Ιδού μια απλή ερώτηση για να ελέγξουμε την αλήθεια των ιστοριών τρόμου των αντιδρώντων· αν οι υπολογιστές είχαν εμφανιστεί έναν αιώνα νωρίτερα και η κυβέρνηση είχε πραγματοποιήσει ηλεκτρονική καταγραφή αγαθών και πολιτών, θα είχαν επαναστατήσει οι «ζηλωτές της Ορθοδοξίας» ή θα μου πουν: αλλά αυτό ήταν ένα ορθόδοξο καθεστώς και τώρα είναι μη χριστιανικό. Αλλάζει η ηθική με μια αλλαγή καθεστώτος; 
Αν πιστεύουμε ότι η καταχώριση στον υπολογιστή στερεί από ένα άτομο το βαπτιστικό του όνομα, ότι παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι σβήνει την ανθρώπινη προσωπικότητα, ότι μετατρέπει ένα άτομο σε τίποτα περισσότερο από ένα κύτταρο στη μνήμη ενός υπολογιστή, ότι είναι δαιμονική από μόνη της, ανεξάρτητα από τον συμβολισμό που τη συνοδεύει, τότε όλα αυτά τα επιχειρήματα θα πρέπει να παραμένουν έγκυρα ακόμη και αν οι ληξίαρχοι είναι Ορθόδοξοι αξιωματούχοι.
Αν κάποιος πιστεύει ότι η καταχώριση σε υπολογιστή είναι ακίνδυνη στα χέρια μιας Ορθόδοξης κυβέρνησης, θα πρέπει να εγκαταλείψει εντελώς τη χρήση των προαναφερθέντων επιχειρημάτων που στιγματίζουν την καταχώρηση ως τέτοια.
Αν δεν θέλουμε να μας «μετρούν», τότε — σύμφωνα με την Ευαγγελική εντολή — πρέπει να είμαστε έτοιμοι και οι ίδιοι να τραβήξουμε τα χέρια μας από τα κρατικά μέσα «μέτρησης» που έχουν δοθεί στη διάθεσή μας. Εάν πάλι θεωρούμε ότι στα χέρια μας αυτό το όργανο θα είναι ακίνδυνο, τότε πρέπει να πάψουμε να κατηγορούμε αυτό το όργανο καθαυτό.
Ναι, όταν το κράτος παρενέβαινε στις υποθέσεις της ίδιας της Εκκλησίας (όχι οικονομικές, αλλά δογματικές!), όταν ανάγκαζε την Εκκλησία να παραβιάσει το Ορθόδοξο δόγμα, η Εκκλησία πάντα αντιστεκόταν. Αλλά το ζήτημα του Αριθμού δεν είναι δογματικό ζήτημα.
Γι' αυτό ο Γέροντας Ιωάννης (Κρεστιάνκιν) λέει: «Δεν θα υποβάλουμε αίτηση για να μας δοθούν αριθμοί, και αν δοθούν χωρίς τη συγκατάθεσή μας, δεν θα αντισταθούμε. Άλλωστε, όλοι λάβαμε αριθμούς στην εποχή μας και ήμασταν όλοι μέρος του κρατικού μητρώου, και έτσι είναι τώρα. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Αποδώστε στον Καίσαρα τα του Καίσαρα και στον Θεό τα του Θεού» (επιστολή με ημερομηνία 9 Μαΐου 2000).
Πουθενά στην εκκλησιαστική παράδοση δεν αναφέρεται ότι ένας Χριστιανός είναι υποχρεωμένος να αγωνίζεται για την προσωπική του πολιτική και οικονομική ελευθερία. «δοῦλος ἐκλήθης; μή σοι μελέτω· ἀλλ᾿ εἰ καὶ δύνασαι ἐλεύθερος γενέσθαι, μᾶλλον χρῆσαι.» (Α΄ Κορινθίους 7:21).
Ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ, ακόμη και δύο χρόνια πριν από την κατάργηση της δουλοπαροικίας, θεωρούσε ποιμαντικό του καθήκον να υπερασπίζεται τη δουλεία: «ἡ δουλεία, ὡς ἡ δουλοπαροικιακὴ ἐξάρτησις τῶν χωρικῶν ἀπὸ τῶν γαιοκτημόνων, εἶναι παντελῶς νόμιμος καὶ, ὡς θεοσύστατος, ὀφείλει νὰ ὑπάρχῃ πάντοτε, ἔστω καὶ ἐν διαφόροις μορφαῖς»[1]
