Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Η ΚΙΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΤΟΥ 1924 (5o MEΡΟΣ)




Πρόλογος


Το ''Ημερολόγιον Της Μεγάλης Ελλάδος'' ήταν μια σοβαρή, εμπνευσμένη έκδοση του γνωστού λογοτέχνη και δημοσιογράφου Γεωργίου Δροσίνη (1859-1951) που πρωτοεκδόθηκε στα 1922. 

Ουσιαστικά ήταν ένα ετήσιος, πολυπεριοδικός τόμος, που φιλοξενούσε άρθρα, δοκίμια, χρονογραφήματα και γενικότερα μελέτες των πιο σημαντικών επιστημόνων της χώρας την περίοδο εκείνη του Μεσοπολέμου. 

Στις 470-560 σελίδες κάθε τόμου έγραφαν σχεδόν όλοι οι αξιόλογοι συγγραφείς της Ελλάδας, με θέματα ιστορικά, λαογραφικά, φιλολογικά, μελέτες αρχαιολογικές, γλωσσολογικές, γεωγραφικές, εκπαιδευτικές, θρησκευτικές, εκκλησιαστικές, οικονομικές και κείμενα πεζά και ποιητικά της νεότερης λογοτεχνίας.

 Ουσιαστικά επρόκειτο για μια ετήσια λογοτεχνική, καλλιτεχνική και επιστημονική επιθεώρηση υπό την διεύθυνση του Γεωργίου Δροσίνη και τις γνωστές Εκδόσεις ''Ι. Σιδέρης''. 

Εκδόθηκαν συνολικά 15 τόμοι, από το 1922 μέχρι το 1936. Στον πρώτο τόμο του ''Ημερολογίου Της Μεγάλης Ελλάδος'' (έτει 1922) δημοσιεύθηκε μια μελέτη του γνωστού ήδη φιλενωτικού θεολόγου της οικουμενικής κίνησης Αμίλκα Αλεβιζάτου υπό τον τίτλο ''Η Ένωσις των Εκκκλησιών, Ορθόδοξοι και Αγγλικανοί'' απόσπασμα του οποίου αντιγράφουμε. 

Το κείμενο είναι λίαν κατατοπιστικό και περιεκτικό για όλες τις παγκόσμιες, οικουμενικές κινήσεις, που είχαν αρχίσει ήδη από το 1865 για την προώθηση της ιδέας της ''Ένωσης των Εκκλησιών.'' 

Αποτελεί ένα ακόμη πειστήριο -από όσα έχουμε δημοσιεύσει ως τώρα- που καθιστά αναντίρρητα φανερό, πως οι δεκάδες χιλιάδες αποτειχισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί του 1924 γνώριζαν απόλυτα για όλα τα εκκλησιαστικά τεκταινόμενα του σημερινού εδραιωμένου, δαιμονικού Οικουμενισμού στην Καινοτόμο Εκκλησία. 



Η ΕΝΩΣΙΣ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΚΑΙ ΑΓΓΛΙΚΑΝΟΙ


{...} Εν έτει 1865 ιδρύθηκε εν Αγγλία, η  Eastern Church Assosiation, ης αποκλειστικός σκοπός ήτο η μελέτη του ζητήματος της ενώσεως των Εκκλησιών και η επιδίωξις της επιτυχίας του σκοπού τούτου. Ήδη από των αρχών του ΙΘ΄αιώνος αι δύο Εκκλησίαι εκινήθησαν συμπαθώς προς αλλήλας και δη εξ αφορμής των εκδόσεων και μεταφράσεων της Αγίας Γραφής. Οι Πατριάρχαι Κύριλλος Ζ' και ο Εθνομάρτυς Γρηγόριος Ε' ηυνόησαν και ενέκριναν τας εκδόσεις της Λονδινείου Εταιρείας. Ο Γρηγόριος Ζ' επέτρεψε την υπό ορθοδόξων κληρικών κορυφήν των εν Ανατολή θνησκόντων Αγγλικανών, τουθ΄όπερ έδωκεν αφορμήν θερμών εκδηλώσεων υπέρ της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν Αγγλία. Εξ όλων των εις Ελλάδα ελθόντων ιεραποστόλων εξ Αμερικής ο μόνος επιτυχώς εις τας ενεργείας του διά την ίδρυσιν σχολείων, και ιδία, του αρχαιοτάτου και αρίστου παρ΄ημίν εν Αθήναις παρθεναγωγείου, ήτο ο αγγλικανός ιερεύς Χίλλ, όσις ως και οι διάδοχοι αυτού εν τω σχολείω απεριορίστως εσεβάσθησαν την ορθόδοξον Εκκλησίαν, εις χείρας αυτής αφήνοντες την θρησκευτικήν μόρφωσιν των τροφίμων του. 



Η επίσκεψις του αρχιεπισκόπου Σύρου Αλεξάνδρου Λυκούργου εις Αγγλίαν κατά το 1870 έδωκεν αφορμήν σοβαράς ανακινήσεως του ζητήματος της  ε ν ώ σ ε ω ς.  

Εκ παραλλήλου κατά το 1874 συγκροτηθέν συνέδριον διά το ζήτημα των Παλαιοκαθολικών, εις ο παρέστησαν Αγγλικανοί και Ορθόδοξοι έδωκε νέαν αφορμήν εξετάσεως του ζητήματος. 

Αι μετά του Μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου (1872), του Οικ. Πατριάρχου Διονυσίου Ε' (1887) και της Ρωσσικής Διοικούσης Συνόδου (1888) ανταλλαγείσαι φιλοφρονήσεις μετά των αρχών της Αγγλικανικής Εκκλησίας προήγαγον σημαντικώς 

το ζήτημα της  ε ν ώ σ ε ω ς.  

Ουχ ήττον συνετέλεσεν εις την προαγωγήν ταύτην και η παρουσία του αρχιεπισκόπου Ζακύνθου Διονυσίου Λάτα εις το εν Σικάγω παγχριστιανικόν Συνέδριον (1893). 

Εκείνο όμως το οποίον καταπληκτικώς προήγαγεν επ΄εσχάτων την οικουμενκήν κίνησιν, ήτο η παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου Δ,' ως Μητροπολίτου Αθηνών εν Ευρώπη και Αμερική, επί κεφαλής 

επισήμου αποστολής.

 Τόσον εν Αμερική, όσον και εν Ευρώπη, η παρουσία του Μητροπολίτου Αθηνών έδωκεν αφορμήν εις θερμοτάτας εκδηλώσεις τιμής προς αυτόν και προς την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εκ μέρους των Αγγλικανών. 



