Εις την Εκκλησίαν υπάρχουσιν πράγματα ιερά, θεία και άγια των οποίων όλων τόσον η τελετή, όσον η κρίσις, η εξουσία και η διοίκησις ανήκει απολύτως και αποκλειστικώς, κατά τον θείον και ιερόν νόμον, εις μόνους τους εννόμους και Κανονικώς χειροτονηθέντας ορθοδόξους Ποιμένας, Επισκόπους, δηλαδή, πρεσβυτέρους και λοιπούς υπαλλήλους κληρικούς.
Πάσα δε είτε απ' ευθείας είτε εμμέσως πως πλαγίως επέμβασις εν αυτοίς, οποιουδήποτε λαικού, θεωρείται πάντοτε ως απαίσιος και φρικτή ιεροσυλία υπεύθυνος βαρυτάτης και τρομεράς ενοχής.
Οποιοσδήποτε λαικός ορθόδοξος, καν Ηγεμών, καν βασιλεύς ή Μονάρχης χρεωστεί υπακοήν ως προς τα Εκκλησιαστικά και πνευματικά εις οποιονδήποτε ορθόδοξον κληρικόν, καθώς πάλιν εκ του εναντίου, τόσον ούτοι,
όσον και όλοι οι άλλοι απλώς χρεωστούσι την αυτήν υπακοήν εις τας κοσμικάς αρχάς, ως προς όλα τα κοσμικά, σαρκικά και πρόσκαιρα πράγματα, καθ' όσα δεν αντιβαίνουσι και δεν γίνονται αναιρετικά των Εκκλησιαστικών και πνευματικών.
Εις τους κληρικούς πάλιν υπάρχουσι διάφοροι και πολλοί οι βαθμοί εν οις οφείλεται και η προς αλλήλους υπακοή.
Όλοι, δηλαδή, οι αναγνώσται, υποδιάκονοι και διάκονοι οφείλουσι πειθαρχίαν και υπακοήν προς όλους απλώς τους πρεσβυτέρους και ιερείς, ούτοι δε πάλιν προς τας είτε Τοπικάς, είτε Οικουμενικάς Συνόδους, και πάσα είτε Τοπική είτε Οικουμενική Σύνοδος, οφείλει υπακοήν προς την Καθολικήν και Ορθόδοξον Εκκλησίαν,
τουτέστι προς όσα αυτή εκ των Αποστολικών χρόνων μέχρι της σήμερον, τελεί, διατηρεί και δοξάζει, είτε εγγράφως διά της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, διά των εν αυταίς γενομένων ερμηνειών υπό των Οικουμενικών διδασκάλων, διά των Αποστολικών και Συνοδικών Κανόνων και διά των όσων αι Επτά Οικουμενικαί Σύνοδοι εδογμάτισαν΄
είτε αγράφως διά της Καθολικής πράξεως και της Εκκλησιαστικής παραδόσεως.
Εν τούτοις φαίνεται εν και το αυτό πνεύμα. Τουτέστι τα γραπτά επικυροί και μαρτυρεί ως αληθή και γνήσια η παράδοσις, την δε παράδοσιν επικυροί και μαρτυρεί ως τοιαύτην, η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη και οι Κανόνες.
Οι Αποστολικοί δε και οι Συνοδικοί Κανόνες φαίνονται κατά πάντα σύμφωνοι εις τας θείας Γραφάς΄ και πάλιν η αυτή συμφωνία φαίνεται, τόσον εις τας θείας Γραφάς και εις τους Κανόνας, όσον και μεταξύ τούτων και της Εκκλησιαστικής παραδόσεως κ.τ.λ.
Τα δόγματα και οι νόμοι της Εκκλησίας διατελούσιν αναλλοίωτα και αιώνια, άνευ αλλοιώσεως, προσθήκης ή αφαιρέσεως. Τα συστήματα όμως και οι νόμοι της Κοσμικής αρχής, πάντοτε και αδιαλείπτως λαμβάνουσιν αλλοίωσιν και μεταβολήν.
