Προς τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις που
καταχωρούν κείμενα ενημερωτικά διά την ορθόδοξη πίστη, και τα τρέχοντα
προβλήματα που αντιμετωπίζει η αποτείχιση, καθώς και στους υπευθύνους αυτών.
Προς πάντας τους διεσπαρμένους
αδελφούς παρακαλώ όπως ανεχθούν τον λόγον της παρακλήσεως ομοφρόνου αδελφού.
Εάν ο λόγος μου είναι λυπηρός κατά σάρκα πιστεύω να είναι χαροποιός κατά το
πνεύμα.
Γράφω τα παρακάτω όχι για να διδάξω,
(δεν είμαι ειδικός, ούτε εξουσιοδότηση έχω από κάποιον), αλλά προς υπόμνησιν
και προβληματισμό όλων των αποτειχισμένων (λαϊκών, θεολόγων και κληρικών)
σχετικά με την πορεία της σημερινής αποτείχισεως.
Με φόβο Θεού συνέταξα το κάτωθι
γράμμα πρώτον προς εαυτόν και ύστερον προς κάθε καλοπροαίρετον αδελφόν, αφού
επιζητούμε όλοι μας την δίκαια μισθαποδοσία παρά του δικαίου κριτού Ιησού
Χριστού.
Το παρακάτω συνταχθέν κείμενο που
ακολουθεί δεν είναι φιλολογικά καταξιωμένο κείμενο, αλλά:
α] είναι γραμμένο με αγωνία για την
ορθόδοξη πίστη, (όχι πως εγώ είμαι ο μόνος που ενδιαφέρεται για αυτή, γνωρίζω
και θέλω να πιστέψω ότι είμαστε πολλοί, και μάλιστα εσείς ανώτεροι εμού) και
β] είναι γραμμένο με λύπη και
στεναχώρια για την πορεία που έχει ακολουθήσει μέχρι τώρα αυτή η κίνηση της
αποτείχισης.
Λόγω των ανωτέρω (α και β) κάνω και
εγώ μια προσπάθεια με αγνές προθέσεις και εγώ ως κληρικός να παρασύρω το σέβας
του καθενός (κληρικού και λαϊκού) για μία ενότητα που εύχεται και ο Κύριος μας.
Αυτή την ενότητα να αυξάνουμε και όχι την διαίρεση που επιδιώκει ο πονηρός,
όπως το γνωστό σε όλους μας «διαίρει και βασίλευε».
Εδώ και καιρό διαβάζοντας τα
γραφόμενα στα διάφορα ιστολόγια και τα κείμενα μεταξύ αποτειχισμένων (κληρικών
και λαϊκών), αναρωτιέμαι και με επιφύλαξη το καταθέτω, μήπως όταν παίρνουμε μολύβι
και χαρτί για να γράψουμε ένα κείμενο ή μια απάντηση σε κάποιον αδελφό μας,
ίσως ήταν πιο χριστιανικό, πιο ανθρώπινο, πιο φρόνιμο, πιο έξυπνο, πιο σοβαρό
να γράφουμε για ένα πιο καλό αποτέλεσμα; Αναρωτιέμαι.
Πολλοί άνθρωποι διαφορετικής ηλικίας,
μόρφωσης, επιπέδου γνώσεων και πνευματικής καταστάσεως το κάθε γραπτό κείμενο
που κυκλοφορεί, θα το διαβάσουν, θα το μελετήσουν, θα το αξιολογήσουν, θα το
κρίνουν, ενδεχομένως δε να δεχθούν και επιδράσεις, οι οποίες θα τους
επηρεάσουν.
Οι σημερινοί συνάνθρωποί μας και
χριστιανοί, παρά τις όποιες αδυναμίες τους, έχουν την απλή και στοιχειώδη έστω
φυσική διάκριση, (δεν είναι της παλιάς εποχής των παππούδων μας), λογική,
νοημοσύνη, διδαχή, και μπορούν να αξιολογήσουν τα όποια γραφόμενα, τα οποία
βεβαίως τους επηρεάζουν ανάλογα, με συνέπεια να συμφωνούν ή να διαφωνούν ή να
αντιδρούν, και να τοποθετούνται και αυτοί ανάλογα όπως και εμείς ως κληρικοί
έχουμε τοποθετηθεί ανάλογα, σχετικά με την αποτείχιση.
