Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


 ῞Αγιος εἶναι ὁ μάρτυρας. Αὐτός πού ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) τόν Χριστό ὡς Κύριο καί Θεό του («πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»), κυρίως ὅμως αὐτός πού Τόν ὁμολογεῖ (μαρτυρεῖ) μέ τίς πράξεις τῆς καθημερινότητάς του, τηρώντας τόν λόγο Του καί ζώντας τή Ζωή Ἐκείνου μέχρι θανάτου. Κι αὐτό γιατί σ᾽ ἕναν κόσμο πεσμένο στήν ἁμαρτία πού ὁ ἐγωϊσμός καί τό συμφέρον συνιστοῦν τήν προτεραιότητα, ἡ πιστότητα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται ἐλάττωμα πού πρέπει νά ἐξαφανιστεῖ. ῾Ο κόσμος τῆς ἁμαρτίας δέν ἀνέχεται τό διαφορετικό ἀπό αὐτόν. Τό διαφορετικό ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας του, γι᾽ αὐτό καί ἐπιδιώκει πάντοτε τόν ἐξαφανισμό του. Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς καί οὐκ ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ».
Ὁπότε ἅγιος καταρχάς εἶναι ὁ ὁμολογητής μάρτυρας πού ἔδωσε καί τή ζωή του γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τό αἷμα του ἀποτέλεσε τή σφραγίδα  γνησιότητας τῆς πίστεώς του. Μία εἰκόνα τοῦ ἀπολυτικίου τῶν ἁγίων Πάντων μᾶς δίνει ποιητικά τήν ἀλήθεια αὐτή. «Ἡ Εκκλησία σου, Χριστέ, στολισμένη μέ τά αἵματα τῶν μαρτύρων σου ὅλου τοῦ κόσμου σάν μέ πορφύρα κι ἀκριβό μετάξι» («Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καί βύσσον τά αἵματα ἡ ᾽Εκκλησία Σου στολισαμένη...». Πορφυρό εἶναι τό χρῶμα τοῦ ἐνδύματος τῆς ᾽Εκκλησίας, λόγω τοῦ αἵματος τῶν μαρτύρων της, ὅπως τό πανάχραντο αἶμα τοῦ Χριστοῦ ἔβαψε τόν Σταυρό Του. Γι᾽ αὐτό καί τό μαρτύριο ἀποτελεῖ τή φυσιολογία τῆς Ἐκκλησίας. «Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν» εἶπε ὁ Χριστός.
Συνεπῶς ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιά τήν ᾽Εκκλησία εἶναι ἡ λεγόμενη ἐκκοσμίκευση: ἡ ᾽Εκκλησία (κατά τό ἀνθρώπινό της) νά συσχηματισθεῖ μέ τόν κόσμο, νά γίνει καί ἡ ἴδια κόσμος. Ἀποτέλεσμα; Ἀντί νά εἶναι τό ἅλας τῆς γῆς, νά χάνει τήν ἁλιστική δύναμή της, τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί «νά πετιέται καί νά ποδοπατιέται ἀπό τούς ἀνθρώπους»! Γι᾽ αὐτό καί οἱ ἅγιοι, τίς εἰρηνικές ἐποχές πού ὅλα φαίνονται ὅτι βαίνουν καλῶς, τίς θεωροῦν ὡς τίς πιό ἐπικίνδυνες καί καλοῦν τούς πιστούς σέ συνεχή ἐγρήγορση.
Ἡ ἐγρήγορση αὐτή, ἡ διαρκής δηλαδή ἔνταση νά τηρεῖ ὁ πιστός τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, προβάλλει τό ἄλλο μαρτύριο πού δέχεται ἡ Ἐκκλησία, αὐτό τῆς συνειδήσεως. Τό μαρτύριο τοῦ αἵματος δηλώνει ἀσφαλῶς τή γνησιότητα τῆς πίστεως, ἀλλά καί ὁ ἀγώνας νά βρίσκεται κανείς στήν Ὁδό  τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μικρότερο μαρτύριο – τέτοιο μάλιστα πού θεωρεῖται προϋπόθεση τοῦ πρώτου. Ἄς σκεφτοῦμε πόση προσπάθεια καί χάρη Θεοῦ ἀπαιτεῖται γιά νά ἔχει κανείς τήν καρδιά του ὁλοκληρωτικά στήν ἀγάπη στόν Θεό καί στόν συνάνθρωπο, ἰδίως τόν θεωρούμενο ἐχθρό! Ἴσως αὐτό νά ὑπερβαίνει καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος! Κι ὅμως αὐτό ζητάει ὁ Κύριος. «Φλέγομαι ἀπό τόν πόθο νά μαρτυρήσω γιά τόν Χριστό, εἶπε ἀρχάριος μοναχός σέ ἔμπειρο Γέροντα. - Ἄν τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ σηκώσης εὐχαρίστως τό βάρος τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, εἶναι σάν νά ρίχτηκες στήν κάμινο τῶν τριῶν Παίδων» (Γεροντικό).
 Μάρτυρας λοιπόν κατά τήν ᾽Εκκλησία ὁ κάθε πιστός: εἴτε πάντοτε τῆς συνειδήσεως εἴτε καί τοῦ αἵματος, ἄν τό ζητήσει ἡ ἐποχή. Ὁπότε ὁ κάθε πιστός εἶναι ἅγιος.



ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΩΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ



Ένα λίαν επίκαιρο και αρκούντως αυθεντικό δοκίμιο του λόγιου Μοναχού και δεινού κήρυκα Κοσμά Φλαμιάτου, που μέσα από την ξενόδουλη ανασύσταση του -εν τη γενέσει του- Ελληνικού Κράτους, την διαβλητή εγκατάσταση της Βαυαροκρατίας, την δόλια, ως και ωφελιμιστική παρείσφρηση της Αγγλογαλλικής δυναστείας και τις πρώτες εμφυλιακές, μισερές ''καρατομήσεις'' αδούλωτων μαρτύρων προσφέρει στον αναγνώστη την γνησιότητα της Πίστης και την αληθινή Φιλοπατρία. Το πηγαίον και η γνησιότητα του λόγου μοιάζει σαν να ''τυπώθηκε'' μόλις τώρα, με διαφορετικούς ή και ίδιους ευρωπαικούς ''εθνοσωτήρες'', τους ίδιους όμως πάντοτε ασύμμαχους ''συμμάχους'', αυτούς άλλωστε, που οριοθέτησαν και τον πολιτικό ''χρωματισμό'' των πρώτων νεότοκων και πολιτικά εξαρτημένων κομμάτων στην Ελλάδα: το αγγλικό, το γαλλικό και το ρωσικό. Σαν να μην άλλαξε τίποτε. Ραγιαδισμός, υποτακτικότητα και δουλοφροσύνη υπό τον σκιερό ''μανδύα'' του Εθνικού Συντάγματος και της εγκατεστημένης Βασιλείας, που εισήγαγαν στους απονήρευτους Ρωμιούς, ξένα ήθη και νοσηρές, ''διαφωτιστικές'' διδαχές, ώστε να αναγκάσουν ακόμη και αυτόν τον Μακρυγιάννη να γράψει στη διαθήκη του, μιλώντας για ''απατεώνες της πατρίδας του''! Και όπως έγραψε και ο καθηγητής Αλέξιος Παναγόπουλος στο βιβλίο του ''ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ'': ''Οι ''ψευτοδιαφωτιστές'', που φραγκεμένοι δίδασκαν το πνεύμα της εσπερίας, αναγκάζουν τους πρωτομάρτυρες να καταγγείλουν δημόσια τους ηθικούς αυτουργούς, που κρύβονταν πίσω από τις ύποπτες αναθεωρήσεις του περιβάλλοντος του ρωμαιοκαθολικού Βασιλέα της προτεστάντισσας Βασίλισσας και του ανθέλληνα αντιβασιλέα Μάουερ''. Εύχεσθε!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος





''ΦΩΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΑ
ΕΙΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΙΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΠΙΒΟΥΛΗΣ, ΕΙΣ ΟΡΘΟΦΡΟΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΗΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚ ΤΟΥ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑΝ. ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΗΜΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ''



Εκ του προηγούμενου

Εις ασφαλή γνώσιν του τρίτου αντικειμένου περί ου ήδη ο λόγος, γίνεται αναγκαία η γνώσις δύο άλλων οποία τα εφεξής:

Α'. Περί διαφθοράς και σχέσεως της Εκκλησιαστικής και της Κοσμικής αρχής.

