Παρουσιάζουμε το Α΄ μέρος του κειμένου της Ιεράς Κοινότητος προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο και θα ακολουθήσει το Β΄ και Γ΄ μέρος (τελευταίο).
ΙΕΡΑ ΚΟΙΝΟΤΗΣ
ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΑΘΩ
ΑΡΙΘ. ΠΡΩΤ. Φ.2/7/639
ΚΑΡΥΑΙ ΤΗ 11η/24η Μαΐου 1999
Πρὸς
Τὴν Αὐτοῦ Θειοτάτην Παναγιότητα
Τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Κύριον κ. Βαρθολομαῖον
Εἰς Φανάριον
Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,
Ἐν πρώτοις ὑποβάλλομεν προσκυνητῶς καὶ βαθυσεβάστως τάς υἱικὰς ἡμῶν προσρήσεις ἐπὶ τῇ Ἁγία καὶ Λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, προσέτι δὲ ἀπονέμομεν την προσήκουσαν καὶ ὀφειλομένην τιμήν τῇ Ὑμετέρα Σεπτῇ Θειοτάτῃ Παναγιότητι.
Χαίρομεν ἐν Κυρίῳ τὴν ἀναστάσιμον χαράν μετὰ πάσης της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Ἐκκλησίας, παρότι συγκιρνᾶται μετὰ πολλῆς θλίψεως διὰ τὰ ἀδίκως ἐπιφερόμενα κατὰ τῆς ὁμοδόξου Σερβίας δεινά παρά τῶν Δυτικῶν δυνάμεων καὶ διὰ τὴν ταλαιπωρίαν τῶν προσφύγων τοῦ Κοσσυφοπεδίου. Προσευχόμεθα ὅπως ὁ Ἀναστὰς Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης καὶ πατήρ πάσης παρακλήσεως, δώσῃ εἰρήνην εἰς τοὺς χειμαζομένους λαούς.
Προαγόμεθα πρὸς τούτοις ἐν τοῖς ἐφεξῆς νὰ ἐκφράσωμεν μετὰ τῆς δεούσης εὐλαβείας καὶ τὴν ἀνησυχίαν ἡμῶν δι ̓ ὡρισμένα θέματα, ἀφορῶντα τὴν ἁγίαν καὶ ἀμώμητον Ορθόδοξον Πίστιν καὶ ἑπομένως ἁπτόμενα αυτῆς ταύτης τῆς σωτηρίας ἡμῶν καὶ πάντων τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων. Ἔχοντες βαθεῖαν συναίσθησιν τῆς εὐθύνης ἡμῶν ἔναντι τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Κυρίου, τὰ ὁποῖα προσβλέπουν εἰς τὴν Ἀθωνική Πολιτείαν, λυπούμεθα βαθύτατα διὰ τὰ κάτωθι:
Α'
Διὰ τὴν προσφώνησιν Ὑμῶν πρὸς τὴν Ρωμαιοκαθολικὴν Αντιπροσωπείαν κατὰ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, την 30ην Νοεμβρίου 1998.
Δὲν εἶναι βεβαίως ἡ πρώτη φορά που παρόμοιοι λόγοι εκφράζονται εἰς τὰς ἀντιστοίχους θρονικὰς ἑορτάς τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς Ρώμης, καὶ θέλομεν νὰ γνωρίζητε ὅτι πάντοτε έλυπούμεθα, ὅπως π.χ. μὲ τὰς δηλώσεις τοῦ Σεβ. Περγάμου τὸν Ἰούνιον τοῦ 1998 εἰς τὴν Ρώμην περὶ τῶν δύο πνευμόνων, μὲ τοὺς ὁποίους ἀναπνέει δῆθεν ἡ Καθολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία.
