Πέμπτη 25 Ιουλίου 2024

ΣΥΝΩΜΟΣΙΟΛΟΓΙΑ;

 

Eίχε αναφέρει ο DR. DC. YERMAK. πολυγραφέστατος συγγραφέας και εκδότης αρκετών βιβλίων και πνευματικό τέκνο του μακαριστού π. Χαράλαμπου Βασιλόπουλου. 
Ο π. Χαράλαμπος είχε χρησιμοποιήσει αρκετές πληροφορίες, στα βιβλία του για την Μασονία, από τον ίδιο τον συγγραφέα. 

 




ΠΗΓΗ: DR. D.C. YERMAK, ''ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΤΟ ΤΕΡΜΑ'', ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΡΙΤΗ, 1984





Για τους γέροντες και τις δυσκολίες της μετάφρασης

 

Για τους γέροντες και τις δυσκολίες της μετάφρασης

Ποιος ορθόδοξος δεν αναζητά πνευματικές συμβουλές, είτε προφορικές είτε γραπτές! Ιδιαίτερα αγαπητή σε εμάς είναι η συζήτηση με έναν άγιο άνθρωπο, με έναν γέροντα. Όλοι αναζητούν τέτοιες συναντήσεις. Αλλά μερικές φορές δεν αναλογιζόμαστε ότι μπορεί να παρεξηγήσουμε τα λόγια των άγιων ανθρώπων. Ακόμη και στην περίπτωση που η νουθεσία απευθύνεται σε εμάς προσωπικά και που είμαστε σίγουροι ότι την έχουμε κατανοήσει πλήρως.

Η Αγία Γραφή μας δίνει πολλά τέτοια παραδείγματα. Παραδείγματος χάρη, ο Χριστός διδάσκει τους αποστόλους: «Ὁρᾶτε καὶ προσέχετε ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων. Οἱ δὲ διελογίζοντο ἐν ἑαυτοῖς λέγοντες ὅτι ἄρτους οὐκ ἐλάβομεν» (Ματθ. 16: 6-7). Και μόνο μετά την εξήγηση του Κυρίου κατάλαβαν «ὅτι οὐκ εἶπε προσέχειν ἀπὸ τῆς ζύμης τοῦ ἄρτου, ἀλλ᾿ ἀπὸ τῆς διδαχῆς τῶν Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων» (Μτ 16:12). Αφού ολοκλήρωσε τον κύκλο των παραβολών για τη Βασιλεία των Ουρανών, ο Χριστός ρωτά τους μαθητές Του: «Συνήκατε ταῦτα πάντα; λέγουσιν αὐτῷ, ναί, Κύριε» (Μτ 13:51). Αλλά τα γεγονότα που ακολούθησαν δείχνουν ότι δεν είχαν ακόμη καταλάβει τίποτα για τη Βασιλεία.

Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η ιστορία της Β΄ προς Θεσσαλονικείς Επιστολής του Αγίου Αποστόλου Παύλου. Αφορμή για τη συγγραφή της επιστολής ήταν μια φήμη που είχε φτάσει στον Απόστολο ότι οι χριστιανοί της Θεσσαλονίκης, αφού διάβασαν την Α΄ Επιστολή του, άρχισαν να σαλεύουν και να φοβούνται «ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Θεσσ. 2:1-2). Τα λόγια της Α΄ Επιστολής, «ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας» (Α΄ Θεσ. 4:15), κατανοήθηκαν με την έννοια ότι ο ίδιος ο Παύλος ήλπιζε να ζήσει μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, η οποία ήταν πολύ κοντά. Τέτοιες σκέψεις δημιούργησαν πανικό στους Θεσσαλονικείς. Άνθρωποι εγκατέλειπαν τις εργασίες τους, αναστατώνονταν και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να ζουν κανονικά την ανθρώπινη ζωή τους. Όταν ο Απόστολος το έμαθε αυτό, έγραψε τη Β΄ Επιστολή του, όπου διευκρίνισε τη θέση του με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια.