Όπως εμείς έχουμε από μόνοι μας το
δικαίωμα να καθοδηγούμε την πίστη, με γνώμες και προτάσεις, έτσι και ο κάθε
ένας από τους συνανθρώπους μας έχει και αυτός το δικαίωμα (ως μέλος της
Εκκλησίας) να αποφαίνεται ανάλογα.
Σκεπτόμαστε πως θα αντιδράσουν και
τελικά τι θέση θα πάρουν διαβάζοντας ένα κείμενο μας; Σκεπτόμαστε άραγε που θα
οδηγήσει η γραφίδα του καθενός μας; Μήπως αυτά που γράφουμε ικανοποιούν μόνο
την όποια φιλοδοξία μας και όχι τον κοινό αγώνα; Μήπως μας κατευθύνει η
ψυχολογία μας και τα συναισθήματα μας; Μήπως αναλόγως του ψυχολογικού μας τύπου
ο κάθε ένας γράφουμε; Μας αρκεί τα γραφόμενά μας να ικανοποιούν τον κύκλο των
δικών μας ανθρώπων, ή τελικά το σύνολο; Μήπως δαπανούμε τις δυνατότητές μας
μόνο και μόνο για να αφήσουμε κείμενα τέχνης και όχι πίστεως;
Η ορθοδοξία δεν θέλει το προσωπικό
μας συναίσθημα, ανάλογα με το αν είμαστε χαλαροί, αυστηροί, χλιαροί, μέτριοι,
κρύοι ή ζεστοί, αλλά να σωθούν όλα τα μέλη της. Γράφονται βέβαια και κείμενα
που είναι άξια προσοχής, σεβασμού και μελέτης. Ας τα συγκρίνουν οι γράφοντες
και αν τα γραφόμενα κάποιων άλλων είναι πιο πνευματικά ας μην ξαναγράψουν (μόνο
και μόνο για να απαντήσουν ή από εγωισμό), διότι βλάπτουν με αυτόν τον τρόπο
αντί να ωφελούν.
Δεν έχω κριτική ικανότητα και
διάθεση, απλώς διαβάζοντας τα γραφόμενα όλων, και ως σκεπτόμενος άνθρωπος
παρατηρώ και ανησυχώ ότι, μη θέλοντας, οδηγούμαστε από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, ως
πορευόμενοι, και ως ομόπιστοι, αδελφοί. Συμφωνώ και δέχομαι πως ο κάθε αδελφός
που γράφει ένα κείμενο έχει την θεολογική κατάρτιση, την γνώση της
εκκλησιαστικής ιστορίας, την ερμηνευτική ικανότητα. Έχει όμως σύμβουλο την
πίστη, την αρετή και τα τέκνα αυτής, όπως την ταπείνωση, την σύνεση, την
αλήθεια, την σωφροσύνη, την ειλικρίνεια, την φιλαδελφία, τον σεβασμό κλπ;
Βεβαίως, θα πούμε όλοι μας, πράγμα που δέχομαι. Καλά είναι τα ταπεινά λόγια, μα
καλλίτερα είναι τα ταπεινόφρονα έργα.
Πολύ εύκολα σήμερα ερευνά και ψάχνει
ο αναγνώστης στο διαδίκτυο διότι πεινάει και διψάει πνευματικά, περιμένοντας να
διαβάσει ένα κείμενο υπεύθυνο, σοβαρό και ενημερωτικό για το ζήτημα της
αποτείχισης. Αντί όμως για υπεύθυνη και σοβαρή ενημέρωση, (βεβαίως υπάρχει και
η σοβαρή γραφίδα) ο αναγνώστης λυπάται που γίνεται θεατής ενός αγώνα ατομικής
προβολής, επιβίωσης και ικανοποίησης φιλοδοξιών και εγωισμού. Ο συγγραφέας
έχοντας το αλάθητο προβαίνει σε επαίνους υπέρ των ημετέρων σκεπτικών,
φρονημάτων και απόψεων και κατηγοριών και κατακρίσεων υπέρ των διαφορετικών
σκεπτικών με τα δικά του. Βλέπουμε να γίνεται σκοπός ποιός θα πείσει τον άλλον
ότι αυτός έχει δίκιο και ο άλλος άδικο και όχι η προβολή και η επικράτηση της
αλήθειας και της ορθόδοξης γνώμης.
