεν η Παναγία Μητέρα χαίρεται γιατί της αποκαλύπτεται ο σωτηριώδης χαρακτήρας του Πάθους του Υιού της για όλον τον κόσμο, αλλά πάσχει και οδύρεται ως Μάνα για ό,τι υφίσταται το «σπλάχνο» της, ο αγαπημένος και μονάκριβος γιος της. «Ο μεν κόσμος αγάλλεται δεχόμενος την λύτρωσιν, τα δε σπλάγχνα μου φλέγονται ορώσης σου την σταύρωσιν, ην υπέρ πάντων υπομένεις, ο Υιός και Θεός μου». «Σφαγήν σου την άδικον, Χριστέ, η Παρθένος βλέπουσα οδυρομένη εβόα σοι: τέκνον γλυκύτατον, πώς αδίκως πάσχεις, πώς τω ξύλω κρέμασαι; Ο πάσαν γην κρεμάσας τοις ύδασιν μη λίπης μόνην με».

Κι ακόμη: υπάρχουν ύμνοι ιδίως της Μεγάλης Παρασκευής που η οδύνη της Μάνας Παναγίας φτάνει στο απώγειό της: θέλει να ξεριζώσει τα μαλλιά της, θέλει να γδάρει το πρόσωπό της από τον ψυχικό πόνο που νιώθει, δεν βρίσκει πουθενά ανάπαυση ανθρώπινη. Ό,τι ο γέρων Συμεών ο θεοδόχος κατά τον σαραντισμό της στον Ναό του Σολομώντα της είχε προφητέψει, ότι ρομφαία δίστομη θα της διαπεράσει την καρδιά, αυτό πράγματι και υφίσταται με τον Σταυρικό θάνατο του Κυρίου της.

Γιατί μνημονεύουμε την Παναγία του Πάθους; Διότι αυτό που ζούμε στην πατρίδα μας, όπως και άλλοι εκτός, είναι μία Μεγάλη Παρασκευή. Ξεκίνησε η Σαρακοστή και βρεθήκαμε διαμιάς στον Γολγοθά. Γιατί το δυστύχημα με τα τόσα πολλά θύματα που έφυγαν από τη ζωή, με τους τόσους συνανθρώπους μας που χαροπαλεύουν, με τις τόσες οικογένειες που πάσχουν με ό,τι συνέβη και πάνε να χάσουν το μυαλό τους, συνιστούν έναν Γολγοθά. Βλέπουμε με τα μάτια της πίστεως τον ίδιο τον Χριστό να πάσχει, να προεκτείνεται το πάθος Του μέσα από τα παιδιά Του τα πονεμένα αυτά, να σταλάζει αίμα η καρδιά Του. Και ξέρουμε γι’ αυτό ότι και η Παναγία Μητέρα παρευρίσκεται συμπάσχουσα και ικετεύουσα και δεομένη. Όπως τότε κάτω από τον Σταυρό, έτσι και τώρα, όπως και κάθε φορά βεβαίως που πάσχουν τα αγαπημένα της παιδιά: είναι εκεί, αοράτως παρούσα, πανταχού παρούσα μέσα στον πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρούντα Κύριο και Θεό της. Και κλαίει και οδυνάται και ενισχύει και παρηγορεί. Κι είναι εκείνη, πέρα από τον ίδιο τον Θεό, που είναι ό,τι περισσότερο αναγκαίο υπάρχει, δίνοντας ώθηση σε κάθε ανθρώπινη βοήθεια πια χρειάζεται, δίνοντας φωτισμό σε κάθε άνθρωπο που σπεύδει να συμπαρασταθεί στον πόνο και την οδύνη.

Κι από την άποψη αυτή οι Χαιρετισμοί που κάθε φορά προβάλλουν το πάντιμο και λατρευτό πρόσωπό της έρχονται την πιο κατάλληλη στιγμή. Γιατί η Παναγία είναι το «Πρώτων Βοηθειών». Γιατί φανερώνει ότι ποτέ δεν είμαστε μόνοι μας στη ζωή αυτή, είτε στις ευτυχίες είτε στις δυστυχίες. Και πώς να είμαστε μόνοι, βεβαίως, όταν υπόθεση του κόσμου όλου είναι ο ίδιος ο Θεός μας, ο Οποίος είναι η πηγή της ζωής και τίποτε δεν γίνεται αν Εκείνος δεν το επιτρέψει, κατ’ ευδοκίαν ή κατά παραχώρησιν; Και μην σπεύσει κανείς να εγείρει την ένσταση, «γιατί τότε ως Παρών δεν σταμάτησε τα επερχόμενα δεινά;», διότι τότε θα αρνούμασταν την ελευθερία που μας δώρισε να αυτοκαθοριζόμαστε, θα βλασφημούσαμε στην ουσία την ίδια τη Σταυρική Του θυσία!