Αι τρεις ιδίως θελογικαί συζητήσεις, αι λαβούσαι χώραν εν Ν. Υόρκη, εν Λονδίνω και εν Οξφόρδη μεταξύ ημών (Μητροπολίτου, Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου και του γράφοντος) και των επιφανεστάτων Αγγλικανών κληρικών και θεολόγων, συνετέλεσαν εις την άρσιν πλείστων παρεξηγήσεων, εις την διάλυσιν όλων των αμφιβολιών και εις την στερέωσιν της πεποιθήσεως και της ελπίδος, ότι η απομάκρυνσις της επιτεύξεως τ η ς  ε ν ώ σ ε ω ς  τ ω ν  δ ύ ο  Ε κ κ λ η σι ώ ν  μόνον εκ κακής θελήσεως δύναται να προέρχεται. Κατά τας συζητήσεις εκείνας διεπιστώθη ότι η Αγγλικανική Εκκλησία ουδαμώς διίσταται της ορθοδόξου αντιλήψεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ως προς την διδασκαλίαν και ως προς την λατρείαν. Η τοιαύτη συμφωνία αντιλήψεων και πεποιθήσεων υπό της διδασκαλίας της δογματικής, μέχρι της διαμορφώσεως της εξωτερικής λατρείας, η διαπιστωθείσα εις τας θελογικάς ταύτας συζητήσεις, καθιστά όχι πλέον επιθυμητήν την  έ ν ω σ ι ν,  αλλά επιτακτικήν την ανάγκην προς ταύτην. Οι κατά το 1920 εν τω παγκοσμίω Χριστιανικώ Συνεδρίω της Γενεύης λαβόντες μέρος Ορθόδοξοι αντιπρόσωποι και Αγγλικανοί, συνελθόντες ιδιαιτέρως, διεπιστώσαμεν την υπάρχουσαν συμφωνίαν και την υφισταμένην πραγματικήν  έ ν ω σ ι ν,  ης μόνη η τυπική σχεδόν ανακήρυξις υπελείπετο. Εκ παραλλήλου, η εν Lambeth Παναγγλική Σύνοδος διετράνωσε τα προς την Ορθοδοξίαν αισθήματα σεβασμού και αφοσιώσεως διά της παρακλήσεως εν αυτή αντιπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου (παρέστησαν ο Διδυμοτείχου Φιλάρετος και ο καθηγητής Κομνηνός) εις ους επιδαψίλευσαν μεγάλας τιμάς και ους διαβεβαίωσαν περί της θερμής και ειλικρινούς διαθέσεως προς ένωσιν. Η ελληνικής Κυβέρνησις κατά το 1919 ίδρυσεν ειδικήν έδραν της Αγγλικανικής Εκκλησίας εν τω πανεπιστημίω Αθηνών προς προαγωγήν των περί της Εκκλησίας ταύτης γνώσεων. Αλλ΄η διάδοχος εκείνης αφήκε την έδραν έρημον καθηγητού και ουσιαστικώς την κατήργησε. Η εν Ελλάδι επακολουθήσασα έκτοτε κατάστασις, από πολιτικής και εκκλησιαστικής απόψεως, συνετέλεν εξ αντιθέτου εις νέας εκδηλώσεις των Αγγλικανών υπέρ της Εκκλησίας μας. 



Ο από του Μητροπολιτικού θρόνου Αθηνών, βιαίως απομακρυνθείς Μελέτιος, μεταβάς εις Αγγλίαν και Αμερικήν, έτυχε θερμοτάτης υποδοχής και απεριορίστων τιμών. 

Ο κατά τον αυτόν χρόνον εις Αγγλίαν αποδημήσας Τοποτηρητής του Οικουμενικού θρόνου Προκόπιος Δωρόθεος, έδωκεν αφορμήν πρωτοφανών εκδηλώσεων τιμών προς τον πρωτόθρονον της Ορθοδοξίας εκ μέρους των Αγγλικανών, ενώ εις τον νεκρόν του εις Κύριον αποδημήσαντος εν Λονδίνω μεγαλουργού τούτου Ιεράρχου αποδοθείσαι τιμαί εκ μέρους των Αγγλικανών, συνετέλεσαν εις πραγματικήν σύσφιγξιν των δεσμών των συνενόντων στενώς ήδη τας δύο Εκκλησίας. 

Η εκλογή τέλος του Μελετίου, ως Οικουμενικού Πατριάρχου, ενώ ευρίσκετο ούτος εισέτι εις Αμερικήν, έδωκεν αφορμήν εις νέας εκδηλώσεις των Αγγλικανών υπέρ της Ορθοδοξίας. 

Εν εισέτι υπολείπεται νυν: 

η διαφώτησις του λαού εκατέρωθεν. 

Ευθύς ως εις την συνείδησιν του λαού το πράγμα ωριμάση, ως ωρίμασεν ήδη εις την συνείδησιν των θεολόγων, η ένωσις είναι γεγονός τετελεσμένον. 

Η Ένωσις είναι δυνατή, διότι δεν υφίσταται ουσιώδης μεταξύ των δύο Εκκλησιών διαφορά. Είναι δυνατή, διότι ουδετέρα των Εκκλησιών θ΄απολέση τι των ιδιαιτέρων αυτής χαρακτηριστικών, άτινα θα εκακολουθήσωσι να είναι σεβαστά, ως ήσαν και προ του σχίσματος κατά τον ίδιον τρόπον και εις ιδίαν έκτασιν 

και μεγαλυτέραν υπάρχοντα. 

Διά δε τα αποτελέσματα της  ε ν ώ σ ε ω ς  περιττεύει πάσα 

ανάπτυξις. 

Η δύναμις της ούτω  ε ν ω θ η σ ο μ έ ν η ς  Ε κ κ λ η σ ί α ς  θα είναι απεριόριστος. Υπό τον τοιούτον δε ορθόδοξον όγκον θα υποκύψη αναγκαίως ο Παπισμός, όστις θα αναγκασθή να αναγνωρίση τέλος την αλήθειαν εξ ης παρεξέκλινε. 

Ούτω δε θα συντελεσθή η κατά τους λόγους του Κυρίου  έ ν ω σ ι ς σύμπαντος του Χριστιανικού κόσμου, ουχί υπό τον Πάπαν, αλλά υπό τον Χριστόν.



Ιούνιος 1922



Αμίλκας Σ. Αλεβιζάτος



Συνεχίζεται...



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος





                                                   ΠΗΓΗ: ''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''





ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ











ΟΛΙΓΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΩΝ


Στην τακτική Συνεδρία της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ αναφέρεται συν τοις άλλοις και το εξής:

5) Συνεζητήθη τὸ ζήτημα τῶν νέων ταυτοτήτων, περὶ τοῦ ὁποίου ἀπεφασίσθη ἡ περαιτέρω διερεύνησις αὐτοῦ.

Επειδή λοιπόν διάφοροι μας ερωτούν δια το τι νομίζουμε ότι θα αποφανθεί η Εκκλησία των Γ.Ο.Χ, θέλουμε και εμείς να θέσουμε κάποια απλά ερωτήματα στους ερωτώντας προς σκέψη.

