Η ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ-ΔΑΙΜΟΝΩΝ
ΣΩΜΑ-ΣΧΗΜΑ
Οι δαίμονες, σε σύγκριση μ' εμάς τους ανθρώπους, είναι πνεύματα ασώματα και άυλα, γι' αυτό καί δέν τους αντιλαμβανόμαστε με τις σωματικές μας αισθήσεις. Σε σύγκριση, όμως, με τόν Θεό, πού είναι τέλεια ασώματος, καί σχήμα έχουν καί σώμα. Είναι, λοιπόν, σχετικά ασώματοι καί μοιάζουν μέ τους αγγέλους, μέ τή διαφορά ότι τά «λεπτά, άερώδη καί άχραντα» σώματα, που είχαν πριν από τήν πτώση τους, ύστερα απέκτησαν κάποια παχύτητα. "Εγιναν «ένυλά πη και εμπαθή» (Μ. Ψελλός). Ό άγιος Γρηγόριος ό Σιναΐτης λέει: «Οι δαίμονες ήταν κάποτε κι αυτοί νόες καί ξέπεσαν από εκείνη τήν άυλία καί τή λεπτότητα, γι' αυτό ό καθένας τους απέκτησε κάποιαν υλική πυκνότητα, παίρνοντας, ανάλογα μέ τήν τάξη ή τήν ενέργεια, σωματική μορφή αντίστοιχη της ιδιότητάς του».
Κάθε "ένυλο" σώμα, όμως, είναι καί "παθητό". Έπομένως, καί τά σώματα των δαιμόνων είναι δυνατόν «αφαίς ύποπίπτειν καί πληττόμενα οδυνάσθαι καί πυρί προσομιλήσαντα καίεσθαι» (Μ. Ψελλός). Γι' αύτό βλέπουμε στό Ευαγγέλιο τους δαίμονες να τρέμουν σέ ενδεχόμενο πρόωρο βασανισμό τους καί νά παρακαλούν τόν Κύριο «ίνα μή επίταξη αύτοίς εις τήν άβυσσον άπελθείν» (Λουκ. 8:31). Στά Συναξάρια, επίσης, συναντούμε περιπτώσεις, όπου οι δαίμονες θρηνούν σπαρακτικά, πονούν, καίγονται καί παραλύουν άπό φόβο, όταν τιμωρούνται παραδειγματικά άπό μεγάλους αγίους, όταν μαστιγώνονται αλύπητα άπό αγγέλους ή όταν καταδικάζονται νά εκτελέσουν έργα αντίθετα στην πονηρή τους προαίρεση.
Ώς προς τήν εξωτερική τους εμφάνιση, οί δαίμονες είναι δύσμορφοι καί αποκρουστικοί, γιατί έχουν εντελώς γυμνωθεί άπό τό θείο φως. Ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, στην ερμηνεία τού 41ου ψαλμού, λέει, πώς, «αν ό Θεός επέτρεπε στους δαίμονες νά μάς δείξουν τίς πραγματικές τους όψεις, όλοι μας θά παραφρονούσαμε».
Εμφανίζονται, όμως, μέ ποικίλες μορφές, ανάλογα μέ τίς ανάγκες, σέ κάθε περίσταση, τού μισάνθρωπου έργου τους. Είναι πάρα πολλές οι βιβλικές καί συναξαριακές αναφορές σέ πονηρά πνεύματα, πού εμφανίστηκαν στους ανθρώπους μέ τίς πιό παράδοξες καί τίς πιό αντίθετες μορφές, άπό τήν έλκυστική τού φωτεινού αγγέλου μέχρι τή φρικιαστική τού πιό αλλόκοτου ζώου. Συνήθως έμφανίζονται σάν άγγελοι, άγιοι, άνθρωποι, φίδια, δράκοντες, λιοντάρια, σκορπιοί, τράγοι, ταύροι, αρπακτικά πτηνά. τερατόμορφα ζώα καί, τέλος, αόριστα υλικά στοιχεία καί σχήματα. Άπό τή Γένεση, τό πρώτο βιβλικό κείμενο, όπου ο διάβολος εμφανίζεται σάν φίδι, γιά νά εξαπατήσει την Εύα, μέχρι τήν Αποκάλυψη, τό τελευταίο βιβλικό κείμενο, όπου ό σατανάς σάν δράκοντας αλυσοδένεται άπό άγγελο τού Θεού, υπάρχουν αναρίθμητες περιπτώσεις έμφανίσει)ς των δαιμόνων μέ ποικίλες μορφές καί σχήματα. Παράλληλη ποικιλία εμφανίσεων συναντάται στους Βίους των Αγίων καί στά Γεροντικά.
