Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία ἀποδεικνύει τρανῶς ὃτι ὃσες φορές οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες παρεκτράπησαν ἐκ τῆς ὀρθοδόξου ἀληθείας, σπα­νίως μετενόησαν. Καίτοι οἱ διάφορες αἱρέσεις κατεκρίθησαν συνοδικῶς αὐτοί πα­ρέ­μειναν ἐκτός ἀληθείας μή ἀποδεχόμενοι τίς ἀλάθητες κρίσεις τῶν συνό­δων, κυ­ρίως τῶν Οἰκουμενικῶν, πλήν ἐλαχίστων φωτεινῶν ἐξαιρέσεων. Ἂρειος ὁ δυσ­σεβής θεομάχος, Νεστόριος, Εὐτυχής, Διόσκορος, Σεβῆρος (μο­νοφυσίτες), Σέρ­γιος, Πῦρρος, Παῦλος, Πέτρος (μονοθελῆτες Πατριάρχες Κων/πόλεως), πολλοί εἰκονομάχοι, καί τόσοι ἂλλοι στή συνέ­χεια παπιστές, Λουθηροκαλβῖνοι κ.λ.π. παρέμειναν ὃλοι τους ὑπερηφάνως καί ἀμετανοήτως στήν πλάνη.
        Τοῦτο μᾶς κάνει νά πιστεύσουμε ὃτι καί σήμερα πού ἡ δύστυχη γενιά μας εἶναι προφητευμένη καί πηγαίνουμε ἀπό τό κακό στό χειρότερο, οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες δέν πρόκειται νά ἀνανήψουν ἀπό τίς διαστροφές τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ.
        Οἱ ἀναφορές τῶν οἰκουμενιστῶν στίς ἐξαγγελίες διαφόρων ἐκδηλώσεων περί τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στεροῦνται οὐσιαστικοῦ περιεχομένου γιατί δέν εἶναι ἀνταποκρίσιμες μέ τήν ἀλήθεια. Ἀκούγονται πολλές φορές τά ὃσα ἐξαγγέλουν καλά καί ὀρθόδοξα (ἰδιαίτερα σέ χώρους καί ναούς ὀρθοδόξων), ἀλλά αὐτοί ἒχουν ἂλλα στό μυαλό τους. Θέλουν ἡ ἀλήθεια νά κάνει χῶρο καί γιά τό ψεῦδος. Θέλουν τήν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία νά τήν διευρύνουν πέρα ἀπό τά ὃρια πού ἒθεσε ὁ Κύριος. Καί ἒτσι ὃπως τό πηγαίνουν, θέλουν μαζί μέ τούς «υἱούς τῆς ἐλευθέρας», τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς, νά συμπορεύονται γιά τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐκτός ἀπό τούς καθολικούς, προτεστάντες, μονοφυσῖτες ἀκόμη καί οἱ πιστοί ἂλλων θρησκειῶν. «Ὁ καθένας μπορεῖ νά φθάσει στό θεό» λέγουν «ἀπό τόν δικό του δρόμο». Ἀλλά τί θεό ἐννοοῦν, ἓνας Θεός γνωρίζει. Μιά τέτοια ἑνότητα πού ὁραματίζονται διευρύνει τά ὃρια τῆς Ἐκκλησίας καί συμπεριλαμβάνει αἱρέσεις μέ μοναδικό κριτήριο τήν οὐμανιστική νοοτροπία τους.
        Ξεχνοῦν τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «...ἐάν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μου ἐστε, καί γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. η’ 31,32). Ἀλλά πῶς νά γνωρίσουν τήν Ἀλήθεια καί νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τήν πλάνη τοῦ οἰκουμενισμοῦ ὃταν ἀρνοῦνται τήν ἁγία Παράδοση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία διαφυλάσσει τήν πηγή τῆς ἀληθείας, τούς λόγους τοῦ Χριστοῦ ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ;
        Γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές ἀναφέρουμε μία παλαιότερη δήλωση τοῦ οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, καί δύο σημεῖα ἀπό τό Κείμενο τῆς Μεγάλης Συνόδου τῆς Κρήτης.