Αν υποθέσουμε ότι η Εκκλησία των Γ.Ο.Χ αποφασίζει την μη αποδοχή της νέας ταυτότητας: 

1) Αυτοί που ερωτούν θα αποδεχθούν ότι αποφασίσει η Εκκλησία;

2) Αν αποδεχθούν και τελικά πράξουν την μη αποδοχή αυτής, έχουν σκεφθεί το τι μέλλει γενέσθαι αν δεν λάβουν την ταυτότητα; Είναι πρόθυμοι να θυσιασθούν και να εγκαταλείψουν την εργασία τους, τις οικίες τους, ακόμα και την οικογένειά τους η οποία μπορεί να διαφωνήσει μαζί τους, και γενικά ότι συνεπάγεται με όλα αυτά λόγω της μη αποδοχής; Ή μήπως έχουν την πεπλανημένη αντίληψη ότι το Κράτος θα τους ''χαριστεί'' και θα τους ''απαλλάξει'' λόγω της αρνήσεώς τους;

3) Έχουν απαρνηθεί ήδη όλα αυτά ή απλώς αναμένουν την απόφαση δια να κάνουν υπακοή; Διότι μερικοί από αυτούς με σιγουριά αναφέρουν ότι αν δεν αντισταθούμε τώρα ούτε και όταν έλθει το επίσημο χάραγμα θα μπορέσουμε να αντισταθούμε. Τα έχουν απαρνηθεί οι διδάσκοντες όλα αυτά ήδη;

4) Η ΚτΠ είναι το χάραγμα; Αν δεν είναι, τότε ποιός εγγυείται με σιγουριά ποιό θα είναι και πότε;

Να διευκρινίσουμε ότι εμείς που ερωτάμε, ούτως ή άλλως δεν έχουμε ούτε σπίτια, ούτε εργασία μόνιμη, ούτε οικογένεια, ούτε παιδιά, ούτε τίποτα. Οπότε όσοι βρίσκονται στην κατάσταση που είμασθε εμείς, σίγουρα είναι πιο εύκολο να αντισταθούν. Αυτοί όμως που έχουν τα παραπάνω και κόπτονται τόσο πολύ για την απόφαση της Εκκλησίας, είναι έτοιμοι ή  έστω ετοιμάζονται; Αν ετοιμάζονται, τότε γνωρίζουμε πολλούς φτωχούς ώστε να τους δώσουν και τα σπίτια που μπορεί να έχουν, και τα χρήματά τους, αλλά και οτιδήποτε άλλο που δεν θα χρειαστούν εφ΄ όσον θα τα απαρνηθούν όλα!

Η ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ!




Ο Θεόδωρος επίσκοπος Μο­ψουεστίας επισημαίνει εύστοχα (PG 66, 933C) ότι ο διάβολος δημιούργησε τις αιρέσεις και τις θρησκείες ως μία σκαλωσιά επί της οποίας θα οικοδομήσει μια «αψίδα», τη λατρεία του, στο πρόσωπο του Αντιχρίστου. Όταν θα οικοδομηθεί η λατρεία αυτή, η σκαλωσιά θα είναι άχρηστη, οπότε και ο Αντίχριστος θα καταργήσει τις αιρέσεις και τις θρησκείες, κάθε «θεό» και «σέβασμα», ώστε να καθιερώσει φανερά τη δική του λατρεία, ως «αψίδα» που στήθηκε πάνω στις, άχρηστες πια, αυτές σκαλωσιές.


ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ (3ο ΜΕΡΟΣ)




