ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ ''ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ'': ΑΡΚΕΤΑ ΚΑΛΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ Κ. ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ ΔΙΑΚΡΙΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ. ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΛΕΧΘΕΝΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ. ΤΟ ΟΤΙ ΟΙ ΜΑΣΩΝΟΙ ΤΟΝ ΠΡΟΒΑΛΛΟΥΝ ΤΟΥΤΟ ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΗΤΟ ΚΑΙ ΜΑΣΩΝΟΣ. ΟΥΤΩΣ Η ΑΛΛΩΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΟΙ ΜΑΣΩΝΟΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΟΝΤΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΗΡΩΕΣ Π.Χ. ΟΠΩΣ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΄21 ΠΡΟΒΑΛΛΟΝΤΑΣ ΑΥΤΟΥΣ ΩΣ ΜΑΣΩΝΟΥΣ.
Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Ἡ ἐποχὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς σύγχυσης καὶ τῆς διαστρέβλωσης τῆς ἀλήθειας, ἡ ἐποχὴ τῆς πλάνης καὶ τῆς φανέρωσης ὅλων τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του. Ὁ Οἰκουμενισμὸς ἔχει πολλοὺς συμμάχους, συμμάχους φανεροὺς καὶ συμμάχους κρυφούς. Ὅλοι εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, ἀλλὰ οἱ δεύτεροι ἀποκτοῦν μεγαλύτερο βαθμὸ ἐπικινδυνότητας, ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶναι κρυφοί. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ ἐθνικισμός.
Ὁ ἐθνικισμὸς φαινομενικὰ φαίνεται νὰ πολεμάει τὸν οἰκουμενισμὸ καὶ νὰ μάχεται γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ κρυφὰ στηρίζει τὸν Οἰκουμενισμό, καὶ μαζὶ πολεμοῦν τὸν Χριστό, τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Τὸν πολεμοῦν, γιατὶ Τὸν διαστρεβλώνουν. Ὁ ἐθνικισμὸς μαζὶ μὲ τὸν Κομμουνισμό, τὸν Σοσιαλισμό, τον Καπιταλισμό, καὶ ὅλες τὶς ἄλλες φιλοσοφίες, ὅλες ἀπόρροιες τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἀναφέρονται μὲν κάθε τόσο στὸν Χριστό, τὸν διαστρεβλώνουν ὅμως, ἀναμιγνύοντας καὶ ἰσοβαθμίζοντας Τον μὲ ψευδοσύμβολα καὶ ἄθεους καὶ χριστομάχους ἀνθρώπους.
Παράλληλα, οἱ ἐθνικιστὲς βλάπτουν καὶ τὴ ὑγιὴ πατριωτικὴ ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ἀποκτᾶ μέσῳ τῆς Ὀρθοδοξίας (κι ὄχι τὸ ἀντίθετο) οἰκουμενικὸ χαρακτῆρα. Διότι οἱ ἐθνικιστές, ὡς γνήσια παιδιὰ τοῦ Διαφωτισμοῦ ποὺ γέννησε τὸν ἐθνικισμό, ὑποτιμοῦν τὴν Ὀρθοδοξία ἐθνικοποιώντας την, καὶ περιορίζοντάς την μόνο μέσα στὰ πλαίσια ποὺ αὐτοὶ θέτουν. Ὁ ἐθνικιστὴς δὲν διστάζει γιὰ τὰ ἐθνικιστικά του πιστεύω νὰ θυσιάσει ἀκόμα καὶ τὸν ἴδιο Χριστό, φέρνοντας Τον στὸ ἴδιο ἐπίπεδο ἀκόμα καὶ μὲ ἀνθρώπους ποὺ Τὸν πολέμησαν, χειραγωγώντας ἔτσι καὶ παρασύροντας τοὺς ἀφελεῖς πιστούς. Ὁ ἐθνικισμὸς εἶναι ἕνα φαινόμενο τῆς μοντέρνας ἐποχῆς (στὸν γραπτὸ λόγο πρωτοεμφανίστηκε τὸ 1789 ἀπὸ τὸν ἀντί-Ἰακωβῖνο Γάλλο παπικὸ ἱερέα Augustin Barruel), ἕνας κινητήριος μοχλὸς τοῦ μηδενισμοῦ καὶ τῆς Νέας Τάξης πραγμάτων, παρὰ τὶς φανφάρες τῶν ἴδιων τῶν ἐθνικιστῶν ὅτι τάχα τὴν ἀντιμάχονται.
