Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023

Ερμηνεία τροπαρίων του Μεγάλου Κανόνος

 

Αρχιεπισκόπου Μύρων Ιωάννου του Λινδίου
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΡΟΠΑΡΙΩΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ [*]

 

ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ ΙΒ' 

Ει και ήμαρτον, Σωτήρ,
αλλ' οίδα, ότι φιλάνθρωπος ει·
πλήττεις συμπαθώς
και σπλαγχνίζη θερμώς,
δακρύοντα βλέπεις,
και προστρέχεις ως πατήρ,
ανακαλών τον άσωτον.
 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ 

Η αγάπη του Θεού, οπού έχει προς τον άνθρωπον, είναι τοσούτον πολλή και με­γάλη. ώστε οπού κάμνει και αυτούς τους αγίους Αγγέλους να εκπλήττωνται και να υπερθαυμάζωσι. Ταύτην δε την υπερβάλλουσαν θείαν αγάπην εννοώντας και ο προφητάναξ, θαυμαστικώς ανεβόησε πρός τον Θεόν λέγωντας· «Τι έστιν άν­θρωπος, ότι μιμνήσκη αυτού; Ή υιός ανθρώπου, ότι επισκέπτη αυτόν;» (Ψαλμ. η' 8). Όθεν αν είχε χώραν το πάθος του φθόνου αναμεταξύ εις την άυλον εκείνην και απαθή φύσιν των υπερκοσμίων και ουρανίων Δυνάμεων, δεν ήθελαν φθονήση βέβαια οι άγιοι Άγγελοι κανένα άλλο πράγμα περισσότερον, παρά μόνον τον αμαρτωλόν εκείνον, οπού μετανοεί με όλην του την ψυχήν και καρδίαν, και προστρέχει εις τον φιλάνθρωπον και φιλόστοργον πατέρα Θεόν με θερμά και κατανυκτικά δάκρυα. Διά τούτο και γί­νεται εις τους ουρανούς διά την επιστροφήν ενός αμαρτωλού μεγάλη χαρά και πανήγυρις, καθώς μας βεβαιώνει το θείον και ιερόν Εύαγγέλιον, και μάλιστα η πα­ραβολή του ασώτου, τον οποίον μόνον οπού είδεν ο ουράνιος πατήρ, ότι διελογίζετο καθ' εαυτόν λέγωντας· «Ας απέλ­θω προς τον πατέρα μου», δεν ανέμεινεν ο φιλόστοργος εκείνος πατήρ του ιδίου υιού την προς αυτόν επιστροφήν και επάνοδον, αλλ' ευθέως προλαβών έδραμε με ανοικτάς αγκάλας εις την τούτου θερμήν προϋπάντησιν. Και αφού γλυκέως τον κατεφίλησε και με ενδύματα φωτεινά τον εστόλισε, τότε παρευθύς σφάξας και τον σιτευτόν μόσχον, εποίησεν εκείνην την ημέραν δι' αυτόν μεγάλην εορτήν και πανήγυριν. Ω φιλανθρω­πίας μέγεθος, ω υπερβολή αγαθότητος! 

Έχωντας λοιπόν, αμαρτωλέ άνθρω­πε, τοιούτον πατέρα φιλεύσπλαγχνον και πανάγαθον, διά τι δεν μετανοείς από τας αμαρτίας σου; Διά τι δεν επιστρέφεις προς το πλούσιον αυτού έλεος; Διά τι αναβάλλης τον καιρόν με το αύριον και μεθαύριον; Μήπως και ηξεύρεις τι θέλει γένει έως την αύριον; Αν σε αρπάση ως κλέπτης ο θάνατος αύριον, τι θέλεις κάμει τότε, ταλαίπωρε; Εδώ μεν εις την παρούσαν ζωήν ο Θεός ως πανά­γαθος πλήττει και μαστίζει τους αμαρτάνοντας με άκραν του ελεημοσύνην και με πατρικήν του συμπάθειαν εκεί δε εις τον μέλλοντα αιώνα δεν πλήττει πλέον συμπαθώς τους αμετανοήτους, ουδέ σπλαγχνίζεται θερμώς τους πονηρούς και αδιορθώτους, αλλ' ως δίκαιος κριτής τους παραπέμπει ομού με τον Διάβολον εις το πυρ το αιώνιον, εις το σκότος το εξώτερον και εις τον κλαυθόν εκείνον τον απαράκλητον και απαραμύθητον. 

Προ του θανάτου λοιπόν, αγαπητέ, οπού σου χρησιμεύει, κατά πολλά η με­τάνοια, προ του θανάτου κλαύσον και δάκρυσον, διά να ιδή ο Θεός τα δάκρυά σου και να εξαλείψη με αυτά πάσας τας αμαρτίας σου. Προ του θανάτου πρόσδραμε εις τον ουράνιον Πατέρα σου, διά να σε προϋπαντήση και αυτός με την συνήθη φιλανθρωπίαν του, καθώς τότε και τον υιόν εκείνον τον άσωτον· προ του θανάτου βόησον, και ειπέ με κατάνυξιν προς τον φιλόψυχον Χριστόν και Σωτήρα σου: «Αγκαλά και ήμαρτον, Σώτέρ μου πολυέλεε, αλλά πάλιν ηξεύρω καλώτατα, ότι είσαι Δεσπότης μου αμνησίκακος και φιλάνθρωπος. Ελέησόν με λοιπόν, πολυεύσπλαγχνε Κύριε. Πλήξόν με εδώ συμπαθώς ως ιατρός ευσπλαγχνικός και πανάριστος. Με τας συμπαθητικάς σου πληγάς ίασαί με τον άθλιον. Ως τον άσωτον υιόν ανακάλεσαί με. Δεν έχω άλλην ελπίδα ο δείλαιος, ειμή μόνην την φιλανθρωπίαν και αγα­θότητα. Άνες μοι ουν, Κύριε, και μη συναπωλέσης με ταις ανομίαις μου, μηδέ τη­ρήσης τα κακά μου εις τον αιώνα τον μέλλοντα, μηδέ καταδικάσης με εν τοις κατωτάτοις τόποις του άδου κατά τας μυσαράς και βδελυράς πράξεις μου, αλλ' οίκτειρόν με ένεκεν του πλήθους του ελέους σου, και συγχώρησόν μοι διά το όνομά σου το άγιον. Ότι μόνος εσύ εί­σαι ο Θεός των μετανοούντων και Σωτήρ των αμαρτιόντων, και σοι την δόξαν και ευχαριστίαν και προσκύνησιν αναπέμπομεν εις αιώνα τον άπαντα».
 