2. Θὰ ἀντιπαραβάλλουν ἴσως ἐκεῖνοι τό: «γενηθήτω φῶς καὶ γενηθήτω στερέωμα καὶ ἔστω διαχωρίζον κ.τ.λ.» καὶ τό: «βλαστησάτω ἡ γῆ· καὶ ἐξαγαγέτω ὕδατα»· τὴν φωνὴ ἐκείνη λέγω, τὴν ἅπαξ μὲν τότε λεχθεῖσα, διαχρονικῶς ὅμως γινομένη κατὰ τὸν θεῖο Xρυσόστομο καὶ τό: «ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ ἔστω σοι κ.τ.λ.» καὶ τό: «εἵ τις οὐ φιλεἶ τὸν Κύριον, ἤτω ἀνάθεμα»· καὶ τόσα ἄλλα, γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι ἀναγκαία ἡ παράληψη τοῦ δευτέρου προσώπου· ὅπως οὔτε εἶναι ἀναγκαία λέγουν ἐπίσης, γιὰ ὅσα ἔχουν ἀναφερθεῖ, δι’ ἀποφατικοῦ λόγου· ἐπειδὴ δὲν θὰ κληρονομήσει αὐτὸς ποὺ ἐξύβρισε τὸν πατέρα του, κατὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ δικαστοῦ, ὅπου ὁ πατραλοίας καὶ χωρὶς νὰ μεσολαβήσει δεύτερο πρόσωπο, θὰ ἀποτίσει τὶς τιμωρίες παραμένων ἀπόκληρος. Ὅτι τυγχάνει βέβαια παρόμοιο εἶδος δίκης πράγματι καὶ ἡ καθαίρεση, τοῦτο εἶναι σαφές· διότι ὑφισταμένη, κατὰ κάποιον τρόπο, ὡς ἔκπτωση τῆς ἱερατικῆς τάξεως καὶ τῆς ἱερουργίας τελεία κατάπαυση, ἔχει αὐτόχρημα τὴν ἐνέργεια αὐτὴ ἐκ τοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος μιὰ φορὰ ἐκδόθηκε καὶ ἔχει ἔκτοτε τὴν κυριαρχία τῆς ἔκβασης τῆς ποινῆς· ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰτία ἑπομένως καὶ γιὰ τὸ καθαιρείσθω, ἄς μένει πάντως ὁ κθ΄ κανόνας τῶν Ἀποστόλων ἀμέτοχος, ὅμως γιὰ τό: «ἀπόβλητος γινέσθω καὶ τῆς κοινωνίας καὶ τῆς τάξεως», ὁ ια΄ κανόνας τῆς Συνόδου τῆς Ἀντιοχείας συμφώνησε· ἐπίσης ἡ ἐπὶ Γενναδίου ἐκδοθεῖσα ἐγκύκλιος ἐπιστολὴ μὲ τό: «ἀποκήρυκτος καὶ πάσης ἱερατικῆς ἀξίας τε καὶ λειτουργίας ἀλλότριος». Τὸ δὲ μικρὸ ἀπόσπασμα ἐκ τοῦ βίου τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τὸ κατὰ τῶν διὰ χρημάτων χειροτονούντων καὶ χειροτονησάντων, τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖ ὁ Κων/πόλεως Ταράσιος, στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν πάπα Ρώμης Ἀδριανό, γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔδωσαν χρήματα στὸν Ἀντωνῖνο γιὰ νὰ χειροτονηθοῦν, ἀναφέρει ὅτι, ἀποφασίζεται διὰ συνόδου· ἐκ τῶν ὁποίων ἡ ἔκπτωση τοῦ βαθμοῦ, ἀποδεικνύουσα σαφέστερα τὸ στερητικὸν τῆς ποινῆς, φανερώνει τὴν χρησιμότητα αὐτῶν ποὺ θὰ ἐκδικάσουν κατὰ τοὺς νόμους, ὄχι καὶ τελείως ἀναγκαία· διότι τίποτα παραπάνω δὲν θὰ προσθέσουν καὶ οἱ ἐκδικάζοντες κατὰ τοὺς νόμους ἱεράρχες, ὅταν ἔρθουν νὰ πράξουν καὶ νὰ μιλήσουν, μὲ τὸ νὰ καθυποβάλλουν κάποιον σὲ καθαίρεση, ἀπὸ τὸ νὰ ὑπερασπισθοῦν τὰ ἴδια συνοδικὰ διατάγματα· ἐπειδὴ ἔχουμε καθαιρεμένον λέγουν, τὸν δεῖνα, ἀκόμη καὶ παρὰ τὸ προστακτικὸ ὕφος τοῦ καθαιρείσθω· ἀλλὰ μᾶλλον πιστεύοντες ὅτι τὸ ἔγκλημα τὸ ἴδιο, ἀπὸ μόνο του ἑλκύει τὴν ποινή, δηλαδὴ τὴν ἔκπτωση τῆς ἱερωσύνης τοῦ παρανομήσαντος, διακηρύσσουν ὅτι εἶναι ἤδη πραγματοποιημένη ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἔκανε τὴν παρανομία· ὅπως μπορεῖ κανεὶς νὰ μάθει τοῦτο ἀπὸ τὸ ὑπόδειγμα, κατὰ τὸ ὁποῖο Κων/νος ὁ Λειχούδης καθαίρεσε ἐκεῖνον τὸν ἱερέα, ὁ ὁποῖος ἐπέτρεψε τοὺς υἱούς του νὰ πᾶνε μαζὶ μὲ τὴν ὑπόλοιπη παρέα τῆς περιοχῆς τους, κάτω στὸν τόπο τοῦ χαλκεωπύλου, ὅπου ἔγιναν συνεργοὶ φονικοῦ μὲ ἐκείνους· καὶ ἡ καθαιρετικὴ ἀπόφαση εἶναι διατυπωμένη ὡς ἑξῆς: «Ἐξομολογούμενος αὐτὰ (ὁ ἱερεὺς) ἐξέπεσε ἐκ τοῦ ἱεροῦ καταλόγου κατὰ τοὺς θείους κανόνες γιὰ τὸ γινόμενο κακούργημα τοῦ φόνου». Ἐξέπεσε λέγει, ὄχι γιὰ τὴν καθαιρετικὴ ἀπόφαση τῆς δίκης, ἐκ τῆς ὁποίας νομίζω μπορεῖ νὰ ἐτύγχανε καὶ συγχωρήσεως, ἐφ’ ὅσον βέβαια ἀπεκάλυψε τὸ ἔγκλημα, ἀλλὰ γιὰ τὸ διαπραχθὲν λέγει κακούργημα τοῦ φόνου. Ἐὰν ὅμως ἐξέπεσε γιὰ ἐκεῖνο τὸ κακούργημα καὶ κατὰ τὸν καιρὸ ποὺ διέπραξε τοῦτο, ἡ ἔκπτωση αὐτὴ ἀναφέρεται ὡς πρὸς τὸν παρελθόντα χρόνο καὶ ἐπὶ τῆς πράξεως τῆς παρανομίας, ὄχι στὸν καιρὸ τῆς πράξεως τῆς δίκης.