Β'. Περί προκοπής και καταρτισμού, τόσον της αληθείας και αρετής, όσον της πλάνης και της κακίας και περί των εξ αυτών προερχομένων συνεπειών.

Και τα δύο αυτά έχουσι πολύν και εκτεταμένον τον λόγον εις σύνταξιν ολοκλήρου βιβλίου, διό και περί των δύο λέγομεν ολίγα τινά και συνεπτυγμένα, όσα φαίνονται κατάλληλα και αναγκαία εις την υπόθεσιν. Ερχόμεθα δε εις έκθεσιν του πρώτου.

α. Περί διαφοράς και σχέσεως της Εκκλησιαστικής και Κοσμικής αρχής.

Εις την Εκκλησίαν του Χριστού ως προς τον Κόσμον θεωρείται τοιαύτη σχέσις και διαφορά, οποία θεωρούνται εις τον έσω άνθρωπον, το άφθαρτον, τον αόρατον και πνευματικόν, ως προς τον έξω τον φθαρτόν, τον σαρκικόν και τον αισθητόν.

Καθώς ο έσω άνθρωπος δεν εποιήθη διά τον έξω, αλλά το ανάπαλιν, ο έξω επλάσθη ως οίκος και σκήνωμα, ως δούλος και υπηρέτης του έσω. Ωσαύτως και όλος ούτος ο αισθητός Κόσμος, επλάσθη απ' αρχής και διατηρείται και σώζεται μέχρι της ώρας, χάρις της ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, εν' η γίνεται ο καταρτισμός των εν τοις ουρανοίς εκλεκτών.


Καθώς δε όλη η σωτηρία, η τιμή, η δόξα, η ευδαιμονία του έξω ανθρώπου εξαρτάται εκ της κατά το μάλλον και ήττον υπακοής και υπηρεσίας προς των έσω, όταν ούττος φυλλάττη την προς Θεόν απαιτουμένην υπακοήν, αγάπην, ορθήν λατρείαν και δόξαν ωσαύτως όλη η ειρήνη, η σωτηρία και η ευδαιμονία του Κόσμου εξαρτάται εκ της κατά το μάλλον και ήττον υπακοής και υπηρεσίας προς την ορθόδοξον Εκκλησίαν.

Καθώς όμως μετά την εκ της θείας εντολής αποστασίαν του πρώτου ανθρώπου, ηκολούθησε και η του έξω εκ της οφειλομένης υπακοής προς τον έσω και από τότε επιβουλεύεται και αντιφέρεται κατ' αυτού, ωσαύτως και ο Κόσμος από τότε γενόμενος σαρκικός αντιφέρεται πάντοτε και πολεμεί τους πνευματικούς τε και εκλεκτούς, εξ ων συγκροτείται και συναπαρτίζεται  η Εκκλησία ήτις επί σώμα Χριστού του δευτέρου Αδάμ, του απ' ουρανού και πνευματικού.

Τούτου ένεκα ο Κόσμος απ' αρχής επολέμησε και πολεμεί την Εκκλησίαν, καθ' ον τρόπον η σαρξ πάντοτε πολεμεί το πνεύμα, το δε πνεύμα αντιφέρεται κατά της σαρκός.

Διά τούτο όσον ο Κύριος και οι Απόστολοι μακαρίζουσιν τους υπό του Κόσμου εν τωδε τω βίω ένεκεν της αληθείας και της δικαιοσύνης πολεμουμένους, διωκομένους και πάσχοντας, ως ηκολούθησεν εις όλους τους απ΄αιώνως γνησίους και αληθινούς προφήτας και εκλεκτούς, τόσον στηλιτεύουσι και ελεεινολογούσι τους υπό του Κόσμου τούτου τιμωμένους και βραβευομένους, ως ηκολούθησε και ακολουθεί εις όλους τους ψευδοπροφήτας και απολλυμένους.

