Εἰς τὰ ἴχνη τοῦ Ἀθηναγόρου καὶ ὄχι τοῦ Λουκάρεως!

 

Γράφει ὁ κ. Νικόλαος Μάννης, διδάσκαλος

Μὲ ἔκπληξη ἀρκετοὶ Ὀρθόδοξοι διαπίστωσαν πὼς ὁ νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς (τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως) κ. Ἐλπιδοφόρος Λαμπρινιάδης βαδίζει στὰ χνάρια τοῦ ἀλήστου μνήμης Ἀθηναγόρου Σπύρου.

Τὰ χνάρια αὐτὰ προέρχονται ἀπὸ βήματα ποὺ ἐξέκλιναν ἀπὸ τὴν μέση ὁδὸ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἐξετράπησαν πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς ἀποστασίας, ἤτοι τὴν ὁδὸ τῆς δαιμονικῆς Οὐνίας ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Κόλαση…

Ὁ Ἀρχ. Ἐλπιδοφόρος λοιπὸν τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ ἀνήρτησε στὴν προσωπική του ἱστοσελίδα στὸ facebook βίντεο μὲ ζωντανὴ μετάδοσι ἀπὸ τὴν λιτανεία τοῦ Ἐπιταφίου, στὸ ὁποῖο φαίνεται ὅτι παραδίδει τὸν ἱερατικὸ Σταυρὸ στὸν παρευρισκόμενο παπικὸ «ἐπίσκοπο», προσκαλώντας τον νὰ προεξάρχει μαζί του στὴν λιτάνευση.

Τὸ παράδοξο τῆς ὑποθέσεως εἶναι πὼς ὁ Ἀρχ. Ἐλπιδοφόρος, ὡς πιστὸς ὑπήκοος τοῦ «αὐθέντου καὶ δεσπότου» του, Πατρ. Βαρθολομαίου, ἔπρεπε νὰ ἀκολουθεῖ λόγῳ τε καὶ ἔργῳ τὶς πράξεις τοῦ τελευταίου, ὁ ὁποῖος πρὸ ὀλίγων μηνῶν προέβη στὴν ἀναγνώριση τῆς ἁγιότητος τοῦ προκατόχου του Κυρίλλου Λουκάρεως († 1638).

Ὅμως ὁ Ἅγιος Κύριλλος Λούκαρις – ὁ ὁποῖος ἔσωσε τὴν Ὀρθοδοξία τόσο στὴν Οὐκρανία, ὡς Πατριαρχικὸς Ἔξαρχος, ἀγωνιζόμενος κατὰ τῆς Οὐνίας τῆς Βρέστης (1596), ὅσο καὶ στὴν ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ ἐν γένει ὡς Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ μετέπειτα Κωνσταντινουπόλεως – ἦταν σαφέστατος σχετικὰ μὲ τὴν ἀνύπαρκτη ἱερωσύνη τῶν παπικῶν καὶ διεκήρυττε τρανῶς πὼς οἱ Παπικοὶ ὄχι μόνο δὲν ἔχουν Χάρη, ἀλλὰ καὶ πὼς ὁ Πάπας εἶναι τύπος τοῦ Ἀντιχρίστου.

Δημοσιεύω ἐνταῦθα μικρὸ ἀπόσπασμα (ἀπὸ ἀνέκδοτο ἔργο τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Λουκάρεως – γραμμένο στὴν καθομιλουμένη τῆς ἐποχῆς – ποὺ ἦρθε στὰ χέρια μου θαυμαστῷ τῷ τρόπῳ καὶ θὰ ἐκδώσω λίαν συντόμως) πρὸς αἰσχύνη καὶ καταισχύνη τῶν νέων Οὐνιτῶν ψευδορθοδόξων:

«Τὸν Πάπα τῆς Ῥώμης τὸν καιρὸν ὁποῦ ἐστέκετονε εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ δὲν ἐδέχετονε αἵρεσαις καθὼς ταῖς ἔχει πολλαῖς τὴν σήμερον, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς καὶ οἱ ἀνατολικοὶ καὶ ὅλοι οἱ Πατριάρχαι τὸν εἴχασι διὰ Πάπα καὶ Πατριάρχην· καὶ τὸν ἐτιμοῦσαν ὡς πρῶτον εἰς τὴν τάξιν· ἀφ᾿ οὗ δὲ ἡ ἐκκλησία τῆς Ῥώμης ἐξέκλινεν εἰς βαθὺν κρημνὸν καὶ ἐγένετο καθέδρα τοῦ Ἀντιχρίστου, ἐν φόβῳ Θεοῦ τὸ λέγω ὅτι ὄψιν πόρνης ἔχει, καὶ πλέον Χριστοῦ ἐκκλησία δὲν εἶναι· οἱ διδάσκαλοί τους ὄχι εὐσεβείας πράγματα καὶ δόγματα ζητοῦσι, μόνον πῶς νὰ ἀνατρέψουν τὸν κόσμον νὰ τὸν βάλουν ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν τοῦ Πάπα… (ὦ Λατῖνοι) ἐσεῖς τὴν σήμερον ἱερωσύνην δὲν ἔχετε καὶ διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς οἱ ἀνατολικοὶ, εὐγάνοντας τὸ βάπτισμα ἄλλο κανένα μυστήριον ἐδικό σας δὲν στέργομεν καὶ τοὺς ἱερεῖς σας δὲν τοὺς συγκοινωνοῦμεν· ἡ αἰτία διατὶ εἶστε αἱρετικοὶ καὶ καινοτόμοι καὶ ὁ Πάπας σας, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἔχετε τὴν ἱερωσύνην, γνήσιος Ἀρχιερεὺς δὲν εἶναι, ἀλλὰ ἔχει φανερὰ σημάδια τοῦ ἀντιχρίστου· δὲ λέγω πὼς νὰ εἶναι ἀντίχριστος, ἀλλὰ πὼς ἔχει πολλὰ σημάδια τοῦ ἀντιχρίστου».

Ὁ Ἀρχιεπ. Ἐλπιδοφόρος καὶ οἱ ὁμόφρονές του πρέπει ἐπιτέλους νὰ ἀποφασίσουν μὲ ποιοὺς θέλουν νὰ συνταχθοῦν καὶ νὰ τὸ δηλώσουν εὐθαρσῶς χωρὶς νὰ ὑποκρίνονται ἄλλο. Θέλουν νὰ βρίσκονται στὸ πλευρὸ τοῦ ἀπαγχονισθέντος ἐξ αἰτίας τῶν παπικῶν σκευωριῶν, Ἁγίου Κυρίλλου Λουκάρεως καὶ τῆς ὑπόλοιπης χορείας τῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ ἀπέδειξαν τὸν Παπισμὸ ὡς ἕνα ψευδὲς ὁμοίωμα τῆς ἀληθινῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας (ὅπως ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Μάρκος Εὐγενικός, ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Μελέτιος Πηγᾶς κ.ἄ.) ἤ ἐπιθυμοῦν νὰ συνταυτισθοῦν πλήρως μὲ τοὺς παπικοὺς ψευδοκληρικούς.

Μέχρι νὰ τὸ ἀποφασίσουν, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ πρέπει γιὰ λόγους ὑγιείας τῶν ψυχῶν μας νὰ μένουμε ἀσφαλεῖς κρατῶντας ἀποστάσεις ἀπὸ τέτοιους φορεῖς μολυσματικῶν πνευματικῶν ἀσθενειῶν, ὅπως εἶναι ὁ παποκεντρικὸς Οἰκουμενισμός…



Σχόλιον «Ο.Τ.»:

Ὁ «Ο.Τ.» ἐδημοσίευσε προσφάτως τὴν εἴδησιν εἰς τὴν ἱστοσελίδα του, διατυπώνων τὰ ἑξῆς ἐρωτήματα:

«Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς μαζὶ μὲ παπικὸ καρδινάλιο στὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου. Γιὰ πιὸ λόγο ἆραγε καλεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἐλπιδοφόρος παπικὸ καρδινάλιο νὰ συμμετάσχει στὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου καὶ μάλιστα δίπλα του; Τί μήνυμα θέλει νὰ μεταδώσει στοὺς ὀρθοδόξους πιστοὺς ὅλου τοῦ κόσμου, ὅταν μεταδίδει ζωντανὰ τὴν περιφορὰ σὲ κοινωνικὸ μέσο δικτύωσης;».