Μια παρόμοια περίπτωση αναφέρει ο Παύλος και στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους. «Καὶ μὴ καθὼς βλασφημούμεθα καὶ καθὼς φασί τινες ἡμᾶς λέγειν ὅτι ποιήσωμεν τὰ κακὰ ἵνα ἔλθῃ τὰ ἀγαθά; ὧν τὸ κρῖμα ἔνδικόν ἐστι» (Ρωμ. 3:8). Επομένως, ορισμένοι δεν είχαν κατανοήσει σωστά τη διδασκαλία του Αποστόλου σχετικά με την πρόνοια του Θεού. Για παράδειγμα, όταν ο Παύλος μιλάει για τον νόμο και τη χάρη, λέει: «νόμος δὲ παρεισῆλθεν ἵνα πλεονάσῃ τὸ παράπτωμα. Οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. 5:20). Τι σημαίνει αυτό; «Ο νόμος έδωσε αναρίθμητες εντολές, και επειδή οι άνθρωποι τις παρέβησαν όλες, η αμαρτία πλήθυνε... Ο νόμος συνετέλεσε στο να αυξηθεί η καταδίκη, ενώ η χάρη στο να πολλαπλασιαστεί η δωρεά...»[1], ερμηνεύει ο Χρυσόστομος. Ορισμένοι όμως είχαν καταλάβει τα λόγια αυτά ως εξής: «αν οι αμαρτίες μου και η απιστία μου αναγκάζουν τον Θεό να αποκαλύψει τη δόξα Του με σαφείς μαρτυρίες της αλήθειας του χριστιανισμού, γιατί πρέπει εγώ να κριθώ; Μέσα από το κακό μου γεννιέται το καλό». Φυσικά, ο Παύλος δεν μπορούσε παρά να αντικρούσει αυτή τη γελοία πρόσληψη του κηρύγματός του.

Ο καθείς την προσλαμβάνει ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση και την παιδεία

Πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και σήμερα η διδασκαλία του Χριστού και των Αποστόλων εξακολουθεί να προσφέρει πεδίο σε πολλές διαφορετικές αναγνώσεις, ακόμη και πολύ γελοίες. Η Βίβλος είναι μια, αλλά ερμηνείες χιλιάδες. Γιατί; Επειδή ο καθείς την προσλαμβάνει ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση και την παιδεία.

Με τον ίδιο τρόπο, οι άνθρωποι, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξής τους, αφομοιώνουν και τις συμβουλές των γερόντων. Πρόσφατα άκουσα για μια περίπτωση που συνδέεται με τον γέροντα Ιωνά (Ιγνατένκο) της Οδησσού. Μια γυναίκα είχε φέρει τις δύο μικρές κόρες της στον γέροντα για ευλογία. Ο πατέρας Ιωνάς τις ευλόγησε και μεταξύ άλλων είπε: «Θα δυσκολευτούν στο σχολείο». Τα λόγια αυτά ακούστηκαν ως τυχαία και πιθανότατα έτσι ήταν. Αλλά μαντέψτε πώς εξέλαβε αυτά τα λόγια η μητέρα των θυγατέρων; Δεν πήγε τα παιδιά της στο σχολείο. Τα κορίτσια διδάσκονταν στο σπίτι και πήγαιναν μόνο μια φορά την εβδομάδα στο κυριακάτικο ενοριακό σχολείο. Όταν άκουσα αυτή την ιστορία, τα παιδιά ήταν ήδη 17-18 ετών και δεν είχαν αποκτήσει κοινωνικές δεξιότητες. Και η εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν ήταν δυνατή. Η μητέρα δεν συνειδητοποίησε το έγκλημά της, πιστεύοντας ότι είχε ενεργήσει σύμφωνα με τις οδηγίες του γέροντα...