 

ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ Β'
Πρόσχες μοι
ο Θεός ως οικτίρμων
ιλέω όμματί σου
και δέξαι μου την θερμήν
εξομολόγησιν.
 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ 

Φοβερόν πράγμα είναι, αγαπητοί, η αμαρτία. Ο άνθρωπος, οπού την πράτ­τει, δεν έχει ομμάτια να την ιδή με τελει­ότητα. Όταν βιασθή από τους κριτάς να την ομολογήση εις τα κριτήρια, πάσχει με μύριους τρόπους να την συγκαλύψη. Υποφέρει πολλάς τιμωρίας και βάσανα, μόνον διά να μη παρρησιασθή εις τα ομμάτια των ανθρώπων η αμαρτία του. Και τούτο διά τι τάχα; Διότι η αμαρτία, με το να είναι μία ύβρις ασύγκριτος εις τον μέγαν και φοβερόν των απάντων Κύριον, και ένα φαρμάκι άπειρον, οπού φαρμακεύει της θείας εκείνης και απεί­ρου ευσπλαγχνίας το ανεξάντλητον πέ­λαγος, ενεφύτευσεν εις αυτήν ο Θεός φυσικώς και ένα μίσος άπειρον, ώστε οπού να μην έχη ομμάτια να την βλέπη μηδέ εκείνος ο ίδιος, οπού την πράττει. Και με ένα λόγον, τόσον κατά πολλά ασυγκρίτως φοβερόν και τρομακτικόν πράγμα είναι η αμαρτία, οπού όλαις η ζωαίς των μυριάδων Αγγέλων και ανθρώπων αν εδίδοντο εις θάνατον, δεν ήθελαν δυνηθή εις το να την εξαλείψωσιν από τον κόσμον. Παρά μόνος ένας Θεός παντοδύναμος εδυνήθη να το κάμη τούτο με την διά σαρκός επί γης επιδημίαν του, με τα φρικτά πάθη του, και με τον σταυρικόν αυτού θάνατον. 

Όθεν όσαις φοραίς αμαρτάνει ο άν­θρωπος ύστερον από το άγιον Βάπτι­σμα, τόσαις φοραίς πάλιν ξανασταυρώνει και θανατώνει της δόξης τον Κύριον. Και παρακινεί τον Θεόν εις τόσην πολ­λήν οργήν και αγανάκτησιν, ώστε οπού, αν έλιπεν η θερμή εξομολόγησις και τα κατανυκτικά των αμαρτωλών δάκρυα, βέβαια ο Θεός ήθελεν εξαλείψη πάλιν από προσώπου της γης όλον το ανάστη­μα της ανθρωπίνης φύσεως. 

Των ολίγων λοιπόν μετανοημένων α­μαρτωλών η παντελής αποχή της αμαρ­τίας και η θερμή μετάνοια και διάπυρος αυτών εξομολόγησις, και των ενάρετων και αγίων ανθρώπων αι καθημεριναί δεήσεις και πρεσβείαι, οπού κάμνουν προς τον Θεόν υπέρ πάσης της ανθρωπότητος. καταπραΰνουσι την κατά των αμαρτανόντων φοβεράν οργήν του Κυ­ρίου, και προσέχει τω κόσμω ως οικτίρμων και πολυέλεος με όμμα ιλαρόν τε και ήμερον, αποδίδωντας εν καιρώ τω προσήκοντι τους ετησίους όμβρους, των αέρων την ευκρασίαν, της γης την καρποφορίαν και τας λοιπάς άλλας απεί­ρους ευεργεσίας του, όσαι αφορώσι προς σύστασιν του κόσμου και διαμονήν όλης της ανθρωπότητος. 

Και τούτο το έλεος γίνεται μόνον εν­ταύθα, έως οπού ζη ο άνθρωπος. Μετά δε την εντεύθεν αυτού αποβίωσιν, αν εξήλθεν εκ του βίου αμετανόητος, τότε τον απαντά μία εκδοχή φοβέρας κρίσεως, διά να δώση φρικτήν απολογίαν δι' όσα έπραξεν, είτε αγαθά, είτε φαύλα, έως και εις τα παραμικρά κινήματα της διανοίας του. 

Ταύτα λοιπόν εννοούντες, αγαπητοί μου, ας φρίξωμεν, ας τρομάξωμεν. Και όταν πλησιάζωμεν εις το μυστήριον της ιεράς Εξομολογήσεως, ας μην είμεθα απρόσεκτοι και ακατάνυκτοι, αλλ' ας παριστάμεθα μετά πολλού φόβου και τρόμου ως ενώπιον του φοβερού εκείνου Βήματος. Διότι εκείνην την ώραν, οπού εξομολογούμεθα τας αμαρτίας μας, έχομεν όλον τον χορόν των ουρανίων Αγγέ­λων και αρχαγγελικών Δυνάμεων, οπού μας ακροάζονται. Έχομεν και αυτόν τον μέγαν και φοβερόν Θεόν και ποιητήν πάσης της κτίσεως, οπού προσέχει εις την εδικήν μας εξομολόγησιν. Και ει μεν γίνεται με αλήθειαν, με κατάνυξιν και με καρδίας θερμότητα, καταπαύει ο Θεός τον καθ' ημών θυμόν του και την δικαίαν του αγανάκτησιν, και μας προσέχει εις το εξής με όμμα ίλεον, παρέχωντάς μας αοράτως με του Πνευματικού το στόμα και την των αμαρτιών μας συγχώρησιν, και την θείαν του αρωγήν και βοήθειαν, εις το να μένωμεν του λοιπού από τας παγίδας του Διαβόλου και από τα πεπυρωμένα βέλη της αμαρτίας αβλαβείς και απλήγωτοι. 