Αριθμός - τάξεις
Επειδή οί δαίμονες, πού έπεσαν, συγκρότησαν ολόκληρο τάγμα, είναι πολυάριθμοι καί διακρίνονται σέ ομάδες καί τάξεις, σέ άρχοντες καί αρχόμενους. "Αν καί κατά τόν άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «δέν υπάρχει τάξη καί σύνεση στους άσύνετους, αλλά κάθε αταξία καί ακαταστασία», ωστόσο όλα πονηρά πνεύματα συνεργάζονται γιά τή δική μας καταστροφή. Έτσι, όταν μας επιτίθενται, «ό καθένας τους παίρνει τή θέση του, όπως συμβαίνει καί στον αισθητό πόλεμο, και του ανατίθεται κάποια ειδική επιχείρηση».
Ανάλογα μέ τό χρόνο κατά τόν όποιο ενεργούν τά πονηρά πνεύματα, διακρίνονται σέ νυκτερινά καί ήμερινά. Σέ είδικότερη, μάλιστα, υποδιαίρεσή τους, τά συναντούμε ως πρωινά, μεσημβρινά, εσπερινά καί μεσονυκτικά. Στην Κλίμακα γίνεται λόγος γιά μιά ψυχή, πού τό πρωί τήν πολεμούσαν οι δαίμονες της κενοδοξίας καί της κακής επιθυμίας, τό μεσημέρι οι δαίμονες της άκηδίας, της λύπης καί της οργής, ενώ τό απόγευμα οί φιλόκοπροι καί τυραννικοί δαίμονες, οι υπεύθυνοι γιά τά άθλια πάθη της κοιλιάς. Βλέπουμε, δηλαδή, πώς τά πονηρά πνεύματα ενεργούν κατά βάρδιες όλο τό εικοσιτετράωρο.
Πίσω άπό κάθε πάθος υπάρχει καί αντίστοιχη δαιμονική ομάδα, πού τό υποστηρίζει, καί πίσω άπό κάθε αμαρτία πάρχει κι ένα δαιμόνιο, πού συνεργεί στή διάπραξη της. Δέν έχουν όλοι οί δαίμονες ούτε τήν ίδια δύναμη ούτε ίσόβαθμη κακία. "Ολοι τους είναι πονηροί, αλλά «υπάρχουν ακάθαρτοι δαίμονες πονηρότεροι των πονηρών» (όσιος Ιωάννης ό Σιναΐτης). Ανάμεσά τους, δηλαδή, υπάρχουν βαθμοί πονηρίας. Ό άγιος Μάξιμος ό Όμολογητής λέει: «Καθένας άπό τους δαίμονες, ανάλογα μέ την ιδιαίτερή του ικανότητα, συμβαίνει νά προκαλεί αυτήν ή τήν άλλη έπιφορά των πειρασμών. Γιατί καθένας προξενεί διαφορετική κακία, καί ό ένας είναι σαφώς πιό ακάθαρτος άπό τόν άλλον καί ικανότερος σέ ορισμένο μάλλον είδος κακίας». Ό Κύριος μάς διδάσκει, ότι, άν ένα ακάθαρτο πνεύμα φύγει άπό τόν άνθρωπο, καί ό άνθρωπος αυτός πέσει πάλι στή ραθυμία καί στη αμέλεια, τότε τό πνεύμα πού έφυγε επιστρέφει, σέρνοντας μαζί του «επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα έαυτού» (Ματθ. 12:45).
