Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

«Να γνωρίζεις, όμως, ω βασιλεύ, ότι δίχως Οικουμενική Σύνοδο, δεν μου επιτρέπεται να νεωτερίζω σε θέματα πίστεως!»

Ο άγιος Γερμανός αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως




Στις 12 Μαΐου (σ.σ. σε 13 ημέρες με το παλαιό)  εορτάζουμε την μνήμη του αγίου Αρχιεπισκόπου Γερμανού.
Ο άγιος πατήρ ημών Γερμανός ήταν γιος ενός επιφανούς και ισχυρού πατρικίου, ονόματι Ιουστινιανού, τον οποίο ο Κωνσταντίνος Δ’ (668-685) θανάτωσε από φθόνο. Τον δε νεαρό Γερμανό ο αυτοκράτορας τον ευνούχησε για να παρεμποδίσει την άνοδό του στα συγκλητικά αξιώματα
Σύντομα, ο μακάριος Γερμανός εισήλθε στον κλήρο της Μεγάλης Εκκλησίας και κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, διήγε βίο ισαγγελικό: αποστρεφόμενος κάθε κοσμική ματαιότητα και αφιερώνοντας τον εαυτό του νυχθημερόν στην μελέτη των Γραφών και στην δοξολογία του Θεού. Απέκτησε με αυτόν τον τρόπο βαθειά θεολογική κατάρτιση, με την οποία επρόκειτο να στηρίξει την αληθινή Πίστη.
Οι Πατέρες της Δευτέρας Συνόδου της Νικαίας έπλεξαν το εγκώμιό του ως εξής: «Αφιερωμένος παιδιόθεν στον Θεό, όπως ο προφήτης Σαμουήλ, και εφάμιλλος των αγίων Πατέρων, τα γραπτά του διαδόθηκαν σε όλο τον κόσμο. Είχε τις “υψώσεις του Θεού εν τω λάρυγγι αυτού” και οι λόγοι του ήσαν “ρομφαία δίστομος εν ταις χερσίν αυτού” (Ψαλμ. 149:6) κατά των πολεμίων της εκκλησιαστικής παραδόσεως» (Πρακτικά της Ζ’ Οικ. Συνόδου, Sacrorum Conciliorum Collectio, τ. 13, 357).
Ο Άγιος χειροτονήθηκε μητροπολίτης Κυζίκου το 705 και ανέλαβε αμέσως αγώνα κατά των παραφυάδων της αιρέσεως του μονοθελητισμού, γεγονός που οδήγησε στην εξορία του από τον αυτοκράτορα Φιλιππικό (711-713), ο οποίος επιδίωκε την αναθέρμανση της αιρέσεως αυτής.
Όταν έφυγε από τη μέση ο τύραννος, ο Γερμανός αποκαταστάθηκε στην έδρα του και εξελέγη πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στις 11 Αυγούστου 715, προς μεγάλη χαρά όλου του ορθόδοξου λαού, εστόλισε δε έκτοτε τον πατριαρχικό θρόνο με τις αρετές του και το προφητικό του χάρισμα. Την ημέρα της βαπτίσεως του γιου τού αυτοκράτορος Λέοντος Γ’, Κωνσταντίνου, ο άγιος Γερμανός ανήγγειλε ότι το παιδί αυτό επρόκειτο να γίνει φοβερός εχθρός της Εκκλησίας (740-775) και προείπε σε έναν από τους κληρικούς του, ονόματι Αναστάσιο, ότι έμελλε να σφετερισθεί τον θρόνο του και να γίνει ένας από τους υποκινητές της αιρέσεως.
Στις αρχές της βασιλείας του Λέοντος Γ’, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από αναρίθμητες αραβικές στρατιές και μόνο με την σκέπη της Θεοτόκου και τις αδιάλειπτες προσευχές του λαού, υπό την καθοδήγηση του αγίου Γερμανού, η πόλη διέφυγε τον κίνδυνο (718).
Μετά από δέκα χρόνια βασιλείας, ο αυτοκράτορας άρχισε να αποκαλύπτει τα ασεβή του σχέδια με εξαγγελίες κατά της τιμής των ιερών εικόνων, δηλώνοντας ότι θα τις απέσυρε από την δημόσια λατρεία (726). Ο άγιος πατριάρχης απευθύνθηκε τότε στον αυτοκράτορα, ελέγχοντάς τον για την ανάμειξή του στα της Εκκλησίας και για την παραβίαση των σεπτών παραδόσεων που ήσαν καθιερωμένες από την εποχή των Αποστόλων.