Ένα άλλο περιστατικό συνέβη σε γνωστό μου πιστό. Είχε πάει για εξομολόγηση σε έναν γνωστό γέροντα και του έκανε την ευθεία ερώτηση: πώς να σωθεί; Δηλαδή, όχι πώς να σωθεί γενικά, αλλά πώς να σωθεί αυτός προσωπικά, με βάση την κατάστασή του. Ο γέροντας απάντησε, δίνοντάς του ορισμένες συγκεκριμένες και σαφείς συστάσεις. Ο γνωστός βγήκε από το μοναστήρι, αναλογιζόμενος αυτά που του είπε ο γέροντας. Χτύπησε το κινητό του τηλέφωνο, αποσπάστηκε για ένα λεπτό και στη συνέχεια επέστρεψε στις σκέψεις του. Ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι... είχε ξεχάσει τα λόγια του πνευματικού! Είχαν περάσει πολλά χρόνια και ακόμα δεν μπορεί να τα θυμηθεί, παρόλο που η μνήμη του είναι εξαιρετική. Γιατί συνέβη αυτό; Πιθανότατα, επειδή δεν ήταν πνευματικά προετοιμασμένος ούτε για να μιλήσει στον γέροντα ούτε για να εφαρμόσει πιστά τις οδηγίες του.

Όλοι πάσχουμε, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, από ελαττωματική ακοή. Ψάχνουμε επίμονα τη συμβουλή του γέροντα, αλλά συχνά δεν συνειδητοποιούμε τι πρόκειται να κάνουμε με αυτήν και πόσο καλά την έχουμε καταλάβει.

Θυμάμαι και τον εαυτό μου, τότε που μόλις είχα προσχωρήσει στην Εκκλησία και διάβαζα πολλά και διάφορα βιβλία για την ευχή του Ιησού. Επισκέφτηκα έναν καλό και σοφό πνευματικό με τις ησυχαστικές ερωτήσεις μου. Κάθε φορά που ανακαλώ στη μνήμη μου αυτή την εικόνα, ντρέπομαι και γελάω ταυτόχρονα. Μπροστά σε έναν κουρασμένο, εξαντλημένο ιερέα στέκεται ένας τύπος με σκισμένο τζιν και μπλουζάκι «Metallica» και ρωτάει: «Πού πρέπει να έχω το νου μου την ώρα της Προσευχής του Ιησού, στο κέντρο της καρδιάς ή στην κορυφή του στήθους μου;» Και πίσω μου να υπάρχει μια τεράστια ουρά ανθρώπων για εξομολόγηση, με τα πραγματικά προβλήματά τους και τις γνήσιες, σοβαρές ερωτήσεις τους. Ο καλός παππούλης (ω, αγαπητοί, υπομονετικοί και ταπεινοί πατέρες μας!) απάντησε με λεπτότητα: «Μπορώ να σου πω πού να κρατάς το νου σου, αλλά ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι θα με καταλάβεις σωστά;». Και με συμβούλεψε να διαβάσω κάτι πιο απλό...

Ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης στις ομιλίες του αναφέρονταν σε ένα πολύ πετυχημένο παράδειγμα που ταιριάζει με το θέμα μας. Αν θέλουμε να ακούσουμε ένα συγκεκριμένο ραδιοφωνικό πρόγραμμα, συντονίζουμε το ραδιόφωνο σε ένα συγκεκριμένο κύμα. Αν η συχνότητα δεν εντοπιστεί με ακρίβεια, ο ήχος μεταδίδεται με παραμορφώσεις, παρόλο που ο ίδιος ο πομπός λειτουργεί σωστά και μεταδίδει καθαρό ραδιοφωνικό σήμα. Έτσι και ο άνθρωπος που ακούει προσεκτικά την αλήθεια μπορεί να την εκλάβει λανθασμένα, αν δεν είναι ακριβώς συντονισμένος με το «κύμα» του Αγίου Πνεύματος.

