ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (4)

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ


ΜΙΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ κ. ΠΡΟΕΔΡΟΝ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ




Προς της Αυτού Εξοχότητα τον Κύριον Κον Πρόεδρον της Σεβαστής ημών Κυβερνήσεως


Αθήνας


''Τους Επισκόπους ημών επιτηρείτε μόνον ίνα ώσιν Ορθόδοξοι, και μη διδάσκωσι δόγματα εναντίον της Ορθής Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς  ή απεσχισμένοις συλλειτουργώσιν''.

(Επιστολή Γενάδ. Πατριάρχου)


Εξοχώτατε,


Πρώτοι φορά οι Αγιορείται Μοναχοί εμφανιζόμεθα να διαμαρτυρηθώμεν και μάλιστα δημοσίως, κατά της υπερτάτης υμών Αρχής της Ιεράς Κοινότητος΄ διότι και πρώτην φορά αισθανώμεθα επί του τραχύλου ημών τον βαρύν κλοιόν και τον εκβιασμόν, του ιερωτέρου εν ανθρώποις, της συνειδήσεως΄ ης το απαραβίαστον θείοι και ανθρώπινοι νόμοι αναγνωρίζουσιν. Η υπό της Ελληνικής Εκκλησίας παραδοχή και εν αυτή εφαρμογή του υπό των Αγίων Πατέρων καταδεδικασμένου και νέου λεγόμενου Γρηγοριανού ημερολογίου έσχε και ενταύθα τον αντίκτυπόν της και συνετάραξεν, ως ειδός το ήρεμον Άγιον Όρος. 


Και δεν πρόκειται μεν ενταύθα περί του νέου ημερολογίου, αλλά περί του μνημοσύνου, του προξένου όλης αυτής της Εκκλησιαστικής συγχύσεως και ταραχής, του νυν Πατριάρχου Βασιλείου, του οποίου οι ενταύθα Πατέρες δεν παρεδέχθησαν εξ' αρχής το μνημόσυνον ερειδόμενοι επί των ιερών Κανόνων της Αγίας ημών Εκκλησίας, καθόσον ούτος δικήρυξε φρονήματα αιρετικά, ωρειγενιστικά, αντιμοναχικά και δυσσεβή΄ και ως εκ τούτων, επ' ουδενί λόγω επιτρέπεται το μνημόσυνον αυτού. Η τοιαύτη στάσις των Αγιορειτών εκίνησεν εις οργήν και εκδίκησιν τον Πατριάρχην Βασίλειον και ήρξατο να σκευωρή ούτος εις βάρος του Αγίου Όρους και να επιδιώκη την διάλυσιν και καταστροφήν αυτού, ως αντιπράττον εις τα Σατανικά και αντιχριστιανικά αυτού σχέδια. 


Και κατά μεν το 1927, απέστειλεν ενταύθα εξαρχικώς τον Μητροπολίτην Μαρωνείας Άνθιμον με ειδικήν αποστολήν, όπως και το μνημόσυνον του Πατριάρχου Βασιλείου επιβάλλη και την προς ακριβή τήρησιν των Εκκλησιαστικών παραδόσεων συστηθέντα, Σύνδεσμον των Ζηλωτών Αγιορειτών, διαλύση και υπέρ του νέου ημερολογίου προπαγανδίση. Και ως μεν προς το πρώτον επέτυχεν εν μέρει του σκοπού του, πείσας διά ποικίλων απειλών και υποσχέσεων, πολλούς εν ταις Μοναίς προς παραδοχήν του Πατριαρχικού μνημοσύνου΄ προς δε τα δύο άλλα, απέτυχε της αποστολής του, των Πατέρων εμμενόντων στερρώς εις τας ιεράς παραδόσεις της Αγίας ημών Εκλησίας. Κατ' εισήγησιν αυτού και των παραδεξαμένων το μνημόσυνον, Ιερών Μονών προς την Ιεράν Κοινότητα, εκινήθη άγριος διωγμός εν τοις εξαρτήμασι διά το Πατριαρχικόν μνημόσυνον΄ 


και αποφάσει της Ι. Κοινότητος, εχούσης επικεφαλής τον Αλβανόν και Αλβανόφρονα μοναχόν Ευλόγιον Κουρίλαν, εξώσθησαν του Αγίου Όρους και απηλάθησαν εις την κοινωνίαν και διεσπάρησαν εν αυτή, 19 ενάρετοι και Σεβάσμιοι Πατέρες των Ιερών Σκητών Βατοπαιδίου και Κουτλουμουσίου. Παρ΄ όλα όμως ταύτα, η κατάστασις δεν καθησύχασεν, αλλά τουναντίον μάλλον, το κατά του Πατριαρχικού μνημοσύνου ρεύμα, ολονέν ογκούτο και εν ταις Μοναίς και τοις Εξαρτήμασιν΄ όπερ ηνάγκασε τον Πατριάρχην Βασίλειον ίνα κατά τον παρελθόντα Αύγουστον αποστείλη ενταύθα νέαν Εξαρχίαν εκ των Μητροπολιτών Τραπεζούντος, Τυρολέης και Σιδηροκάστρου προς επιβολήν των καινοτομιστικών αυτού απόψεων. 


Οι Έξαρχοι ούτοι, παρασύραντες ή μάλλλον ευρόντες επιτήδεια όργανα και μέλη τινά της Ιεράς Κοινότητος, κατειργάσθησαν την παντελή διάλυσιν και καταστροφήν του Αγίου Όρους, εκδώσαντες απόφασιν εν η ορίζεται, ότι: 


''Πας μη παραδεχόμενος εγγράφως το μνημόσυνον του Πατριάρχου Βασιλείου  θ α  ξ υ ρ ί ζ ε τ α ι,  θ α  α π ο σ χ η μ α τ ί ζ ε τ α ι  και θα εκδιώκεται εκ του Αγίου Όρους εις την κοινωνίαν  ω ς  λ α ι κ ό ς, δημευομένης της τε κινητής και ακινήτου περιουσίας αυτού''. 


Συγχρόνως δε εξαπέλυσαν και εγκύκλιον, υπ. αριθ. 502, εν τη οποία τους μη παραδεχομένους το μνημόσυνον του Πατριάρχου Βασιλείου αποκαλώσιν ''αιρετικούς και πρωτεργάτας της ασεβούς ταύτης αιρέσεως'', τας δε άχρ. τούδε δημοσιευθείσας υπό των Ζηλωτών, γνώμας και μαρτυρίας εκ των Αγίων Πατέρων κατά του νέου ημερολογίου, ''ασεβή δημοσιεύματα'' κλπ. Ιδού ευθυκρισία και δικαιοσύνη Αρχιερέων και πνευματικών αρχηγών! Εκδίδουσιν αποφάσεις, όσας ουδ' αυτή η Ιερά Εξέτασις εξέδωσεν, απειλούσιν, ότι θέλουσιν διαπράξει καθ΄ημών όσα, ουδ' αυτοί οι Ειδωλολάτραι κατά των Χριστιανών διεπράξαντο.



ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟΝ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


Και κατά μεν των αρχιερέων, ουδέν έχομεν ειπείν. Αυτοί έχουσι συμφέρον να μαίνωνται καθ΄ημών και να επιζητώσι την εξόντωσίν μας, διότι τοις εγίναμεν σκόλοπες και αντιπράττομεν εις τα καινοτομιστικά και Σατανικά αυτών σχέδια. Το παράπονον ημών και η διαμαρτυρία είναι κατά της Ιεράς Κοινότητος, της ανωτάτης ημών αρχής, της επεχούσης εν ημίν θέσιν Μητρός, και ήδη κακής μητρυιάς. Όθεν και εφ' ημίν πληρούται το Γραφικόν λόγιον, ''Ει ο εχθρός ωνείδισέ με υπήνεγκα αν΄ και ει ο μισών επ' εμέ εμεγαλορρημόνησεν, εκρύβην αν απ' αυτού΄ ου δε άνθρωπε, ισόψυχε, ηγεμών μου και γνωστέ μου, ος... εν τω οίκω του Θεού επορεύθημεν εν ομονοία''. Διό επάγει. ''Ελθέτω δη θάνατος υπ' αυτούς και καταβήτωσαν εις Άδου ζώντες''.


Εντεύθεν συμπεραίνεται, ότι παρά των ομοτρόπων και ομοσχήμων ψευδαδέλφων πληγαί, εισί πλέον επώδυνοι και δυσθεράπωτοι. Ουδεμίαν απόδειξιν εκ της εκκλησιαστικής ιστορίας, ουδένα, ουδένα τέλος νόμον Εκκλησιατικόν, προσάγουσιν εις μαρτυρίαν των καθ΄ημών απειλουμένων, η τε Πατριαρχική Εξαρχία και η Ιερά Κοινότης, (διότι ουδέ υπάρχει τοιούτος νόμος και κανών), παρά μόνον το ''έτσι το θέλω'', όμως τούτο, ίσως να είχε θέσιν εις παρωχημένας εποχάς, ουχί όμως και εν πλήρει 20ώ αιώνι, οπότε το απαραβίαστον της συνειδήσεως και παρ' αυτοίς τοις απολιτίστοις και ημιαγρίοις διακηρύσσεται΄ πολλώ δε μάλλον εν Ελλάδι Δημοκρατουμένη και κυβερνωμένη υπό της Υμετέρας Εξοχότητος, του Οποίου και το όνομα Ελευθέριος και το κόμμα Φιλελευθέρων. 