Οπότε κατανοούμε έτσι και το παραδειγματικό στοιχείο της στάσεως της Παναγίας: κάτω από τον Σταυρό οδυνάται και φλέγεται, αλλά χωρίς να χάνει την ελπίδα και την πίστη της – γνωρίζει ότι η αγάπη του Υιού και Θεού της έχει ένα σχέδιο που μπορεί να της διαφεύγει, αλλά υφίσταται. Και στη στάση αυτή ωθεί και εμάς: η οδύνη μάς διακατέχει πράγματι, φλεγόμαστε, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε, θυμώνουμε, εξοργιζόμαστε ίσως με ό,τι συνέβη, απαιτούμε την απόδοση της δικαιοσύνης. Μα, ξέρουμε ότι πέρα από αυτά τα ανθρώπινα: όλα περικλείονται μέσα στην ακατανόητη πολλές φορές για τα δεδομένα μας αγάπη Του προς τον κόσμο. Και γι’ αυτό δεν απελπιζόμαστε, δεν τα «σπάμε», δεν διαγράφουμε τα πάντα. Γιατί η αγάπη Του είναι αυτή που τελικώς θα νικήσει, αποκαλύπτοντάς μας όλο το βάθος της πραγματικότητας που τώρα δεν βλέπουμε. Κλαίμε και περιμένουμε. Αλλά και θυμόμαστε: «είτε ζωντανοί είτε κεκοιμημένοι ανήκουμε στον Κύριο». «Πάντες γαρ Αυτώ ζώσι», όλοι είναι ζωντανοί γι’ Αυτόν!     


ΠΗΓΗ

Ἡ γνώση τῶν πονηρῶν πνευμάτων εἶναι ἀτελής καί περιορισμένη καί δέν μπορεῖ νά γίνει λόγος γιά καμιά προγνωστική ἤ προφητική τούς ἱκανότητα.


