Νεοελληνική απόδοση: Ένας άνθρωπος που περπατούσε στην ερημιά, συνάντησε μια γυναίκα, που στεκόταν μόνη της και με κατσουφιασμένη όψη. Την χαιρέτησε και τη ρώτησε ποια είναι. Εκείνη είπε: «Είμαι η Αλήθεια». «Και για ποιο λόγο άφησες την πόλη και κατοικείς μόνη σου στην ερημιά;». «Διότι παλιότερα το ψέμα βρισκόταν σε λίγους μόνο. Τώρα έχει καταλάβει τις ψυχές όλων των ανθρώπων. Και, αν θέλεις να ανταλλάξεις λόγο με οποιονδήποτε, θα δεις ότι όλοι έχουνε μέσα τους την ψευτιά. Γι' αυτό με βλέπεις λυπημένη να κατοικώ στις ερημιές, αφού δεν με αφήνουνε να πλησιάσω όπου κατοικούν άνθρωποι».
Επιμύθιο: Όλος ο βίος των ανθρώπων γίνεται πάρα πολύ κακός, πανούργος και ελεεινός, όταν το ψέμα προτιμάται από την Αλήθεια.
*
Για τον Αίσωπο και τον άνθρωπο κάθε εποχής, εξορία της Αλήθειας στην ερημιά σημαίνει την άρνηση να την δεχτεί ως κανόνα στην ζωή του. Είναι ο παραμερισμός ή ακόμη και ο πλήρης εξοβελισμός της από το «είναι», από την συνείδηση, κατά συνέπεια και από την πρακτική της καθημερινότητας της ζωής και η προτίμηση του ψεύδους. Όταν φεύγει η Αλήθεια από την καρδιά, όπου είναι η φυσική της θέση, οδηγείται στην ερημιά οπωσδήποτε η ίδια η καρδιά και όχι η Αλήθεια! Δηλαδή, «παροπλίζεται» η Αλήθεια στην ανθρώπινη ύπαρξη, πράγμα αφύσικο για ένα λογικό πλάσμα, που θέλει να λέγεται άνθρωπος. Έτσι, με την απουσία της, ο άνθρωπος οδηγείται αυτός στην ερημιά, στο σκοτάδι της ψεύτικης ζωής!
Αυτή είναι η πραγματικότητα, καθώς την βλέπουμε στον μύθο, με την προσωποποίηση που συνηθίζει να κάνει ο Αίσωπος. Βάζει στο στόμα της Αλήθειας το παράπονο της εγκατάλειψής της από τον άνθρωπο, αλλά ουσιαστικά μιλά για λογαριασμό του ίδιου του ανθρώπου! Εξάλλου, αυτό φαίνεται καθαρά από το επιμύθιο, πως η Αλήθεια δεν έχει ανάγκη τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος έχει ανάγκη την Αλήθεια!
Για την Εκκλησία, η οποία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος στους αιώνες και κατέχει πάσαν την Αλήθεια, «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ιω. 14,6) ερημιά είναι το να κόψουν τα παιδιά της τον δεσμό τους μ` αυτήν, να μην θέλουν ή να μην μπορούν να την γνωρίσουν. Γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος στα «ουαί» του Χριστού κατά των Γραμματέων και Φαρισαίων: «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Ματθ. 23,38). Οίκος ονομάζεται το Γένος των Ιουδαίων, η Ιερουσαλήμ και ιδιαιτέρως ο ναός. Όμως, ναός του Αγίου Πνεύματος είναι και ο κάθε χριστιανός. Και ερμηνεύει ο άγιος Χρυσόστομος, πως έρημος εδώ σημαίνει την απουσία της θείας βοήθειας, την εγκατάλειψη της θείας χάριτος: «γυμνός της παρ` εμού βοηθείας», λέει. Την ίδια ερμηνεία δίνει και ο Ζιγαβηνός: «Έρημος της ενοικούσης αυτώ θείας χάριτος». Επίσης ο Μέγας Βασίλειος: «Διά τούτο ουκέτι προφήται παρ` αυτοίς, ουκέτι χάρις, αλλά γέγονε χέρσον και καταπάτημα».
Στο κατά Λουκά, στο τέλος του 13ου κεφαλαίου, λέει πάλι ο Χριστός προς τους Φαρισαίους: «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Λουκ. 13,35). Μεταξύ των άλλων γράφει ο Τρεμπέλας : «Όταν ο Χριστός φύγει και απομακρυνθεί από κάποιο μέρος, όσο καλά επιμελημένο, ετοιμασμένο και πολυσύχναστο κι αν είναι, μεταβάλλεται σε έρημο».