Ο σκοπός του Πατριάρχου Βασιλείου είναι η εξόντωσις του Μοναχισμού, ως ο ίδιος εδημοσίευσεν εν τω ''Εκκλησιστικώ Κήρυκι'' Αθηνών 29 Απριλίου 1925 και τω ''Ελευθέρω Βήματι'' 27 Αυγούστου 1925΄ και προς τον σκοπόν του τούτον εύρεν δυστυχώς και ενταύθα όργανα επιτήδεια, άτινα μετέρχονται καθ' ημών προς τον σκοπόν τούτον τα καταθληπτικά αυτά μέσα. Και επειδή πιστεύομεν και φρονούμεν  αδιστάκτως, ότι τα τοιαύτα έκνομα μέτρα δεν είναι εις γνώσιν της Υμετέρας Εξοχότητος, διά τούτο φέρομεν ταύτα εις γνώσιν Αυτής και παρακαλούμεν θερμώς, όπως μας δοθή το δίκαιον και αφεθώμεν ήσυχοι, ίνα διέλθωμεν το υπόλοιπον, του άλλωστε πολυκυμάντου βίου ημών, λατρεύοντες τον Θεόν ημών κατά τας ιεράς παραδόσεις και υποδείξεις των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων ημών.



Η ΜΟΜΦΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΙΑΣ


Όθεν διαμαρυρόμεθα διά την αποδεδομένην ημίν μομφήν στάσεως, ανταρσίας και προπαγάνδας΄ τουναντίον μάλλον, ημείς δι' ενυπογράφου και εκτενούς ημών υπομνήματος (ούτινος γνώσιν έλαβε και ο ενταύθα αντιπρόσωπος του Κράτους) προς την Ιεράν Κοινότητα (21 Ιουλίου 1928) εδηλώσαμεν ονομαστί και μετ' αποδείξεων, τους πράγματι ενεργούντας προπαγάνδαν εις βάρος του Αγίου Όρους και του Ελληνισμού ολοκλήρου. Διαμαρτυρόμεθα διά την επιρριπτομένην ημίν συκοφαντίαν, ότι ζητώμεν χειραφέτισιν, απεναντίας, ημείς αναγνωρίζομεν την Κυριαρχίαν των Μονών, προσφέρομεν την οφειλομένην ευπείθειαν και υποταγήν και απολογούμεθα προθύμως εις τον από της Τουρκοκρατίας επικρατήσαντα και μέχρις ημών καταντήσαντα, ετήσιον κεφαλικόν φόρον.


Διαμαρτυρόμεθα, ότι είναι ψευδές, το υπό των επιτηδίων διαδιδόμενον, ότι οι μη παραδεχόμενοι το μνημόσυνον του Πατριάρχου Βασιλείου είναι 5-10 άτομα. Τουναντίον΄ είναι άπαντες, οι έχοντες συναίσθησιν του προορισμού και της αποστολής των Μοναχοί, η ολότης του Μοναχικού πληθυσμού, εξαιρέσει προισταμένων τινων, μηδόλως ενδιαφερομένων περί θρησκείας, ιερών Παραδόσεων και Πατρώων θεσμών΄ και μεθ΄όλην την εξασκουμένην βίαν και πίεσιν είναι εκ του εμφανούς πλέον, του ημίσεως Μοναχικού πληθυσμού. Διαμαρτυρόμεθα διά τα καθ' ημών λεγόμενα, ότι καταφερόμεθα κατά του Πατριαρχικού θεσμού. 


Ημείς αναγνωρίζομεν τον Πατριαρχικόν θεσμόν, ως ιερόν και το Πατριαρχείον, ως πνευματικήν κορυφήν΄ δεν δυνάμεθα όμως να παραδεχθώμεν το μνημόσυνον του σήμερον καθημένου επί του Πατριαρχικού θρόνου, διότι δημοσίως εκήρυξε φρονήματα αιρετικά και δυσεβή, επιμένει εις το υπό των Αγίων Πατέρων της Αγίας ημών Εκκλησίας καταδικασμένον Λατινικόν ημερολόγιον και ενεργεί πάση δυνάμει προς αφομοίωσιν της Ορθοδόξου Αγίας ημών Εκκλησίας, μετά της Δυτικής ταύτης και των παραφυάδων του Προτεσταντισμού. Εάν δε οψίποτε και ούτος μετανοήση και αποκηρύξη τας αιρετικάς του δοξασίας και διορθώση τα κακώς παρ΄αυτού γενόμενα, ενώνων το μέγα χάσμα, όπερ εν τω πληρώματι των ορθοδόξων, διά των καινοτομιών του διήνοιξε΄ επαναφέρων εν ισχύι και το Πάτριον ημερολόγιον. 


Τότε, όχι μόνον, ως πνευματικήν μας κορυφήν θα τον αναγνωρίζομεν, όχι μόνον το μνημόσυνόν του θα παραδεχόμεθα και το όνομάν του διά των χειλέων μας, μετ' ευλαβείας θα περιφέρομεν΄ αλλά και τους πόδας του, ως πόδας ομολογητού και Αγίου θα κατασπαζόμεθα. Τούτου δε μη γενομένου είναι αδύνατον να παραδεχθώμεν το μνημόσυνον αυτού, οιασδήποτε πιέσεις και εκβιασμούς, αν μετέλθη καθ΄ημών αυτός και τα όργανά του, έστω και αυτής της προσκαίρου ζωής, αν μας στερήση΄ όντος προτιμωτέρου τούτου, παρά να μας στερήση αιωνίου τοιαύτης. 


Όμως ουδέποτε πιστεύομεν, ότι η Υμετέρα Εξοχότης θέλει επιτρέψει τους τοιούτους Βανδαλισμούς και την εκσφεδόνησιν εις την κοινωνίαν εκατοντάδων ολοκλήρων Μοναχών, γηραλέων κατατριψάντων τας σάρκας αυτών ενταύθα επί 40 και 50 έτη, επί τη απλή προφάσει, ότι δεν παραδέχονται να καταπατήσωσι την συνείδησίν των. Εν τέλει οφείλομεν ευσεβάστως να δηλώσωμεν, ότι εν περιπτώσει καθ΄ην η Ιερά Κοινότης παρά πάντων θεσμόν, θείον και ανθρώπινον, θελήση να θέση εις εφαρμογήν τας καθ' ημών εξαγγελθείσας αποφάσεις αυτής και αρχίση να ξυραφίζη ασεβώς και αποσχηματίζη ημάς, αποξενούσα και των πτωχικών ημών περιουσιών, τότε ημείς προ του αδιεξόδου τούτου πειρασμού και εν στάσει αμύνης ευρισκόμενοι, θέλομεν χειροδικήσει και εκδικηθή την καθ΄ημών προγενομήνην ασεβή ύβριν΄ 


αντλούντες μαθήματα (εφ' όσον παρ' αυτοίς έπαυσε να υφίσταται ο Ευαγγελικός Νόμος) εκ της φυσικής και του βίου των αλόγων΄ άτινα, όταν αιφνιδίως προσβληθώσιν εν ταις τρώγλαις και εν τοις φωλεοίς των, πίπτουσι αμυνόμενα προ των πυλών της κατοικίας των΄ όχι μόνον τα μέγιστα τούτων και φοβερά, αλλά και αυτά τα ελάχιστα κνώδαλα και ζωυφάρια, ως έχοντα έμφυτον το προσόν της αμύνης εν τω δικαίω αυτών. Και τότε δεν θα είμεθα ημείς οι υπεύθυνοι, αλλά οι αναγαγόντες ημάς εις την δυσχερή ταύτην θέσιν. Πεποιθότες εις την ευθυκρισίαν της Υμετέρας Εξοχότητος ευελπιστούμεν, ότι θέλει λάβει Αύτη υπ΄όψιν τ' ανωτέρω και διατάξει τους αρμοδίους, ίνα αφήσωμεν ημάς ησύχους΄ διατελούμεν μετ' απείρου σεβασμού.



Εν Αγίω Όρει Άθω 6 Ιανουαρίου 1929

Πάτριον ημερολόγιον

(Έπονται υπερχίλιαι υπογραφαί)


Εκ της εφημερίδας των Αθηνών ''Σκριπ'', Κυριακή 27 Ιανουαρίου 1929, αριθ. φύλλου 9240, έτος 32ον, σελ. 4.

Μεταφορά στο διαδίκτυο, στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.





ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ







ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (ΙΒ' ΜΕΡΟΣ)





Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




ΙΒ' Μέρος



Ομιλούντες εις το χθεσινόν άρθρον περί της ουχί ειλικρινούς στάσεως του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών απέναντι της Ιεραρχίας, παρεθέσαμεν το κείμενον της Συνοδικής αποφάσεως της Ιεραρχίας της 27 Δεκεμβρίου 1923. Δι΄αυτής, συντεταγμένης εις ύφος γριφώδες, η μεν Ιεραρχία αφέθη να πιστεύη, ότι η μεταρρύθμισις του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου θα εγίνετο κατόπιν κοινής αποφάσεως του τε Οικουμ. Πατριαρχείου και των λοιπών ορθοδόξων Εκκλησιών, ο δε Μακαριώτατος ενεμφανίσθη, ως εντεταλμένος υπό της Ιεραρχίας να προβή εις την μεταρρύθμισιν και μόνον με την συναίνεσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου!! 