Όταν ο Λόγος του Θεού «σαρξ εγένετο», ενανθρωπήσας κατ’ εικόνα μας, ανέλαβε την φύση μας με σκοπό να ανακαινίσει σε μας την εικόνα του Θεού, την αμαυρωμένη από την αμαρτία. Για τον λόγο αυτό, επιτιθέμενος κατά της τιμής των ιερών εικόνων, ο αυτοκράτορας ανέτρεπε όλο το μυστήριο της Ενσαρκώσεως. Ο άγιος δήλωσε έτοιμος να πεθάνει για την εικόνα του Κυρίου και παρεκάλεσε τον βασιλέα να πάψει να αναστατώνει την Εκκλησία με παρόμοιες ενέργειες.
Μην έχοντας τίποτε να απαντήσει, ο Λέοντας εράπισε οργισμένος τον άγιο και τον έδιωξε. Κάλεσε κατόπιν τον επικεφαλής της Πατριαρχικής Σχολής, ο οποίος του επιβεβαίωσε τον αρχαίο και παραδοσιακό χαρακτήρα της τιμής των εικόνων. Έξαλλος και πεισματωμένος, ο αυτοκράτορας έστειλε στρατεύματα στην Σχολή, τα οποία έκαψαν και έριξαν στην θάλασσα χιλιάδες τόμους της βιβλιοθήκης της.
Μετά το επεισόδιο με την εικόνα της Χαλκής πύλης [9 Αυγ.], ο αυτοκράτορας είπε να καλέσουν και να σύρουν δια της βίας τον άγιο, στις 17 Ιανουαρίου 730, ενώπιον πολυπληθούς συγκέντρωσης συγκλητικών και ανώτερων αξιωματούχων, με σκοπό να τον εξαναγκάσει να προσυπογράψει το διάταγμά του για την γενική καταστροφή των ιερών εικόνων σε όλη την Αυτοκρατορία.
Μετά από λαμπρή απολογία της αληθινής Πίστης, ο άγιος Γερμανός κατέληξε λέγοντας: «Αν είμαι νέος Ιωνάς, ρίξτε με στην θάλασσα. Να γνωρίζεις, όμως, ω βασιλεύ, ότι δίχως Οικουμενική Σύνοδο, δεν μου επιτρέπεται να νεωτερίζω σε θέματα πίστεως!» Κατόπιν, μετέβη στην Αγία Σοφία, απέθεσε το ωμοφόριό του στην Αγία Τράπεζα και αποσύρθηκε σε ένα οκογενειακό κτήμα, το Πλατάνιο, όπου πέρασε τις υπόλοιπες ημέρες του βίου του (730 ή 742) στην ησυχία και την προσευχή συντάσσοντας πραγματείες κατά των αιρέσεων.
Πέντε ημέρες μετά την παραίτηση του αγίου Γερμανού, ο αυτοκράτορας φρόντισε να χειροτονηθεί πατριάρχης ο δόλιος μαθητής του Αναστάσιος. Εκείνος έγινε συνεργάτης του αυτοκράτορα ενθαρρύνοντας τον διωγμό όλων των κληρικών, μοναχών ή λαϊκών, που τιμούσαν τις ιερές εικόνες.
Διηγούνται πως μετά την καθαίρεσή του, παίρνοντας στην αγκαλιά του την εικόνα της Θεοτόκου, ο άγιος Γερμανός πήγε και την έριξε στην θάλασσα, στην συνοικία Αμαντίου (νότια της πόλης), παρακαλώντας τον Χριστό να την οδηγήσει στην Ρώμη, προκειμένου ο αδελφός του αρχιερέας, ο πάπας Ρώμης να καταστεί, μακριά από τις επιβουλές του τυράννου, θεματοφύλακας των ιερών παραδόσεων. Μετά τον τερματισμό της εικονομαχικής αιρέσεως(843), λέγεται ότι η εικόνα επέστρεψε από μόνη της δια της θαλάσσης στην Βασιλεύουσα, όπου παραδόθηκε στην αυτοκράτειρα Θεοδώρα, η οποία την κατέθεσε στον ναό των Χαλκοπρατείων.
Τα λείψανα του αγίου Γερμανού τιμώνται στον ναό Bort-les-Orgues, στην Γαλλία, όπου, καθώς φαίνεται, μεταφέρθηκαν από την Κωνσταντινούπολη, μετά την 4η Σταυροφορία.