Τὰ ἐρωτήματα προφανῶς δὲν ἐδήλωναν ἄγνοιαν, καθὼς εἶναι αὐτονόητον ὅτι τοιαῦται ἐνέργειαι εἶναι προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὡστόσον, εἰς τὴν ἀλληλογραφίαν τοῦ «Ο.Τ.» κατέφθασεν ἡ ἑξῆς ἀπάντησις τοῦ ἱστολογίου “Ὀρθόδοξη Φωνή”, τὴν ὁποίαν ὡς ἀξιόλογον παραθέτομεν ἀκολούθως:

«Τὸ μήνυμα ποὺ θέλει νὰ μεταδώσει στοὺς “ὀρθόδοξους” πιστοὺς εἶναι ὅτι εἴμαστε Οὐνίτες ἀπὸ τὸ 1965 μὲ τὴν ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας! Εἰς τὰ ζητήματα τῆς πίστεως δὲν χωροῦν ἀνθρώπινοι συναισθηματισμοί. Ἀείποτε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ «διὰ τοὺς λόγους τῶν χειλέων Του ἐφύλαξεν ὁδοὺς σκληράς». Μέσος ὅρος δὲν ὑπάρχει. Ἢ πιστεύομεν ἢ δὲν πιστεύομεν. Ἢ ὁ ἀπὸ δέκα αἰώνων Καθολικισμὸς περιέπεσεν εἰς αἱρέσεις, ὁπότε πρέπει νὰ τὰς ἀποβάλη καὶ κατόπιν νὰ ἔλθη πρὸς ἕνωσιν Δογματικὴν καὶ Ἐκκλησιαστικὴν ἢ δὲν ἔχει αἱρέσεις, ὁπότε ἡ Ἐκκλησία μᾶς πλανᾶται ἐπὶ δέκα αἰῶνας. Καὶ ὄχι μόνον δέκα αἰῶνας, ἀλλὰ πλανᾶται μεθ’ ὅλων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων, καὶ τὰ πάντα γίνονται ἄνω κάτω. Καὶ κατὰ συνέπειαν πρέπει νὰ διορθώσωμεν Ἱεροὺς Κανόνας, νὰ συμπληρώσωμεν τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως, νὰ διασκευάσωμεν τὰ λειτουργικά μας βιβλία, νὰ χρίσωμεν μὲ ἀσβέστη τοὺς τοιχογραφημένους ἁγίους Πατέρας μας καὶ νὰ καύσωμεν τὰς φορητὰς εἰκόνας των, ἀφοῦ ἐπλανήθησαν καὶ πλανοῦν καὶ ἡμᾶς τόσους αἰῶνας. Πρέπει νὰ παύσωμεν τοῦ λοιποῦ νὰ λέγωμεν εἰς τὰς προσευχάς μας «δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν». Πρέπει νὰ κλαύσωμεν διὰ τὰ πλήθη τῶν Ὁμολογητῶν, ποὺ ἐμαρτύρησαν ματαίως καὶ πρὸ τοῦ σχίσματος καὶ μετὰ τὸ σχίσμα. Καὶ πρέπει νὰ σβήσωμεν πλέον καὶ τὴν ἱερὰν κανδήλαν, ποὺ καίει ἀκοίμητα εἰς τὴν εἴσοδον τοῦ Ναοῦ τοῦ Πρωτάτου, ἐπάνω εἰς τὰ ἅγια λείψανα τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, ποὺ ἐμαρτύρησαν ἀπὸ τοὺς Ἑνωτικούς τοῦ 13ου αἰῶνος, διότι δὲν ἐδέχθησαν τὸ μνημόσυνον τοῦ Πάπα. Ἐὰν δὲν εἶναι αἱρετικὴ ἡ παπικὴ ἐκκλησία, τότε τὰ θαύματα τῶν ἁγίων Ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι δαιμονικαὶ ἀπάται. Ἐὰν δὲν εἶναι οἱ Λατῖνοι αἱρετικοί, πρέπει νὰ καύσωμεν ὅλους τοὺς ἀντιλατινικοὺς λόγους τοῦ Μ. Φωτίου, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Καβάσιλα, Ἰωσὴφ Βρυεννίου, Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, Γενναδίου τοῦ Σχολαρίου καὶ τόσων ἱερωτάτων θεολόγων μέχρι τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὡς καὶ τὰς Συνοδικὰς ἀποφάσεις. Τότε τί χρειάζονται τὸ «Πηδάλιον», τὸ «Ὡρολόγιον», τὸ «Τριώδιον»; Νὰ τὰ ρίψωμεν εἰς τὸ πῦρ καὶ νὰ ὁμολογήσωμεν ὅτι ἐπλανήθημεν!».