Όλοι πρέπει να συγκλίνουμε για να
συναντηθούμε στο Ευαγγέλιο και στους Πατέρες. Ο αναγνώστης σχετικά με όσα
διαβάζει διαπιστώνει ότι ο κάθε γέροντας έχει την δική του (την καλλίτερη
δήθεν) και ιδιαίτερη αποτείχιση και δικαιωματικά διαφωνεί με την αποτείχιση των
άλλων. Διαπιστώνει επίσης ότι ο κάθε γέροντας (πρεσβύτερος, διάκονος, μοναχός)
είναι ΟΛΗ η αποτείχειση και οι άλλοι τίποτε. Διαπιστώνει επίσης ότι αντί να
συγκλίνουμε οι ποιμένες όλο και απομακρυνόμαστε. Ανάλογα προωθούμε τις δικές
μας γνώμες και απόψεις ως μοναδικές, που είναι διαφορετικές και πιο σοφές από
των άλλων, χαρακτηρίζοντας ο ένας τον άλλον, με διάφορες άσχημες λέξεις. Ο
καθένας μας γράφει από τον εαυτό του και για τον εαυτό του. Αυτή η τακτική μας
δικαιολογεί; Και αφού όλοι γράφουμε από τον εαυτό μας και για τον εαυτό μας,
μήπως κάπου στο βάθος, στην ουσία είμαστε ίδιοι, ενώ νομίζουμε ότι είμαστε
διαφορετικοί από τους άλλους;
Κατηγορούμε αδελφοί μου τους
αποτειχισμένους του 1924 με τα γνωστά αποτελέσματα και σήμερα εμείς οι
νεοαποτειχισμένοι μετά από τόσα χρόνια αντιγράφουμε και επαναλαμβάνουμε τα ίδια
ακριβώς εκείνων λάθη. Επιτρέπεται; Μήπως δεν είναι ίδια η πίστης μας; Μήπως δεν
διαβάζουμε το ίδιο Ευαγγέλιο; Μήπως δεν έχουμε όλοι την ίδια Παράδοση; Μήπως
δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα; Μήπως δεν σπουδάσαμε στα ίδια σχολεία; Μήπως τελικά
η Πίστη, η Γραφή, η Παράδοση, το Ευαγγέλιο είναι ίδια, ενώ εμείς δεν φθάσαμε
ακόμα στο επίπεδο να γίνουμε ίδιοι; Στο χέρι μας είναι να ενωθούμε ή να
παραμείνουμε τεμαχισμένοι. Εκ των ιδίων έργων λέγει η Γραφή ή αναβαθμιζόμεθα ή
υποβαθμιζόμεθα αδελφοί μου.
Αυτό μέσα από μία καλοπροαίρετη
αυτοκριτική δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί το σημείο στο οποίο έχει φθάσει η
σημερινή αποτείχιση; Μήπως εμείς οι πνευματικοί μαζί με κάποιους θεολόγους
τοποθετήσαμε τον εαυτό μας και το εγώ μας, πάνω από την Γραφή και την Παράδοση;
Μήπως παραλάβαμε άλλη παρακαταθήκη ο ένας και άλλη ο άλλος; Μάλλον όχι. Μήπως
επειδή η πίστης (θεωρητικά) είναι δική μας, άρα (σαν κληρονόμοι) την κάνουμε
ότι θέλουμε; Είναι σαν να παίζουν κρυφτό η αλήθεια, το δίκαιο, το ορθόδοξο, η
παράδοση, η ακρίβεια, η οικονομία. Έτσι όμως δεν υπάρχει ΠΙΣΤΙΣ, όταν δεν είναι
ενωμένα όλα αυτά μαζί. Μήπως θα πρέπει να μην θεωρούμε ο καθένας μας την
αποτείχιση αποκλειστικά δική του υπόθεση; Μήπως αντί να κατευθύνουμε τους
πιστούς τους αποπροσανατολίζουμε; Μήπως με τα γραφόμενα σπέρνουμε την σύγχυση;
Μήπως αντί για ομόνοια προκαλούμε διχόνοια; Μήπως αντί να αντιμετωπίσουμε τον
κοινό εχθρό, παρασυρθήκαμε σε έναν αδελφοκτόνο εμφύλιο (μεταξύ αποτειχισμένων)
όπως η Πατρίδα μας από το 1945 και ύστερα; Μήπως παίζουμε το παιχνίδι των
αιρετικών; Δεν βλέπουμε ότι όλοι οι οικουμενιστές είναι τόσο ενωμένοι (έστω και
διά της βίας), τόσο αγαπημένοι (έστω και διά της ανάγκης), και τόσο χαρούμενοι
(έστω και υποκριτικά); Eνώ εμείς οι αποτειχισμένοι είμαστε τόσο διχασμένοι και
άλλο τόσο λυπημένοι.