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 9ος (Μάιος)
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·



ΕΜΠΡΟΣ! ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΙΣ ΔΩΡΕΕΣ!

 

«Τήν μεσότητα τῶν ὅλων καί τέλος ἔχων, καί τῆς ἀρχῆς ὡς ἄναρχος περιδεδραγμένος, ἔστης ἐν τῷ μέσῳ, βοῶν˙ Τῶν θείων, θεόφρονες, δεῦτε δωρεῶν ἀπολαύσατε» (ωδή δ΄ εορτής Μεσοπεντηκοστής).

(Έχοντας στα χέρια Σου τη μέση των όλων και το τέλος και διακρατώντας γερά ως άναρχος και την αρχή, στάθηκες στο μέσο του Ναού φωνάζοντας δυνατά: Πιστοί του Θεού, εμπρός απολαύστε τις θείες δωρεές).

Η Εκκλησία μας επιμένει στη μεγάλη Δεσποτική εορτή της Μεσοπεντηκοστής -  τονίζει πολύ έντονα τη θεότητα του Κυρίου και την πλησμονή των αγαθών που μας έφερε:  μέσα στη σκοτεινιά του κόσμου να έλθει και πάλι το φως˙ μέσα στη σαπίλα και τη φθορά να ανατείλει και πάλι η ζωή, η άνοιξη και η αφθαρσία! «Έθνη κτυπήστε παλαμάκια. Εβραίοι θρηνήστε…Ο Χριστός είναι ο Θεός μας που έδωσε ζωή σε όλους όσους πίστεψαν στο όνομά Του» (ωδή α΄)  διαλαλεί ο άγιος Ανδρέας Κρήτης ως ξέσπασμα της χαράς του! Και πράγματι, αυτό δεν είναι ο Χριστός για τον κόσμο, παγκόσμια και διαχρονικά; Είναι ο ενανθρωπήσας Θεός, «το Α και το Ω», «ο πρώτος και ο έσχατος» κατά την Αποκάλυψη˙ «ο εξ ου και δι’ ου και εις ον τα πάντα έκτισται» κατά τον απόστολο Παύλο˙ κυριολεκτικά «ο Ων», ο «εγώ ειμι», ο Γιαχβέ της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης˙ ο «δι’ ου τα πάντα εγένετο» όπως το ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως.  

Αυτό δεν τονίζει και ο άγιος υμνογράφος, μεταξύ άλλων, με το παραπάνω τροπάριο; Βρέθηκε ο Κύριος στο μέσον του Ναού, όταν ήταν η εορτή της Σκηνοπηγίας, πριν από το Πάθος Του, για να τονίσει στους Ιουδαίους ότι ο Ίδιος είναι ο απεσταλμένος του Θεού Πατέρα, Εκείνος που μπορεί να τους ξεδιψάσει από τη δίψα που ένιωθαν λόγω της αμαρτίας, να τους δώσει τη Ζωή, όπως και το νερό είναι ζωή για τον άνθρωπο – δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια αλήθεια ο Κύριος και μετέπειτα η Εκκλησία εξαγγέλλει με τη συνάντηση Εκείνου με τη Σαμαρείτιδα γυναίκα, τη μετέπειτα αγία Φωτεινή. «Το νερό που εγώ θα σου δώσω, θα γίνει για σένα πηγή που θα αναβλύζει μέσα σου την αιώνια ζωή». Κι εντελώς φιλάνθρωπα θα πει και άλλοτε: «Αν δεν πιστέψετε ότι πράγματι εγώ είμαι η πηγή της Ζωής, θα πεθάνετε μέσα στις αμαρτίες σας» - ο λόγος Του, ο κάθε λόγος Του αποκαλύπτει την αιώνια ζωή, συνιστά έτσι την έκχυση του διαρκούς ελέους Του στον κείμενο μέσα στην πονηρία και στα δίχτυα του διαβόλου κόσμο.