Ἐπὶ τούτων τέλος μὲ πολὺ εὐκολία θὰ ἀποδείξουν τὴν γνώμη τους, ἐκ τῆς ἐγκυκλίου ἐπιστολῆς τοῦ Γενναδίου, χρησιμοποιοῦντες αὐτὴν ὡς μαρτυρία δῆθεν ἀναντίρρητη· «ὁ ἐπὶ χρήμασι χειροτονῶν ἥ χειροτονούμενος, ἔστω καὶ ἔστιν ἀποκήρυκτος καὶ πάσης ἱερατικς ἀξίας τε καὶ λειτουργίας ἀλλότριος... κἅν ἐλέγχοιτο, κἅν μὴ ἐλέγχοιτο τοῦτο ποιῶν». Ὅπου καθοριστικὸ σημεῖο εἶναι τό: «ἔστω καὶ ἔστιν ἀποκήρυκτος» καὶ ἀκόμη περισσότερο τό: «κἅν ἐλέγχοιτο, κἅν μὴ ἐλέγχοιτο τοῦτο ποιῶν»· διότι ὄχι μόνο ἂς εἶναι λέγει (καθαιρεμένος), ὕστερα ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν στιγμή, ἀφοῦ ἐπρόφθασε καὶ ἐπέσυρε τὴν τιμωρία κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του, εἶναι καθαιρεμένος ἀπ’ αὐτὴ τὴν ὥρα, τὴν ὁποία καὶ κατὰ τὴν ὁποία ἤθελε πράξει τὰ ἄξια καθαιρέσεως· τὴν ὁποία τιμωρία εἶναι ἀδύνατο νὰ διαφύγει κανεὶς καὶ ἐὰν ἀκόμη δὲν ὑπάρχει κανένας ποὺ νὰ ἐκδικάζει κατὰ τοὺς νόμους, ἢ νὰ ἀποδείξει αὐτὸν ἔνοχο.
Ὅσα λοιπὸν μπορεῖ νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὸ δόγμα τοῦ ἱεροκατηγόρου, αὐτὰ εἶναι· ἐμεῖς ὡστόσο, πρέπει νὰ ἀπαντήσουμε κατὰ τὸ δυνατόν, πρῶτα μέν, πρὸς τοὺς λόγους ἐκείνους ποὺ νομίζονται ὡς ἀντιτασσόμενοι πρὸς τὴν ἀλήθεια· ἐν συνεχείᾳ πρέπει νὰ ἀποδείξουμε ὅτι ἡ πρόσληψη τοῦ δευτέρου προσώπου γιὰ τὰ προστακτικὰ ἐπὶ τρίτου (προσώπου), εἶναι ἀπαραίτητη καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἴδια συνοδικὰ διατάγματα. Ἀπὸ τὰ προβαλλόμενα λοιπὸν ἐκεῖνα τῆς Γενέσεως, τὸ μὲν «γενηθήτω», «βλαστησάτω» καὶ τὰ ἄλλα, μόνο ὁ τρόπος τῆς ἐκφράσεως εἶναι προστακτικός, ἡ δύναμη ὅμως ὄχι, ἐπειδὴ δὲν φανερώνει προσταγὴ σὲ κάποιο πρόσωπο. Δηλαδὴ πρὸς ἀνύπαρκτα ὄντα ἡ προσταγὴ δὲν ἔχει νόημα, ἀλλὰ ὅταν φανερωθοῦν τὰ ὄντα, παρακινεῖ ὁ Θεὸς νὰ ἐννοήσουν εὔκολα οἱ διδασκόμενοι, τὴν ροπὴ τῆς θελήσεως τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία ἐκφράζεται ἐν εἴδει προστάγματος κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο (Ὁμιλία β’ εἰς τὴν Ἑξαήμερον. Ἑρμην. Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Παπουτσοποὺλου (σελ.49). ) , ἡ ὁποία ροπὴ προάγει τὴν δημιουργία τῶν ὄντων γρηγορώτερα, παρὰ ὁ λόγος τῆς προσταγῆς. Διότι πρὸς ποῖον λέγει τὸ γενηθήτω; Διερωτᾶται ὁ Θεοδώρητος καὶ ἀπαντῶν λέγει ὅτι δὲν προστάζει κάποιον ἄλλο νὰ δημιουργήσει, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ἀνακαλεῖ τὰ μὴ ὄντα σὲ ὄντα· τὸ πρόσταγμα ὅμως εἶναι ἡ βούληση, ἢ ὅπως λέγει ὁ Μ. Βασίλειος, τὸ ἔργο τῆς οὐσίωσης τῶν ὄντων. Δηλαδὴ ταυτοχρόνως θέλησε καὶ ἔγινε τὸ πρέπον, κατὰ τὸν Νύσσης Γρηγόριο, καὶ συνέτρεξε ἡ τὰ ὄντα δημιουργήσασα δύναμη μαζὶ μὲ τὴν σκέψη καὶ ἔκανε τὴν θέληση ἀμέσως ἔργο· διότι λέγει, εἶπεν ὁ Θεὸς «γενηθήτω καὶ ἐγένετο»· ἀσφαλῶς δὲν θὰ ἀνήγγειλε διὰ συνομιλίας ὁ Θεὸς Πατήρ, εἴτε πρὸς τὸ ἅγιον Πνεῦμα τὸ ὁποῖο ἐρευνᾶ τὰ πάντα καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ, εἴτε πρὸς τὸ Υἱὸ τὸν ἐν τῷ Πατρὶ ἀχωρίστως ὑπάρχοντα καὶ ἐν ἑαυτῷ ἔχοντα τὸν Πατέρα καὶ μὴ ἔχοντα ἀνάγκη νὰ μάθει διὰ λόγου τὸ θέλημα τοῦ Πατρός, ἀλλὰ καὶ πάντα ὅσα εἶναι εἰς τὸν Πατέρα ἔχει καὶ ὁ Υἱὸς ἐν ἑαυτῷ.
Ἐπειδὴ δεχόμενοι αὐτό, θὰ δεχθοῦμε συνάμα στὴν ἀσώματη καὶ ἀδιαίρετη οὐσία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ διάσταση καὶ σωματικὰ ὄργανα, στὸν ἕνα φωνητικὰ καὶ στὸν ἄλλο ἀκουστικὰ (καὶ δὲν ἀναφέρομαι γιὰ σῶμα καὶ τὰ σύμφυτα πάθη τοῦ σώματος, σύνθεση λέγω καὶ διάλυση), καὶ μέσο μεταδόσεως μεταξὺ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ, γιὰ νὰ μεταφέρει τὸν ἦχο τῆς φωνῆς ἀπὸ τὸν λέγοντα πρὸς τὸν ἀκούοντα· καὶ τὸ μέσο πάλι, οὔτε στὸν Πατέρα νὰ ἀντιστοιχεῖ οὔτε στὸν Υἱό, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε πάντως νὰ εἶναι κάποια ἰδιάζουσα φύση. Τί εἶναι λοιπὸν τὸ μέσο τοῦτο; Κτιστὸ δὲν εἶναι· γιατὶ ἡ κτίση εἶναι νεώτερη τοῦ (προστακτικοῦ) λόγου. Διδαχθήκαμε ὅτι ὁ Μονογενὴς εἶναι γεννητὸς καὶ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο ἀγέννητο πλὴν τοῦ Πατρός. Ἑπομένως εἶναι ἀπαραίτητο νὰ νοήσουμε ὅτι μεταξὺ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ δὲν ὑπάρχει ἀπολύτως τίποτα· ἐκεῖ ὅμως ποὺ δὲν ἐννοεῖται διάσταση, πάντως ὁμολογεῖται ἡ ἑνότητα· καὶ στὸ κατὰ πάντα ἑνωμένο, δὲν μεσολαβεῖ οὔτε φωνὴ οὔτε λόγος.