Μήπως πάλι υιοθετούμε και εφαρμόζουμε
μια αποτείχιση σύμφωνα με το δικό μας θέλημα και βόλεμα; Μήπως θα πρέπει να
δεχθούμε ότι, αντί να βαδίσουμε στην σωστή και Πατερική α π ο τ ε ί χ ι σ η,
βαδίζουμε σε μία κατάσταση που οι ιστορικοί του μέλλοντος δεν θα μας αποκαλούν
«αποτειχισμένους» αλλά «αποτυχημένους»; Ας το αντιληφθούμε όλοι αυτό, οι
γράφοντες (διότι είναι σοβαρό) και έστω και την ενδεκάτη ώρα, (ας γρηγορήσουμε
διά να λάβουμε όλο το μισθό). Διότι η ημέρα μάλλον πέρασε και εμείς μείναμε
στην επιφάνεια των πραγμάτων χάνοντας την ουσία. Αυτό το περίμενε ή «άχρι
καιρού», δεν θα έπρεπε να το φοβούμαστε μια και ο εαυτός μας έχει ημερομηνία
βιολογικής λήξεως; Δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί; Ας ρίξουμε μια ματιά στις
παραβολές του Κυρίου, (παραβολή αμπελώνος, εργατών κλπ) να δούμε μήπως είμαστε
και εμείς μέσα στους κατακεκριμμένους; Μήπως πρέπει να αφυπνισθούμε ώστε να
επαναπρογραμματισθούμε προς το καλλίτερο και να συστρατευθούμε ομόγνωμα και
ομόφρονα και να καταστούμε υπέρμαχοι της πίστεως, της αλήθειας, της παραδόσεως,
και της ιστορίας;
Εύκολα οι πάντες βρίσκουμε
επιλεκτικά, χωρία και αποδείξεις στον χώρο της Γραφής και της Παράδοσης για να
υποστηρίξουμε την άποψή μας και την θέση μας. Μεθόδους και τακτικές θεραπείας
που εφάρμοσαν οι Πατέρες για τους ασθενείς και αδυνάτους, τις μετατρέπουμε
σήμερα σε κανόνες. Όλοι είμαστε υπέρμαχοι του δικού μας σκεπτικού, του δικού
μας θέλω, του δικού μας νομίζω, κλπ. Όλοι νομίζουμε ότι είμαστε φωτιστές των
άλλων. Όλοι νομίζουμε ότι καταλαβαίνουμε όλα τα μυστικά, ενώ οι άλλοι όχι. Όλοι
παραπονούμαστε ότι δεν μας ακούνε οι άλλοι. Όλοι νομίζουμε ότι κατέχουμε την
σωστή ερμηνεία, ενώ όλοι οι άλλοι παρερμηνεύουν. Όλοι θέλουμε η ορθόδοξη πίστη
να χωρέσει στα μέτρα μας, και όχι εμείς στα μέτρα της ορθοδοξίας. Όλοι
νομίζουμε ότι έχουμε αποθέματα ορθοδοξίας για εξαγωγή. Όλοι νομίζουμε ότι η
δική μας ερμηνεία είναι ατόφιο χρυσάφι, ενώ των άλλων σκύβαλα.