Η αποδοχή της πίστεως στο πρόσωπό Του, πίστεως συνεπώς και στον Θεό Πατέρα – «αυτός που αρνείται τον Υιό αρνείται και τον Πατέρα» κατά τον λόγο και πάλι της Γραφής – αποτελεί και το κύριο έργο του ανθρώπου στον κόσμο. Μπλεγμένοι στις αμαρτίες και στα πάθη μας, θολωμένοι από την προσκόλλησή μας στα αισθητά και υλικά πράγματα αδυνατούμε συχνά να δούμε την προτεραιότητα, ό,τι ο Κύριος έλεγε: «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού, και όλα τα υπόλοιπα θα σας προστεθούν στη ζωή σας». Η προσήλωση στον Κύριο και στις άγιες εντολές Του είναι αξιολογικά το πρώτο στη ζωή μας, γιατί είναι αυτό που μας δίνει νόημα και δύναμη, ακόμη και προς υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Και ο Κύριος δεν το απέκρυψε και δεν το αποκρύβει: «Να εργάζεσθε – λέει – όχι πρωτίστως για την τροφή σας που χάνεται, την υλική και αισθητή, αλλά για την τροφή που έχει αιώνιο χαρακτήρα». «Και τι να κάνουμε για να εργαζόμαστε τα έργα του Θεού;» ρωτούν οι Ιουδαίοι. Για να πάρουν τη συγκλονιστική απάντηση, κι εκείνοι και διαχρονικά όλοι οι άνθρωποι μαζί τους, ότι «Αυτό είναι το έργο του Θεού: να πιστέψετε σ’ Αυτόν που απέστειλε Εκείνος».

Η πίστη στον Χριστό: την αρχή, τη μεσότητα και το τέλος του κόσμου, την πηγή της Ζωής, είναι η αληθινή εργασία του ανθρώπου. Κι αυτό προϋποθέτει ότι ο άνθρωπος δέχεται την αγάπη Εκείνου που τον έχει προσλάβει και τον έχει κάνει κομμάτι του εαυτού Του. Η δήλωση του αποστόλου Παύλου είναι παραπάνω από σαφής: Τι ζω ως άνθρωπος με το σώμα μου σ’ αυτήν τη ζωή; Την πίστη του Χριστού που με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μου. «Ο δε νυν ζω εν σαρκί, εν πίστει ζω τη του Υιού του Θεού, του αγαπήσαντός με και παραδόντος εαυτόν υπέρ εμού». Πίστη στον Χριστό ως τον Θεό που ενανθρώπησε σημαίνει ότι βρίσκομαι μέσα στην αγάπη Του και στην ίδια φορά και πορεία ζωής συνεπώς μ’ Εκείνον. Κι αυτό θα πει συσταύρωση μαζί Του. Ο απόστολος Παύλος για να πει το βίωμά του απεκάλυψε προηγουμένως: «Είμαι σταυρωμένος μαζί με τον Χριστό, γι’ αυτό και δεν ζω εγώ αλλά ο Χριστός μέσα στην ύπαρξή μου». Συσταύρωση με τον Χριστό σημαίνει θυσιαστική αγάπη για χάρη του κόσμου όλου, ταπείνωση και εξουδένωση έως θανάτου που φέρνει όμως την Ανάσταση.