Ο άγιος Κασσιανός, σ' ένα άπό τά σπουδαιότατα έργα του, αριθμεί οχτώ ηγετικά πνεύματα της πονηρίας: τό πνεύμα της γαστριμαργίας-λαιμαργίας, τό πνεύμα της πορνείας-σαρκικής επιθυμίας, το πνεύμα της φιλαργυρίας-φιλοκτημοσύνης, το πνεύμα τού θυμού-οργής, τό πνεύμα τής λύπης-καταθλίίψεως, τό πνεύμα της ακηδίας-ψυχικής παραλυσίας, το πνεύμα της κενοδοξίας-έπιδεικτικότητας, και το πνεύμα της ύπερηφάνειας-οίήσεως.
Κύριο καί καταχθόνιο έργο των πονηρών αυτών πνευμάτων είναι νά ρίξουν τήν ψυχή μας στά οχτώ αντίστοιχα πρωταρχικά καί θανάσιμα πάθη, ώστε να μας απομακρύνουν οριστικά άπό τόν Θεό, προκαλώντας μας τόν αιώνιο θάνατο.
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μέ πολύ σοφό τρόπο ιποκαλύπτει στους πνευματικούς αγωνιστές τήν πονηρή δικτύωση καί διαπλοκή τών δαιμόνων, περιγράφοντας τή δομή τού συστήματος τους καί επισημαίνοντας ποια είναι τά κυρίαρχα πάθη ("μητέρες"), καί ποια γεννιούνται άπ' αυτά ("θυγατέρες"). Γι' αυτό καί μάς προτρέπει νά πολεμάμε έξυπνα καί νά μή διασπαθίζουμε τίς πνευματικές μας δυνάμεις, πολεμώντας ταυτόχρονα χιλιάδες έχθρούς, γιατί δέν πρόκειται νά μάθουμε ποτέ όλες τίς πανουργίες τους. Καί καταλήγει: «Μέ τή βοήθεια της Αγίας Τριάδος, ας εξοπλιστούμε έναντίον τών τριών (παθών της φιληδονίας, της φιλαργυρίας καί της φιλοδοξίας), μέσω των τριών (αρετών της εγκράτειας, της αγάπης καί της ταπεινοφροσύνης). Ειδάλλως, θά υποστούμε πάρα πολλούς κόπους»
Ό άγιος Διάδοχος, επίσκοπος Φωτικής, διαιρεί τους δαίμονες σέ δύο μεγάλες κατηγορίες. Στην πρώτη άνήκουν οι "λεπτότεροι" δαίμονες, πού πολεμούν την "ψυχή, καί στην άλλη οι "ύλικότεροι", πού πολεμούν τό σώμα μέ τίς σαρκικές ηδονές· Αυτές οι δύο κατηγορίες τών δαιμόνων, άν καί έχουν την ίδια πρόθεση νά βλάπτουν τους ανθρώπους, εντούτοις μάχονται μεταξύ τους. Τη φαινομενική αυτή αντιπαλότητα ύπογραμμίζει και ό άγιος Ιωάννης ό Σιναΐτης στην Κλίμακά του: «'Έγνων εγώ τον της γαστριμαργίας δαίμονα πολλάκις τον της κενοδοξίας νικήσαντα εν τοις νέοις».