Μήπως ο αξιολογικός μηχανισμός μέσα
μας έχει πρόβλημα; Μήπως πρέπει να χαιρόμαστε για τον καλλίτερο από εμάς; Να
πιστέψουμε ότι υστερούμε φυσικής διακρίσεως; Μη γένοιτο. Πότε θα αποκτήσουμε
την πνευματική διάκριση; Αντί να προσπαθήσουμε να χωρέσουμε όλοι ως
ελλειπτικοί, μέσα στην ορθόδοξη πίστη, ο κάθε ένας έχει πάρει ένα κομμάτι, ή
τμήμα από αυτήν και προσπαθεί να το μεταφέρει μέσα του, να το προσαρμόσει στη
δική του νοητική και πνευματική χωρητικότητα.
Παρατηρεί κάποιος στα κείμενα, ότι
εκτός από την Πατερική αναφορά ή ιστορική αναφορά, μια καθαρά κοσμική λεκτική
ικανότητα και επιχειρηματολογία. Δαπανούν εύκολα μελάνι οι γράφοντες εναντίον
αδελφών με την χρησιμοποίηση λέξεων χαμηλού πνευματικού επιπέδου όπως:
συκοφάντης, δαιμονικός, διμονόπληκτος, εμπαθής, πλανεμένος, διασπάστης,
κακόδοξος, ψευδολόγος, ατομιστής, ομαδάρχης, σχίστης, σατανοκίνητος,
μηχανορράφος, ψευδάδελφος, ύπουλος, διαστροφέας, καπελωτής του αγώνα, υιός
διαβόλου, λασπολόγος, βλαμμένος, δολοπλόκος, σπηλωτής, ιδιοτελής,
κωλοτουμπιστής, και άλλες πιο βαριές κουβέντες που δεν αρμόζει να υπενθυμίσω.
Οι εκφράσεις αυτές είναι πρέπον να εκστομίζονται και να γράφονται από
χριστιανούς, μεταξύ αδελφών, γεννημένων από την ίδια μητέρα Εκκλησία; Αυτές οι
συμπεριφορές αδελφοί δεν αρμόζουν σε σοβαρούς ανθρώπους και μάλιστα
θεωρουμένους ως πνευματικούς ή κληρικούς ή λαϊκούς.
Στους λαϊκούς έστω με δυσκολία
δικαιολογούνται, στους πνευματικούς δεν δικαιολογούντα καθόλου. Αργότερα μπορεί
και να αναγνωρίσουμε το λάθος μας, αλλά σήμερα πιαστήκαμε στην παγίδα του
θιγμένου εγωισμού μας και άντε να τα βγάλουμε πέρα. Απονέμουμε τίτλους ο ένας
στον άλλον πολλούς, που δεν πρέπει.
Ας ξεχάσουμε πολλά, ας σβήσουμε πολλά
(ή και όλα) από την μνήμη μας αδελφοί, ας συγχωρέσουμε και ας μας συγχωρέσουν
οι αδελφοί μας. Υπάρχουν βέβαια και οι καλές λέξεις από όλες τις διαφωνούντες
πλευρές. Εκεί ας δουλέψουμε αδελφοί. Ας μάθουμε από τα λάθη μας. Ας
αξιολογήσουμε τον εαυτό μας περισσότερο και λιγότερο τους άλλους. Όλοι
διαφωνούμε μεταξύ μας, ή για λόγους ακρίβειας ή για λόγους οικονομίας. Όλοι
συμφωνούμε ότι η ακρίβεια είναι ο κανόνας, εκεί στηρίζεται όλο το οικοδόμημα
της πίστεως εις Χριστόν. Εάν ο κανόνας δεν είναι ο οδηγός που θα οδηγηθούν οι
πιστοί; Ας δεχθούμε ότι η οικονομία είναι μέθοδος θεραπείας προς καιρόν διά τον
ασθενή. Μετά την θεραπεία ακολουθεί η επανένταξη και ο ασθενής θα πρέπει να
συνεχίσει με την ακρίβεια. Και τα δύο συνεργαζόμενα (ακρίβεια και οικονομία) με
φυσική και πνευματική διάκριση θα πρέπει να ωφελούν τον πιστό. Η ακρίβεια δεν
επιβάλλεται αλλά προτείνεται. Στον άνθρωπο απόκειται η τήρηση ή μη. Η οικονομία
είναι για τους αδυνάτους. Οικονομία έκανε ο Θεός στους πρωτοπλάστους για να
τους επαναφέρει στην πρώτη κατάσταση. Μέθοδο οικονομίας έχουμε στην ενσάρκωση του
Χριστου.