Ειδέ και δεν γίνεται με τούτον τον τρόπον η εξομολόγησίς μας, αλλά μόνον απλώς και ως έτυχε κατά συνήθειαν, ουαί ημίν, και μυριάκις ουαί, και αλλοίμονον. Διότι ο Θεός τότε περισσότερον αγριούται εναντίον μας, και έτι μάλλον καθ' ημών εξάπτει την δικαίαν του αγα­νάκτησιν. Όθεν διά να μη πάθωμεν ένα τοιούτον, και αποκτήσωμεν τον Θεόν εχθρόν ημών και πολέμιον και κατά πολ­λά εναντίον μας ωπλισμένον και οργιζόμενον, ας κάμωμεν τελείαν αποχήν από τας αμαρτίας μας. Ας τας εξομολογηθώμεν με κατάνυξιν και. θερμότητα, διά να έχωμεν και τον Θεόν ίλεων, και διά να επιτύχωμεν και της ουρανίου αυτού και αϊδίου μακαριότητος, εν Χριστώ τω Θεώ ημών, ω η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
 

 

ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ ΚΕ' 

Ου δάκρυα,
ουδέ μετάνοιαν έχω,
ουδέ κατάνυξιν·
 αυτός μοι ταύτα Σωτήρ,
ως Θεός δώρησαι.
 

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ 

Καθώς ο ήλιος λάμπει και φωτίζει της οικουμένης τα πέρατα, τοιαύτης λογής και η χάρις του Θεού ως άλλος πολύφωτος ήλιος λάμπει και φωτίζει τας καρ­δίας εκείνων, οπού είναι κεκαθαρμένοι από τα πάθη ψυχής τε και σώματος. Και εις οποίαν καρδίαν λάμπει η θεία χάρις, από εκείνην ως από πηγήν τινά αναβρύουσι και τα πνευματικά δάκρυα, τα οποία είναι ένας φανερός και αισθητός καρπός του αγίου Πνεύματος. Και περί των τοιούτων δακρύων δεν λέγει ο συγ­γραφεύς του παρόντος τροπαρίου, αλλά περί των άλλων δακρύων της μετανοίας και κατανύξεως, από τα οποία γεν­νώνται εκείνα τα πνευματικά δάκρυα, οπού είναι χαράς αφάτου παραίτια, και ένα σημείον της αγάπης του Θεού ολοφάνερον. 

Όθεν και τα πρώτα και τα δεύτερα δάκρυα είναι δώρον του Πνεύματος, ωσάν οπού τα μεν της μετανοίας καθαίρουσιν την ψυχήν του μετανοούντος από παντός μολυσμού σαρκός τε και πνεύματος, τα δε της αγάπης του Θεού δάκρυα την καθιλαρύνουσι, και την ευφραίνουσι με τρόπον άρρητον τε και ανεκλάλητον. Είναι δε και δάκρυα φυσικά, με τα οποία κλαίομεν τους αποθαμένους μας, και τας συμφοράς, οπού μας επισυμβαίνουσι. Και όταν δεν ημπορούμεν να κλαύσωμεν τας αμαρτίας μας με δά­κρυα μετανοίας και κατανύξεως, πρέπει να μιμώμεθα εκείνους τους κηπουρούς, οπού εγκεντρίζουσι τα άγρια δένδρα εις ήμερα. Και ενθυμούμενοι τους αποθαμένους μας, να κλαίωμεν με φυσικά δά­κρυα· και ευθύς οπού αρχίσουν οι ο­φθαλμοί μας να σταλάζωσι δάκρυα, με­ταφέροντες την ενθύμησιν εκείνην εις τας αμαρτίας μας, να εγκεντρίζωμεν τα φυσικά εις τα της μετανοίας δάκρυα· και μετανοούντες, να δυνάμεθα να κλαίω­μεν και τας αμαρτίας μας με δάκρυα κα­τανύξεως, καθώς προλαβόντες εκλαίομεν τους νεκρούς μας με δάκρυα φύσεως. 

Αλλά τούτο, οπού σε συμβουλεύω, αγαπητέ, είναι μία εδική μας μέθοδος, και τα δάκρυα, οπού προέρχονται από την εδικήν μας μέθοδον και επίνοιαν, αγκαλά και ωφέλιμα, πλην είναι προσω­ρινά, και ολιγοχρόνια, και τρόπον τινά αθεμελίωτα, και καθώς γίνονται, ούτω πάλιν και απογίνονται· τα δε εκ του Θεού δάκρυα, ως θείον δώρον, είναι στε­ρεά και αβίαστα· και μόνον, οπού ενθυμηθώμεν τας αμαρτίας μας, παρευθύς αβιάστως και εν ευκολία κλαίομεν. Και όποιος έλαβε παρά Θεού τούτο το δώ­ρον των δακρύων της μετανοίας και κα­τανύξεως, πρέπει να το φυλάττη με όλην του την δύναμιν, διά να μη του το φθείρη ή η αμέλεια, ή η πολλή παρρησία, ή τα άκαιρα γέλοια, ή η κενοδοξία και η φθοροποιός οίησις. 

Αλλά διά να λάβωμεν τούτο το δώρον των δακρύων των πνευματικών, πρέπει πρώτον μεν, να εισφέρωμεν και ημείς τα εδικά μας· ήγουν τον τρόπον και την μέθοδον οπού είπομεν ανωτέρω· δεύτερον δε, να το ζητώμεν επιπόνως και παρά Θεού με συνεχή δέησιν. Διότι η εδική μας μέθοδος και επίνοια μόνη χωρίς του Θεού την χάριν δεν κατορθώνει τίποτε. «Χωρίς εμού ου δυνασθε» λέγει ο Κύριος, «ποιείν ουδέν» (Ιω. ιε' 5)· και πάλιν: «Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν· ζητείτε, και ευρήσετε» (Ματθ. ζ' 7). Αλλα πρέπει να ηξεύρωμεν, ότι ο Θεός δια τo αυτεξούσιον, οπού μας εχάριαε, δεν μας σώζει χωρίς να του ζητώμεν επιπόνως την σωτηρίαν μας· ουδέ μας δίδει τα εδικά του χαρίσματα, αν πρώτον ημείς δεν του προσφέρωμεν τα εδικά μας θελήματα και κινήματα. «Προηγουμένων μεν γαρ των ημετέρων, έπονται και τα παρά του Θεού», λέγει ο θείος Χρυσόστομος, «μη προηγουμένων δε των ημετέρων, ουδέ τα παρά του Θεού έψεται. Η γαρ χάρις, καν χάρις η, τους εθέλοντας και εκζητούντας αυτήν σώζει». 