Κάθε δαιμόνιο έχει τους δικούς του τρόπους δράσεως καί ενεργείας, ανάλογα μέ τό πάθος πού υπηρετεί, Συνήθως συνεργάζονται μεταξύ τους γιά νά βυθίσουν τόν άνθρωπο σέ όσο τό δυνατόν περισσότερα πάθη. Ό δαίμονας της γαστριμαργίας, λ.χ., παραδίνει τό θύμα του στό δαίμονα της πορνείας καί αυτός διαδοχικά στό δαίμονα της απελπισίας. Λέει σχετικά ό άγιος Κασσιανός: «Πρέπει νά γνωρίζουμε ότι ό κάθε δαίμονας δέν ξεσηκώνει όλα τά πάθη μέσα στον άνθρωπο, γιατί κάθε πάθος έχει τους δικούς του δαίμονες πού τό καλλιεργούν. "Αλλα πονηρά πνεύματα, δηλαδή, ευχαριστιούνται στίς ακάθαρτες σαρκικές επιθυμίες, άλλα στίς βλασφημίες καί κακολογίες, μερικά αναπαύονται στην οργή καί τή βία, άλλα στή λύπη καί τήν απόγνωση, ενώ άλλα στην κενοδοξία καί τήν ύπερηφάνεια. Τό καθένα καλλιεργεί μέσα στην ανθρώπινη καρδιά εκείνο τό πάθος, στό οποίο καί τό ίδιο ευχαριστιέται περισσότερο. Δέν σπέρνουν τίς κακίες τους όλες μαζί, αλλά μέ τή σειρά, ανάλογα μέ τόν καιρό καί τόν τόπο καί τή δεκτικότητα τού ανθρώπου».
Όλα τά πάθη, λοιπόν, ενεργούνται στην ψυχή μας μέσω τών δαιμόνων. "Οπως, δηλαδή, ή καλλιέργεια τών αρετών είναι καρπός τού Αγίου Πνεύματος, έτσι καί ή ενέργεια τών παθών είναι καρπός τών πονηρών πνευμάτων. Τήν αλήθεια αυτή διατυπώνει εκφραστικά καί ή ευχή τού αγίου Έφραίμ τού Σύρου: «Κύριε καί Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καί άργολογίας μή μοι δώς. Πνεύμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής καί αγάπης χάρισαί μοι τω σώ δούλω». Γι' αυτό καί ή πατερική πείρα μας διδάσκει, ότι ό πόλεμος εναντίον τών παθών είναι ουσιαστικά πόλεμος εναντίον τών πνευμάτων της πονηρίας: «"Οποιο πάθος του μπορέσει νά νικήσει κανείς, αυτού τού πάθους καί τό δαίμονα διώχνει» (άββάς Πιτυρίων).
Ονόματα
Τό πολύπλευρο καί ψυχοφθόρο έργο τών δαιμόνων διακρίνεται καί άπό τό πλήθος τών ονομάτων, πού τούς έχει δώσει ή βιβλική παράδοση. Τά ονόματα αυτά εκφέρονται στον ενικό ή στον πληθυτικό αριθμό καί δηλώνουν είτε τόν αρχηγό τους είτε μιαν ομάδα είτε καί σύνολο τό τάγμα τους. Συνηθέστερα είναι τά έξης: Εωσφόρος (άπό τό "έως" [=αύγή] καί τό "φέρω"), πού σημαίνει "αυτός πού φέρνει τήν αυγή", "ό αυγερινός". Τό όνομα αυτό, άν καί ετυμολογικά έχει θετιίή σημασία καί παραπέμπει στην προπτωτική κατάσταση τοϋ αρχηγού τών πονηρών πνευμάτων, σήμερα είναι πολύ αρνητικά φορτισμένο. Διάβολος, γιατί διαβάλλει τόν Θεό στους ανθρώπους, άλλα καί τούς ανθρώπους στον Θεό. Σατανάς, πού σημαίνει "αντικείμενος", άντίθετος δηλ. στον Θεό. Δαίμων (άπό τό ρήμα" δαίω" =καίω κατακομματιάζω), πού σημαίνει "εξολοθρευτής". Βεελζεβούλ (άπό τό εβραϊκό "Βααλ-ζεβούβ"), πού σημαίνει "Κύριος τών κακοποιών πνευμάτων". Βελίαλ (άπό τό εβραϊκό "Βελι-γιαάλ"), πού σημαίνει "ανωφελής", "άχρηστος", άλλα καί "αποστάτης", "ασεβής", "παράνομος". Πειρασμός και Πειράζων, άπό τό κύριο έργο πού επιτελεί, άλλα καί Πονηρός καί Πνεύμα Πονηρίας, άπό τόν τρόπο μέ τόν όποιο επιτελεί αυτό τό έργο.