συνεχίζεται







ΠΗΓΗ: Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου, ''ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ'', απόδοση-επιμέλεια Δαμιανός μοναχός



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ


ΤΟ 2020 ΘΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΗ!



Μετά από την άνοδο της Ελλάδας το 2013, αλλά και τον πόλεμο μετά της Τουρκίας όπως μας έλεγαν έως και προ 1-2 μηνών, (και πόσα ακόμα έχουμε δημοσιεύσει στην ετικέτα ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΑ), τελικά πόλεμος μαζί της δεν πρόκειται να γίνει τώρα! Γιατί; Διότι το 2020 θα γίνουν τα γεγονότα και θα γίνει δική μας η Πόλη! 

Αλλά και κάποιος π. Ησύχιος μας λέγει:



Έληξε λοιπόν προ 3 ημερών ο χρόνος που όρισε ο Θεός δια την αποστασία μας! 



Να πούμε τίποτα βαρύ τώρα;

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ (2ο ΜΕΡΟΣ)








Ἐπειδὴ ἐκ δύο φύσεων ἀποτελούμενος ὁ ἄνθρωπος, λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἀναλόγως πρὸς κάθε μία τῶν φύσεων τοῦ ἀπονεκρωθέντος, ἐπιφέρει ὁ θάνατος τὴν στέρηση τῆς διπλῆς ζωῆς· ἀφοῦ τοῦ μὲν σώματος θάνατος εἶναι ἡ κατάπαυση τῶν αἰσθητηρίων ὀργάνων καὶ ἡ διάλυση τῶν βιολογικῶν στοιχείων· ἡ ψυχὴ ὅμως λέγει, ποὺ ἁμαρτάνει, αὐτὴ θὰ πεθάνει· ἁμαρτία ὅμως εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ μόνη καὶ ἀληθινὴ ζωή. Λοιπόν, μετὰ ἀπὸ πολλὲς ἑκατοντάδες ἐτῶν ἀπέθανε ὁ πρωτόπλαστος μετὰ τὴν παρακοή· ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν ἔλεγε ψέμματα ὅταν εἶπε: «ἐν ᾗ ἅν ἡμέρᾳ φάγητε θανάτῳ ἀποθανεἶσθε»· διότι διὰ τὴν ἀπομάκρυνση αὐτοῦ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωή, ἐκείνη τὴν ἡμέρα κυρώθηκε ἐναντίον του ἡ ἀπόφαση τοῦ θανάτου· κατόπιν τούτων καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ἐπακολούθησε γιὰ τὸν Ἀδὰμ καὶ ὁ σωματικὸς θάνατος. Tοιουτοτρόπως λοιπὸν καὶ οἱ ὑπεύθυνοι ἱερεῖς, ποὺ δὲν ἔχουν καθαιρεθεῖ κατὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες, λέγω πρὶν νὰ γίνει ἡ δίκη, ἕως τότε κατ’ οὐσίαν εἶναι ἀκαθαίρετοι καὶ στὴν πραγματικότητα διατελοῦν ἐν ὑποδικίᾳ μόνο, διὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ Κανόνος. Ἐπειδὴ πῶς ἀπειλεῖ ὁ Μ. Βασίλειος στὴν ἐπιστολὴ του, τοὺς ἐπισκόπους τῆς ἐπαρχίας του, ποὺ χειροτόνησαν διὰ χρημάτων, ὅτι ἐὰν ἀνακαλυφθοῦν νὰ κάνουν τοῦτο καὶ δεύτερη φορά, δὲν θὰ λυπηθεῖ πλέον αὐτούς; Πράγματι κατὰ τὴν γνώμη τῶν ἱεροκατηγόρων, οἱ καθαιρεμένοι αὐτομάτως ἐκ τῶν Κανόνων καὶ μόνο, ἀποδεικνύονται ὑπ’ αὐτοῦ (Μ. Βασιλείου) ὅτι διατηροῦν καὶ πάλι ἐνεργὸ τὴν ἱερωσύνη τους, ἐφ’ ὅσον δὲν ἔχουν καθαιρεθεῖ ἀπὸ τὸν ἴδιο. Πῶς ἐπίσης τοὺς καθαιρεμένους αὐτομάτως, ἐξ αἰτίας τῶν ιζ΄ καὶ ιη΄ ἀποστολικῶν κανόνων, ὅπως βλασφημοῦν οἱ ἱεροκατήγοροι, καὶ ἡ Πενθέκτη μὲ τὸν γ΄ κανόνα της, ἀπεφάσισε νὰ ἱερουργοῦν, χωρὶς νὰ ὑστεροῦν εἰς τοῦτο ἀπὸ ὅτι καὶ πρωτύτερα; Διότι ἐὰν οἱ ἅπαξ ἐκ τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ μόνο καθαιρεμένοι, δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα νὰ ἐνεργοῦν τὰ τοῦ κλήρου, οὔτε καὶ νὰ διοικοῦν ὡς ἐπίσκοποι, οἱ ἔνοχοι ὅμως εἰς τοὺς ιζ΄καὶ ιη΄ ἀποστολικοὺς κανόνες, ἀπὸ τὴν ΣΤ΄ Οἰκουμενικὴ ἀποδεικνύονται ὅτι εἶναι ἐνεργοί, συμπεραίνεται πὼς οἱ ἔνοχοι στοὺς κανόνες, δὲν καθαιροῦνται ἀμέσως (αὐτομάτως) ἀπὸ τοὺς κανόνες καὶ μόνο.

Ἐπίσης κανένας νὰ μὴν χλευάσει ὅτι φέρω γραμματικοὺς κανόνες γιὰ τὴν ἀπόδειξη· διότι καὶ ὁ ἄγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, ἀκόμη δὲ καὶ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος καὶ ὁ Βασίλειος καὶ ὁ Ἀθανάσιος καὶ ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, θέλοντες νὰ ἀποδείξουν τὸ ὁμοούσιο τοῦ Θεοῦ Πατρὸς πρὸς τὸν Τἱό, εἰς τό: «ὁ Πατήρ μου μείζών μου ἐστι», χρησιμοποίησαν γραμματικὸ κανόνα, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ νὰ λαμβάνουμε ὁμογενῆ πράγματα πρὸς σύγκριση, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀξίωμα ὄχι τόσο γραμματικό, ὅσο τῆς κοινῆς φύσεως τῶν πραγμάτων· καὶ ὅμως εἶχαν στὴ διάθεσή τους τό: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατήρ μου ἓν ἐσμέν»· ἀλλὰ ἐπειδὴ κατενόησαν ὅτι οἱ μανιώδεις ἀρειανοὶ διέφθειραν κακῶς τὴν ἔννοια περὶ τὸ «ἕν», λέγοντες ὅτι ἔχουν μὲν ταυτότητα δόξης καὶ βουλῆς ἴσως καὶ συμφωνίας, ὄχι ὅμως ὅτι τὸ «ἓν» δηλώνει καὶ ταυτότητα φύσεως, προσέλαβαν γραμματικὸ κανόνα, ποὺ δηλώνει γιὰ τὸ ὑπὸ σύγκριση, καὶ ταυτότητα φύσεως. Ὅτι βέβαια μένουν ἀργοὶ (ἀνενέργητοι) οἱ νόμοι, ὅταν δὲν ἐκδικάζονται (οἱ ὑπεύθυνοι) τὸ δηλώνει καὶ ὁ θεῖος Χρυσόστομος. Διότι λέγει, ὅπως ἀκριβῶς δύναται νὰ βλέπει κανεὶς σὲ μία οἰκία πολλοὺς μὲν ἀσθενεῖς, ὑγιαίνοντες δὲ ὀλίγους, καὶ φάρμακα καὶ πολλοὺς ἰατρούς, ἔτσι καὶ στὶς πόλεις ὑπάρχουν μὲν πολλοὶ νόμοι, πολλοὶ καὶ οἱ ἄρχοντες, ἀλλὰ καὶ πολλὲς οἱ τιμωρίες· διότι δὲν εἶναι ἀρκετὸ λέγει, τὰ φάρμακα αὐτὰ καθ’ ἑαυτὰ νὰ θεραπεύσουν τὸν ἀσθενῆ, ἀλλὰ χρειά-ζονται καὶ αὐτοὶ ποὺ θὰ ἐπιθέσουν αὐτά, οἱ ὁποῖοι εἶναι σὰν τοὺς δικαστὲς καὶ ἀναγκάζουν τοὺς ἀσθενεῖς, θέλοντας καὶ μὴ νὰ ὑποστοῦν τοὺς πόνους τῆς θεραπείας τους· καὶ πάλι λέγει, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπαρκέσει, ὁ νόμος ἀπὸ μόνος του νὰ ἐπανορθώσει μία ψυχὴ ποὺ ὑπέστη διαστροφή, ὅπως ἀκριβῶς βέβαια, οὔτε ἡ οὐσία τῶν φαρμάκων αὐτὴ καθ’ ἑαυτή, μπορεῖ ποτὲ νὰ θεραπεύσει μία πληγή· ἀφοῦ ὅτι εἶναι γιὰ τὰ τραύματα τὰ φάρμα-κα, εἶναι οἱ νόμοι γιὰ τὰ ἁμαρτήματα. Διότι ὁ Θεὸς λέγει, τιμωρεῖ τοὺς ἀχαρίστους δούλους, διὰ τῶν πιστῶν ὑπηρετῶν Σου.