Διό και ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι: ''πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ διωχθήσονται (β'. Τιμ. γ'). Το πνεύμα της Εκκλησίας εστί το πνεύμα της αληθείας, ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό, ουδέ γινώσκει αυτό. (Ιωάν. ιδ').

Τούτων απάντων και άλλων πολλών ένεκα, μεγίστη διαφορά και οπωσούν εκ διαμέτρου αντικειμένη θεωρείται μεταξύ Εκκλησιαστικής και πολιτικής αρχής, οποία θεωρείται μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ πνεύματος και σαρκός.

Της Εκκλησιαστικής αρχής έργον υπάρχει ο καταρτισμός του ποιμνίου, του οποίου η τελειότης υφίσταται εις την τελείαν απάρνησιν  του Κόσμου και των εν Κόσμω, εις την απονέκρωσιν της σαρκός, εις την φυγήν της προσκαίρου τιμής και δόξης, δι' επιτυχίαν των εν ουρανοίς αποκειμένων μεγάλων και ανεικάστων αγαθών κ.τ.λ. 

Της δε κοσμικής αρχής υπάρχουσιν όλα τα τούτων εναντία. Όλαι αι προσπάθειαι, δηλαδή αυτής συγκεντρίζονται εις τούτον τον κόσμον και εις τα του κόσμου, εις την ευπάθειαν της σαρκός εις την επιτυχίαν της παρούσης τιμής και δόξης κ.τ.λ.

Εις όλα τα γνήσια μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, όλος ο θησαυρός, η σωτηρία, η ζωή, η μακαριότης και δόξα γίνεται αναλόγως εις τον εν αυτοίς βαθμόν της πίστεως, της αγάπης, του αγιασμού και της μέχρις αίματος, βασάνων και θανάτου, υπομονής και ανεξικακίας και του αγιασμού, αυτός χωρίζεται δι' αφορισμού, ως μέλος πεπτωκός εκ της κοινωνίας των άλλων πιστών διά την κοινήν της Εκκλησίας ασφάλειαν.

Εις δε την κοσμικήν αρχήν και τους εν αυτή βασιλεύουσιν ως επί το πλείστον όλα τα έργα του δόλου, της ταραχής, του πολέμου, της εκδικήσεως και φιλοτιμίας, της τρυφής κ.τ.λ.

Εις την Εκκλησίαν του Χριστού όστις των άλλων φανή ανώτερος εις την εκούσιον ακτημοσύνην, εις την ένεκα της αληθείας και του Ευαγγελίου κακοπάθειαν, και εις ταπεινοφροσύνης γενόμενος ο ελάχιστος και ο έσχατος πάντων, διά την προς Θεόν υπακοήν, ούτος κρίνεται κατά την εντολήν του Κυρίου, ως πρώτος και των άλλων ο προτιμότερος εις την Εκκλησιαστικήν εξουσίαν και κρίσιν.

Εις την κοσμικήν αρχήν όστις φανή των άλλων ανώτερος εις τα υλικά πλούτη, και εις τας τιμάς και δόξας του Κόσμου, διά πλεονεκτήματα κοσμικά, εις αυτόν απονέμεται συστηματικώς η κρίσις και η εξουσία.

Η αληθινή του Χριστού Εκκλησία ουδέποτε επιβάλλει σωματικάς, υλικάς ή βιαίας ποινάς εις τους αμαρτάνοντας, αλλά νουθεσίας και πατερικά παραγγέλματα, εν τω πνεύματι της αγάπης, της ειρήνης και της πραότητος, και ο θέλων ακολουθεί εις αυτά αυτοθελώς και απαραβιάστως.

Μίαν μόνην πνευματικήν ποινήν επιφέρει εις τους αποστάτας της πίστεως και εις τους εργάτας της ανομίας, τον αφορισμόν, και πάλιν αποδέχεται και συγχωρεί τοις τοιούτοις όταν δι' ειλικρινούς και αληθινής μετανοίας επιστρέψωσιν εις την θεωρίαν και πράξιν της Εκκλησίας.