Η εξαπάτησις της Ιεραρχίας υπήρξε πλήρης. Το πνεύμα της Συνοδικής αποφάσεώς της ήτο, ότι η γνώμη του Πατριαρχείου έδει πρωτίστως και απαραιτήτως να ληφθή υπ' όψιν και, ως η πρώτη Εκκλησιαστική Αρχή ώφειλε να αναλάβη αυτή την πρωτοβουλίαν και την μέριμναν της προκλήσεως, ως γνώμης των λοιπών Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Αλλά ουδέποτε η Ιεραρχία είχεν εν νω να αρκεσθή εις μόνην την γνώμην του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εγνωμοδότησεν, ότι η γνώμη αυτού ήτο απαραίτητος. 


Δηλαδή και αν όλαι αι λοιπαί Εκκλησίαι εδέχοντο την μεταβολήν, δεν έπρεπε να γίνει αύτη, άνευ της γνώμης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αλλά, ουδέποτε δι' ουδεμιάς φράσεως εν τη ανωτέρω Συνοδική αποφάσει της 27 Δεκεμβρίου 1923, η Ιεραρχία ηννόησε να αρκεσθή εις μόνην την συγκατάθεσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, χωρίς να συμφωνήσουν και αι λοιπαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι. Ο αναγιγνώσκων την Συνοδικήν απόφασιν, ην κατεχωρήσαμεν εις το προηγούμενον άρθρον, πρέπει να είναι σοφιστής ή κακόπιστος διά να είπη, ότι ταύτη είχε την έννοιαν να γίνη αποδεκτή η μεταβολή του Ημερολογίου διά μόνης της γνώμης του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 


Απόδειξις, ότι δεν ήτο το πνεύμα αυτό της Συνοδικής αποφάσεως είναι, ότι εάν επρόκειτο περί μόνης της γνώμης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θα εδηλούτο καθαρά και αναμφιβόλως η απόφασις αύτη. Και τότε θα επερρίτευε η τελευταία περίοδος της Συνοδικής αποφάσεως, ότι ''ανατίθησι τω Μακαριωτάτω Προέδρω, όπως ΠΡΟΣ ΤΟΥΤΟ συνεννοηθή ΜΕΘ' ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΙΔΙΑ ΔΕ του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Διότι είχεν ήδη συνεννοηθεί μετά των λοιπών Εκκλησιών ο Μακαριώτατος (προ της Συνοδικής αποφάσεως ταύτης) και εγνώριζεν, ότι αύται απέκρουον την εφαρμογήν του νέου Εκκλησιαστικού Ημερολογίου. 


Τίς ο λόγος λοιπόν, εάν η Ιεραρχία ηννόει να λάβη μόνον του Οικουμενικού Πατριαρχείου την συγκατάθεσιν, να αναθέτη εκ νέου εις τον Μακαριώτατον, να συνεννοηθεί μετά των λοιπών Εκκλησιών; Εάν δε πάλιν η Ιεραρχία ηννόει, ως εκ περισσού, να συνεννοηθή ο Μακαριώτατος μετά των λοιπών Εκκλησιών, διά τι τούτο δεν διεσαφήνισεν εις την απόφασίν της; Δεν θα έπρεπε να εκφράζη σαφώς την γνώμην, ότι και μόνη η συγκατάθεσις του Οικουμενικού Πατριαρχείου άνευ της συγκαταθέσεως των λοιπών Εκκλησιών, θα ήτο επαρκής; 


Αλλ' είπομεν, η απόφασις της Ιεραρχίας διετυπώθη κατά τρόπον διαβολικόν και σοφιστικόν, ώστε η μεν Ιεραρχία να νομίζη, ότι συμφώνως και προς προηγουμένην απόφασιν της Συνόδου, η μεταβολή του Ημερολογίου εν τη Εκκλησία θα εγένετο μετά προηγουμένην συγκατάθεσιν όλων των Ορθοδόξων Ελληνικών Εκκλησιών, ο δε Μακαριώτατος να δύναται να επικαλήται την απόφασιν αυτήν, εις την αυθαίρετον ενέργειάν του. Είναι κατάδηλον, ότι ο Μακαριώτατος υπερέβη τα όρια της εντολής, ην εχορήγησεν αυτώ η Ιεραρχία και αυτοβούλως και αυθαιρέτως εφήρμοσε το νέον Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον, αρκεσθής εις μόνην την γνώμην του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 


Και γεννάται το ερώτημα: Αλλά διά τι η Ιεραρχία μέχρι τούδε δεν διεμαρτυρήθη; Διά τι, ούτε εις Ιεράρχης δεν ενόμισεν επιβεβλημένον εις αυτόν καθήκον να διαμαρτυρηθή διά την κατάχρησιν ταύτην της Ιεραρχικής εντολής εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου Αθηνών; Αυτή η σιωπή, μήπως άρα γε είναι έγκρισις της αυθαιρέτου, παρανόμου, ασεβούς και επιβούλου ενέργειας του Μακαριωτάτου; Θα είμεθα άδικοι κριταί, εάν κατελήγομεν εις το συμπέρασμα τούτο. Είπομεν ήδη, εν αρχή των άρθρων τούτων, ότι εμειονοψήφισαν εις την περί μεταβολής του ημερολογίου απόφασιν οι Σεβ. Μητροπολίται Σύρου, Δημητριάδος, Χαλκίδος, Πατρών και Θήρας. 


Είπομεν επίσης, υπό ποιαν πίεσιν και ποιον εκβιασμόν εκλήθησαν οι Ιεράρχαι να λύσουν το ζήτημα του εκκλησιαστικού ημερολογίου. Και όταν ακόμη εφηρμόσθη, διά της περιφήμου εγκυκλίου του Μακαριωτάτου το νέον εκκλησιαστικόν ημερολόγιον, το Δαμόκλειον ξίφος της Επαναστάσεως εξηκολούθει να αιωρήται υπέρ τας κεφαλάς των Ιεραρχών. Και ενώπιον ενός τετελεσμένου γεγονότος, ενός πραξικοπήματος του Μακαριωτάτου, εθεώρησαν τότε ματαίαν, πάσαν διαμαρτυρίαν. 


Κακώς, κάκιστα έπραξαν ως Ιεράρχαι, οι οποίοι έβλεπον την εν Συνόδω αυτών ληφθείσαν απόφασιν, κουρελιαζομένην και διαστρεβλουμένην, υπό του Προέδρου της Συνόδου. Κακώς, κάκιστα έθεντο το εαυτών συμφέρον, υπεράνω της Εκκλησίας συμφέροντος. Αλλ' ας μη είμεθα αυστηροί. Ας μη ζητώμεν ήρωας Ιεράρχας, Διονυσίους και Γερμανούς και Ιερεμίας και Φωτίους και Ιωακείμ. Υπήρξαν άνθρωποι. Και υπετάγησαν εις την βίαν. Απέφυγον δε και το σκάνδαλον της κατηγορίας κατά του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, επί καταχρήσει εμπιστοσύνης και υπερβάσει της δοθείσης αυτώ εντολής. Η βία όμως της Επαναστάσεως παρήλθε. 


Το σκάνδαλον επήλθε διά της Λαικής κατηγορίας και εξεγέρσεως, το δε νομιζόμενον, ως τετελεσμένον γεγονός παρελθόν, προβάλλει καθημερινώς ζωηρώτερον, φλέγον και εκκρεμές ζήτημα. Η Ιεραρχία θα είναι αδικαιολόγητος, εάν δεν ζητήση λόγον και εξηγήσεις διά το πραξικόπημα, το οποίον, ούτως ή άλλως ο λαός της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας θα ζητήση πολύ προσεχώς, να ανατρέψη δι' εξεγέρσεως, εάν οι αντιπρόσωποι της Εκκλησίας εξακολουθήσωσιν αδιαφορούντες περί αυτού. 


Αποδείξαντες έως τώρα, ότι η πρωτοβουλία της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου ανήκει αποκλειστικώς εις τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών, υπολείπεται, εξαντλούντες το κεφάλαιον τούτο, να εξετάσωμεν πως υπέμεινεν μέχρι τέλους ο Αρχιεπίσκοπος εις την μεταβολήν ταύτην, παριδών όλας τας σοβαρωτάτας αντιρρήσεις των λοιπών Εκκλησιών, χωρίς ουδείς σοβαρός λόγος να συντρέχη προς τούτο. Και θα φθάσωμεν εις το δεύτερον κεφάλαιον των ολεθρίων αποτελεσμάτων της καινοτομίας ταύτης και των κανονικών διατάξεων εις ας, αύτη προσκρούει. 




Συνεχίζεται



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Παρασκευή 16 Μαρτίου 1928, 
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.930, σελ. 1η. 
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.