Θέλεις να λάβης το χάρισμα της θερ­μής κατανύξεως άνωθεν; Κατανύγου πρώτον εσύ με βιαίαν κατάνυξιν, και τό­τε θέλεις λάβει παρά Θεού και την αβίαστον και θερμήν κατάνυξιν. Θέλεις να λάβης το χάρισμα της μετανοίας; Μετα­νόει εσύ πρώτον με εξωτερικήν μετάνοιαν αναστέναζε με βίαν· ύπαγε σωματικώς εις τον πνευματικόν πατέρα σου, εξομολογού συνεχώς με τα χείλη τας αμαρ­τίας σου, και τότε θέλεις λάβει και της καρδίας την θερμήν και κατανυκτικήν μετάνοιαν. Θέλεις να λάβης το θεοδώρητον χάρισμα των δακρύων; Βιάζου εσύ πρώτον να κλαίης με φυσικά δάκρυα τας αμαρτίας σου, καθώς κλαίεις και εις τας συμφοράς σου, και εις των συγγενών σου τον θάνατον, και τότε θέλεις λάβει και το χάρισμα των πνευματικών δακρύ­ων, διά να κλαίης αβιάστως και ευκόλως με μόνην την ψιλήν των αμαρτιών σου ενθύμησιν. Το ίδιον μεταχειρίζου και εις τα άλλα πνευματικά χαρίσματα· ήγουν δίδε εσύ πρώτον εις τον Θεόν τα σωμα­τικά και επίπονα, και τότε θέλει σου δώ­σει και ο Θεός τα πνευματικά και ακοπίαστα· δίδε εις τον Θεόν σωματικήν προσευχήν και ψαλμωδίαν, διά να σου δώση και ο Θεός πνευματικήν και ακο­πίαστον προσευχήν και ψαλμωδίαν, οπού να προσεύχεσαι με χαράν και κα­τάνυξιν, και να ψάλλης με πνευματικήν ευφροσύνην και αγαλλίασιν. Ομοίως δίδε ελεημοσύνην βιαζόμενος, διά να λάβης χάρισμα αβίαστου ευσπλαγχνίας και ελεημονητικής διαθέσεως· δίδε τα σωματικά, διά να λαμβάνης ως μισθόν τα πνευματικά· δίδε τα εδικά σου, διά να σου δίδη και ο Θεός τα εδικά του. «Προηγουμένων μεν γαρ των ημετέρων, έπονται και τα παρά. του Θεού, μη προηγουμένων δε των ημετέρων, ουδέ τα παρά του Θεού έψεται. Η γαρ χάρις, καν χάρις η, τους εθέλοντας και εκζητούντας αυτήν σώζει». Ης και τύχοιμεν εν Χριστώ τω Θεώ ημών· αυτώ η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
 

 

ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ Ι’ 

Γνώτε και ίδετε,
ότι εγώ ειμι Θεός,
ο ερευνών καρδίας
και κολάζων εννοίας,
ελέγχων πράξεις
και φλογίζων αμαρτίας,
και κρίνων ορφανόν
και ταπεινόν και πτωχόν.
 
 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ 

Επειδή ο Θεός έπλασεν εκ χοός τον άνθρωπον και τον εστόλισε με λογικήν ψυχήν και αθάνατον, τον έκαμε προσέτι και αυτεξούσιον, και του έδωκε τόσον τον φυσικόν, όσον και τον γραπτόν και πνευ­ματικόν νόμον, διά να τον οδηγή εις τα ψυχωφελή και σωτήρια και να τον εμποδίζη από τα επιβλαβή και ολέθρια. Ό­θεν ο άνθρωπος ως αυτεξούσιος δεν εμποδίζεται παρά Θεού από του να πράξη ή να μη πράξη τα πονηρά και παράνο­μα· παιδεύεται όμως με διπλάς τιμωρίας ασυμπαθώς και μεγάλως, όταν τα πράττη με πολλήν ασυνειδησίαν και αθεοφοβίαν του. 

Η αιτία λοιπόν της παιδεύσεώς σου, ω αμαρτωλέ άνθρωπε, δεν είναι ο Θεός, οπού σε παιδεύει, διά να σε φέρη εις μετάνοιαν· αλλ’ είσαι εσύ ο ίδιος, οπού αμαρτάνεις, υβρίζωντας το πανάγιον αυ­τού όνομα. Διότι και ένας μεν από ακρασίαν και αφυλαξίαν του περιπίπτει εις μίαν βαρυτάτην ασθένειαν ο δε ιατρός διά να τον ιατρεύση, τον ποτίζει πικρά και φαρμακερά βότανα· κόπτει τας σάρ­κας του, καίει πολλάκις και τα σωματικά μέλη του, αλλ' ο ασθενής πονεί μεγάλως και βασανίζεται. Των πόνων λοιπόν και βασάνων, οπού πάσχει ο ασθενής εκεί­νος, τις είναι ο αίτιος; Ο ιατρός, οπού πικραίνει και καίει; Ή ο ασθενής, οπού πικραίνεται και καίεται; Ο ασθενής βέ­βαια· επειδή, αν αυτός από ακρασίαν και αφυλαξίαν του δεν ήθελε περιπέση εις την θανατηφόρον εκείνην ασθένει­αν, ο ιατρός ούτε τον επίκραινεν, ούτε τον έκαιε. 