Ἕνα λαμπρὸ παράδειγμα γιὰ τὰ παραπάνω ἀποτελεῖ ὁ πολυδιαφημισμένος ἀπὸ τοὺς ἐθνικιστές, «πρωτοεθνικιστής», μασῶνος, συγκριτιστής καὶ πρόδρομος κι αὐτὸς τοῦ σημερινοῦ μηδενισμοῦ Ἴων Δραγούμης. Οἱ ἐθνικιστὲς χρησιμοποιοῦν τὴν ἀγάπη τοῦ λαοῦ γιὰ τὴν Μακεδονία ποὺ πουλιέται στὸ παζάρι τῆς γεωπολιτικῆς καὶ προβάλλουν πονηρὰ τὸν Δραγούμη, τονίζοντας τοὺς ἀναγνωρισμένους σίγουρα ἀγῶνες του γιὰ τὴν Μακεδονία, ἀποκρύπτοντας ὅμως τὰ πιστεύω καὶ τὴν ἰδεολογία του.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴν προσωπικότητα καὶ τὸν ρόλο τοῦ Δραγούμη ἀρκεῖ νὰ τονιστεῖ, ὅτι τὸν θαύμαζε ὁ Ν. Καζαντζάκης καὶ τὸν θεωροῦσε δάσκαλό του καὶ προφήτη τῆς ἐποχῆς του (Νίκος Καζαντζάκης, «Ταξιδεύοντας: Ἀγγλία», 1969).
Ὁ Ἄγγελος Σικελιανὸς ἔγραψε γιὰ τὸν Δραγούμη: «“απόστολος μιας θρησκείας που θα στηριζόταν στην παγκόσμια συνθετική Εποπτεία και Σκέψη των μεγάλων Προσωκρατικών” προσπαθώντας “να βρει τον ενιαίο Ρυθμό του Εθνικισμού, του Σοσιαλισμού και του Ανατολισμού” (Άγγελος Σικελιανός, «Πεζός Λόγος», τόμος Δ΄, 1983, «Ίων Δραγούμης», σελ. 23).
Ὁ ἴδιος ὁ Δραγούμης γράφει στὸ ἡμερολόγιο του (18-03-1919): «Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να νοιώσω τον εαυτό μου άτομο. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατιά έννοια, και θέλω μια καινούρια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος».