Τό Ἱερό Κοινόβιο Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου γιά τούς Ἱερούς Κανόνες


Τό Ἱερό Κοινόβιο Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
γιά τούς Ἱερούς Κανόνες

Ἀπόσπασμα ἀπό εἰσήγηση πού ἐκφωνήθηκε
κατά τήν ἐναρκτήρια συνεδρία
στό Γ΄ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
πού διοργανώνει τό Ἱερό Κοινόβιο Ὁσίου Νικοδήμου
μέ ΘΕΜΑ:
«ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ:
ἡ ἐφαρµογή τῶν διδαχῶν του στή σηµερινή πραγµατικότητα»
20 & 21 Σεπτεµβρίου 2019

.            


Μέ ἀφορμή τά 210 χρόνια ἀπό τήν κοίμηση καί τά 270 ἀπό τήν γέννηση τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, οἰκοδεσπότου τόσο τῆς ἡμετέρας ἀδελφότητος ὅσο καί τοῦ παρόντος σεβαστοῦ συνεδρίου, ἔχοντας βέβαια ἐπίγνωση τῶν ἀδυναμιῶν μας, θά θέλαμε νά προσφέρουμε κι ἐμεῖς μικρόν καρπόν χειλέων τε καί γραφίδος εἰς τό σεμνόν ἄθροισμα τῶν πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν, πού συγκεντρώθηκε σήμερα ἐδῶ.


Ἐμβάπτουμε λοιπόν τόν δικό μας ἐνδεῆ κάλαμον εἰς τά συγγράμματα καί τόν θεοφώτιστο νοῦ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Εἰδικώτερα, θά ψηλαφήσουμε μέ εὐλάβεια τόν πλοῦτο τῶν νοημάτων τοῦ Προοιμίου τοῦ Πηδαλίου, κάνοντας κάποιες προεκτάσεις στή σημερινή πραγματικότητα.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος, πρό δύο καί πλέον αἰώνων, ἀντελήφθη τήν ἀνάγκη κωδικο-ποιήσεως τῶν ἱερῶν κανόνων, τούς ὁποίους ἔβλεπε, ὅπως γράφει, τῆδε κακεῖσε ἀτάκτως ἐρριμένους καί κακοποιημένους. Ὁ ἀγῶνας του ὑπῆρξε τιτάνιος, χωρίς τά σύγχρονα ἠλεκτρονικά μέσα, μέ μόνα βοηθήματα τήν ἄνωθεν δοθεῖσαν αὐτῷ ὀξύνοιαν, τά βιβλία καί τίς βιβλιοθῆκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τήν ἐργατικότητα, τήν φιλοπονία, τήν φιλομάθεια καί κυρίως τήν φιλαδελφία. Μέ τό φῶς τοῦ ἡλίου τήν ἡμέρα καί τό φῶς τοῦ λυχναριοῦ τό βράδυ ἔγραφε «εἰς κοινήν ἁπάντων τῶν ὀρθοδόξων ὠφέλειαν». Ἔφερε λοιπόν εἰς πέρας τοῦτο τό τιτάνιο ἔργο μέ «ὑπερβολικούς κόπους καί ἱδρῶτας», ἔργο γιά τό ὁποῖο ἀπαιτήθηκαν πέντε περίπου χρόνια κοπιώδους ἐργασίας.

Ἄς ἀφήσουμε ὅμως νά μᾶς μιλήσει γιά αὐτό ὁ μακαριστός π.Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὁ ὁποῖος καί ἀνέδειξε ὅσο κανένας ἄλλος μελετητής τόν ἅγιο Νικόδημο. Γράφει λοιπόν ὁ π.Θεόκλητος: «Δέν ἔδωκε (ὅ Ἅγιος) μόνον τόν προσφυέστερον τίτλον εἰς τήν Ὀλκάδα-Ἐκκλησίαν-Ναῦν. Ἔγινε ὁ ἴδιος καί πηδαλιοῦχος. Παρέλαβεν ἄθροισμα ἄμορφον Κανόνων, πολλάκις ἀντιφασκόντων καί διαφερόντων γραμματικῶς καί κατ᾿ ἔννοιαν, καί ζυγοστατήσας μέ θεϊκήν σοφίαν, καθιέρωσεν ἰδικόν του ἐξηγητικόν σύστημα, τάς «συμφωνίας», διά τῶν ὁποίων κατατοπίζεται ὁ σοφός καί ὁ ἀμαθής. Αἱ «συμφωνίαι» ἀποτελοῦν μέγα ἆθλον καί πρωτοτυπίαν τοῦ θείου συγγραφέως καί τόν ἀνέδειξαν κατά κοινήν ὁμολογίαν, μέγα Κανονολόγον. Αἱ δέ ὑποσημειώσεις του, ἀποτελοῦσαι τό ἥμισυ σχεδόν τοῦ ἐξ 750 σελίδων Πηδαλίου του, γραφεῖσαι πνευματοκινήτως, προσέλαβον ἰσοδύναμον κῦρος πρός τούς ἐν σχέσει Κανόνας, ὡς ἐπέκτασίς των, καί οὐδείς προσέχει τόσον Ράλλην ἤ Ποτλήν, ἀλλά τί λέγει ὁ ἱερός Νικόδημος. Ἐκεῖ ὅμως, ὁποῦ ἐπέφερεν ἀληθῆ ἀναστάτωσιν εἰς τίς μέχρι τότε ἀντιλήψεις εἶναι εἰς τήν γλῶσσαν, γράφοντας τό Πηδάλιον εἰς τήν δημοτικήν χάριν τῶν ἁπλουστέρων».

Ἦλθε ἡ ὥρα νά ἀναπτύξουμε τό θέμα μας, τό ὁποῖο εἶναι:
«Ὅτι παρά πάντων πρέπει νά φυλάττωνται οἱ θεῖοι Κανόνες ἀπαρασάλευτα».
Ἐπειδή «ἀρχή σοφίας ἡ ὀνομάτων ἐπίσκεψις», ἄς δοῦμε πρῶτον,

Ι. Τί εἶναι Κανόνας;
Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Νικόδημος

Βασικά μέν εἶναι ξύλον, κοινῶς πήχυς ὀνομαζόμενον, τό ὁποῖον μεταχειρίζονται οἱ τεχνῖτες γιά νά ἰσιάζουν τά ξύλα, καί τίς πέτρες, πού δουλεύουν. Ἀπό αὐτά, κατά μεταφοράν, ὀνομάζονται Κανόνες καί οἱ ψήφοι, καί οἱ ἀποφάσεις, τόσον τῶν Ἀποστόλων ὅσον καί τῶν οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν συνόδων, καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, αὐτοί πού περιέχονται στό Πηδάλιον. Γιατί καί αὐτοί, σάν ἄλλοι πήχεις εὐθεῖς καί ἴσιοι, ἀπομακρύνουν μέν ἀπό τούς ἱερωμένους καί λαϊκούς, κάθε ἀταξίαν καί στρεβλότητα τῶν ἠθῶν, προξενοῦν δέ σέ αὐτούς κάθε εὐταξίαν καί ἰσότητα ἐκκλησιαστικῆς, καί χριστανικῆς καταστάσεως καί ἀρετῆς.

ΙΙ. Χαρακτηριστικά ἰδιώματα τῶν κανόνων:

Ὁ Ἅγιος μᾶς ἀναφέρει καί τά χαρακτηριστικά ἰδιώματα τῶν κανόνων. Σταχυολογοῦμε:

α.΄Οἱ κανόνες διαφέρουν ἀπό τούς ὅρους· διότι οἱ μέν κανόνες τῶν συνόδων κυρίως περιέχουν, ὄχι τά δόγματα τῆς πίστεως (παρά σπάνια), ἀλλά τήν εὐταξίαν καί κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ δέ ὅροι τῶν συνόδων κυρίως περιέχουν μόνον τά τῆς πίστεως δόγματα.

β.΄ Ὅσοι κανόνες δέν περιέχουν φανερῶς τό ἐπιτίμιον ἐκείνων πού τούς παραβαίνουν, αὐτοί, σιωπηλά, ἐπιτρέπουν στόν κατά τόπον ἀρχιερέα, νά δώσει σέ αὐτούς χωρίς πάθος τό πρέπον καί ἁρμόδιον ἐπιτίμιον, ὅπως κρίνει ὁ ἴδιος.

γ.΄ Ἕνα καί τό αὐτό ἁμάρτημα, ἄλλοι μέν κανόνες ἐπιτιμοῦν περισσότερο καιρό, ἄλλοι δέ λιγότερο. Ἐπειδή κατά τήν περισσότερη ἤ λιγότερη μετάνοια τῶν ἁμαρτανόντων, ἔτσι περισσότερο, ἤ ὀλιγότερο, ὁρίζεται καί τό ἐπιτίμιο αὐτῶν.

δ΄. Οἱ κανόνες δέν συντάσσονται ἀπό ἕναν ἐπίσκοπον, ἀλλ᾿ ὑπό τῆς συνόδου τῶν ἐπισκόπων· «πολλοί ἐπίσκοποι ἄς συνέλθουν ἐπί τό αὐτό, καί τότε μαζί νά ἐκθέσουν τόν κανόνα».

ε΄. Ὅποιος ὁμιλεῖ ἀπό συνοδικούς κανόνες, ὁ λόγος του εἶναι ἀξιόπιστος.