Ἡ γνώση τῶν πονηρῶν πνευμάτων εἶναι ἀτελής καί περιορισμένη καί δέν μπορεῖ νά γίνει λόγος γιά καμιά προγνωστική ἤ προφητική τούς ἱκανότητα. Ό ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος εἶναι σαφής: «Τίποτα μελλοντικό δέν γνωρίζουν οἵ δαίμονες ἀπό προγνωστική δύναμη. Γιατί τότε θά μποροῦσαν καί οἱ μάγοι νά μας προλέγουν τό θάνατό μας». Συμπεραίνουν μόνο τό τί πρόκειται νά συμβεῖ, παρατηρῶντας τίς ἀρχές καί τίς αἰτίες ὁρισμένων γεγονότων καί ἀξιοποιῶντας τές μέ τήν πολυχιλιετή πεῖρα τους. Τό γενικό μέλλον τό γνωρίζουν μόνο στίς περιπτώσεις ἐκεῖνες, ποῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεός τούς τό φανερώνει, προκειμένου νά ὑπηρετήσουν συγκεκριμένο σχέδιό Τοῦ (βλ. Γ Βασ. 22:21-22).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει, ὅτι «τά μελλοντικά οὔτε οἵ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ οὔτε οἵ δαίμονες τά γνωρίζουν, ὡστόσο τά προλέγουν. Οἱ μέν ἄγγελοι, ἐπειδή τούς τά ἀποκαλύπτει ὁ Θεός καί προστάζει νά τά προλέγουν· γι' αὐτό καί ὅσα λένε πραγματοποιοῦνται. Προλέγουν, ὅμως. καί οἱ δαίμονες, ἄλλοτε ἐπειδή βλέπουν αὐτά ποῦ συμβαίνουν σέ μακρινή ἀπόσταση καί ἄλλοτε ἐπειδή προσπαθοῦν νά τά συμπεράνουν. Γι' αὐτό καί ψεύδονται τίς περισσότερες φορές. Αὐτούς δέν πρέπει νά τους ἐμπιστεύεται κανείς, κι ἄν ἀκόμα συχνά λένε τήν ἀλήθεια».
Εἶναι πολύ χαρακτηριστική ἤ στάση τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀπέναντι στή δούλη τῶν Φιλίππων, ποῦ εἶχε «πνεῦμα πύθωνος», δηλαδή πνεῦμα μαντικό. Μολονότι ἔλεγε τήν ἀλήθεια σχετικά μέ τούς ἀποστόλους καί τό κήρυγμά τους, ὁ Παῦλος δέν ἀνέχθηκε τή δαιμονική αὐτή "διαφήμιση", ἄλλα ἔδιωξε τό πονηρό πνεῦμα ἀπό τή δαιμονισμένη (Πράξ. 16:16-18).
Ό Μέγας Ἀντώνιος μᾶς διδάσκει, πῶς, ἄν καί οἵ δαίμονές «καμώνονται ὅτι ἔχουν τήν ἱκανότητα νά προλέγουν, κανείς δέν πρέπει νά τους ἐμπιστεύεται». Καί συνεχίζει: «'Ἀναφέρουν πράγματι, πρίν ἀπό μερικές μέρες τά ὀνόματα ἀδελφῶν, ποῦ συναντοῦμε ὕστερα ἀπό λίγες μέρες. Καί ἔρχονται μέν ἐκεῖνοι, ἀλλά τό κάνουν αὐτό οἵ δαίμονες ὄχι ἐπειδή ἐνδιαφέρονται γιά ἐκείνους ποῦ τούς ἀκοῦνε, ἄλλα γιά νά τούς πείσουν νά τούς ἐμπιστεύονται, καί τότε πλέον, ἀφοῦ τούς ἔχουν βάλει στό χέρι, νά τούς καταστρέψουν... Γιατί τί τό παράξενο, ἐάν, ἔχοντας αὐτοί ἐλαφρότερα σώματα ἀπό τούς ἀνθρώπους, προσπερνοῦν στό δρόμο ἐκείνους ποῦ εἶδαν νά ξεκινοῦν μιάν ὁδοιπορία καί τούς προαναγγέλλουν; Αὐτό τό προλέγει καί ἕνας καβαλάρης, γιατί φτάνει νωρίτερα ἀπό τόν πεζό...
»Κατά τόν ἴδιο τρόπο φλυαροῦν μερικές φορές καί μέ τά νερά τών ποταμῶν. Μόλις, δηλαδή, δοῦν νά πέφτουν πολλές βροχές στά μέρη τῆς Αἰθιοπίας, ἐπειδή γνωρίζουν ὅτι ἀπό τά νερά τῶν βροχῶν ἐκείνων προκαλεῖται ἤ πλημμύρα του Νείλου, πρίν φτάσει τό νερό στήν Αἴγυπτο, προτρέχουν καί τό λένε... Ἐάν, ὅμως, ἤ θεία Πρόνοια σκεφτεῖ στό μεταξύ κάτι ἄλλο γιά τά νερά ἤ γιά ἐκείνους ποῦ ταξιδεύουν -γιατί ἔχει τή δύναμη, οἵ δαίμονες ἀποδεικνύονται ψεῦτες καί, ἐπιπλέον, ἐξαπατῶνται καί ὅσοι τούς εἶχαν πιστέψει.
«Ἀπό μόνοι τούς οἵ δαίμονες δέν γνωρίζουν τίποτε, ἀλλά, σάν τούς κλέφτες, ἐκεῖνα ποῦ βλέπουν στούς ἄλλους, αὐτά καί μεταβιβάζουν. Εἶναι, δηλαδή, μᾶλλον στοχαστές παρά προγνῶστες. Ἑπομένως, κι ἄν καμιά φορά προλέγουν ἀληθινά πράγματα, οὔτε καί τότε νά τους θαυμάζει κανείς. Γιατί καί οἵ γιατροί, μέ τήν πεῖρα ποῦ ἔχουν στίς ἀσθένειες, ὅταν συναντήσουν σέ ἄλλους ἀσθένεια μέ τά ἴδια συμπτώματα, συνήθως συμπεραίνουν ἀπό τήν πεῖρα τούς καί προλέγουν τήν ἐξέλιξη τῆς. 'Ἀλλά καί οἵ ναυτικοί καί οἵ γεωργοί τό ἴδιο κάνουν. Βλέπουν τίς καιρικές συνθῆκες καί ἀπό τήν πεῖρα τους προλέγουν ἤ ὅτι ἔρχεται κακοκαιρία ἤ ὅτι περιμένουμε καλοσύνες. Γι' αὐτό δέν μπορεῖ κανείς νά ἰσχυριστεῖ ὅτι κι προλέγουν ἀπό θεία ἔμπνευση, ἄλλα ἀπό πεῖρα καί ἀπό συνήθεια. Ἑπομένως, ἄν τυχόν καμιά φορά καί οἵ δαίμονες στοχάζονται τά ἴδια πράγματα καί τά λένε νωρίτερα, ἄς μήν τους θαυμάζει κανείς γι΄ αὐτό οὔτε νά τούς δίνει προσοχή».
(Αναδημοσίευση από την παλαιά μας σελίδα)