Μπορούμε να βρούμε όσους θέλουμε έγκυρους πνευματικούς και γέροντες, αλλά χωρίς αυτόν τον «συντονισμό» στην κατάλληλη «συχνότητα» τα λόγια τους μπορεί να μην έχουν αποτέλεσμα για μας. Οι πατέρες θα μας προτρέπουν, αλλά εμείς δεν θα τους ακούμε. Διότι ο κοινός δρόμος της σωτηρίας – νηστεία, προσευχή, μελέτη του Ευαγγελίου, ζωή σύμφωνα με τις εντολές, πάλη με τα πάθη – δεν έχει καταργηθεί, μόνο που λίγοι ακολουθούν αυτόν τον δρόμο. Εκατοντάδες χιλιάδες είναι αυτοί που αναζητούν γέροντες, αλλά μόνο λίγοι τολμούν να ζήσουν ευαγγελικά. Κινδυνεύουμε να μην ακούμε τα λόγια των πνευματικών ανθρώπων, επειδή μιλάμε μαζί τους διαφορετική γλώσσα, ζούμε διαφορετική ζωή και σκεφτόμαστε με διαφορετικό τρόπο. Αλλά μόλις «συντονιστούμε» στη συχνότητα της ευαγγελικής ζωής, θα έχουμε λιγότερες ερωτήσεις. Ίσως και να εκλείψουν.

Γι’ αυτό ο Χριστός μας λέει: «βλέπετε οὖν πῶς ἀκούετε» (Λκ. 8:18). Το ίδιο απηχεί και ο λόγος του Αποστόλου Παύλου: «Δια τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν» (Εβρ. 2:2). Αν άκουσες, δούλεψε για να το καταλάβεις. Αν έλαβες συμβουλή, βεβαιώσου ότι την άκουσες σωστά. Και το πιο σημαντικό, «συντονίσου στο κύμα». Αλλιώς, όλοι οι γέροντες, όλες οι συμβουλές τους, όλα τα βιβλία, ακόμα και το ίδιο το Ευαγγέλιο, δεν θα μπορέσουν να μας βοηθήσουν.

Σεργκέι Κομαρόφ
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

Pravoslavie.ru

7/25/2024

π. Δανιήλ Σισόγιεφ - ''Ουρανοπολίτης'' (41ο)

(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΚ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ  ΤΟΠΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΟΥ 1872)


Ποια η θέση του εκκλησιαστικού εθνικισμού;

Η προσπάθεια να παρουσιαστεί ο εθνικισμός ως κάποια αρετή συναντά μια σειρά προβλημάτων, που έχουν ήδη αναφερθεί στην προηγούμενη συζήτηση. Τι σημαίνει «ιδιαίτερη φροντίδα για το έθνος μας»; Θυμίζω ότι σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, πλησίον μας είναι αυτός στον οποίο μπορούμε αυτή τη στιγμή να προσφέρουμε βοήθεια. Ο Χριστός δεν μας κάλεσε να ενδιαφερόμαστε για την εθνικότητά του. Να υπενθυμίσω ότι στην παραβολή του καλού Σαμαρείτη μπορούμε να μιλήσουμε για έλεος που υπερβαίνει τόσο τα εθνικά όσο και τα θρησκευτικά σύνορα. Αρκεί να θυμηθούμε τα λόγια του Αγίου Θεοδοσίου του Κιέβου-Πετσέρσκ: «Αν ένας Λατίνος ή ένας Εβραίος ή ένας Μουσουλμάνος πεινάσει, ταΐστε τον». Έτσι, όταν μιλάμε για έργα ελεημοσύνης, τότε κάθε εθνικισμός έρχεται σε αντίθεση άμεσα με το Ευαγγέλιο.
Αν αφορά την πνευματική υποστήριξη και τη φροντίδα για την πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου, τότε και πάλι ούτε στην Αγία Γραφή ούτε στην Παράδοση δεν αναφέρεται κάτι για τη διάκριση της «δικής μας» εθνικότητας,, πόσο μάλλον όταν αυτό συχνά είναι απλά αδύνατο (για παράδειγμα, για μένα δικοί μου είναι και οι Ρώσοι και οι Τάταροι). Αν νοιαζόμαστε για την επιστροφή του ανθρώπου στον Θεό, τότε για αυτό υπάρχει μια άμεση εντολή του Ευαγγελίου: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθ. 28:19). Τέλος, αν εννοείται η καθοδήγηση στον δρόμο της αλήθειας εκείνων των ανθρώπων που βρίσκονται ήδη στην Εκκλησία και έχουν παρεκκλίνει (για παράδειγμα, εν Χριστώ δεν υπάρχει Ιουδαίος, Έλληνας, βάρβαρος, Σκύθης (Γαλ. 3:27-28), κάθε φυλετικός διαχωρισμός ονομάζεται εθνοφυλετισμός και έχει καταδικαστεί ως αίρεση!
Τι μένει λοιπόν τελικά; Η δυνατότητα διατήρησης και χρήσης της κοινής γλώσσας κατά την προσευχή, όπως συμβαίνει παντού εκτός από τη Ρωσία.  Η ύπαρξη τοπικών εκκλησιαστικών και λαϊκών παραδόσεων - εθίμων δεν έχουν δογματική σημασία. Και μάλιστα εντός των ορίων της ίδιας Εκκλησίας αυτά τα έθιμα είναι διαφορετικά. . Αλλά αφού δεν έχουν σημασία για τη σωτηρία (εμείς σωζόμαστε με την πίστη), τότε δεν αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας σε αυτά, αλλιώς διακινδυνεύουμε να πέσουμε στην αμαρτία της ειδωλολατρίας και να αποδώσουμε σε εγκόσμια πράγματα ακατάλληλη τιμή. Έτσι, τελικά, πού έχει θέση ο εκκλησιαστικός εθνικισμός; Δεν βρίσκεται μεταξύ των αρετών. Η μόνη του θέση είναι στον τομέα που βρίσκεται εκτός Εκκλησίας. Ωστόσο, πιστεύω ότι κάθε ορθόδοξος πρέπει να προσπαθεί να τον μειώσει έως και την πλήρη εξαφάνισή του. Η αντίθετη προσπάθεια ονομάζεται στη Γραφή φιλία με τον κόσμο, που είναι έχθρα κατά του Θεού.