ΠΗΓΗ




ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ




ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 4ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς

4. Ο αποκαλυφθείς Νόμος

Η ανεπάρκεια ενός εσωτερικού νόμου. Η σημασία για εμάς
του Μωσαϊκού και του Ευαγγελικού Νόμου.

Το καθήκον της επίγειας ζωής του ανθρώπου είναι να προετοιμαστεί για την αιώνια σωτηρία και ευδαιμονία. Για να γίνει αυτό, ο άνθρωπος πρέπει να ζει ως άγιος και άμεμπτος, με άλλα λόγια, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

Πώς μπορεί κάποιος να γνωρίζει αυτό το θέλημα του Θεού; Φυσικά -πρώτα απ’ όλα- στην συνείδησή του· γι’ αυτό και λέγεται φωνή του Θεού στην ανθρώπινη ψυχή. Και αν η πτώση στην αμαρτία δεν αμαύρωνε την ψυχή του ανθρώπου, τότε θα μπορούσε αδιάκοπα και σταθερά να κατευθύνει την πορεία της ζωής του σύμφωνα με τις οδηγίες της συνείδησής του, στις οποίες εκφράζεται ο εσωτερικός ηθικός νόμος. Αλλά όλοι γνωρίζουν πως ένας αμαρτωλός άνθρωπος όχι μόνον έχει βλάψει το μυαλό, την καρδιά και τη θέλησή του, αλλά και η συνείδησή του έχει θολώσει και η κρίση και η φωνή της έχουν χάσει την άνευ όρων διαύγεια και δύναμή τους. Δεν είναι περίεργο λοιπόν ότι κάποιοι άνθρωποι, όπως έχουμε ήδη πει, αποκαλούνται ασυνείδητοι.

Έτσι, η συνείδηση -η εσωτερική της φωνή- αποδείχθηκε ανεπαρκής για να ζήσει και να ενεργήσει ο άνθρωπος σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Υπήρχε ανάγκη για έναν εξωτερικό οδηγό, για έναν εξωτερικό θεϊκά αποκαλυφθέντα νόμο. Ένας τέτοιος νόμος δόθηκε από τον Θεό στους ανθρώπους σε δύο μορφές: πρώτα, μια προπαρασκευαστική -ο Μωσαϊκός Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης- και έπειτα ο πλήρης και τέλειος Ευαγγελικός Νόμος της Καινής Διαθήκης.