στ.΄ Ὅποιος πράττει σύμφωνα μέ τούς κανόνες, πορεύεται μέ ἀσφάλεια, χωρίς κίνδυνον.
ζ΄. Ἐκεῖνο πού οἱ κανόνες δέν γράφουν φανερά, αὐτό πρέπει νά κρίνεται καί νά συμπεραίνεται ἐκ τῶν ὁμοίων πού εἶναι γραμμένα στούς (ἄλλους) κανόνες ἤ καί ἀπό τά συγγράμματα πού ἔγραψαν κάποιοι Πατέρες ξεχωριστά ἤ καί ἐκ τῆς δυνατότητας τοῦ ὀρθοῦ λόγου νά διακρίνει τό σωστό καί ἀληθές.

η΄. Ὅτι ὅλα τά σπάνια καί αὐτά πού κατ᾿ οἰκονομίαν γίνονται δεκτά, καί αὐτά πού ἔγιναν ἐπειδή τά ὑπαγόρευσε κάποια ἀνάγκη, καί ἁπλῶς ἄς ποῦμε, ὅλα ὅσα γίνονται παρά τούς κανόνες, νόμος καί κανόνας καί παράδειγμα τῆς Ἐκκλησίας δέν γίνονται. Πάντως καί τῆς οἰκονομίας αὐτῆς καί τῆς ἀνάγκης παρελθούσης, πάλι οἱ κανόνες ἐπανέρχονται σέ ἰσχύ.

θ.΄ Τά περισσότερα ἐπιτίμια, τά ὁποῖα προβλέπονται ἀπό τούς κανόνες, εἶναι γραμμένα σέ τρίτο πρόσωπο καί σέ προστακτική ἔγκλιση. Γιά νά ἐνεργηθοῦν τά ἐπιτίμια, χρειάζεται ἀναγκαστικά καί δεύτερο πρόσωπο, πού εἶναι ἀκριβῶς ἡ σύνοδος.

ι.΄ Οἱ κανόνες τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων εἶναι περισσότερο ἰσχυροί ἀπό αὐτούς τῶν τοπικῶν, καί οἱ τῶν τοπικῶν περισσότερο ἰσχυροί ἀπό αὐτούς που ἐκτέθηκαν ἀτομικά ἀπό κάποιους Πατέρες. Καί μάλιστα ἀπό αὐτούς πού δέν κυρώθηκαν ἀπό οἰκουμενική σύνοδο.

ια΄. Ὅπου δέν ὑπάρχει κανόνας, ἤ γραπτός νόμος, ἰσχύει ἡ καλή συνήθεια, ἡ ὁποία δοκιμάσθηκε ἀπό τόν ὀρθό λόγο καί ἀπό τά πολλά χρόνια, καί ἡ ὁποία δέν ἐναντιώνεται σέ ἔγγραφο κανόνα ἤ νόμο καί ἡ ὁποία ἔχει ἀνυψωθεῖ σέ τάξη κανόνος καί νόμου.

ΙΙΙ. Τί εἶναι Σύνοδος;

Ὁ ἅγιος Νικόδημος περιγράφει τήν ἀποστολική σύνοδο πού ἀποτέλεσε τό ὑπόδειγμα γιά τίς ἑπόμενες.

Αὐτή ἡ Σύνοδος ἦταν ὅταν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι συγκεντρώθηκαν γιά νά ἐξετάσουν τό ζήτημα ἄν οἱ μή περιτεμνόμενοι κατά τόν νόμον τοῦ Μωϋσέως πιστοί δέν μποροῦν νά σωθοῦν, καθώς αὐτό ἔλεγαν κάποιοι πού κατέβηκαν ἀπό τήν Ἰουδαία στήν Ἀντιόχεια. Περιέχει καί τό ὄνομα καί τά χαρακτηριστικά τῶν συνόδων. Περιέχει τό διακύβευμα τῆς συνόδου, τόν λόγο δηλαδή γιά τόν ὁποῖο συγκλήθηκε: οἱ ἄνθρωποι πού ἔρχονται στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, σώζονται χωρίς νά ὑποστοῦν περιτομή; Πρέπει νά περιτέμνονται, ναί ἤ ὄχι; Συγκεντρώθηκαν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι γιά νά ἀπαντήσουν. Ἰδού ἡ σύνοδος. Συζήτησαν διεξοδικά. Ἰδού λοιπόν καί ἡ ἔρευνα. Στό τέλος ἀποφάσισαν ὅτι δέν εἶναι ἀναγκαῖο νά περιτέμνεται ὁ νεοεισερχόμενος εἰς τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ γιά νά σωθεῖ, ἀλλά πρέπει νά ἀποφύγει κάποιες ἄλλες κακές συνήθειες. «Ἔδοξε τῷ ἁγίω πνεύματι καί ἡμῖν». Ἰδού τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐν ἁγίῳ πνεύματι ψηφοφορίας καί ἀποφάσεως. Αὐτή ἡ σύνοδος ἔγινε 17 ἔτη μετά τήν ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ.

ΙV. Χαρακτηριστικά τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων:

Σέ ἄλλο σημεῖο τοῦ Πηδαλίου, στά προλεγόμενα τῆς ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς πρώτης συνόδου, στήν α΄ ὑποσημείωση, ὁ Ἅγιος ἀναφέρει ποιός εἶναι ὁ ὁρισμός τῆς οἰκουμενικῆς συνόδου.

Εἰδικώτερα οἰκουμενική σύνοδος εἶναι αὐτή πού :

α) συνάχθηκε ὕστερα ἀπό προσταγή βασιλέως,

β) συνέταξε δογματικό ὅρο γιά θέμα τῆς πίστεως,

γ) ἀποφάσισε μέ εὐσεβῆ καί ὀρθόδοξα κριτήρια καί 
ἀποφάσισε σύμφωνα μέ τίς Ἅγιες Γραφές, καί σύμφωνα μέ τίς προηγούμενες οἰκουμενικές,

δ) Οἰκουμενική σύνοδος εἶναι αὐτή τήν ὁποία ἀποδέχθηκε ἡ συμφωνία πάντων τῶν Πατριαρχῶν καί ἀρχιερέων τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας, εἴτε διά αὐτοπροσώπου παρουσίας εἴτε διά τοποτηρητῶν καί, ὅταν αὐτοί ἦταν ἀπόντες, διά γραμμάτων καί ὑπογραφῶν αὐτῶν.

Κάθε λοιπόν οἰκουμενική σύνοδος πού ἔχει τά χαρακτηριστικά αὐτά ἰδιώματα, αὐτή εἶναι ἡ ἁγία καί καθολική Ἐκκλησία τήν ὁποίαν ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως.

V. Χρειάζεται νά τηροῦνται οἱ κανόνες; Καί ἀπό ποιούς;
Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ Ἅγιος:
«Ἀπό ὅλους πρέπει νά φυλάσσωνται οἱ θεῖοι Κανόνες ἀπαρασάλευτα.
Αὐτοί πού δέν τούς φυλάσσουν, ὑποβάλλονται σέ φρικτά ἐπιτίμια.»

Αὐτά περί κανόνων διατάχθηκαν ἀπό ἐμᾶς πρός ἐσᾶς, ὦ ἐπίσκοποι», γράφουν οἱ Ἀπόστολοι στόν ἐπίλογο τῶν Ἀποστολικῶν κανόνων. Ἐσεῖς, ἐάν τηρήσετε αὐτούς, θά σωθεῖτε καί θά ἔχετε εἰρήνη. Ἐάν ἀπειθήσετε, θά κολασθῆτε καί πόλεμο μεταξύ σας παντοτινό θά ἔχετε, ἐξαιτίας τῆς ἀπείθειας.

Φάνηκε σωστό στήν ἁγία αὐτή σύνοδο (σ.σ.:μᾶλλον περί τῆς 5ης πρόκειται) ὥστε νά ἰσχύουν, καί ἀπό τώρα ὡς σίγουροι καί ἀσφαλεῖς πρός θεραπείαν ψυχῶν καί ἰατρεῖαν παθῶν οἱ κανόνες πού ἔγιναν δεκτοί καί κυρώθηκαν ἀπό τούς πρίν ἀπό ἐμᾶς ἁγίους καί μακαρίους Πατέρες, ἀλλά καί οἱ κανόνες πού παραδόθηκαν σέ μᾶς, μέ τό ὄνομα τῶν Ἁγίων καί ἐνδόξων Ἀποστόλων. Καί νά ἰσχύουν οἱ κανόνες πού παραδόθηκαν σέ μᾶς μέ τό ὄνομα τῶν οἰκουμενικῶν τεσσάρων συνόδων, καί μέ τό ὄνομα τῶν τοπικῶν καί μέ τό ὄνομα τῶν Πατέρων πού ἀτομικά θέσπισαν κανόνες. Καί σέ κανένα δέν ἐπιτρέπεται τούς προδηλωθέντες κανόνες νά παραχαράττει ἤ νά ἀθετεῖ.