        Ἡ πρώτη ἒγινε κατά τήν ἐπίσκεψή του στό Ἃγιον Ὃρος τό 2008, ὃπου μεταξύ ἂλλων εἶπε τά ἑξῆς:  «Ἒχουσι γνῶσιν οἱ φύλακες. (!) Διαλεγόμεθα πρός αὐτούς διά νά γνωρίσουν ὃθεν ἐξέπεσον». Αὐτή ἦταν ἡ ἀπάντησή του πρός αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἐτόλμησαν τέλος πάντων νά διαμαρτυρηθοῦν γιά τά ἀνοίγματά του πρός τούς αἱρετικούς. Στ’ ἀλήθεια πίστεψαν οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες ὃτι ὁ διάλογος γί­νεται μέ μία τέτοια προ­οπτική; Ὃταν αὐτός ὁ Πατριάρχης ἀφ’ ἑνός θεωρεῖ ὃτι οἱ αἱρετικές ὁμολογίες, τῶν Λατίνων, Προτεσταντῶν κ.ἂ. εἶναι ἀδελφές ἐκκλησίες μέ μυστήρια, ἀφ’ ἑτέρου λέγει ὃτι «διαλεγόμεθα πρός αὐτούς διά νά γνω­ρίσουν ὃθεν ἐξέπεσον», εἶναι δυνατόν νά πιστεύει ὁ ἲδιος σέ τέτοιον διά­λογο;  Ἓνα ἐκ τῶν δύο συμβαίνει· ἢ εἶναι ἀδελφές ἐκκλησίες (ὁπότε ὁ διά­λογος περιττεύει), ἢ ἐξέπεσαν ἀπό τήν ἀλήθεια. Τό νά άνταλλάσσει μέ τούς αἱρετικούς σέ κάθε θρονική ἑορτή εὐχές καί χαιρετισμούς καί σέ κάθε «ἀποστολική» ἑορτή τῆς Ρώμης καί σέ ἂλλες ἐκδηλώσεις, νά συ­μπροσεύχεται καί νά «συλλειτουργεῖ» μέ αὐτούς καί ἀπό τήν ἂλλη ὃταν ἒρχεται στό Ἃγιον Ὃρος νά παριστᾶ τόν ὀρθόδοξο, φανερώνει ἐπίσης ἓνα ἐκ τῶν τριῶν· ἢ δέν πιστεύει στόν διάλογο ὃπως τόν διετύπωσε παραπάνω, ἢ ἒχει χάσει κάθε κριτήριο ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας, ἢ ὑποκρίνεται τόν ὀρθόδοξο, ὑπάρχων ἀντορθόδοξος. Γιά ποιό ἀπό ὃλα αὐτά νά θρηνήσει κανείς;  Ἂς ἀκούσουμε ὃμως τόν Μ. Βασίλειο ὁ ὁποῖος μᾶς προειδοποιεῖ· «Οἳτινες τήν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιοῦντες ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δέ τοῖς ἑτερόφροσιν, τούς τοιούτους, εἰ μετά πα­ραγγε­λίαν μή ἀποστῶσιν, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἒχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν».
       Εἶναι δυνατόν οἱ Ἁγιορεῖτες νά ἐπαναπαύονται μέ τέτοιες δηλώσεις καί νά μήν ἀντιλαμβάνονται ὃτι τούς ἐμπαίζει καί καταρ­ρακώνει τήν νοημοσύνη τους; Δέν βλέπουν ὃτι καί ὁ ἲδιος ἐξέπεσε στήν παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁπότε τό νά θέλει νά κάνει τούς αἱρετικούς νά γνωρίσουν «ὃθεν ἐξέπεσον» εἶναι καθαρή οὐτοπία; Πῶς θά τό πετύχει αὐτό, διά τῶν συμπροσευχῶν μέ αὐτούς; Ἢ μήπως δέν γνωρίζουν ὃτι ἐκεῖνος οἰκουμενιστής ὑπάρχων προσαρμόζεται πρός τίς ἀπαιτήσεις τοῦ ἑκάστοτε ἀκροατηρίου του, γιατί τά ὃριά του δέν εἶναι ἐκεῖνα «ἃ ἒθεντο οἱ πατέρες ἡμῶν» ἀλλά ἀπεριόριστα; Καί ναί μέν ἐκεῖνος εἶναι συνεπής