Ο Ευαγγελιστής χώρισε όλες τις γενεές σε τρεις ομάδες, για να δείξει ότι ο
λαός του Θεού δεν βελτιώθηκε, όσο κι αν άλλαζε η πολιτική του κατάσταση.
Παρέμειναν δηλαδή με τα ίδια ελαττώματα, είτε είχαν αριστοκρατικό πολίτευμα,
είτε βασιλεία, είτε ολιγαρχία. Και δεν έγιναν πιο ενάρετοι ούτε υπό την ηγεσία
μεγάλων αρχηγών, ούτε ιερέων, ούτε βασιλέων.
Αλλά γιατί, θα πει κάποιος, ο Ευαγγελιστής παρέλειψε τρεις βασιλείς στη
μεσαία ομάδα, και γιατί λέει ότι οι γενεές της τελευταίας ομάδας είναι
δεκατέσσερις, ενώ αναφέρει μόνο δώδεκα;
Το πρώτο ερώτημα το αφήνω σε εσάς να το ερευνήσετε. Δεν είναι σωστό να σας
εξηγούνται τα πάντα, ώστε να μη γίνεστε αδιάφοροι για την προσωπική έρευνα και
μελέτη. Θα σας μιλήσω, λοιπόν, για το δεύτερο. Νομίζω πως εδώ ο Ευαγγελιστής
υπολογίζει ως μία γενεά τον καιρό της αιχμαλωσίας, και ως άλλη γενεά τον ίδιο
τον Χριστό. Έτσι, δείχνει ότι ο Χριστός συνδέεται στενότατα με εμάς τους
ανθρώπους.
Και ορθά υπενθυμίζει εκείνη την αιχμαλωσία, για να δείξει ότι ούτε τότε,
όταν είχαν φτάσει σε τόσο μεγάλη συμφορά, συνετίστηκαν και μεταστράφηκαν.
Επομένως, όλα αυτά αποδεικνύουν ότι ήταν απόλυτα αναγκαίο να έρθει στον κόσμο ο
Χριστός.
Ρωτάται λοιπόν: γιατί ο Μάρκος δεν κάνει το ίδιο με τον Ματθαίο, δηλαδή
γιατί δεν αναφέρει τη γενεαλογία του Χριστού, αλλά εκθέτει τα γεγονότα με
συντομία;
Νομίζω πως ο Ματθαίος άρχισε να γράφει το έργο του πριν από τους άλλους
Ευαγγελιστές. Γι’ αυτό και παρουσιάζει τη γενεαλογία με ακρίβεια, καθώς και τα
πιο σημαντικά γεγονότα με περισσότερη λεπτομέρεια. Ο Μάρκος, όμως, έγραψε
αργότερα· έτσι ακολούθησε πιο σύντομο τρόπο γραφής, επειδή μέχρι τότε είχαν ήδη
γραφεί και διαδοθεί πολλά. Επιπλέον, ο ιουδαϊκός λαός έδινε ιδιαίτερη σημασία
σε αυτά τα ζητήματα. Ήταν, λοιπόν, φυσικό κάθε Ευαγγελιστής να αρχίζει το έργο
του με διαφορετικό προοίμιο.
Όσο για τα θαύματα, έγιναν σε διαφορετικές εποχές, κυρίως για τους
ειδωλολάτρες, ώστε να πιστέψουν πολλοί και να φανερωθεί η δύναμη του Θεού.
Γιατί κάθε φορά που οι εχθροί υπέτασσαν τον λαό του Θεού, εκείνοι νόμιζαν πως
αυτό συνέβαινε επειδή οι θεοί των εθνών ήταν πιο ισχυροί. Κάτι παρόμοιο συνέβη
και στην Αίγυπτο, όπου προκλήθηκε μεγάλη σύγχυση, αλλά και αργότερα στη
Βαβυλώνα, με τα γεγονότα της καμίνου και τα όνειρα.
Θαύματα έγιναν ακόμη και όταν ο λαός βρισκόταν μόνος του στην έρημο, όπως
επίσης και μετά την ενανθρώπηση του Κυρίου. Διότι και τότε συνέβησαν πολλά
θαύματα, ιδιαίτερα όταν απομακρυνόμασταν από την ειδωλολατρία. Ύστερα, όμως,
σταμάτησαν, επειδή είχε πια σπαρεί παντού ο σπόρος της ευσεβείας. Και αν
γίνονταν θαύματα, αυτά ήταν λίγα και σποραδικά — όπως, για παράδειγμα, όταν ο
ήλιος σταμάτησε να φωτίζει εξαιτίας φοβερών γεγονότων.
Και γιατί, θα ρωτήσει κάποιος, ο Λουκάς αναφέρει επίσης τη γενεαλογία, και
μάλιστα με περισσότερη λεπτομέρεια; Επειδή ο Ματθαίος είχε ήδη ανοίξει τον
δρόμο· έτσι, ο Λουκάς θεώρησε σκοπό του να μας διδάξει κάτι περισσότερο.
Επιπλέον, ο καθένας τους μιμήθηκε τον δάσκαλό του: ο Ματθαίος τον Παύλο, του
οποίου ο λόγος ρέει πλούσιος σαν ποταμός· και ο Μάρκος τον Πέτρο, ο οποίος
αγαπούσε τη συντομία και την απλότητα του λόγου.