Ὅμως εἰς τὴν ὑπ' ὄψιν προσφώνησίν Σας πρὸς τὴν παπικήν Αντιπροσωπείαν τὸν παρελθόντα Νοέμβριον ἐξεφράσθησαν ἀπροσδόκητοι διὰ τὸ Ὀρθόδοξον πλήρωμα ἀπόψεις. Ελυπήθημεν ὑπερβολικῶς καὶ ἐταράχθη ἡ συνείδησίς μας. Καὶ ἡ ἀνησυχία γίνεται ἐντονωτέρα ἀπό τάς καθημερινὰς ἐρωτήσεις τῶν πνευματικῶν μας τέκνων καὶ τῶν εὐσεβῶν ἐν γένει Χριστιανῶν τῶν ἐπισκεπτομένων ἡμᾶς, ἐὰν δηλονότι οἱ λόγοι τῆς προσφωνήσεως ἐκφράζουν το φρόνημα τῆς ̔Αγίας μας Ἐκκλησίας. Λαμβάνει ὅμως τραγικὰς διαστάσεις, ὅταν βλέπωμεν τοὺς εὐσεβεστέρους τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν νὰ ἀποσκιρτοῦν εἰς σχισματικὰς παρατάξεις καὶ νὰ αἱμάσσῃ μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν τὸ ἅγιον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γνωρίζετε καὶ Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, ὅτι δὲν ὑπάρχει διὰ τὸν ποιμένα ὀδυνηρώτερόν τι ἀπὸ τὸν σκορπισμὸν τοῦτον τῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ.
Τί νὰ ἀπαντήσωμεν ὅμως; Πῶς νὰ δικαιολογήσωμεν τὰ ἀδικαιολόγητα; Πῶς νὰ πείσωμεν ἑαυτοὺς καὶ τὰ τέκνα μας, ὅτι οἱ λόγοι τῆς προσφωνήσεώς Σας ἔχονται τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ Παραδόσεως, ὅταν προφανῶς δι' αὐτῶν ἀνατρέπεται ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας καὶ προσβάλλεται ἡ Ὀρθόδοξος αυτοσυνειδησία;
Πῶς νὰ θεωρήσωμεν συνάδουσαν πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον παράδοσιν τὴν ἔκφρασιν: «Ὀφείλομεν ἀπὸ τοῦδε... νὰ ἀναθεωρήσωμεν τὴν τακτικὴν ἡμῶν, νὰ ἐκκαθάρωμεν τὴν παλαιὰν ζύμην, να γίνωμεν νέον φύραμα...», καὶ ὅτι: «Ἡ μετάνοια ἡμῶν διὰ τὸ παρελθὸν εἶναι ἀπαραίτητος»;
Ὀφείλομεν ἄραγε, Παναγιώτατε, νὰ ἀναθεωρήσωμεν τὴν Παράδοσιν τῶν ἁγίων μας ἀπὸ Φωτίου, Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ μέχρι καὶ Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καὶ Ἀθανασίου τοῦ Παρίου, τῶν ὁποίων οἱ ἀγῶνες κατά τῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν τῆς Ρώμης καὶ ἡ ἀνυποχώρητος ἐμμονή των εἰς τὰ ἅγια δόγματα καὶ εἰς τὸ ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὅ,τι παρελάβομεν ἀπὸ αὐτούς; Ἠμποροῦμεν νὰ ἀγνοήσωμεν ὅτι, κατὰ τὸν ἅγιον Γρηγόριον τον Παλαμᾶν: «ἡ καθ ̓ ἡμᾶς ὁμολογία πανταχόθεν ἔχει τὸ ἀσφαλὲς καὶ στέφανος ἡμῖν ἐστι καυχήσεως καὶ ἀκαταίσχυντος ἐλπίς»; (Περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Ε.Π.Ε. τ. 1ος, σελ. 180).