Μηδείς λοιπόν πειραζόμενος και παιδευόμενος ας λέγη, ότι παρά Θεού πει­ράζομαι και παιδεύομαι. Ότι ο Θεός κανένα άνθρωπον ούτε πειράζει, ούτε παιδεύει, ως μόνος εύσπλαγχνος και πα­νάγαθος· αλλ' όποιος πειράζεται και παιδεύεται, αφ’ εαυτού του και πειράζε­ται και παιδεύεται. Διότι η δικαία του Θεού κρίσις εξομοιούται με του καθ’ ενός ημών την γνώμην και την διάθεσιν, και ό,τι λογής είναι η κατάστασίς μας, έτσι και μας δίδει ως κριτής δίκαιος και απαραλόγιστος. Όθεν ο Θεός ερευνά τα βάθη της καρδίας μας· και αν έχωμεν μέ­σα εις αυτήν αγαθάς εννοίας και ψυχω­φελή διανοήματα, κατ' εκείνα και μας ανταμείβει και εν τω νυν αιώνι, και εν τω μέλλοντι. Αν όμως είναι αι βουλαί και τα διανοήματα βλαβερά και θανατηφό­ρα και κολάσεως πρόξενα, εξ αυτών λαμβάνωντας, μας αντιβραβεύει εκ των ιδίων με τα ίδια. Και καθώς το πυρ, αν λάβη μεν εις του λόγου του αργύριον ή χρυσίον, το λαγαρίζει, το καθαρίζει και το λαμπρύνει θαυμασιώτατα, αν δε εκ του εναντίου λάβη ξύλα, ή χόρτον, ή καλάμην, τα κατακαίει και τα διαφθείρει με την καυστικήν του ενέργειαν, τοιου­τοτρόπως και ο Θεός είναι ένα πυρ άυλον και υπερούσιον, οπού εισερχόμενον μέσα εις την καρδίαν του ανθρώπου, αν εύρη μεν ως χρυσίον και αργύριον αγαθάς και θεοφιλείς εννοίας και σκο­πούς θεόφρονας, τους καταλαμπρύνει με διαυγάζουσαν της θείας του χάριτος έλλαμψιν αν εύρη δε ως ξύλα και χόρ­τον και καλάμην της ανυπόστατου κα­κίας βδελυρά και αχυρώδη νοήματα και σκοπούς ματαιόφρονας, τους κατακαίει και τους αφανίζει με την φθοροποιόν και δραστήριον ενέργειαν της θεϊκής του δυνάμεως. 

Και λοιπόν ο Θεός, ως μεν Θεός υπεράυλος και υπερούσιος, ερευνά τας καρ­δίας και τα λεπτά του νοός μας διανοή­ματα, και τα μεν αγαθά στερεώνει και χαριτώνει ως φιλάγαθος, τα δε πονηρά τιμωρεί και κολάζει ως μισοπόνηρος· ως δε πυρ άυλον, τας μεν αγαθάς πράξεις στερεώνει και φωτίζει με την φωτιστικήν του ενέργειαν, τας δε πονηράς και παρανόμους πράξεις ελέγχει και παρρησιάζει ενώπιον πάντων προς εντροπήν και καταισχύνην του πράξαντος, τας δε αμαρτίας καταφλογίζει και κατακαίει με την καυστικήν του και δραστήριον δύναμιν. Και ως κριτής δίκαιος, τους μεν ορφανούς κρίνει και δικαιώνει και επιστρέφει προς αυτούς το πατρικόν αυτών δίκαιον, οπού αδίκως διήρπασαν οι πλεονέκται και άρπαγες· τους δε τα­πεινούς και πτωχούς τω πνεύματι ανυ­ψώνει και πλουτίζει με την διανομήν των πνευματικών χαρισμάτων του, έκαστον κατά το ίδιον μέτρον της εν Χριστώ ταπεινώσεως και πνευματικής πτωχείας του. 

Ας γνωρίσωμεν λοιπόν και ημείς, α­γαπητοί, και ας ιδώμεν και με τους αι­σθητούς οφθαλμούς μας διά μέσου της ορατής κτίσεως, και με τους νοερούς οφθαλμούς της διανοίας μας διά μέσου της αοράτου δημιουργίας των υπερκοσμίων Δυνάμεων, ότι αυτός είναι μόνος ο Θεός ο παντοκράτωρ και παντοδύνα­μος· αυτός είναι μόνος ο παντέφορος ο­φθαλμός εκείνος, οπού εφορά και βλέπει τα σύμπαντα· αυτός είναι μόνος, οπού εξετάζει και ερευνά του καθ' ενός της καρδίας τα κρύφια και τα μυστικά και απόρρητα. Και ας μη πάσχωμεν με τους ασυλλογίστους διαλογισμούς της πλά­νης να τον παραλογίζωμεν, άλλα μεν έχοντες εις την καρδίαν μας, άλλα δε εις τα χείλη μας προς απάτην των απλουστέρων διά τα ίδια και επικερδή τέλη μας· αλλ' ας είναι οι λόγοι μας σύμφωνοι με τα διανοήματα της καρδίας μας. 

Και μάλιστα, όταν προσερχώμεθα εις την ιεράν εξομολόγησιν, ας μη λέγωμεν εις τον Πνευματικόν άλλα αντί άλλων, ψευδόμενοι, αλλ’ ας ομολογώμεν χωρίς εντροπήν άπασαν την αλήθειαν, διά να λαμβάνωμεν ως αληθεύοντες και των αμαρτιών ημών την συγχώρησιν· και όχι ως ψευδόμενοι να επισωρεύωμεν εις του λόγου μας οργήν περισσοτέραν και αγανάκτησιν παρά του ερευνώντος Θεού τα απόκρυφα βάθη της καρδίας μας· του κολάζοντος του νοός μας τα πονηρά διανοήματα· του ελέγχοντος τας μιαράς και ακαθάρτους πράξεις μας· του φλογίζοντος ασυμπαθώς τας αμετανόητους αμαρτίας μας· και ημάς μεν τους των αμαρτιών εργάτας παραπέμποντος εις κόλασιν αιώνιον, τους δε ορφανούς δικαιούντος και κρίνοντος δικαίως, ως δι­καίου υπάρχοντος, και τους ταπεινούς και πτωχούς τω πνεύματι ανυψούντος και μεγαλύνοντος και υπερπλουτίζοντος εις την ουράνιον βασιλείαν του, ης και ημάς επιτυχείν γένοιτο. Αμήν.