Όταν ένα άρθρο υπεράσπισης της πολιτικής και προσωπικής ελευθερίας των αγροτών εμφανίστηκε στο περιοδικό της Θεολογικής Ακαδημίας «Ο Ορθόδοξος Συνομιλητής», αυτό θεωρήθηκε από τους μαθητές του Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνοφ ως «μια νέα διδασκαλία, ανήκουστη στην Ορθόδοξη Εκκλησία»[2], αφού, σύμφωνα με τον Άγιο Ιγνάτιο, «ο Λόγος του Θεού και η Εκκλησία, στο πρόσωπο των Αγίων Πατέρων, δεν είπαν ποτέ τίποτα για την κατάργηση της πολιτικής δουλείας»[3]. Ο ίδιος ο Άγιος Ιγνάτιος θεώρησε απαραίτητο να γράψει ένα άρθρο απάντησης προκειμένου να «παραθέσει την ακριβή διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας για τη δουλεία και τη δουλοκτησία»[4]«Δεν σε αφορά που ο κύριός σου είναι απάνθρωπος. Ο Θεός θα τον κρίνει γι' αυτό. Εσύ κουβαλάς τον σταυρό σου, που σου δόθηκε από τον Θεό για τη σωτηρία σου. «Να τον κουβαλάς χωρίς παράπονα, ευχαριστώντας και δοξάζοντας τον Θεό από τον σταυρό σου»[5] ...
Φυσικά, το γεγονός ότι η Εκκλησία τους περασμένους αιώνες δεν ύψωσε τη φωνή της για την υπεράσπιση των πολιτικών ελευθεριών, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να το κάνει και σήμερα. Ένα πλοίο που πάντα ανοίγει τα ίδια πανιά, ανεξάρτητα από τον άνεμο, κινδυνεύει να μην φτάσει ποτέ στο λιμάνι. Αλλά σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί κανείς παρά να παρατηρήσει ότι οι σημερινές κραυγές διαμαρτυρίας -όσο απαραίτητες κι αν είναι- δεν προέρχονται από την εκκλησιαστική ιστορία. Η «καινοτομία» τους δεν σημαίνει ότι πρέπει να κατηγορήσουμε όλους τους αντιδρώντες για μοντερνισμό και αίρεση. Οι ίδιοι οι αντιδρώντες πρέπει να κατανοήσουν τη θέση εκείνων των ιερέων και λαϊκών που δεν βιάζονται να συμμετάσχουν σε συγκεντρώσεις και να υπογράψουν επιστολές διαμαρτυρίας. Έτσι μας έχει εκπαιδεύσει η χιλιόχρονη εκκλησιαστική μας ιστορία... Ένας μοντερνιστής πρέπει να γνωρίζει από τι συνίσταται ο μοντερνισμός του και -αν προτείνει κάτι νέο για το καλό της Εκκλησίας και σύμφωνα με το πνεύμα της ζωής της- πρέπει να παρουσιάσει τα επιχειρήματά του με δεκαπλάσια δύναμη.
Κατά τους προηγούμενους αιώνες, οι Χριστιανοί ιεροκήρυκες θεωρούσαν την ισχυρή κρατική εξουσία ως ασπίδα ενάντια στο χάος. Και ακριβώς με το χάος συνδέθηκε ο Αντίχριστος. Οι Χριστιανοί φοβόντουσαν το χάος και την εισροή βαρβάρων ακόμη περισσότερο από τους διωγμούς από μια παγανιστική αυτοκρατορία. Σχεδόν ολόκληρη η πατερική παράδοση υποστηρίζει ότι ο Αντίχριστος θα βασιλεύσει στα ερείπια της παγκόσμιας τάξης. Μια ισχυρή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μια κρατική εξουσία που επιβάλλει τον νόμο (ακόμα κι αν δεν είναι ειδικά ο εκκλησιαστικός νόμος), θεωρούταν ως η αρχή που «περιορίζει» την έλευση του Αντίχριστου, τον οποίο έβλεπαν ως παιδί του χάους. Έτσι, για πολλούς αιώνες, οι Χριστιανοί φοβόντουσαν, πάνω απ' όλα, την αναρχία[6]... 
Σήμερα, η βασιλεία του Αντίχριστου συνδέεται στην εκκλησιαστική συνείδηση​​ μάλλον με ένα αυστηρά ολοκληρωτικό κράτος. Δεν είναι η αναρχία ή η αταξία, αλλά η «νέα παγκόσμια τάξη» που τρομάζει τους σύγχρονους Χριστιανούς:  