Καὶ ἀλλοῦ:
«Μια περίοδο της ζωής μου εθνικιστική (από τα 1902 ως τα 1914 απάνω κάτω). Έπειτα έβαλα μια pétition de principe στο νασιοναλισμό μολονότι ενεργούσα σύμφωνά του. Τώρα μπαίνω σε μια σοσιαλιστική και ανθρωπιστική περίοδο. Αρχίζω να λαβαίνω συνείδηση του αναρχισμού μου (1917-1919) και προχωρώ. Και σ' αυτό πρέπει να βάλω une pétition de principe. Στην πρώτη περίοδο επίδραση του Nietsche (σσ. αὐτὸς ποὺ ἔγραψε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι νεκρὸς καὶ ὑπέγραφε στὸ τέλος τῆς ζωῆς του μὲ τὸ ψευδώνυμο «ὁ Ἀντίχριστος») και Barrès. Στη δεύτερη Τολστόϊ, Rousseau, Κροπότκιν, Gide. Στην πρώτη περίοδο Μακεδονική ενέργεια. Στη δεύτερη Ρωσική επανάσταση και κοινωνική επανάσταση παντού. Στη Μακεδονική ενέργεια έλαβα μέρος, στην κοινωνική επανάσταση όχι ακόμα. Ο Barrès στον νασιοναλισμό που έπλασε δεν έκαμε άλλο παρά να δώσει συνείδηση σ' ένα αίσθημα βαθιά ριζωμένο στην ανθρώπινη ψυχή, στον πατριωτισμό. Ο Κροπότκιν και Μπακούνιν (σσ. Ρῶσοι θεωρητικοὶ τοῦ ἀναρχισμοῦ) δεν κάνουν άλλο παρά να δίνουν συνείδηση (τη συνείδηση που αυτοί οι ίδιοι έλαβαν) ενός άλλου βαθιού αισθήματος, της αλληλοβοήθειας μεταξύ στους ανθρώπους. Ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος εδημιούργησαν τίποτε, μόνο έλαβαν και έδωσαν συνείδηση. Ο πατριωτισμός και η αλληλοβοήθεια υπάρχουν πάντα, με στενότερα ή πλατύτερα όρια (χωριό, πολιτεία, κράτος, έθνος, κοινότητα, αδελφάτα, συνεταιρισμοί, συνασπισμοί) και σύμφωνά τους ενεργούσαν και ενεργούν οι άνθρωποι. Οι νασιοναλιστές και οι αναρχικοί και σοσιαλιστές μόνο τα εφώτισαν, έκαμαν φωτεινή και μονομερή προβολή ενός αισθήματος όπως και οι ατομικιστές φώτισαν το άλλο αίσθημα τον εγωισμό (με αρχή την αυτοσυντηρησία)», Ἰων. Δραγούμης, Φύλλα Ημερολογίου -Εκδόσεις ΕΡΜΗΣ τόμος ΣΤ΄ σελ. 73.
Εἶναι ξεκάθαρη στὰ παραπάνω λόγια τοῦ Δραγούμη ἡ διαφωτιστική, μηδενιστικὴ διδασκαλία τοῦ ἐθνικισμοῦ ποὺ λειτουργεῖ ξεκάθαρα κι αὐτός (ὅταν τοῦ πέσουν τὰ προσωπεῖα), ὅπως κι ὁ Κομμουνισμός, ὡς πρόδρομος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Πουθενὰ δὲν ὑπάρχει ὁ Χριστὸς ὡς ἡ μόνη Ἀλήθεια ποὺ ἀγαπᾶ καὶ θέλει νὰ σώσει ὅλο τὸν κόσμο. Πρότυπο τοῦ Δραγούμη δὲν ὑπῆρξε ὁ Χριστὸς ἀλλὰ οἱ ἐχθροί του, ἐθνικιστές, σοσιαλιστές, ἀναρχικοί, διεθνιστές. Καὶ πῶς νὰ ὑπάρξει, ἀφοῦ ὁ Δραγούμης, ὅπως καὶ ἄλλες μεγάλες προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς του, τῆς ἐποχῆς τοῦ Μεγάλου Διχασμοῦ καὶ τῆς ἀλλοίωσης τῆς Ἑλλάδος, ἦταν Μασῶνος. Διαβάζουμε στὴν «Λίστα Μασώνων της Ελλάδος»
«Αναγνωστόπουλος Παν. (Μέλος της Φιλικής Εταιρείας)... Αννινος Χερουβείμ (μητροπολίτης Παροναξίας)... Δραγούμης Ιων (λόγιος, πολιτικός)» (ἐδῶ).
«Αναγνωστόπουλος Παν. (Μέλος της Φιλικής Εταιρείας)... Αννινος Χερουβείμ (μητροπολίτης Παροναξίας)... Δραγούμης Ιων (λόγιος, πολιτικός)» (ἐδῶ).