Η Κοσμική αρχή πάντοτε σωματικάς, χρηματικάς και βιαίας ποινάς επιβάλλει εις τους παραβάτας των παρ' αυτής τεθέντων νόμων, οίτινες επαπειλούσιν απαραίτητον και αδυσώπητον την προωρισμένην ποινήν.

Η Εκκλησία εις τους προερχομένους αυτή και ομολογούντας εν αληθινή μετανοία τα ίδια πλημμελήματα, δέχεται αυτούς μετά χαράς, αποκρύπτει και σιωπά αιωνίως τα ομολογηθέντα αμαρτήματα και δίδωσιν αυτοίς ευθύς την συγχώρησιν και την αμνηστείαν.

Η Κοσμική αρχή άμα γνωρίση τα αμαρτήματα κατά το απαραίτητον του νόμου καθήκον και έργον ευθύς επιφέρει εις τον εγκληματίαν, την ποινήν και στηλίτευσιν και δημοσιεύει τοις πάσι το έγκλημα.

Η Εκκλησία έχει δόγματα, μυστήρια, τελετάς και συμβουλάς των οποίων είτε ο εξ αυτών αγιασμός, ο φωτισμός και η χάρις, είτε αι απειλαί και αι τιμωρίαι, είτε αι επαγγελίαι και τα βραβεία αφορώσι πνευματικά πράγματα και αποταμιεύονται εις την αιωνιότητα της άλλης ζωής.

Η Κοσμική αρχή έχει νόμους διά των οποίων υπόσχεται βραβεία, και επαπειλεί κολαστήρια και ποινάς, τα οποία εμπεριέχονται εις υλικά και σαρκικά και εις πρόσκαιρα πράγματα και αποταμιεύονται εις την άλλην ζωήν.

Εις την Εκκλησίαν υπάρχουσιν όλως μυστηριώδη και απόκρυφα αντικείμενα, των οποίων η αποκάλυψις και η γνώσις προσκτάται δι' υπερφυσικού φωτισμού, γινομένου εκ του όλως υψηλού και καθαρού βίου και εκ του αγιασμού, και των οποίων ούτε η απλή ακρόασις δεν συγχωρείται εις τους παχυλούς και εις τα όλως σαρκικά, κοσμικά και ακάθαρτα μηνύματα.

Εις την Κοσμικήν αρχήν υπάρχουσιν αντικείμενα κοσμικά, των οποίων η έρευνα, η γνώσις και η πράξις γίνονται τρόπον τινά αναγκαία τοις πάσι. 

Συνεχίζεται

Εκ του βιβλίου του Μοναχού Κοσμά Φλαμιάτου:
''ΦΩΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΑ
ΕΙΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΙΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΠΙΒΟΥΛΗΣ, ΕΙΣ ΟΡΘΟΦΡΟΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΗΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚ ΤΟΥ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑΝ. ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΗΜΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ''
Αθήνα 1849, σελ. 111-114.
Μεταφορά στο διαδίκτυο, στο μονοτονικό σύστημα, με την Γραμματική τάξη της εποχής, επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.










ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ


























































Είναι παράλογες οι θεωρίες συνωμοσίας;