«οι σύγχρονοι παγκόσμιοι ηγεμόνες είναι οπλισμένοι με αυτό που θεωρούν μια εξαιρετικά αποτελεσματική έννοια ελεγχόμενου χάους. Η ουσία της έγκειται στη δημιουργία ενός ενιαίου, άκρως οργανωμένου συντονιστικού κέντρου που θα ελέγχει αυστηρά την πορεία των κύριων διαδικασιών της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία, όντας σε διαδικασία συνεχούς ανάπτυξης, διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα ανελέητου - ακόμη και μέχρι το σημείο της φυσικής καταστροφής - ανταγωνισμού μεταξύ απρόσωπων, χαοτικά κινούμενων, «ελεύθερων» ατόμων».

«Ο συνολικός οικονομικός έλεγχος θα προετοιμάσει την έλευση της βασιλείας του Αντίχριστου, όπως μαρτυρούν τα κείμενα της Αποκάλυψης»...

Στην πραγματικότητα, «τα κείμενα της Αποκάλυψης» μαρτυρούν ακριβώς το αντίθετο: πρώτα θα εμφανιστεί ο Αντίχριστος και στη συνέχεια, με τη βοήθεια του ψευδοπροφήτη-βοηθού του, θα καθιερώσει «αυστηρό οικονομικό έλεγχο». 
Η εισαγωγή ηλεκτρονικών αρχείων, ηλεκτρονικών εγγράφων ταυτότητας που παρακολουθούν όλες τις κινήσεις τους, σημαίνει ότι μπροστά στα μάτια μας δημιουργείται μια τεχνολογία για τον έλεγχο της προσωπικής ζωής που θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για μια άνευ προηγουμένου τυραννία. Οι γραμμωτοί κώδικες και το ηλεκτρονικό χρήμα, οι ηλεκτρονικές ταυτότητες, καθιστούν την ιδιωτική ζωή διαφανή. Και αν μια μέρα το κράτος αποφασίσει ξανά ότι γνωρίζει τον «σωστό» τρόπο να πιστεύει και να ζει, τα «σωστά» βιβλία να διαβάζει και τις «σωστές» σκέψεις να σκέφτεται, θα έχει στη διάθεσή του πληροφορίες για ανθρώπους που καμία μυστική αστυνομία δεν θα μπορούσε να παράσχει στους δικτάτορες του παρελθόντος.
Η τηλεόραση θα κάνει πλύση εγκεφάλου στους ανθρώπους και τα συστήματα υπολογιστών θα μας επιτρέψουν να ελέγξουμε τα αποτελέσματα αυτής της πλύσης εγκεφάλου. Σε αυτή τη νέα κοινωνία, θα είναι πιο δύσκολο από ποτέ να κολυμπάμε κόντρα στο ρεύμα. Και οι Χριστιανοί έχουν λόγους να πιστεύουν ότι το αυξανόμενο ρεύμα δεν θα είναι ευνοϊκό για εμάς.
Ίσως ο Αντίχριστος να μην χρησιμοποιήσει τις σημερινές εξελιγμένες τεχνολογίες για την παρακολούθηση της ζωής των ανθρώπων. Αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι η ιστορία μας θα είναι απαλλαγμένη από τυράννους; Και αυτοί οι μελλοντικοί διώκτες θα έχουν μέσα ελέγχου των ανθρώπων που ο Νέρωνας δεν είχε ποτέ.
Επιπλέον, η ραγδαία εξελισσόμενη παγκοσμιοποίηση σημαίνει ότι ο έλεγχος μπορεί να περιέλθει στα χέρια όχι του έθνους-κράτους, αλλά ενός υπερεθνικού ή ακόμα και παγκόσμιου κράτους. Τα κέντρα παγκόσμιας εξουσίας θα είναι πολύ πιο ανεξάρτητα από τις επιλογές των τοπικών ψηφοφόρων από ό,τι οι παραδοσιακές εθνικές δομές εξουσίας. Αυτό σημαίνει ότι στο νέο «παγκόσμιο χωριό», οι ψηφοφόροι στις ορθόδοξες χώρες βρίσκονται στη θέση μιας άνευ νοήματος μειονότητας. Αναδύεται ένας μονόδρομος: τα παγκόσμια κέντρα εξουσίας μπορούν να πάρουν τον έλεγχο της συνείδησης (και του υποσυνείδητου) των παιδιών μας και ίσως ακόμη και των δικών μας, ενώ εμείς δεν είμαστε σε θέση να επηρεάσουμε τις αποφάσεις ενός κέντρου εξουσίας που είναι πολύ πάνω από εμάς. Έτσι, ο λόγος για ανησυχία και διαμαρτυρία είναι αρκετά λογικός.