Δύσκολα πράγματα που μας κάνουν να καταλαβαίνουμε ότι το να ’σαι χριστιανός συνιστά πάντοτε την απόλυτη εξαίρεση μέσα στον γενικό κανόνα της ευκολίας της αμαρτίας του κόσμου. Αλλά είναι η εξαίρεση της Ζωής στον κανόνα του θανάτου.


ΠΗΓΗ

Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ΄ Οικονόμων: ''Σιωνίτης Προσκυνητής'' (αποσπάσματα με απόδοση στην νεοελληνική γ΄ μέρος)


«ἀλλ ̓ οὗτος ὁ παρ' αὐτοῖς χριστιανισμὸς οὔτε τὴν γλῶσσαν τῆς ἀγάπης γνωρίζει, καὶ τοσοῦτον ἐκ· πνέει πρὸς τοὺς ἁγίους τόπους ἄγριον μῖσος, ὥστε, εἴπερ ἐξῆν τοῖς τοιούτοις, ἀσμένως ἂν ἐσβέννυον οὐ μόνον τὸ ἐξαίσιον φῶς, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν φωταψίαν, καὶ τὸ σμικρότατον λυχνάριον. ἐν τῷ Μαρτυρίῳ τῆς Ἀναστάσεως, καὶ τὰς θυρίδας ἂν ἀπέκλειον (καθώς ποτε μάτην ὁ Σαλαδίνος), λήθης βαθὺ σκότος καὶ ἀδηλίας τὴν ἁγίαν περιβάλλοντες Ιερουσαλήμ. Ἀλλὰ ταύτην μὲν περιλάμπει διηνεκῶς ἄλλο φῶς ἄσβεστον καὶ ἄδυτον· «Η γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτὴν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς, τὸ ἀργίον· καὶ τὰ ἔθνὴ τῶν σωζομένων ἐν τῷ φωτὶ αὐτῆς περιπατήσουσι (Αποκαλ. κα, 23). Οὗτοι δὲ οἱ τῆς ἀληθείας τοῦ χριστιανισμοῦ ζηλωταὶ χωροῦσι καὶ περαιτέρω. Εκ ταύτης γὰρ τῆς περὶ τοῦ ψευδοπλάστου φωτὸς πληροφορίας αὐτῶν συμπεραίνουσιν ἀποτόμως, ὅτι «Οὐ δεῖ λοιπὸν εἰς Ἱεροσόλυμα ἀπιέναι· τί γὰρ χρή (φασιν) ἕκαστον τῶν προσκυνητῶν τοσαύτας μυριάδας χρημάτων δαπανᾷν, ὅπως· ἴδῃ τὸ πλαστὸν ἅγιον φῶς ;» – ἰδοὺ ὅλος ὁ σκοπὸς τοῦ περὶ τῆς φωτοπλαστίας μεγάλου κροτοθορύβου. Φεύγετε τὴν πλάνον· Ιερουσαλήμ ! ἀλλ ̓ ὦ φιλαληθέστατοι σοφοί, πῶς οὐκ αἰδεῖσθε σοφιστευόμενοι προφανῶς πρὸς ἀπάτην τῶν ἁπλουστέρων; Μὴ γὰρ ἕνεκα τοῦ ἁγίου φωτὸς ἀπέρχονται