Επίσης, στην 'Αποκάλυψη συναντάμε τό διάβολο νά αποκαλείται «ό δράκων ό μέγας, ό όφις ό αρχαίος» (12:9). Ό απόστολος Πέτρος τόν ονομάζει «άντίδικον» καί «λέοντα ώρυόμενον» (Α Πέτρ. 5:8). Ό ίδιος ό Χριστός τόν χαρακτηρίζει «ψεύστην» καί «πατέρα του ψεύδους», άλλά καί «άνθρωποκτόνον» (Ίω.8:44), γιατί άπό τήν αρχή διαστρέφει τήν αλήθεια καί έπιβουλεύεται τήν ψυχοσωματική ακεραιότητα του ανθρώπου. 'Αλλού τόν ονομάζει «άρχοντα του κόσμου» (Ιω. 14:30, 16:11). Ό απόστολος Παύλος τόν ονομάζει «άρχοντα της εξουσίας του αέρος» καί «κοσμοκράτορα του σκότους τοϋ αιώνος τούτου» (Έφ. 2:2, 6:12). Έδώ, βέβαια, ή προσωνυμία "άρχοντας του κόσμου" ή "κοσμοκράτορας", δέν σημαίνει ότι ό διάβολος είναι κυρίαρχος όλης της κτίσεως ή τής δημιουργίας -φτάνει νά θυμηθοϋμε πώς δέν είχε εξουσία ούτε στους χοίρους νά μπει, άν δέν του έδινε τήν άδεια ό Χριστός, ό όποιος, ώς Δημιουργός, φυσικώς εξουσιάζει τά πάντα. Ή λέξη "κόσμος" στά παραπάνω χωρία, καθώς καί σέ πολλά άλλα τής Καινής Διαθήκης, δηλώνει τό σαρκικό φρόνημα, τήν πονηρή επιθυμία καί αλαζονική διαγωγή τών ανθρώπων πού είναι υποταγμένοι στό διάβολο (βλ. Α Ίω. 2:16). Αυτόν, λοιπόν, τόν "κόσμο" εξουσιάζει ό σατανάς, τόν "κόσμο" πού βρίσκεται στον αντίποδα τής "βασιλείας του Θεού", ή οποία «ουκ έστιν έκ του κόσμου τούτου» (Ίω. 18:36).
Έκτος άπό τούς χαρακτηρισμούς πού αναφέραμε, στά πονηρά πνεύματα αποδίδονται καί άλλα ονόματα άγρζώων, πτηνών ή δηλητηριωδών ερπετών. Ο άγιος Κασσιανός εξηγεί πώς «αυτά τά ονόματα τών άγριων θηρίων, πού γιά μας είναι λίγο-πολύ επικίνδυνα, δέν δόθηκαν στους δαίμονες τυχαια, άλλα γιά νά τονιστεί ό ιδιαίτερος χαρακτήρας τής αγριότητας καί τής λύσσας τους, γιά νά τονιστεί ή δηλητηριώδης κακία τους ή γιά νά καταδειχθεί ή δύναμη πού αποκτούν, εξαιτίας του μεγέθους τής κακίας τους αυτής».