Κάποτε ὁ Φαραὼ ἦταν θεομάχος καὶ βυθισμένος στὴν ἀσέβεια· καὶ δὲν καταφέρθηκε καμμία τιμωρία, μέχρι ποὺ ἐμφανίστηκε ὁ πιστὸς Μωϋσῆς· ἐπλήθυνε ἡ πλάνη τῆς πολυθεΐας μαζὶ μὲ τοὺς ψευδοϊερεῖς καὶ τοὺς ψευδοπροφήτες· καὶ πουθενὰ πληγὴ ἀπὸ τὸν Θεό, ἕως ὅτου ἐμφανίσθηκε ὁ ζηλωτὴς Ἠλίας· Λέγει λοιπὸν ὅτι, ὄχι μόνο ἡ οὐσία τῶν φαρμάκων ἐπιφέρει τὴν θεραπεία, ἀλλὰ καὶ ἡ τέχνη τοῦ ἐπιθέντος αὐτά· Τούτου ὅμως μὴ ὑπάρχοντος τὰ πάντα διαφθείρονται. Τὸ ἴδιο εἶναι καὶ ὁ ἄρχων· ἔχει ὡς ὄργανά του τὴν φωνή, τὸν θυμό, τοὺς δημίους, τὶς ἐξορίες, τὶς τιμές, τὰ δῶρα, τοὺς ἐπαίνους· ἔχει καὶ τοὺς νόμους ὡς φάρμακα· ἔχει καὶ ἀνθρώπους ὑποδίκους· ὡς θεραπευτήριο ἔχει τὸ δικαστήριο· ἐκπαιδευομένους ἔχει τοὺς στρατιῶτες· ἐὰν λοιπὸν δὲν γνωρίζει τὴν ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς, τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ὠφελεῖ· ὁ δικαστὴς εἶναι ἰατρὸς ψυχῶν, ὄχι σωμάτων.


συνεχίζεται







ΠΗΓΗ: Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου, ''ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ'', απόδοση-επιμέλεια Δαμιανός μοναχός



ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ


Τρίτη 29 Μαΐου 2018

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ (1ο ΜΕΡΟΣ)


Κανεὶς ἐκ τῶν κατηγορουμένων (κληρικῶν) νὰ μὴ καθαιρεῖται πρὸ δίκης ἢ ἐὰν εἶναι ἀπὼν χωρὶς νὰ προσκληθεῖ τρεῖς φορὲς· ἀλλὰ νὰ προσκαλεῖται δι’ ἐπιστολῶν ἢ δύο κληρικῶν τοῦ ἰδίου βαθμοῦ πρὸς ἀπολογίαν τῶν ὅσων ἐγκαλεῖται, καταγγελλόμενος στὸ δικαστήριο.