οἱ χριστιανοὶ εἰς Ἱεροσόλυμα ; οὐχὶ δὲ κυρίως, καὶ ὡς πρὸς σκοπιμώτατον τέλος, ἵνα προσκυνήσωσι τὸν θεοδέγμονα Τάφον, καὶ τὸν ζωήῤῥυτον Γολγοθᾶν, καὶ τὸ τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης γενέθλιον Σπήλαιον, καὶ τ ̓ ἄλλα τὰ χωρία τῆς ἁγίας γῆς ; "Η μήπως οἱ νῦν προσκυνηταὶ πλανηθέντες μακρὰν τῆς τῶν πάλαι Πατέρων αὐτῶν εὐσεβείας, οὐκέτι πορεύονται καὶ αὐτοὶ, ὡς ἐκεῖνοι, εἰς προσκύνησιν τῶν σωτηρίων ἰχνῶν τοῦ  ̓Ιησοῦ, καὶ τῶν τῶν Ἀποστόλων αὐτοῦ, καὶ τῶν Προφητῶν; Τίνος ἔθνους τις προσκυνητὴς εἶπεν, ἢ ἐφρόνησε πώποτε, ὅτι ἀποδημεῖ πρὸς τὸ ἅγιον φῶς; Μήπως οὐ κηρύττουσι πάντες, οὐκ αὐτοὶ ὑμεῖς ὁμολογεῖτε (τῆς ἀληθείας ἀναγκαζούσης), ὅτι πορεύονται εἰς τὸν ἅγιον Τάφον, ἢ εἰς Ἱερουσαλήμ; Καὶ αὐτοὺς δὲ τοὺς, καθ ̓ ὧν οὕτως ἀπηνῶς ἀθυροστομεῖτε, οὐχὶ καὶ ὑμεῖς Αγιοταφίτας καλεῖτε ; ἔδει δὲ δήπου καὶ τούτους Αγιοφωτίτας μετονομάσαι ! ἔπειτα, ὦ ἄνδρες, τί μάτην ἀσχάλλετε καὶ ἀγανακτεῖτε; ὑμεῖς ἤδη φωτισθέντες ὑπὸ τῆς σοφίας τοῦ αἰῶνος τούτου, εὑρήκατε τὴν ἀλήθειαν, καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τοὺς αὐτουργοὺς τῆς καθ ̓ ὑμᾶς φωτοπλαστίας ταύτης ἐξεμαστεύσατε, δυσχερῶς μὲν (ὡς ὁμολογεῖτε) καὶ μετὰ πολλῶν καὶ τρανῶν ἀντιφάσεων εἰκοτολογοῦντες, ἀλλ' ὅμως ἐξεφωράσατε τὸ πλάσμα ! Χαίρετε, καὶ φρονεῖτε ὅπως ἂν ἐθέλητε, καὶ τοὺς βουλομένους ὑμῖν πιστεύειν διδάσκετε τὴν λαμπρὰν ταύτην ἀλήθειαν· φθόνος οὐδεὶς, οὐδεὶς ὁ κωλύων. Ἀλλὰ τὶ χρὴ ποιεῖν, ὁπότε πάλιν ἄλλοι πολλοὶ, καὶ οὗτοι οὐκ ἀγράμματοi, ἄκριτοι δὲ ἴσως (καθ ̓ ὑμᾶς) καὶ κοῦφοι, καὶ εὔπιστοι, καὶ εὐήθεις, ἀλλ ̓ ὅμως ἀγαπῶσι τὴν ἀρχίφωτον Ιερουσαλήμ; ὅθεν καὶ τῆς ὑμετέρας φιλαληθείας τὸν σκοπὸν ἄγαν ὕποπτον θεωροῦσι, καὶ τοὺς λόγους κρίνουσι Δωδωναῖον πάταγον».


ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Αλλά αυτός ο χριστιανισμός που υπάρχει ανάμεσά τους, δεν γνωρίζει τη γλώσσα της αγάπης και έχει τόσο άγριο μίσος προς τους αγίους τόπους, ώστε αν μπορούσανε, θα σβήνανε ευχαρίστως όχι μόνο το εξαίσιο φως, αλλά και κάθε φωταψία, και το μικρότερο λυχνάρι. στο Μαρτύριο (σ.σ. απόδειξη της Αναστάσεως του Χριστού) της Ανάστασης, θα έκλειναν και τις θυρίδες (όπως κάποτε άνευ αποτελέσματος ο Σαλαδίνος), περιβάλλοντας με αμφισβήτηση την Ιερουσαλήμ και με βαθύ σκοτάδι λήθης. Ωστόσο, αυτό το άλλο άσβεστο και απόκρυφο φως την φωτίζει συνεχώς· «Η γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτὴν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς, τὸ ἀργίον· καὶ τὰ ἔθνὴ τῶν σωζομένων ἐν τῷ φωτὶ αὐτῆς περιπατήσουσι» (Αποκαλ. κα, 23). Αυτοί οι ''ζηλωτές της αλήθειας'' του χριστιανισμού προχωρούν περαιτέρω. Με βάση την πληροφόρηση που έχουν σχετικά με το ''ψευδόπλαστο'' φως, συμπεραίνουν αποτόμως ότι «δεν χρειάζεται πλέον να πηγαίνουμε στην Ιερουσαλήμ· τι χρειάζεται (λένε) ο κάθε προσκυνητής να ξοδεύει τόσα χρήματα για να δει το πλαστό άγιο φως» - αυτός είναι ο σκοπός του μεγάλου θορύβου που γίνεται σχετικά με τη ''φωτοπλαστία''. Φεύγετε από την πλάνο Ιερουσαλήμ! Αλλά, ω ''αληθέστατοι σοφοί'', πώς δεν αισθάνεστε ντροπή όταν παρασύρετε με σοφιστείες τους απλούς ανθρώπους; Μήπως πηγαίνουν οι χριστιανοί στην Ιερουσαλήμ μόνο για το Άγιο Φως; όχι κυρίως, ως προς το πλέον σκοπιμότερο τέλος, για να προσκυνήσουν τον θεοδέγμονα Τάφο και τον ζωογόνο Γολγοθά και το σπήλαιο της γέννησης του Ηλίου της Δικαιοσύνης, και τα άλλα ιερά μέρη της αγίας γης; Ή μήπως οι νυν προσκυνητές, πλανηθέντες μακριά από την ευσέβεια των παλαιών πατέρων τους, δεν προσέρχονται πια και αυτοί, όπως εκείνοι, για την προσκύνηση των σωτήριων ιχνών του Ιησού και των Αποστόλων του, και των Προφητών; Ποίου έθνους προσκυνητής είπε, ή φρόνησε ποτέ, ότι πηγαίνει να ταξιδεύσει μόνο προς το άγιον φως; Μήπως δεν κηρύττουν όλοι, και εσείς οι ίδιοι δεν ομολογείτε (επειδή η αλήθεια σας αναγκάζει), ότι πηγαίνουν στον Άγιο Τάφο, ή στην Ιερουσαλήμ; Και εσείς, που μιλάτε έτσι απαξιωτικά για αυτούς, δεν τους αποκαλείτε Αγιοταφίτες; Έπρεπε να τους μετονομάσετε και ''Αγιοφωτίτες''! Στη συνέχεια, ω άνδρες, γιατί ανησυχείτε και εκνευρίζεστε μάταια; Εσείς ήδη έχετε ''φωτιστεί'' από την σοφία αυτού του αιώνος και έχετε βρει την ''αλήθεια'', ''αποκαλύπτοντας'' τις αρχές και τους δημιουργούς αυτής της - για εσάς - ''φωτοπλαστίας''. Μπορεί να ήταν δύσκολο (όπως παραδέχεστε), και με πολλές και σαφείς αντιφάσεις, δίχως σαφείς αποδείξεις, αλλά τελικά ''αποκαλύψατε'' την πραγματικότητα! (σ.σ. τους ειρωνεύεται). Χαίρετε και ας νομίζετε ό,τι θέλετε, και διδάξτε όσους θέλουν να σας πιστέψουν αυτήν την λαμπρά αλήθεια. Κανένας φθόνος, κανείς δεν σας εμποδίζει. Αλλά τι πρέπει να κάνουμε, όταν πάλι πολλοί άλλοι, αγράμματοι, ίσως άκριτοι, και κουφοί, και εύπιστοι, και ευήθεις (για εσάς), αγαπούν την αρχαία Ιερουσαλήμ; Γι' αυτό και της δικής σας ''φιλαληθείας'' τον σκοπό θεωρούν υπερβολικά ύποπτο και κρίνουν τους λόγους σας ως ανούσιους και θορυβώδεις.


(συνεχίζεται)



ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