Ναι, μένουμε μακριά της Αληθείας οι άνθρωποι, στην πνευματική ερημιά. Απέχουμε από τα μυστήρια και την άσκηση, από το μυστήριο της σωτηρίας και, όταν αυτή πλήττεται και διώκεται, κρατούμε κλειστά τα μάτια της καρδιάς μας και δεν έχουμε πνευματικό κουράγιο να εγείρουμε έργο και λόγο αντιρρήσεως. Είναι η απομόνωση από την ουσία της πνευματικής παρακαταθήκης. Ο «ανησυχητικός» εφησυχασμός, η ησυχία μέχρι ανησυχίας. Κάτι, που δυστυχώς συμβαίνει στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, καθώς δεν λειτουργεί το σώμα της Εκκλησίας και δεν συναλίζεται εν τη Αληθεία. (συναλίζομαι = έρχομαι ομού` στο ίδιο μέρος, μαζί, συγχρόνως, εγγύς, εν συνόλω).
Ο Τρεμπέλας στα σχόλιά του, στον στίχο (Πραξ. 1,4) : «καὶ συναλιζόμενος (ο Χριστός) παρήγγειλεν αὐτοῖς (τοις Αποστόλοις) ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου», γράφει για το ρήμα συναλίζομαι: «Το ρήμα εκφράζει την στενή κοινωνία του Ιησού μετά των αποστόλων του προς επιτέλεση ενός σώματος, σύμφωνα με την αρχική σημασία του ρήματος συναλίζεσθαι, που σημαίνει το να γίνει κάποιος ένα με κάποιον άλλο, αλλά συγχρόνως η ένωση αυτή επιβεβαιωνόταν με την συμμετοχή στην ίδια τροφή και στο ίδιο τραπέζι».
Αυτή είναι η έρημος: Η απομόνωση του λαού του Θεού, του σώματος της Εκκλησίας, από την Αλήθεια. Σήμερα, που στένεψαν τα πράγματα και ο βιασμός της Αλήθειας είναι εμφανής και άκρατος, ο λαός τελεί εν αγνοία και το έργο της προδοσίας, κάθε μορφής προδοσίας, καθίσταται εύκολο. Διότι και ο σύνδεσμος μεταξύ των μελών, πλην κάποιων εξαιρέσεων, είναι χαλαρός έως ανύπαρκτος. Αυτό είναι το μέγα σημερινό κακό. Διαπράττεται έγκλημα κατά της Αλήθειας και το σώμα απομονωμένο και αποξενωμένο από την Αλήθεια, εκουσίως ή ακουσίως, και πάντως αδυνατώντας να αντιδράσει, καθεύδει.
Μεγάλος αγώνας, με πολλή αγωνία, δίνεται από μεμονωμένα άτομα ή και ορθόδοξους φορείς και καλώς, κατά των εχθρών της Εκκλησίας. Αλλά, όλοι αυτοί οι εχθροί, συντονισμένοι κάτω από διάφορα οργανωμένα σύνολα, εκφράζουν τον ένα εχθρό, που λέγεται κόσμος. Ο κόσμος φέρει το φρόνημα του αρχηγού του, του διαβόλου, εξ ου και κοσμοκράτορας. Όμως, αυτή η τακτική δεν μπορεί να έχει ουσιαστικό και μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα, διότι φυλάσσονται μεν τα όρια, αλλά μεγαλύτερη είναι η ανάγκη να στραφεί το ενδιαφέρον της ποιμαντικής και κατηχητικής διακονίας, στην δημιουργία γνήσιου ορθόδοξου πνευματικού υποστρώματος, πατερικού φρονήματος, στην ψυχή συνόλου του λαού. Να μην παραμελείται δε η κηδεμονία του και το «συναλίζεσθαι», διότι είναι σαν να φυτεύεται ένα δέντρο, το οποίο θα δώσει μόνο φύλλα και όχι καρπούς. Για παράδειγμα, είναι απορίας άξιον αυτό που συμβαίνει σε πολλές Μητροπόλεις. Το ότι μέσα σε μια μητροπολιτική Περιφέρεια παραμένουν αδρανείς και «ανεκμετάλλευτοι» δεκάδες θεολόγοι καθηγητές, αλλά και λόγιοι κληρικοί και δεν προσκαλούνται ή προσκαλούμενοι δεν δέχονται τις προσκλήσεις από τους οικείους Μητροπολίτες για προσφορά και συνεργασία στον αγρό του Χριστού.
Όμως και το να διαμαρτύρεται ο λαός συνεχώς επί των αποφάσεων της ποιμαίνουσας Εκκλησίας, χωρίς τον συνυπολογισμό των δικών του ευθυνών, χωρίς επίγνωση της δικής του πνευματικής κατάστασης, πολλές φορές δεν είναι φρόνιμο και δίκαιο. Διότι, επί παραδείγματι, εν τη παρούση περιστάσει της εξάπλωσης του λοιμού, αν υπήρχε ικανός αριθμός ιερέων, θα κωλυόταν έως αδιεξόδου η τέλεση των Μυστηρίων και ιεροπραξιών; Μάλλον, όχι. Αφού θα υπήρχαν πολλοί ιερείς, θα αναλάμβαναν λατρευτικά καθήκοντα, με την κατάλληλη κατανομή του αριθμού των πιστών σε κατάλληλους χώρους, θα διευκόλυνε δε αυτό και την ιεραρχία και την πρακτική των αποφάσεων της κοσμικής εξουσίας. Θυμάμαι τον π. Αυγουστίνο Καντιώτη, πού συχνά στα κηρύγματά του επέμενε στο θέμα αυτό, καυτηριάζοντας την νοοτροπία κυρίως των αγωνιζομένων χριστιανών γονέων, σχετικά με την επιλογή του επαγγέλματος των παιδιών τους. Έλεγε χαρακτηριστικά, ρωτώντας και απαντώντας ο ίδιος: «Τι θα γίνει το παιδί σου;». «Αξιωματικός!». «Τι θα γίνει το παιδί σου;». «Μηχανικός, καθηγητής!». «Παπάς; Δεν θα γίνει παπάς;». «Όοοχι παπάς! Όοοχι παπάς! ». Και το επαναλάμβανε αυτό δυο τρεις φορές με πάθος και ιερή αγανάκτηση! Είμαστε υπεύθυνοι και εμείς για όσα συμβαίνουν σήμερα. Η Εκκλησία έχει τα φάρμακα, τα μηχανήματα, τους τρόπους και τα μέσα της θεραπείας της ψυχής και του σώματος, αλλά στερείται ικανού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, για την πλήρη και ορθή χρήση τους. Και έρχεται προ αδιεξόδου! Ποιος φταίει; Μόνο οι δεσποτάδες;
Ίσως, σήμερα, μας ακούγονται ξένες οι πνευματικές καταστάσεις της πρώτης Εκκλησίας και μας προκαλούν απορία και δέος οι εμπειρίες, αλλά και οι προτροπές για ενότητα και καλλιέργεια κοινού φιλοχρίστου φρονήματος, το οποίο είναι και η πραγματική δύναμη εναντίον του κάθε κακού:
α). «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πραξ. 4,32).
β). «ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» (Πραξ. 2,1).
γ). «Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Α΄ Κορ. 1,10)
δ). «τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες» (Ρω. 12,16)
ε). «ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν»(Ρωμ. 15,15)
στ). «πληρώσατέ μου τὴν χαράν, ἵνα τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες» (Φιλιπ. 2,2)
ζ). «πλὴν εἰς ὃ ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ φρονεῖν» (Φιλιπ. 3,16)
η). «Εὐοδίαν παρακαλῶ καὶ Συντύχην παρακαλῶ τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν Κυρίῳ» (Φιλιπ. 4,2)
Αν ο λαός είναι πεπαιδευμένος στην αγία Πίστη, θα είναι πολύ δύσκολο να επέλθει πνευματική σύγχυση και άλωση στα ιερά της πίστεως. Διότι οι ποιμένες θα νιώθουν ασφαλώς το αίσθημα της γνήσιας πατρότητας και ομοφροσύνης και της στήριξης από τον λαό, στις δύσκολες αποφάσεις, αλλά και αντιστρόφως, πολύ δυσκολότερα θα θρασύνονται, αλίμονο, οι ίδιοι και θα κηρύττουν αίρεση (δες πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για Παπισμό, πατριάρχης Αλεξανδρείας για Κοπτική «εκκλησία, κλπ.»). Γι` αυτό απαιτείται η καλλιέργεια της καλής ανησυχίας στο πλήρωμα, με όπλο την γνώση. Την μελέτη του βίου και της πολιτείας των Πατέρων, που αγωνίστηκαν για την ορθόδοξη πίστη και την μεταλαμπάδευση του ομολογιακού και μαρτυρικού φρονήματός τους. Την συχνή συμμετοχή στην θεία λατρεία και στα μυστήρια. Διότι, μόνο έτσι θα είναι σε θέση να παρακολουθεί και να διακρίνει τις οποιεσδήποτε αποκλίσεις από την Αλήθεια και, χάριτι Θεού, να εγείρεται προς αγώνες.
Η Αλήθεια είναι η περιουσία της Εκκλησίας μας. Όταν αυτή θίγεται, προσβάλλεται, απειλείται, δεν έχουν καμιά δικαιολογία τα μέλη της Εκκλησίας να μένουν απαθή. Είναι περιουσία όλων των μελών «εξ αδιαιρέτου». Όπως όταν πλήττεται και απειλείται η υλική περιουσία μιας οικογένειας, εγείρονται όλα τα μέλη και πρώτος ο πατέρας, έτσι και όταν προσβάλλεται η Αλήθεια της Εκκλησίας του Χριστού, εγείρεται ο λαός εν σώματι, με μπροστάρηδες τους ποιμένες.
Σήμερα η Εκκλησία βάλλεται με τον πιο δαιμονικό τρόπο, αδυνατεί δε να συμπαρασταθεί ως ζώσα η δύναμη αυτή, που λέγεται λαός του Θεού, στους υγιώς ανθισταμένους, και ο Οικουμενισμός μαζί με όλα τα παρακλάδια της Νέας Τάξης αλωνίζει ανεμπόδιστος. Ουδείς δε εξ ημών άμοιρος ευθυνών, των δεσποζόντων υπερεπιβεβαρημένων!
Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 17-3-2020