Στον Μωσαϊκό Νόμο πρέπει να διακρίνουμε δύο πλευρές: 1) την θρησκευτική και ηθική και 2) την θρησκευτική και τελετουργική, στενά συνδεδεμένη με την ιστορία και τον τρόπο ζωής του εβραϊκού λαού. Φυσικά, η δεύτερη πλευρά για εμάς, τους Χριστιανούς, ανήκει στο παρελθόν -οι εθνικοί τελετουργικοί κανόνες και νόμοι έχουν εκλείψει. Αλλά οι θρησκευτικοί και ηθικοί νόμοι του Μωυσή έχουν διατηρήσει όλη τους την δύναμη στον Χριστιανισμό. Επομένως και οι Δέκα Εντολές του Μωσαϊκού Νόμου είναι υποχρεωτικές για τους Χριστιανούς και ο Χριστιανισμός δεν τις έχει ακυρώσει. Αντίθετα, ο Χριστιανισμός δίδαξε τους ανθρώπους να κατανοούν αυτές τις εντολές όχι τυπικά-κυριολεκτικά, με τη σειρά της τυφλής δουλικής υπακοής και της εξωτερικής εκπλήρωσής τους, αλλά αποκάλυψε το βαθύ νόημά τους και δίδαξε την τέλεια και πλήρη κατανόηση και εκπλήρωση. Αλλά φυσικά, για εμάς τους Χριστιανούς, ο Μωσαϊκός Νόμος έχει σημασία μόνον επειδή οι κύριες εντολές του (ο Δεκάλογος, οι εντολές για την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον) γίνονται αποδεκτές και αποκαλύπτονται από τον Χριστιανισμό. Δεν καθοδηγούμαστε στη ζωή μας από αυτόν τον προπαρασκευαστικό και προσωρινό Μωσαϊκό Νόμο, αλλά από τον τέλειο και αιώνιο Νόμο του Χριστού. Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Αν αυτός που ανάβει ένα λυχνάρι κάτω από τον ήλιο είναι γελοίος, τότε αυτός που παραμένει στη σκιά του Νόμου (της Παλαιάς Διαθήκης) ενώ υπάρχει το κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι πολύ πιο γελοίος…»[1]. Η κύρια διαφορά μεταξύ του νόμου της Καινής Διαθήκης και του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης είναι ότι ο νόμος της Παλαιάς Διαθήκης εξέταζε την εξωτερική εμφάνιση των πράξεων του ανθρώπου, ενώ ο νόμος της Καινής Διαθήκης εξετάζει την καρδιά του ανθρώπου, τα εσωτερικά του κίνητρα. Στον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, ο άνθρωπος υπάκουε στον Θεό, όπως ο σκλάβος τον αφέντη του, ενώ στην Καινή Διαθήκη, ο άνθρωπος προσπαθεί να υπακούσει τον Θεό, όπως ο γιος υπακούει τον αγαπημένο του πατέρα…

Επί του παρόντος, πολλοί εξετάζουν τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης εσφαλμένα: δεν βλέπουν τίποτα καλό σε αυτόν, αλλά αναζητούν μόνο χαρακτηριστικά αγένειας και σκληρότητας. Αυτή είναι λάθος άποψη. Είναι απαραίτητο να θυμόμαστε τον χαμηλό βαθμό πνευματικής ανάπτυξης στον οποίο βρίσκονταν οι άνθρωποι τότε – πριν από χιλιάδες χρόνια. Και στις συνθήκες των τότε, πραγματικά αγενών και σκληρών ηθών, εκείνοι οι κανόνες και οι διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου, που τώρα μας φαίνονται σκληροί (για παράδειγμα, «οφθαλμός αντί οφθαλμού» κ.λπ.), στην πραγματικότητα δεν ήταν τόσο σκληροί. Φυσικά, δεν κατέστρεφαν την ανθρώπινη σκληρότητα και μνησικακία (μόνο το Ευαγγέλιο θα μπορούσε να το κάνει αυτό), αλλά την συγκρατούσαν και της έθεταν σταθερά και αυστηρά όρια… Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκείνες οι εντολές για την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, τις οποίες ο Κύριος επεσήμανε ως τις πιο σημαντικές, ελήφθησαν από αυτόν ακριβώς τον Μωσαϊκό Νόμο (Μάρκ. ιβ΄ 29-31)[2]. Σχετικά με αυτόν τον νόμο, ο Άγιος Απόστολος Παύλος είπε: «ὥστε ὁ μὲν νόμος ἅγιος, καὶ ἡ ἐντολὴ ἁγία καὶ δικαία καὶ ἀγαθή»[3].

(συνεχίζεται)


[1] «Εἰ δὲ γελοῖος, ἡλίου λάμποντος, ὁ λύχνον ἑαυτῷ παραφαίνων, πολλῷ γελοιότερος ὁ, Εὐαγγελίου κηρυσσομένου, τῇ σκιᾷ τῇ νομικῇ παραμένων» (PG 30, 245).

[2] «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη αὐτῷ ὅτι πρώτη πάντων ἐντολή· ἄκουε, Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν Κύριος εἷς ἐστι· καὶ ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου. Αὕτη πρώτη ἐντολή. Καὶ δευτέρα ὁμοία, αὕτη· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. Μείζων τούτων ἄλλη ἐντολὴ οὔκ ἐστι».

[3] Ρωμ. ζ΄ 12.




ΠΗΓΗ





ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