1. Σχόλιο: Μολονότι, οἱ ἱεροὶ Κανόνες ὁρίζουν ὅτι, ἐὰν κάποιος διαπράξει, τοῦτο ἢ ἐκεῖνο τὸ ἀδίκημα, νὰ καθαιρεῖται, κανεὶς ἀμέσως καὶ ἀσφαλῶς πρὸ δίκης ἔχει καθαιρεθεῖ (ἀπὸ τὸν ὁρισμὸ καὶ μόνο). Διότι ἀσφαλῶς τὰ προστακτικὰ τρίτου προσώπου φανερώνουν προσταγὴ ἐπὶ προσώπου ἀπόντος, ὁπότε κατ’ ἀνάγκη χρειάζεται νὰ παραληφθεῖ δεύτερο πρόσωπο, γιὰ νὰ μεταδώσει τὴν προσταγή· ἑπομένως ἡ προσταγὴ εἶναι ἀσύστατος χωρὶς τὸ δεύτερο πρόσωπο. Κατὰ συνέπεια, μὲ τοῦτο ἀναιροῦνται ὅσοι, ἀγνοοῦντες λέγουν ὅτι οἱ κληρικοὶ ποὺ χεροτονήθηκαν μὲ χρήματα, ἔχουν καθαιρεθεῖ μαζὶ μὲ τὸν χειροτονήσαντα αὐτούς· διότι λέγει ὅτι «ὁ ἐπὶ χρήμασι χειροτονῶν σὺν τῷ χειροτονουμένῳ, καθαιρείσθω»· ἀλλὰ ὁλόκληρος ὁ χορὸς τῶν σημερινῶν ἱερέων ἔτσι εἶναι· ἐφόσον κανένας δὲν ὑπάρχει ποὺ νὰ μὴν ἔχει χεροτονηθεῖ μὲ χρήματα προσφάτως ἢ ἀπὸ καιρό· ἑπομένως ὅλος ὁ χορὸς συμβαίνει νὰ εἶναι αὐτόματα καθηρημένος! Ἐπὶ τούτου λοιπὸν τοῦ δόγματος, μερικοὶ χριστιανοὶ προσκολληθέντες ἰσχυρῶς, ἐφορμοῦν μὲ τόση δολιότητα κατὰ τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης, ὥστε οὔτε εὐλογία θέλουν νὰ λαμβάνουν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, πολὺ δὲ περισσότερο ἀπέχουν, ἀπὸ τὸ νὰ μετέχουν καὶ τῶν φρικτῶν μυστηρίων.
Πρὸς αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς χριστιανοὺς πρέπει νὰ λεχθεῖ ὅτι δὲν συλ-λογίζονται ὀρθῶς. Διότι ὁ μείζων ὅρος δὲν εἶναι τὸ ἴδιο κατηγορούμενο (Ὀρολογία συντακτικῆς στοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους. Ἀντιστοιχεἶ στὸ ρήμα (κυρίως) μαζὶ μὲ τὸ ἀντικείμενο. (Μον. Νικ. Βλεμμίδου. Migne Τὸμ. 142, σελ.897), στὸ συμπέρασμα καὶ στὴν κυρία (μείζονα) πρόταση· ἐπειδὴ σ’ ἐκείνη μὲν εἶναι προστακτικό, σὲ τοῦτο ὅμως ὁριστικό. Ἑπομένως γιὰ νὰ ὑπάρχει συνακολουθία προτάσεων καὶ συμπεράσματος, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προφέ-ρεται τὸ κατηγορούμενο καὶ στὰ δύο παρομοίως· προστακτικὸ εἶναι τὸ κατηγορούμενο στὴ μείζονα πρόταση, προστακτικὸ θὰ πρέπει νὰ εἶναι καὶ στὸ συμπέρασμα. Καὶ πάλι πρὸς ἐκεῖνον ποὺ λέγει ὅτι τὸ συμπέρασμα εἶναι προστακτικό, πρέπει νὰ λεχθεῖ ὅτι μόνο ὁ ἀποφαντικὸς λόγος (κατάφαση ἢ ἀπόφαση) εἶναι ἐνδεικτικὸς ἀληθείας ἢ ψεύδους· τὰ ἄλλα ὅμως μέρη τοῦ λόγου (κλητικό, προστακτικό, ἐρωτηματικὸ καὶ εὐκτικὸ ἢ ἀρα-τικό), τυγχάνει νὰ εἶναι οὐδέτερα (Δηλαδὴ τὰ οὐδέτερα δὲν εἷναι ἐξαγγελτικὰ ἀληθείας τῶν πραγμάτων ἥ ψεύδους.)· τὸ καθαιρείσθω δηλαδὴ καὶ ὅλα τὰ προστακτικά, δὲν εἶναι λόγος ἀποφαντικός, ἀλλὰ ἀπαιτεῖ νὰ ἐκτελεσθεῖ κάποια πράξη βοηθητικὴ ὑπὸ κατωτέρου δηλαδὴ ὑφισταμένου προσώπου. Ἀσφαλῶς αὐτὰ ἔτσι ἔχουν, καὶ γιὰ τὴν σύσταση συλλογιστικοῦ λόγου τὰ ἄλλα δὲν ἀνταποκρίνονται. Ἀλλ’ ὅμως συμπεραίνοντες ἐμφανίζονται νὰ μᾶς λέγουν, ὅτι καὶ τὰ ἱερὰ διατάγματα, ἐφ’ ὅσον εἶναι καὶ αὐτὰ προστακτικά, εἶναι ἀνεπίδεκτα ἀληθείας· καὶ ἔτσι προσπαθώντας νὰ διορθώσουμε τὴν πλάνη τῶν ἱεροκατηγόρων, περιπέσαμε δίχως νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε σὲ ἀντίφαση· ἀγωνιζόμαστε δηλαδὴ ἐναντίον τῶν ἑαυτῶν μας, θεραπεύοντες, κατὰ τὸ λεγόμενο, διὰ τοῦ κακοῦ τὸ κακό. Διότι ἐὰν τὰ προστακτικὰ δὲν εἶναι ἐνδεικτικὰ ἀληθείας, προστακτικὰ ὑπάρχοντα ἐπίσης καὶ τὰ ἱερὰ διατάγματα, εἶναι φανερὸ ὅτι οὔτε καὶ αὐτὰ ἐπιδέχονται τὴν ἀλήθεια· ἑπομένως οὔτε πρέπει νὰ πιστεύουμε στὰ ὑπ’ αὐτῶν ὁριζόμενα· ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶναι ἀληθὴς ὁ λόγος αὐτὸς καὶ οὔτε ψεύδονται οἱ ἱεροὶ νόμοι, καὶ τὰ προστακτικὰ πάντως ἐπιδέχονται τὴν ἀλήθεια· καὶ πρέπει τάχα νὰ πιστεύουμε σὲ ὅσα αὐτοὶ διακηρύσσουν· πιστεύοντες ὅμως ἐμεῖς (ὀρθῶς) θὰ ἐπιστρέψουμε πάλι νὰ ἀνακατασκευάσουμε τὴν ἀναίρεση.
Πράγματι αὐτὰ ἴσως νὰ εἶναι παίγνια ἀστειευομένων κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο· καὶ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ ἀλήθεια. Διότι ὅταν τὰ προστακτικὰ δηλώνουν προσταγὴ ἐπὶ τρίτου προσώπου μὴ παρόντος, κατ’ ἀνάγκη πρέπει νὰ παραλαμβάνεται δεύτερο πρόσωπο γιὰ νὰ μεταδώσει τὴν προσταγή· ἐὰν ὅμως δὲν παραληφθεῖ τὸ δεύτερο πρόσωπο, θὰ εἶναι ἀσύστατη ἡ προσταγὴ ἐπὶ τοῦ τρίτου. Σύμφωνα μὲ αὐτὰ λοιπὸν καὶ γιὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες παραλαμβάνονται, ὡς πρῶτο πρόσωπο, οἱ διορίσαντες τοὺς ἱεροὺς τούτους Κανόνες, ὡς δεύτερο, ἐκεῖνοι πρὸς τοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται ὁ λόγος, τοὺς ἀνωτέρους ὡς πρὸς τὸν βίον, δηλαδὴ τοὺς ἱεράρχες ποὺ θὰ ἐκδικὰσουν κατὰ τοὺς νόμους, καὶ τρίτο οἱ ὑπεύθυνοι περὶ τῶν ὁποίων προστάζουν οἱ νόμοι. Ἑπομένως τὰ ἱερὰ διατάγματα διατηροῦν μὲν τὸ κῦρος τους ἀναλλοίωτο, ἀλλ’ ὅμως δὲν ἐνεργοῦν ἀπὸ μόνα τους αὐτομάτως, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι πρὸς τρίτα πρόσωπα ἡ προσταγή τους, χρειάζεται καὶ τὸ δεύτερο πρόσωπο νὰ τὴν διαδεχθεῖ, νὰ τὴν μεταδώσει, καὶ τότε βέβαια νὰ ἐνεργήσει τὴν προσταγὴ τοῦ πρώτου προσώπου ἐπὶ τοῦ τρίτου. Ἐὰν ὅμως τὸ δεύτερο πρόσωπο δὲν ἐνεργήσει ἐπὶ τοῦ τρίτου τὴν προσταγὴ τοῦ πρώτου, δὲν ἐνοχοποιεῖται ἐνεργείᾳ ἕνεκα τῆς διαταγῆς τοῦ πρώτου προσώπου, δηλαδὴ τοῦ ὁρισμοῦ τῆς ποινῆς. Παρομοίως καὶ οἱ διὰ χρημάτων ἐγκατεστημένοι κληρικοί, ἕως ἂν δὲν δικασθοῦν κατὰ τοὺς Κανόνες ἀπὸ τοὺς ἐκδίκους ἱεράρχες καὶ νὰ καθαιρεθοῦν, δὲν ὑστεροῦν στὸ νὰ εἶναι ἱερεῖς, ἀπὸ τὴν ἐκ τῶν νόμων ποινὴ καὶ μόνο, ἔστω καὶ ἐὰν δὲν εἶναι ἕως τότε ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴν ἐνοχή τους· ἀφήνω νὰ λέγω, ὅτι τὰ προστακτικὰ ἔχουν τὴν σημασία τους, σὲ μέλλοντα χρόνο καὶ ὄχι ἐνεστῶτα.
Διότι σύμφωνα μὲ τὸν θεῖο Χρυσόστομο ἡ καταδίκη τῶν ὑπευθύνων ἔχει διπλὸ χαρακτῆρα· ἡ μέν, διὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ ἐκφέροντος τὴν κρίση, ἡ δέ, διὰ τὴν κατὰ φύση καὶ ἐμπειρία δοκιμὴ τοῦ πράγματος, ποὺ θὰ γίνει σὲ μέλλοντα χρόνο· ἐπειδὴ καὶ ὁ Ἀδὰμ, «ᾗ ἡμέρᾳ φησίν, ἔφαγεν ἀπὸ τοῦ ξύλου ἀπέθανε», ἂν καὶ βέβαια ζοῦσε· πῶς λοιπὸν ἀπέθανε; διὰ τὴν ἀπόφαση λέγει, ὄχι ὅμως καὶ μὲ τὴν κατὰ φύση καὶ ἐμπειρία δοκιμὴ τοῦ πράγματος· (τὸ ὁποῖο καὶ ἑρμηνεύων καταλήγει) διότι λέγει, ὁ καθιστὼν τὸν ἑαυτό του ὑπεύθυνο τῆς κολάσεως εἶναι ἔνοχος πρὸς τιμωρίαν, ἂν καὶ δὲν ἔγινε ἡ πράξη ἀκόμη (δὲν τιμωρήθηκε), ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀπόφαση· ἐπίσης ὁ ἴδιος λέγει: «ὄχι φυσικῶς, ἀλλὰ διὰ τῆς ἁμαρτίας ἀπέθανε».



συνεχίζεται





ΠΗΓΗ: Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου, ''ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ'', απόδοση-επιμέλεια Δαμιανός μοναχός