Αλλά γιατί, θα πει κάποιος, ο Ματθαίος δεν άρχισε το Ευαγγέλιό του όπως οι
προφήτες, λέγοντας λ.χ. «Ὅρασις, ἣν εἶδον» ή «Λόγος Κυρίου ὁ γενόμενος πρός
με»; Διότι ο Ματθαίος απευθυνόταν σε ανθρώπους που είχαν ήδη ευεργετηθεί από
τον Χριστό και του ήσαν βαθιά αφοσιωμένοι. Δεν είχε, επομένως, ανάγκη να
αποδείξει ότι μιλάει εκ μέρους του Θεού· τα ίδια τα θαύματα που είχαν προηγηθεί
μαρτυρούσαν την αλήθεια του λόγου του, και όσοι μελετούσαν το Ευαγγέλιό του
είχαν ήδη ισχυρή πίστη. Την εποχή όμως των προφητών τα πράγματα δεν ήσαν έτσι·
δεν συνέβαιναν τόσο μεγάλα και φανερά θαύματα ώστε να πιστοποιούν τη θεία
αποστολή των προφητών, ενώ αντίθετα οι ψευδοπροφήτες είχαν μεγάλη επιρροή και
οδηγούσαν τον λαό πίσω στην παλαιά αμαρτωλή του κατάσταση. Μπορεί μάλιστα
κανείς να διαπιστώσει ότι θαύματα έγιναν και στους δικούς μας χρόνους.
Πράγματι, κατά τις ημέρες της βασιλείας του Ιουλιανού του Παραβάτη —του πιο ασεβούς
από όλους— συνέβησαν πολλά παράδοξα και θαυμαστά. Όταν, για παράδειγμα, οι
Ιουδαίοι προσπάθησαν να ανοικοδομήσουν τον ναό της Ιερουσαλήμ, ξεπήδησε φωτιά
από τα θεμέλια και εμπόδισε όλους να συνεχίσουν το έργο. Και όταν ο
θησαυροφύλακας του βασιλιά, ομώνυμος και συγγενής του, έδειξε πρωτοφανή ασέβεια
προς τα ιερά σκεύη, το σώμα του γέμισε σκουλήκια και πέθανε φρικτά· ενώ ο ίδιος
ο Ιουλιανός έφυγε τρομαγμένος, χωρίς να κατορθώσει να ολοκληρώσει το εγχείρημά
του. Μεγάλο θαύμα επίσης ήταν και το ότι στέρεψαν οι πηγές κάθε φορά που
γίνονταν κοντά τους ειδωλολατρικές θυσίες· και ακόμη, ότι όπου πήγαινε ο
βασιλιάς, οι πόλεις εκείνες δοκιμάζονταν από λιμό.
Ο Θεός, λοιπόν, ενεργεί συνήθως με τον εξής τρόπο: Αποκαλύπτει τη δύναμή
Του στους ανθρώπους όταν η κακία περισσεύει και βλέπει ότι σ’ έναν τόπο οι
άρχοντες ενεργούν με αδικία και οι υπήκοοι, εξαιτίας της καταπίεσης που
υφίστανται, φτάνουν σε παράλογες και απελπισμένες πράξεις. Έτσι ενήργησε και
για χάρη των Ιουδαίων, μετά την κατάληψη της Βαβυλώνας από τους Πέρσες.
Έγινε, λοιπόν, φανερό από όσα είπαμε παραπάνω, ότι ο Ματθαίος δεν χώρισε
τυχαία και χωρίς σκοπό τους προγόνους του Χριστού σε τρεις ομάδες. Πρόσεξε
μάλιστα από πού αρχίζει και πού τελειώνει: από τον Αβραάμ έως τον Δαβίδ· από
τον Δαβίδ έως τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα· και από τη μετοικεσία έως τον ίδιο
τον Χριστό. Στην αρχή του Ευαγγελίου του αναφέρει και τους δύο μαζί —τον Δαβίδ
και τον Αβραάμ— και το ίδιο κάνει και στην ανακεφαλαίωση, γιατί, όπως είπα και
αλλού, σε αυτούς δόθηκαν οι υποσχέσεις του Θεού. Γιατί όμως δεν αναφέρει την
κάθοδο των Ιουδαίων στην Αίγυπτο, όπως αναφέρει τη μετοικεσία τους στη
Βαβυλώνα; Επειδή οι Ιουδαίοι δεν φοβούνταν πια τους Αιγυπτίους, ενώ έτρεμαν
ακόμη τους Βαβυλωνίους· επίσης, η κάθοδος στην Αίγυπτο ήταν πολύ παλιό γεγονός,
ενώ η αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα ήταν πρόσφατη και νωπή στη μνήμη τους· και,
τέλος, γιατί στην Αίγυπτο δεν οδηγήθηκαν εξαιτίας των αμαρτιών τους, ενώ στη
Βαβυλώνα οδηγήθηκαν εξαιτίας της ασέβειάς τους. Αν επιχειρούσαμε να εξετάσουμε
και τα ίδια τα ονόματα —όπως του Αβραάμ, του Ιακώβ, του Σολομώντα ή του
Ζοροβάβελ— θα βρίσκαμε πλήθος βαθύτερων νοημάτων με μεγάλη σημασία για την
Καινή Διαθήκη, γιατί αυτά τα ονόματα δεν δόθηκαν τυχαία. Όμως, για να μην
σας κουράσω με την έκταση της ομιλίας, θα αφήσω αυτά κατά μέρος και θα
προχωρήσω στα πιο σημαντικά.