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία, δέχεται τὸν πατριωτισμὸ καὶ καταδικάζει τὸν ἐθνικισμό/ἐθνοφυλετισμό (βλ. καὶ Σύνοδο τοῦ 1872). Ἡ Ἐκκλησία δέχεται τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ τοῦ κάθε ἔθνους, διδάσκει τὸν λόγο Της σὲ κάθε ἔθνος, ἀναδεικνύει Ἁγίους ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἐθνοκεντρική, δὲν εἶναι παποκεντρική, δὲν εἶναι ἀτομοκεντρική (Προτεσταντισμός). Δὲν ἐπιδιώκει τὴν δημιουργία ὀρθοδόξων τόξων καὶ δὲν θυσιάζεται γιὰ τὴν δημιουργία ἀνίερων συμμαχιῶν (π.χ. Ποῦτιν ὡς πρότυπο ὀρθοδόξου ἡγέτη, Λατινοφιλία). Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν δέχεται δικαιολογίες γιὰ ἐπεκτάσεις καὶ δὲν ὑποδέχεται μὲ χαρὰ οὔτε ὀνομάζει ἱερὸ τὸν κάθε πόλεμο (παρόλο ποὺ κατ’ οἰκονομία δὲν καταδικάζει τὸν πόλεμο γιὰ τὴν πίστη καὶ τὸ δίκαιο). Ὅταν οἱ αὐτοκράτορες Νικηφόρος Φωκᾶς καὶ Ἰωάννης Τσιμισκῆς ζήτησαν ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Πολύευκτο νὰ συμφωνήσει μὲ τὸ διάταγμα, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ἀνακηρύσσονταν ἅγιοι μάρτυρες οἱ πεσόντες στρατιῶτες στὸν πόλεμο κατὰ τῶν Μουσουλμάνων, αὐτὸς ἀρνήθηκε καταδικάζοντας κάθε εἴδους πολέμου (Steven Runciman, Η Βυζαντινή Θεοκρατία, 2005 σελ. 105).
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθοδοξία, στέκεται πάνω ἀπὸ σύνορα καὶ ἀγκαλιάζει ὅλα τὰ ἔθνη, καταγωγές, πολιτισμούς, γλῶσσες καὶ ταυτότητες. Ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι» (Α΄Τιμ. 2,4). Ἡ Παράδοσή της δὲν εἶναι ἐθνική, ἀλλὰ οἰκουμενική. Ὁ Χριστιανὸς εἶναι πρῶτα Χριστιανὸς καὶ μετὰ Ἕλλην, Ρῶσος, Σέρβος κλπ. Ὁ Χριστιανὸς σέβεται καὶ ἀγαπᾶ τὴν πατρίδα του, τὸ ἔθνος του, ἀλλὰ πάνω ἀπ’ ὅλα θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του πολίτη τῆς ἄνω Ἰερουσαλήμ, τῆς Οὐράνιας Πολιτείας. Ὁ Χριστιανὸς νοιάζεται πρώτα «γιὰ τὴν Πίστη τοῦ Χριστοῦ τὴν ἁγία» καὶ μετὰ «γιὰ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία». Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ἄφηναν τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν Πίστη, ὅπως κάνουν οἱ σημερινοὶ Ἐπίσκοποι, γιὰ νὰ ἀγωνιστοῦν γιὰ τὴν Πατρίδα. Πρώτη θέση κατεῖχε πάντα ἡ Πίστη, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ εἶχε ὡς ἐπακόλουθο. Γιὰ τὸν Χριστιανό, ὅλα στὴν γῆ εἶναι πρόσκαιρα καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀδύναμα νὰ κερδίσουν τὴν πρώτη θέση στὴν ψυχή του, τὴν ὁποία κατέχει πάντα ὁ Χριστός, πάνω ἀπὸ πατρίδα, γονεῖς, γλώσσα καὶ ἐδάφη. Οἱ Χριστιανοὶ «πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας, ἀλλ' ὡς πάροικοι· μετέχουσι πάντων ὡς πολῖται, καὶ πάνθ' ὑπομένουσιν ὡς ξένοι· πᾶσα ξένη πατρίς ἐστιν αὐτῶν καὶ πᾶσα πατρὶς ξένη» (Πρὸς Διόγνητον ἐπιστολή).