[*] Από το σπάνιο βιβλίο «Ερμηνεία του θείου και ιερού Μεγάλου Κανόνος του εν αγίοις πατρός ημών Ανδρέου αρχιεπισκόπου Κρήτης του Ιεροσολυμίτου, ερμηνευθέντος θείω ελέει παρά του αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας Ιωάννου του εκ της Λίνδου. Τόμος Α' περιέχων την πρώτην, δευτέραν και τρίτην ωδήν. Βιέννη 1796». Τα τροπάρια που δημοσιεύονται εδώ αναφέρονται κυρίως στην μετάνοια και την εξομολόγησι. Είναι δε τα εξής: το ιβ' της α' ωδής, το β' και κε' του α' ειρμού της β' ωδής και το ι' του β' ειρμού της β' ωδής.

Αγιορείτικη Μαρτυρία
Τριμηνιαία έκδοσις Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου


ΠΗΓΗ


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ: Δελτίο τύπου σχετικά με τον κρατικό τρόμο κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας

 


                                                         Δελτίο τύπου

σχετικά με τον κρατικό τρόμο κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας είναι, όπως είναι κοινώς γνωστό, η μόνη κανονική και νόμιμη Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία, και ταυτόχρονα η μεγαλύτερη θρησκευτική οργάνωση στη χώρα αυτή. Αναγνωρίζεται από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες του κόσμου, καθώς και από όλες τις μη Χριστιανικές Εκκλησίες και ομολογίες, ενώ η μη κανονική, σχισματική δομή που, αν και αυτοαποκαλείται Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, δεν έχει καν την πιο βασική ιδιότητες του εκκλησιαστικού, αναγνωρίζεται από τέσσερις μόνο Ορθόδοξες Εκκλησίες, οι οποίες από τον αριθμό των πιστών της αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό στην Ορθόδοξη οικουμένη. Φυσικά, ακόμα κι αν η αριθμητική δυσαναλογία ήταν υπέρ της μη κανονικής δομής, δηλαδή εις βάρος της κανονικής Εκκλησίας, δεν θα άλλαζε τίποτα στο οντολογικό επίπεδο: η Εκκλησία είναι η Εκκλησία και μία παράνομος παρασυναγωγή μπορεί να γίνει Εκκλησία μόνο με τη μετάνοια και την κανονική διαδικασία, ποτέ με το πάτημα της πένας κάποιου.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας δεν είναι ένα «πολεμικό μέρος» αλλά μια ζωντανή και ενεργή Εκκλησία του Θεού σε ενότητα πίστεως και λειτουργικής κοινωνίας με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και τις Ορθόδοξες Εκκλησίες γενικότερα. Οι πόλεμοι, δίκαιοι και άδικοι, γίνονται από κράτη και όχι από εκκλησίες. Η ίδια η αντιμετώπιση μιας Εκκλησίας ως εχθρού είναι τερατώδους χαρακτήρα λόγω του ότι τα μέλη των τραγικά αντιμαχόμενων μερών, αν είναι πιστοί, είναι πιστοί της ίδιας Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι πάντα υπέρ της ειρήνης, προσεύχεται συνεχώς για ειρήνη και κάνει ό,τι μπορεί για να αντικαταστήσει την έχθρα και το μίσος μεταξύ ανθρώπων και εθνών με τη φιλία και την αγάπη. Η Εκκλησία δεν χωρίζει τους ανθρώπους, προσπαθεί, στο όνομα του Θεού που είναι Αγάπη, να αγαπά τους πάντες και να φροντίζει ποιμαντικά για τη σωτηρία των ψυχών και της ζωής όλων εκείνων που χρειάζονται αδελφική αγάπη και βοήθεια.

Το καλύτερο παράδειγμα μιας τέτοιας στάσης και συμπεριφοράς μας δίνει η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας - ο πρώτος της ιεράρχης, ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριος, η επισκοπή, οι κληρικοί, οι μοναχοί και ο πιστός λαός της. Για το λόγο αυτό, η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία κοιτάζει με βαθιά ανησυχία, θλίψη και αδελφική αγάπη τα «βάσανα των αγίων» (Αποκ. 14, 12· sr. 1, 9) στην Ουκρανία και τις πιέσεις, τη βία και τις διώξεις που η σημερινή κυβέρνηση της Ουκρανίας ασκεί με προσπάθειες κατά της κανονικής Εκκλησίας και συνεπώς κατά της πλειοψηφίας των πολιτών της, δεδομένου του γεγονότος ότι είναι η μεγαλύτερη θρησκευτική κοινότητα της χώρας. Οι διώξεις κορυφώθηκαν τις τελευταίες ημέρες με τη βίαιη κατάληψη ναών υπέρ της ψευδο-εκκλησιαστικής σχισματικής δομής, που έχει την ιδιότητα της ιδιόμορφης «κρατικής Εκκλησίας» και της άτυπης Ιεράς Εξέτασης. Έχει επίσης ανακοινωθεί η επικείμενη κορύφωση του τρόμου, ένα πιστό αντίγραφο της σοβιετικής δίωξης της Εκκλησίας – η εκδίωξη διακοσίων πενήντα μοναχών και εκατοντάδων καθηγητών και φοιτητών θεολογίας από τη Λαύρα Κιέβου-Πετσέρσκ, την αιωνόβια πνευματική πηγή και κέντρο του Η Αγία Ρωσία (Святая Русь), η κολυμβήθρα του ανατολικού σλαβικού χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας στη σύγχρονη Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.