Που κατοικούν
Όσο ό σατανάς ήταν ένας υπάκουος άγγελος του Θεού, κατοικούσε στον ουρανό, δηλαδή σε έναν ύπεραισθητό χώρο, όπου μαζί με όλα τά αγγελικά τάγματα συμμετείχε στή θεία μακαριότη τα. Μετά τήν πτώση του, όμως, ό τόπος διαμονής και δράσεως του έγινε ό "αέρας", δηλαδή ό περίγειος (: ό γύρω άπό τή γη) χώρος. Αυτό γίνεται φανερό στό βιβλίο του Ίώβ, όπου ό ίδιος ό διάβολος μαρτυρεί ότι περπάτησε σ' ολόκληρο τόν κόσμο μέσ' άπό τόν αέρα (Ίώβ 1:7,2:2). Ό άπόστολος Παύλος, όπως ήδη αναφέραμε, αποκαλεί τό διάβόλο «άρχοντα της εξουσίας του αέρος» καί τά πονηρά πνεύματα «πνευματικά τής πονηρίας έν τοις έπουρανίοις» (Έφ. 2:2, 6:12), προσδιορίζοντας έτσι τό χώρο όπου κατοικούν καί ενεργούν. Τό «έν τοις έπουρανίοις» σημαίνει έδώ τόν αέρα, γιατί συχνά στή Γραφή ό αέρας καλείται ουρανός, όπως λ.χ. «τά πετεινά του ούρανοϋ» σημαίνουν τά πουλιά πού πετούν στόν αέρα (Μάτθ. 6:26). Ό όσιος Θεοφάνης ό 'Έγκλειστος δίνει την ακόλουθη εξήγηση: «Ή συνήθης μορφή μεταφράσεως καί κατανοήσεως τής λέξεως "ουρανός" δηλώνει ότι τά πνεύματα πετούν στον αέρα. Καί όπως ό αέρας μας περιβάλλει άπό παντού, έτσι καί τά πνεύματα τής κακίας μας πλησιάζουν σάν κουνούπια σε υγρό τόπο».
Ο αέρας, βέβαια, δέν είναι ό μόνιμος άλλα ό προσωρινός τόπος κατοικίας τών δαιμόνων. Ό άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σημειώνει χαρακτηριστικά: «Οι δαίμονες, κατά Θείαν άδειαν, ενδιατρίβουν εις τόν αέρα ουχί ώς έν τόπω διωρισμένω τής καταδίκης αυτών, άλλα διά αγώνα των εκλεκτών καί διά παιδείαν τών άμαρτανόντων... Ο άδης γάρ είναι ό διωρισμένος τόπος τής αυτών καταδίκης, καί τά έν τω άδη κολαστήρια, καθώς έρρέθη περί του Εωσφόρου· "νύν δέ εις άδην καταβήση καί εις τά θεμέλια τής γής'' (Ήσ. 14:15). Καί ό απόστολος 'Ιούδας είπε περί αυτών '''Αγγέλους τε τους μη τηρήσαντας την εαυτών αρχήν, άλλα άπολιπόντας τό ίδιον οίκητήριον εις κρίσιν μεγάλης ημέρας δεσμοίς άϊδίοις υπό ζόφον τετήρηκεν (Ιούδ. στίχ. 6)».
Εκτός άπό τόν "αέρα" ή τόν "περίγειο χώρο", ως τόποι κατοικίας δαιμόνων αναφέρονται πολλές φορές στην 'Αγία Γραφή, στά Συναξάρια καί στά Γεροντικά καί κάποιοι "επίγειοι" συγκεκριμένοι τόποι: Διάφορες έρημες τοποθεσίες, ερειπωμένες πόλεις ή σπίτια, ναοί καί ιερά ειδώλων, μνήματα νεκρών, πηγές, λίμνες, ποτάμια κ.ά.