πρός τήν οἰκουμενιστική του γραμμή· αὐτό πιστεύει αὐτό κάνει, ἀλλά στούς Ἁγιορεῖτες πατέρες τί εἲδους συ­νέπεια να καταλογίσουμε; Αὐτήν τῆς ὀρθοδόξου ὁμολογίας; Κάθε ἂλλο. Αὐτήν τῆς ἀποδοχῆς τῆς οἰκουμενιστικῆς θεωρίας; Τοὐλάχιστον μέ τά λόγια τήν ἀπορρίπτουν ἀλλά στήν πράξη(1) τήν ὑποστηρίζουν. Ὁ Κύριος ὃμως στήν ἀποκάλυψη λέ­γει σαφέστατα· «ὂφελον ψυχρός ᾗς ἢ ζεστός». Καί ὁ μεγαλώνυ­μος ζηλω­τής Ἡλίας· «ἓως πότε ὑμεῖς χωλανεῖτε ἐπ’ ἀμφοτέραις ταῖς ἰγνύαις;»
        Ἡ δεύτερη δήλωση ἀπό τό Κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» (§19) τῆς Μ.Σ. λέγει: «Οὐδεμία Ἐκκλησία ὑποχρεοῦται νά ἀλλάξῃ τήν ἐκκλησιολογίαν αὐτῆς κατά τήν εἲσοδόν της εἰς τό Π.Σ.Ε. Ἐν τούτοις τό γεγονός τῆς ἐντάξεως αὐτῆς (Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) εἰς τό Π.Σ.Ε. δέν συνεπάγεται ὃτι ἑκάστη Ἐκκλησία ὀφείλει νά θεωρῇ τάς ἂλλας ὡς Ἐκκλησίας ὑπό τήν ἀληθῆ καί πλήρη ἒννοιαν τοῦ ὃρου». (Ἐπανάληψη ἀπό τίς ἐκκλησιολογικές προϋποθέσεις τῆς Δηλώσεως τοῦ Toronto §2,3.3,4.4-1950)
        Ὃπως τά φαρμακερά ζαχαρόπηκτα, ἒτσι καί ἡ δήλωση μοιάζει ἀληθοφανής καί καθωσπρέπει γιά μιά ἐλίτ ἀνώτερων καί πολιτισμένων ἀνθρώπων σάν τούς οἰκουμενιστές. Ἐμεῖς οἱ κατώτεροι, οἱ «φονταμενταλιστές»(ἂν τό θέλουν), οἱ, οἱ... ἒχουμε νά τούς ρωτήσουμε κάποια πράγματα καί ἂς μᾶς ἀπαντήσουν.
        Πῶς θεωρεῖτε τούς Καθολικούς ὃταν ἐπανειλημένως συμπροσεύχεσθε μέ αὐτούς καί κάνετε ἡμι-συλλείτουργα; Καί σηκώσατε τά ἀναθέματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός αὐτούς ἐπί Ἀθηναγόρα τό 1965;
        Τό πῶς θεωροῦν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οἱ Παπικοί, Προτεστάντες, Μονοφυσῖτες κ.ἂ. τό λέγει ἡ δήλωση ξεκάθαρα. «Δέν ὀφείλουν νά τήν θεωροῦν ὑπό τήν ἀληθῆ καί πλήρη ἒννοιαν τοῦ ὃρου». Τό πῶς θεωρεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκείνους μᾶς τό εἶπαν ἐπίσης ξεκάθαρα οἱ ἃγιοι Πατέρες μας, Γρηγόριος Παλαμᾶς, Μᾶρκος Εὐγενικός κ.ἂ.  Κατά τήν ἒκφραση τοῦ Μ. Βασιλείου (εἰδικά σήμερα), «ἀπερρηγμένους καί ἀπηλλοτριωμένους ἐκ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». (Α’ Κανών). Τό πῶς θεωροῦν οἱ νεο-ορθόδοξοι οἰκουμενιστές τούς Παπικούς καί τούς ἂλλους, τό ἒχουν ἀποδείξει μέ τά ἒργα τους. Καμμία συμπόρευση μέ τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἁγίων Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι οὒτε διαλόγους ἀπέραντους ἒκαναν μέ τούς αἱρετικούς, χωρίς κανένα ὂφελος, οὒτε πολύ περισσότερο συμπροσεύχονταν.