Εἶναι ἄραγε ἡ ἁγία Παράδοσίς μας «παλαιά ζύμη» καὶ πρέπει τώρα νὰ ἀναθεωρήσωμεν αὐτὸ τὸ φρόνημα καὶ νὰ υἱοθετήσωμεν τὸ «νέο φύραμα» μιᾶς νόθου ἑνώσεως μὲ τὴν Ρώμην, καθόσον αὐτὴ παραμένει ἀκόμη ἑτεροδοξοῦσα; Δὲν εἶναι καὶ σήμερον ἐπίκαιρος ὁ χαρακτηρισμός τοῦ αὐτοῦ ἁγίου Γρηγορίου διὰ τὰ αἱρετικά δόγματα τῆς Δύσεως: «Τοιαῦτα τὰ βαθέα τοῦ Σατανᾶ, τὰ τοῦ πονηροῦ μυστήρια», (ἔνθ' άνωτ., σελ. 74) καὶ ὁ λόγος του πρὸς τοὺς Δυτικούς: «οὐδέποτ ̓ ἂν ὑμᾶς κοινωνοὺς δεξαίμεθα μέχρις ἂν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ τὸ Πνεῦμα λέγητε»; (ἔνθ' άνωτ.).
Πῶς ἀκόμη νὰ δικαιολογήσωμεν εἰς τὴν συνείδησίν μας τον λόγον τῆς προσφωνήσεως: «Οι κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διὰσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ»;
Κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, οἱ Πάπαι τῆς Ρώμης καὶ οἱ ἐκπρόσωποί των εἶναι πράγματι οἱ αἴτιοι τοῦ σχίσματος τῆς Δύσεως ἀπὸ τὴν Καθολικήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Γνωρίζετε, Παναγιώτατε, ὅτι ὁ ἅγιος Μᾶρκος λέγει αὐτολεξεί: «Τὴν μὲν οὖν αἰτίαν τοῦ σχίσματος ἐκεῖνοι δεδώκασι, τὴν προσθήκην ἐξενεγκόντες ἀναφανδόν... ἡμεῖς δὲ αὐτῶν ἐσχίσθημεν πρότεροι, μᾶλλον δὲ ἐσχίσαμεν αὐτοὺς καὶ διεκόψαμεν τοῦ κοινοῦ τῆς Ἐκκλησίας σώματος... ὡς ἄτοπα καὶ δυσσεβῆ φρονοῦντας καὶ παραλόγως τὴν προσθήκην ποιήσαντας. Οὐκοῦν ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ἀπεστράφημεν, καὶ διὰ τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν» (Εγκύκλιος τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς). Καὶ ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἰς τὸν αἰῶνα μας ἔγραψε: «Ἐντεῦθεν ἄρχεται ὁ χωρισμὸς τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅστις συνετελέσθη ἐπὶ Φωτίου μάλα καλῶς, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία διέτρεχε τὸν κίνδυνον νὰ ἀποβῇ ἐκ Μιᾶς, Καθολικῆς καὶ Αποστολικῆς Ἐκκλησίας, Ἐκκλησία ρωμαϊκή ἢ μᾶλλον παπική, κηρύττουσα οὐχὶ πλέον τὰ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἀλλὰ τὰ τῶν Παπῶν δόγματα» (Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτίων τοῦ σχίσματος).