 

Περί εθνικισμού

Πρόσφατα συζητούσα με έναν φίλο μου και διαφωνούσαμε για περίπου μία ώρα σχετικά με τον εθνικισμό. Είναι ενδιαφέρον ότι κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο ορισμός του θέματος άλλαξε αρκετές φορές. Νομίζω ότι η αιτία είναι ότι κάθε μορφή εθνικισμού δεν μπορεί να είναι συμβατή ούτε με τον χριστιανισμό ούτε με την απλή λογική. Είναι προφανές ότι η ίδια η ύπαρξη των εθνών στον κόσμο είναι αποτέλεσμα της κατάρας του Πύργου της Βαβέλ. Και ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο η προσκόλληση σε αυτήν την κατάρα είναι προφανώς ακατάλληλη.
Θα ήθελα να τονίσω ότι το παράδειγμα του Ισραήλ (η σχέση του με τους προφήτες και τον απόστολο Παύλο) δεν είναι σχετικό, διότι το Ισραήλ δεν συγκαταλάγεται μεταξύ των εθνών (Αριθμοί 24). Με τον αρχαίο Ισραήλ και τον ιουδαϊσμό μπορεί να συγκριθεί μόνο η Εκκλησία, αλλά όχι κάποιο συγκεκριμένο έθνος (όπως το ρωσικό ή το κινεζικό).
Η απλή λογική υποδεικνύει ότι δεν είναι πρέπον για έναν άνθρωπο να διαμορφώνει τις προτιμήσεις του αποκλειστικά βάσει της γεννήσεώς του. Γιατί πρέπει να αγαπώ ή να μισώ κάτι που αρέσει ή δεν αρέσει σε εκείνους που ισχυρίζονται ότι μιλούν εκ μέρους του δικού μου λαού; Νομίζω ότι η αιτία της ανάπτυξης του εθνικισμού είναι η απώλεια της θρησκευτικής διάστασης της ζωής. Είναι εξαιρετικά σπάνιο να συναντήσεις σήμερα κάποιον ορθόδοξο που να αξιολογεί τη σύγχρονη ζωή (είτε προσωπική είτε πολιτική) όχι υπό την οπτική του κράτους ή του έθνους, αλλά υπό την οπτική του θελήματος του Θεού. Επιπλέον, πολλοί θεωρούν υπερηφάνεια το να θέλουν να γνωρίζουν αυτό το θέλημα και ακόμα περισσότερο να ζουν σύμφωνα με αυτό.