Μολονότι ή έρημος, γενικά, χαρακτηρίζεται ως κατοικητήριο τών δαιμόνων, δέν πρέπει ποτέ νά θεωρηθεί ότι αυτή αποτελεί φυσική κατοικία του σατανά καί ότι βρίσκεται,κάτω άπό τή νόμιμη κυριαρχία του. Ό Θεός, άπό απέραντη φιλανθρωπία, περιόρισε τά πνεύματα τής αποστασίας σέ τόπους ακατοίκητους άπό τόν άνθρωπο. Αυτό επιβεβαιώνει καί ό άγιος Ιωάννης ό Σιναΐτης, όταν λέει πως οί δαίμονες συχνάζουν σέ έρημους τόπους, επειδή γιά χάρη μας εξορίστηκαν έκει άπό τόν Κύριο.
Το ότι τά πονηρά πνεύματα συχνάζουν στις ερημιές καί τά μνήματα τό βλέπουμε στην περίπτωση του δαιμονισμένου τών Γαδαρηνών, «ός τήν κατοίκησιν είχεν... διά παντος νυκτός και ήμέρας εν τοις μνήμασι και εν τοις όρεσι» (Μάρκ. 5:3,5), ένώ τό ότι συχνάζουν σέ πηγές και νερά το φανερώνουν οι ευχές τής εύλογήσεως τών υδάτων καί τά τροπάρια τής εορτής τών Θεοφανείων, πού μιλούν γιά «δράκοντες», δηλαδή γιά δαίμονες, πού «έμφωλεύουσι» στά νερά καί πού μέ τή χάρη του Χριστού αποδιώχνονται. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα ή αναφορά στην Παλαιά Διαθήκη, ότι πόλεις, πού καταδικάζονται άπό τόν Θεό νά ερημωθούν καί νά ερειπωθούν, γίνονται κατοικίες δαιμόνων (Ήσ. 13:20-21, 34:13-14· Βαρ. 4:35).
Πολλοί άγιοι αγωνίστηκαν σκληρά γιά νά χτίσουν ναούς καί μοναστήρια ή νά κατοικήσουν απλά σέ μιά περιοχή, πού οί δαίμονες τή θεωρούσαν δική τους. Στό βίο του αγίου Σάββα, λ.χ., γίνεται λόγος γιά τό Καστέλλιο, βουνό «φοβερόν καί άβατον διά τό πλήθος τών εις αυτό έμφωλευόντων δαιμόνων», πάνω στό όποιο ό όσιος έχτισε μοναστήρι, άφού προηγουμένως τό καθάρισε άπό τούς πονηρούς οικιστές του μέ πολλή προσευχή καί κόπο. Παρόμοια περιστατικά συναντούμε καί στους βίους του αγίου 'Αντωνίου, του αγίου Μακαρίου κ.ά.π.
'Ακόμα καί στις λαϊκές παραδόσεις καί τούς θρύλους γίνεται πυκνή αναφορά σέ στοιχειωμένα σπίτια ή σέ ξωτικά καί φαντάσματα, τά οποία ενεργούν σέ τόπους, ὀπου έχουν γίνει εγκλήματα, άδικοσκοτωμοί, μαγικές τελετές μέ επικλήσεις δαιμόνων κ. ά.
Αυτό δέν είναι παράδοξο. Γιατί, όπως υπάρχουν τόποι άγιοι, αφιερωμένοι στή λατρεία καί στή διακονία του Θεού, λ.χ. ναοί, μοναστήρια, προσκυνήματα κ.ά., έτσι υπάρχουν και τόποι ακάθαρτοι, μολυσμένοι άπό τήν ενέργεια του σατανά, λ.χ. μαντεία, βωμοί, ειδωλολατρικοί ναοί, τόποι μαγικών τελετών, άντρα σατανισμού καί παραθρησκείας κ.ά.