Ἐάν κάποιος συλληφθῆ νά καινοτομεῖ εἰς βάρος κάποιου ἀπό τούς προαναφερθέντες κανόνες, ἤ νά ἐπιχειρεῖ νά τόν ἀνατρέψει, εἶναι ἔνοχος κατ᾿ ἐκεῖνον τόν κανόνα, δέχεται τό ἐπιτίμιο πού αὐτός ἐπιβάλλει, καί δι᾿ αὐτοῦ θεραπεύεται σέ αὐτά πού πταίει. (τῆς στ΄, ὁ β΄)

Νιώθοντας ἀγαλλίαση γιά αὐτούς, ὅπως κάποιος πού βρῆκε πολλά λάφυρα, μέ χαρά τούς θείους κανόνες ἐγκολπωνόμαστε καί ὁλόκληρη τήν διαταγήν αὐτῶν καί ἀσάλευτη (=ἀμετακίνητη, ἄσειστη) τήν διατηροῦμε καί τήν ἐφαρμόζουμε, τούς κανόνες πού ἐξέθεσαν οἰ σάλπιγγες τοῦ πνεύματος, οἱ πανεύφημοι Ἀπόστολοι, τούς κανόνες τῶν ἕξι οἰκουμενικῶν συνόδων καί αὐτῶν πού συναθροίσθηκαν τοπικῶς. Καί τούς κανόνες τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν. Καί αὐτούς πού παραπέμπουν στό ἀνάθεμα, καί ἐμεῖς ἀναθεματίζουμε. Αὐτούς πού παραπέμπουν σέ καθαίρεση, καί ἐμεῖς καθαιροῦμε. Αὐτούς πού παραπέμπουν σέ ἀφορισμό, καί ἐμεῖς ἀφορίζουμε. Αὐτούς πού παραδίδουν σέ ἐπιτίμιο, καί ἐμεῖς ἐπίσης ὑποβάλλουμε. (τῆς ζ΄ ὁ α΄).

Θεσπίζουμε νά ἔχουν οἱ ἐκκλησιαστικοί κανόνες ἰσχύ νόμου τοῦ κράτους, αὐτοί πού ἐκτέθηκαν ἤ βεβαιώθηκαν ὑπό τῶν ἁγίων ἑπτά συνόδων· τά δόγματα τῶν προαναφερθεισῶν ἁγίων συνόδων, τά δεχόμεθα ὅπως τίς ἅγιες Γραφές, καί τούς Κανόνες τους ὡς νόμους τηροῦμε. (Μέγας Φώτιος)

Αὐτούς πού θέτουν σέ καταφρόνηση τούς ἱερούς καί θείους Κανόνες τῶν ἱερῶν Πατέρων ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι (κανόνες) καί τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν στηρίζουν καί, στολίζοντας ὅλην τήν χριστιανικήν πολιτείαν ὁδηγοῦν πρός θεῖαν εὐλάβειαν, ἀνάθεμα.

Ἐπίσης οἱ θεῖοι κανόνες ὑπερτεροῦν τῶν βασιλικῶν νόμων,
δηλαδή τῶν νόμων τοῦ κράτους

Ἐάν κάποιος παρουσιάσει νόμο πολιτικό πού μάχεται, πού ἀντιβαίνει στούς ἱερούς κανόνες πού τώρα ὁρίζουμε, ὅλη ἡ ἁγία καί οἰκουμενική σύνοδος θεωρεῖ πώς εἶναι ἄκυρος. (τῆς γ΄ ὁ η΄)

Στήν 4η πράξη τῆς 4ης οἰκουμενικῆς συνόδου ἔχει γραφεῖ: κατά τῶν ἱερῶν Κανόνων νά μήν κατισχύσει νόμος τοῦ κράτους. Οἱ κανόνες τῶν Πατέρων, αὐτοί νά ὑπερισχύουν. Καί πάλι· παρακαλοῦμε, ὥστε νά ἀργήσουν, να μήν ἰσχύσουν δηλαδή, χωρίς καμιά ἀντίρρηση οἱ ἐξωτερικοί νόμοι, αὐτοί πού προκαλοῦν βλάβη στούς κανόνες, σέ κάθε ἐπαρχία· Νά ἰσχύουν οἱ κανόνες σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, ὅλοι τό αὐτό φρονοῦμεν....

VI. Ὁ σεβασμός καί ἡ ὑπόληψη μέ τούς ὁποίους ἦταν περιενδεδυμένοι οἱ ἱεροί κανόνες στήν Ἀνατολική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία κληροδοτήθηκαν καί στήν ἑλληνική ἔννομη τάξη.
Α΄. Ἔτσι, προσεγγίζοντας τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, τόν θεμελιώδη νόμο τῆς Πολιτείας, τόν καταστατικό αὐτό χάρτη αὐξημένης τυπικῆς ἰσχύος, μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά συμφωνοῦν ὅλοι οἱ κανόνες δικαίου τῆς ἔννομης τάξης τῆς Πατρίδος μας, διαπιστώνουμε:

1. Στό ἄρθρο 3 παρ. 1, ὅπου μνημονεύεται ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία καί ἡ Ὀρθόδoξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας, ἀναφέρεται ἐπί λέξει ἡ ἀπαρασάλευτη τήρηση τῶν ἱερῶν ἀποστολικῶν καί συνοδικῶν κανόνων καί ἱερῶν παραδόσεων. Εἶναι ἐντυπωσιακό τό γεγονός ὅτι οἱ ἐκφράσεις τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἔχουν ἐνσωματωθεῖ μέχρι καί στό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος.

2. Ἐπίσης στό ἄρθρο 105 πού ἀναφέρεται στόν Kαταστατικό Xάρτη τoῦ Ἁγίoυ Ὄρoυς μνημονεύονται καί πάλι οἱ ἱεροί κανόνες.

Β. Ἀκόμη, στόν καταστατικό χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ν. 590/77 ὅπως ἰσχύει, στά ἄρθρα 1 καί 16 ἀναφέρεται καί πάλι ἡ ἀπαρασάλευτη τήρηση τῶν ἱερῶν κανόνων.

VII. Εἶναι ὅμως ἀρκετή ἡ ἀναφορά τῶν ἱερῶν κανόνων στούς νόμους τοῦ κράτους;

Ἀσφαλῶς εἶναι ἕνα πολύ καλό ἐφαλτήριο, ἀλλά ἀπό μόνον του δέν εἶναι ἀρκετό. Τά προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας καί τότε καί σήμερα εἶναι πολλά καί σημαντικά. Μήπως μέσα στό Πηδάλιον δέν ὑπάρχουν οἱ λύσεις ἤ ἔστω οἱ κατευθυντήριες γραμμές; Ὑπάρχουν. Ἀλλά ἄν μέσα στήν ὁμήγυρη τῶν μαθητῶν βρέθηκε ἕνας Ἰούδας πού οὔτε ἡ μαθητεία ὑπό τόν ἴδιο τόν Δεσπότη Χριστό δέν στάθηκε ἱκανή νά τόν μετακινήσει ἀπό τήν κακή του γνώμη, πῶς τά λόγια ἑνός δούλου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, θά ἦταν ἱκανά νά μαλάξουν σκληρές καί ὑπερήφανες ψυχές; Ἀναγνωρίζουμε λοιπόν ὅτι «ἐπ᾿ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθημεν ἀδελφοί». Εἶναι γεγονός ὅτι τό «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι» ἐφαρμόζεται σέ ὅλους μας. Κάθε μέρα καί κάθε ὥρα τῆς ζωῆς μας πρέπει ταπεινά νά ἐπιβεβαιώνουμε τήν ἐλεύθερη ὑποταγή μας εἰς τόν Χριστόν, τόσο οἱ λαϊκοί, ὅσο –καί πολύ– περισσότεροι ἐμεῖς οἱ μοναχοί καί οἱ κληρικοί κάθε βαθμίδος πού ὑπηρετοῦν τήν Ἐκκλησία. Ἡ ταπείνωση λοιπόν εἶναι τό οὐσιαστικό ἐκεῖνο στοιχεῖο πού εἶναι ἀπαραίτητο νά ἐγκολπωθεῖ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας στήν καρδιά του, ὥστε νά λειτουργήσουν οἱ ἱεροί κανόνες. Καί αὐτό γιατί, οἱ κανόνες μᾶς καλοῦν σέ μιά ζωή πιό κοντά στόν Χριστό, ἡ ὁποία πάντα ἀπαιτεῖ θυσίες.

Οἱ ἱεροί κανόνες δέν ἔχουν ρόλο τιμωρητικό, ἀλλά θεραπευτικό. Ὁδηγοῦν μέ ἀσφαλῆ τρόπο στήν ἐν Χριστῷ ζωή. Εἶναι γραμμένοι σέ χρόνο ἐνεστῶτα, γεγονός πού δείχνει τήν διαχρονικότητά τους, ὅτι ἰσχύουν ἐσαεί καί γιά ὅλους.

Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ, πώς ὁ νομικός πολιτισμός τῶν ὀρθοδόξων κρατῶν, ἔχει ἐπηρεασθεῖ καίρια ἀπό τούς ἱερούς κανόνες. Πολλές εὐεργετικές διατάξεις ἔχουν εἰσχωρήσει σέ νομοθετήματα. Ὅμως δέν μᾶς διαφεύγει –ἄλλωστε τό ζοῦμε στίς μέρες μας– ὅτι σκοτεινά κέντρα ὠθοῦν τίς κυβερνήσεις ὥστε νά ἀπογυμνώνουν τήν νομοθεσία ἀπό τήν φιλάνθρωπη καί φιλόθεη ἐπίδραση τῶν ἱερῶν κανόνων.

Σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Εἴμαστε ὅλοι μάρτυρες τῆς ἐλαστικότητος τῆς ἐφαρμογῆς τῶν κανόνων, τῆς κατ᾿ ἐπίκληση ἐξαγωγῆς τους ἀπό λογιῶν-λογιῶν φαρέτρες, ὥστε νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς κανόνια πρός ἀντιφρονοῦντας. Ἐδῶ τούς ἐπικαλοῦνται, ἐκεῖ τούς καταπατοῦν. Καταστάσεις ἀλλοπρόσαλλες, πού ταιριάζουν ὅμως στήν ἐν πολλοῖς ἀλλοπρόσαλλη καί σέ ἀποστασία εὑρισκομένη ἀπό τόν Χριστό ἐποχή μας.

Μήπως ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού κατατρώγει τά σωθικά τῆς ἐκκλησίας πλέον τοῦ αἰῶνος, δέν εἶναι φανερή συνέπεια τῆς μή ἐφαρμογῆς τῶν κανόνων; Ἤ μήπως τό οὐκρανικό ζήτημα δέν διογκώνεται ὡς μυρμηγκολέων καί, ἀπό τήν αὐτονόητη παραδοχή τῆς μή ὕπαρξης τελεταρχικῆς χάριτος σέ ἀχειροτόνητους ἤ ἀπό δεκαετιῶν τελεσιδίκως καθαιρεθέντας ἀπό πατριαρχική σύνοδο, φθάσαμε σήμερα νά διακυβεύεται ἡ ἀκεραιότητα τῆς ἐκκλησιολογίας καί τῆς ὀντολογίας τῆς ἐκκλησιολογίας μας ; Μήπως δέν ἔχει ἀναχθεῖ σέ μείζον θέμα αὐτό πού μέ τήν ἁπλή ἐφαρμογή τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῆς κοινῆς λογικῆς δέν θά εἶχε ἀπασχολήσει κανένα μας ἕως τώρα;

Ὅπως ὁ διάβολος διαβάλλει καί ἐρανίζεται ἀποσπασματικά χωρία ἀπό τίς Γραφές τά ὁποῖα ἀπομονώνει καί δημιουργεῖ τίς αἱρέσεις, ἔτσι καί ἡ ἀποσπασματική ἐφαρμογή κάποιων κανόνων τινῶν καί ἡ μή καθολική ἐφαρμογή τους πάλι γίνεται ὅπλο στά χέρια του γιά νά φέρει σύγχυση στήν Ἐκκλησία...

VIII. Ἀκροτελεύτιο κεφάλαιο

Ἀπό ὅσα προηγουμένως ἀκούστηκαν, δικαιώνεται ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος κατακλείοντας τό Προοίμιο τοῦ Πηδαλίου λέει: «Οἱ ἱεροί κανόνες εἶναι τά αἰώνια ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν καί οἱ νόμοι οἱ ὑπάρχοντες εἰς τόν αἰῶνα. Ὅλα αὐτά περιέχονται στό βιβλίο τοῦτο, τό Πηδάλιον τῆς νοητής νηός τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας, διά μέσου τοῦ ὁποίου αὐτή κυβερνωμένη μέ ἀσφάλεια, μεταφέρει τούς ἐν αὐτῇ ναύτες καί ἐπιβάτες, ἱερωμένους τέ καί λαϊκούς, πρός τόν ἀκύμαντον τῆς ἄνω βασιλείας λιμένα».

»Καί γιά νά δηλώσω τά πάντα μέ ἕνα παράδειγμα· ὅπως ἡ παντουργική ἁγία Τριάς δημούργησε τόν πρῶτον καί ὑλικόν τοῦτον κόσμον καί τόν συνήρμοσε μέ διαφόρους φυσικούς Κανόνες τῶν στοιχείων, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ τάξη, καί ἐκ τῆς τάξεως ἡ συνοχή τοῦ παντός διαφυλάττεται. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἡ αὐτή ἁγία Τριάδα, ἡ ὁποία κατεσκεύασε καί τόν δεύτερον τοῦτο καί νοητόν κόσμον τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόν συνέδεσε καί τόν συνέπηξε μέ τούς ἱερούς τούτους καί θείους Κανόνες. Ἀπό αὐτούς γεννᾶται ἡ εὐταξία τῶν Πατριαρχῶν, ἡ ἁρμονία τῶν Ἀρχιερέων, ἡ κοσμιότητα τῶν Ἱερέων, ἡ σεμνοπρέπεια τῶν διακόνων, ἡ σεβασμιότης τῶν Κληρικῶν, ἡ εὐρυθμία τῶν Μοναχῶν, ἡ ἀπαιτουμένη ἀπό τούς Πνευματικούς Πατέρες γνώση πρός διόρθωση τῶν ἁμαρτημάτων καί γιά νά τά ποῦμε συνολικά, ἀπό τούς ἱερούς τούτους κανόνες, ἡ κάτω ἐκκλησιαστική ἱεραρχία γίνεται ἀπομίμηση καί ἐκσφράγισμα τῆς οὐρανίου ἱεραρχίας. Καί οἱ δύο μαζί ἱεραρχίες συναποτελοῦν πλέον μία, καί σάν ἄλλο μουσικό ὄργανο παράγει ἕνα μουσικό μέλος, ἐναρμόνιο καί πάγχορδο. Ἀφαίρεσε τούς φυσικούς κανόνες τῶν στοιχείων ἀπό τήν ὑλικήν κτίση, καί ἀμέσως λύεται ἡ τάξη, καί λυομένης τῆς τάξεως, ὅλον τό πᾶν καταστρέφεται. Ἀφαίρεσε καί τούς ἱερούς τούτους κανόνες ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀμέσως εἰσέρχεται ἡ ἀταξία, καί ἐκ τῆς ἀταξίας ὅλη ἡ ἱερή αὐτῆς διακόσμηση καταστρέφεται.

»Ἐπιστράφητε λοιπόν Πατριάρχαι, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Κληρικοί, Μοναχοί καί οἱ λοιποί πάντες πνευματικοί πατέρες καί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, καί ἐγκολπωθεῖτε τήν βίβλο αὐτή μέ τά δύο σας χέρια· «πορεύεσθε πρός τήν λάμψιν κατέναντι τοῦ φωτός αὐτῆς, ἵνα φωτισθῆτε φωτισμόν γνώσεως αἰώνιον».

Εὐχόμενοι νά φωτιστοῦμε μέ τό φῶς τῆς γνώσεως πού ἀκτινοβολοῦν οἱ κανόνες τοῦ Πηδαλίου τῆς Ἐκκλησίας μας, καί φθάνοντες στό τέλος τῆς εἰσηγήσεώς μας μετά τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἀναφωνοῦμε καί ἐμεῖς:

»Δέξασθε λοιπόν μέ ὑψωμένα χέρια τήν πολυωφελῆ καί μεγαλωφελῆ ταύτην Βίβλον, τήν περιέχουσα τούς ἱερούς κανόνας καί τήν ἐξήγησιν αὐτῶν καί ἀπαρασαλεύτως φυλάξατε αὐτούς. Δέξασθε τήν εὐθύς μετά τάς ἁγίας Γραφάς, ἀναγκαίαν ταύτην γραφήν, ἅπασαι αἱ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαι δέξασθε. Γένοιτο.

Ο εορτασμός του Αγίου Χρυσοστόμου του Νέου Ομολογητού στον Καθεδρικό


   Ο εορτασμός του Αγίου Ιεράρχου της Εκκλησίας μας Χρυσοστόμου του από Φλωρίνης πραγματοποιήθηκε το εσπέρας της παραμονής στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Αχαρνών με Αρχιερατικό Εσπερινό, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Χρυσοστόμου, συμμετεχόντων δε ευλαβικώς, πλειάδος Κληρικών.
    Στην ευλογημένη και θερμή ατμόσφαιρα του εορτασμού συνέβαλε η παρουσία της Ηγουμένης της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Πάρνηθας, Ξένης μοναχής, μετά της συνοδεία αυτής, καθώς και των ευσεβών πιστών που με κατάνυξη προσέρχονταν για να προσκυνήσουν την Αγία καρά του Πατρός ημών, που ευρίσκετο χάριν ευλογίας, το εορταστικό διήμερο, στον Καθεδρικό. 
   Το ιερό έργο, η συνέπεια, η ακρίβεια, η υπομονή και ο αγώνας, αλλά και η σεμνότητα και η ταπεινότητα που χαρακτήριζαν τη φυσιογνωμία του Πρωθιεράρχου της Εκκλησίας μας, αποτέλεσαν την πηγή εμπνεύσεως της μεστής σε πίστη και επίγνωση ομιλίας του σεπτού μας Ποιμενάρχου, με την οποία παραδοσιακά ολοκληρώνεται ο εορταστικός Εσπερινός που τιμά τη μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών.

DSC 3946 2

DSC 4047
DSC 3953



ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΔΩ

Το τσιγάρο του Μοναχού


Μια συγκλονιστική διδακτική ιστορία, που μας δείχνει γιατί ποτέ δεν πρέπει να κατακρίνουμε κανέναν.