Ας προσπαθήσουμε να εφαρμόσουμε
ακρίβεια στον εαυτό μας, και οικονομία στους ασθενείς και αδυνάτους μέχρι να
γίνουν υγιείς και δυνατοί. Και όχι να εφαρμόζουμε οικονομία στον εαυτό μας και
να θέλουμε να εφαρμόσουν την ακρίβεια οι άλλοι.
Ερωτά κάποιος καλοπροαίρετα, μα καλά
στον εμφύλιο πόλεμο των αποτειχισμένων δεν υπάρχουν ανακωχητές; Πώς να
υπάρξουν; Αφού όλοι τους δίνουν εντολές. Αφού βλέπουμε ότι και οι μάχες και ο
πόλεμος εναντίον του οικουμενισμού με τα δικά μας όπλα μάλλον έχει χαθεί, δεν
επιβάλλεται σήμερα μία ανακωχή για ανασύνταξη; Και αύριο αντεπιτιθέμαστε
πάλι.
Την αποτείχιση την αναγάγαμε σε
επιστημονικό και ακαδημαϊκό ζήτημα, αφιερώνοντας αρκετό χρόνο, μολύβι και χαρτί
για να αποδείξουμε, τι αδελφοί; Εκείνο που διαβάζουν οι αδελφοί μας είναι το
πόρισμα του καθενός μας ως σαν να πρόκειται για παρατήρηση επιστημονική, με
συνέχεια την νέα ανακοίνωση, και μετά την ανακοίνωση έρχεται άλλο πόρισμα άλλου
αδελφού. Με τις προσωπικές επεμβάσεις όλοι μας βλέπουμε ότι ο χώρος της
αποτείχισης αδειάζει. Βάλτωσε ο αγώνας, το όχημα δουλεύει αλλά σαν σε βούρκο
δεν προχωρά. Και φτάσαμε να βλέπουμε την αποτείχιση από κοινωνικής πλευράς
(απομόνωση – μοναξιά, χάσιμο φίλων και εορταστικών εκδηλώσεων), από οικονομικής
πλευράς ( δεν θα έχω οικονομική στήριξη - θα χάσω πελάτες), από γεωγραφικής
πλευράς (αυτός είναι από το Άγιον Όρος ενώ ο άλλος από εκεί). Εγώ σαν κληρικός
βλέπω έτσι την αποτειχιση, εγώ σαν μοναχός βλέπω αλλιώς την αποτείχιση, εγώ σαν
θεολόγος βλέπω αλλιώς την αποτείχιση, εγώ σαν απλός λαϊκός βλέπω αλλιώς την
αποτείχιση, εγώ σαν ακαδημαϊκός βλέπω αλλιώς την αποτείχιση, εγώ σαν Αγιορείτης
βλέπω αλλιώς την αποτείχιση και έχουμε 10 ειδών αποτειχίσεις.