Καὶ αὐτοὶ μέν, ὡς αἴτιοι τοῦ σχίσματος, εύρίσκονται εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅμως, οἱ ὁποῖοι δικαίως ἀπέκοψαν τὴν αἱρετικὴν Ρώμην ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀνίατον μέλος καὶ συνέρραψαν τὸν ἄρραφον χιτῶνα τοῦ Χριστοῦ, δύνανται νὰ εἶναι «ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως»; Ποῖος Ὀρθόδοξος δὲν θλίβεται καὶ μόνον ἀκούων τοιοῦτον λόγον;
Πῶς ἐπίσης θὰ ἀποδεχθῶμεν τὸν λόγον τῆς προσφωνήσεως: «Ἐφ' ὅσον δηλονότι μία Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει ὅτι ἄλλη τις Εκκλησία εἶναι ταμειοῦχος τῆς θείας χάριτος καὶ χορηγὸς τῆς σωτηρίας, ἀποκλείεται ... ἡ προσπάθεια ἀποσπάσεως πιστῶν ἀπὸ τῆς μιᾶς καὶ προσαρτήσεως αὐτῶν εἰς τὴν ἑτέραν»;
Ἐπαύσαμεν ἄραγε νὰ πιστεύωμεν ὅτι μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὴν Μίαν Ἁγίαν Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν;
Επιστρέφομεν πάλιν εἰς τὴν ἀντορθόδοξον ἐκκλησιολογίαν τοῦ κειμένου τοῦ Balamand, τὸ ὁποῖον, κατὰ τὴν Ὑμετέραν δήλωσιν πρὸς αὐστριακούς δημοσιογράφους, δὲν ἐδέχθη καμμία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πλὴν τῆς Ρουμανίας καὶ τὸ ὁποῖον, ὡς γνωρίζετε, συνοδικῶς κατεδίκασεν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀπέρριψαν δὲ ὡς ἀντορθόδοξον ἡ καθ' ἡμᾶς Ἱερὰ Κοινότης καὶ πολλοὶ ἐπίσκοποι καὶ θεολόγοι;
Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη νοηθῇ ὅτι ὁ λόγος αὐτὸς στρέφεται κατὰ τοῦ προσηλυτισμοῦ τῆς Ρώμης μέσῳ τῆς Οὐνίας, ἡ ἀνωτέρω διατύπωσις στερεῖ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τὸ δικαίωμα νὰ θεωρῇ ἑαυτὴν ὡς τὴν μόνην ἀληθῆ Ἐκκλησίαν.
Καταδικάζομεν ἄραγε την Ουνίαν μόνον ἐπειδὴ μὲ τὴν δρᾶσιν της ὑπονομεύει τὴν θεωρίαν τῶν “ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν” καὶ τὴν ἐκ ταύτης πηγάζουσαν ἀναγνώρισιν τῆς Ρώμης ὡς πλήρους Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὄχι ἐπειδὴ εἶναι ὁ ἀπὸ αἰώνων ὕπουλος ἐχθρὸς τῶν Ὀρθοδόξων καὶ εἶναι ἀδύνατον, βάσει τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, νὰ γίνῃ δεκτὴ καὶ ἡ ἰδία ἡ ὕπαρξις τῶν οὐνιτικῶν ὁμάδων;
Πῶς νὰ δεχθῶμεν ὡς σύμφωνον πρὸς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησιολογίαν τὸν λόγον: «Διότι ἑκάστη τοπική Εκκλησία δὲν εἶναι ἀνταγωνίστρια τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλὰ ἓν σῶμα μετ' αὐτῶν...», ὅταν εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον ἡ ἑτεροδοξοῦσα Ρώμη νὰ θεωρηθῇ ὡς μία τῶν ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ νὰ ἀποτελῇ ἓν σῶμα μετ ̓ αὐτῶν;
Πῶς τέλος νὰ μὴ πονέσωμεν βαθύτατα ἀπὸ τὸν ἐπίλογον τῆς προσφωνήσεως: «Εἴθε ὁ Κύριος νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ», ὅταν δι' αὐτοῦ δίδεται ἡ ἐντύπωσις ὅτι ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ σχίσματος μὲ τὴν Ρώμην ἔπαυσε νὰ ὑπάρχῃ ἡ Μία Αγία Καθολικὴ καὶ Αποστολικὴ Ἐκκλησία, καὶ εὐχόμεθα διὰ τὴν «ἀνάστασίν» της; Ἄραγε δὲν ἐγεννήθημεν, δὲν ἐβαπτίσθημεν καὶ δὲν ἀνετράφημεν εἰς τοὺς κόλπους τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἀναμένομεν τὴν ἀνάστασίν της; Ματαία ἄρα ἡ πίστις ἡμῶν καὶ εἰς κενόν τρέχομεν;
Θέλομεν νὰ πιστεύωμεν ὅτι οἱ προσφωνητικοί Σας λόγοι δὲν προέρχονται ἀπὸ τὴν ἰδικήν Σας γραφίδα καὶ δὲν Σᾶς ἐκφράζουν κατ' οὐσίαν. Παρηγοροῦμεν τοὺς ἑαυτούς μας μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι ὑπέρμαχος τις τῶν τοιούτων οἰκουμενιστικῶν ἀντιλήψεων κάλαμος συνέταξε τὸν λόγον Σας καὶ Ὑμεῖς ἐν τῇ δικαιολογημένη πολυσχιδεῖ Σας δραστηριότητι δὲν ἐπροσέξατε τὴν σημασίαν του διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν καὶ τὴν συνείδησιν τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς Ἐκκλησίας.