Εάν οι αρχές αναγκάζουν τους Ορθόδοξους πιστούς να αποστατήσουν από τον Χριστό και την Εκκλησία Του, καθώς και να διαπράξουν αμαρτωλές, πνευματικά επιβλαβείς πράξεις, η Εκκλησία πρέπει να αρνηθεί να υπακούσει στο κράτος. Ένας Χριστιανός, ακολουθώντας τις επιταγές της συνείδησης, μπορεί να αρνηθεί να εκπληρώσει την εντολή των αρχών που τον αναγκάζει να διαπράξει σοβαρή αμαρτία. Σε περίπτωση αδυναμίας υπακοής στους κρατικούς νόμους και στις εντολές των αρχών από την πλευρά της Εκκλησίας, η Ιεραρχία της Εκκλησίας, μετά από δέουσα εξέταση του θέματος, μπορεί να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες: να ξεκινήσει άμεσο διάλογο με τις αρχές για το ζήτημα που έχει προκύψει· να καλέσει τον λαό να χρησιμοποιήσει τους μηχανισμούς της δημοκρατίας για να τροποποιήσει τη νομοθεσία ή να αναθεωρήσει τις αποφάσεις των αρχών· να απευθυνθεί σε διεθνείς οργανισμούς και στην παγκόσμια κοινή γνώμη· να απευθυνθεί στο ποίμνιό της με έκκληση για ειρηνική πολιτική ανυπακοή.
Ένας Χριστιανός δεν είναι υποχρεωμένος να χρησιμοποιεί πολιτικά μέσα για να πολεμήσει ενάντια στις κοσμικές, ακόμη και αντιχριστιανικές, αρχές! Αν κάποιος μπορεί να διαμαρτυρηθεί χωρίς να βλάψει την ψυχή του, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την πίστη μας και την Εκκλησία μας, χωρίς να καταδικάσει όσους δεν έχουν παρόμοια ταλέντα, χωρίς να παρουσιάσει το δικό του έργο ως την μόνη αποδεκτή χριστιανική πρακτική, τον κανόνα και το κριτήριο για την εκκλησιαστική ζωή, ο Θεός θα τον βοηθήσει! Αλλά αν κάποιος επιθυμεί να μείνει μακριά από πολιτικές μάχες, επιθυμεί να ζήσει μια απλή χριστιανική (οικογενειακή ή μοναστική) ζωή, τότε ένα τέτοιο άτομο δεν θα γίνει ξένο προς την Εκκλησία. Διαβάζοντας τις κραυγές - διαμαρτυρίες  «Όλοι στις στάσεις!» και «Όλοι στη διαμαρτυρία!», στρέφω το βλέμμα μου από την εφημερίδα και αναρωτιέμαι: ποιος με διόρισε «σε υπηρεσία για τον Απρίλιο»; Μου έχει ανατεθεί η υπακοή στην καταπολέμηση της «παγκοσμιοποίησης», σε εμένα συγκεκριμένα; Είμαι σε θέση να ανταποκριθώ στο καθήκον; Θα με αποσπάσει αυτή η αυτοεπιβαλλόμενη «υπεράσπιση» από κάποια πιο  συγκεκριμένη και χρήσιμη, εργασία;