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία λοιπὸν ἡ Πίστη εἶναι ὑπεράνω ἔθνους καὶ καταγωγῆς καὶ αὐτὴ ὁρίζει ἂν κάποιος ἀποτελεῖ μέλος της ἢ ὄχι. Ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη τους ὁ Θεὸς ἀναδεικνύει ἢ καταδικάζει ἔθνη, διότι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη τοὺς λαούς, ἀλλὰ οἱ λαοὶ τὸν Θεό: «καὶ μὴ δόξητε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ» (Ματθ. 3, 9).
Στὴν Ἑλλάδα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς κρίσης βιώνουμε, ἐδῶ καὶ κάποια χρόνια, μία ἀναβίωση τοῦ ἐθνικισμοῦ. Ὁ ἐθνικισμὸς αὐτὸς γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐπικρατήσει, οἰκειοποιεῖται θρησκευτικὰ σύμβολα καὶ διαστρεβλώνει —ὅπως ὁ Οἰκουμενισμός— τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἐμφανίζεται ὡς ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδοξίας, αὐτὸ ποὺ πρεσβεύει δὲν εἶναι ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία. Παρουσιάζεται σὲ διαμαρτυρίες ὡς ἀγωνιστής της, ζητᾶ ἀπὸ τὸν πιστὸ ἕναν ἀγῶνα βίας, ἐπιζητᾶ τὸν πόλεμο καὶ καταριέται καὶ ἐπιτίθεται σὲ κάθε ὑποτιθέμενο ἐχθρό. Οἱ ἐθνικιστὲς δὲν δέχονται τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς» (Λουκ. Στ΄, 27-28). Ὁ ἐθνικισμὸς δὲν ἀναδεικνύει όρθόδοξο ἀλλὰ τὸ παγανιστικὸ παρελθὸν τοῦ Ἑλληνισμοῦ, προωθεῖ τὴν ἀρχαιολατρεία, μιλάει συνεχῶς γιὰ ἀρχαίους συγγραφεῖς ἀλλὰ σχεδὸν ποτὲ γιὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Δίπλα στὸν Σταυρὸ ἐμφανίζει κι ἄλλα σύμβολα εἰδωλολατρικῆς προέλευσης ποὺ ἀντιμάχονται τὸν Σταυρό.
Ὁ λόγος τῶν ἐθνικιστῶν αὐτῶν εἶναι ἕνας ξύλινος λόγος μίσους, ἔχθρας καὶ βίας. Ἀντὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ ἄσκηση προτείνει τὴν σωματική, ἀντὶ γιὰ τὴν σεμνότητα προτείνει τὴν ἐπίδειξη, ἀντὶ γιὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Σταυροῦ προτείνει τὴν βία. Οἱ ἐθνικιστὲς αὐτοὶ δὲν διστάζουν νὰ ἀπαγορεύουν στοὺς πιστοὺς νὰ διαβάζουν τὴν Π. Διαθήκη, διότι τάχα εἶναι ἑβραϊκή, δὲν μιλοῦν γιὰ τὸν Ἅγ. Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό (γιατὶ τάχα ἦταν Σύρος), μιλοῦν γιὰ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Ρωμανίας ὑμνώντας τὴν Ἑλλάδα καὶ ξεχνώντας τὸν πολυεθνικό της χαρακτῆρα ποὺ αὐτὴ εἶχε, μὲ συνδετικὸ χαρακτηριστικὸ πρῶτα τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ μετὰ τὴν κοινὴ ἑλληνόφωνη πολιτιστικὴ περηφάνεια. Μιλοῦν γιὰ τὴν ἀνωτερότητα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας βιάζοντας την μὲ κάθε εἴδους κακοφωνίες καὶ ἐκφραστικὰ ἀτοπήματα καὶ μιλοῦν γιὰ τὸν ἑλληνικὸ περιούσιο λαὸ Θεοῦ ἀγνοώντας τὶς ἐντολές Του καὶ μὴν ὑπερασπίζοντας τὴν διδασκαλία Του.