Τα πρακτικά των ποιμένων καθ' ιερόν και απαραίτητον χρέος περιορίζονται εις πράγματα πνευματικά, τέλος και σκοπόν έχοντα την ψυχικήν σωτηρίαν και τα εν ουρανοίς αγαθά, διό και θεωρούνται ως όλως νεκροί κατά σάρκα και όλως απηλλαγμένοι του Κόσμου και των εν Κόσμω.
Είτε η βία, η δυναστεία, η οργή, το μίσος και ο θόρυβος, είτε ο δόλος, η απάτη και η ραδιουργία φαίνονται πάντοτε ασυμβίβαστα, ασυγχώρητα, όλως απάδοντα και εκ διαμέτρου αντικείμενα εις το πνεύμα της Εκκλησίας, ως ον το πνεύμα της αγάπης, της χρηστότητος, της πραότητος, της ειρήνης, της ανεξικακίας, της ευθύτητος και της αληθείας.
Δι' όλα αυτά και δι' άλλους πολλούς υψηλούς και σπουδαίους λόγους φαίνεται το εκ διαμέτρου σχεδόν αντικείμενον πνεύμα, ως είπα και ανωτέρω της κοσμικής αρχής, ως προς εκείνο της Εκκλησίας.
Ένεκα τούτου αι πασών των άλλων απαισιώταται και φρικωδέσταται καταχρήσεις εξ ων γεννώνται φρικτά, μεγάλα, γενικά και παγκόσμια δεινά, θεωρούνται αύται αι δύο αι εφεξής, εξ ων η μία προέρχεται εκ των ποιμένων της Εκκλησίας, η δε ετέρα εκ των εχόντων τας κοσμικάς και πολιτικάς αρχάς.
Η πρώτη εστίν όταν οι Ποιμένες της Εκκλησίας αναλάβωσιν εν αυτοίς το πνεύμα του κόσμου, τύρβας, δηλαδή και μερίμνας βιωτικάς την εις τα του Κόσμου και της σαρκός προσπάθειαν και αγάπην, φιλαργυρίαν, φιληδονίαν, φιλοδοξίαν και τα έργα της κοσμικής αρχής, αμέλειαν, δηλαδή, περιφρόνησιν, ωμότητα και τυραννίαν εις το ποίμνιον και τα παραπλήσια τούτοις.
Η δε δευτέρα εστίν όταν η κοσμική αρχή επεμβή είτε πολύ, είτε ολίγον αυθαιρέτως εις Ιερόσυλα έργα, διά σφετερισμού Εκκλησιαστικών κτημάτων, ή δι' επιβουλής εν αυτοίς δασμών και φόρων, ή το πάντων των άλλων απαισιώτατον και φρικτόν, ως συμπράκτωρ, ως Κριτής, ή ως διοικητής εις τα Εκκλησιαστικά, θρησκευτικά και Ιερά αντικείμενα.
Εις την πρώτην κατάχρησιν αναχωρεί εκ των Ποιμένων η χάρις και το φως του αγίου Πνεύματος, επισκιάζονται υπό του σκότους της πλάνης, ναυαγούσιν περί την πίστιν, συνεφέλκοντες ως επί το πλείστον εις αυτό το ναυάγιον και εις άλλας πολλάς και φρικτάς συμφοράς και το εν αυτοίς εμπιστευθέν ποίμνιον.
Κατ' αυτόν τον τρόπον ηκολούθησε το ναυάγιον του εβραικού γένους και όλων σχεδόν των κακοδόξων και αιρετικών.