Αν και η διάδοση θεωριών συνωμοσίας είναι φαινόμενο γνωστό από την αρχαιότητα, η ενασχόληση με τις αιτίες του, τον λογικό του έλεγχο και τις πρακτικές του συνέπειες, ξεκίνησε από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 για να απογειωθεί στην επόμενη δεκαετία. Η επιστημονική ενασχόληση με τις θεωρίες συνωμοσίας τις τελευταίες δεκαετίες συμπίπτει με την εκρηκτική άνθηση και διάδοση τους. Οι θεωρίες συνωμοσίας είναι προσπάθειες να εξηγηθούν οι βαθύτερες αιτίες σημαντικών γεγονότων και καταστάσεων, μέσω μυστικών σχεδίων δυο η περισσότερων δρώντων, που ενεργούν στο σκότος και έχουν κακόβουλους σκοπούς.
Α. Η «δίψα συνεκτικότητας» και οι θεωρίες συνωμοσίας.
Το βασικό αίτιο των θεωριών συνωμοσίας είναι, κατά την Χάνα Άρεντ, η «δίψα συνεκτικότητας», που χαρακτηρίζει τους ανέστιους πληθυσμούς των σύγχρονων κοινωνιών, όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με περιόδους αβεβαιότητας, κρίσεων και αναταράξεων. 
Όπως σημειώνει η Άρεντ στο γνωστό έργο της «Οι απαρχές του ολοκληρωτισμού», η φυγή των μαζών από την πραγματικότητα, μέσω θεωριών συνωμοσίας, «είναι μια καταγγελία ενάντια στο κόσμο στον οποίο είναι αναγκασμένες να ζούν… Δεν μπορούν να αντέξουν τις τυχαίες και ακατανόητες πτυχές της πραγματικότητας… Στην κατάσταση της ανεστιότητας δεν μπορεί να λειτουργήσει μια μετρημένη γνώση της αλληλεξάρτησης του αυθαίρετου και του σχεδιασμένου, του τυχαίου και του αναγκαίου».
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να κινητοποιείται η φαντασία και η μυθοπλαστική ικανότητα του ανθρώπινου νου, που συνδέεται με μια θεμελιωδεστέρη ικανότητα του, να λειτουργεί δηλαδή με σύμβολα. Να τείνει να είναι δομικά συνεκτικός και ανώτερος από το άθροισμα των απλών συμβάντων που παρατηρεί, τα οποία σπεύδει να «τακτοποιήσει» σε μια πειστική αφήγηση.
Οι θεωρίες συνωμοσίας ήταν πάντα διαδεδομένες σε όλον τον πληθυσμό των σύγχρονων κοινωνιών, αλλά κυρίως στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Είναι αλήθεια βέβαια, ότι στην πολιτική σκέψη της αριστεράς, από τον καιρό του Καρλ Μαρξ και μέχρι να μπει σε κρίση ο μαρξισμός, γίνονταν προσπάθειες να υποβαθμισθεί το συνωμοσιολογικό στοιχείο και οι εμπρόθετες ερμηνείες. Τονίζονταν αντίθετα η επίδραση απρόσωπων, κυρίως οικονομικών δυνάμεων, για να εξηγηθούν οι εκάστοτε εξελίξεις. Για τους μαρξιστές, η εμμονή των θεωριών συνωμοσίας με κάποιους συγκεκριμένους μεγιστάνες του πλούτου (όπως, για παράδειγμα, σήμερα με τον Μπιλ Γκέιτς) ή με κάποιους εβραίους τραπεζίτες (π.χ. τους Ρότσιλντ), κατευθύνει την οργή των πολιτών, όχι στο σύστημα αυτό καθ’ αυτό, αλλά σε ορισμένους και μόνον εκπροσώπους του.
Ο μαρξισμός με λίγα λόγια, μέχρι να μπει σε κρίση, εμφανιζόταν μεταξύ των άλλων, να λειτουργεί σαν σημαντικό ανάχωμα και αντίβαρο στην πολύ θορυβώδη, αλλά στην πράξη περιορισμένου βεληνεκούς κριτική, που ασκούσαν στο σύστημα οι θεωρίες συνωμοσίας. Μετά την έκλειψη του μαρξισμού, ο ανθρωπολογικός τύπος, που επικρατούσε κυρίως στο δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος και προσπαθούσε, μέσω θεωριών συνωμοσίας, να διαχειρισθεί την αβεβαιότητα και την ασάφεια, άρχισε να ενδημεί και να επιπολάζει και στις τάξεις στελεχών και οπαδών της αριστεράς.