Πρέπει να καταλάβουμε ότι η οργάνωση μιας εκκλησιαστικής διαμαρτυρίας ενάντια στην εμπλοκή μας σε μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων δεν είναι το ίδιο με το να καλούμε τους ενορίτες να μην λαμβάνουν αριθμούς. Η υποβάθμιση αυτού του τεράστιου προβλήματος, είναι απλώς μια ακόμη εκδήλωση της παλιάς μας αδυναμίας. Δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε βιώσιμα και αποτελεσματικά κοινωνικά και πολιτικά κινήματα. Δεν ξέρουμε πώς να συνεργαστούμε μαζί τους, να δημιουργήσουμε (σε βουλευτές, υπουργούς, επιχειρηματίες κ.λπ.) μια επιθυμία να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της Εκκλησίας ως δικά τους, και ως εκ τούτου μετατοπίζουμε το βάρος της εκκλησιαστικής πολιτικής στους ώμους των γιαγιάδων της ενορίας! Είναι εύκολο να τρομάξουμε κάποιον, να θεωρήσουμε καθήκον μας να υπερασπιζόμαστε τις χριστιανικές αξίες στη δημόσια ζωή εκπληρωμένο. Είναι πιο δύσκολο να μάθουμε να είμαστε κατανοητοί και πειστικοί όταν συναντάμε ανθρώπους από τους οποίους εξαρτάται πραγματικά η ανάπτυξη της κοινωνίας μας... Έτσι, οι ιδιορρυθμίες της τρέχουσας προπαγάνδας είναι η συνήθης συνέπεια της, δυστυχώς, συνηθισμένης ιεραποστολικής μας αδυναμίας.
Δεν πρέπει να τρομάζουμε τους ενορίτες, αλλά να τους προστατεύουμε. Θα υποκλινόμουν στα πόδια όσων αγωνίζονται κατά του Αριθμού αν, αντί να σπέρνουν δυσπιστία στην ανώτατη ηγεσία της εκκλησίας, διεξήγαγαν μια κίνηση που θα προστάτευε τα δικαιώματα του ατόμου που απολύθηκε επειδή αρνήθηκε να λάβει αριθμό.  Η ανάλυση και η αξιολόγηση των «παγκοσμιοποιητικών» διαδικασιών θα πρέπει να αφεθεί σε επαγγελματίες (η μη επαγγελματική ανάλυση είναι γελοία και επιβλαβής).
Δεν πρέπει να προσπαθούμε να πείσουμε ο ένας τον άλλον, ούτε να καταδικάσουμε ο ένας τον άλλον. Η αντίσταση στις αρνητικές πτυχές της παγκοσμιοποίησης δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως προσωπικό καθήκον των Χριστιανών. Εάν αυτός ο αγώνας δεν προκαλεί διχασμούς και αμοιβαίες επικρίσεις εντός της ίδιας της Εκκλησίας, τότε μπορεί να είναι ωφέλιμος. Δεν είναι ο Πατριάρχης ή οι επίσκοποι που χρειάζονται «πίεση», αλλά οι κοσμικές αρχές και η μη εκκλησιαστική κοινή γνώμη. Και γι' αυτό, είναι ιδιαίτερα απαραίτητα τα διακριτικά στρατηγικά επιλεγμένα επιχειρήματα.
Οι υστερικές διαμαρτυρίες εμποδίζουν τις προσπάθειες επιβράδυνσης των αρνητικών διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης. Αυτή η επιβράδυνση είναι αδύνατη χωρίς τη συνεργασία της Εκκλησίας και της άρχουσας ελίτ. Αλλά ακριβώς στα μάτια της τελευταίας οι αντιδρώντες, στιγματίζοντας ό,τι θέλουν με τη «σφραγίδα του Αντίχριστου», φαίνονται περίεργοι.... Και μετά χάνουν την επιθυμία να ακούσουν τη φωνή της Εκκλησίας αντί να συνεργαστούν μαζί της. Εν ολίγοις, όπως πάντα, «ένας πρόθυμος ανόητος είναι πιο επικίνδυνος από έναν εχθρό».
Γενικά, ο φόβος μπροστά στις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης σημαίνει την προδιαγεγραμμένη μας προθυμία να απαρνηθούμε τη δημιουργική δραστηριότητα, να πάψουμε να είμαστε ενεργοί συμμετέχοντες και ακόμη δημιουργοί της ιστορίας, μετατρεπόμενοι μόνο σε θύματά της.