Η καμπάνα μόλις είχε σημάνει για το κάλεσμα των μοναχών στην εωθινή ακολουθία. Ο μοναχός Ησύχιος για ακόμη μία φορά έμπαινε με αρκετή δυσκολία στο καθολικό του ναού σέρνοντας, όπως συνήθιζε άθελά του τα τελευταία χρόνια, τα λεπτοκαμωμένα γερασμένα πόδια του προκαλώντας έτσι την αναστάτωση των περισσοτέρων μοναχών. Ορισμένοι τον κοίταξαν περιφρονητικά. Άλλοι δεν καταδέχτηκαν ούτε το βλέμμα τους να του ρίξουν, αρκούμενοι στο να μουρμουρίζουν κάτι μέσα από τα δόντια τους.
Δεν ήταν αυτή όμως η κύρια αιτία αναστάτωσης. Εκείνο που προκαλούσε περισσότερο τους άλλους μοναχούς ήταν η έντονη μυρωδιά του τσιγάρου που αναδυόταν από τα βρωμισμένα ράσα του και από τη λευκοκιτρινισμένη γενειάδα του. Δεν μπορούσαν να ανεχτούν οι εν Χριστώ αδελφοί του ότι καλόγερος τέτοιας μεγάλης ηλικίας – ογδόντα τεσσάρων ετών και με έκδηλα τα σημάδια της φθοράς του χρόνου πάνω του – ήταν μπλεγμένος μ’ ένα τέτοιο πάθος, που οδηγούσε κάποιους πιο ασθενείς στη συνείδηση να ξεπερνούν τα όρια της αποστροφής του και να φτάνουν μερικές φορές στον εμπαιγμό και την προσβολή του προσώπου του.
Τι κι αν που ο Ησύχιος ήταν από τους παλαιοτέρους στο μοναστήρι; Η βρωμιά που άφηνε πίσω του είχε κάνει πολλούς όχι μόνο να μην τον αποδέχονται, αλλά και να μην τον σέβονται καθόλου.
Εκείνος δεν μιλούσε ποτέ. Έβλεπε την όλη ατμόσφαιρα γύρω του, έσκυβε το κεφάλι, ψιθύριζε προσευχές και… έδινε ευχές. Είχε καταφέρει σ’ ένα βαθμό να κάνει βίωμα ό,τι έλεγε το όνομά του.
Κανείς βεβαίως δεν γνώριζε την πραγματική ζωή και τον μεγάλο αγώνα που έκανε καθημερινά. Ούτε καν και ο νέος ηγούμενος του μοναστηριού, ο οποίος από παλιά τον κρατούσε σε κάποια απόσταση, κι όταν έγινε ηγούμενος απορροφήθηκε από τα διοικητικά βαριά καθήκοντά του. Μη γνωρίζοντας μάλιστα την πνευματική κατάστασή του, θεωρούσε καλό να κρατά «διακριτική» στάση απέναντί του, με σεβασμό μεν προς το γήρας του, αλλά και με την ενδόμυχη προσμονή, που δεν ήθελε ούτε στον εαυτό του να την ομολογήσει, πότε θα αναχωρήσει από τον κόσμο αυτόν για να γλιτώσει από τις πιέσεις και τα σχόλια των άλλων μοναχών.
Ένα σύνηθες φαινόμενο ήταν το γεγονός ότι πολλοί νεώτεροι μοναχοί κάθε φορά που περνούσαν έξω από το μικρό κελί του, του χτυπούσαν δυνατά την μικρή ξύλινη πορτούλα του προσβάλλοντάς τον πολύ άσχημα, λέγοντας χαρακτηριστικά πως η μυρωδιά που έβγαινε από μέσα θα τον έκαιγε στην κόλαση…
Η αλήθεια όμως ήταν πως γεννήθηκε από δύο γονείς λάτρεις του τσιγάρου, αφού σ’ αυτούς ανήκε μία από τις μεγαλύτερες καπνοβιομηχανίες εκείνη την εποχή στην Ελλάδα. Έτσι, είτε το ήθελε είτε όχι, ο Ησύχιος (κατά κόσμον Παύλος) μεγάλωσε μέσα στο εργοστάσιο των γονιών του, με αποτέλεσμα ο καπνός να μην λείπει καμία ώρα της ημέρας ούτε από το σπίτι αλλά ούτε και από το χώρο εργασίας όπου τον έπαιρναν μαζί τους από πολύ μικρό. Ως εκ τούτου, ο Παύλος από την παιδική του ηλικία είχε εθιστεί στην μυρωδιά αυτή, πράγμα που τον έκανε πολύ φανατικό καπνιστή…
Η έντονη κλίση του όμως στην Εκκλησία – κατάλοιπο από τη συναναστροφή του με την ευλαβή γιαγιά του – κι ένα συγκλονιστικό γι’ αυτόν γεγονός που το θεώρησε ως επέμβαση του Θεού στη ζωή του, οδήγησε τα βήματά του εδώ κι αρκετές δεκαετίες στις μοναχικές τάξεις της ιστορικής μονής του αγίου Νεκταρίου. Ο αγώνας του έκτοτε να επιβεβαιώνει την κλίση του στην καλογερική με την τήρηση των αγίων εντολών του Χριστού ήταν μεγάλος.
Εκεί όμως που έδινε τις μάχες του καθημερινά, εκεί που φαινόταν άλλοτε να κερδίζει και άλλοτε να πνίγεται και να χάνει ήταν με την «οικογενειακή» μυρωδιά. Το τσιγάρο φάνταζε ο απόλυτος όγκος, το βουνό που μπροστά του διαπίστωνε ότι ίσως ποτέ δεν θα πατούσε την κορυφή του. Πραγματικά το τσιγάρο ήταν σαν δεύτερη τροφή του. Καλύτερα: η πρώτη τροφή του! Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα χωρίς αυτό.
Κι όμως η προσπάθεια που κατέβαλε όλα αυτά τα χρόνια ήταν αξιοθαύμαστη. Είχε καταφέρει όλο αυτό το διάστημα να μειώσει κατά πολύ το κάπνισμα και μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο να καπνίζει μόνο ένα-δύο τσιγάρα τη μέρα. Γεγονός πάντως ήταν ότι παρόλο τον περιορισμό, το πάθος ήταν ενεργό.
Αυτός βεβαίως που ήξερε τον πνευματικό αγώνα του ήταν ο γέροντάς του, με τον οποίο συνδέθηκε πολύ αφότου εισήλθε στη μοναχική ζωή. Αυτός τον ενίσχυε, τον κατανοούσε, τον παρηγορούσε, τον προστάτευε… Η αναχώρησή του όμως για την ουράνιο βασιλεία έριξε πολύ το πνευματικό σθένος του Ησύχιου. Ο νέος Γέροντάς του, κατά πολύ νεώτερός του, δεν μπορούσε να κατανοήσει σε βάθος ακόμη την εσωτερική του ζωή, ενώ, όπως είπαμε, ο νέος ηγούμενος ακόμη περισσότερο δεν είχε και τον χρόνο καν να ασχοληθεί με τον γέροντα μοναχό.
Ο καιρός περνούσε και τα καψώνια των νεωτέρων προς τον φιλήσυχο μοναχό συνεχίζονταν παίρνοντας στο εξής και μορφή μίσους, καθώς κάποιοι ενοχλούνταν ακόμα κι από την σιωπή του ηλικιωμένου αυτού μοναχού…
‘Ήταν ανήμερα των αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου όταν μία ευωδία είχε διαχυθεί σ’ όλο το μοναστήρι. Όλοι αναστατωμένοι προσπαθούσαν να ανακαλύψουν την πηγή αυτής της άρρητης ευωδίας, η οποία μπορούσε ίσως να συγκριθεί μόνο με το πιο μεθυστικό λουλούδι στο περβόλι του Παραδείσου… Κι όμως κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει πως αυτή η θεϊκή και άγια ευωδία προερχόταν από το μικρό και ταπεινό κελί του μοναχού Ησυχίου.
Άπαντες έτρεξαν να δουν τι είχε συμβεί… Το μυστήριο λύθηκε σύντομα. Ο μοναχός Ησύχιος βρισκόταν μέσα στην αγκαλιά του αγαπημένου του Πατέρα. Είχε μόλις αναχωρήσει για την ουράνια πολιτεία των αγγέλων. Ο πολυαγαπημένος του γέροντας θα ήταν στο εξής πολύ περήφανος για τον καλό υποτακτικό του ο οποίος έστω και την έσχατη στιγμή κατάφερε να ξεπεράσει το πάθος του…
Ο Ησύχιος την τελευταία μέρα πριν την αναχώρησή του για τους ουρανούς, νίκησε τον πειρασμό του και αγωνιζόμενος μέχρι τέλους δεν κάπνισε καθόλου. Η επιβράβευση ίσως του Θεού για όλα τα χρόνια του πνευματικού του αγώνα, πολύ περισσότερο κατά του μεγάλου του πάθους, επήλθε με την ευωδία του σκηνώματός του, η οποία έγινε αφορμή για μετάνοια όλων των μοναχών αλλά και του νέου ηγουμένου του μοναστηριού…
Όλοι τώρα ήξεραν ότι ο γέρων Ησύχιος θα εξακολουθούσε να είναι μαζί τους και θα συνέχιζε να τους «μιλάει» με την ιερή σιωπή του, όπως άλλωστε έκανε μέχρι τότε, πρεσβεύοντας πια για εκείνους…