Η Λαύρα Κιέβου-Πετσέρσκ με τα ιερά της δεν είναι μόνο σύμβολο και κέντρο της Ορθόδοξης Ουκρανίας και, ευρύτερα, του «ρωσικού κόσμου» (όπως κι αν ερμηνεύει κανείς αυτόν τον όρο), αλλά και μια ανεξάντλητη πηγή ζωογόνου πνευματικότητας για ολόκληρη την Ορθοδοξία . Επιπλέον, ο πνευματικός και πολιτιστικός θησαυρός της Λαύρας είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό και ορατό στοιχείο όχι μόνο της Ουκρανίας και όλης της Ρωσίας, αλλά και του κόσμου ως πολιτιστικής κληρονομιάς. Υπό το πρίσμα αυτών των γεγονότων, η απόφαση της σημερινής κρατικής ηγεσίας της Ουκρανίας να εκδιώξει τον Μητροπολίτη Ονούφριο, τη μοναστική αδελφότητα και την πνευματική ακαδημία από τη Λαύρα δεν είναι τίποτε άλλο παρά συνώνυμο του τρομακτικού κρατικού τρόμου κατά της Εκκλησίας, καθώς και της σκληρής παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας της συνείδησης γενικότερα. Η συμπεριφορά της ουκρανικής κρατικής ηγεσίας μαρτυρεί ότι ο πραγματικός -μάλλον απώτερος- στόχος της είναι να σβήσει την ιστορική μνήμη και όλα τα ίχνη της αρχικής Ορθοδοξίας στην Ουκρανία, προκειμένου να αλλάξει τον κώδικα και την ιστορική ταυτότητα που η Εκκλησία με κόπο έχτισε και διατήρησε ανά τους αιώνες, από τον άγιο Πρίγκιπα Βλαδίμηρο μέχρι σήμερα .

Νιώθοντας και γνωρίζοντας ότι η μόνη υπάρχουσα Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία, με αρχηγό τον Μητροπολίτη Κιέβου Ονούφριο, σηκώνει γενναία και ήρεμα τον σταυρό της και ανεβαίνει με ελπίδα στον Χριστό και στον Γολγοθά του, είμαστε βέβαιοι ότι ο Εσταυρωμένος και Αναστάς Κύριος – λόγω βαθιάς πίστης , η συγχώρεση και η αγάπη για όλους, ακόμα και για τους εχθρούς με δική τους επιλογή – θα δώσει δύναμη στην Εκκλησία Του να αντέξει όλα τα βάσανα που χρειάζεται και πρέπει να υπομείνει. Ταυτόχρονα, υψώνουμε τη φωνή μας με θρήνο ενάντια στη φοβερή αδικία, ενάντια στον κρατικό τρόμο κατά της Εκκλησίας στην Ουκρανία που «φωνάζει στον ουρανό». Ελπίζουμε ότι οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές κοινότητες, καθώς και τα ιδρύματα και οι οργανώσεις που ενδιαφέρονται για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και κάποιο είδος τάξης στον κόσμο, θα καταδικάσουν την κατάφωρη παραβίαση των θρησκευτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών στην Ουκρανία.

Προσευχόμενοι θερμά στον Κύριο για το τέλος του αδελφοκτόνου πολέμου στην Ουκρανία και για την εγκαθίδρυση της ευλογημένης ειρήνης όσο το δυνατόν συντομότερα, περιμένουμε με πίστη, ελπίδα και αγάπη τον θρίαμβο του Σταυρού και την Ανάσταση του Χριστού επί των δυνάμεων του σκότους, του κακού και του θανάτου. Προσκυνούμε τον Σταυρό Σου Χριστέ και γιορτάζουμε την αγία σου Ανάσταση.

Ο Σέρβος Πατριάρχης Porfirije,
πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου των Επισκόπων



ΠΗΓΗ

Σχόλιο του Σεβ. Λαρίσης & Πλαταμώνος κ. Κλήμεντος

Ἡ ἀξιοπρόσεκτη λιτὴ ἀλλὰ περιεκτικὴ ὡς ἄνω Ἀνακοίνωση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, λέγει τὰ ἀπαραίτητα γιὰ ἕνα καυτὸ πρόβλημα τῶν ἡμερῶν μας. Δὲν εἶναι δυνατὸν σὰν ἀληθινοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ νὰ παραμείνουμε ἀδιάφοροι στὸν διωγμὸ τῶν Ἀδελφῶν μας, μὲ τοὺς ὁποίους αἰσθανόμαστε πνευματικὴ ἐγγύτητα.

Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι ἡ πολυάριθμη «Οὐκρανικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία» ὑπὸ τὸν Κιέβου Ὀνούφριο κατηγορεῖται ὡς δῆθεν φιλορωσική, ἐν μέσῳ μιᾶς πραγματικὰ ἀντιρωσικῆς φρενίτιδος στὴν χώρα -πυροδοτουμένης ἀπὸ τὴν Δύση- ἕνεκα τοῦ πολέμου μὲ τὴν Ρωσία, καίτοι αὐτὴ ἔχει ἀποστασιοποιηθεῖ μὲ κάθε τρόπο ἀπὸ τοὺς Ρώσους σὲ αὐτὸ τὸν τραγικὸ πόλεμο, συμπαραστεκόμενη στὰ δεινὰ τοῦ λαοῦ τῆς πατρίδος της. Ἐπίσης, διέκοψε ἐν τοῖς πράγμασι τὴν κοινωνία μὲ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας καὶ ἔχει προβεῖ σὲ ἐπαινετὴ καταδίκη τῆς πλάνης τοῦ Σεργιανισμοῦ, δηλαδὴ τῆς ὑποταγῆς τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐξυπηρέτηση πολιτικῶν σκοπιμοτήτων, ἐνῶ ταυτοχρόνως ἐνισχύεται προ­οδευτικὰ ἡ Ἀντι-οικουμενιστικὴ γραμμή της,  παραμένουσα προ­σηλωμένη ὡς γνωστὸν στὴν ἑορτολογικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀντίθετα, ἡ ἀ­ρεστὴ στὴν Κυβέρνηση καλουμένη «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας», ὑπὸ τὸν Ἐπιφάνιο, υἱοθέτησε σταδιακὰ τὸ παπικὸ ἑορτολόγιο ἀπὸ τὸν περασμένο Δεκέμβριο, θεωρῶντας τὸ Πάτριο Ἑορτολόγιο ὡς δῆθεν «ρωσικό», ἀκολουθεῖ δὲ οὐσιαστικὰ οὐνιτικὴ γραμμή, μὲ ἐνεργὸ συμμετοχὴ στὸν κατάκριτο Οἰκουμενισμό. Μάλιστα, ὁ ἐξόφθαλμος Ἐθνοφυλετισμός της, ἔφθασε μέχρι τοῦ ἀπιστεύτου σημείου νὰ ἐκφράσει τὴν ἐξωφρενικὴ πρόθεσή της γιὰ «ἀνακάθαρση» τοῦ Ἁγιολογίου τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ Ρώσους Ἁγίους!