Εις την δευτέραν κατάχρησιν, έρχεται απ' ουρανού ως εις τον Δαθάν και Αβειρών, εις αυτήν την Ιερόσυλον αρχήν η μεγάλη και τρομερά οργή, φέρουσα την πτώσιν και την καταστροφήν αυτής, εξ ης ακολουθούσι πάντοτε μεγάλαι και γενικαί συμφοραί και εις όλον το εν αυτή υπήκοον και προ πάντων εις όσους υπερασπίζουσιν αυτήν την Ιεροσυλίαν.
Και εις τας δύο αυτάς τας καταχρήσεις, θεωρούνται πολλοί και διάφοροι βαθμοί, καθ' ους αναλόγως έρχεται εις τους ενεργούντας αυτάς η οργή και η πτώσις.
Εις την πρώτην ο πάντων των άλλων έσχατος και απαισιώτατος εστίν όταν οι Ποιμένες, ου μόνον αναλάβωσιν εν αυτοίς το πνεύμα της φιλοδοξίας, της φιληδονίας και της φιλαργυρίας, αλλά και όταν αναλάβωσιν εν αυτοίς τα έργα και τα καθήκοντα της κοσμικής αρχής, ως ηκολούθησε τούτο εις τους Πάπας της Παλαιάς Ρώμης, έργον άξιον μεγίστης αποστροφής και φρίκης.
Εις την δευτέραν κατάχρησιν, ο πάντων των άλλων έσχατος και απαισιώτατος βαθμός εστίν, όταν η πολιτική αρχή ου μόνον έρχεται εις υλικάς ιεροσυλίας, ή επεμβαίνη πλαγίως εις θεία και ιερά αντικείμενα και προσβάλλη και νοθεύη την απαθή κρίσιν και θέλησιν των Ποιμένων ως προς αυτά, αλλά και όταν απ' ευθείας διά νόμου και συστηματικώς γίνηται Διοικητής, Κριτής και Νομοθέτης εις τα τοιαύτα.
Τούτο το υπέρ πάντα τα άλλα απαισιώτατον και φρικωδέστατον φαινόμενον εκ πασών των όσων καταχρήσεων και ανομιών έδειξεν απ' αιώνος ο Κόσμος, υπάρχει προς τοις άλλοις και το πάντων των άλλων εναργέστερον και αναντίρρητον γνώρισμα και σημείον της επί συντελεία των αιώνων παρουσίας του Αντιχρίστου, ως φαίνεται μυστηριωδώς και μαρτυρείται εις πολλούς τόπους των Θείων Γραφών και προ πάντων εις τους εφεξής: (Δανιήλ θ'. 27, Ματθ. κδ. 15, Β'. Θετ. Β' 3. 4.) ως και άλλοτε πολλάκις εμνημόνευσα περί τούτου.
Και ταύτα μεν εν συνόψει και ως εν μέρει αρκούσιν ως προς την σχέσιν και διαφοράν της Εκκλησιαστικής και της πολιτικής αρχής.
Ερχόμεθα δε ήδη εις το δεύτερον αντικείμενον το περί προκοπής και καταρτισμού, τόσον της αληθείας και της εν χω αρετής, όσον και της πλάνης και της ανομίας, περιληπτικώς μεν και συνεπτυγμένως όσον το δυνατόν, επειδή και ο περί τούτου λόγος υπάρχει πολύ ευρύχωρος και εκτεταμένος τον οποίον παραλείπομεν εις άλλους αξίους και δυνατούς.
Συνεχίζεται
Εκ του βιβλίου του Μοναχού Κοσμά Φλαμιάτου:
''ΦΩΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΑ
ΕΙΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΙΝ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΠΙΒΟΥΛΗΣ, ΕΙΣ ΟΡΘΟΦΡΟΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΗΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚ ΤΟΥ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑΝ. ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΗΜΑΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ''
Αθήνα 1849, σελ. 114-117.
Μεταφορά στο διαδίκτυο, στο μονοτονικό σύστημα, με την Γραμματική τάξη της εποχής, επιμέλεια, παρουσίαση ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.