Μία λέξη που απουσιάζει από όλους
τους γράφοντες είναι η λέξη μετάνοια και συγγνώμη, λέξη που προφέρεται δύσκολα
και θέλει παλληκαριά. Αυτό θα ήταν ευχής έργο να το βλέπαμε και στο λόγο και
στη γραφή και στην πράξη. Ο καθένας μας θέλει οι άλλοι να μετανοήσουν, ενώ
εμείς όχι, πιστεύουμε ότι έχουμε το αλάθητο. Και η συγνώμη γίνεται ακόμα πιο
δύσκολη διότι ο καθένας μας έχει και τον επαινέτη δίπλα του. Γνωρίζουν οι
πνευματικοί άνθρωποι πως ονομάζουν οι Πατέρες τον κάθε επαινετή;
Ξεχνούν οι πνευματικοί ότι και ο
Πρόδρομος και ο Κύριος μας άρχισαν το κήρυγμα με την λέξη «μετανοείτε». Μήπως
τελικά χάσαμε το νόημα των λέξεων άνθρωπος, χριστιανός, ορθόδοξος, πλησίον και
πέσαμε σε έργα και λόγια υπερηφάνειας; Μήπως κάπου χαθήκαμε; Και αν πέσαμε ή
και χαθήκαμε θα παραμείνουμε πεσμένοι και χαμένοι; Όχι. Ας ψάξουμε να βρούμε τι
μας εμποδίζει να σηκωθούμε και να επιστρέψουμε αδελφοί. Μήπως πρέπει να
επιστρέψουμε στην βάση από όπου ξεκινήσαμε; Μήπως είμαστε σε παρακμή και
νομίζουμε ότι είμαστε σε ακμή; Μήπως προβάλλουμε σε αυτά που λέμε και κάνουμε
τον εαυτό μας και όχι τον Θεό μας;
Ένας είναι ο καθηγητής, ο Χριστός,
δεν υπάρχει δεύτερος. Όλοι είμαστε μαθητές. Ο Κύριος δεν αγάπησε την κατακόρυφη
διαβάθμιση, αλλά την οριζόντια. Ή προχώρησε και πιο πέρα, εκεί που δεν μπορούμε
εμείς, αφού για χάρη μας έγινε άνθρωπος. Όταν αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον
εαυτό σου δεν τον τοποθετείς από κάτω σου, αλλά δίπλα σου. Αν αδελφοί μου σε
ετούτη τη ζωή και στα γεράματα δεν έγινε ο πλησίον μας εαυτός μας, πότε θα
γίνει; Στην άλλη;
Όπως βάδισε ο Κύριος, οι μαθητές του
και οι Πατέρες, ας βαδίσουμε και εμείς αδελφοί. Αν τα λόγια μας και τα γραπτά
μας και προ πάντων η συμπεριφορά μας δεν είναι τέτοια ώστε να παραδειγματίσουμε
τον πλησίον μας (να αποτειχιστεί και αυτός), και η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με
την διδαχή του Ευαγγελίου και των Πατέρων, αν και ασπρομάλληδες, μάλλον δεν οδηγούμε
την πίστη σωστά, αλλά οδηγούμε τον εαυτό μας στην αποτυχία, με αποτέλεσμα να
εκβληθούμε έξω της Εκκλησίας, και ας νομίζουμε ότι είμαστε μέσα της. Μήπως
ξεχάσαμε ότι, φεύγοντας από την ζωή ετούτη θα αφήσουμε απογόνους βιολογικούς ή
πνευματικούς; Το «…λόγον αποδώσοντες υπέρ των ψυχών αυτών…», δεν θα πρέπει να
μας ανησυχεί; Μήπως το ορθοδοξία και ορθοπραξία ο καθένας μας το κατανοεί, το
ερμηνεύει και το πράττει κατά το θέλημά του; Πότε θα γίνει το θέλημα του
Πατρός, κατά όπως ομολογούμε στην Κυριακή προσευχή, και θέλημα δικό μας; Όλοι
ξέρουμε, βλέπουμε και παρακολουθούμε σαν θεατές τον αφανισμό της ορθοδοξίας.
Υπάρχει χρόνος (μετανοίας) και χώρος
(μέσα στην εκκλησία) για τον καθένα μας αδελφοί. Κάνω παράκληση προς όλους μας
αδελφοί να σκεφτούμε όλα αυτά που έχουν γίνει και λεχθεί μέχρι σήμερα και να
αφήσουμε στην άκρη εγωισμούς, μίση και άλλα πάθη για το καλό της εκκλησίας του
Χριστού και της σωτηρίας της ψυχής μας. Ο πονηρός βασιλεύει διαιρώντας, ενώ
εμείς βασιλεύουμε (δύουμε), και μάλλον πλησιάζουμε στο σούρουπο αδελφοί. Ποτέ
δεν είναι αργά, μακροθυμεί ο Κύριος, ας το εκμεταλλευθούμε αυτό έξυπνα. Ας
διαθέσουμε τις δικές μας ψυχοσωματικές δυνάμεις, που μας χάρισε και χαρίζει ο
Θεός, και τα υπόλοιπα θα τα συμπληρώσει ο ίδιος. Αλλά το πιστεύουμε αυτό; Ή όχι;
Ας το αποδείξω πρώτα εγώ, να πει ο καθένας μας, και το αδιέξοδο θα γίνει
λεωφόρος. ΑΜΗΝ.
π.
Σταύρος Βάιος