Ἐμεῖς, ὡς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, ἔχουμε ὑποστεῖ παλαιότερα ἀδυσώπητους διωγμοὺς γιὰ τὴν προσήλωσή μας στὴν Ἀκαινοτόμητη Πίστη καὶ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πιστοὶ καὶ οἱ Κληρικοί μας εἶχαν κατηγορηθεῖ κάποτε ὡς δῆθεν κομμουνιστὲς μὲ τὸ πράγματι παράλογο σκεπτικό, ὅτι τὸ παλαιὸ Ἑορτολόγιο ἀκολουθοῦσαν καὶ οἱ Ρῶσοι (ἐπὶ Σοβιετικῆς Ἑνώσεως), ὁπότε οἱ Παλαιοημερολογῖτες θεωροῦνταν ὡς δῆθεν «φιλορῶσοι κομμουνιστὲς» καὶ διώ­κονταν! Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, εἴμαστε ἰδιαίτερα εὐαισθητοποιημένοι στὸ προκείμενο θέ­μα καὶ ἐκφράζουμε τὴν συμπάθειά μας στοὺς διωκομένους Ὀρθοδόξους Χρι­στι­α­νοὺς τῆς Οὐκρανίας, καίτοι βεβαίως δὲν ἔχουμε ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ αὐτούς.

Δὲν λησμονοῦμε ἄλλωστε ὅτι ὁ κατὰ Θεὸν Εὐεργέτης μας Μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Λεόντιος Φιλίπποβιτς (+1971), ὁ ὁποῖος ἦλθε ὡς μέλος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴν Νότια Ἀμερικὴ τὸ 1962 πρὸς μετάδοσιν τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς στὴν Ἱεραρχία μας, ἦταν εὐλαβὴς γόνος τῆς Οὐκρανίας. Γεννήθηκε στὸ Κίεβο, ἀνατράφηκε πνευματικὰ καὶ σπούδασε σὲ ἅγια Καθιδρύματα, ὅπως τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος ἀρχικὰ μὲ τὸν τίτλο τοῦ Ζιτόμιρ στὴν Λαύρα τοῦ Ποτσάεφ τὸ 1941. Καὶ γιὰ λόγους λοιπὸν εὐγνωμοσύνης, αἰσθανόμεθα ὑπόχρεοι νὰ ἐκφράσουμε τὴν συμπαράστασή μας στοὺς διωκομένους, ὅπως καὶ τὴν διαμαρτυρία μας γιὰ ὅσα ἀπαράδεκτα συμβαίνουν ἐκεῖ. Οἱ προαναφερθεῖσες ἐμβληματικὲς Λαῦρες κινδυνεύουν ἤδη ἄμεσα μὲ διωγμὸ τῶν νομίμων ἐνοίκων τους.

Εἴθε οἱ προσευχὲς πάντων τῶν ὅπου γῆς πιστῶν, πονούντων τὴν Ἀλήθεια καὶ ποθούντων τὴν Δικαιοσύνη, νὰ εἰσακουσθοῦν ὑπὸ τῆς θείας Φιλανθρωπίας καὶ ἀπὸ τὸν φοβερὸ αὐτὸ πειρασμὸ νὰ προκύψουν ἀπρόσμενα ἀγαθά!

+Λ.&Π.Κ




ΠΗΓΗ



ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ





Ο Πρέσβης της Ουκρανίας στο Βατικανό: «Η μετάβαση στο νέο ημερολόγιο είναι ένδειξη ευγνωμοσύνης στις χώρες του δυτικού κόσμου»


ΠΡΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΠΡΟΧΩΡΟΥΝ ΟΙ ΟΥΚΡΑΝΟΙ




''Announcement regarding the situation in Ukraine'' ( From the Holy Synod of the Genuine Orthodox Church of Greece)

 

I. Recently, the news about religious unrest in Ukraine has increased significantly. The Government there is persecuting the so-called "Ukrainian Orthodox Church" under the Metropolitan of Kyiv Onuphry and has given an ultimatum to the Monks of the historic Lavra of Kyiv to leave their Monastery by March 29 (2023), in order for it to be handed over to another new Brotherhood, approved by the Government, under the alleged "Metropolitan of Kyiv" Epiphanius of the self-proclaimed "Orthodox Church of Ukraine", a new ecclesiastical formation, which was recognized by Constantinople as an autocephalous Church. Of course, the persecutions against the Clergy and the Laymen of the "Ukrainian Orthodox Church" had started earlier, but now they are peaking and deeply dividing the Ukrainian people, while the critical period of the country requires unity and solidarity more than ever, due to the state of war.

II. Persecutions against Christians, but also against people of any religious belief, wherever and however they occur, especially in our time, are unacceptable and are a disgrace to Civilization, Democracy, Humanity and Freedom. That is why we appeal to all people of goodwill who love and support the fight for Freedom of Religion and Conscience and have the ability to intervene immediately to stop the persecution in any form! Ukraine, if it wants to be considered a free and democratic country, must first of all respect the right to religious freedom and not imitate the well-known methods of godless Soviet authoritarianism, which it is supposed to oppose. 

III. We pray fervently to our Lord Jesus Christ and to the Most Holy Mother of God, during this period of Repentance in Great Lent, simultaneously calling and exhorting our Flock, like every faithful Christian, to intercede for the persecuted believers in Ukraine, so that they may face the injustice against them with courage and Christian perseverance, and that the pernicious war will stop as soon as possible.

From the Holy Synod
of the Genuine Orthodox Church of Greece
Athens, 14/27-03-2023