[1] «Ἔργα τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἀρχειακῆς Ἐπιτροπῆς Σταυροπόλεως, ἱδρυθείσης τὸ 1906», ἔκδ. 1, Σταυρούπολις, 1911, σελ. 10.

[2] Πλήρης βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Καυκάσιου. Μόσχα, 2002, σελ. 311.

[3] Πλήρης βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Καυκάσιου. Μόσχα, 2002, σελ. 335.

[4] Πλήρης βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Καυκάσιου. Μόσχα, 2002, σελ. 324.

[5] Πλήρης βιογραφία τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Καυκάσιου. Μόσχα, 2002, σελ. 327.

[6] «Ἐπομένως, τὰ ἐξωτερικὰ περιστατικὰ γιὰ τὴν βασιλεία τοῦ ἀντιχρίστου ἐπάνω στὸν κόσμο, κατὰ τὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ ἀναρχία καὶ ἡ ἀκυβερνησία στὰ κράτη, ποὺ ἀνέστησαν ἀπὸ τὴν Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία»
(Ὑπόμνημα γιὰ τὸν ὀρθόδοξο χριστιανὸ περὶ τῶν ἐσχάτων καιρῶν (σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα τοῦ ΑΦΜ). Νοβοσιμπίρσκ, 2001, σελ. 15).

Δηλαδή — ἐὰν συσχετίσουμε αὐτὰ τὰ γεγονότα μὲ τὴ σημερινὴ πραγματικότητα: ὁ ἀντίχριστος θὰ ἐμφανισθῇ μὲ τὴν προϋπόθεση ὅτι θὰ ἐπικρατήσῃ ἀναρχία στὴ σημερινὴ «Ζώνη Σένγκεν» (διότι αὐτὴ ἀντιστοιχεῖ περισσότερο στὰ περιγράμματα τῆς πάλαι ποτέ Ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας).





ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ











0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top