Ὁ ἐθνικισμὸς μὲ τὴν ἐπιθετική του τακτικὴ προβάλλει ἑαυτὸν ὡς τεῖχος προστασίας γιὰ τὸν φοβισμένο καὶ ἀδύναμο πολίτη. Ἕνα τεῖχος ὅμως ποὺ εἶναι χτισμένο πάνω στὴν ἄμμο τῶν ψευδαισθήσεων καὶ τῆς πλάνης.
Ὁ ἐθνικισμὸς σπρώχνει τὸν Ἕλληνα νὰ ἀγνοεῖ τὰ δόγματα καὶ νὰ γνωρίζει ὅλες τὶς προφητεῖες, νὰ προσδοκεῖ καὶ νὰ ὀνειρεύεται ἐπεκτάσεις, ἐπανακτίσεις πόλεων καὶ πρωτοκαθεδρίες, ἀντὶ νὰ μάχεται γιὰ τὴν νίκη τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίων τῶν αἱρέσεων καὶ νὰ προσδοκεῖ τὴν δική του σωτηρία.
Ὁ ἐθνικισμὸς μὲ τὴν ἐθνοψύχωσή του ξεχνάει, ὅτι τὸ κῦρος τοῦ μεγαλείου τοῦ Ἕλληνα δὲν χρειάζεται ὑπεράσπιση, διότι δὲν ἔχει ἀμφισβητηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, ἐπειδὴ ξεχνοῦμε τὸν ἀληθινὸ χαρακτῆρα του καὶ ἀποφεύγουμε τὴν ἔμπρακτη ἀνάδειξή του.
Ὁ ἐθνικισμὸς μὲ τὴν ἀρχαιολατρεία του σπρώχνει τὸν ἄνθρωπο στὸν παγανισμό καὶ στὴν πτώση.
Ὁ ἐθνικισμὸς μὲ τὸν ψευδοχριστιανισμό του καὶ τὴν διπλωματία του ἐπιτρέπει στοὺς οἰκουμενιστὲς ψευδοποιμένες νὰ ἐμφανίζονται ἥρωες ἢ ὑπερασπιστὲς τῶν παρακαταθηκῶν, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα τὶς προδίδουν καὶ τὶς καταπατοῦν. Σπρώχνει τὸν πιστὸ νὰ ἀσχολεῖται μὲ δευτερεύοντα ἀντὶ μὲ τὰ πρωτεύοντα, τοὐτέστιν τὴν Πίστη του.
Ὁ ἐθνικισμὸς μὲ τὸ μῖσος του ἐμποδίζει τὸν μὴ ὀρθόδοξο συνάνθρωπο νὰ βιώσει τὴν ἀγάπη καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία στὸ παρελθὸν προέτρεπε ὁλόκληρους λαούς νὰ τὴν ἀσπαστοῦν, νὰ ἐπισκεφθοῦν ἢ νὰ ἐγκατασταθοῦν στὰ ἐδάφη της π.χ. στὸ «Βυζάντιο», γινόμενοι ὀρθόδοξοι καὶ φορεῖς τοῦ πολιτισμοῦ του.
Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ὁ ἐθνικισμὸς ἀντὶ νὰ πολεμάει τὸν Οἰκουμενισμό, τὸν ὑποστηρίζει συμβάλλοντας κι αὐτὸς στὴν σύγχυση καὶ στὴν πλάνη. Καθῆκον τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι νὰ τὸν θεωρεῖ ἐχθρό του κι ὄχι σύμμαχό του. Εἴμαστε πρῶτα Χριστιανοὶ καὶ μετὰ Ἕλληνες καὶ ὅπως κήρυττε ὁ Ἅγ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἱδρυτὴς τῶν σχολείων καὶ ὑπηρέτης τοῦ ἔθνους: «Ἡμεῖς, Χριστιανοί μου, δὲν ἔχομεν ἐδῶ πατρίδα».
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου
ΠΗΓΗ: https://paterikiparadosi.blogspot.com/2018/06/blog-post_755.html
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