        Μέ τήν τρίτη δήλωση ἀπό τό Κείμενο τῆς Μ.Σ. ὁτι «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τήν ἱστορική ὀνομασία ἂλλων ἑτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί ὁμολογιῶν» οἱ οἰκουμενιστές πέτυχαν τόν κύριο στόχο τους. Στόχος προαποφασισμένος καί κάθε ἂλλο παρά «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι». Οἱ Παπικοί ἢδη πανηγυρίζουν. Ἐπίσημα πλέον οἱ «ὀρθόδοξοι» φίλοι τους τούς ἀναγνώρισαν ὡς Ἐκκλησία. Ὂχι πώς οἱ Παπικοί εἶχαν διαφορετική γνώμη γιά τήν θρησκεία τους, ἀλλά πανηγυρίζουν διότι, ὃτι δέν πέτυχαν μέχρι σήμερα μέ τήν οὐνία, τούς τό προσφέρουν οἱ φίλοι τους οἰκουμενιστές. Μέ μαθηματική πρόοδο τό κοινό Ποτήριο, ἢδη συντετελεσμένο ἀτύπως στά ὑψηλά κλιμάκια, θά συντελεῖται ὃλο καί πιό πολύ στά πλατιά στρώματα τοῦ λαοῦ. Τί καί ἂν προστέθηκε ὁ ὃρος «ἑτερόδοξη»; Γιά τούς ἲδιους τούς Παπικούς εἶναι σωστός, ἂν ὂχι ἀνούσιος. Δηλαδή δέν ὑπάρχει κανένα πρόβλημα.
        Ἐπίσης λύθηκε καί τό πρόβλημα γιά τούς «ταραξίες» ἀντι-οικουμενιστές. Ὃσοι δέν θέλουν νά χάσουν τά βολέματά τους, βολεύτηκαν θαυμάσια μέ τόν ὡς ἂνω ὃρο. Ὂντως ἡ διπλωματία τῶν Φαναριωτῶν εἶναι ἀξεπέραστη. Ἒτσι οἱ ἀντι-οικουμενιστές θά συνεχίσουν τήν γνωστή μέχρι τώρα τακτική τους. Τακτική πού γιά τούς οἰκουμενιστές «δέν τούς καίγεται καρφί». Εἲμαστε σχεδόν σίγουροι γι’ αὐτό, διότι οἱ ὁμολογίες σάν τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ (τέτοιες ἀπαιτοῦνται σήμερα) χρειάζονται, ὃπως ἒλεγε ἓνας ἃγιος Γέροντας καί σύγχρονος Ὁμολογητής, γερά κότσια. Δηλαδή ὀρθόδοξο Πατερικό βίωμα καί αὐταπάρνηση, τά ὁποῖα δυστυχῶς λείπουν, ἐκτός ἀπό ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις.  
 
                                               Σημείωση
1.   Ἐμβριθής θεολόγος καί ἀναλυτής τῶν βαθέων τῆς οἰκουμενιστικῆς ἀποστασίας πρίν δύο δεκαετίες ἒγραφε τά ἑξῆς: «Δεκαετίες τώρα τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐμπαίζει τούς Ἁγιορείτας. Ἐνῶ προδίδει τήν Ὀρθοδοξίαν, συγχρόνως ἐγκωμιάζει – εὐκαιρίας δο­θεί­σης – καί τάς ὀρθοδόξους Παραδόσεις σέ ἐπιστολές της πρός αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἀφορμή ζητοῦν νά δικαιολογήσουν τό Φανάρι, ὣστε νά μήν πάρουν θάρρος οἱ ζηλωταί! Ἒτσι ἐπί δεκαετίες παίζεται ἓνα διπλό παιχνίδι εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας· τό Φανάρι κοροϊδεύει τούς ἁγιορείτας καί οἱ Ἁγιορεῖται τόν λαόν τοῦ Θεοῦ, ἐλαχιστοποιοῦντες τίς κακοδοξίες τῆς Κων/πόλεως καί μεγαλοποιοῦντες τάς ἀτελείας τοῦ ἀνθενωτικοῦ μετώ­που. Καί ὂχι μόνον αὐτό, ἀλλά διώκουν καί τούς συμμοναστάς των ζηλωτάς πατέρας, προσφέροντες οὓτω «λατρείᾳ τῷ Πατριάρχῃ των». (Ὃταν οἱ φύλακες προδίδουν. Θεοδωρήτου Ἱερ/χου. σελ.196).

Δ.Μ.




ΠΗΓΗ: KΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ


0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top