Η κρίση του μαρξισμού θα πρέπει να τοποθετηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της παρακμής της νεωτερικότητας. Ο κλονισμός της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς και τις ηγεσίες των σύγχρονων κοινωνών και η έκλειψη της οραματικής των διεξόδου, του μαρξισμού, σπρώχνει τους ανέστιους πληθυσμούς των κοινωνιών αυτών να αγκιστρωθούν σε διαμφισβητούμενες μυθικές αφηγήσεις.
Β. Ο λογικός έλεγχος των θεωριών συνωμοσίας
Σχετικά με το ζήτημα του λογικού ελέγχου των θεωρών συνωμοσίας υφίστανται δυο προσεγγίσεις. Υπάρχουν, κατά πρώτον, εκείνοι που αντιμετωπίζουν όλες αυτές τις θεωρίες, ως συλλήβδην παράλογες. Ως προϊόντα δηλαδή συλλογικής παράνοιας.
Υπάρχουν και εκείνοι, που δέχονται, ότι ορισμένες τουλάχιστον από αυτές, δεν είναι παράλογες και ούτε καν λανθασμένες. Για αυτούς παράλογες είναι μόνον οι θεωρίες που αποδίδουν υπεράνθρωπες ιδιότητες στους συνωμότες (παντοδυναμία και παντογνωσία). Απίθανες και παράλογες είναι, επίσης, οι θεωρίες που εμπλέκουν μεγάλο αριθμό συνωμοτών και εκτείνονται σε μεγάλη χρονική διάρκεια, αφού  έτσι θα διέρρεαν εύκολα οι όποιοι σχεδιασμοί και δράσεις. 
Τέλος παράλογες και απίθανες, είναι και οι θεωρίες συνωμοσίας που δεν αποδίδουν συγκεκριμένα κίνητρα στους συνωμότες, πέραν της χαράς τους να διαπράττουν εγκλήματα.
Στις τρεις αυτές περιπτώσεις παράλογων θεωριών συνωμοσίας, το συλλογικό παραλήρημα που οικοδομείται διαφέρει κατά πολύ, από άλλες λειτουργικότερες μυθικές αφηγήσεις και ερμηνείες. Ο παράλογος συνωμοσιολόγος και οι οπαδοί του, διεκδικούν μιαν απόλυτη διαφορά από τους συνωμότες. Δεν μπορούν να ανεχθούν την ταυτότητα μαζί τους. Καλύτερα μια παράλογη αφήγηση, που δαιμονοποιεί εντελώς τους μισητούς αντιπάλους, παρά η οδυνηρή και αφόρητη παραδοχή, ότι αποτελούν ταυτόχρονα κρυφό πρότυπο μίμησης και αντικείμενο θαυμασμού.
Δεν σχηματίζονται όλες οι θεωρίες συνωμοσίας, μέσω του μηχανισμού του «λατρευτού αντιπάλου», ή έστω, δεν εξαρτώνται στην ίδια έκταση και ένταση από αυτόν. Δεν είναι όλες παράλογες. Ιδίως όταν διαθέτουν λογική συνοχή, ικανότητα πρόβλεψης επερχόμενων γεγονότων και καταστάσεων, πειστικές απαντήσεις για το ποιός ωφελείται και ποιός βλάπτεται από τη συνωμοσία και τέλος, απουσία κινήτρων στον δημιουργό της θεωρίας να πει ψέματα. Αυτές οι θεωρίες συνωμοσίας, αν και όχι πολύ συχνές, δεν είναι απλώς λογικές, αλλά μπορεί και να αληθεύουν.
Γ. Οι πρακτικές επιπτώσεις των θεωριών συνομωσίας.
Είναι σαφές, ότι υπό προϋποθέσεις, στις οποίες ήδη αναφερθήκαμε, κάποιες από τις θεωρίες συνωμοσίας μπορούν να βοηθήσουν στην αποκάλυψη πραγματικών συνωμοσιών, να καταστήσουν πιο διαφανή τη λειτουργία των θεσμών και να συμβάλλουν στον έλεγχο των πολιτικών, των ειδημόνων και των Μ.Μ.Ε.
Οι παράλογες ή ακόμη και οι λογικοφανείς, αλλά λανθασμένες θεωρίες, αντίθετα, μπορούν να διαβρώσουν την εμπιστοσύνη στους θεσμούς και να επιτείνουν τάσεις προς τον σχετικισμό και τον μηδενισμό. Υπονομεύεται έτσι κάθε διάθεση για αποτελεσματική πολιτική δράση και παραλύει η θέληση για εποικοδομητικές αλλαγές.
Πηγές

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“The Green Bridge”, 1916) είναι έργο  της, αμερικανίδας, Deborah Feller.