Μ' αύτή τήν έννοια, τόποι κατοικίας πονηρών πνευμάτων μπορεί νά είναι και πόλεις ένδοξες και πολυπληθείς. Τό ιερό βιβλίο τής Άποκαλύψεως αναφέρει τήν Πέργαμο, αρχαία πόλη τής Μικράς 'Ασίας, ώς κατοικία καί θρόνο τοϋ σατανά: «όπου ό θρόνος του σατανά... · όπου ό σατανάς κατοικεί» (2:13). Επίσης, τή μεγάλη πόλη, πού συμβολικά αποκαλεί Βαβυλώνα, τή χαρακτηρίζει «κατοικητήριον δαιμονίων καί φυλακήν (=καταφύγιο) παντός πνεύματος άκαθάρτου» (18:2). Οί πόλεις αυτές χαρακτηρίζονται δαιμονοκατοίκητες, γιατί, εξαιτίας τής αμαρτωλής ζωής τών κατοίκων τους, είχαν περάσει στην κατοχή τών δαιμόνων. 'Έτσι, οί ίδιοι οί κάτοικοι είχαν γίνει καί "συγκάτοικοι" καί κατοικητήρια τών δαιμόνων.
Είναι, βέβαια, δυνατό νά γίνει ό άνθρωπος, άν θελήσει, κατοικία πονηρών πνευμάτων, όπως, αντίθετα, είναι δυνατό νά γίνει ναός τοϋ Άγιου Πνεύματος (βλ. Α Κορ. 3:16, 6:19). Ό ϊδιος ό Κύριος χαρακτήρισε «οίκον» δαιμόνων τον άνθρωπο που παραμελεί τη σωτηρία του και με οποιονδήποτε τρόπο αναπαύει μέσα στην ψυχή του τα πονηρά πνεύματα (βλ. Ματθ. 12:43-45).
Θεωρώντας γενικά τό θέμα τής κατοικίας των πονηρών πνευμάτων, οφείλουμε νά έχουμε ύπόψη μας τις εξής άλήθειες:
α) Οι δαίμονες, μολονότι, ώς κτιστές υπάρξεις, βρίσκονται οπωσδήποτε σέ τόπο, ωστόσο κανένα χώρο τής δημιουργίας δέν έχουν αποκλειστικά δικό τους, γιατί τά πάντα ανήκουν στον Δημιουργό του σύμπαντος: «Του Κυρίου ή γή καί τό πλήρωμα αυτής, ή οικουμένη καί πάντες οι κατοικούντες έν αύτή» (Ψαλμ. 23:1). Κυριαρχική είναι ή παρουσία τους μόνο στή διάπραξη του κακού καί τής αμαρτίας. Πολύ χαρακτηριστική ειναι ή σχετική επισήμανση του αγίου 'Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Διαβόλου τόπος ουδέν έτερον ή αμαρτία».
β) Μόνο ό Θεός είναι «πανταχού παρών». Οι δαίμονες, μολονότι, ώς πνεύματα, είναι ταχύτατοι στις μετακινήσεις τους, ωστόσο δέν είναι δυνατό νά παρουσιάζονται ταυτόχρονα σέ διαφορετικούς τόπους. Αυτό έχει ώς συνέπεια ν' αγνοούν καθετί πού συμβαίνει μακριά άπό τό σημείο όπου κάθε φορά βρίσκονται. Γιά παράδειγμα, άς θυμηθούμε ένα γνωστό περιστατικό του Γεροντικού: "Οταν ό άγιος Μακάριος ό Αιγύπτιος πήγε σέ μιά σκήτη καί μέ τις συμβουλές του διόρθωσε τόν μοναχό Θεόπεμπτο, πού είχε αιχμαλωτιστεί άπό δαιμονικούς λογισμούς, ό διάβολος δέν αντιλήφθηκε τήν κίνηση αύτή του αγίου, γι' αυτό καί απορούσε μέ τήν αλλαγή του πρώην "φίλου" του μοναχού (Πάσχου Π. (επιμ.), Τό Γεροντικόν, έκδ. «Αστήρ», 'Αθήναι 1981).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