Παρὰ ταῦτα ὅμως κατ' αὐτὰς πραγματοποιεῖται καὶ ἡ ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα περιοδεία Σας. Οἱ εὐλαβέστεροι τῶν κληρικῶν καὶ ὁ εὐσεβὴς λαὸς εἶναι ἤδη γνώσται τοῦ περιεχομένου τῆς προσφωνήσεώς Σας, ἡ ὁποία ἐδημοσιεύθη εἰς πρωτοσέλιδον ἄρθρον τῆς ἐφημερίδος «Εκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» (16.12.1998) καὶ δὲν εἶναι εὔκολον να συμβιβάσουν τὴν Ὀρθόδοξον συνείδησίν των μὲ τοὺς προσφωνητικούς Σας λόγους.
Θεωροῦμεν ἀπαραίτητον, Παναγιώτατε, νὰ δώσητε τὰς ἀπαραιτήτους διευκρινήσεις. Νὰ ἀρθῇ ἡ ἐντύπωσις ὅτι οἱ λόγοι, ποὺ μᾶλλον χωρὶς τῆς δεούσης προσοχῆς ἐξεφωνήσατε, ἐκφράζουν το φρόνημά Σας. Νὰ παρηγορήσητε τὰς σκανδαλισμένας συνειδήσεις καὶ νὰ χαροποιήσητε τὸν εὐσεβῆ λαόν, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ ὡς τὴν μεγίστην τῶν δωρεῶν τοῦ Ἀγίου Θεοῦ εἰς αὐτόν, να κατέχῃ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν ὡς ἐγγύησιν ἀσφαλούς σωτηρίας. Πίστιν, τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία ἐφύλαξε μὲ πολλὰς θυσίας τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀπὸ πᾶσαν αἱρετικὴν λύμην, ὥστε νὰ ἀποτελῇ τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθοῦς θεογνωσίας (Ιω. 17, 3). Πίστιν, τὴν ὁποίαν αἰσθάνεται ὅτι κινδυνεύει νὰ ἀπολέσῃ ἀπὸ ἀστόχους θεολογικὰς κατευθύνσεις, ὡς αὐτὴ ποὺ ἐκφράζεται διὰ τῶν ἀνωτέρω λόγων τῆς προσφωνήσεως πρὸς τὴν παπικήν ἀντιπροσωπείαν.
Εὐελπιστοῦμεν, Παναγιώτατε, εἰς κατὰ τὸ δυνατὸν ταχυτέραν ἔλευσιν παρηγόρου πνοῆς ἀπὸ τῶν ὀρέων τῆς Μητρὸς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἐπὶ τάς, οὕτως εἰπεῖν, κοιλάδας τοῦ κλαυθμῶνος γενομένας καρδίας ἡμῶν διὰ τὰ ὡς ἄνω λεχθέντα καὶ γραφέντα καὶ τὸν ἐξ αὐτῶν κίνδυνον διὰ τὴν ἑνότητα τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας.
(Συνεχίζεται)
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (2)
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (3)
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (4)
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (5)
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (6)
ΤΑ ΦΡΟΝΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (7)
ΜΕΡΙΚΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ ΕΠΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ (26)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου